Πιστοί στην παράδοση της μειονεξίας…

Πιστοί στην παράδοση της μειονεξίας…

(με αφορμή τον νέο  νόμο  για την Παιδεία)

 

Του Νικήτα Χιωτίνη


 

Μετά λύπης   διαπιστώνουμε πως οι Έλληνες πολιτικοί παραμένουν πιστοί στην νεοελληνική πολιτική παράδοση της μειονεξίας: από την δημιουργία του νεοελληνικού κράτους, κάπου μετά το 1823, μέχρι σήμερα, δεν μπορούν ή δεν τολμούν  να χαράξουν, αν όχι μόνοι τους, τουλάχιστον επί ίσοις όροις με τους «έμπειρους» του εξωτερικού και δη των επιταγών των ξένων ισχυρών (επί του παρόντος ισχυρών),  πολιτική.

Πάμπολλα τα σχετικά παραδείγματα. Από την απαρχή του νεοελληνικού κράτους, όταν αγνοήθηκε η προσπάθεια του Ρήγα σύζευξης ελληνικής παράδοσης και ευρωπαϊκής εξέλιξης και αντ’ αυτού διαγκωνιζόντουσαν για την εξουσία τρία κόμματα, το Γαλλικόν, το Αγγλικόν και το Ρωσικόν, μέχρι σήμερα που την εσωτερική πολιτική την καθορίζουν απροκάλυπτα οι «δανειστές» μας, κανείς – ή σχεδόν κανείς – Έλληνας πολιτικός δεν διανοήθηκε  να ασκήσει χειραφετημένη πολιτική. Είναι κοινό μυστικό ότι κανείς δεν γίνεται πρωθυπουργός αν δεν περάσει από τις ΗΠΑ ή δεν τύχει εγκρίσεως από τις μεγάλες δυνάμεις. Είναι κοινό μυστικό ότι ξένα κέντρα «διαλέγουν για μας, πριν από εμάς» – όπως έλεγε διαφήμιση μεγάλου καταστήματος. Πρέπει μάλιστα να είμαστε ευγνώμονες στη σημερινή κυβέρνηση: έκανε τα πράγματα όσο πιο φανερά γινόταν. Η σημερινή υπουργός Παιδείας ξεπέρασε μάλιστα τους πάντες, όταν, για να το καταλάβουμε όλοι, πριν μερικά χρόνια είχε προτείνει να εγκαθιδρυθεί η αγγλική ως επίσημη γλώσσα του κράτους. 

Μέσα σε όλα σταχυολογώ τους υπουργούς που ευθαρσώς δηλώνουν πως «διαφωνούν με τα μέτρα», «αλλά δεν μπορούν να κάνουν τίποτα γιατί αυτά θέλουν οι δανειστές μας» – παραδέχονται δηλαδή ότι δεν είναι παρά εντολοδόχοι των «δανειστών» μας. Ούτε καν, για τα μάτια του κόσμου δηλαδή, μας λένε ότι διαπραγματεύθηκαν κάτι σοβαρό, πέραν της καταβολής των «δανείων». Σταχυολογώ και τα τεκταινόμενα στο Υπουργείο Παιδείας: προτείνεται νόμος μεταρρύθμισης της Παιδείας. Από ποιους όμως έχει συνταχθεί αυτός ο νόμος; Η σημερινή υπουργός (που πρότεινε την εγκαθίδρυση των αγγλικών ως επίσημης γλώσσας του κράτους, το ξαναλέω για να μην το ξεχάσουμε) επαίρεται ότι προτείνει το νόμο αυτόν γιατί έτσι γίνεται παντού στο εξωτερικό  και για να συγκεκριμενοποιούμε τι εννοεί εξωτερικό, στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Δεν υπάρχει έτσι λόγος να το σκεφτεί κανείς άλλος. Η ίδια βεβαίως δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με το ζήτημα αυτό, ούτε ζήτησε τη γνώμη των  πανεπιστημιακών καθηγητών (κατά δήλωση αυτών), ούτε μας είπε τους ειδικούς συμβούλους της (ειδικούς επί του θέματος, όχι τους διορισμένους σαν ειδικούς). Άλλωστε το ίδιο δεν έγινε όταν ήρθε ο Καλατράβα για να μας φτιάξει το Ολυμπιακό Στάδιο – δεν ζητήθηκε η γνώμη Ελλήνων αρχιτεκτόνων, ούτε έγινε κάποιος έστω τυπικός διαγωνισμός. Το ίδιο δεν έκανε και ο πρωθυπουργός, όταν έφερε το ισπανό αρχιτέκτονα Αθεμπίγιο να κάνει περίπατο στο χώρο του πρώην ελληνικού αεροδρομίου για να μας υποδείξει τι να κάνουμε και πάμπολλα άλλα παραδείγματα, ων ουκ εστι αριθμός.

Εν κατακλείδι, ήρθε η στιγμή να αποφασίσουμε: ή θα χειραφετηθούμε ή θα αποδεχτούμε τη μειονεξία μας. Προσωπικώς πάντως δεν την αποδέχομαι.

2-7-2011

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.