Τι είναι και τι θέλει το ΕΠΑΜ;

Τι είναι και τι θέλει το ΕΠΑΜ;


Του Δημήτρη Καζάκη



Αν χρειαζόταν να πει κανείς με λίγα λόγια το τι είναι και τι θέλει το Ενιαίο Παλλαϊκό Μέτωπο (ΕΠΑΜ) θα έλεγε ότι απηχεί την προσπάθεια να συγκροτηθεί η ευρύτερη δυνατή κοινωνικοπολιτική συμμαχία του ίδιου του λαού, η οποία να υπερβαίνει τις διαχωριστικές γραμμές ιδεολογίας και κομματικής ταυτότητας στις γραμμές του στη βάση ορισμένων άμεσων στόχων ανατροπής της σημερινής κατάστασης και ανοίγματος του δρόμου για μια ριζικά διαφορετική πορεία του τόπου.

Το ΕΠΑΜ έχει σαν σκοπό να πάρει πίσω ότι έχει στερήσει από τον εργαζόμενο λαό και τη χώρα το καθεστώς της δουλοπαροικίας του χρέους που έχει επιβάλει η τρόικα και η ντόπια οικονομική και πολιτική ολιγαρχία.

Να καθίσει στο σκαμνί τους δήμιους του ελληνικού λαού, τους υπεύθυνους της σημερινής χρεοκοπίας και τους σύγχρονους δωσίλογους. Να επιβάλει τη μη αναγνώριση του δημόσιου χρέους και το σταμάτημα της πληρωμής  του εδώ και τώρα. Να απαλλάξει τη χώρα από τον ζουρλομανδύα του ευρώ και με την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα να αποκτήσει ο λαός τον έλεγχο της οικονομίας του. Να εθνικοποιήσει τις κορυφές του πιστωτικού συστήματος, τις υποδομές και τους βασικούς οικονομικούς μοχλούς της χώρας έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί η ύφεση και να ανοίξει ο δρόμος για την παραγωγική ανασυγκρότηση του τόπου. Τέλος να επιβάλει την δημοκρατία με κατοχύρωση της αυθεντικής λαϊκής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας.

Με αυτή την έννοια το ΕΠΑΜ όχι μόνο δεν είναι κόμμα, με την παραδοσιακή έννοια του όρου, αλλά στην πράξη είναι μια προσωρινή, ιστορικά μεταβατική σύμπραξη κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων στο εσωτερικό του λαού πάνω σε πολύ συγκεκριμένους και πολύ άμεσους στόχους. Όταν και όποτε οι στόχοι αυτοί επιτευχθούν, το ΕΠΑΜ θα έχει κλείσει τον ιστορικό του κύκλο και δεν θα έχει πια λόγο ύπαρξης.

Κανείς δεν γνωρίζει αν θα ευοδωθεί η όλη προσπάθεια. Δεν υπάρχουν βεβαιότητες, ούτε προς την μια, ούτε προς την άλλη κατεύθυνση. Υπάρχει μόνο αγώνας και συνέπεια που εξασφαλίζει την συνέχεια της όλης προσπάθειας. Το σίγουρο είναι ότι αν μπορεί να γίνει κάτι, αυτό μπορεί να το κάνει μόνο ο ίδιος ο λαός και κανένας αντ’ αυτού. Αρκεί να οργανωθεί μαζικά με τρόπο που του εμπνέει εμπιστοσύνη και στη βάση κεντρικών αιτημάτων που θεωρεί και είναι δικά του.

