Φυσική ή πολιτική επιβίωση; ψευδοδίλημμα…

Φυσική ή πολιτική επιβίωση; Ένα πολιτικό ψευδοδίλημμα υπεράνω εκβιασμών…*

 

Του Γιάννη Στρούμπα


 

Το πολιτικό σινάφι αποκλείεται να φανταζόταν ποτέ ότι υπήρχε περίπτωση να εκδηλωθούν μεταπολιτευτικά εναντίον του αθρόες επιθέσεις που θα υπερέβαιναν τις λεκτικές αποδοκιμασίες. Ο πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου επιχειρούσε έναν από τους συνηθισμένους του φραστικούς εντυπωσιασμούς, όταν «προφήτευε» στις 4/6/2010 πως ο κόσμος θα κυνηγήσει «με τις πέτρες» τους πολιτικούς που δεν θα τον σεβαστούν στο εξής.



* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 316, 1/4/2011.

Προσποιόταν μεταμέλεια για τις παρελθοντικές πρακτικές των διαφθαρμένων συναλλαγών, κι επιχειρούσε την εμπέδωση της εμπιστοσύνης μέσα από την αλλαγή νοοτροπίας που υπόσχεται η υποτιθέμενη συνειδητοποίηση της μέγιστης απειλής. Αν ο κ. Παπανδρέου πίστευε πραγματικά ότι είναι πιθανό το ξέσπασμα βίαιων αντιδράσεων εναντίον των συναδέλφων του πολιτικών, θα προσπερνούσε κάθε επικίνδυνη πρόβλεψη, ικανή να υποκινήσει αντίστοιχες συμπεριφορές, και μάλιστα νομιμοποιημένες, εφόσον ο ίδιος ο πρωθυπουργός θα ’χε ήδη αναγνωρίσει το «δίκαιο» των επιθέσεων. Τη στιγμή που η πολιτική επιχειρεί να διευθύνει την οργή εξαιτίας των ατασθαλιών της και να την κατευνάσει, θα ’ταν παράλογο να την υποδαυλίζει παράλληλα, υποδεικνύοντας τη μορφή του ξεσπάσματος. Είναι φανερό πως οι εξελίξεις, επαληθεύοντας την πρωθυπουργική «προφητεία», ξεπέρασαν κάθε πολιτική φαντασία.

Η άσκηση βίας εναντίον πολιτικών μεταβλήθηκε από μεμονωμένο, περιθωριακό περιστατικό σε καθημερινότητα. Ένα είδος άτυπης διαμαρτυρίας, που ενέχει και χαρακτηριστικά λαϊκού δικαστηρίου, στρέφεται κυρίως εναντίον των πολιτικών που στρατεύονται στα κόμματα εξουσίας. Το μέγεθος της βίας ποικίλει από λεκτικές αποδοκιμασίες και «λάιτ» χειροδικίες, όπως η εκτόξευση γιαουρτιών, μέχρι προπηλακισμούς με την απειλή λιντσαρίσματος. Η εικόνα του αιμόφυρτου πρώην υπουργού της Νέας Δημοκρατίας κ. Κωστή Χατζηδάκη, ο οποίος δέχτηκε επίθεση κατά την πορεία διαμαρτυρίας της Γ.Σ.Ε.Ε. και της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. στις 15/12/2010, παραμένει ζοφερή. Ο κατάλογος όσων δέχονται επιθέσεις διαρκώς επιμηκύνεται, περιλαμβάνοντας τόσο στελέχη της παρούσας κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ., όπως η υπουργός Παιδείας κ. Άννα Διαμαντοπούλου (1/3/2011), ο αντιπρόεδρός του κ. Θεόδωρος Πάγκαλος (26/2/2011 και 16/3/2011), ο ίδιος ο πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου (21/2/2011), όσο και στελέχη προηγούμενων κυβερνήσεων, όπως ο πρώην υπουργός του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ. Άκης Τσοχατζόπουλος (25/2/2011) ή ο πρώην πρωθυπουργός της ίδιας κυβέρνησης κ. Κώστας Σημίτης (3/3/2011).

