Ολόκληρο το πολιτικό σύστημα σε ενιαίο μέτωπο απέναντι στο λαό
Του Δημήτρη Καζάκη
Η τελευταία συνάντηση των πολιτικών αρχηγών με τον πρωθυπουργό απέδειξε με τον πιο καθαρό τρόπο την συνέργεια όλων στην πορεία της ελεγχόμενης χρεοκοπίας που έχει επιλεγεί για την χώρα και τον λαό της. Μπροστά στις κρίσιμες αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής στις 11 και 25 Μαρτίου, ο πρωθυπουργός επεδίωξε και πήρε την συναίνεση όλων των πολιτικών δυνάμεων του κοινοβουλίου.
Η «λύση-πακέτο» που θα επιβληθεί στη χώρα και ο λαός της θα έχει την υπογραφή όχι μόνο της κυβέρνησης, αλλά και της ΝΔ, του ΚΚΕ, του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και φυσικά του ΛΑΟΣ. Κι αυτό ανεξάρτητα από το τι προφάσεις θα βρουν να επικαλεστούν.
Για άλλη μια φορά ο ελληνικός λαός αντιμετωπίζει το πολιτικό σύστημα των συνενόχων του εγκλήματος που συντελείται εναντίον του. Και λέμε για μια ακόμη φορά, γιατί τα κόμματα της αντιπολίτευσης, δεξιά και αριστερά, αποδέχτηκαν πλήρως το πραξικόπημα της 6ης Μαίου 2010, με βάση το οποίο η κυβέρνηση επέβαλε το καθεστώς του μνημονίου και της δανειακής σύμβασης, ανατρέποντας κάθε έννοια έννομης συνταγματικής τάξης στη χώρα. Ολόκληρο το σύστημα δικαίου και δικαιωμάτων στη εργασία, στην κοινωνία και την πολιτική καταλύθηκε προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα των δανειστών και των οργάνων τους.
Ωστόσο, τα κόμματα της λεγόμενης αντιμνημονιακής αντιπολίτευσης δεν έκαναν απολύτως τίποτε για να αποτρέψουν και να ανατρέψουν το πραξικόπημα αυτό. Μόνο κάποιες ξεψυχισμένες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για το θεαθήναι και για την εκτόνωση της λαϊκής οργής. Αποδείχτηκε ότι δεν έχουν κανένα δημοκρατικό αντανακλαστικό και γι’ αυτό δεν ενδιαφέρθηκαν ούτε καν να παγώσουν τις εργασίες του κοινοβουλίου ή να απονομιμοποιήσουν την κυβερνητική πολιτική με την αποχώρησή τους από την βουλή. Τι νόημα έχει να κρατάνε την βουλευτική τους έδρα σε ένα κοινοβούλιο που έχει ουσιαστικά καταλυθεί και λειτουργεί ως φύλλο συκής του καθεστώτος της νέας κατοχής;
Σκεφτείτε την πολιτική κρίση που θα είχε προκύψει αν έστω η αριστερά είχε παραιτηθεί από τις έδρες της στο κοινοβούλιο και κατέβαινε στο λαό με μόνο σκοπό την οργάνωση της πάλης του για την ανατροπή της κυβέρνησης και του καθεστώτος της τρόικας. Τι θα σήμαινε για τη νομιμότητα μιας κυβέρνησης που θα συνέχιζε να κυβερνά με άδεια τα έδρανα της αντιπολίτευσης, ιδίως της αριστεράς; Τι θα σήμαινε για το κύρος και το γόητρο της ίδιας της αριστεράς αν έδειχνε στην πράξη πόσο διαφέρει από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα;
Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν είδαμε. Αποδείχτηκε ότι κανένας τους δεν είχε ούτε καν την τσίπα να παραιτηθεί από το κοινοβουλευτικό του αξίωμα ώστε να μην νομιμοποιήσει με την παρουσία του την πολιτική συντριβής των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, βίαιης εξαθλίωσης της κοινωνίας και κατάλυσης κάθε έννοιας κυριαρχίας υπέρ των δανειστών και της τρόικας. Το μόνο που τους νοιάζει είναι να διατηρήσουν τις εδρούλες τους, να συνεχίσουν την απορρόφηση των κρατικών ενισχύσεων και να λειτουργούν ως ακίνδυνη αντιπολίτευση ενός καθεστώτος οδοστρωτήρα κάθε κοινωνικού, εργατικού και πολιτικού δικαιώματος. Αυτή είναι η κοινωνική και ταξική ευαισθησία που διαθέτουν.
