Η κατάληξη της διακήρυξης της 3ης του Σεπτέμβρη

Θεωρία και πράξη:

Η διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη και η κατάληξή της

 

Του Δαμιανού Βασιλειάδη*


 

Ήδη πέρασαν 37 συναπτά χρόνια από την ιδρυτική διακήρυξη  της 3ης του Σεπτέμβρη. Η διακήρυξη αυτή, για όσους δεν γνωρίζουν, είναι το αποτέλεσμα επίπονων και μακροχρόνιων θεωρητικών διεργασιών του ΠΑΚ στα χρόνια από την ίδρυσή του ως τη μέρα δημοσιοποίησης της την 3η του Σεπτέμβρη.

Ξεκίνησε από το πρώτο κείμενο του Ανδρέα Παπανδρέου μετά την έξοδό του από την Ελλάδα το 1968 και, μετά από βασανιστική επεξεργασία σε σεμινάρια, συνέδρια και ειδικές συνεδριάσεις, ολοκληρώθηκε μετά την τελική του επεξεργασία στο Καστρί (στο ξενοδοχείο Καστρί και το σπίτι Καστρί του Ανδρέα Παπανδρέου), για να διακηρυχθεί πια ως πολιτικό κείμενο αρχών ενός πολιτικού φορέα.[1] Με την αυτοοργάνωση, ως επαναστατική οργανωτική αρχή, ξεκίνησε η πολιτική του πορεία. Κατοχύρωνε τέσσερις βασικές αρχές: Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία, Κοινωνικοποίηση και Δημοκρατικές Διαδικασίες, που στην πορεία του Κινήματος δυσφημίστηκαν σκόπιμα, διαστρεβλώθηκαν κακόβουλα, στη συνέχεια εγκαταλείφθηκαν από τον Ανδρέα Παπανδρέου και στο τέλος – με την οριστική και τελεσίδικη επικράτηση της αντιλαϊκής νεοφιλελεύθερης πολιτικής στο Κίνημα επί Κώστα Σημίτη και  τώρα Γιώργου Παπανδρέου – πετάχτηκαν στον κάλαθο των αχρήστων.

Όπως και να χαρακτηρίσει κανείς την 3η του Σεπτέμβρη και όσο και να θέλει να υποβιβάσει την αξία της, όπως προσπαθούν ανεπιτυχώς μερικοί, δεν μπορεί να απορρίψει με κανένα τρόπο τις αρχές που περιλαμβάνονται σ’ αυτήν, οι οποίες έχουν διαχρονική αξία και των οποίων η ισχύς παραμένει αναλλοίωτη. Τελικά αποτελούν ακόμη και σήμερα ζητούμενο. Αγωνιστήκαμε σε ανύποπτο χρόνο, με πάθος και αυταπάρνηση από τις γραμμές του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ για τις αρχές αυτές, στη διαμόρφωση των οποίων πήραμε ενεργό μέρος, έως την απαρχή της καθοδικής του πορείας, που ξεκινάει νομοτελειακά μετά το 1977. 

Το Κίνημα στην πορεία του αντί να αλλάξει την κοινωνία, άλλαξε το ίδιο. Τελικά μεταλλάχτηκε σ’ ένα νεοφιλελεύθερο, σκληρό,  αντιλαϊκό κόμμα, στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Το σημάδεψε η «αριστερή φρασεολογία και η δεξιά πολιτική του πρακτική», που ξεκίνησε από τον ίδιο τον ιδρυτή του. Η εξέλιξή του αυτή δεν είναι τυχαία. Έχει τις αιτίες της. Η αρνητική του πορεία – και αυτό πρέπει να γίνει συνείδηση – ξεκινάει ήδη από τη στιγμή που ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου εδραιώνει ένα συγκεντρωτικό, προσωποπαγές, αρχηγικό κόμμα, θέτοντας τα θεμέλια για την σταδιακή ακύρωση όλων των διακηρυγμένων αρχών. Εκεί εντοπίζεται η προδιαγεγραμμένη καθοδική του πορεία, όπου πια διαπιστώνεται η οριστική απόκλιση της διακηρυγμένης θεωρίας από την πολιτική του πρακτική.

