Περί δουλείας ελευθερίας του ανθρώπου – Μέρος ΙΙΙ

 Περί δουλείας και ελευθερίας του ανθρώπου – Μέρος ΙΙΙ

Του Νικολάι Μπερδιάγεφ [Μετάφραση: Τασίας Ευθυμιάδου-Αλισανδράτου]


 

Από την «Πνευματική αυτοβιογραφία»

ΔΕΝ ΕΧΩ την πρόθεση να μιλήσω για την ερωτική μου ζωή. Αισθάνομαι απέχθεια για κάθε ομολογία πάνω σ’ αυτό το θέμα. Δεν θα αποκαλύψω ούτε την ιδιαίτερη ζωή μου ούτε προ παντός τις ιδιαίτερες σχέσεις μου με τα πρόσωπα στα οποία χρωστώ πολλά. Τέτοιος δεν είναι ο χαρακτήρας του βιβλίου αυτού. Τα ηθικά πάθη – πάθη και όχι κανόνες – κυριαρχούν σε μένα. Γι’ αυτό συγκαταλέγω τον εαυτό μου ανάμεσα στους ερωτικούς φιλοσόφους. Η ομορφιά της αυθόρμητης απάρνησης είναι ίσως αυτό που με θέλγει περισσότερο.

Αλλά ανήκω, ίσως, σ’ εκείνη την ανθρώπινη φυλή και σ’ εκείνη τη ρωσική γενιά που θεωρούσε την οικογένεια και την τεκνογονία ως κάτι το κοινότοπο ενώ ο έρωτας ήταν η αληθινή ζωή. Θα ήθελα εδώ να ανακοινώσω μερικές από τις παρατηρήσεις μου και την άμεση αντίληψη (intuitions) που βασίζονται στην πείρα. Εμελέτησα αρκετά τις σχέσεις που υπάρχουν ανάμεσα στους διάφορους τύπους έρωτος, προ παντός ανάμεσα στην αγάπη-συμπόνια και την αγάπη-έρωτα, την φιλευσπλαχνία και την ερωτικήν αγάπη. Το φύλο δεν είναι καθόλου μια λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού, συνδέεται με ολόκληρο το ον, πράγμα που έχει αναγνωρισθεί από την νεώτερη επιστήμη. Το φύλο πιστοποιεί τον ανθρώπινο εκπεσμό και ο άνθρωπος αισθάνεται ντροπή και ταπείνωση γι αυτό. Έχει πάντα κανείς κάπως την επιθυμία ν’ αποκρύψει την αλήθεια πάνω σ' αυτό το θέμα. Η αγάπη-συμπόνια δεν κρύβεται, ενώ έχουμε την τάση να κρατάμε μυστικό τον σεξουαλικό έρωτα. Αυτό πάντα μου έκανε πολλήν εντύπωση. Η ίδια η σεξουαλική πράξη έχει κάτι το τερατώδες. Ο Λεονάρδος ντα Βίντσι είπε αυτό το ουσιαστικό πράγμα: η ασχήμια του σεξουαλικού οργάνου είναι τόσο μεγάλη, που το ανθρώπινο γένος δεν θα υπήρχε αν η έμμονη ιδέα δεν έμπαινε στο παιχνίδι. Υπάρχει στην σεξουαλική ζωή κάτι που χαμηλώνει τον άνθρωπο. Μονάχα, στις μέρες μας, αποκαλύφθηκε η σεξουαλική ζωή. Και ο άνθρωπος αποδείχτηκε τεμαχισμένος: όπως ο Freud στην ψυχανάληση, όπως επίσης το νεώτερο μυθιστόρημα. Είναι η αναισχυντία της εποχής μας, αλλά είναι επίσης και η αύξηση της γνώσης του ανθρώπου. Είχα πάντα τη γνώμη ότι έπρεπε να διακρίνουμε ανάμεσα στον Έρωτα και το φύλο, την ερωτική αγάπη και την φυσιολογική ζωή. Αυτές οι σφαίρες διασταυρώνονται αλλά είναι διαφορετικές. Η ζωή του φύλου είναι απρόσωπη και ανήκει στο γένος, ο άνθρωπος αποδεικνύεται μέσα σ’ όλ’ αυτά το παιγνίδι του φυλετικού στοιχείου. Μην έχοντας τίποτε το ατομικό, η σεξουαλική πράξη συνδέει τον άνθρωπο με ολόκληρο τον ζωϊκό κόσμο. Στην σεξουαλική έλξη, η ανθρώπινη προσωπικότητα δεν εδραιώνεται, αλλά συνθλίβεται. Το φύλο αγνοεί το άτομο, είναι ανελέητο απέναντι στον άνθρωπο, έτοιμο ν’ αρνηθεί την ανθρωπότητα. Η ατομικοποίηση της έλξης καθορίζει όρια στη δύναμη του φύλου. Ο έρωτας, αντίθετα, είναι προσωπικός, ατομικός, προσανατολισμένος προς το μοναδικό και αναντικατάστατο πρόσωπο, ενώ η σεξουαλική έλξη συγκατατίθεται στην υποκατάσταση και η υποκατάσταση είναι πραγματικά δυνατή. Μια δυνατή ερωτική αγάπη μπορεί μάλιστα να εξασθενίσει την σεξουαλικήν έλξη, αντί να την αυξήσει. Ο ερωτευμένος έχει λιγώτερη εξάρτηση από την φυσιολογική ανάγκη, η αποχή του φαίνεται πιο εύκολη, μπορεί μάλιστα να γίνει ασκητής. Ο έρωτας αναφέρεται πάντα στο ιδιαίτερο, ποτέ στο γενικό. Η ερωτική αγάπη έχει την πηγή της μέσα στο φύλο, έξω από το οποίο δεν υπάρχει. Αλλά, στον έρωτα, το φύλο δαμάζεται, εξαγοράζεται από μια καινούργια αρχή. Ο Έρωτας έχει άλλη καταγωγή, προέρχεται από έναν διαφορετικό κόσμο. Η φύση του είναι αρκετά πολύπλοκη και πολύ αντιφατική δημιουργεί αναρίθμητες συγκρούσεις μέσα στην ανθρώπινη ζωή και προκαλεί δράματα.

