«Κρίση νομιμοποίησης κράτους και θεσμών»
με αφορμή ομώνυμη εκδήλωση του ΕΛΙΑΜΕΠ
Του Νικήτα Χιωτίνη*
Στις 7 Απριλίου 2011, σε μια εκδήλωσε του ΕΛΙΑΜΕΠ (Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής), με τρόπο ιδιαίτερα αποκαλυπτικό τέθηκε ένα κρίσιμο για τη σημερινή Ελλάδα ζήτημα. Αυτό της «κρίσης νομιμοποίησης» κράτους και θεσμών (της).
Η σημαντικότητα αυτής της αποκαλυπτικής εκδήλωσης συνίσταται στο ότι αφ΄ενός ετέθη αυτό το κρίσιμο ζήτημα, αφ’ ετέρου αποκαλύφθηκε η άποψη μεγάλης μερίδας της σημερινής ελληνικής διανόησης και η επιρροή που αυτή ασκεί σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Αν όχι όλες, τουλάχιστον οι περισσότερες μέχρι τώρα εκδηλώσεις του ΕΛΙΑΜΕΠ νομίζω πως κατατείνουν στα ίδια συμπεράσματα περί της πολιτικής που οφείλει να ακολουθήσει η σημερινή Ελλάδα, αυτή υπήρξε κατά τη γνώμη μου η αποκαλυπτικότερη.
Στην ανωτέρω εκδήλωση τέθηκαν από τον κύριο και αποκαλυπτικότερο (και ειλικρινέστατο) εισηγητή, η έννοια του Κράτους, η έννοια της Πολιτικής, η έννοια της Διακυβέρνησης, ο ρόλος του λαού και της κοινωνίας και ο στόχος της σημερινής Ελλάδας (ο στόχος δηλαδή που κατά τη γνώμη του πρέπει να έχει η σημερινή Ελλάδα). Οι υπόλοιποι εισηγητές – και οι αρεστοί ερωτώντες από το κοινό – απλώς συμφώνησαν με τον εισηγητή αυτόν, διανθίζοντας το πάνελ και αιτιολογώντας την δήθεν συζήτηση[i].
Στην εκδήλωση λοιπόν αυτή «δια βοής» επικυρώθηκαν σαν βεβαιότητες οι παρακάτω απόψεις :
1. Πολιτική είναι ο τρόπος διακυβέρνησης.
2. Υπάρχει το «κράτος» και ο λαός. Το κράτος ως έννοια δεν συζητείται, είναι κάτι δεδομένο, είναι αυτό που όρισε η Δύση. Ο ομιλητής όμως δεν προσπαθεί μήτε καν να το ορίσει, να ορίσει τουλάχιστον το κράτος υπό την δυτική έννοιά του, ούτε θέτει ανάλογο ζήτημα. Από τους υπόλοιπους εισηγητές τίθεται ως εμπεριέχον νόμους που πρέπει απαρεγκλίτως να είναι σεβαστοί. Βία και ανυπακοή (από πλευράς κοινωνίας) στηλιτεύονται μετά βδελυγμίας.
3. Η (νέο)ελληνική κοινωνία ανέκαθεν βρισκόταν σε προστριβή με το «κράτος» της. Μάλιστα σκωπτικώς ανέφερε πως η κοινωνία θέλει να γίνει κράτος- αυτό πρόκειται περί «ανατροπής», ανέφερε χαρακτηριστικά – και οικτίρει το γεγονός ότι ο λαός θέλει να γίνει θεσμός. Στα ανωτέρω πρέπει να επισημάνουμε και την επίκληση από τους υπόλοιπους εισηγητές «ηγετών με πυγμή», προφανώς για να εμποδίσουν τις ανωτέρω «εκτροπές».