Ήδη από το 1977 έγραφα στην παραίτησή μου: «Όσον αφορά το ΠΑΣΟΚ, τα πρώτα αχνάρια, τις πρώτες αμυδρές ενδείξεις ότι ακολουθούμε λαθεμένη τακτική, άρχισα να αποκτώ με το κυνήγι των παλαιοκομματικών και τη μέθοδο που ακολουθούσε το Κίνημα τότε. Οι ενδείξεις έγιναν πια βεβαιότητα πριν από το Προσυνέδριο στις 16 Μαρτίου 1975 και ύστερα ό,τι ακολούθησε μετά απ’ αυτό. Από κει και πέρα μου ήταν τελείως ξεκάθαρο ότι ακολουθούμε καθοδική πορεία… Και δεν υπάρχει καμιά, μα καμιά απολύτως ένδειξη ότι ο κατήφορος αυτός θα σταματήσει». [2]

Αυτά έγραψα τότε και έτσι όπως τα έγραψα έτσι και χειρότερα εξελίχτηκαν τα πράγματα. Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε πια δια γυμνού οφθαλμού. Τώρα ακόμη και οι πιο άπιστοι Θωμάδες με καλή προαίρεση, διαπιστώνουν εκ των υστέρων με μεγάλη απογοήτευση, ότι το πάλαι ποτέ πατριωτικό, σοσιαλιστικό Κίνημα δεν έχει πια σωτηρία. Ας το πάρουν απόφαση εκείνοι που ακόμη προσδοκούν την ανάσταση των νεκρών. Δεν υπάρχει δυνατότητα ούτε για ανασυγκρότηση, ούτε για ανάκαμψη, ούτε για αναγέννηση, ούτε για επανίδρυση. Όλες οι προσπάθειες είναι καταδικασμένες σε αποτυχία. Και το λέει και το γράφει ένας άνθρωπος, που βίωσε σ’ όλες του τις φάσεις και σ’ όλα τα επίπεδα τον πολιτικό αυτό φορέα από μέσα και συνετέλεσε τα μέγιστα στη δημιουργία του.

Πώς είναι ένα αμπέλι που έχει πάθει φυλλοξήρα; Έτσι είναι και το ΠΑΣΟΚ. Δεν υπάρχει ελπίδα επιστροφής στις ρίζες. Φέρει μέσα του την νόσο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής από την οποία δεν υπάρχει γιατρειά και σωτηρία. Και πάλι γράφαμε: «Το ΠΑΣΟΚ σταδιακά και σταθερά μετατράπηκε σ’ ένα συνονθύλευμα αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων, χωρίς αρχές, χωρίς ιδεολογικές βάσεις, χωρίς στοιχειώδη δημοκρατία, μ’ έναν λαϊκισμό που δημιουργούσε προσδοκίες, χωρίς πραγματικό αντίκρισμα».[3]

Ένας πολιτικός φορέας που χάνει το όραμά του, την ιδεολογία του, τους στρατηγικούς του στόχους, μετατρέπεται σε μηχανισμό, που σημαίνει ότι ο μόνος εναπομείνας στόχος είναι η κατάκτηση και η νομή της εξουσίας ως αυτοσκοπός. Που κι αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι πάλι ο προδομένος ελληνικός λαός θα σηκώσει το σταυρό του μαρτυρίου, πληρώνοντας τα ανομήματα μια ανάξιας και αφερέγγυας ηγεσίας και ενός ΠΑΣΟΚ που δεν είναι πια ΠΑΣΟΚ, αλλά νεοφιλελεύθερο, νεοταξικό ΑΝΤΙ – ΠΑΣΟΚ.