Η ανάγκη ενός αληθινού παλλαϊκού μετώπου προέκυψε από την πρώτη στιγμή που η εργαζόμενη κοινωνία βρέθηκε αντιμέτωπη με το καθεστώς κατοχής, εκποίησης και δουλοπαροικίας του χρέους που άρχισε να οικοδομείται στην χώρα από την εποχή του μνημονίου και της Σύμβασης Δανειακής Διευκόλυνσης. Ωστόσο, με την έκρηξη του κινήματος των πλατειών, η διαμαρτυρία για ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας μετατράπηκε σε απαίτηση να αλλάξει άρδην το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα. Κι έτσι, έστω και με στοιχειακό, αυθόρμητο τρόπο, ο ίδιος ο κόσμος που κινητοποιήθηκε έθεσε ως κεντρικό ζήτημα το πρόβλημα της εξουσίας. Κοντά ένα εκατομμύριο απλοί εργαζόμενοι, μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες, ελεύθεροι επαγγελματίες και νέοι, βρέθηκαν τουλάχιστον μια φορά στην πλατεία Συντάγματος για να διαδηλώσουν ενάντια στο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα μέσα στις πάνω από 30 ημέρες που διαρκεί η κινητοποίηση αυτή. Το γεγονός επίσης ότι τεράστιες μάζες λαού κατέβηκαν να διαδηλώσουν έξω από παρατάξεις και κομματικά σχήματα, κάνει την όλη κινητοποίηση πρωτοφανή για τα ιστορικά χρονικά τουλάχιστον της μεταπολίτευσης στην Ελλάδα.

Μεγάλο μέρος της κοινωνίας άρχισε πια να κινείται σε κατεύθυνση αντίθετη από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, αμφισβητώντας ευθέως τη νομιμότητα των κυρίαρχων πολιτικών επιλογών. Το γεγονός αυτό, είτε το θέλουμε, είτε όχι, μας εισάγει σε μια κατάσταση πανεθνικής κρίσης από την οποία δεν μπορεί να υπάρξει άλλη διέξοδος εκτός από την άμεση καταστολή της κοινωνίας, ή την ανατροπή του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος. Στο αμέσως επόμενο διάστημα η αντιπαράθεση της κοινωνίας, και ιδίως εκείνου του κομματιού της που έχει βγει μπροστά, με ολόκληρο το σύστημα άσκησης της εξουσίας θα γίνει ακόμη πιο σκληρή και πιο αδυσώπητη. Η ίδια η κατάσταση της οικονομίας και της κοινωνίας, η φτώχεια, η ανεργία και η ανέχεια, είναι που θα πυροδοτεί διαρκώς αυτήν την αναμέτρηση σε σημείο βρασμού.
Ο ομαλός κοινοβουλευτικός βίος της μεταπολίτευσης που λειτούργησε ως πρόσχημα για μια άκρως διεφθαρμένη κυβερνητική απολυταρχία, πνέει τα λοίσθια. Από τη μια η κοινωνία στο μεγαλύτερο μέρος της δεν θέλει και ούτε μπορεί να κινηθεί μέσα στα πλαίσιά του. Από την άλλη, το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να εξασφαλίσει την κοινωνική νομιμοποίησή του. Η σύγκρουση αυτή δεν μπορεί να λυθεί με ήπια μέσα, ούτε απλά με τις παραδοσιακές τακτικές κοινοβουλευτικού αποπροσανατολισμού της κοινωνίας. Ό,τι εφεδρεία και να φέρει στην επιφάνεια το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, όσο κι αν ξεγελάσει με προσωπικότητες ή επωνύμους κάποια τμήματα της κοινωνίας, είναι σίγουρο ότι όλοι αυτοί οι σχεδιασμοί θα καταρρεύσουν πολύ γρήγορα μπροστά στην αδυσώπητη πραγματικότητα της κρίσης, της χρεοκοπίας, της εξαθλίωσης και της γενικευμένης εκποίησης της χώρας.
Πώς πρέπει να αντιδράσει η κοινωνία; Ποιο είναι το επόμενο βήμα από την κινητοποίηση των πλατειών; Τι θα κρατήσει σε εγρήγορση την ίδια την κινητοποίηση, αλλά και θα πλατύνει την κοινωνική της αναφορά;

Ποιες απαντήσεις υπάρχουν;

