ΤΕΧΝ. ΛΥΚΕΙΟ: ΠΛΗΡΗΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ECVET

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ

ΠΛΗΡΗΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ (ΣΥΣΤΗΜΑ ECVET)

 

Του Δημήτρη Καρυώτη*

 

Η κυβέρνηση ανακοίνωσε την νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που αφορά την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση. Το νέο σχολείο της δευτεροβάθμιας Επαγγελματικής εκπαίδευσης είναι το Τεχνολογικό Λύκειο που ενσωματώνει τους υπάρχοντες δύο τύπους σχολείων, τα ΕΠΑΛ και τις ΕΠΑΣ.

Το πλαίσιο λειτουργίας του νέου Τεχνολογικού Λυκείου είναι ενταγμένο στη γενικότερη φιλοσοφία που επιβάλει η Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτήν της ανάπτυξης βασικών «κοινωνικών ικανοτήτων» σε «δεξιότητες και ικανότητες κλειδιά», που βολεύουν και εξυπηρετούν κατά κύριο λόγο τις επιχειρήσεις και όχι την ολοκληρωμένη μορφωτική και πνευματική ανάπτυξη του νέου ανθρώπου. Έτσι μειώνονται κατά 12 ώρες οι συνολικές ώρες των μαθημάτων Γενικής παιδείας σε σχέση με τα σημερινά ΕΠΑΛ. 

Η δραστικότερη μείωση αφορά τις φυσικές επιστήμες  (κατά 9 ώρες) που αποτελούν τη βάση όλων των ειδικοτήτων Τεχνολογικών εφαρμογών και όχι μόνο.

Στο συνολικό ωράριο των Ελληνικών και των Μαθηματικών προστίθενται στο βασικό ωρολόγιο πρόγραμμα και από τέσσερες (4) ώρες (2 + 2 στην Α’ και Β’ τάξη αντίστοιχα) ως μαθήματα υποστήριξης. Τα μαθήματα υποστήριξης, όμως, δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουν το βασικό μαθησιακό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές που κατευθύνονται στην τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση, γιατί δεν είναι δυνατόν τα μαθησιακά κενά απ’ το σύνολο της 9χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης να καλυφθούν με φροντιστηριακά  μαθήματα στη λυκειακή βαθμίδα.

Τα προγράμματα σπουδών των Τομέων και Ειδικοτήτων του Τεχνολογικού Λυκείου θα είναι πλήρως ενταγμένα στη λογική του συστήματος ECVET της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της μεταφοράς των εκπαιδευτικών πιστωτικών μονάδων.

Τι είναι το σύστημα ECVET (από εισήγηση σεμιναρίου για το σύστημα ECVET)

Το ECVET είναι ένας μηχανισμός ο οποίος παρέχει τη δυνατότητα να περιγραφεί με μεθοδικότητα ένα επαγγελματικό προσόν με βάση ψηφίδες «unit» μαθησιακών αποτελεσμάτων, που μπορούν να μεταφερθούν και να συσσωρευτούν (γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες) και στις οποίες αντιστοιχούν πιστωτικές μονάδες.

Το ECVET αποσκοπεί στο να διευκολύνει τη μεταφορά και συσσώρευση μαθησιακών αποτελεσμάτων μεμονωμένων ατόμων που περνούν από ένα περιβάλλον κατάρτισης σε ένα άλλο, από ένα σύστημα επαγγελματικής πιστοποίησης σε ένα άλλο. Είναι ένας μεθοδικός τρόπος για να περιγραφεί ένα επαγγελματικό προσόν με βάση ψηφίδων μαθησιακών αποτελεσμάτων που μπορούν να μεταφερθούν και να συσσωρευτούν (γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες) με αντίστοιχες πιστωτικές μονάδες.

Οι πιστωτικές μονάδες του ECVET προτείνονται ως μία επιπλέον πηγή πληροφόρησης σε αριθμητική μορφή. Εφόσον συσχετιστούν και με τα επαγγελματικά προσόντα και με τις ψηφίδες, οι πιστωτικές μονάδες του ECVET επιτελούν δύο λειτουργίες:

• δίνουν μια απλή απεικόνιση της σχετικής αξίας μιας ψηφίδας μαθησιακών αποτελεσμάτων σε σχέση με το πλήρες επαγγελματικό προσόν. Απεικονίζουν την αναλογία της ψηφίδας προς το επαγγελματικό προσόν.

