Η ΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Η ΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ:

Η ιστορία, για την ακρίβεια, η ιστορία ως μέσο καταγραφής των αλλαγών και των εξελίξεων, είναι η ιστορία της επίδρασης των ελίτ, επάνω στην αδρανή μάζα της κοινωνίας

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Όπως αναφέραμε στην προηγούμενη ανάλυση μας (Η ΤΡΑΠΕΖΑ), “Μέχρι στιγμής, η παραγωγή του χρήματος είναι το αποτέλεσμα της συνεργασίας των κεντρικών με τις εμπορικές τράπεζες – επίσης ο καθορισμός των επιτοκίων, αφού οι κεντρικές τράπεζες αποφασίζουν μόνο για το εκάστοτε βασικό επιτόκιοΠρόκειται λοιπόν για μία κεντρικά κατευθυνόμενη, «κομμουνιστική» διαδικασία, η οποία δεν υπάγεται στους νόμους της ελεύθερης αγοράς.

Εάν τώρα οι εμπορικές τράπεζες υποχρεώνονταν στην κατά 100% κάλυψη των πιστώσεων προς τους πελάτες τους, εάν δηλαδή απαιτούταν η παροχή εγγυήσεων εκ μέρους τους όχι μόνο για τα μετρητά, αλλά και για τα λογιστικά χρήματα, όπως είχε ζητήσει ο υπέρμαχος του νεοφιλελευθερισμού (M. Friedman), τότε οι κεντρικές τράπεζες θα είχαν τον απόλυτο έλεγχο επί των ποσοτήτων (παραγωγής) χρήματος.

Κατ’ επέκταση, όποια χώρα ή όποια ελίτ-ομάδα κατόρθωνε να επιβάλλει στις εμπορικές τράπεζες την παραπάνω υποχρέωση, έχοντας ή αποκτώντας τον έλεγχο της κεντρικής, θα μπορούσε να αναδειχθεί στον απόλυτο κυρίαρχο του παιχνιδιού – αφού, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο M. A. Rothschild, αυτός που εκδίδει και ελέγχει τα χρήματα ενός κράτους (πόσο μάλλον μίας οικονομικής ζώνης), δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το ποιος ψηφίζει τους νόμους του.

Προφανώς δε, όπως συμπεραίνεται από την «απαίτηση» του M. Friedman, ο απώτερος σκοπός της νεοφιλελεύθερης «σχολής» δεν είναι βέβαια η ελεύθερη αγορά, αλλά η κεντρικά κατευθυνόμενη – όχι όμως από το «λαό», όπως πρεσβεύει ο κομουνισμός, αλλά από μία προνομιακή ελίτ, μέσω της εγκατάστασης μονοπωλιακών δομών σε μία Οικονομία (κυρίως στο χρηματοπιστωτικό τομέα)”.     

Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, η συνεχής «απαίτηση» των κεντρικών τραπεζών όλων των δυτικών χωρών, σε σχέση με την ανεξαρτησία τους από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία (κατ’ επέκταση από τους Πολίτες), αν και θεωρητικά έχει στόχο την οικονομική σταθερότητα, στην πραγματικότητα αποσκοπεί κάπου αλλού. Κατά την άποψη μας ο απώτερος σκοπός της, ο στόχος δηλαδή όλων των κεντρικών τραπεζών υπό την Τράπεζα των Τραπεζών (BIS), δεν είναι άλλος από την πλήρη «αποκρατικοποίηση» της εξουσίας – έτσι όπως θα τον αναλύσουμε σε επόμενο άρθρο μας.

Επιθυμώντας τώρα να αναφέρουμε ακόμη μία φορά τα αποτελέσματα της εισβολής των συνδίκων του διαβόλου σε μία χώρα, παραθέτουμε μέρος ενός προηγουμένου κειμένου μας, το οποίο αφορά την ασιατική κρίση.   

