Εθνική ταυτότητα και σύγχρονη εκπαίδευση

Εθνική ταυτότητα και σύγχρονη εκπαίδευση

 

Του Τάσου Χατζηαναστασίου*

 

Το ερώτημα που τίθεται και στο οποίο θα επιχειρήσω να απαντήσω είναι το εξής: έχει θέση στη σύγχρονη εκπαίδευση η καλλιέργεια εθνικής συνείδησης; Όσοι απαντούν αρνητικά στο ερώτημα, επικαλούνται συνήθως τα εξής επιχειρήματα:

1) ότι το έθνος αποτελεί ιδεολογική κατασκευή και η αντίστοιχη ιδεολογία, η εθνική ταυτότητα, «ψευδή» συνείδηση, που εξυπηρετεί τα συμφέροντα σκοτεινών αντιδραστικών κύκλων που με τη σειρά τους επιδιώκουν τη χειραγώγηση του λαού και ειδικότερα της νέας γενιάς. Βασικά ασκούν επίδραση η (δυτικο)ευρωπαιοκεντρική αντίληψη πως το κράτος δημιούργησε το έθνος με βάση το γαλλικό κυρίως πρότυπο καθώς και μια ορισμένη μαρξιστική σχολή με βάση την οποία τα σύνορα, οι πατρίδες, και τα έθνη αποτελούν παθολογία της Ιστορίας που θα  σαρωθούν από την παγκόσμια επανάσταση, το τέλος της Ιστορίας

2) ότι οι σύγχρονες κοινωνίες είναι «πολυπολιτισμικές» και άρα η καλλιέργεια μιας και μόνης εθνικής κουλτούρας στο σχολείο αντιβαίνει στη δημοκρατική αρχή του σεβασμού της διαφορετικότητας και του πλουραλισμού

3) ότι η εθνική ταυτότητα προϋποθέτει την ετερότητα, δηλαδή την οριοθέτηση ενός συλλογικού εμείς απέναντι στους «άλλους», συνήθως τους γείτονες ενός έθνους, γεγονός που ευνοεί τα αισθήματα αντιπαλότητας και μίσους απέναντι σε άλλους λαούς

4) μια υπερβολική δόση πατριωτισμού ενδεχομένως να τον εκτρέψει σε επιθετικό εθνικισμό κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες και τους μηχανισμούς χειραγώγησης

Το ιστορικό προηγούμενο του Ναζισμού, αλλά και η «ελληνοχριστιανική» καρικατούρα της Χούντας, θεωρείται ότι τεκμηριώνουν επαρκώς την απόρριψη συνολικά της εθνικής ιδεολογίας και ειδικότερα της καλλιέργειας εθνικής συνείδησης στη σχολική εκπαίδευση. Εξ ου και η πολεμική εναντίον του εορτασμού των εθνικών επετείων, των παρελάσεων, της εικόνας του Χριστού στη σχολική αίθουσα κτλ Όλα αυτά χαρακτηρίζονται συλλήβδην αντιδραστικά ή/και φασιστικά και πρέπει να καταργηθούν.

 

Ας υποβάλλουμε λοιπόν σε έλεγχο λογικής εγκυρότητας τα παραπάνω επιχειρήματα.

 

1) Η θεωρία της «κατασκευής», αντί να λύνει τα προβλήματα, προκαλεί μεγαλύτερη σύγχυση: στο κάτω κάτω νοητική κατασκευή αποτελεί και η ίδια η θεωρία περί «κατασκευής»! Κάτι του οποίου έχουμε υλική, ιστορική εμπειρία, μέσα από τα σύγχρονα προϊόντα καθώς και τα κατάλοιπα του πολιτισμού του (λέμε πχ, η ιταλική κουλτούρα, η νεοελληνική παράδοση, η αραβική γλώσσα, οι Ινδιάνοι) δεν μπορεί να αποτελεί νοητική κατασκευή! Το έθνος είναι ένα συλλογικό υποκείμενο που δρα, μιλάει μια γλώσσα, παράγει έναν συγκεκριμένο πολιτισμό που είναι επομένως ταυτόχρονα και «φαντασιακό», ως ιδεολογία, και πραγματικό, ως ιστορικό υποκείμενο. Η εμφάνισή του φυσικά και έχει ιστορικά αίτια, δεν είναι επομένως κάτι το… μεταφυσικό, αλλά δεν εξαρτάται υποχρεωτικά από την ύπαρξη κράτους. Ας αφήσουμε τους Έλληνες η ιστορική συνέχεια των οποίων αμφισβητείται από αυτή τη σχολή σκέψης κι ας δούμε τα παραδείγματα άλλων λαών: οι Εβραίοι πριν αποκτήσουν κράτος, το 1948, δεν αποτελούσαν έθνος; Οι Κινέζοι, πάλι, είναι ή δεν είναι αρχαίο έθνος; Οι Κούρδοι που δεν απέκτησαν ποτέ κράτος, δεν είναι έθνος; Οι Παλαιστίνιοι, τέλος, με ποια διαδικασία απέκτησαν εθνική συνείδηση; Είναι φανερό λοιπόν ότι το γαλλικό μοντέλο δεν μπορεί να έχει πλανητική εφαρμογή και άρα η επίκλησή του δεν αποτελεί παρά καθαρά δογματική πεποίθηση.

