Η ΕΠΙΘΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

Η ΕΠΙΘΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου


 

Η απόκτηση κατοικίας είναι ίσως το πρώτο όνειρο του Έλληνα σε αντίθεση με πλείστους όσους Ευρωπαίους που γεννούνται και πεθαίνουν κάτω από ενοικιαζόμενη στέγη. Ως συνέπεια αυτού του ονείρου ο κλάδος της οικοδομής γνώρισε σπουδαία άνθιση κατά τις πρόσφατες δεκαετίες με συνέπειες τόσο θετικές όσο και αρνητικές.

 

Η στρεβλή ανάπτυξη, που είχε ως αποτέλεσμα την εσωτερική μετανάστευση και την επακόλουθη αστυφιλία, κατέστησε επιτακτική την ανέγερση πλήθους οικοδομών στα αστικά κέντρα. Την αδυναμία των γηγενών να αξιοποιήσουν τα οικόπεδά τους αναπλήρωσε το επιχειρηματικό δαιμόνιο της πλειάδος των εργολάβων οικοδομών, εμπειροτεχνών στην πλειονοψηφία τους, οι οποίοι επωφελούμενοι από την ανυπαρξία οράματος και ελέγχου εκ μέρους του κράτους και της τοπικής αυτοδιοίκησης μετέτρεψαν σε σύντομο χρονικό διάστημα τα μεγάλα αστικά κέντρα σε φρικτές τσιμεντουπόλεις, αναμφισβήτητα τις αθλιότερες της Ευρώπης. Συνένοχη βέβαια υπήρξε και η τοπική αυτοδιοίκηση που ικανοποίησε σε πολλές περιπτώσεις αιτήματα εργολάβων για αύξηση του αριθμού των ορόφων. Κατά την περίοδο της εικονικής οικονομικής ακμής αρκετοί της μεσοαστικής τάξης πραγματοποίησαν και δεύτερο όνειρο: Απέκτησαν εξοχική κατοικία, παραθαλάσσια κατά γενική προτίμηση. Το φανταχτερό όνειρο του τουρισμού, ως επαρκούς για την απασχόληση των κατοικούντων σε περιοχές τουριστικού προορισμού, οδήγησε τους εντοπίους στην αθρόα πώληση οικοπέδων ακόμη και σε δασωμένες περιοχές, καθώς η Πολιτεία και πάλι ήταν απούσα. Τέλος πλείστοι όσοι έκτισαν κατοικία παράνομα, όχι σε κάθε περίπτωση εξ ανάγκης. Τους τελευταίους επιβραβεύει η Πολιτεία με τη σιωπηλή νομιμοποίηση έναντι οικονομικού ανταλλάγματος. Ίσως να φθάσουμε και να αποφυλακιζόμαστε έναντι χρηματικού ποσού!