Διέκρινα στον εαυτό μου αυτή τη σύγκρουση: ο Έρωτας με τραβούσε και περισσότερο ακόμη με απωθούσε. Όταν ανάφεραν μπροστά μου ερωτικούς δεσμούς, συνηγορούσα υπέρ των ερωτευμένων και για το δικαίωμα που είχαν στον έρωτα, χωρίς ποτέ να τους κατηγορήσω, αλλά αισθανόμουν κάποτε μιαν ενστικτώδη αηδία και προτιμούσα να τ’αγνοώ όλα. Υπεράσπιζα με πάθος την ελευθερία του έρωτα και αγανακτούσα με τους αντιπάλους του. Η φαρισαϊκή ηθικολογία και τα κηρύγματα για την αρετή μου ήταν μισητά, ανυπόφορα. Μ’ ενδιέφερε περισσότερο, νόμιζα κάποτε, η ελευθερία από τον έρωτα. Ο γνήσιος έρωτας είναι ένα πολύ σπάνιο λουλούδι. Η θυσία του έρωτα στο όνομα της ελευθερίας μου φαινόταν το ίδιο θελκτική όπως και η ίδια η ελευθερία του έρωτα. Θυσιασμένος, πνιγμένος στο όνομα της ελευθερίας η της συμπόνιας, ο έρωτας κερδίζει σε βάθος και αποκτά μια ξεχωριστή σημασία. Τα πρόσωπα που κατέχονταν αποκλειστικά από τον έρωτά τους, μου ήταν δυσάρεστα, ορισμένες ερωτικές εκδηλώσεις με αγανακτούσαν. Αλλά η διονυσιακή φύση του έρωτα τον ανεβάζει εύλογα πάνω από τον νόμο. Εδοκίμαζα με πολύ ζωηρό τρόπο την σύγκρουση του Έρωτα τόσο με την συμπόνια όσο και με την ελευθερία. Δεν έχει κανείς το δικαίωμα ν’ αρνηθεί τον έρωτα και την ελευθερία του, στο όνομα του καθήκοντος, του νόμου, της κοινής γνώμης με τους κανονισμούς της, αλλ’ αυτή η άρνηση επιτρέπεται στο όνομα της συμπόνιας και της ελευθερίας. Ο έρωτας παραμορφώνεται τόσο, βεβηλώνεται και εκχυδαΐζεται τόσο από τον ξεπεσμό της ζωής μας που είναι σχεδόν αδύνατο να προφέρουμε ερωτικές λέξεις, πρέπει να βρούμε καινούργιες λέξεις. Ο γνήσιος έρωτας ξεπροβάλλει τότε μέσα από μια συνάντηση προκαθορισμένη από το πεπρωμένο. Αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις είναι το τυχαίο που αποφασίζει, σε άλλες περιστάσεις θα μπορούσαμε να βρούμε κάποιον που θα μας ταίριαζε καλύτερα. Έτσι εξηγείται ένας τόσο μεγάλος αριθμός ακαταλόγιστων γάμων.