Όμως, αυτό που συνέβη με την τελευταία επίσκεψη στον πρωθυπουργό ξεπερνά κάθε όριο. Με την κυβέρνηση να παίζει σε όλους τους τόνους το χαρτί της συναίνεσης, θα περίμενε κανείς μια διαφορετική στάση από τους ηγέτες ιδίως της αριστεράς. Αυτό δεν έγινε. Όλοι τους τρέξανε να προσφέρουν χέρι βοηθείας, όπως μπορούσε κανείς, στη νέα τροπή της διαδικασίας ελεγχόμενης χρεοκοπίας που έχει επιβληθεί στη χώρα.
Για να δούμε πιο συγκεκριμένα: Η στάση του κ. Σαμαρά και της ΝΔ δεν νομίζω ότι ξαφνιάζει κανέναν. Μετά το τέλος της συνάντησης, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Στη συνάντησή μας, ο κ. Παπανδρέου με ενημέρωσε για την πρόθεσή του να θέσει στις επόμενες συναντήσεις Κορυφής της Ε.Ε., τα ζητήματα διαχείρισης του Χρέους. Του απάντησα ότι η Ν.Δ. στήριξε εξαρχής και στηρίζει αποφασιστικά, υπεύθυνα και σε κάθε ευκαιρία: Πρώτον, το Ευρωομόλογο. Δεύτερον, το Αναπτυξιακό Ευρωπαϊκό Ομόλογο, Τρίτον, την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του Δανείου των 110 δισ., Τέταρτον, τη μείωση του κόστους δανεισμού. Και, πέμπτον, την επαναγορά των ελληνικών Ομολόγων.
Τις θέσεις αυτές, μάλιστα, τις προώθησα και συνεχίζω να τις προωθώ και προς τους αξιωματούχους της Ε.Ε. (Τρισέ, Ρομπάι, Γιούνκερ, Μπαρόζο, Όλι Ρεν, Μαρτένς), που ήδη έχω συναντήσει, αλλά και προς τους Ομολόγους μου στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, ιδιαίτερα εκείνων των χωρών που αντιμετωπίζουν παρόμοια με την Ελλάδα προβλήματα, όπως είναι η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.
Όμως, έχω επανειλημμένα τονίσει, ότι η ικανοποίηση αυτού του πακέτου, σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να συνδεθεί με νέα, σκληρά μέτρα για την Ελληνική Οικονομία. Και είναι για μας αυτονόητο, ότι ακόμα και αν εξασφαλίζαμε ευνοϊκές αποφάσεις για τη διαχείριση του χρέους, όπως π.χ. για την επιμήκυνση, κάτι τέτοιο από μόνο του δεν θα μας έλυνε το πρόβλημα. Γιατί το πρόβλημα σήμερα είναι η ασφυξία που προκαλεί στην ελληνική οικονομία το ίδιο το Μνημόνιο. Και βασική του λύση, είναι η δραστική αλλαγή των όρων του Μνημονίου».
Το πρόβλημα λοιπόν κατά τον κ. Σαμαρά είναι η επίσημη μετατροπή του δημόσιου χρέους σε μοχλό πλήρους εξάρτησης της Ελλάδας από τον νέο μηχανισμό διαχείρισης των χρεοκοπιών στην ευρωζώνη. Η πλήρης ταύτιση του κ. Σαμαρά με τους πιο ασύδοτους κερδοσκόπους φαίνεται και από το γεγονός ότι εμφανίστηκε να λατρεύει τα ευρωομόλογα. Αυτοί που πρώτοι εμπνεύστηκαν τα ευρωομόλογα είναι οι ειδικοί των Hedge Fund ήδη από το 2008, δηλαδή σε ανύποπτους καιρούς για την ευρωζώνη. Σήμερα με ντόπιους και ξένους κερδοσκόπους επενδυτές να έχουν δεσμεύσει σημαντικά κεφάλαια σε ομόλογα κρατών υπό χρεωκοπία, το ευρωομόλογο αποτελεί μάννα εξ ουρανού. Έστω κι αν η εφαρμογή αυτό που θα κάνει τελικά είναι να γενικεύσει ακόμη περισσότερο τη διαδικασία της χρεοκοπίας, αγκαλιάζοντας ακόμη και τη Γερμανία.