Στα ερωτήματα αυτά δίνονται ποικίλες απαντήσεις. Ορισμένοι είναι ικανοποιημένοι με την ίδια την ύπαρξη των συνελεύσεων των πλατειών και την συζήτηση που διεξάγεται σ’ αυτές. Ονειρεύονται μάλιστα ότι από αυτές θα ξεπεταχτεί κάποιο είδος νέου σοβιέτ, παραγνωρίζοντας ότι όσοι απαρτίζουν τις συνελεύσεις δεν αντιπροσωπεύουν κανέναν άλλον εκτός από τον εαυτό τους. Κανενός είδους εντολοδόχοι, ή αντιπρόσωποι των πλατειών δεν μπορούν να υπάρξουν, διότι οι ίδιες οι πλατείες δεν εκπροσωπούν κανένα συγκροτημένο υποκείμενο της κοινωνίας. Δεν εκφράζουν τίποτε περισσότερο από μια συνάντηση ανθρώπων που αναζητούν τρόπους έκφρασης και δράσης εν μέσω κατακλυσμιαίων εξελίξεων. Κάθε προσπάθεια να εκβιαστεί η πλατεία σε κάτι που δεν είναι, την αποκόβει τελείως από την κοινωνία και την μετατρέπει σε γραφική καρικατούρα. Το καλύτερο που μπορεί να γίνει είναι να διατηρηθεί η συνάντηση της πλατείας σαν σημείο αναφοράς, ριζοσπαστισμού, αντίστασης και δράσης για πλατύτερες μάζες που έχουν τους δικούς τους τρόπους ωρίμανσης και κινητοποίησης. Κι αυτό προϋποθέτει ανοιχτές διαδικασίες, σαφείς πολιτικές αφετηρίες και περιφρούρηση απέναντι σε κάθε προσπάθεια χειραγώγησης.

Άλλοι, πάλι, τρέμουν τόσο πολύ τη μαζική συμμετοχή στις κινητοποιήσεις και κυρίως τον ριζοσπαστισμό του απλού κόσμου, που θέλουν να μετατρέψουν την πλατεία σε λέσχη ατέρμονης συζήτησης επί παντός επιστητού. Τα πάντα είναι προς συζήτηση, εκτός φυσικά από το πώς σπάμε τα δεσμά του χρέους και του ευρώ, όπως επίσης και το πώς ξεφορτωνόμαστε το σύστημα εξουσίας που σήμερα ξεκινά από τις Βρυξέλλες, την Φρανκφούρτη, το Παρίσι και το Βερολίνο. Οι δυνάμεις αυτές ασκούνται όλες αυτές τις ημέρες στο να βάζουν χαλινάρι στο ριζοσπαστισμό του κόσμου, στο όνομα του διαλόγου, αλλά και να επιχειρούν να αντιπαραθέσουν την συνέλευση της πλατείας με την μεγάλη μάζα που διαδηλώνει και η οποία είναι αδύνατον να ελεγχθεί από τους μηχανισμούς τους. Δεκάδες φορές επιχείρησαν να φέρουν σε αντιπαράθεση τους «πάνω», δηλαδή την κοινωνία, με τους «κάτω», δηλαδή τη συνέλευση της πλατείας Συντάγματος. Πρόκειται για το alter ego των προβοκατόρων των δυνάμεων καταστολής που έχουν σαν αποστολή να αφυδατώσουν τόσο πολύ την πλατεία, ώστε να την ελέγξουν, ή να την διαλύσουν. Ο στόχος τους είναι απλός. Η μετατροπή μιας μορφής κινητοποίησης σε λέσχη συζήτησης χωρίς αντίκρισμα στην κοινωνία και τα ζωτικά προβλήματά της, μπορεί εύκολα να λεηλατηθεί από επιτήδειους όταν θα έρθει η ώρα να προσθέσουν μια ακόμη συνιστώσα στη στημένη άνωθεν «συμμαχία» παραγόντων και παραγοντίσκων κορυφής.
Πέρα όμως από τις εντεταλμένες δυνάμεις που λειτουργούν ως στήριγμα του σημερινού πολιτικού συστήματος (βλ. ΣΥΡΙΖΑ και παραφυάδες), των οποίων η μόνη αγωνία είναι να μην αμφισβητήσει η πλατεία τα ιερά και όσια των επικυρίαρχων, (βλ. Ευρωπαϊκή Ένωση και ευρώ), υπάρχει και η παραδοσιακή λογική του κομματικού προσηλυτισμού. Υπάρχουν ήδη εν εξελίξει ζυμώσεις παρασκηνίου με «προσωπικότητες» και παράγοντες κάθε είδους που έρχονται να συνδράμουν στην ψηφοθηρική λεηλασία της πλατείας. Το επόμενο διάστημα θα είναι εξαιρετικά διδακτικό για το πώς παλιοί αγωνιστές με αλλοτινές περγαμηνές – χωρίς να σκέφτονται ότι πάντα τα στερνά τιμούν τα πρώτα – όπως και διάφοροι άλλοι νεόκοποι αντάρτες εξαργυρώνουν στο αλισβερίσι κορυφής την πολιτική τους διαδρομή και διαμαρτυρία. Αρκεί να μην θιχτούν τα θεμέλια του σημερινού άθλιου οικοδομήματος: η ΕΕ και οι δανειστές. Αρκεί να ξεγελάσουν και να χαλιναγωγήσουν τις διαδηλώσεις και τον ριζοσπαστισμό της κοινωνίας.