Όσο για το αν η ιδεολογία γενικά αποτελεί ή όχι ψευδή συνείδηση, έχουν αποφανθεί επ' αυτού πριν από μένα, πολλοί αξιόλογοι στοχαστές. Εδώ αναφέρω τους σύγχρονους: Αλτουσέρ («η ιδεολογία εγκαλεί τα άτομα ως υποκείμενα») και Καστοριάδη («η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας»), που αντιμετώπισαν πιστεύω οριστικά το πρόβλημα. Είναι γεγονός ότι ακόμη κι αν μία ιδεολογία είναι «κατασκευασμένη», έχει θέση και παίζει σημαντικό ρόλο στην Ιστορία και ιδιαίτερα στην κοινωνική συνοχή των ομάδων. Το ζήτημα είναι εάν δεχόμαστε ή απορρίπτουμε τη συλλογική ταυτότητα, άρα και τα συλλογικά υποκείμενα συνολικά, για να υποστηρίξουμε μαζί με τη Θάτσερ πως «δεν υπάρχει κοινωνία, παρά μόνο άτομα» χωρίς κανένα δεσμό μεταξύ τους. Σε ό,τι αφορά την εθνική συλλογική ταυτότητα, ενδιαφέρουσα είναι η περίπτωση των Σλαβομακεδόνων των Σκοπίων που ενώ η εθνική τους ιδεολογία στηρίζεται στη συστηματική κλοπή της ιστορικής και πολιτισμικής κληρονομιάς των αρχαίων Μακεδόνων και των Βουλγάρων κυρίως, έχει σήμερα διαμορφώσει ένα πραγματικό έθνος, τον επίσης πραγματικό επεκτατισμό του οποίου υποστηρίζει η δήθεν αντεθνικιστική ελληνική διανόηση!

Σε ό,τι αφορά, τέλος, την εκμετάλλευση του εθνικού, αλλά και του θρησκευτικού αισθήματος από ποικίλους εξουσιαστικούς μηχανισμούς, αυτό καταρχήν δεν αποτελεί προνόμιο ούτε της θρησκείας ούτε του έθνους: οι μηχανισμοί αυτοί στη διαχρονία της Ιστορίας επικαλούνται εξίσου το «λαϊκό συμφέρον», τη δημοκρατία, το «σοσιαλισμό», και σήμερα την υπεράσπιση των… ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκειμένου να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη. Η αντίληψη ή μάλλον εμμονή – που λειτουργεί ως απώθηση απέναντι στο εθνικό συναίσθημα – ότι ο πατριωτισμός αποτελεί αποκλειστικό συστατικό αντιδραστικών ιδεολογιών ανάγεται στην εμπειρία του μετεμφυλιακού κράτους και της δικτατορίας και είναι εντελώς ανιστόρητη: στα περισσότερα μέρη του κόσμου τα αντιδραστικά καθεστώτα στράφηκαν εναντίον των εθνικών συμφερόντων λειτουργώντας ως εντολοδόχοι ξένων δυνάμεων κι αυτό συνέβη σε γενικές γραμμές και στην Ελλάδα. Η αντεθνική επομένως στάση μιας ορισμένης αριστεράς όχι μόνο διαγράφει την προσφορά της Εθνικής Αντίστασης και της πατριωτικής διάστασης της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, αλλά και αρνείται να δει τη διεθνή θέση της χώρας που προφανώς δεν ανήκει ούτε στις αποικιοκρατικές δυνάμεις ούτε στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο. Αρνείται, τέλος, να δει τη διεθνή εμπειρία: τα περισσότερα ολοκληρωτικά καθεστώτα του 20ου αι. επέβαλαν την αυταρχική εξουσία τους στο όνομα του… λαού κι όχι του έθνους ή της θρησκείας την οποία μάλιστα πολύ συχνά έθεσαν εκτός νόμου. Αυτή δυστυχώς είναι η εμπειρία εκατομμυρίων ανθρώπων που έζησαν στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες.