Η ανεξέλεγκτη τροπή του φαινομένου αποτυπώνεται στη δήλωση πανικού με την οποία ο κ. Θεόδωρος Πάγκαλος επιτέθηκε στην παράταξη του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και τον πρόεδρό του για το σε βάρος του γιαούρτωμα στα Καλύβια Αττικής (16/3/2011): «Με υποδεικνύει ο κ. Τσίπρας και το κόμμα του, με όσα λέει οδηγεί στη δολοφονία μου· τον προειδοποιώ ότι θα έχει μεγάλη ευθύνη για οποιαδήποτε πράξη γίνει από δω και πέρα εναντίον μου» («in.gr», http://news.in.gr/greece/article/?aid=1231100645,  21/3/2011). Μπορεί ο κ. Πάγκαλος να συνηθίζει τα λεκτικά, συχνά αήθη, πυροτεχνήματα εναντίον των ιδεολογικών του αντιπάλων, όμως η συγκεκριμένη δήλωση απέχει από ένα απλό πολιτικό παιχνίδι σπίλωσης. Η απόπειρα να εξορκιστεί το ενδεχόμενο μιας δολοφονικής ενέργειας μέσα από τη ρητή κατονομασία της επιδιώκει την κατάδειξη της απειλής στο πραγματικό της μέγεθος και την επιθυμία της πρόληψης και της αποτροπής της, που πηγάζει από ένα καθαρά ανθρώπινο ένστικτο επιβίωσης. Από εκεί και πέρα, βέβαια, η διασφάλιση της φυσικής επιβίωσης θα χρησιμοποιηθεί κουτοπόνηρα, υπεράνω κάθε προηγούμενου πανικού, και για την πρόκληση συμπάθειας, η οποία θα συνδράμει στη διαιώνιση της πολιτικής επιβίωσης.

Η πολιτική αυθαιρεσία και αγυρτεία είναι μια πραγματικότητα για την οποία ο πολίτης δεν διαθέτει κανένα νόμιμο μέσο προκειμένου να την αντιμετωπίσει. Οι πολιτικοί απολαμβάνουν το απυρόβλητο ενός απαράδεκτου νομικού συστήματος που οικοδόμησαν οι ίδιοι, προκειμένου να παρανομούν και να μένουν ατιμώρητοι ακόμη κι αν δεν προστατεύονται από τη βουλευτική ασυλία. Είναι τόσο δαιδαλώδη και υποκείμενα στη διαφθορά τα μονοπάτια της Δικαιοσύνης, ώστε κανείς έμφρων δεν ευελπιστεί στη συμβολή της προς αποκάλυψη των ενόχων. Αντιθέτως, κανόνας αποδεικνύεται η παραγραφή και η συγκάλυψη. Η παρούσα κατάσταση ωστόσο δεν παρέχει σε κανέναν το αυτόματο δικαίωμα να υποκαταστήσει το νομικό πλαίσιο προβαίνοντας σε χρήση βίας, που υποθάλπεται μάλιστα από την ανωνυμία ομάδων κινούμενων σαν μάζες. Οι προπηλακισμοί και οι απόπειρες λιντσαρίσματος τι είδους ευνομία είναι δυνατόν να υποκρύπτουν; Η ανεξέλεγκτη βία ενός φρενήρους όχλου, ανίκανου λόγω των συνθηκών δράσης του να αποφασίσει συνετά, δεν αποδίδει δικαιοσύνη, αφού στη θέση τού ούτως ή άλλως άδικου απυρόβλητου της πολιτικής αυθαιρεσίας προτείνει ένα εξίσου άδικο πεδίο βολής, όπου οι σφαίρες – μεταφορικές, με προοπτική κυριολεξίας – θερίζουν ισοπεδωτικά οτιδήποτε βρεθεί στην πορεία τους. Πόση εμπιστοσύνη είναι δυνατόν να αποδοθεί σε όχλους που δεν έχουν το θάρρος των πράξεών τους και καλύπτονται δειλά πίσω από κουκούλες; Τι όραμα εμπνέουν όσοι υψώνουν χέρι αιμοχαρές κι εγκληματικό, χωρίς καμία τιθάσευση;

Επιπλέον, οι βιαιότητες οποιασδήποτε μορφής τείνουν να ηρωοποιήσουν τους πρωταγωνιστές της αδιαφάνειας, της συναλλαγής και της διαφθοράς, όταν αυτοί γίνονται αποδέκτες τους. Πέρα από τον αποτροπιασμό που προκαλεί κάθε βίαιος θάνατος, η ντοκιμαντερίστικη ή κινηματογραφική ηρωοποίηση πολιτικών που θα λιντσαριστούν τάχα για τη συμμετοχή τους στο φαύλο σύστημα, θα ακύρωνε κάθε αντίδραση. Είναι εντυπωσιακό άλλωστε το πώς συσπειρώνεται κάθε φορά ο πολιτικός κόσμος πίσω από τις αντιδράσεις βίας και δυναμώνει. Η οπωσδήποτε καταδικαστέα βία προσφέρει εντούτοις σ’ ένα σαθρό πολιτικό σύστημα τη δυνατότητα να καμωθεί το δημοκρατικό, το ευάλωτο, το αδικημένο. Επομένως, όχι μόνο δεν αποκαθαίρει τη σαπίλα, μα τη νομιμοποιεί και την εδραιώνει.