H ανάμιξη της κοινωνίας στην ιδιωτική ζωή του ατόμου με αγανακτούσε. Διαμαρτυρόμουν βίαια ενάντια στους κοινωνικούς περιορισμούς των δικαιωμάτων του και μου συνέβαινε να έχω γι’αυτό το πράγμα πραγματικές κρίσεις μανίας. Ο έρωτας είναι μια περιοχή βαθύτατα προσωπική, η κοινωνία δεν πρέπει να ανακατεύεται. Γενικά, την «κοινωνία», δεν την αγαπώ καθόλου! Είμαι ένας άνθρωπος επαναστατημένος εναντίον της κοινωνίας. Όταν πρόκειται για αγάπη ανάμεσα σε δυο ανθρώπους, ένας τρίτος είναι περιττός, έλεγα στο Destination de l’homme. Αν μου ανάφεραν την περίπτωση ενός παράνομου έρωτα, απαντούσα ότι αυτό δεν αφορούσε κανένα και λιγώτερο ακόμη αυτόν που το ανακοίνωνε. Ο έρωτας είναι πάντα παράνομος. Ένας νόμιμος έρωτας είναι ένας πεθαμένος έρωτας. Η νομιμότητα δεν έχει γίνει παρά για την καθημερινή ζωή, αλλά ο έρωτας είναι τοποθετημένος πέρα απ’ όλα αυτά. Ο κόσμος θα έπρεπε ν’ αγνοεί τα πάντα για τον έρωτα δύο όντων. Ο θεσμός του γάμου έχει την αναισχυντία να κάνει δημόσιο ό,τι θα έπρεπε να είναι μυστικό, προστατευμένο από τη ματιά του ξένου. Στη θέα ενός ζευγαριού αισθανόμουν μια ξεχωριστή στενοχώρια ωσάν να κατασκόπευα εκείνη την στιγμή ό,τι ώφειλα ν’ αγνοώ. Είναι μια μέθοδος από τις πιο προσβλητικές μέσα στην ανθρώπινη Ιστορία η μέθοδος της κοινωνιοποίησης του φύλου και του έρωτα, ακρωτηριάζοντας την ανθρώπινη ζωή προκαλεί αναρίθμητους πόνους. Η οικογένεια είναι ένας απαραίτητος κοινωνικός θεσμός που υπόκειται στους ίδιους νόμους στους οποίους υπακούουν το Κράτος, η οικονομία, κλπ. Πολύ δεμένη με την οικονομική τάξη, η οικογένεια δεν έχει σχεδόν τίποτε κοινό με τον έρωτα εκτός από την αγάπη-φιλευσπλαχνία ή, πολύ έμμεσα, με το φύλο. Τα στοιχεία υποδούλωσης υπήρξαν πάντα ισχυρά μέσα στην οικογένεια και υπάρχουν ακόμη ως σήμερα. Η οικογένεια είναι ένας ιεραρχικός θεσμός που στηρίζεται πάνω στην κυριαρχία και την υποταγή. Κοινωνιοποιημένος από την οικογένεια, ο έρωτας πνίγεται μέσα σ' αυτήν. Βάση της οικογένειας, ο γάμος είναι ένα μυστήριο πολύ προβληματικό. Ο χριστιανισμός δεν κατέχει ένα μυστήριο γάμου δικό του, επικυρώνει απλώς τον ειδωλολατρικό και τον ιουδαϊκό γάμο.