Από την άλλη μεριά, το λαϊκό δημοκρατικό στοιχείο δεν λείπει από τις εθνικές κουλτούρες. Από την πιο κοντινή σε μας εμπειρία, αναφέρω την ελληνική και σλαβική κοινοτική παράδοση. Αλλά και ορισμένα θρησκευτικά ρεύματα υπήρξαν επαναστατικά, όπως η θεολογία της απελευθέρωσης στη Λατινική Αμερική, ή κάποιες μορφές του ισλαμισμού (πχ οι κοινότητες των αχήδων στη Μικρά Ασία το 13ο και 14ο αι.) ενώ και η ορθοδοξία έχει στις αυθεντικές της μορφές αντεξουσιαστικά και εξισωτικά χαρακτηριστικά για να μην αναφερθούμε στο χριστιανισμό των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων.

 

2) Κατασκευή, αντίθετα, και μάλιστα από τις πλέον ανόητες, αποτελεί η άποψη ότι όλες οι σύγχρονες κοινωνίες είναι πολυπολιτισμικές. Αν στη σημερινή συγκυρία, συμβαίνει σε κάποια κράτη να υπάρχουν εθνικές ή θρησκευτικές μειονότητες ή να φιλοξενούν έναν μικρότερο ή μεγαλύτερο αριθμό μεταναστών αυτό δεν τις καθιστά πολυπολιτισμικές. Στα περισσότερα κράτη, υπάρχει μια πλειοψηφούσα εθνότητα η οποία έχει διαμορφώσει με την ιστορική παρουσία της στο χώρο την πολιτισμική του ταυτότητα. Οι υπόλοιπες κουλτούρες, θρησκείες, γλώσσες κτλ έχουν κάθε δικαίωμα να υπάρχουν και να καλλιεργούνται από τους αντίστοιχους φορείς τους, όχι όμως σε βάρος της ιστορικά διαμορφωμένης ταυτότητας της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Πλουραλισμός σημαίνει βεβαίως ανεκτικότητα και πολιτισμικές ανταλλαγές αλλά όχι άρνηση της κουλτούρας ενός τόπου. Σε αντίθετη περίπτωση,

 

3) η καταπίεση των εθνικών δικαιωμάτων της πλειοψηφίας ενός λαού προκαλεί την αντιπαλότητα και το μίσος και όχι η εθνική ταυτότητα από μόνη της. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της συμπάθειας που δείχνει ο ελληνικός λαός απέναντι στους μουσουλμάνους Κούρδους, Παλαιστίνιους, Πέρσες και Άραβες. Το ότι έχουμε υποφέρει κι εξακολουθούμε να υποφέρουμε από τους μουσουλμάνους Οθωμανούς Τούρκους δεν μας οδηγεί στο να τους θεωρήσουμε όλους συλλήβδην εχθρούς μας. Από την άλλη όμως, θα αποτελούσε πολιτισμική αλλοίωση (αλλοτρίωση δηλαδή) εάν στην Ελλάδα συνέρρεαν μερικά εκατομμύρια μουσουλμάνοι. Και τότε φυσικά θα είχαμε όξυνση των ήδη υπαρκτών φαινομένων ρατσισμού, ενώ οι μουσουλμανικές κοινότητες θα λειτουργούσαν ως όργανα ιμπεριαλιστικών σχεδίων σε βάρος της χώρας.