 

Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ 1997

 

Ο μεγαλύτερος φόβος όλων σχεδόν των ασιατικών χωρών (αλλά και πολλών άλλων αναπτυσσομένων οικονομιών, όπως η Ρωσία, η Βραζιλία, η Τουρκία κλπ), είναι η είσοδος των ξένων επενδυτικών κεφαλαίων, τα οποία συνήθως τοποθετούνται βραχυπρόθεσμα και κερδοσκοπικά – κυρίως στα χρηματιστήρια, στα ακίνητα και στο εμπόριο, ενώ πολύ λιγότερο σε παραγωγικές επενδύσεις.

Η αιτία είναι το ότι, οι περισσότερες από αυτές τις χώρες έχουν υποστεί την εισβολή του ΔΝΤ, αμέσως μετά τη μαζική έξοδο των επενδυτικών κεφαλαίων από τις αγορές τους, η οποία τις οδήγησε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Κάτι σχετικά ανάλογο έχει επίσης συμβεί στην πατρίδα μας, όταν τα ξένα κεφάλαια τοποθετήθηκαν στο Ελληνικό χρηματιστήριο, επίσης στο εμπόριο, μετά την ατυχή είσοδο μας στην Ευρωζώνη – αποβιομηχανοποιώντας την σε μεγάλο βαθμό.

Περιληπτικά, στις αρχές του Ιουλίου του 1997, ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση στην Ταϊλάνδη – με αποτέλεσμα τη ραγδαία υποτίμηση του νομίσματος της, καθώς επίσης τη μαζική «απόδραση» των ξένων κερδοσκοπικών κεφαλαίων από τη χώρα. Η κεντρική τράπεζα της Ταϊλάνδης, στην προσπάθεια της να ελέγξει την κατάσταση, χρησιμοποίησε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια από τα συναλλαγματικά της αποθέματα – αγοράζοντας το νόμισμα της για να στηρίξει την ισοτιμία του. Δυστυχώς, οι προσπάθειες της απέτυχαν, με αποτέλεσμα να μην έχει τη δυνατότητα η χώρα να πληρώσει τις υποχρεώσεις της – τρείς μόλις εβδομάδες μετά το ξέσπασμα της κρίσης.

Στη συνέχεια, η κρίση εξαπλώθηκε με πολύ γρήγορο ρυθμό στις γειτονικές χώρες – όπως στην Ινδονησία, στην Ταιβάν και στη Ν. Κορέα. Λίγο αργότερα, τα περισσότερα κράτη της περιοχής υποχρεώθηκαν να καταφύγουν στη «βοήθεια» του ΔΝΤ, για να αποφύγουν τη χρεοκοπία (στάση πληρωμών). Οι «πραιτοριανοί» των συνδίκων του διαβόλου, οι οποίοι κατέφθασαν στις ασιατικές χώρες, χρησιμοποίησαν για την καταπολέμηση της κρίσης τις ίδιες μεθόδους, τις οποίες είχαν δοκιμάσει στο Μεξικό – κατά τη διάρκεια της εκεί κρίσης.

Η κρίση όμως του Μεξικού είχε εντελώς διαφορετικές αιτίες, αφού οφειλόταν κυρίως στη «χαλαρή» νομισματική και οικονομική πολιτική της κυβέρνησης του (διαρκή, μεγάλα ελλείμματα προϋπολογισμών κλπ), η οποία είχε σαν αποτέλεσμα τη διαφυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, τη μαζική φοροδιαφυγή, την τεράστια  διαφθορά της πολιτικής εξουσίας, καθώς επίσης την υπερβολική αύξηση του δημοσίου χρέους (κάτι ανάλογο δηλαδή, όσον αφορά τη διαφθορά μόνο, με αυτό που συνέβη στην Ελλάδα). Η ανεύθυνη αυτή πολιτική της διεφθαρμένης ηγεσίας του Μεξικού, είχε δημιουργήσει έναν υπερπληθωρισμό, ο οποίος απειλούσε να καταστρέψει σε ελάχιστο χρονικό διάστημα όλη τη χώρα.