• Διευκολύνουν τη μεταφορά μαθησιακών αποτελεσμάτων με ένα χειροπιαστό τρόπο παρέχοντας ένα κοινό σημείο αναφοράς σε ευρωπαϊκό επίπεδο μεταξύ των συστημάτων επαγγελματικών προσόντων.

Τι είναι η ψηφίδα;

Είναι ένα σύνολο μαθησιακών αποτελεσμάτων (γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων) που κανονικά συνιστούν το πιο μικρό τμήμα ενός επαγγελματικού προσόντος που μπορεί να αξιολογηθεί, να επικυρωθεί και, πιθανώς, να πιστοποιηθεί. Μια ψηφίδα μπορεί να είναι εξειδικευμένη για ένα μόνο επαγγελματικό προσόν ή κοινή σε διάφορα επαγγελματικά προσόντα.

Γίνεται αμέσως κατανοητό με βάση τις παραπάνω αρχές, ότι το σύστημα των εκπαιδευτικών πιστωτικών μονάδων οδηγεί στον κατακερματισμό των γνωστικών πεδίων. Αυτός ο κατακερματισμός οδηγεί στην εξατομίκευση των επαγγελματικών προσόντων, που οδηγεί με τη σειρά του στην εξατομίκευση των συμβάσεων εργασίας. Ο απώτερος στόχος όλης αυτής της διαδικασίας είναι η μείωση του εργασιακού κόστους ανά μονάδα εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Απόφαση της Λισαβόνας), με το τσάκισμα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

Στα προγράμματα σπουδών των ειδικοτήτων του Τεχνολογικού Λυκείου, η σύνδεση του 3ου έτους με το προαιρετικό 4ο έτος ειδίκευσης και των προγραμμάτων των ΙΕΚ, που θα συνεχίσουν να λειτουργούν, θα γίνεται με την «θεσμοθέτηση σπονδυλωτών προγραμμάτων σπουδών». Με τον τρόπο αυτό θα γίνεται «η αντιστοίχιση των προγραμμάτων σπουδών σε πιστωτικές μονάδες και η πιστοποίηση των προσόντων», που θα αφορά κάθε μελλοντικό εργαζόμενο ξεχωριστά.

Έτσι το 4ο έτος εξειδίκευσης, μπορεί να είναι λειτουργικά ενταγμένο στο Τεχνολογικό Λύκειο, όμως δεν θα λειτουργεί σε όλα τα Τεχνολογικά Λύκεια. Τα τμήματα αυτά θα λειτουργούν μετά από απόφαση της Περιφέρειας. Επίσης οι σπουδαστές του 4ου έτους εξειδίκευσης για να πάρουν Πτυχίο και Πιστοποίηση θα πρέπει να επιτύχουν σε Πανελλαδικές ή Περιφερειακές εξετάσεις με θέματα από τράπεζα θεμάτων. Με τον τρόπο αυτό θα είναι πολλοί εκείνοι που δεν θα πιστοποιηθούν και θα έχουν μόνο Βεβαίωση σπουδών, που θα παραπέμπει σε κάποιο αριθμό πιστωτικών μονάδων, προφανώς λιγότερες απ’ τους πιστοποιημένους και περισσότερες απ’ τους κατέχοντες μόνο απολυτηρίου Τεχνολογικού Λυκείου.

Τεχνολογικό Λύκειο και Μαθητεία-Πρακτική Άσκηση

Το νέο Σχολείο της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης θεσμοθετεί την μαθητεία και την πρακτική άσκηση, στο 3ο και 4ο έτος που αφορούν τις ειδικότητες.

Στην ουσία οδηγούν τους μαθητές των 17 χρόνων στην αγορά εργασίας, ως εργατικό δυναμικό, στο όνομα της εκπαίδευσης. Ασφαλώς στις σημερινές συνθήκες, επιβάλλεται να υπάρχουν σχολεία, αλλά και θεσμοί διευκόλυνσης για τους εργαζόμενους μαθητές, που να είναι δεσμευτικοί για τους εργοδότες, Είναι άλλο πράγμα όμως ο θεσμός της μαθητείας, που λειτουργεί χρόνια στον ΟΑΕΔ ή η Πρακτική Άσκηση (με αδιευκρίνιστο ακόμη πλαίσιο λειτουργίας), που υποτίθεται ότι θα αποτελούν μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας του σχολείου. Δεν μπορεί να υπάρχει διαδικασία εκπαίδευσης στο χώρο εργασίας. Πόσο μάλλον να θεωρούν ότι ο χώρος εργασίας μπορεί να αντικαταστήσει ή να συμπληρώσει το σχολείο υλοποιώντας μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας, πριν ακόμη ολοκληρωθούν οι σπουδές και άρα χωρίς να έχει ο μαθητής ολοκληρωμένη γνώση για την ειδικότητά του.