4. Η Ελλάς είναι Ανατολική χώρα, που θέλει και πρέπει να γίνει Δυτική
Στα ανωτέρω όμως έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής – πιστεύοντας πως με τον τρόπο αυτόν προσεγγίζουμε καλλίτερα τους λόγους της «κρίσης νομιμοποίησης κράτους και θεσμών» που διανύουμε, αλλά και οδηγούμαστε προς ουσιαστικότερη διερεύνηση των εννοιών της Πολιτικής, του Κράτους και των Θεσμών :
1. Πολιτική δεν είναι ο τρόπος διακυβέρνησης, τουλάχιστον δεν είναι μόνον ο τρόπος διακυβέρνησης. Η Πολιτική πράξη λ.χ. της ανέγερσης της Ακροπόλεως των Αθηνών, της κατασκευής της Αγίας Σοφίας, των μεγάλων Αρχιτεκτονικών Έργων στο Παρίσι, κ.λ.π. – δεν έγιναν για λόγους «διακυβέρνησης», με τον τρόπο που εννοούμε σήμερα τον όρο αυτόν, ή τουλάχιστον όχι μόνο για τέτοιους λόγους. Ο Περικλής στον Επιτάφιο δεν εννοούσε έτσι την Πολιτική, ούτε ήταν έτσι η Πολιτική στο συντριπτικώς μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του ανθρώπου, αν όχι όλης, συμπεριλαμβανομένου της σημερινής εποχής. Η Πολιτική υπήρξε – και θεωρούμε πως εξακολουθεί να είναι – η έκφραση συλλογικών στόχων που δεν ήταν και δεν είναι μόνο οικονομικοί, υπήρξε (και εξακολουθεί να είναι) λειτουργία υπερβαίνουσα την «διακυβέρνηση» με την έννοια που σήμερα δίνουμε στον όρο αυτόν[ii]. Μια απλή αναδρομή στην Ιστορία, θα ήταν γι’ αυτό αποκαλυπτική. Το επιστημονικό λάθος στο οποίο περιέπεσε ο εισηγητής της εκδηλώσεως του ΕΛΙΑΜΕΠ είναι κατάδηλον, αν όχι σκοπίμως πραχθέν.
2. Επίσης τεράστιο επιστημολογικό λάθος, η μη προσπάθεια ερμηνείας της έννοιας του «κράτους» και η αναφορά σε αυτό σαν να είναι κάτι το θεόσταλτο. Επειδή καταδήλως – το ανέφερε στη συνέχεια ύστερα από μια ερώτηση – εννοούσε το από την Εσπερία εισαχθέν, θα έπρεπε να ορίσει τουλάχιστον αυτό, αντί να το αφήσει έρμαιο απόψεων, που επέτρεψε την επίκληση «ηγετών με πυγμή», την αδήριτο ανάγκη να επιβληθούν πάση θυσία οι νόμοι, τελικώς να ενοχοποιήσουμε το λαό για όλα τα κακά και κυρίως για το ότι δεν το σέβεται και δεν νομιμοποιεί το «κράτος και τους θεσμούς» και εκτρέπεται σε «ανυπακοή ή βία».