Αν σήμερα λοιπόν αναζητούμε κάποιον πολιτικό φορέα που να εκφράζει και να παλεύει με συνέπεια για τις αρχές και αξίες της 3ης του Σεπτέμβρη, αυτές σίγουρα δεν βρίσκονται πια στο ΠΑΣΟΚ. Οι αυταπάτες για όσους πίστεψαν στο όραμα έχουν ημερομηνία λήξης και  τα άλλοθι για τους καιροσκόπους τελείωσαν!  Φτάνει πια η απάτη και ο εμπαιγμός! Ήδη από τις αρχές της μεταπολίτευσης κατέγραψα, με βάση τις πολιτικές εξελίξεις, την παρακμιακή πορεία της χώρας μας, αναλύοντας τα τεκταινόμενα στο ΠΑΣΟΚ εκείνης της εποχής.  Επειδή η μεταπολιτευτική πορεία καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από το ΠΑΣΟΚ, έχει σημασία να αναλύσουμε αυτή την πορεία και να επισημάνουμε σε ποιο βαθμό και σε τι μέγεθος προσδιόρισε τις μετέπειτα εξελίξεις στην Ελλάδα, για να φθάσουμε σ’ αυτή την παντελή και σε όλα τα επίπεδα κρίση. Γιατί η κρίση δεν είναι πρωταρχικά οικονομική, αλλά κυρίως κοινωνική, πολιτική και προ πάντων πολιτισμική. Και όταν λέμε κρίση πολιτιστική εννοούμε την παντελή εξαχρείωση και κατάπτωση των πνευματικών και ηθικών αξιών αυτού του τόπου, για χάρη της καταναλωτικής αποκτήνωσης και αποχαύνωσης με δανεικά.

Κανένας τομέας της δημόσιας ζωής δεν έμεινε αλώβητος. Παιδεία, δημόσια διοίκηση, δικαιοσύνη, εκκλησία, στρατός κ.λπ εκφυλίστηκαν τελείως και απαξιώθηκαν από την κοινωνία. Η διαπλοκή, η διαφθορά, ενώ πριν ήταν «προνόμιο» των ελίτ της οικονομίας και της πολιτικής, τώρα διαπέρασε ως επάρατος νόσος ολόκληρο το κοινωνικό σώμα. Ενώ παλιά υπήρχαν κάποιοι θύλακες αντίστασης σ’ αυτή την παρακμιακή πορεία, όπως δικαιοσύνη, εκκλησία, στρατός, αριστερά, τελικά τίποτε δεν έμεινε όρθιο, που πάνω του μπορεί να στηριχτεί, ως σανίδα σωτηρίας.

Η σημερινή κακοδαιμονία, την οποία συνοπτικά περιγράφουμε στα ανωτέρω, οφείλεται κατά βάση σ’ αυτή την πολιτική που διαμόρφωσε και εφάρμοσε το ΠΑΣΟΚ, μετά την μεταπολίτευση, με πρωτεργάτη φυσικά τον Ανδρέα Παπανδρέου. Στο ΠΑΣΟΚ απίθωσε ο ελληνικός λαός τις ελπίδες του για μια άλλη πορεία, που εκφράστηκε με το περίφημο σύνθημα «αλλαγή». Στο ΠΑΣΟΚ εναπόθεσε όλες του τις προσδοκίες για την ακύρωση και ανατροπή όλης της αντιδραστικής μετεμφυλιακής πολιτικής της δεξιάς. Είναι απύθμενο ψέμα ότι το ΠΑΣΟΚ δημιούργησε την εθνική συμφιλίωση. Εθνική συμφιλίωση δεν εδραιώνεται πάνω στο ατομικό συμφέρον.

Γιατί οι εξελίξεις διέψευσαν τις ελπίδες και τις προσδοκίες απ’ αυτό το Κίνημα, είναι ένα ερώτημα που απαιτεί την απάντησή του. Το πρώτο και σημαντικό πρόβλημα δημιουργήθηκε από την εφαρμογή κατ’ ουσίαν των ίδιων αξιών και προτύπων του κράτους της δεξιάς. Αυτή τη φορά με προοδευτικό πρόσημο. Ποιο ήταν αυτό; Απλούστατα ο Ανδρέας Παπανδρέου – και από κει πρέπει να ξεκινήσει κανείς – δημιούργησε σε αντιστοιχία προς το παλιό κράτος της δεξιάς, το κομματικό κράτος τους ΠΑΣΟΚ, άλωσε το κράτος και το μετέβαλε σε κτήμα του κόμματος, σε προσοδοφόρα φλέβα του κομματικού μηχανισμού του κόμματος της «αλλαγής». Γι' αυτό πολλοί δικαιολογημένα μιλούν για το τελευταίο κράτος του υπαρκτού σοσιαλισμού.