Το ΔΝΤ έθεσε σαν προϋπόθεση για την παροχή δανείων προς την κυβέρνηση του Μεξικού, τον άμεσο περιορισμό των δημοσίων δαπανών, το «πάγωμα» των μισθών, καθώς επίσης τη λήψη αντιπληθωριστικών μέτρων – ουσιαστικά με εγγύηση την παραγωγή πετρελαίου του Μεξικού, από το οποίο εξασφάλισαν ο Η.Π.Α. μεγάλες ποσότητες, σε εξαιρετικά συμφέρουσες τιμές (από τις εισαγωγές αυτές εξοφλήθηκε στην πραγματικότητα, πολλαπλά φυσικά, το ΔΝΤ).  

Το ΔΝΤ λοιπόν αποφάσισε να εφαρμόσει την ίδια πολιτική στην κρίση της Ασίας – ανάλογη δηλαδή με αυτήν του Μεξικού, παρά το ότι οι αιτίες εδώ ήταν εντελώς διαφορετικές. Αναλυτικότερα, οι χώρες της περιοχής (Ινδονησία, Ταιβάν, Ν. Κορέα κλπ) είχαν υποχρεωθεί από τις Η.Π.Α. στις αρχές της δεκαετίας του ’90 (ασκήθηκαν τεράστιες πολιτικές πιέσεις εκ μέρους της υπερδύναμης), να καταργήσουν όλους τους νόμους, οι οποίοι εμπόδιζαν την ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων. Ουσιαστικά λοιπόν οι Η.Π.Α. επέβαλλαν τις δέκα εντολές του κεφαλαίου, «απελευθερώνοντας» εντελώς τις τοπικές χρηματαγορές.

Το αποτέλεσμα ήταν η μαζική επέλαση των βραχυπρόθεσμων κερδοσκοπικών κεφαλαίων στις ασιατικές χώρες, με στόχο την εξασφάλιση άμεσων και υπερβολικών κερδών. Τα κεφάλαια αυτά κατέστρεψαν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα τις οικονομίες όλων των χωρών, στις οποίες εισέβαλλαν αφού, αντί να χρηματοδοτούν μακροπρόθεσμα βιομηχανικές και λοιπές επενδύσεις, με λογικά κέρδη, αναζητούσαν τη γρήγορη και υπερβολική κερδοσκοπία.

Έτσι δημιούργησαν τεράστιες κερδοσκοπικές φούσκες στην περιοχή – ειδικά στο χώρο της ακίνητης περιουσίας οι οποίες, όταν «έσπασαν», παρέσυραν τις οικονομίες όλων των χωρών στην καταστροφή (ουσιαστικά κάτι ανάλογο συνέβη στην Ιρλανδία και στην Ισπανία, οδηγώντας τον ιδιωτικό τομέα τους στην υπερχρέωση).

Οι ασιατικές λοιπόν «τίγρεις» αναγκάσθηκαν να ζητήσουν τελικά τη «βοήθεια» των πυροσβεστών του ΔΝΤ, οι οποίοι βέβαια εργαζόταν προς όφελος της χώρας, η οποία προκάλεσε τις πυρκαγιές. Φυσικά το «ταμείο» αντέδρασε θετικά στην αρχή, παρέχοντας τα δάνεια που του ζητήθηκαν – αφού ο πραγματικός σκοπός του ήταν να προστατεύσει από τη χρεοκοπία τις τράπεζες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, τα επενδυτικά κεφάλαια, τους ιδιώτες κερδοσκόπους κλπ (κυρίως αμερικανούς), οι οποίοι είχαν επενδύσει τεράστια ποσά στην ασιατική φούσκα των ακινήτων, «στοιχηματίζοντας» στη συνέχεια στο «σπάσιμο» της, το οποίο θα προκαλούσε τη ραγδαία υποτίμηση των νομισμάτων τους (όπως για παράδειγμα ο G. Soros, ο οποίος πουλούσε ανοιχτά το νόμισμα της Ινδονησίας, οδηγώντας την στη χρεοκοπία).