3. Ορθώς ανέφερε πως η ελληνική κοινωνία βρισκόταν σε προστριβή με το κράτος (της), πολύ κακώς όμως ειρωνεύτηκε την κοινωνία «που θέλει να γίνει κράτος» και το λαό που «θέλει να γίνει θεσμός»: πρόκειται σαφώς περί σκόπιμης αντιεπιστημονικής εκτροπής του ζητήματος. Ναι μεν η κοινωνία δεν είναι ή δεν είναι ακριβώς, κράτος, ούτε ο λαός είναι ή δεν είναι ακριβώς θεσμός, αλλά και το κράτος και οι θεσμοί προήλθαν απ’ ευθείας από τις κοινωνίες και τους λαούς τους, σε όλο τον κόσμο, σε Ανατολή και Δύση, εκτός από μερικά νεώτερα κράτη που δημιουργήθηκαν ως προτεκτοράτα και πεισμόνως κάποια δυνατά κράτη, θέλουν να τα διατηρήσουν ως τέτοια. Τα κράτη όμως, τα Δυτικά – για να έρθουμε στα κατά τους εισηγητές του ΕΛΙΑΜΕΠ πρότυπα – δεν δημιουργήθηκαν από μόνα τους, σαν κανονιστική αρχή που στάλθηκε από το Θεό. Τα κράτη αυτά δημιουργήθηκαν από τις κοινωνίες και τους λαούς, ως λειτουργικά εργαλεία ανάπτυξής τους και έκφρασής τους. Πέρασαν από διάφορα στάδια, φεουδαρχία, βασιλεία, αστικές τάξεις και συνδυασμούς όλων αυτών, αναλόγως των εκάστοτε συνθηκών και των εκάστοτε (συλλογικών) κοινωνικών στόχων. Έτσι φτάσαμε στα νεωτερικά έθνη-κράτη, που μάλιστα διαφέρουν μεταξύ τους, ως προς τη δομή τους και τον τρόπο λειτουργίας τους για την εξυπηρέτηση και ανάπτυξη του κράτους τους και των στόχων των λαών τους.
Στην Ελλάδα επεβλήθη ένα συγκεκριμένο είδος κράτους ή η Ελλάδα βρέθηκε στην ανάγκη υιοθέτησης αυτού του συγκεκριμένου είδους κράτους. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν διαμορφώθηκε αυτό όπως στην υπόλοιπη Ευρώπη, με αποτέλεσμα την μειωμένη λειτουργικότητά του και την διαρκή «προστριβή» του με την νέο-ελληνική κοινωνία ή με τις νέο-ελληνικές κοινωνίες. Οι λόγοι γι΄αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ερευνηθούν. Είναι ιδιαιτέρως υγιές φαινόμενο οι κοινωνίες να διεκδικούν λόγο και ρόλο. Έτσι δημιουργήθηκαν και έτσι πρέπει να δημιουργούνται τα κράτη. Βεβαίως και δεν αμφισβητούμε τη μέχρι τώρα εξέλιξη της χώρας μας, έστω και με αυτό το επιβληθέν – η επιλεγέν – κράτος. Αλλά απαιτείται πλέον εξέλιξή του, δηλαδή προσαρμογή του στα καθ’ υμάς. Απαιτείται συλλογική χειραφέτησή μας, τα παγκόσμια παραδείγματα, συμπεριλαμβανομένου αυτά των ευρωπαϊκών κρατών, είναι ιδιαιτέρως χρήσιμα.
Η σύγχρονη Ελλάδα έχει δώσει άλλωστε, συχνά όμως με πισωγυρίσματα, τέτοια δείγματα (προσπάθειας χειραφέτησής της). Θα έλεγα ότι και ο σημερινός «Καλλικράτης» – η σημαντικότερη διοικητική μεταρρύθμιση από συστάσεως του νεοελληνικού κράτους- μπορεί να λειτουργήσει θετικά προς αυτήν την κατεύθυνση. Όσον αφορά τώρα στον αποτροπιασμό των ομιλητών απέναντι στην «ανυπακοή», θα ήθελα να τους θυμίσω πως η αυτή υπήρξε στη βάση της φιλελεύθερης στροφής των κοινωνιών και της διαμόρφωσης των συγχρόνων κρατών[iii]. Ακόμα άλλωστε και η «βία» έχει πολλάκις δικαιωθεί: θυμηθείτε τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, αλλά και τον Αλέκο Παναγούλη που θεωρήθηκε ήρωας επειδή προσπάθησε να σκοτώσει τον δικτάτορα Παπαδόπουλο, θυμηθείτε και τον Μαρξ που διαβεβαίωνε πως «η βία είναι η μαμή της Ιστορίας», αλλά και το ότι η νεώτερη ελληνική υπόθεση προχώρησε πολλάκις με «βίαιους» τρόπους, όποτε αυτό χρειαζόταν (αλλά δυστυχώς και όταν δεν χρειαζόταν).