Με βάση την αναξιοκρατία, την αυταρχική δομή, την αλαζονεία και την απαξίωση κάθε ηθικής αρχής, επέπεσε ο κομματικός μηχανισμός πάνω στο δημόσιο και το καταλήστεψε. Ότι δηλαδή αντιστοίχως είχε κάνει και η «επάρατη» δεξιά. Οι ίδιες μέθοδοι, οι ίδιες τακτικές. Αποκλειστικός στόχος να παραμένει ο Ανδρέας στην εξουσία με την εξαγορά ψήφων, που αποτελούσε διακαή πόθο και αυτοσκοπό. Το παρακράτος του ΠΑΣΟΚ εναλλάσσονταν στην εξουσία με το παρακράτος της Νέας Δημοκρατίας. Μπροστά στο ΠΑΣΟΚ φαντάζει τώρα η Νέα Δημοκρατία αριστερό κόμμα. Εκεί καταλήξαμε.

Επειδή μια τέτοια δεξιά πολιτική δεν ήταν δυνατό να εφαρμοστεί με στελέχη που δεν ήταν διατεθειμένα να προδώσουν τις διακηρυγμένες αρχές για μια άλλη πορεία εξυγίανσης της δημόσιας ζωής, έπρεπε να διαγραφούν η να περιθωριοποιηθούν και διαδοχικά να αντικατασταθούν με πειθήνια όργανα, πραιτοριανούς, που θα ακολουθούσαν πιστά τις εντολές του, με αντάλλαγμα προσωπικά οφέλη. Έτσι κατακλύστηκε το ΠΑΣΟΚ από δεκάδες χιλιάδες επιτήδειους καιροσκόπους από δεξιά και αριστερά, που το μόνο «ιδανικό» που τους διαπότιζε ως συνεκτικός κρίκος ήταν κυρίως η ιδιοτέλεια ή και μερικώς η αυταπάτη ότι επρόκειτο πράγματι για ένα κόμμα της αλλαγής. Βέβαια υπήρχαν στις γραμμές του και υπάρχουν ακόμη αφελείς,  που θέλουν να πιστεύουν σ’ αυτό, για συναισθηματικούς και άλλους λόγους ή που αρνούνται να αποδεχτούν ότι το ΠΑΣΟΚ έχει μεταλλαχθεί σ’ ένα αντιλαϊκό, νεοφιλελεύθερο κόμμα ή το χειρότερο απ’ όλα πιστεύουν ακόμη ότι μπορεί κάτι να αλλάξει.

Ολόκληρος πακτωλός χρημάτων από τη φορολογία και τα κοινοτικά προγράμματα (τα περίφημα πακέτα Ντελόρ) διοχετεύθηκαν στην εξυπηρέτηση ημετέρων και τη διασπάθιση σε καταναλωτικά αγαθά, δημιουργώντας έναν επίπλαστο παράδεισο. Το γνωστό και συνάμα γελοίο και υποκριτικό των τρωκτικών: «Επί Ανδρέα Παπανδρέου φάγαμε ψωμί!». Και δεν έφθανε μόνο αυτό, αλλά το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, κατασπατάλησε και τα χρήματα που προσπορίστηκε από δανεισμό για να φτιάξει αυτή την επίπλαστη κοινωνία της αφθονίας και να εξαπατά με τον τρόπο αυτό τον Έλληνα ψηφοφόρο, τον οποίο εξαγόραζε, υποθηκεύοντας το μέλλον των παιδιών του και των επερχόμενων γενεών. Εξάντλησε όλη τη δυναμική του Κινήματος, χωρίς κανένα αναπτυξιακό σχέδιο και καμία στρατηγική, ενώ είχε τα πάντα στη διάθεσή του.