Αυτό το φυσικό μυστήριο κοινωνιοποιεί ό,τι είναι αδιόρατο από τη φύση του την ίδια, τόσο για την κοινωνία όσο και για την Εκκλησία, ως εξωτερική θρησκευτική κοινωνία. Τον γνήσιον έρωτα θα έπρεπε να αναγνωρίσουμε ως γνήσιο μυστήριο που είναι αδύνατο να το κοινωνιοποιήσουμε ή να το υποβάλουμε στον ορθολογισμό. Από δω προέρχεται η τραγική μοίρα του έρωτα μέσα στις ανθρώπινες κοινωνίες: η κοινωνία αποδιώχνει τον έρωτα. Ο εραστής με την πιο υψηλή σημασία της λέξης, είναι ένας εχθρός της κοινωνίας. Η παγκόσμια λογοτεχνία και κατ’αρχήν οι προβηγκιανοί τροβαδούροι μιλούσαν για τα δικαιώματα του έρωτα, κυρίως για τον έρωτα που δεν ήταν Κοινωνιοποιημένος, και για την ευγένειά του. Αυτό είναι ακριβώς που αποτελεί την τεράστια θρησκευτικήν αξία της λογοτεχνίας. Αποκλείω εδώ την λογοτεχνία που κατατρύχεται από το φύλο. Η θεολογία όπως επίσης και η ηθική και η νόμιμη κοινή γνώμη ήταν πάντα εχθρικές απέναντι στην λογοτεχνία σχετικά μ’ αυτό το θέμα και την ανέχθηκαν με αρκετή δυσαρέσκεια. Πάνω σ’ αυτό οφείλω να πω ότι παρά τη μεγάλη μου αγάπη για τον Λ. Τολστόι, ήμουν απόλυτα αντίθετος με τη βασική ιδέα της Άννας Καρένινας: δεν είναι ο έρωτας της Άννας και του Βρόνσκυ, είναι οι συζυγικές σχέσεις της Άννας και του Καρένιν πού θεωρώ εγκληματικές. Το θέμα του διαζυγίου μου φαινόταν επιπόλαιο. Δεν είναι το δικαίωμα για διαζύγιο που θέτει το πραγματικό πρόβλημα – το δικαίωμα αυτό πρέπει ασφαλώς να είναι δεκτό – αλλά η υποχρέωση για διαζύγιο σε περίπτωση σβησμένης αγάπης! Η συζυγική ένωση χωρίς αγάπη είναι ανήθικη, μόνο η αγάπη δικαιώνει τα πάντα, η αγάπη-έρως και η αγάπη-συμπόνια. Τα παιδιά, είναι ένα πρόβλημα τελείως διαφορετικό, πολύ σημαντικό, αναμφίβολα. Αλλά όταν οι γονείς δεν αγαπιούνται, αυτό έχει μια κακή απήχηση στα παιδιά. Η άποψή μου, το ξέρω, θα κριθεί ως αντικοινωνική και επικίνδυνη. Λοιπόν, χαίρομαι γι’ αυτό. Αν ή οικονομική κοινωνιοποίηση είναι δίκαιη και επιθυμητή, η κοινωνιοποίηση μέσα στην Ιστορία του ίδιου του ανθρώπου είναι μια πηγή δουλείας και μαρτυρεί το αντιδραστικό πνεύμα. Ό,τι αποκρούω, προ παντός, είναι η κατηγορία του κινδύνου. Ο κίνδυνος δεν είναι καθόλου ένα κακό πράγμα, πρέπει ο άνθρωπος να περνά από κινδύνους.