Τι νοιάζει τον κ. Σαμαρά; Αυτός εκτελεί διατεταγμένη υπηρεσία υπέρ των κερδοσκόπων, όπως και η κυβέρνηση. Η αποστολή τους είναι να εξασφαλίσουν τα συμφέροντα των πιο παρασιτικών κυκλωμάτων των αγορών κεφαλαίου, εντός και εκτός Ελλάδας. Κυκλώματα που ξέρουν να κερδίζουν μόνο ή κύρια από την λεηλασία λαών και τη διάλυση ολόκληρων χωρών. Όσα φέρεται να ζήτησε ο κ. Σαμαράς από τον πρωθυπουργό δεν διαφέρουν σε τίποτε από αυτά που επισήμως ζητά και η ίδια η κυβέρνηση. Ούτε κουβέντα για την «οικονομική διακυβέρνηση», που καταργεί και τα τελευταία υπολείμματα ανεξαρτησίας στην άσκηση οικονομική πολιτική κάθε κράτους-μέλους, μετατρέποντας επισήμως τι κυβερνήσεις και τα εθνικά κοινοβούλια σε ιμάντες μεταβίβασης των εντολών και των υποδείξεων των κεντρικών οργάνων της ευρωζώνης. Ούτε λέξη επίσης για το «σύμφωνο ανταγωνιστικότητας», που συζητά το Συμβούλιο Κορυφής, το οποίο φιλοδοξεί να καταργήσει ακόμη και την έννοια του μισθού, αντικαθιστώντας το με ένα είδος επιδόματος εργασίας για το οποίο θα αποφασίζει μονομερώς η εργοδοσία και η ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης. Συνεπώς όταν λέει ο κ. Σαμαράς «ότι η ικανοποίηση αυτού του πακέτου, σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να συνδεθεί με νέα, σκληρά μέτρα για την Ελληνική Οικονομία,» απλά εμπαίζει το ακροατήριό του. Κι αυτό γιατί πώς φαντάζεται να εφαρμοστεί για παράδειγμα το «σύμφωνο ανταγωνιστικότητας»; Με χάδια, ή με αυξήσεις μισθών και συντάξεων;
Όμως μην ανησυχείτε επισκέφτηκε τον πρωθυπουργό και το αγλάισμα της αριστεράς, ο κ. Τσίπρας. Μετά τη συνάντηση, ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε τα εξής: «Με τον πρωθυπουργό έχουμε μια διαφορετική φιλοσοφία. Εμείς πιστεύουμε ότι αυτοί που πρέπει να πιεστούν είναι οι δανειστές και οι εταίροι, όχι να πιεστούν ο ελληνικός λαός και τα πολιτικά κόμματα να συναινέσουν στην καταστροφική επιλογή του Μνημονίου.» Προφανώς ο κ. Τσίπρας επισκέφτηκε τον πρωθυπουργό για να κάνει φιλοσοφικές συζητήσεις, διότι μάλλον δεν έχει ιδέα του τι παίζεται στην Σύνοδο Κορυφής. Ίσως γιατί πιστεύει ακόμη ότι η χρεοκοπία είναι παραμύθι χωρίς δράκο. «Καταθέσαμε τις απόψεις μας στον πρωθυπουργό σε σχέση και με το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας. Ένα Σύμφωνο που κατά την δική μας εκτίμηση αποτελεί το ευρωπαϊκό Μνημόνιο και μάλιστα πιο σκληρό και πιο επώδυνο, διότι είναι αόριστης διάρκειας, χωρίς περιορισμένο χρονικό ορίζοντα. Και κατά την εκτίμηση τη δική μας και της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, αποτελεί και το τέλος της πολιτικής. Το τέλος της διαπραγμάτευσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εξηγήσαμε στον πρωθυπουργό ότι καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να υιοθετήσει μια τέτοια προοπτική ερήμην της λαϊκής βούλησης,» δήλωσε επίσης ο κ. Τσίπρας, «αφήνοντας εκτός το ζήτημα της «οικονομικής διακυβέρνησης».
