Μοτίβα σε βίους αγίων πρωτοχριστιανικών

Μοτίβα σε βίους αγίων των πρώτων χριστιανικών χρόνων

 

Της Αμαλία Κ. Ηλιάδη*


 

Μελετώντας τα αγιολογικά κείμενα των πρώτων χριστιανικών χρόνων(1ος-3ος αι. μ.Χ.) και της πρώϊμης βυζαντινής περιόδου(3ος-6ος αι. μ.Χ.), αποδελτίωσα σωρεία πληροφοριών οι οποίες φωτίζουν, από πολλές απόψεις, το πολύπτυχο μιας πολύπλοκης, αντιφατικής και μεταβατικής κοινωνίας όπως η κοινωνία της πρωτοβυζαντινής περιόδου. Οι ίδιες οι πληροφορίες με την ιδιόμορφη φύση τους κατευθύνουν το μελετητή στον εντοπισμό βασικών θεματικών περιοχών προς ανάλυση και μελέτη.

Παρακάτω αναφέρω τις βασικές αυτές θεματικές περιοχές με σκοπό τη σφαιρική κατόπτευση της φύσης του υλικού των αγιολογικών κειμένων της πρωτοβυζαντινής περιόδου:

1. Η Ελληνική αρχαιότητα (τέχνη, θρύλοι, μύθοι, παραδόσεις, συγκροτημένη μυθολογία, ναοί κ.ά. πολιτισμικά στοιχεία) όπως συναντάται στα αγιολογικά κείμενα. Η στάση των κειμένων αυτών απέναντί της: α) πάντα αρνητική επιφανειακά  β) όμως πέρα από την επιφάνεια, στο βάθος των πραγμάτων, η αρχαία ελληνική σκέψη, ο πολιτισμός, η μυθολογία και η παράδοση διεμβολίζουν τα αγιολογικά κείμενα και επιβιώνουν μέσω αυτών: πολλά στοιχεία της ελληνικής αρχαιότητας ιχνηλατούνται στα Μαρτυρολόγια και στα Συναξάρια απ’ τον 2ο-3ο αι. ως τον 6ο  μ.Χ. αι.

2. Έμφαση στους αρχαίους θρύλους και μύθους που «περνούνε» στα αγιολογικά κείμενα, είτε αυτούσιοι είτε σε παραλλαγές. (Eλαφρώς  παραλλαγμένοι).

3. Βασανιστήρια μαρτύρων: τρόποι, «μηχανές», φρικτές επινοήσεις βασανισμού.

4. Πλούσιοι και φτωχοί μάρτυρες και άγιοι κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Κοινωνικά στρώματα και θρησκεία, σχέση άλλοτε ανάλογη και άλλοτε αντίστροφη.

5. Φανατισμός και μισαλλοδοξία: διατάραξη οικογενειακών δεσμών και σχέσεων. Ιδεολογίες, θρησκευτικές ιδεολογίες ιδίως, και θρησκείες αποδεικνύονται, σε πολλές περιπτώσεις αυτής της  κρίσιμης μεταβατικής περιόδου των πρώτων χριστιανικών αιώνων (χρόνων), ισχυρότερες απ’ τη συγγένεια του αίματος: γονείς προδίδουν τα παιδιά τους και το αντίστροφο πράγμα που οδηγεί σε χαλάρωση του κοινωνικού ιστού και της οικογενειακής αλληλεγγύης. (Bία, φόβος, καχυποψία).

6. Υπερβολές στους αριθμούς των προσηλυτισθέντων στο Χριστιανισμό.

7. Θαύματα: αντανάκλαση των ατομικών και κοινωνικών αναγκών (π.χ. θεραπείες μεταδοτικών ασθενειών, όπως η λέπρα, κ.τ.λ.).

8. Πρώτα σημάδια ανόδου του Χριστιανισμού: αγιότητα και εξουσία. Μεταστροφή ηγεμόνων στο Χριστιανισμό: αρχή αυτοκρατορικής προστασίας προς την καινούρια, προηγουμένως διωκόμενη απηνώς, θρησκεία, και βαθμιαία καθιέρωσή της ως μοναδικής επίσημης θρησκείας του κράτους.

