ΧΡΥΣΟΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ:
Η επιστροφή στον κανόνα του χρυσού φαίνεται να είναι μία από τις λύσεις για την καταπολέμηση των μανιοκαταθλιπτικών αγορών, της υπερχρέωσης, των κρίσεων, του υπερπληθωρισμού και της δικτατορίας των τραπεζών – κυρίως όμως, για τη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης
Ανάλυση και ιστορική αναδρομή – Μέρος ΙΙΙ
Του Βασίλη Βιλιάρδου*
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΧΡΥΣΟΥ
Ο σκοπός των εθνικών αποθεμάτων χρυσού, αυτών δηλαδή που διατηρεί μία χώρα στα δικά της ή ξένα θησαυροφυλάκια, ήταν στο παρελθόν το αντίκρισμα απέναντι στα χαρτονομίσματα και στα κέρματα που έθετε σε κυκλοφορία (κανόνας του χρυσού). Σήμερα όμως, τα εθνικά αποθέματα χρυσού χρησιμοποιούνται αφενός μεν σαν ρεζέρβα για εποχές κρίσης, αφετέρου για την εξισορρόπηση του ρίσκου των διακυμάνσεων του δολαρίου.
Ακριβώς για το δεύτερο αυτό λόγο, η τιμή του χρυσού αυξάνεται αυτόματα, όταν μειώνεται η αξία του δολαρίου και το αντίθετο. Εκτός των παραπάνω λόγων, τα αποθέματα του χρυσού προσδίδουν σε μία χώρα μεγάλη ανεξαρτησία, αφού ο χρυσός μπορεί να χρησιμοποιηθεί ανά πάσα στιγμή σαν ανταλλακτικό μέσον – ενώ δεν «χρεοκοπεί» (πλήρης απαξίωση) ποτέ.
Τα τελευταία χρόνια, ο μεγαλύτερος αριθμός των κεντρικών τραπεζών παγκοσμίως μείωσε ριζικά τα αποθέματα του χρυσού που διατηρούσε, με στόχο των περιορισμό των δημοσίων χρεών. Κατά μέσον όρο λοιπόν, το μερίδιο του χρυσού στα συναλλαγματικά αποθέματα των κρατών μειώθηκε από 60% το 1980, στο 10% το 2006. Οι χώρες με τα μεγαλύτερα αποθέματα χρυσού, έχουν αποφασίσει να μην διαθέτουν στην αγορά το κίτρινο μέταλλο, χωρίς προηγουμένως να έχουν συμφωνήσει μεταξύ τους – έτσι ώστε να αποφεύγονται οι μεγάλες διακυμάνσεις στην τιμή του.
Στις 26. Σεπτεμβρίου του 1999, οι 15 ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες (μεταξύ των οποίων και η ΕΚΤ), ψήφισαν στην Ουάσιγκτον την ονομαζόμενη «Central Bank Gold Agreement» (CBGA 1), η οποία ρύθμιζε τον όγκο των πωλήσεων χρυσού για τα έτη 1999-2004. Με βάση τη συγκεκριμένη συμφωνία, οι 15 κεντρικές τράπεζες επιτρεπόταν να πουλούν ανά έτος χρήσης (άρχιζε στις 27.09 κάθε χρόνο), έως 400 τόνους χρυσού. Στα πλαίσια της επόμενης συμφωνίας (CBGA 2), η οποία αφορούσε την επίσης πενταετή περίοδο 2004-2009, οι ποσότητες αυξήθηκαν στους 500 τόνους ετήσια – ενώ αργότερα (CBGA 3, 2009-2014), συμφωνήθηκαν ξανά 400 τόνοι.
Περαιτέρω οι πλεονασματικές χώρες (ειδικά η Γερμανία φυσικά), αύξησαν τα αποθέματα τους σε χρυσό, μέσω της «μεταφοράς» (αγοράς) των αποθεμάτων χρυσού άλλων κρατών – τα οποία έτσι πλήρωναν για τις «ελλειμματικές» εισαγωγές τους. Στο παράδειγμα της Γερμανίας, επειδή η κεντρική τράπεζα της δεν ήθελε να δημιουργήσει νέους αποθηκευτικούς χώρους (θησαυροφυλάκια) ή/και να χρεωθεί με το μεταφορικό κόστος, ο χρυσός τοποθετήθηκε στις εγκαταστάσεις της Fed Νέας Υόρκης (εκεί φυλάσσονται, εκτός από το Fort Knox, 550.000 ράβδοι χρυσού, ιδιοκτησίας περίπου 60 κρατών – μία ράβδος ισοδυναμεί με 12,5 κιλά), στην Τράπεζα της Αγγλίας στο Λονδίνο και στην Τράπεζα της Γαλλίας στο Παρίσι.