Ο μαθητής που ακολουθεί πρόγραμμα Μαθητείας ή της Πρακτικής Άσκησης είναι αναγκασμένος να ακολουθεί τις ανάγκες της παραγωγικής διαδικασίας, που το αντικείμενό της, εκ’ των πραγμάτων, δεν εντάσσεται σ’ ένα ολοκληρωμένο γνωστικό αντικείμενο, έτσι ώστε η εμπειρία που θα αποκτηθεί να αποτελεί και ολοκληρωμένη γνώση.

Έτσι οι μαθητές θα αποτελέσουν ένα πρώτης τάξης φτηνό εργατικό δυναμικό για όλες τις δουλειές, δώρο στους εργοδότες μιας και θα είναι επιδοτούμενοι.  

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που δίδεται η δυνατότητα σε άλλα Υπουργεία να ιδρύσουν Τεχνολογικά Λύκεια, φωτογραφίζοντας εμμέσως πλην σαφώς το Υπουργείο Εργασίας, μιας και οι σχολές ΟΑΕΔ λειτουργούν με όρους μαθητείας απ’ το 1983, εφαρμόζοντας το δυικό σύστημα, δηλαδή κάποιες ημέρες της εβδομάδας μαθήματα στο σχολείο και κάποιες ημέρες εργασία σε παραγωγικές μονάδες.

Τα Σχολικά Εργαστηριακά Κέντρα (ΣΕΚ)

Η λειτουργία των Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων (ΣΕΚ) θα είναι πλήρως ενταγμένη στο σπονδυλωτό σύστημα εκπαιδευτικών μονάδων ECVET μιας και εντάσσονται πλήρως στο σύστημα της Δια Βίου Μάθησης.

Εκτός απ’ τα εργαστηριακά μαθήματα των Τεχνολογικών Λυκείων, θα ενταχθούν πλήρως στο σύστημα της κατάρτισης και επανακατάρτισης ενηλίκων, μέσω των ΙΕΚ και των προγραμμάτων δια Βίου Μάθησης.  

Το Απολυτήριο του Τεχνολογικού Λυκείου

Το βασικό απολυτήριο του Τεχνολογικού Λυκείου δεν αποτελεί ισότιμο τίτλο με αυτόν του Γενικού Λυκείου.

Οι μαθητές που θα αποκτήσουν απολυτήριο Τεχνολογικού Λυκείου και άρα επαγγελματικό πτυχίο, είναι οι μαθητές που στο Γ’ έτος σπουδών θα επιλέξουν τα τμήματα ειδικοτήτων. Στην ουσία αποτελούν το σύνολο των μαθητών που θα κατευθυνθεί προς το Τεχνολογικό Λύκειο.

Απολυτήριο Λυκείου (χωρίς επαγγελματικό πτυχίο) μπορούν να πάρουν μόνο όσοι μαθητές κατευθυνθούν στο τμήμα «Γενικής Παιδείας» του Γ’ έτους, που έχει στόχο «την προετοιμασία των μαθητών αυτού του τμήματος για συμμετοχή τους στη διαδικασία εισαγωγής στα πανεπιστήμια  και στα ΤΕΙ σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές διατάξεις περί εισαγωγής των μαθητών λυκείων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση».

Πρακτικά είναι αδύνατον να λειτουργήσουν τμήματα «Γενικής Παιδείας» στο Τεχνολογικό Λύκειο γιατί:

Α) Διασφαλίζει την πλήρη αποτυχία των μαθητών αυτών στις πανελλαδικές εξετάσεις. Δεν είναι δυνατόν ο μαθητής του Τεχνολογικού Λυκείου που διδάσκεται λιγότερες ώρες στα βασικά μαθήματα Γενικής παιδείας στο Β’ έτος απ’ τον αντίστοιχο μαθητή του Γενικού Λυκείου, ξαφνικά στο Γ’ έτος να αποκτά τις ίδιες δυνατότητες με τον αντίστοιχο μαθητή του Γενικού Λυκείου. Άρα είναι σχεδόν αδύνατο ένας μαθητής που έχει στόχο την Τριτοβάθμια εκπαίδευση να επιλέξει να φοιτήσει στο Τεχνολογικό Λύκειο έναντι του Γενικού Λυκείου.