Τέλος, υπάρχει και ο τσαντιρομαχαλάς. Τα τσαντίρια δηλαδή της πλατείας Συντάγματος που έχουν στηθεί με σκοπό να πουλήσει ο καθένας τη δική του πολιτική πραμάτεια. Εδώ ισχύει το γνωστό: καλύτερα βασιλιάς στο δικό σου τσαντίρι, παρά απλός συνοδοιπόρος σ’ ένα μεγάλο πλειοψηφικό κίνημα. Σε τι ακριβώς συμβάλλουν τα τσαντίρια; Πώς ακριβώς συμβάλλουν στην ενότητα του κόσμου, στην ευρύτερη και πιο δυναμική κινητοποίηση της κοινωνίας; Δεν συμβάλλουν, απλά απασχολούν ορισμένους που νομίζουν ότι κάνουν κάτι με το να διακινούν την δική τους ιδιαιτερότητα, ή να μαζεύουν υπογραφές για αμφιλεγόμενα θέματα. Βεβαίως, ανάμεσά τους υπάρχουν και οι γνωστοί επιτήδειοι που μέσα από το δικό τους τσαντίρι βλέπουν την ανατολή ενός νέου κόμματος το οποίο επαγγέλλεται την σωτηρία της πατρίδας ή του κόσμου κατά τα ευαγγελικά πρότυπα. Παρασκήνιο, περίεργες συμφωνίες με γκρούπες και γκρουπούσκουλα ερήμην του κόσμου, παλιές και νέες σέχτες του ενός που ευαγγελίζονται την νέα αποκάλυψη, ένα ολόκληρο τσίρκο μετώπων, συμμαχιών και κομμάτων που στήνεται ανάμεσα σε παράγοντες και παραγοντίσκους, οι οποίοι θεωρούν ότι εκφράζουν ελέω Γιαχβέ όχι μόνο τον «κοσμάκη», αλλά το ίδιο το Έθνος! Κι όσο πιστεύουν ότι οι υπογραφές που μαζεύουν με διάφορα προσχήματα τους δίνουν πολιτική δύναμη, τόσο πιο σίγουροι αισθάνονται για το ηρωικό τους μέλλον. Άνοιξε το τριώδιο και οι πολιτικές μασκαράτες κάνουν παρέλαση με τον κόσμο να παρακολουθεί αποσβολωμένος και αδιάφορος.

Τι μπορούμε λοιπόν να κάνουμε; Να παραδοθούμε σε κάποια από τις παραπάνω εναλλακτικές ελπίζοντας για το καλύτερο; Να επαναλάβουμε την γνωστή αποτυχημένη συνταγή με την δημιουργία «μετώπων», δήθεν πατριωτικών ή δήθεν αριστερών, από διατεταγμένες οργανωμένες συνιστώσες, όπου ο απλός κόσμος θα κληθεί να ακολουθήσει αφού πρώτα οι αρχηγοί αποφασίσουν τις ισορροπίες κορυφής; Να στήσουμε ένα ακόμη κόμμα που θα διεκδικήσει την εκλογική διείσδυση στους κόλπους των αγανακτισμένων;

Για πολλούς το πρώτιστο μέλημα είναι οι επερχόμενες εκλογές. Επομένως το όλο θέμα είναι να στήσουμε ένα κόμμα ή κάποιο ευρύτερο σχήμα με θέσεις που να έχουν απήχηση και να ετοιμαστούμε για τις εκλογές. Όποτε κι αν γίνουν. Όμως κάτι τέτοιο σε καταδικάζει σε μια από τα ίδια. Ακόμη κι αν βρεθεί κόσμος να σε ψηφίσει.