9. Ιστορικές και γεωγραφικές πληροφορίες για τόπους, ταξίδια (δρομολόγια), ναούς, μοναστήρια, αυτοκράτορες, ηγεμόνες και εν γένει πρόσωπα και πράγματα της πρώιμης βυζαντινής περιόδου, λιγότερο γνωστά από άλλες πηγές.

10. Αντιλήψεις, ιδέες, στάσεις για τα δύο φύλα (άνδρα-γυναίκα) σε σχέση με την αγιότητα.

11. Επαγγέλματα (επαγγελματικές κατηγορίες: στρατός, κατώτερα επαγγέλματα: σκηνοποιοί κ.τ.λ., ευγενείς, πλούσιοι γαιοκτήμονες με μεγάλη μόρφωση (θύραθεν παιδεία), δούλοι κ.τ.λ.

12. Αιρέσεις και καταπολέμησή τους (Οικουμενικές Σύνοδοι).

13. Προφορικότητα-προφορικός πολιτισμός και διαπλοκή τους με τα αγιολογικά κείμενα της πρώιμης βυζαντινής περιόδου. Πολλές προφορικές λαϊκές διηγήσεις  στα βασικά τους στοιχεία δομής και περιεχομένου, ιχνηλατούνται στα αγιολογικά κείμενα ως πλέγμα, ιστός και καμβάς του ξετυλίγματος της υπόθεσης-ιστορίας του βίου ενός αγίου. Αυτή η διάσταση προκύπτει απ’ τη μελέτη των αγιολογικών κειμένων της πρώιμης βυζαντινής περιόδου σε σχέση με την ελληνική αρχαιότητα και κυρίως σε σχέση με τους αρχαίους ελληνικούς μύθους. Αυτού του είδους η οπτική γωνία καθορίζει και το κύριο θέμα της μελέτης  ο κεντρικός άξονας γύρω απ’ τον οποίο επικεντρώνω την ανάλυσή μου είναι ακριβώς η προφορικότητα, λαϊκότητα των αγιολογικών κειμένων που, είτε γράφτηκαν είτε αναφέρονται στην  πρωτοχριστιανική και πρωτοβυζαντινή περίοδο (2ος-6ος αι. μ.Χ.), παρουσιάζουν κοινά σημεία αναφοράς με πανάρχαιους κι αρχαίους μύθους.

Άλλωστε, το μεγαλείο της κλασσικής ηθικής, κατά τον Έρασμο είναι, ήταν και θα εξακολουθεί να είναι τεράστιο: «Ασφαλώς κανείς δεν μπορεί να ονομάσει κοσμικό κάτι που τρέφει την ευσέβεια και οδηγεί στην τελειοποίηση της ψυχής. Γι’ αυτή τη βελτίωση η πρώτη θέση ανήκει δικαιωματικά στην Αγία Γραφή. Κι όμως πολλές φορές μου συμβαίνει να ανακαλύπτω λόγους αρχαίων συγγραφέων…των οποίων η καθαρότητα, η αγιότητα και, θα μπορούσα να πω, η θεία προέλευση, μου δημιουργούν τέτοια εντύπωση, ώστε δεν μπορώ να μην πιστέψω ότι το χέρι τους είχε σαν οδηγό το Θεό. Άλλωστε το πνεύμα του Χριστού βρίσκεται στα αρχαία κείμενα περισσότερο απ’ ό,τι μπορούμε να φανταστούμε». (Εράσμου-Συνομιλίες).

 

* Η Αμαλία Κ. Ηλιάδη είναι φιλόλογος-ιστορικός (κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Βυζαντινής Ιστορίας απ’ το Α.Π.Θ.), Δ/ντρια  3ου Γυμνασίου Τρικάλων. Email: ailiadi@sch.gr, http://blogs.sch.gr/ailiadi/,  http://www.matia.gr, (Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη) http://users.sch.gr/ailiadi

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.