Το «Que faire?» του Τσερνυτσέφσκι είναι ένα έργο απογυμνωμένο από φιλολογικό ταλέντο και βασίζεται σε μιαν αδύνατη φιλοσοφία. Αλλ’ από κοινωνική και ηθική άποψη είμαι εντελώς σύμφωνος με τον Τσερνυτσέφσκι τον οποίον εκτιμώ πολύ. Έχει πολύ δίκιο, είναι πολύ ανθρώπινος όταν διακηρύσσει την ελευθερία του συναισθήματος και όταν επαναστατεί κατά της ζήλειας. Υπάρχει εξ άλλου στο βιβλίο του που τόσο συκοφαντήθηκε από τους κύκλους της δεξιάς, πολλή καθαρότητα και πολύς ασκητισμός. Ο Τσερνυτσέφσκι, ένας από τους καλύτερους ανθρώπους της Ρωσίας, ένιωθε ο ίδιος για την γυναίκα του μιαν αγάπη βαθειά και συγκινητική. Τα γράμματα που της έστελνε από τα κάτεργα αποτελούν ένα δείγμα έρωτα εξαιρετικά σπάνιου στη ζωή των ανθρώπων. Η ελευθερία του έρωτα και της πίστης του ήταν απόλυτη. Αυτός ο μηδενιστής-ωφελιμιστής είχε τη λατρεία του Αιωνίου Θήλεος συγκεντρωμένη σε μια μοναδική γυναίκα, ήταν ο Έρως συγκεκριμένος και όχι αφηρημένος. Ο Τσερνυτσέφσκι είχε την τόλμη να επαναστατήσει κατά της ζήλειας που είναι στενά δεμένη με τον Έρωτα. Εθεωρούσα πάντα το συναίσθημα της ζήλειας ως ευτελές, δουλικό και υποδουλωτικό, αναφερόμενο, αν και ταπεινωμένο, στο ένστικτο της ιδιοκτησίας και της κυριαρχίας. Η ζήλεια είναι ασυμβίβαστη με την ελευθερία του ανθρωπίνου όντος. Πρέπει ν’ αναγνωρίσουμε τα δικαιώματα του έρωτα, να πολεμήσουμε τα δικαιώματα της ζήλειας και να πάψουμε να την εξιδανικεύουμε. Αυτό ακριβώς έκαμε, με ευθύγραμμο και απλοποιημένο τρόπο, χωρίς ψυχολογικήν εκλέπτυνση, ο Τσερνυτσέφσκι.

Η ζήλεια είναι μια τυραννία και η γυναικεία ζήλεια είναι η πιο άθλια. ζωντανεμένη από ένα δαιμονιακό φύραμα που ανήκει δυνάμει στην γυναικεία αγάπη, μπορεί να μεταβάλει την γυναίκα σε μαινάδα. Υπάρχουν δαιμονιακές γυναίκες, εγνώρισα μερικές από τα γράμματα τους. Τις είλκυε ο «αστρικός» έρωτας, είναι πολύ θλιβερές περιπτώσεις. Ο έρωτας του άντρα και ο έρωτας της γυναίκας είναι ασύμμετροι σε ό,τι αφορά τις απαιτήσεις και τις προσδοκίες. Ο αρσενικός έρωτας είναι μερικός, δεν κυριεύει ολόκληρο το ον. Ο έρωτας της γυναίκας είναι πιο απόλυτος, η γυναίκα κατέχεται απ’ αυτόν πιο εύκολα. Αυτό παρουσιάζει ένα θανάσιμο κίνδυνο. Υπάρχει μαγεία μέσα στον απόλυτον έρωτα της γυναίκας και υπάρχει πάντα μια δυσαναλογία με το ιδανικό της πρόσωπο. Η εικόνα της ομορφιάς είναι συχνά απατηλή. Η γυναίκα είναι καμμιά φορά ψεύτρα: είναι η αυτοάμυνα ενός όντος που έχει στερηθεί δικαιώματα δια μέσου των αιώνων και από την εποχή του θριάμβου της πατριαρχίας. Αλλά ο γυναικείος έρωτας μπορεί επίσης ν’ ανέβει στις πιο ψηλές κορυφές. Όπως η Solveig στον Ίψεν, η Βερονίκη στον Jouhandeau, που είναι εικόνες σωτήριας πίστης. Δεν είναι ο μη αμοιβαίος έρωτας που είναι στα μάτια μου ο πιο θλιβερός, αντίθετα προς την τρέχουσαν άποψη, αλλά ο έρωτας που θα μπορούσε κανείς να μοιρασθεί, πράγμα που είναι πιο συχνό. Ενυπάρχει ένα συναίσθημα ενοχής.