Είναι αδιανόητο πόσοι σήμερα προβάρουν τα καλά τους, ώστε να είναι έτοιμοι να καταλάβουν τα έδρανα της Βουλής. Ψηφοδέλτια στήνονται αναφανδόν. Παλιά και νέα κόμματα επί ποδός εκλογών. Όλοι τους σε άγρα ψήφων. Ποντάρουν στο γεγονός ότι επειδή πλατύτερες μάζες αντιλαμβάνονται την πολιτική μέσα από το «τι θα ψηφίσω στις εκλογές», μπορούν να τις ξεγελάσουν και έτσι να υφαρπάξουν την ψήφο τους. Αυτό που χρειάζεται είναι κάποια ονόματα-κράχτες, πέντε υποσχέσεις, άλλα πέντε δεηθώμεν και έτοιμο το ψηφοδέλτιο. Λίγο σπρώξιμο από κάποια επιχειρηματικά ή άλλα κυκλώματα και έτοιμη η «λαϊκή απήχηση».

Υπολογίζουν όμως χωρίς τον ξενοδόχο. Οι εξελίξεις είναι αδυσώπητες, οι καταστάσεις μέσα στην κοινωνία γίνονται όλο και πιο άγριες. Όποιος προετοιμάζεται για τις εκλογές, απλά ετοιμάζει το ξεβράκωμά του. Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των εκλογών, θα κρατήσει για λίγους μόνο μήνες, επιδεινώνοντας δραματικά την πολιτική κρίση που βιώνει η χώρα. Η λύση του προβλήματος δεν μπορεί να δοθεί μέσα από εκλογές, όπως αυτές γίνονταν μέχρι σήμερα. Όποιος ποντάρει στην ανάδειξή του μέσα από τέτοιες εκλογές, είναι απολύτως σίγουρο ότι θα καταλήξει στον σκουπιδοτενεκέ της πολιτικής. Και μάλιστα πολύ γρήγορα.

Κι αυτό γιατί το κεντρικό ζήτημα σήμερα δεν είναι οι εκλογές, αλλά η εξουσία. Δεν μπορούμε να σκεφτόμαστε με όρους αντιπολίτευσης, αλλά με όρους κατάκτησης της εξουσίας από τον ίδιο το λαό το συντομότερο δυνατόν. Το όλο ζήτημα επείγει όσο ποτέ άλλοτε. Δεν πρόκειται μόνο για την υπεράσπιση του εργαζόμενου, του μικρού και μεσαίου επιχειρηματία, του επαγγελματία και του νέου από την λαίλαπα των μέτρων και παρεμβάσεων εναντίον του, αλλά και για την ίδια την επιβίωση της χώρας. Είναι άλλο να διεκδικείς την ανάταξη της χώρας σου πριν πουληθεί κομμάτι-κομμάτι και άλλο όταν θα έχει εκποιηθεί και οι υποδομές της θα έχουν καταστραφεί ολοκληρωτικά από τους κερδοσκόπους επενδυτές. Είναι άλλο να μιλάς για μια ενιαία και αδιαίρετη εθνική επικράτεια και άλλο για έναν κατακερματισμένο εθνικό χώρο που θα εκποιείται προς όφελος των δανειστών και των επενδυτών κεφαλαίου. Και η διαφορά αυτή έχει πλέον απόσταση μερικών μηνών.