4) Όσο για το φόβο εκτροπής του πατριωτισμού σε επιθετικό εθνικισμό, στην περίπτωση μικρών λαών όπως ο ελληνικός, ο φόβος αυτός κανονικά θα έπρεπε ν' αποτελεί αντικείμενο της ψυχοπαθολογίας. Η Ελλάδα δεν είναι ούτε Γερμανία, ούτε ΗΠΑ ούτε καν Ιταλία. Ειλικρινά, τι φοβούνται οι άνθρωποι αυτοί; μήπως μας παρασύρει ο εθνικισμός και επιτεθούμε εναντίον της Τουρκίας και ύστερα πάρουμε φόρα και θελήσουμε να επιβάλλουμε τον ελληνικό πολιτισμό σε όλη την υφήλιο; Στην περίπτωση της Ελλάδας και της Κύπρου, αυτό που θα συμβεί είναι αυτό που ήδη βιώνουμε στις μέρες μας: στη μεν Κύπρο, ο εξευτελισμός της ελληνικής σημαίας από τους ανεγκέφαλους χουλιγκάνους με τις σβάστικες που εξαντλούν την επιθετικότητά τους στους οπαδούς των αντίπαλων ομάδων, στους ανυπεράσπιστους μετανάστες και σε εκτονωτικούς βανδαλισμούς σε βάρος της περιουσίας αθώων πολιτών στη δε Ελλάδα το φαινόμενο της βίας εναντίον των μεταναστών από περιθωριακές ομάδες εγχώριων συμπλεγματικών μιμητών της δόξας του… Χίτλερ! Αλλά αυτό το φαινόμενο είναι ακριβώς γέννημα της κρίσης του συστήματος που από τη μια στερεί αξίες, πρότυπα και ιδανικά από τη νεολαία και από την άλλη βολεύεται με το να την εξωθεί στο περιθώριο της κερκίδας και της τυφλής βίας και να την κατηγορεί από πάνω επειδή έχει χάσει αυτές τις αξίες. Όταν διδάσκουμε στη νεολαία ότι δεν υπάρχουν συλλογικές ταυτότητες παρά μόνο εγωιστικά άτομα, είναι λογικό οι νέοι να αναζητούν ταυτότητα σε πρωτόγονες, εισαγόμενες, ανορθολογικές και αντικοινωνικές μορφές συλλογικότητας. 

Θα μου πείτε, αν δεν είναι η λογική αυτή που υπαγορεύει το συστηματικό αφελληνισμό της εκπαίδευσης, τότε ποιους σκοπούς εξυπηρετεί;

Εντελώς επιγραμματικά, εξυπηρετεί δύο σκοπούς: στο μεν οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο την ανάγκη να παράγει το σύστημα αμόρφωτους και άβουλους ιδιώτες με μόνη ταυτότητα αυτήν του παγκοσμιοποιημένου καταναλωτή προϊόντων μιας χρήσης όπου κυρίαρχο πολιτισμικό πρότυπο είναι αυτό του Μόλ και των Μακ Ντόναλντς. Γι' αυτό και το σημερινό σχολείο έχει παραιτηθεί τόσο από τη μετάδοση γνώσεων, όσο και από την προβολή αξιών και δημιουργικών προτύπων. Η γνώση έχει αξία μόνο ως ορισμένη ποσότητα για αποστήθιση που χρησιμεύει για την απόκτηση ενός πτυχίου, για εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο, για επιτυχία σε διαγωνισμό και όχι για την άνοδο του μορφωτικού επιπέδου του λαού, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και την απελευθερωτική της δύναμη. Ο έλεγχος τόσο της επίδοσης όσο και της συμπεριφοράς του μαθητή έχουν πρακτικά καταργηθεί στο όνομα της άρσης των… ταξικών φραγμών και της «αντιαυταρχικής» εκπαίδευσης. Σ' αυτό οφείλεται η βαθιά κρίση που περνά το σύγχρονο σχολείο της αμάθειας.  