Τα πρώτα δάνεια λοιπόν δόθηκαν, σε συμφωνία με το ΔΝΤ, με την προϋπόθεση να χρησιμοποιηθούν από τις κυβερνήσεις της Ινδονησίας, της Ταϊλάνδης και της Ν. Κορέας, για την εξόφληση των ξένων κερδοσκόπων. Αμέσως μετά, αφού εξοφλήθηκαν δηλαδή οι «δυτικοί» κερδοσκόποι, ακολούθησε η «θεραπεία-σοκ», με την υποχρέωση των τοπικών πληθυσμών σε μία καταστροφική  υφεσιακή πολιτική λιτότητας άνευ προηγουμένου. Οι μισθοί κατακρεουργήθηκαν, οι δαπάνες για την Υγεία, την Παιδεία κλπ. περιορίσθηκαν στο ελάχιστο και τα δάνεια προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σταμάτησαν σχεδόν εξ ολοκλήρου.

Από τη Ν. Κορέα μέχρι την Ινδονησία, εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων έχασαν τις θέσεις απασχόλησης τους, οδηγούμενοι στην ανεργία, ενώ απαγορεύθηκε στα κράτη να προσφέρουν οποιουδήποτε είδους βοήθεια στους πληγέντες Πολίτες τους. Πολλά σχολεία έκλεισαν, τα φάρμακα στα νοσοκομεία τελείωσαν, οι άνθρωποι πέθαιναν στους δρόμους, η εγκληματικότητα ξεπέρασε ακόμη και την πιο νοσηρή φαντασία, ενώ η πείνα και η έλλειψη τροφής έφτασαν στο απροχώρητο. Ένας ολόκληρος τομέας της μεσαίας τάξης, η οποία ανήκε στους κερδισμένους της προηγούμενης δεκαετίας, έπαψε πια να υπάρχει.

Όπως πάντα, αυτοί που πλήρωσαν τα περισσότερα ήταν τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα, ενώ η λεηλασία της ιδιωτικής περιουσίας (ακίνητα, οικόπεδα κλπ), μέσω της υπερβολικής φορολόγησης, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Πολλές κοινωφελείς επιχειρήσεις «αποκρατικοποιήθηκαν», καταλήγοντας στην ιδιοκτησία των ξένων πολυεθνικών σε τιμές ευκαιρίας, το κόστος ζωής εκτινάχθηκε στα ύψη, ενώ η δημόσια περιουσία περιήλθε στα χέρια των εισβολέων – πάντοτε με νομιμοφανείς, απόλυτα διαφανείς διαδικασίες.

Η επέλαση του ΔΝΤ δεν είχε τελικά να ζηλέψει τίποτα, σε σχέση με τη διεξαγωγή ενός συμβατικού πολέμου – αφού άφησε ανθρώπινα ερείπια στο πέρασμα της και κοινωνίες που δεν πρόκειται ποτέ να συνέλθουν, από το σοκ της απόλυτης εξαθλίωσης και της καταστροφής. Σε κάθε περίπτωση, οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής της Ασίας δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσουν τα βασανιστήρια που υπέστησαν από τους αιμοχαρείς μισθοφόρους των τοκογλύφων, οι οποίοι δεν έχουν κανενός είδους ηθικούς φραγμούς, όταν «εκτελούν» τις απίστευτες εντολές της «σκιώδους» ηγεσίας τους. 

Ολοκληρώνοντας, επιθυμούμε να τονίσουμε ξανά ότι, η πλέον ανώδυνη και έντιμη ταυτόχρονα λύση για τη χώρα μας, είναι ο διακανονισμός της αποπληρωμής του δημοσίου χρέους μας μακροπρόθεσμα – ή δυνατόν σε σαράντα ισόποσες ετήσιες δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το εκάστοτε βασικό της ΕΚΤ.

Για όσους θεωρούν αδιανόητο ένα τόσο χαμηλό επιτόκιο (1,25%), είναι ίσως αρκετό να υπενθυμίσουμε ότι, η ΕΚΤ δανείζει σήμερα τις εμπορικές τράπεζες με ανάλογα χαμηλό επιτόκιο – επιτρέποντας τους να δανείζουν αυτές το κράτος, με κατά πολύ μεγαλύτερο (άνω του 5%). Με τον τρόπο αυτό συνεχίζουν να ισχυροποιούνται οι τράπεζες, εις βάρος των Ελλήνων Πολιτών – κάτι που πολύ δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί δίκαιο.     

 

Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 14. Απριλίου 2011, viliardos@kbanalysis.com      

 * Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2328.aspx

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.