Εγκώμια
Του Αλέξη Γκλαβά
Μεγάλη Παρασκευή βράδυ σε χωριό του Ν. Αχαΐας. Συνηθίζω να πηγαίνω από την αρχή των ακολουθιών και πηγαίνοντας στο ψαλτήρι, βοηθώ – κατά δύναμιν – τον ψάλτη του χωριού. Φέτος αιφνιδιάστηκα όταν – αντί των συνηθισμένων βιβλίων, όταν έφθασε η ώρα των εγκωμίων – είδα να διανέμονται φωτοτυπίες, οι οποίες έφεραν την εξής σημείωση:
«Παραθέτωμεν ενταύθα τα υπό της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος εγκριθέντα εγκώμια, 33 εκάστης των τριών στάσεων – εκτός του Δόξα, Και νυν – ως ταύτα εταξινομήθησαν και διωρθώθησαν υπό των αειμνήστων, Μητροπολίτου Κίτρους Κωνσταντίνου και Εμμ. Φαρλέκα, πρωτονοταρίου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών».
Είναι γεγονός ότι, πολλοί των «πιστών» (εν οίς και έννιοι των υπογραψάντων για το «δημοψήφισμα»), ισχυρίζονταν ότι, παρατραβάει η ακολουθία. Είναι επίσης γεγονός ότι, μερικά από τα κείμενα παρουσίαζαν δυσκολίες στο ψάλσιμο και απαιτούσαν κάποιες μικροεπεμβάσεις όπως παρατονισμό μιας λέξης, κόψιμο ενός άρθρου ή και αλλαγή της σειράς των λέξεων, κυρίως λόγω λαθών στην μεταφορά από λινοτυπείου εις λινοτυπείον. Μια δουλειά που έχει γίνει με εξαιρετικό σεβασμό και γνώση της ποιητικής τέχνης στην Ανθολογία που πιο κάτω αναφέρεται.
Αναρωτιέμαι όμως με ποιο θράσος, ποιο δικαίωμα και ποια κριτήρια άγγιξαν τα έξοχα αυτά ποιητικά κείμενα, κόβοντας και ράβοντας, αφαιρώντας και προσθέτοντας αλλά και αντικαθιστώντας κάποια απ’ αυτά με δικές (;) τους ποιητικές συνθέσεις, άτεχνες εν πολλοίς και εμφανώς εμβόλιμες για τους γνωρίζοντες. Είχα την υπομονή να συγκρίνω το φυλλάδιο της Ιεράς Συνόδου, με τα εγκώμια που καταγράφονται στο «Ωρολόγιον το Μέγα» (έκδοσις οίκου Μ. Ι. Σαλιβέρου 1897), την ποιητική ανθολογία «Η Ελληνική ποίηση ανθολογημένη» των Μάρκου Αυγέρη, Βασίλη Ρώτα, Θρ. Σταύρου και Μ.Μ. Παπαϊωάννου (εκδ. Παρθενών, 1977), μία νεώτερη Ιερά Σύνοψη (εκδόσεις «Αστήρ» 1980) και ένα από τα βιβλιαράκια που κυκλοφορούν με τίτλο «Μεγάλη Εβδομάς».
Από την Πρώτη κι όλας στάση καταλαβαίνουμε τι θα μας προκύψει. Τα 73 (της Ποιητικής Ανθολογίας), ή 64 (του Ωρολογίου του Μεγάλου), δεν έχουν περιορισθεί σε 33 (όπως στη σημείωση αναφέρεται), αλλά σε λιγότερα, αφού κάποια απ’ αυτά έχουν αντικατασταθεί από εγκώμια που δεν υπάρχουν σε καμία από τις εκδόσεις που προανέφερα, επιτρέποντάς μου να συμπεράνω ότι αποτελούν ποιητικές συνθέσεις των «διορθωτών».
Στην Δεύτερη στάση έχει γίνει σφαγή. Εκπληκτικής ωραιότητας κείμενα έχουν παραληφθεί, όπως το «Χλαίναν εμπαιγμού» ή το «Ώσπερ πελεκάν» και παρεισφρύουν κι εδώ ποιητικά κείμενα των «διορθωτών (;)», όπως το «Είδε τον σεισμόν…».
Στην Τρίτη στάση ένα «νυν» έχει ξεφυτρώσει εκεί που δεν το έσπειραν στο «Αι γενεαί πάσαι», μετατρέποντάς το σε «Αι γενεαί νυν πάσαι», έτσι για να μπερδευτεί ο παπάς του χωριού και εκεί που τράβηξε λίγο το «αι» να του προκύψει ένα «νυν» και να μην ξέρει τι να το κάνει. Επίσης, μετά το «έρραναν τον τάφον», έχουν προστεθεί επτά (7) ποιητικές συνθέσεις, άσχετες με τα παλαιά εγκώμια, άτεχνες ποιητικά, (η μία των οποίων – κυριολεκτικά – για γέλια) και άλλη μία υμνούσα τους κατά τόπον επισκόπους. (Δεν τους έφθανε φαίνεται το «Εν πρώτοις μνήσθητι Κύριε του αρχιεπισκόπου…»).
Αυτά συμβαίνουν στην Εκκλησία της Ελλάδος Αρχιεπισκοπούντος του – κατά την δική του έκφραση – «παραδοσιακότερου των Ελλήνων». (Αναρωτιέμαι ποια θα είναι η επόμενη κίνηση. Η περικοπή του κανόνος της Αναστάσεως του Δαμασκηνού; Ή κάποιος άλλος αοίδιμος αδικημένος ποιητής, θα βάλει χέρι στον Ρωμανό τον Μελωδό;) Κι όταν η παράδοση δέχεται, επί πρωτοκαθεδρίας του παραδοσιακότερου, τέτοιο «Ράπισμα χειρών» και περιβάλλεται «Χλαίναν εμπαιγμού» (λογοκριμένα αμφότερα από την σειρά των «εγκεκριμένων» εγκωμίων), σκεφθείτε τι θα γίνει αργότερα.
Αλέξης Γκλαβάς