Όποιος δεν θέτει σήμερα θέμα εξουσίας από την σκοπιά των συμφερόντων του λαού, αυτός εξ αντικειμένου βάζει πλάτη στην κυρίαρχη εξουσία. Ότι κι αν ισχυρίζεται, όπως κι αν αντιπολιτεύεται την κυρίαρχη πολιτική. Στη σημερινή κατάσταση δεν υπάρχουν πια περιθώρια παραδοσιακής αντιπολίτευσης. Δεν υπάρχουν δυνατότητες αποτροπής της κυρίαρχης πολιτικής, ή απόσπασης κάποιων υποχωρήσεων. Αν δεν ανατραπεί το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, αν δεν συντριβεί το σημερινό καθεστώς, αν δεν ξηλωθεί ο ζουρλομανδύας που έχουν φορέσει στην χώρα το ΔΝΤ και κυρίως η ΕΕ και η ΕΚΤ, αν δεν αναγεννηθεί η δημοκρατία στον τόπο με όρους πραγματικής λαϊκής κυριαρχίας και εθνικής ανεξαρτησίας, τότε δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε τίποτε. Τότε είναι σαν να καταδικάζουμε το λαό και τη χώρα στην πιο απόλυτη καταστροφή, ψάχνοντας μόνο για τον εαυτό μας ένοχα άλλοθι.

Όσοι σκέφτονται με όρους του τι θα κάνουν με τις εκλογές, δεν έχουν αντιληφθεί τι ακριβώς συμβαίνει. Πιστεύουν αφελώς ότι οι εκλογές από εδώ και μπρος θα έρχονται και θα παρέρχονται όπως γινόταν παλιότερα. Πιστεύουν αφελώς ότι το σημερινό καθεστώς κατοχής, εκποίησης και δουλοπαροικίας έχει εσωτερικά την ίδια ανάγκη νομιμοποίησης όπως ο κοινοβουλευτισμός που ζήσαμε μεταπολιτευτικά. Ζουν την εικονική πραγματικότητα ενός απόλυτου κοινοβουλευτικού κρετινισμού. Δεν σκέφτονται, ούτε τους περνά από το μυαλό ότι μέχρι τις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, θα έχουν συντελεστεί τόσο τραγικά γεγονότα και θα έχουν ανοίξει τόσα μέτωπα που θα κρίνουν καθοριστικά το παρόν και το μέλλον της χώρας και του λαού της.

Η πολιτική δύναμη που θα συμβάλει καθοριστικά στην οργάνωση του ίδιου του λαού για να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες εξελίξεις, είναι η μόνη που θα μπορέσει να αποκτήσει βαθιές ρίζες μέσα στην κοινωνία και θα διεκδικήσει την πλειοψηφία με άμεσο σκοπό την ανατροπή της κυρίαρχης πολιτικής. Αυτό που επειγόντως έχει ανάγκη σήμερα η κοινωνία δεν είναι ένα ακόμη καλύτερο κόμμα, ούτε ένα «μέτωπο» κορυφής με εκλογικό προσανατολισμό, αλλά μια πολιτική δύναμη που να μπορεί να συσπειρώνει τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα στην καθημερινή πάλη για την επιβίωση, η οποία είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι θα γίνεται όλο και πιο δύσκολη, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την ανατροπή του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος και των βασικών επιλογών του εδώ και τώρα. Και για να το κάνει αυτό θα πρέπει να λειτουργεί ανοιχτά, να απευθύνεται κύρια στον ίδιο το λαό και να εκφράζει την ευρύτερη δυνατή κοινωνικοπολιτική συμμαχία, δίχως συνιστώσες κορυφής, δίχως προαπαιτήσεις και προϋποθέσεις άλλες εκτός από τη συμφωνία και τη συστράτευση σε μερικούς άμεσους κοινούς στόχους που στο σύνολό τους συνθέτουν την πολιτική πρόταση της ανατροπής.
 Μόνο έτσι μπορεί σήμερα να νομιμοποιηθεί κοινωνικά η ανάδειξη μιας νέας πολιτικής δύναμης. Μόνο έτσι μπορεί το κίνημα των πλατειών και το κεντρικό πολιτικό πρόβλημα που ανέδειξε να προχωρήσει οργανωμένα στο επόμενο βήμα. Μόνο έτσι θα μπορεί να εντάξει οργανικά τις όποιες πολιτικές μάχες θα κληθεί να δώσει, εκλογικές και άλλες, στην άμεση προετοιμασία της κοινωνικής ανατροπής.

 

Η συνέχεια του κειμένου: Τι σηματοδοτεί το κάλεσμα του ΕΠΑΜ

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.