Στο δε πολιτικό επίπεδο, εξυπηρετεί την αναγκαιότητα να συντελεστεί η πλήρης αλλοτρίωση και αποβλάκωση της κοινωνίας προκειμένου όχι απλά να αποδεχτεί μια κακή λύση του Κυπριακού ή την υπαγωγή της Ελλάδας σε δορυφόρο της Τουρκίας αλλά και να την υποστηρίξει ως επιτυχία! Απαιτείται επομένως να παραχθεί ένας νέου τύπου άνθρωπος, ξεκομμένος από την παράδοσή του, που κοιτάζει απλώς να επιβιώσει καταναλώνοντας ό,τι βρει μπροστά του, όπως οι μεταμορφωμένοι σε γουρούνια, σύντροφοι του Οδυσσέα από το ραβδί της Κίρκης. Ευχαριστημένος βέβαια που δεν θα χρειαστεί να πολεμήσει για κανένα κωλονήσι… Κι αντίθετα απ' ό,τι υποστηρίζει μεγάλη μερίδα της αριστεράς, αυτή η πλήρης άρνηση ενασχόλησης με τα υπαρκτά εθνικά προβλήματα της χώρας, δεν επιτρέπει να υπάρξει κανένας ριζικός μετασχηματισμός στο κοινωνικό επίπεδο. Λαός εθελόδουλων ραγιάδων εξ ορισμού δεν μπορεί να είναι επαναστατικός.

 

Αυτό που επίσης αρνείται να δει η αριστερά είναι πως η αποδόμηση των συλλογικών ταυτοτήτων αποτελεί βασική επιλογή του συστήματος. Αυτό που επιδιώκεται είναι η χειραγώγηση των συνειδήσεων και η υποδούλωση των ανθρώπων σε ποικίλους εξουσιαστικούς μηχανισμούς που όμως έχουν το χαρακτηριστικό να εμφανίζονται ως κοινωνίες της ελευθερίας (της αγοράς και του εμπορεύματος βέβαια!) όπως, δηλαδή, και στη Φάρμα των Ζώων του Όργουελ!

 

Μια επομένως απελευθερωτική λογική, θα απαιτούσε από μια δημοκρατική πολιτεία την καλλιέργεια της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης στη νέα γενιά. Μιλάμε για καλλιέργεια κι όχι για επιβολή μέσω κάποιας συγκεκριμένης εξεταστέας ύλης Αυτό είναι σήμερα, ειδικά σε ό,τι αφορά τις συνθήκες της ημικατεχόμενης Κύπρου προτεραιότητα. Από κει και πέρα, το σύγχρονο σχολείο θα πρέπει να καλλιεργεί επίσης την οικολογική πλανητική συνείδηση εξαιτίας της οικολογικής κρίσης. Μιλάμε επομένως για ένα πατριωτικό αίσθημα άρρηκτα συνδεδεμένο με την οικολογική ευθύνη για το δημόσιο αγαθό: είμαι πατριώτης σημαίνει υπερασπίζομαι το περιβάλλον εξίσου όπως και το έδαφος αλλά και τον πολιτισμό της πατρίδας μου. Όπως επίσης το σχολείο οφείλει να ξαναδώσει στη γνώση, την κριτική σκέψη και τις πανανθρώπινες αξίες, που ούτως ή άλλως υπάρχουν σε κάθε  τοπική παράδοση, τη θέση που τους ταιριάζει.

Η δημοκρατική πολιτεία δεν έχει να φοβηθεί, αντίθετα ωφελείται πολλαπλά από την προβολή θετικών προτύπων μέσα από την Ιστορία του έθνους, αλλά και από τη συζήτηση και διερεύνηση με πλήρη ειλικρίνεια των αρνητικών στιγμών χωρίς καμία απολύτως εξαίρεση. Πρέπει να κάνουμε σημαία της σχολικής ιστορίας, τη χιλιοειπωμένη άλλωστε φράση του Σολωμού, ότι πρέπει να θεωρούμε εθνικόν ό,τι είναι αληθινόν. Ο πατριωτισμός που στηρίζεται στη γνώση και την αλήθεια των ιστορικών γεγονότων εξασφαλίζει την κοινωνική συνοχή και διαπλάθει πολίτες που έχουν αίσθηση της δημόσιας ευθύνης.