Η λερναία ύδρα της βίας συνιστά μία τερατώδη ανωμαλία που ξεπερνά το πεδίο της πολιτικής κι έχει δυστυχώς ποτίσει βαθιά όλες τις κοινωνικές εκφάνσεις. Η βία εμφωλεύει εδώ και δεκαετίες στον κοινωνικό κόρφο, χωρίς κανείς φορέας να μεριμνά για την αντιμετώπισή της. Χούλιγκαν καταστρέφουν γήπεδα, τον περιβάλλοντα χώρο τους, κι απειλούν τους αθλητές· «επαναστατημένοι» φοιτητές(;) οικοδομούν τοιχία σε πόρτες και παράθυρα των καθηγητικών γραφείων στις πανεπιστημιακές σχολές· μαθητές βιαιοπραγούν εναντίον συμμαθητών τους και διδασκόντων. Η πολιτεία παρακολουθεί αμήχανη. Οι ενδεδειγμένες προτεινόμενες λύσεις είναι οι «νουθεσίες»! Το έγγραφο του υπουργείου Παιδείας για την «πρόληψη και αντιμετώπιση της βίας και της επιθετικότητας μεταξύ μαθητών» (14/2/2011) φωτίζει την κρατική ύπνωση και ανεπάρκεια που συντηρεί και γιγαντώνει τη βία, αντί να την περιορίζει. Αιθεροβάμονες γραφειοκράτες που στελεχώνουν τον «Συνήγορο του Πολίτη» και τον «Συνήγορο του Παιδιού» προτείνουν την αντιμετώπιση της βίας μέσα από διαδικασίες «επικοινωνίας και διαλόγου», «ανάδειξης των απόψεων των μαθητών», «ακρόασης», «ομάδων φιλίας ή διαμεσολάβησης»· διαδικασίες που αρμόζουν αναμφίβολα σ’ ένα πολιτισμένο περιβάλλον, που προκαλούν ωστόσο τη θυμηδία όσων μεταχειρίζονται τη βία, εφόσον τους επιτρέπουν να συνεχίζουν την ωμή, στανική επιβολή τους, χλευάζοντας το «πολιτισμένο» σύστημα που τους «νουθετεί» ατιμώρητους. Οι ρομαντικές εξιδανικεύσεις της εκτός τόπου και χρόνου γραφειοκρατίας αγνοούν τη σκληρή πραγματικότητα, χαρίζοντας τους συνετούς και νηφάλιους βορά στους αμετανόητους νταήδες.

Οι προτεινόμενες «νουθεσίες», αποτελώντας δείγμα νάρκωσης και ατολμίας, διαιωνίζουν τις εκβιαστικές στάσεις. Η συντριπτική κοινωνική πλειοψηφία που δεν εκφράζεται βίαια, αντί να προστατεύεται, λοιδορείται. Κι όταν το σκώμμα πηγάζει απ’ τα χείλη φορέων της επίσημης πολιτείας, η ελπίδα για τη συντριβή της βίας ξεθωριάζει. Η ανακοίνωση της Ε.Ρ.Τ., ενός κρατικού φορέα, με αφορμή τα επεισόδια που σημειώθηκαν στον ποδοσφαιρικό αγώνα Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού τής 19/2/2011 και την αποσιώπησή τους από την κρατική τηλεόραση, δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Ο διευθύνων σύμβουλος της Ε.Ρ.Τ. κ. Λάμπης Ταγματάρχης δήλωσε τότε μεταξύ άλλων: «Ο ρόλος της Ε.Ρ.Τ. δεν είναι να ρίχνει λάδι στη φωτιά, ο ρόλος της Ε.Ρ.Τ. δεν είναι να αναδεικνύει ασχήμιες και ύβρεις, ο ρόλος της Ε.Ρ.Τ. είναι να συμβάλλει στην εκτόνωση του επικίνδυνου κλίματος, το οποίο προφανώς δε δημιούργησε η ίδια.» Πρόκειται για εξέλιξη που την είχαμε προβλέψει ήδη από το 2008, όταν σχολιάζαμε: «Το θράσος του αθλητικού τύπου έχει γιγαντωθεί τόσο, ώστε δεν θα πρέπει να μας φανεί περίεργο αν ακούσουμε ποτέ επιχειρηματολογία υποκριτική της μορφής “δεν παρουσιάζω τα φονικά για να μην υποδαυλίζω τις αντιπαλότητες” […]» («Οι “μωρές παρθένες”, που ’τανε μόνο μωρές! Η χυδαιότητα των αθλητικών εφημερίδων κι ο ευτελισμός της ανθρώπινης ζωής», εφημερίδα «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 239, 6/2/2008.)