Κατά την άποψη μας, πρόκειται για ένα αρκετά «αξιοσημείωτο» γεγονός με πολλές δυνητικές «μεταφράσεις», αφού οι τρεις τράπεζες ανήκουν στις πρώην δυνάμεις κατοχής της Γερμανίας – πόσο μάλλον αφού η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας, η κρατική Bundesbank, αρνείται συστηματικά να δώσει συγκεκριμένες πληροφορίες, για τα πραγματικά αποθέματα της.
Ειδικά όσον αφορά την αποθήκευση του χρυσού τόσων πολλών χωρών στις Η.Π.Α., αξίζει να σημειώσουμε ότι, πολλοί θεωρούν πως «βάλλαμε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα». Εκτός αυτού, το συγκεκριμένο γεγονός δημιουργεί αρκετούς προβληματισμούς, αφενός μεν όσον αφορά το μέγεθος της επιρροής της υπερδύναμης παγκοσμίως, μόνο και μόνο λόγω της αποθήκευσης του χρυσού, αφετέρου την «πλανητική» καταστροφή που θα μπορούσε να προκαλέσει μία ενδεχόμενη οικονομική κατάρρευση των Η.Π.Α. – μέσα από εσωτερικές κοινωνικές αναταραχές, εμφυλίους πολέμους, φυλετικές διαμάχες, εθνικιστικές εξάρσεις ή οτιδήποτε άλλο.
Συνεχίζοντας, τα αποθέματα χρυσού που διατηρούνται στις τράπεζες παγκοσμίως υπολογίζονται στους 30.000 τόνους – ενώ η μεγαλύτερη ποσότητα χρυσού που εξορύχθηκε εντός ενός έτους ήταν 165.000 τόνοι (2009). Τα περισσότερα αποθέματα χρυσού ανήκουν σε ιδιώτες – όπου μόνο στην Ινδία, για παράδειγμα, υπολογίζονται περίπου στους 20.000 τόνους.
Ολοκληρώνοντας, το 70% του χρυσού παγκοσμίως επεξεργάζεται από τους κοσμηματοπώλες, το 11% από τη βιομηχανία (ειδικά την ηλεκτρονική) και την ιατρική (θεραπεία δοντιών), ενώ μόλις το 13% από τις τράπεζες και τους ιδιώτες επενδυτές – για μονεταριστικούς λόγους, στη μορφή νομισμάτων και ράβδων.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Με κριτήριο την παραπάνω ιστορική αναδρομή και ανάλυση των ιδιαιτεροτήτων του κίτρινου μετάλλου, σε σχέση με τα κυκλοφορούντα νομίσματα (χάρτινα, μεταλλικά και ειδικά τα «ψεύτικα» λογιστικά, τα οποία πλησιάζουν στο 90% των συνολικών), δεν μπορεί παρά να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα ότι, η επιστροφή στον κανόνα του χρυσού θα μπορούσε να είναι ίσως η μοναδική λύση για την καταπολέμηση των μανιοκαταθλιπτικών αγορών, της υπερχρέωσης, των κρίσεων, του υπερπληθωρισμού και της δικτατορίας των τραπεζών – κυρίως όμως, για τη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης.
Με την επιστροφή στον κανόνα του χρυσού είναι δυνατόν να αποφευχθούν οι συναλλαγματικοί και λοιποί πόλεμοι, στους οποίους μάλλον θα οδηγηθούμε πολύ πιο σύντομα από όσο φανταζόμαστε – αφού υποθέτουμε ότι χώρες, όπως η Κίνα για παράδειγμα, δεν θα υπομένουν για πολύ ακόμη την κλοπή των αποταμιεύσεων τους από τις Η.Π.Α. ή από οποιοδήποτε άλλο κράτος. Φυσικά η ισοτιμία δεν μπορεί να είναι η ίδια με αυτήν του Bretton Woods, αφού έκτοτε έχουν αυξηθεί κατά πολύ τόσο τα περιουσιακά στοιχεία, όσο οι ανάγκες σε χρήματα, αλλά και το ΑΕΠ πολλών κρατών.
Ειδικά όσον αφορά την Ευρωζώνη, η οποία κατά την υποκειμενική μας άποψη δεν πρόκειται να διατηρηθεί για πολλά χρόνια ακόμη (εκτός εάν ενωθεί άμεσα πολιτικά και δημοσιονομικά – κάτι που φυσικά ευχόμαστε, αλλά δεν το πιστεύουμε, όσο κυριαρχεί ο εχθρός της Ευρώπης), τυχόν επιστροφή της στα εθνικά νομίσματα, παράλληλα με την εισαγωγή του κανόνα του χρυσού για όλα, θα μπορούσε να διευκολύνει κάπως τη μετάβαση – η οποία είναι μάλλον ανέφικτη, χωρίς μία τέτοια σύνδεση και «ασφαλιστική δικλείδα».
