Παιδεία: πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι
Συνέντευξη του Βένιου Αγγελόπουλου στη Μαρία Μητσοπούλου*
Πως βλέπετε την πολιτική της κυβέρνησης όσον αφορά την παιδεία και ειδικότερα την τριτοβάθμια εκπαίδευση;
Αυτό που χαρακτηρίζει την κυβερνητική πολιτική στην ανώτατη παιδεία είναι η αναξιοπιστία της. Ξεκινάνε από τις διαπιστώσεις των ελλείψεων του εκπαιδευτικού μας συστήματος, ελλείψεις τις οποίες έχουμε παρουσιάσει ως Συσπείρωση Πανεπιστημιακών, αλλά και ευρύτερα ως Αριστερά.
Από την ύπαρξη κυκλωμάτων, την οικογενειοκρατία, την αδιαφάνεια, το νεποτισμό που βέβαια, δεν χαρακτηρίζουνε μονάχα το πανεπιστήμιο αλλά χαρακτηρίζουνε όλη την ελληνική κοινωνία και είναι τελείως φυσιολογικό ότι μη όντας σε γυάλινο πύργο το πανεπιστήμιο υφίσταται και αυτό τις στρεβλώσεις της κοινωνίας. Ξεκινάνε από αυτές τις διαπιστώσεις και προτείνουν μέτρα τα οποία όχι απλώς δεν τις καταπολεμούν αλλά τις επιτείνουν.
Τι εννοείτε; Θα μπορούσατε να αναφέρετε μερικά παραδείγματα;
Λένε π.χ. ότι η δημοκρατία εφαρμόζεται πλημμελώς. Λόγω κομματοκρατίας. Προφανώς αυτοί οι οποίοι βάζουν την κομματοκρατία στο πανεπιστήμιο είναι τα κόμματα τα ίδια και μάλιστα τα κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία. Αυτοί τροφοδοτούν την κομματοκρατία και αυτοί τροφοδοτούνται από την κομματοκρατία στο πανεπιστήμιο. Πώς όμως καταπολεμούν την έλλειψη – κατά τη γνώμη τους – δημοκρατίας και την κομματοκρατία; Δίνοντας σε «αριστίνδην» διορισμένους τη διοίκηση του πανεπιστημίου; Θεραπεύουν τη δημοκρατία καταργώντας της δημοκρατία. Ακριβώς το ίδιο έκανε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος όταν διαπίστωσε ότι η δημοκρατία ήταν άρρωστη και την έβαλε στο γύψο για 7 χρόνια. Τηρουμένων των αναλογιών, η μη ύπαρξης ευθύνης απέναντι στο σώμα των επιστημόνων, αλλά η ύπαρξη ευθύνης απέναντι στην πολιτική εξουσία η οποία θα χαρακτηρίζει τα Συμβούλια Διοίκησης και η επακόλουθη υποταγή στα κελεύσματα της πολιτικής εξουσίας κάθε άλλο παρά εκδημοκρατισμό του πανεπιστημίου δείχνει.
Μας μιλάνε για αριστεία, μας μιλάνε, για αξιολόγηση, μας μιλάνε για προγραμματισμούς. Προγραμματισμοί έχουν γίνει και δεν έχουν τηρηθεί από το υπουργείο. Είχαμε πει, όταν ήταν υπουργός η κα Γιαννάκου, ότι οι προγραμματισμοί σε μια χώρα που δεν τηρεί καν τον ετήσιο προϋπολογισμό της, είναι απάτη. Παρόλα αυτά δια νόμου πέρασαν όπως δια νόμου έχουν περάσει πάρα πολλές απάτες. Και προφανώς δεν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις της Πολιτείας απέναντι στην εκπαίδευση οι οποίες πηγάζουν από το Σύνταγμα, οι οποίες πηγάζουν από όλη την πορεία του ελληνικού κράτους που την παιδεία την έχει αναγάγει σε υψηλό κοινωνικό αγαθό. Μας λένε ότι τέτοια πράγματα γίνονται και στο εξωτερικό. Βλέπουμε τι γίνεται στο εξωτερικό. Βλέπουμε π.χ. ότι στο πανεπιστήμιο του Middlessex το Τμήμα Φιλοσοφίας, πρώτο στην βρετανική κατάταξη αξιολόγησης, καταργείται ως μη ανταποδοτικό, σε λιγότερο από ένα έτος μετά την αξιολόγησή του. Φαντάζομαι ότι και οι δικές μας αρχαιολογικές σχολές θα κλείσουν, εκτός εάν συμβληθούν με αρχαιοκάπηλους.