Αντίθετα, αν το κράτος αποποιηθεί την ευθύνη της καλλιέργειας εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης, τότε το ρόλο αυτό θα τον αναλάβουν οι πιο μισαλλόδοξοι και αντιδραστικοί κύκλοι και το αποτέλεσμα θα είναι να βρισκόμαστε διαρκώς ανάμεσα στη σκύλλα του εθνομηδενισμού, που οδηγεί στην υποταγή του έθνους και τη χάρυβδη του φυλετικού ρατσισμού. Το παράδειγμα της Γιουγκοσλαβίας όπου μετά από πενήντα χρόνια συστηματικής καταπίεσης του εθνικού αισθήματος, ιδιαίτερα της πλειοψηφούσας εθνότητας, των Σέρβων, επιτέθηκαν με τόση αγριότητα η μία εθνότητα εναντίον της άλλης, είναι πολύ χαρακτηριστικό για το ότι η εθνική καταπίεση, και όχι η προβολή της εθνικής ταυτότητας σε καθεστώς ελευθερίας και δημοκρατίας, είναι που εκθρέφουν τη μισαλλοδοξία.

Η κριτική ωστόσο των επιλογών της εξουσίας, ακόμη και η αντίστασή μας σ' αυτές τις επιλογές, η περηφάνιά μας να λέμε «όχι» σ' αυτά που μας σερβίρουν σαν δήθεν επωφελή και προοδευτικά ενώ το μόνο που εξασφαλίζουν είναι την υποταγή και την απονάρκωσή μας, δεν αρκούν. Γιατί εμείς δεν αντιδρούμε επειδή φοβόμαστε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση, γιατί είμαστε τόσο συντηρητικοί και οπισθοδρομικοί που αξιωματικά απορρίπτουμε οποιαδήποτε αλλαγή στα καθιερωμένα. Αντίθετα, καταλαβαίνουμε ότι χρειαζόμαστε ένα εθνικό σχέδιο για την Παιδεία και τον πολιτισμό μας. Συμβαίνει ωστόσο, κι όχι τυχαία, το δικό μας σχέδιο να κινείται στην αντιδιαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση από το δικό τους. Γιατί ακριβώς στηρίζει το εθνικό συμφέρον κι όχι αυτά των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της Τουρκίας συμπεριλαμβανομένης.

Για να έχουμε όραμα Παιδείας πρέπει να έχουμε όραμα κοινωνίας. Αν λοιπόν συμφωνούμε ότι θέλουμε μια πατρίδα ελεύθερη, κοινωνικά δίκαιη με καθαρό περιβάλλον και πλούσιο πολιτισμό, τότε πρέπει να διαμορφώσουμε και το αντίστοιχο πρόγραμμα στη σχολική εκπαίδευση. Άλλωστε, στοιχεία μπορούμε να αντλήσουμε από τις γνησιότερες εκφράσεις της νεοελληνικής παράδοσης από τ' ακριτικά και δημοτικά τραγούδια τον Ρήγα Φεραίο, τον Σολωμό, τον Μακρυγιάννη μέχρι τον Σεφέρη, τον Εγγονόπουλο, τον Ρίτσο και τον Τσιτσάνη.

Με βάση αυτό το πολιτισμικό πρότυπο μπορούμε να εξειδικεύσουμε περισσότερο τους στόχους μας για ένα σχολείο που θα προβάλλει τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική ιδιοπροσωπία, όχι ως μουσειακό φολκλορικό αντικείμενο ακαδημαϊκής μελέτης και τουριστικού θαυμασμού, αλλά ως σύγχρονη απάντηση στις προκλήσεις της εποχής μας. Από εδώ αντλούμε το πρότυπο του πολίτη που έχει δημοκρατικό και αγωνιστικό ήθος και σέβεται τη διαφορετικότητα, που είναι κοινωνικά και οικολογικά ευαίσθητος, που είναι εγγράμματος κι αισθητικά καλλιεργημένος, πατριώτης και διεθνιστής μαζί, που αρνείται τον σοβινισμό και τη μισαλλοδοξία ακριβώς επειδή δεν είναι συμπλεγματικός, που δεν μιμείται δουλικά τα ξένα πρότυπα αλλά τα αφομοιώνει δημιουργικά. Ακόμη αντλούμε το πρότυπο του εργαζόμενου που είναι υπεύθυνος, εργατικός και δημιουργικός αλλά και που διεκδικεί αξιοπρεπείς συνθήκες και απολαβές, το πρότυπο του ανθρώπου που έχει αξίες και ήθος, σέβεται και υπερασπίζεται κάθε δημόσιο αγαθό, όπως είναι η εκπαίδευση και η υγεία, το περιβάλλον και η πολιτιστική κληρονομιά. Όλα αυτά βρίσκονται μέσα στην παράδοσή μας, αρκεί να τα δούμε σωστά και να τα αναδείξουμε. Πόσο, για παράδειγμα, γνωρίζουμε πράγματι την ορθόδοξη παράδοση; Γνωρίζουμε το νόημα της τριαδικότητας; Γνωρίζουμε τη συγκλονιστική θεολογία του προσώπου ενός προτύπου ζωής που συνδυάζει το άτομο με το σύνολο χωρίς να θυσιάζει κανένα στο όνομα του άλλου; Τα πρότυπα της ελληνικής παράδοσης είναι αυτά του σοφού, του ήρωα-πρόμαχου της κοινότητας και του αγίου. Ας τα δούμε λοιπόν μ' ένα σύγχρονο πρίσμα κι ας μην επιτρέψουμε στο εξής να ευτελίζονται είτε από την αμάθεια και την ιδιοτέλεια των δήθεν «πιστών» είτε από την απαξίωσή τους από τους δήθεν «προοδευτικούς». Οφείλουμε να τα αναδείξουμε για να τα προσφέρουμε στη νέα γενιά. Αυτό εννοούμε όταν λέμε καλλιέργεια εθνικής ταυτότητας: την προσφορά θετικών προτύπων μέσα από την ελληνική παράδοση. Αυτή είναι η μάχη που έχουμε να δώσουμε: να ξανατοποθετήσουμε τους ήρωές μας στη θέση που τους αξίζει γκρεμίζοντας ταυτόχρονα τα ευτελή πρότυπα της τηλεόρασης και του σταρ σύστεμ.