4. Ας έρθουμε τώρα στη διακήρυξη και στη δια βοής αποδοχή της, πως «η Ελλάδα είναι Ανατολική χώρα, που θέλει και πρέπει να γίνει Δυτική». Εδώ θα έλεγα, επικαλούμενος τη νεώτερη Ιστορία της – από το Μακρυγιάννη μέχρι τον Ίωνα Δραγούμη και από τον Περικλή Γιαννόπουλο μέχρι τον Σεφέρη, τον Ελύτη, το Μίκη Θεοδωράκη και πάμπολλους άλλους, ανθισμένους στις επαρχίες και στα χωριά της, αλλά επικαλούμενος και τα οράματα της Δύσης γι’ αυτήν – αυτά που δημιούργησαν το φιλελληνικό ρεύμα του 19ου αιώνα, που βρήκε σε αυτήν διέξοδο από το οντολογικό κενό στο οποίο είχε περιπέσει η Ευρώπη – ότι η Ελλάδα δεν ανήκει ούτε «εις την Δύσιν» αλλά ούτε και στην Ανατολή. Η Ελλάδα ανήκει στην Ελλάδα, στην Ιστορία της και στο παγκόσμιο εκτόπισμά της και φέρει οικουμενική πρόταση νοήματος, το μόνο ικανό να συνομιλήσει με τα αντίστοιχα του διαμορφούμενου νέου θεάτρου της Ιστορίας, αυτά της Άπω Ανατολής και στις οποίες οικουμενικές προτάσεις στηρίχτηκε και στηρίζεται η ανθρωπότητα. Ομιλεί σχεδόν αυτούσια την πιο αρχαία γλώσσα, γλώσσα που φέρει τα πιο βαθιά νοήματα, οι περισσότεροι επιστημονικοί όροι έχουν ελληνικά ονόματα, οι σημερινές ανακαλύψεις ονοματίζονται με ελληνικές λέξεις, υπήρξε «η μαμή της Ευρώπης» – χρησιμοποιώ λόγια του J. Attali – και αποτελεί, για να μιλήσουμε με όρους γεωπολιτικής, τη πύλη προς την Ευρώπη, για τις αναπτυσσόμενες με ξέφρενο ρυθμό χώρες της Ανατολής που σύντομα θα κυριαρχήσουν.
Τελειώνοντας θα ευχόμουν το ΕΛΙΑΜΕΠ, που απολαμβάνει ιδιαιτέρου κύρους και επιρροής, να αποφύγει να διολισθήσει σε «Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής» με την έννοια της πολιτικής των εξωτερικών χωρών που ασκούνται στην Ελλάδα και να επικεντρωθεί στην πολιτική που ασκείται από την Ελλάδα έναντι των εξωτερικών της χωρών.
* Ο Νικήτας Χιωτίνης είναι Αρχιτέκτων/καθηγητής ΤΕΙ Αθήνας
[i] Εισηγητές ήσαν οι Απόστολος Δοξιάδης, Χαρίδημος Τσούκας και Στέλιος Ράμφος. Τη συζήτηση συντόνιζε ο Δημήτρης Μητρόπουλος. Υπήρχαν κάμερες που κατέγραφαν τις ομιλίες, που φαντάζομαι να δημοσιευθούν, αν κάνω κάπου λάθος ζητώ συγγνώμη από τους εισηγητές.
[ii] Δες «Πολιτική και Πολιτισμός», Νικήτα Χιωτίνη, δικτυακός τόπος ΚΕΠ-κίνηση Μίκη Θεοδωράκη, Άρθρα—απόψεις. http://www.mikis-theodorakis-kinisi-anexartiton-politon.gr/el/articles/?nid=336
[iii] Δες Γιώργος Πολίτης: «Tο Δικαίωμα της πολιτικής ανυπακοής και η φιλοσοφία του John Locke», εκδόσεις Έννοια, Aθήνα, 2004