Αγνοούν οι κύριοι που μας κυβερνούν ότι η επιστήμη δεν μπορεί να λειτουργήσει με άμεση ανταποδοτικότητα. Ότι πριν πετάξει το πρώτο αεροπλάνο υπήρξαν δεκάδες αεροπλάνα που έσπασαν και αρκετοί νεκροί που προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ανέβουν στον αέρα. Ότι πλήθος από τις σύγχρονες τεχνολογίες αιχμής στηρίζονται σε θεωρίες που είχαν μεν διατυπωθεί πριν από δεκαετίες ή και αιώνες, αλλά χωρίς άμεση εφαρμογή. Η επιστήμη δεν είναι κάτι το άμεσα ανταποδοτικό, δεν είναι κατάλληλη μύγα για να βγάλουν ξίγκι: όποιος το επιχειρεί τη σκοτώνει.
Και όσον αφορά την αξιολόγηση; Γιατί η Αριστερά είναι αντίθετη; Δεν πρέπει να γίνεται αξιολόγηση;
Μπορεί κανείς να πει ζήτω (ή κάτω) η αξιολόγηση χωρίς να ξέρουμε ποιος, με ποια κριτήρια, και με τι στόχο την κάνει; Στην περίπτωσή μας, στόχος δεν είναι να επισημανθούν και να διορθωθούν τα λάθη, αλλά να κατανεμηθούν κονδύλια. Και ξέρουμε ότι στη χώρα μας τα τεχνοκρατικά κριτήρια θα μπολιαστούν με μπόλικο παραγοντισμό, διότι εδώ δεν μετράει τι ξέρεις και τι κάνεις, αλλά ποιον ξέρεις και τι μέσο έχεις – κάτι που θα καθορίσει και το ποιοι θα είναι οι αξιολογητές: οι παρατρεχάμενοι της εξουσίας. Ας μην ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα, που έχουν γίνει τόσες μεταρρυθμίσεις όσοι και οι υπουργοί Παιδείας, ουδέποτε έχει αποτιμηθεί το θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα της κάθε μεταρρύθμισης. Για ποια αξιολόγηση μιλάμε;
Δεν θα πρέπει να διορθωθούν τα κακώς κείμενα στην Παιδεία;
Πρέπει, και στην Παιδεία και αλλού, αλλά από ποιους; Αυτοί που πήραν αυτά τα μέτρα και αυτοί που με αυτά τροφοδότησαν το ελληνικό χρέος αυτοί είναι που θα το επανορθώσουν (βάζοντας άλλους να το ξεπληρώσουν); Αυτοί που έσπειραν κάμπους και βουνά με «ημιεπιστήμια» για τελείως πολιτικάντικους λόγους, αυτοί είναι που θα συμμαζέψουν το πανεπιστήμιο; Είναι το πανεπιστήμιο υπεύθυνο για το γεγονός ότι οι απόφοιτοί του δεν απορροφούνται απ’ τη βιομηχανία, ή μήπως το γεγονός ότι η ελληνική βιομηχανία {στο μέτρο που υπάρχει) προτιμάει να φέρνει έτοιμες πατέντες απ΄έξω – έτσι ώστε οτιδήποτε δημιουργικό γίνεται εδώ να οφείλεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων; Μέχρι πότε ο πατριωτισμός των Ελλήνων θα είναι το άλλοθι;
Μας μιλάνε για διαφάνεια. Όλοι είμαστε υπέρ της διαφάνειας. Όμως το Υπουργείο είναι που την καταργεί στην πράξη. Οι νεοδιοριζόμενοι καθηγητές δεν θα προσλαμβάνονται απλώς με το σταγονόμετρο, αλλά και χωρίς να είναι δημόσια η σειρά προτεραιότητας των διορισμών. Και όχι μόνο: Σύμφωνα με δήλωση της Υπουργού οι αντικαταστάσεις θα παίρνουν υπόψη τους τις συνολικές ανάγκες του Υπουργείου. Ώστε αν είναι επιτακτικό να πάει ένας παπάς στην εκλογική περιφέρεια του Υφυπουργού αντικαθιστώντας 5 (ή 10) καθηγητές, να μπορεί να πάει. Ή, για να πάμε σε σημερινά και όχι μελλοντικά παραδείγματα, δεν δημοσιοποιείται η λίστα και η σειρά προτεραιότητας των εκλεγμένων αλλά αδιόριστων πανεπιστημιακών (είναι πάνω από οχτακόσιους και περιμένουν πάνω από ενάμιση χρόνο). Θα εφαρμόσουν τη διαφάνεια οι αρχιερείς του παραγοντισμού;