«Άξιον εστί το πέτρινο πεζούλι… άξιον εστί το ξύλινο τραπέζι… άξιον εστί εορτάζοντας τη μνήμη» λέει ο Οδυσσέας Ελύτης. Το ξύλινο τραπέζι κι όχι τα πλαστικά προϊόντα της καταναλωτικής μας ευμάρειας. Εδώ θα παιχτεί η αντίστασή μας και ελπίζω να με καταλαβαίνετε.

Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι μόνο οι παραδόσεις γεννούν πολιτισμό. Κανένας πολιτισμός δεν δημιουργήθηκε από το τίποτα, από τη μηδενιστική ισοπέδωση που τείνει να κυριαρχήσει σήμερα ως πλανητικό πρότυπο. Για να καταλάβετε τι εννοώ σας καλώ να μεταφερθείτε νοερά σ' ένα οποιοδήποτε αεροδρόμιο, εμπορικό κέντρο ή κατάστημα πολυεθνικής και θα διαπιστώστε ότι  είναι το ίδιο είτε είστε στη Σιγκαπούρη, είτε στο Μιλάνο ή τα… Τρίκαλα. Αυτή η λαμπερή ψευδαίσθηση πολυτέλειας μιας πανομοιότυπης εμπορικής βιτρίνας δεν παράγει πολιτισμό. Η εθνική ταυτότητα και παράδοση αποτελούν προϋποθέσεις εθνικής επιβίωσης αλλά και προϋποθέσεις για τη συνέχιση του πολιτισμού, εθνικού και παγκόσμιου. Πολιτισμός και ελευθερία για όλους τους καταπιεσμένους λαούς είναι έννοιες που ταυτίζονται. Η υπεράσπιση της γλώσσας, της ιστορίας, της θρησκείας μας είναι αγώνας πολιτισμικός που αφορά ολόκληρο τον κόσμο γιατί μόνο έτσι μπορούμε να προσφέρουμε σ' αυτόν. Για μας ωστόσο προτεραιότητα, επαναλαμβάνω πως αποτελεί η εθνική μας επιβίωση. Κι αυτός ο αγώνας ξεκινά από το σπίτι και το σχολείο.

Ναι, αγαπητοί φίλοι, το σχολείο πρέπει να μαθαίνει στα παιδιά να είναι περήφανοι, αγωνιστές και συνειδητοποιημένοι Έλληνες με γνώση, αγάπη και ευαισθησία για την ελληνική παιδεία και πολιτισμό. Και ο αγώνας να διατηρήσει ο Έλληνας τον πολιτισμό και την εθνική του ταυτότητα είναι αγώνας για την ελευθερία.

 

* Ο Τάσος Χατζηαναστασίου είναι φιλόλογος στο Επαγγελματικό Λύκειο Ναυπλίου

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.