Αλήθεια ποιον αντιπροσωπεύει ο κ. Τσίπρας; Μερίδα του ελληνικού λαού, ή τους πολιτικούς γραφειοκράτες της Ευρωπαϊκής Αριστεράς; Τι προέχει στους πολιτικούς του προβληματισμούς, το καλό των εργαζομένων αυτής της χώρας, ή τα ιδεολογήματα της νομοταγούς Ευρωπαϊκής Αριστεράς; Προφανώς τα δεύτερα. Άλλωστε με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζουν και οι παρατρεχάμενοι το δάχτυλο στο μέλι, δηλαδή στα ευρωπαϊκά κονδύλια. Ο κ. Τσίπρας, όσο κι αν το αρνείται, έχει την ίδια πολιτική φιλοσοφία με τον κ. Παπανδρέου: προτάσσει το συμφέρον των μηχανισμών της ευρωζώνης και της ΕΕ, έναντι των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού και του τόπου. Γι’ αυτό και η κριτική του είναι και παραμένει διαχειριστική: «Εξήγησα στον πρωθυπουργό ότι η εμπλοκή του λαϊκού παράγοντα στις εξελίξεις δεν είναι παράγοντας αποσταθεροποίησης. Αντιθέτως, μπορεί να δώσει δύναμη και ισχύ στη διαπραγματευτική ικανότητα της χώρας. Του κατέθεσα, λοιπόν, την πρόταση για να αρνηθεί το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας και να προσφύγει σε δημοψήφισμα στον ελληνικό λαό.»
Εδώ η γελοιότητα συναντά την πολιτική απάτη. Η κυβέρνηση με δεδομένη τη δανειακή σύμβαση με βάση την οποία έχει καταλυθεί η άσκηση κυριαρχίας της χώρας και έχει παραδοθεί εκ προοιμίου το σύνολο του εθνικού πλούτου, καλείται να διαπραγματευθεί. Με ποιόν; Με αυτούς που επέβαλαν το μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση. Αν προσέξετε ο κ. Τσίπρας δεν λέει κουβέντα για τη δανειακή σύμβαση, ούτε βέβαια για ανατροπή του μνημονίου, ενώ τις λαϊκές κινητοποιήσεις τις βλέπει σαν μοχλό πίεσης της κυβέρνησης. Ζήτω η δημοκρατία. Κι από πάνω βάζει ως κερασάκι και το δημοψήφισμα, μπας και ξεγελαστεί κανείς αρκετά ανόητος οπαδός του. Για ποιο θέμα; Μα φυσικά για το «σύμφωνο ανταγωνιστικότητας», για την διασφάλιση της επικυριαρχίας των ευρωκρατών. Όσο για την κρίση χρέους και την χρεοκοπία της χώρας ο κ. Τσίπρας δεν έχει ακούσει τίποτε. Είναι πολύ ευρωπαίος για να ασχολείται με περιφερειακές χώρες σαν την Ελλάδα. Προέχουν τα ευρωπαϊκά ιδεώδη του λεβαντινοραγιαδισμού. «Πιστεύουμε ότι το τελευταίο ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο που έχει μείνει στην ελληνική πλευρά σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ο πρωθυπουργός να πει δημόσια την αλήθεια. Να πει δημόσια την αλήθεια για την αποτυχία του μνημονίου, για την αποτυχία αυτής της πολιτικής που μας βυθίζει στην παγίδα του χρέους, σ’ αυτό το φαύλο κύκλο χρέους – λιτότητας – ύφεσης – χρέους. Αν δεν βγούμε από αυτή την παγίδα, αν δηλαδή δεν ακολουθήσουμε μια εντελώς διαφορετική πολιτική παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, αναδιανομής του πλούτου και ανάπτυξης, τότε δεν θα καταφέρουμε γλιτώσουμε τη χρεοκοπία, την οικονομική και κοινωνική,» συνέχισε να δηλώνει ο κ. Τσίπρας.