Ας πάμε στη στελέχωση του Πανεπιστημίου. Θα μειωθεί δραστικά ο αριθμός των διδασκόντων. Στα επόμενα πέντε χρόνια φεύγουν σχεδόν οι μισοί διδάσκοντες – στη Σχολή μου, στο Πολυτεχνείο, το 60%. Και αυτοί θα αναπληρωθούν με αναλογία 1 προς 5 ή οποία τώρα εσχάτως γίνεται ένα προς 7 και μετά θα πάει 1 προς 10, όπως σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες. Ερώτημα: θα δεκαπλασιαστεί ο αριθμός των φοιτητών που θα χρεώνεται ένας καθηγητής; Αντί ένα αμφιθέατρο εκατό ατόμων θα έχουμε ένα αμφιθέατρο χιλίων ατόμων; Ή μήπως θα κοπούν εννέα μαθήματα στα δέκα; Και αυτό είναι μόνο όσον αφορά το μόνιμο προσωπικό, και το άμεσο μέλλον. Αλλά ήδη έχει αρχίσει το ξήλωμα των συμβασιούχων διδασκόντων, οι οποίοι είναι σημαντικό ποσοστό, που ξεπερνά το 50% σε κάποια επαρχιακά πανεπιστήμια και σε κάποια ΤΕΙ. Δεν είναι απλώς απλήρωτοι, κακοπληρωμένοι ή ανασφάλιστοι, θα βρίσκονται εκτός πανεπιστημίου του χρόνου οι περισσότεροι, χωρίς να αναπληρωθούν.
Κόβουν τα λεφτά για τη θέρμανση, κόβουν τα λεφτά για τις συνδρομές στις βιβλιοθήκες και στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, καθυστερούν και τριπλασιάζουν το χρόνο αναμονής για τα ερευνητικά προγράμματα τα οποία εκκρεμούν και άφθονα τέτοια παραδείγματα θα μπορούσα να αναφέρω. Αυτό αποκαλούν «αριστεία»; Μάλλον για αχρηστία πρόκειται, για κατεδάφιση της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Μήπως άραγε για να στείλουν τους πλεονάζοντες φοιτητές στα ιδιωτικά κολλέγια;
Δεν θα πρέπει να ανέβει η ποιότητα των σπουδών, και με ποιο τρόπο;
Σίγουρα, αλλά όχι με τον τρόπο που επιχειρείται. Σε όλο το εκπαιδευτικό μας σύστημα το ζητούμενο είναι, εδώ και δεκαετίες, η απομνημόνευση και η αναπαραγωγή της γνώσης, όχι η οργάνωση της σκέψης. Κυριαρχεί η επιφανειακότητα και όχι η δόμηση της γνώσης. Όλες οι αλλαγές που έχουν γίνει ήταν τεχνικές μετατροπές του εξεταστικού συστήματος με παράλληλη υποβάθμιση της διδασκαλίας (κατάργηση της Ευκλείδειας Γεωμετρίας, χρήση των ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής για την πρόσληψη των εκπαιδευτικών και άλλα πολλά). Η σημερινή τάση εντείνει την υποβάθμιση σπουδών και πτυχίων: διευρύνει τα γνωστικά αντικείμενα αντί να εμβαθύνει (για να υπάρξει διεπιστημονικότητα – νέα λέξη της μόδας – πρέπει να υπάρχει συγκρότηση σε κάθε επιστήμη χωριστά). Κι από την άλλη, εξατομικεύει τη διαδρομή του κάθε φοιτητή, χρησιμοποιώντας μια ψευδαίσθηση ελευθερίας – την ελευθερία του καταναλωτή – η οποία θα εξελιχθεί επίσης και σε εξατομικευμένη επιβολή διδάκτρων.