Οι στενές μου φιλίες ήταν συχνότερα με γυναίκες παρά άνδρες, ενόμιζα, ίσως άδικα, ότι εκείνες μ’ εκαταλάβαιναν καλύτερα. Η γυναίκα είναι προικισμένη με την εξαιρετικήν ικανότητα να κάνει να ξεπροβάλλουν ψευδαισθήσεις και να φαίνεται διαφορετική απ' ό,τι είναι πραγματικά. Αν και ευαίσθητος στη γυναικεία χάρη, ήμουν απόλυτα ξένος προς ό,τι ονομάζουν λατρεία του Αιωνίου Θήλεος, που αρέσκονταν τόσο να επικαλούνται στην αρχή του 20ού αιώνα, αναφερόμενοι στην belle-dame, στον Dante ή στον Goethe. Παρόλο πού δεν ήμουν αδιάφορος στο γυναικείο στοιχείο, δεν το συμπαθούσα πάντοτε. Καταλάβαινα κι εκτιμούσα τους trouvères, αυτούς τους πρώτους αγγελιοφόρους στην Ιστορία του πολιτισμού, της ιδανικής ερωτικής αγάπης. Αλλά αισθανόμουν εχθρός στην ανάμιξη του γυναικείου και ερωτικού στοιχείου στην θρησκευτική ζωή και στις σχέσεις με τον Θεό. Η έννοια του Ανδρογύνου που εθριάμβευε του φύλου, στον J. Boehme μου ήταν πιο συγγενική. Ήταν ένας καιρός που αντιδρούσα ζωηρά ενάντια στην λατρεία του Αιωνίου Θήλεος. Ο τύπος του Έρωτα στον W. Solovieff μου ήταν αντιπαθητικός, αν και είχα μεγάλην εκτίμηση για το έργο του Sens de l’amour που θεωρώ ως το ωραιότερο δοκίμιο, ίσως, που υπάρχει γι’αυτό το θέμα. Διακρίνω, εν τούτοις, μιαν αντινομία ανάμεσα στις αξιοπρόσεκτες ιδέες αυτού του δοκιμίου και στην θεωρία του για την σοφία. Παρόλ’ αυτά είναι αλήθεια ότι το γυναικείο στοιχείο είναι κοσμικό, βρίσκεται στη βάση της δημιουργίας και διά μέσου της θηλυκότητας ο άνδρας επικοινωνεί με την κοσμική ζωή. Ο σύμπας άνδρας είναι συγχρόνως κόσμος και άτομο.