Τον μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να εκλέγεται πρωθυπουργός. Καμία επένδυση σε παραγωγή, σε διαθρωτικές αλλαγές, σε παραγωγική εργασία. Τα πάντα στην κατανάλωση. Οι επενδύσεις στην πραγματική οικονομία ήταν πολύ περιορισμένες. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ανέλαβε το κράτος του ΠΑΣΟΚ τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, δήθεν για να τις εξυγιάνει και τις μεταπούλησε μετά φτηνά στους ιδιώτες επιχειρηματίες, αν δεν είχαν χρεοκοπήσει τελικά και δεν υπήρχε δυνατότητα σωτηρίας. Και πέρα απ’ όλα αυτά, που ήταν και το χειρότερο, δημιούργησε μια παρασιτική καταναλωτική νοοτροπία, βασισμένη πια στη διαπλοκή, τη διαφθορά και την πλήρη αναξιοκρατία. Και όλα αυτά στο όνομα του λαού και της «προοδευτικής παράταξης», με πρόσημο το σοσιαλισμό!

Το παράδειγμα αυτό ακολούθησε και η κυβέρνηση Μητσοτάκη, από την οποία βέβαια δεν είχαμε αξιώσεις να συμπεριφερθεί διαφορετικά. Η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη, προχώρησε σε ένα ακόμη αποφασιστικό βήμα: Τα έδωσε όλα στους διαπλεκόμενους, απλώς για να τον στηρίξουν στην εκλογή του ως πρωθυπουργό, αξίωμα που ονειρεύονταν ακόμη από την εποχή του Ομίλου Παπαναστασίου το 1962. Γεγονός είναι ότι τον ίδιο τον Κώστα Σημίτη και όλους τους χθεσινούς πρωτοκλασάτους ανέδειξε ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Πολλοί από άγνοια, αλλά και από σκοπιμότητα το αποκρύβουν. Όλοι αυτοί θα πρέπει να γνωρίζουν ότι όλη αυτή τη γενιά και ηγετική ομάδα των επίδοξων καιροσκόπων σοσιαλΗστών ανέδειξε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Τα υπόλοιπα ανέλαβαν στη συνέχεια οι διαπλεκόμενοι. (οι γνωστοί πια και μη εξαιρετέοι νταβαντζήδες εντός και εκτός Ελλάδας).

Εκτός απ’ όλα τα άλλα που έπραξαν οι προηγούμενοι ο Κ. Σημίτης έβαλε εμπρός συστηματικά (είχε αρχίσει νωρίτερα) την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας (τα ασημικά του δημοσίου, όπως λέγεται). Το χειρότερο όμως απ’ όλα είναι ότι επί εποχής της «ισχυρής Ελλάδας» του Σημίτη (αμέτοχος δεν είναι και ο Γιώργος Παπανδρέου καθόλου, ως άμεσος συνεργάτης του σε κρίσιμα Υπουργεία τότε), διορίστηκαν κατά χιλιάδες στις κρατικές υπηρεσίες, στα Πανεπιστήμια και στις καίριες θέσεις των ιδρυμάτων της πολιτείας, κυρίως δηλαδή στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους, οι λεγόμενοι εκσυγχρονιστές. Όλοι αυτοί οι αναθεωρητές της ελληνικής ιστορίας, από την Αριστερά και τη δεξιά και απ’ όλο το πολιτικό φάσμα, που κύριο μέλημα και κύριος στόχος τους ήταν και είναι (γι’ αυτό εξάλλου πληρώνονται οι περισσότεροι με παχυλές αμοιβές από τα χρήματα του φορολογούμενου Έλληνα (ανίδεου) πολίτη, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΜΚΟ), να αποδομήσουν το έθνος–κράτος, προς χάριν της παγκοσμιοποίησης και της Νέας Τάξης.