Η οικοδομική αυτή υπερδραστηριότητα είχε όμως και τα θετικά της, την απασχόληση δηλαδή εργατικού δυναμικού, στην οικοδομή ή στις βιοτεχνίες κατασκευής ειδών κατοικίας ή οικοδομικών υλικών. Ως πριν από δεκαετία ο κλάδος της οικοδομής θεωρείτο εύρωστος και τονιζόταν ότι η οικοδομή είναι θεμέλιο της ελληνικής οικονομίας. Σταδιακά στην οικοδομική δραστηριότητα τα ελληνικά εργατικά χέρια άρχισαν να υποκαθίστανται από χέρια μεταναστών. Αυτοί υπήρξαν στην αρχή αντικείμενα στυγνής εκμετάλλευσης, σταδιακά όμως κατάφεραν επάξια να κερδίσουν σημαντικό μερίδιο της αγοράς χάρη στην εργατικότητά τους και την προϊούσα αποφυγή ενασχόλησης με τις βαρειές εργασίες της οικοδομής της νέας γενιάς μας. Παράλληλα οι ελληνικές βιοτεχνίες κατασκευής ειδών κατοικίας υφίσταντο με την πάροδο του χρόνου σκληρά τα πλήγματα εκ του ανταγωνισμού ομοειδών επιχειρήσεων της ενιαίας αγοράς, με συνέπεια να αναστέλλουν τη λειτουργία τους η μία μετά την άλλη. Η οικονομική ύφεση, η οποία ταλανίζει τη χώρα μας επί τριετία χωρίς ελπίδα ανάκαμψης, έδωσε στην οικοδομή τη χαριστική βολή με συνέπειες οδυνηρές ως προς την απασχόληση αλλά και ως προς την προμήθεια υλικών. Ήδη μετά τους γιατρούς, οι οποίοι μετακινούνται αθρόα σε χώρες της βόρειας Ευρώπης για τη λήψη ειδικότητας και πολλοί αποφασίζουν τελικά να εγκατασταθούν εκεί, έχουμε και νέο κύμα επιστημόνων μεταναστών μηχανικών κατά βάση. Αφού, επαναλαμβάνοντας το της χούντας «κάθε πόλη και στάδιο κάθε χωριό και γυμναστήριο», γεμίσαμε τη χώρα από ιδρύματα, με συνέπεια να είμαστε στην κορυφή των πινάκων με επιστήμονες που αδυνατούν να βρουν απασχόληση, εξάγουμε επιστημονικό δυναμικό, πολύτιμο για την ανάπτυξη της χώρας.

Η Πολιτεία, πιεζόμενη αφόρητα (άραγε δεν γνώριζε πριν δεσμευθεί;) από τους δημίους μας, στους οποίους εκχώρησε την εθνική μας κυριαρχία (μας είχαν ετοιμάσει σχετικά με τον λόγο της προέδρου της Βουλής προς τον πρόεδρο της Δημοκρατίας) στρέφεται κατά του πρώτου ονείρου του Έλληνα, της κατοικίας. Ως μέσο πίεσης χρησιμοποιεί την πνέουσα τα λοίσθια ΔΕΗ, αυτή που ως τώρα εξασφάλιζε, μέσω των λογαριασμών της, πόρους για την ΕΡΤ, που επίσης βρίσκεται στο στόχαστρο, και την καταχρεωμένη, κατά το παράδειγμα της Πολιτείας, τοπική Αυτοδιοίκηση.

Η Πολιτεία τιμωρεί τον Έλληνα πολίτη, που τα χρήματα δεν τα σπατάλησε στο βωμό του καταναλωτισμού, αλλά τα διέθεσε για την πραγμάτωση ενός από τα λίγα σωστά του όνειρα: Την απόκτηση στέγης. Και αν η Πολιτεία αρκείτο στην οικονομική επιβάρυνση της δευτερεύουσας κατοικίας ή και σε εφάπαξ αρπαγή κάποιου ποσού για την κύρια κατοικία, θα ήταν μικρό και το κακό. Φαίνεται όμως η πρόθεση το τέλος αυτό να καταστεί πάγιο, ώσπου να εξαντλήσει οικονομικά αρκετούς ιδιοκτήτες κατοικίας. Και τότε; Τον ρόλο του «σωτήρα» θα αναλάβουν οι τράπεζες, στις οποίες θα υποχρεωθούμε να υποθηκεύσουμε την κατοικία μας; Μήπως η νέα γενιά των 700 € θα καταλήξει να μένει με ενοίκιο στην οικία που απόκτησε με ιδρώτα και αίμα η προηγουμενη και, για τη μεταβίβαση της οποίας, πλήρωσε το σχετικό φόρο; Άραγε θα μπορέσουν, όσοι δεν είχαν το προνόμιο να εγκατασταθούν σε έτοιμη στέγη, να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους να αποκτήσουν; Πολύ δύσκολο. Αντιλαμβανόμαστε που μας οδηγεί το αδηφάγο σύστημα, στο οποίο πιστέψαμε και πολύ βοηθήσαμε, ώστε να μας καταντήσει εδώ που βρισκόμαστε τώρα;

 

                                                                        «ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 26-9-2011 

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.