Ας προσέξουμε τον ειρμό και τις θέσεις του. Το πρόβλημα του χρέους δεν υπήρχε πριν το μνημόνιο, αλλά ο φαύλος κύκλος χρέους – λιτότητας – ύφεσης – χρέους εμφανίστηκε μόλις τους τελευταίους μήνες χάρις στην πολιτική της κυβέρνησης. Δεν υπάρχει πρόβλημα χρεοκοπίας λόγω του επαχθούς και απεχθούς δημόσιου χρέους που έχει συσσωρευτεί εδώ και δεκαετίες, αλλά λόγω της κακού μίγματος πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση, όπως θα έλεγε και ο Σαμαράς. Και τι προτείνει ο κ. Τσίπρας: παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, αναδιανομή του πλούτου και ανάπτυξη. Πώς θα γίνει αυτό υπό καθεστώς ευρώ και δανειακής σύμβασης; Πώς είναι δυνατό να υπάρξει παραγωγική ανασυγκρότηση μέσα σε μια οικονομική ζώνη που έχει σχεδιαστεί τα ελλείμματα των ασθενικών οικονομιών σαν την Ελλάδα να τα μετατρέπει σε πλεονάσματα της Γερμανίας; Πώς θα υπάρξει αναδιανομή του πλούτου όταν η χώρα δεν διαθέτει κανένα μακροοικονομικό εργαλείο πολιτικής, ούτε καν το δικό της νόμισμα; Με μαγικό ραβδί, ή με τελετουργίες βουντού;
Μην νομίζετε ότι ο κ. Τσίπρας τα λέει αυτά σοβαρά. Κάτι πρέπει να πει για να συγκαλύψει την ταύτισή του με το πιο αντιδραστικό οικοδόμημα που στήθηκε ποτέ στην Ευρώπη από την εποχή της νέας τάξης του Χίτλερ. Από κει και πέρα έχει έτοιμη την απάντηση και για το χρέος: «Και, βεβαίως, του επανέλαβα την πρόταση της Ευρωπαϊκής Αριστεράς για επαναδιαπραγμάτευση του χρέους σε ευρωπαϊκό επίπεδο, διότι ο ελληνικός λαός δεν οφείλει να υποθηκεύει το μέλλον του επειδή κάποιοι κερδίσανε εις βάρος του όλα τα προηγούμενα χρόνια.» Ο κ. Τσίπρας δεν έχει πρόταση για το τι πρέπει να γίνει με το δημόσιο χρέος της Ελλάδας. Γι’ αυτό και το παραπέμπει στις καλένδες μιας αναδιαπραγμάτευσης του χρέους σε ευρωπαϊκό επίπεδο και μέχρι να γίνει αυτό, αν γίνει ποτέ, ο λαός και η χώρα μπορεί άνετα να συνεχίσει να ξεπουλιέται και να υπομένει τη δουλοπαροικία χρέους που έχουν επιβάλει οι αρχιτέκτονες της Ευρώπης, τους οποίους τόσο πολύ θαυμάζει.