Για να αναστραφεί αυτή η πορεία δεκαετιών, που οδηγεί τη χώρα σε μια πνευματική γενοκτονία, και μάλιστα επιταχυνόμενη, δεν αρκούν τα αποσπασματικά μέτρα που παίρνει κάθε κυβέρνηση και που αλλάζουν στον επόμενο μετασχηματισμό. Χρειάζεται συστηματική προσπάθεια, που η εξουσία δεν θα καταβάλει, και που μόνον κοινωνικές δυνάμεις μπορούν να προωθήσουν, μέχρι τουλάχιστον να υπάρξει ένα αντίστοιχο πλειοψηφικό ρεύμα. Χρειάζεται, μέσα και έξω από το σχολείο, αγώνας εναντίον των στερεοτύπων, δουλειά με τα παιδιά για την ανάπτυξη της γλώσσας, της σκέψης, της φαντασίας και της έκφρασης. Και προφανώς αυτό δεν γίνεται με αποφθέγματα του τύπου «το αντίδοτο της παπαγαλίας είναι η ψηφιοποίηση», όπως αποφάνθηκε ο πρωθυπουργός μας πέρσι στους Δελφούς. Και ούτε μπορεί η κατάσταση στην Παιδεία να αλλάξει προς το καλύτερο και στα υπόλοιπα να μένουμε στα ίδια και χειρότερα.
Πώς ένα κίνημα το οποίο υπερασπίζεται ένα δημόσιο αγαθό, εν προκειμένω την παιδεία, πώς αντιμετωπίζει όλο αυτό το θέμα εν μέσω της κρίσης και της διεθνούς επιτήρησης και κατά πόσον συνδέεται με τη διεκδίκηση συνολικότερα μιας άλλης οικονομίας και άλλης κοινωνίας και ανάπτυξης;
Όλα συνδέονται με όλα. Μιλάνε για κρίση για χρέος για οικονομία: σίγουρα ξέρουμε όλοι πως αν δανείζεσαι για να πληρώσεις τα δανεικά, και μάλιστα με υψηλό επιτόκιο, χρωστάς παραπάνω. Αλλά δεν ανάγονται όλα στο χρέος, μάλλον το χρέος αποτελεί πρόσχημα για μια συνολική κοινωνική οπισθοχώρηση. Στην Παιδεία οι κατευθύνσεις αυτές δεν πηγάζουν από το χρέος αλλά έχουν γίνει πολιτικές και κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης – και παρανόμως, διότι η παιδεία στα ευρωπαϊκά κράτη αποτελεί ιδιαίτερο τομέα που επαφίεται στην εθνική πολιτική – παρόλα αυτά οι κατευθύνσεις της Μπολόνια είναι εδώ και δέκα χρόνια. Είναι η υλοποίηση αυτών που είχαν εξαγγελθεί και στην Ελλάδα λόγω κινήματος καθυστέρησαν κι ευτυχώς που καθυστέρησαν από μια άποψη γιατί αυτή τη στιγμή βλέπουμε ότι και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη που εφαρμόστηκε αυτή η αντίληψη απέτυχε. Με πρόσχημα το μνημόνιο και την κρίση θέλουν να περάσουν το νέο κοινωνικό πρότυπο, τον άνθρωπο καταναλωτή, τον άνθρωπο εμπόρευμα, τον υπάκουο υπήκοο.
Άρα όλα είναι συνδεδεμένα. Η κυβέρνηση αυτή εφαρμόζει μία πολιτική η οποία είναι προδιαγεγραμμένη απλώς την εφαρμόζει με τη μέθοδο του σοκ επειδή η κατάσταση της κρίσης το ευνοεί και ο μόνος τρόπος να ανασχεθεί αυτή η πολιτική είναι να υπάρξει ισχυρή αντίσταση. Και βέβαια δεν μπορεί να περιμένει κανείς ότι επειδή πρόκειται για μια γενικευμένη επίθεση στο κοινωνικό κράτος θα προκύψει μια σύσσωμη αντίδραση, τουλάχιστον όχι άμεσα και σίγουρα όχι δια μαγείας. Μόνον εάν υπάρξουν αρκετές επιμέρους αντιστάσεις και μάλιστα με νίκες, έστω και μικρές, μόνον τότε μπορεί να φτιαχτεί ένα μεγάλο ποτάμι από τα πολλά μικρότερα ρυάκια.
* Εποχή, 17-4-2011 (πλήρες κείμενο, το δημοσιευμένο είναι λίγο συντετμημένο)
ΠΗΓΗ: Απριλίου 19, 2011, «Του Βένιου τα καμώματα», http://venios.wordpress.com/2011/04/19/παιδεία-πονάει-κεφαλι-κοβει- κεφάλι