Το φύλο ανήκει στην ζωή του είδους, η αγάπη στην ατομική ζωή. Μια αμείωτη αποστροφή για την ζωή του γένους μου ήταν έμφυτη. Η έγκυος γυναίκα με αηδίαζε κι αυτό μου προξενούσε θλίψη και μου φαινόταν κακό. Είχα ένα παράξενο συναίσθημα φόβου ανακατεμένου με ενοχή ακόμη πιο παράξενη. Δεν μπορώ εν τούτοις να πω ότι δεν αγάπησα τα παιδιά, το αντίθετο μάλλον είναι αληθινό. Ήμουν γεμάτος στοργή για τ’ ανήψια μου. Αλλά η πράξη της τεκνοποιίας που θεωρούσα ως μοιραία για το άτομο και ως διάλυσή του, μου φαινόταν εξ αιτίας αυτού εχθρική προς το άτομο. Όπως ακριβώς ο Κίρκεγκωρ, έβλεπα σ’ αυτήν το αμάρτημα και το κακό. Οι προοπτικές της αθανασίας του γένους είναι ασύμφωνες με τις προοπτικές της ατομικής αθανασίας. Επάνω σ’ αυτό το σημείο δεν συμμερίζομαι απλά και μόνο τις ιδέες του Solovieff, αλλά οι απόψεις μου και περισσότερο ακόμη τα συναισθήματά μου ήταν όμοια με τα δικά του, πριν ακόμη διαβάσω τα έργα του. Η ζωή του είδους μπορεί να προκαλέσει το συναίσθημα της συμπόνιας, αλλά όχι το ερωτικό συναίσθημα. Ο ιδανικός έρωτας είναι ασυμβίβαστος με την ζωή του είδους, αντιπροσωπεύει την νίκη του ατόμου πάνω στην αιματηρή και απρόσωπη αρχή του φύλου. Ο Έρωτας θριαμβεύει του φύλου. Μια ισχυρή ερωτική συγκίνηση κατέχει το βάθος του απείρου. Αλλά το φύλο δεν συμμετέχει πάντα στην μεταμορφωμένη ολοκληρωτική ζωή, μπορεί να παραμένει ένα στοιχείο έκπτωτο και απομονωμένο. Η απομόνωσή του δημιουργεί την αγωνία του φύλου και γίνεται εύκολα ένα στοιχείο διαλυτικό. Η αυτονομία του φύλου είναι απαράδεκτη. Έχει ήδη λεχθεί ότι ο έρωτας είναι μια έξοδος από την κοινωνική ρουτίνα, μόνος πιθανός αντιπερισπασμός για πολλούς ανθρώπους. Ο έρωτας είναι έτσι στην αρχή, καθώς εξελίσσεται υφίσταται εύκολα την επίδραση της ρουτίνας. Ο έρωτας κατέχει σύγχρονα το άπειρο και τον περιορισμό που προσδιορίζει όρια στο άπειρο. Είναι ένα άνοιγμα ανάμεσα από την αντικειμενοποιημένη φυσική και κοινωνική τάξη. Είναι το εισδυτικό όραμα του κάλλους του αγαπημένου οντος, το όραμά του μέσα στον Θεό, ο θρίαμβος πάνω στην ασχήμια που βασιλεύει μέσα στον έκπτωτο κόσμο. Αλλά, σ’ αυτόν τον κόσμο η αγάπη δεν θα μπορούσε ν’ αναπτυχθεί και αν η αγάπη-συμπόνια δεν ενωθεί με την αγάπην-έρωτα, οι συνέπειες του τελευταίου μπορούν ν’ αποδειχθούν καταστρεπτικές και οδυνηρές. Ο Έρωτας αφ’ εαυτού ενδέχεται να είναι σκληρός, πρέπει να δαμασθεί από την φιλευσπλαχνία. Μπορεί να ενωθεί με την Χριστιανικήν Αγάπη. Ο ανελέητος έρωτας είναι μισητός. Είναι ένα τεράστιο και δύσκολο θέμα ο συσχετισμός της ερωτικής αγάπης και της συμπόνιας, ο έρωτας που ανεβαίνει ελκόμενος από το κάλλος των κορυφών και ο έρωτας πού κατεβαίνει ελκόμενος από τη θλίψη του κόσμου που υποφέρει, κάτω. Ο πλατωνικός Έρωτας καθ’ εαυτόν είναι απρόσωπος, είναι προσανατολισμένος προς το κάλλος και τις θεϊκές κορυφές, όχι στο συγκεκριμένο όν. Αλλά, στον χριστιανικό κόσμο μεταμορφώνεται διαπερώμενος από το ατομικό στοιχείο. Ο σεξουαλικός πανθεϊσμός που τον υπερασπίσθηκε με τόση ζωηρότητα ο Rozanoff, δεν είναι ο Έρωτας, είναι μια επιστροφή στο ειδωλολατρικό φύλο: αντίθετος πόλος προς τις ιδέες του Solovieff και τις δικές μου. Αντίθετα προς την περσοναλιστική του θεωρία, ο Σολόβιεφ επηρεάστηκε έντονα από τον πλατωνικόν έρωτα που στρέφεται προς το Αιώνιον θήλυ του Θεού αλλά όχι προς την συγκεκριμένη γυναίκα.