Σε κάθε περίπτωση, ο χρόνος επείγει για τη Δύση, η οποία δεν θα αποφεύγει για πολύ ακόμη την καταστροφή (χρεοκοπίες επί μέρους κρατών, υπερπληθωρισμούς, αθετήσεις πληρωμών, πολέμους κλπ.) αφού, όπως φαίνεται από τον Πίνακα V («δυτικό χρέος» 27.999 δις €), οκτώ μόλις δυτικές χώρες είναι υπεύθυνες για το 75% σχεδόν των παγκοσμίων χρεών (υπολογίζονται στο 80% του συνολικού ΑΕΠ).
ΠΙΝΑΚΑΣ V: Πρωταθλητές δημοσίων χρεών σε δις €, για το έτος 2010 – συγκριτικά με το παγκόσμιο ΑΕΠ, συνολικού ύψους 47.081 δις €
Χώρα |
Δημόσιο Χρέος |
Ποσοστό στο παγκόσμιο ΑΕΠ |
|
|
|
Η.Π.Α. |
10.040 |
21,32% |
Ιαπωνία |
9.840 |
20,90% |
Γερμανία |
2.080 |
4,42% |
Ιταλία |
1.843 |
3,91% |
Βραζιλία |
1.822 |
3,87% |
Γαλλία |
1.591 |
3,38% |
Μ. Βρετανία |
1.351 |
2,87% |
Ινδία |
900 |
1,91% |
Κίνα |
799 |
1,70% |
Ισπανία |
639 |
1,36% |
Καναδάς |
615 |
1,30% |
|
|
|
Σύνολα |
31.520 |
66,37% |
Πηγή: Κομισιόν, ΔΝΤ, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σημείωση: Η θέση αρκετών δυτικών χωρών, όπως οι Η.Π.Α., η Γερμανία και η Μ. Βρετανία, είναι πολύ χειρότερη από τις υπόλοιπες, αφού αφενός μεν έχουν μεγάλο ιδιωτικό χρέος, αφετέρου μηδαμινή δημόσια περιουσία, έχοντας ιδιωτικοποιήσει τα πάντα.
Ολοκληρώνοντας, αντί ο περιπλανώμενος Ευρωθίασος να μας οδηγεί συνεχώς σε αδιέξοδους δρόμους, χωρίς προοπτική και τέρμα (άρθρο μας), επιτρέποντας στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο να κερδοσκοπεί εις βάρος όλων των Πολιτών της δύσης (οι οποίοι οδηγήθηκαν κυριολεκτικά στο ικρίωμα από μία σειρά ανεπαρκών κυβερνήσεων), θα ήταν καλύτερα να αναζητήσει, από κοινού με τις υπόλοιπες παγκόσμιες δυνάμεις, ένα καινούργιο χρηματοπιστωτικό σύστημα – ικανό και κατάλληλο να ανταπεξέλθει ειρηνικά με τις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί παγκοσμίως.
Εάν η επαναφορά του κανόνα του χρυσού θα συντελούσε πράγματι σε κάτι τέτοιο (δυστυχώς δεν θα είχε μόνο πλεονεκτήματα, αλλά και αρκετά μειονεκτήματα – ειδικά εάν ήταν «μονομερής», όπως στο παρελθόν), πριν ακόμη οι Πολίτες αναλάβουν μόνοι τους τα ηνία, επιλέγοντας οι ίδιοι το συγκεκριμένο ανταλλακτικό μέσον και χωρίς να ρωτήσουν κανέναν (επαναφέροντας παράλληλα τόσο τις αχόρταγες τράπεζες, όσο και τα «άπατρη» κερδοσκοπικά κεφάλαια, στην αρχική τους κατάσταση), δεν είμαστε προφανώς σε θέση να το γνωρίζουμε με σαφήνεια.
Αυτό όμως που πιστεύουμε απόλυτα, είναι η ανάγκη αλλαγής του υφιστάμενου χρηματοπιστωτικού συστήματος – η οποία πρέπει να είναι μεθοδική μεν αλλά ταυτόχρονα γρήγορη, ριζική και με γνώμονα το συμφέρον της συντριπτικής πλειοψηφίας των Πολιτών, το οποίο δυστυχώς δεν είναι ταυτόσημο με αυτό των κυβερνήσεων, της παγκόσμιας οικονομικής ελίτ και των τραπεζών.
Κλείνοντας, οφείλουμε να επισημάνουμε την πιθανότητα μίας ραγδαίας, τεχνητής (χειραγωγημένης) υποχώρησης της τιμής του χρυσού, επειδή πιθανολογούμε πως οι κυβερνήσεις και οι τράπεζες δεν θα θελήσουν να χάσουν το υπέρτατο προνόμιο της παραγωγής χρημάτων από το πουθενά – την «κότα με τα χρυσά αυγά» καλύτερα, η οποία τους διευκολύνει σημαντικά στη «ληστεία» κρατών και Πολιτών.
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 21. Αυγούστου 2011, viliardos@kbanalysis.com
* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Είναι σύμβουλος επιχειρήσεων με πολλά συγγράμματα και μελέτες, ενώ έχει εκδώσει πρόσφατα το δεύτερο βιβλίο της σειράς «Η κρίση των κρίσεων»