Υπό τις παρούσες συνθήκες, η δήλωση του ποδοσφαιριστή της Α.Ε.Κ. κ. Νίκου Λυμπερόπουλου πως «η ημέρα του νεκρού ποδοσφαιριστή δεν είναι μακριά» (εφημερίδα «Το Βήμα», 20/3/2011) όχι απλώς δεν κινδυνολογεί υπερβάλλοντας, μα συνιστά εξέλιξη στην οποία οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια. Και, φυσικά, το ζήτημα δεν είναι αν ο επόμενος νεκρός θα φέρει την ιδιότητα του ποδοσφαιριστή ή κάποια άλλη. Η χορεία των νεκρών για τους οποίους ευθύνεται η βία δεν είναι απλώς μια δυσοίωνη προοπτική, μα μια τραγική πραγματικότητα, όπως αυτή αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στους οπαδούς αθλητικών συλλόγων που σφάζονται στα «ραντεβού θανάτου» ή στους νεκρούς υπαλλήλους της τράπεζας «Μαρφίν», που κάηκαν απ’ την «επαναστατημένη», «δίκαιη» και «κάθε άλλο παρά τυφλή» μολότοφ. Η πυρκαγιά έχει ήδη ανάψει και μαίνεται ανεξέλεγκτη.

Η προσήλωση από την πλευρά του νηφάλιου και ειρηνόφιλου κοινωνικού συνόλου στον «πολιτισμό» της θρησκευτικού τύπου μαρτυρικής εγκαρτέρησης απέναντι σε κάθε βιαιοπραγία συνιστά εθελοτυφλία. Η πυρκαγιά της βίας δεν κατασβήνεται με νουθεσίες. Η κακώς εννοούμενη ανεκτικότητα κι η ατιμωρησία αποθρασύνουν την παραβατικότητα. Δεδομένου πως υπό το κράτος εκβιασμών και τρόμου είναι αδύνατον να εργαστεί και να αποδώσει ο οποιοσδήποτε κοινωνικός κρίκος, επιβάλλεται επιτακτικά να αναλάβει η πολιτεία δράση προστατευτική της νηφαλιότητας και της νομιμοφροσύνης. Η ανάληψη της αντίστοιχης δράσης όμως προϋποθέτει μία πολιτεία που σέβεται εκείνη πρώτη τους νόμους και δεν παλινωδεί καταστρατηγώντας τους. Ίσως η πίεση που ασκείται στον πολιτικό κόσμο να ’δινε το έναυσμα για την αποκατάσταση της ομαλότητας, εφόσον και οι πολιτικοί βιώνουν πλέον το φάσμα της βίας που ταλανίζει τα υπόλοιπα κοινωνικά μέλη. Επειδή ωστόσο η αποκατάσταση της νομιμότητας, παρόλο που θα διασφαλίσει καί το πολιτικό σινάφι από την απειλή της βίας, θα σημάνει την κατάρρευση της κομματικοκρατίας με την παράλληλη κατάργηση των υποχθόνιων συναλλαγών και του ρουσφετιού, κρίνεται εξαιρετικά αμφίβολο εάν οι πολιτικοί επιθυμούν όντως την εθελούσια έξοδο από το σύστημα που, αν και απειλεί τη φυσική ζωή τους, τους συντηρεί στην πολιτική ζωή. Τούτο σημαίνει πως η ζοφερή μάστιγα της βίας δυστυχώς δεν θα ξεκολλήσει από τις σάρκες του κοινωνικού σώματος, όσο κι αν προκαλέσει ακόμη πιο επώδυνες πληγές.

Γιάννης Στρούμπας

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.