Ο Έρωτας γεννά ελκυστικές ψευδαισθήσεις που είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς από την πραγματικότητα. Το ερωτικό όνειρο είναι μέσα στη φύση του ανθρώπου. Ο Chateaubriand δίνει μια πολύ ωραία περιγραφή. Αλλά υπάρχει μέσα στον Έρωτα ένας πραγματικός πυρήνας, άξιος της αιωνιότητας. Αυτό που είναι πολύ οδυνηρό είναι η λησμοσύνη που προδίδει την αιωνιότητα και την εγκαταλείπει στον χρόνο που φεύγει. Κάποτε ένα όνειρο θυμίζει το παρελθόν, η ψυχή τότε κυριεύεται από λύπη. Εκτός από μερικές σπάνιες στιγμές, η ερωτική πλευρά της ανθρώπινης ζωής είναι η πιο θλιβερή. Αν η λήθη μπορεί να προδώσει ό,τι υπήρξε πολύτιμο, η ανάμνηση μπορεί να ανασυγκροτήσει επίσης ό,τι είναι ανάξιο ανασύνθεσης. Δεν μου άρεσαν ποτέ οι αναμνήσεις αυτού του είδους και δεν τις έφερνα στο μυαλό μου ποτέ. Ο έρωτας είναι βαθύτατα ποτισμένος από τραγικότητα και ο δεσμός του με τον θάνατο δεν είναι συμπτωματικός. Υπάρχει μια τραγική σύγκρουση ανάμεσα στον έρωτα και την δημιουργική δραστηριότητα. Αυτό το θέμα το ανάπτυξε με μεγαλοφυΐα ο Ίψεν. Έβρισκα πάντοτε παράξενο να μπορούν να μιλάνε για χαρές του έρωτα. Μια βαθύτερη θέαση θα επέτρεπε να θυμηθούμε την τραγωδία και τις θλίψεις του έρωτα. Κοιτάζοντας ένα ευτυχισμένο ζευγάρι, αισθανόμουν μιαν απέραντη μελαγχολία. Ο έρωτας, λοιπόν, αγνοεί την πραγματοποίηση των ελπίδων του. Η συζυγική ζωή μπορεί να είναι σχετικά ευτυχισμένη, αλλά είναι μια κοινή ευτυχία. Αν υπήρξα ρομαντικός, υπήρξα χωρίς ψευδαισθήσεις και χωρίς ελπίδες, ανίκανος να εξιδανικεύσω την πραγματικότητα – ένας ρομαντικός υπερβολικά πραγματιστής. Όσο για την κοινωνική πλευρά του έρωτα, αισθανόμουν τον εαυτό μου επαναστάτη, κατήγγελα την ευτέλεια της οργανωμένης και τυραννικής ρουτίνας και εκήρυττα την επανάσταση σ’ αυτόν τον τομέα. Είχα το πάθος της ελευθερίας, ελευθερίας του έρωτα επίσης, παρόλο που η δουλεία του έρωτα μου ήταν πολύ γνωστή. Αλλά η αγάπη-ευσπλαχνία, η αγάπη-συμπόνια με συγκινούσαν πιο βαθειά, ενώ αντίθετα ήμουν εχθρός του εγωκεντρικού και άπληστου έρωτα. Ο έρωτας λοιπόν, μπορεί να είναι υπερφυσικός και να συνδέεται με το ύψιστο νόημα της ζωής. Αλλ’ αυτό είναι σπάνιο.

 

ΠΗΓΗ: http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/berdayev_douleia.html

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.