Β) Προϋπόθεση για τη λειτουργία τμημάτων «Γενικής Παιδείας» στο Γ’ έτος του Τεχνολογικού Λυκείου είναι η παρακολούθηση τους από τουλάχιστον 15 μαθητές. Μόνο αυτός ο ελάχιστα απαιτούμενος αριθμός μαθητών για την λειτουργία του τμήματος, είναι απαγορευτικός στο να λειτουργήσει το τμήμα «Γενικής Παιδείας» στο Τεχνολογικό Λύκειο.

Η πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Επισήμως διακηρύσσεται  ότι «η πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση δεν είναι η βασική προτεραιότητα του Τεχνολογικού Λυκείου».

Σύμφωνα με την παραπάνω βασική αρχή οι μαθητές του Τεχνολογικού Λυκείου έχουν την δυνατότητα να έχουν πρόσβαση μόνο στα ΤΕΙ, με τις ειδικές εξετάσεις σε τέσσερα μαθήματα, όπως ισχύει και σήμερα στα ΕΠΑΛ.

Επίσης υπάρχει η δυνατότητα της πρόσβασης στα ΤΕΙ και στους αποφοίτους του 4ου έτους Ειδίκευσης, που θα έχουν αποκτήσει Πτυχίο και Πιστοποίηση μετά από εξετάσεις σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο.

Πρέπει να γίνει καθαρό ότι το Τεχνολογικό Λύκειο αποτελεί ένα ακόμη κομμάτι του πάζλ στην εφαρμογή της γενικότερης ακολουθούμενης πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης (δευτεροβάθμια-τριτοβάθμια) που στόχο έχει την παραγωγή ανθρώπινου δυναμικού που θα εξυπηρετεί αποκλειστικά τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Αυτό το ανθρώπινο δυναμικό, πρέπει να είναι καταρτισμένο για να εξυπηρετεί την παραγωγική διαδικασία χωρίς να μπορεί όμως συλλογικά να διεκδικήσει την αξία της αγοραστικής του δύναμης. Γι’ αυτό το λόγο πρέπει να εξατομικευτούν τα επαγγελματικά του προσόντα. Επίσης το σύστημα επιβάλει στον εργαζόμενο το κυνήγι επιμορφώσεων επανεκπαιδεύσεων κλπ. ως  δική του υποχρέωση, για να μπορεί να διεκδικεί ατομικά περισσότερες οικονομικές απολαβές ή για να βρίσκεται μέσα στην παραγωγική διαδικασία.

Τελικά αυτή η διαδικασία καταλήγει σε  διπλό κέρδος για την οικονομική ολιγαρχία.

Α) Μέσω της εξατομίκευσης των επαγγελματικών προσόντων και εξατομίκευση των συμβάσεων εργασίας μπορούν να μειώσουν το κόστος εργασίας με την μείωση των μισθών.

Β) Απ’ το κυνήγι των εργαζόμενων για την απόκτηση περισσότερων εκπαιδευτικών πιστωτικών μονάδων μέσα απ’ το σύστημα δια Βίου Μάθησης που θα έχει ως αποτέλεσμα την απόκτηση περισσότερων επαγγελματικών προσόντων, οι επιχειρήσεις μπορούν να διαθέτουν πάντα ενημερωμένο προσωπικό που μπορεί να βρίσκεται και σε αναμονή μέσω του συστήματος της ανεργίας και συνεπώς άμεσα εκμεταλλεύσιμο για ακόμη μεγαλύτερη συμπίεση του εργασιακού κόστους.

Φυσικά το σύστημα αυτό δεν ενδιαφέρεται για την ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου ως κοινωνική οντότητα. Δεν επιθυμούν ανθρώπους που θα διεκδικούν τα δικαιώματά τους και τη δημιουργία κοινωνίας που θα καταργεί την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Ενδιαφέρεται μόνο για «ικανότητες» που είναι άμεσα εκμεταλλεύσιμες απ’ τις επιχειρήσεις  και το σύστημα διακυβέρνησής τους.

Σ’ αυτά τα σχέδια δεν πρέπει να σταθεί απέναντι μόνο ο κλάδος αλλά πρέπει να δημιουργηθεί  κοινό μέτωπο πάλης όλων των εργαζόμενων.

 

* Ο Δημήτρης Καρυώτης είναι Αιρετός στο ΠΥΣΔΕ Δυτικής Αττικής και μέλος του Δ.Σ. της Α’ ΕΛΜΕ Δυτικής Αττικής

 

18-6-2011

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.