Και φτάνουμε στο τελικό στάδιο της «σοσιαλιστικής» πολιτικής, μετά το διάλειμμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, που συνέχισε πιστά την πορεία αυτή σε όλα τα μέτωπα, εκτός από συγκεκριμένα θετικά βήματα στην εξωτερική πολιτική, να έχουμε πια οφθαλμοφανή τα σημάδια της εθνομηδενιστικής πολιτικής του Γιώργου Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ με συνειδητά και μεθοδευμένα στρατηγικό σχέδιο για τη διάλυση του έθνους – κράτους και τη δημιουργία μιας πολυεθνικής και συνάμα πολυπολιτισμικής και συνάμα πολυφυλετικής και πολυεθνικής κοινωνίας, τύπου ΗΠΑ. (και μάλλον χειρότερα, γιατί εκεί τουλάχιστον σέβονται ή αναγκάζονται να σεβαστούν τη σημαία τους). Στόχος που επιδιώκει η νεοφιλελεύθερη και ανάλγητη παγκοσμιοποίηση του Γιώργου Παπανδρέου. Έτσι φτάσαμε, με τη συνειδητή πολίτική του στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στην σκόπιμη επιτήρηση της Τρόικας.

Η τελική μου ετυμηγορία εν κατακλείδι: Ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου άνοιξε τον τάφο της Ελλάδας. Ο Κώστας Σημίτης έβαλε το φέρετρο μέσα και ο Γιώργος Α. Παπανδρέου προσπαθεί, αν δεν τον εμποδίσουμε, να βάλει την ταφόπλακα. Αυτή είναι η αλήθεια!

* Ο Δαμιανός Βασιλειάδης είναι εκπαιδευτικός, ηγετικό και ιδρυτικό στελέχος του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ, Γενικός Γραμματέας του ΠΑΚ Δυτικής Γερμανίας –Δυτικού Βερολίνου, μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΚ, υπεύθυνος του Κέντρου Μελετών και Διαφώτισης (ΚΕΜΕΔΙΑ) επί ΠΑΚ και ΠΑΣΟΚ, επιφορτισμένος για τη συγγραφή της 3ης του Σεπτέμβρη.

                                                                                                              Αθήνα, 1.9.2011

Παραπομπές

[1] Πολλοί καλοθελητές υποστηρίζουν παραπλανητικά ότι το κείμενο της 3ης του Σεπτέμβρη το έγραψαν ο Κώστας Σημίτης και ο Κώστας Λαλιώτης και ορισμένοι άλλοι. Τίποτε απ’ αυτά δεν είναι αληθές. Το απόλυτα αληθές είναι ότι είναι ένα συλλογικό κείμενο, διαχρονικά διαμορφωμένο, όπως αναφέρω πιο πάνω. Φυσικά και η προσφορά του καθενός δεν είναι η ίδια.

[2] βλ. ΠΑΚ – ΠΑΣΟΚ, μύθος και πραγματικότητα, εκδ. «Βέγας», Αθήνα, Μάης 1977, σ. 12 – 13.

[3] Βλ. Δαμιανός Βασιλειάδης, Ο μύθος του Ανδρέα. ή οι θεωρητικές βάσεις της Ένωσης Κέντρου,  του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ και η πρακτική τους κατάληξη, εκδ. «εναλλακτικές εκδόσεις», Αθήνα 2007. Για όσους έχουν την αγαθή πρόθεση και τη θέληση να μάθουν την πραγματική αλήθεια, το βιβλίο αυτό τους δίνει τις πρώτες βοήθειες. Πολλές συμπληρωματικές αναλύσεις είναι αναρτημένες στο ιστολόγιό μου: www.damonpontos.gr. Ανάμεσα σ' αυτές δύο είναι οι πιο σημαντικές, που φέρουν τον τίτλο: Ο Ανδρέας Παπανδρέου, "Ο αρχιτέκτονας της διαφθοράς και ολετήρας της Ελλάδας". και  "Ο Ανδρέας Παπανδρέου, Νούμερο δύο και έπεται συνέχεια".

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.