Όμως μην ανησυχείτε και έρχεται το βαρύ πυροβολικό της αριστεράς, η κ. Παπαρήγα. Ξέρετε ποια εννοώ. Αυτήν που λέει όχι στο διάλογο, αλλά τρέχει κάθε φορά που την καλεί ο πρωθυπουργός. Αυτήν που λέει όχι στη συναίνεση, αλλά δεν έχει να προτείνει κανένα πολιτικό σχέδιο αντιμετώπισης της καταστροφής που υπομένει σήμερα ο εργαζόμενος και η χώρα. Τι μας είπες λοιπόν η κ. Παπαρήγα εξερχόμενη του Μαξίμου; «Εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε προτάσεις στην κυβέρνηση που στην ουσία είναι να διαλέξουμε με ποιο σκοινί θα κρεμάσουν τον ελληνικό λαό, αν θα είναι μεταξωτό, τρίχινο ή δεν ξέρω τι.» Η κ. Παπαρήγα μας λέει ότι δεν μπορεί να κάνει προτάσεις στην κυβέρνηση, γιατί είναι σαν να διαλέγει με ποιο σκοινί θα κρεμάσουν τον ελληνικό λαό. Πολύ καλά. Προτάσεις προς τον λαό έχει να κάνει; Δεν πρέπει να πει τι πρέπει να κάνει ο λαός και οι εργαζόμενοι για να γλυτώσουν το σκοινί; Ή μήπως πρέπει να τα υποστούν όλα προκειμένου κάποτε να έλθει η λαϊκή οικονομία και η λαϊκή εξουσία που θα τους λύσει όλα τα προβλήματα;
Μπορεί να κάνει κάτι το ΚΚΕ σήμερα ώστε να οργανώσει την πάλη του λαού και των εργαζομένων για να μην έρθουν τα χειρότερα; Προφανώς όχι. Γι’ αυτό και η κ. Παπαρήγα δήλωσε: «Προβλέπουμε ότι θα υπάρξει κάποια συμφωνία στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ελεγχόμενη χρεοκοπία. Οποιαδήποτε όμως συμφωνία κι αν υπάρξει και οποιαδήποτε παραλλαγή, ένα είναι το κρατούμενο: Νέα δυσβάσταχτα, αβάσταχτα μέτρα κατά του ελληνικού λαού, κατά των λαών της Ευρώπης. Επομένως συναίνεση δεν μπορεί να υπάρξει. Έρχονται τα χειρότερα και όσο πιο έτοιμος είναι ο λαός να τα αντιμετωπίσει, αγωνιστικά, ενωτικά, πολιτικά και αποφασιστικά, από καλύτερες θέσεις θα μπορέσει να βλέπει το αύριο».
Ωραία, θαυμάσια, συναίνεση δεν μπορεί να υπάρξει, αλλά τι θα κάνει το ΚΚΕ ώστε ο λαός και οι εργαζόμενοι να γλυτώσουν την ελεγχόμενη χρεοκοπία; Τίποτε απολύτως. Ούτε η κ. Παπαρήγα, ούτε κάποιος άλλος από την ηγετική ομάδα του ΚΚΕ δεν έχει διατυπώσει κάποιο πολιτικό σχέδιο για την αντιμετώπιση της καταστροφής που έρχεται. Είναι ένα ερώτημα αν τους καίγεται καρφί γι’ αυτό που βιώνει ο λαός και οι εργαζόμενοι, ή έστω αν νοιάζονται καθόλου για τα χειρότερα που έρχονται. Αν προσέξει κανείς τη δήλωση της κ. Παπαρήγα διαπιστώνει τα εξής ενδιαφέροντα: Καταρχάς άργησε περίπου ένα δεκάμηνο να διαπιστώσει αυτό που ήταν ολοφάνερο ευθύς εξαρχής, δηλαδή ότι η χώρα βαδίζει σε ελεγχόμενη χρεοκοπία στο έλεος του χρηματιστικού κεφαλαίου. Όταν κάποιοι «οπορτουνιστές» σαν του λόγου μας το ανέλυαν ήδη από τις αρχές του περασμένου χρόνου, τα καλόπαιδα της κ. Παπαρήγα μιλούσαν για το «φόβητρο της χρεοκοπίας» και για μπλόφα. Πάλι καλά που έστω και αργά αντιλήφθηκε αυτό που έχει αντιληφθεί εδώ και καιρό ακόμη κι ο τελευταίος εργαζόμενος. Όμως τι προτίθεται να κάνει ενάντια στην ελεγχόμενη χρεοκοπία; Ποιο είναι το πολιτικό σχέδιο που έχει να προτείνει η κ. Παπαρήγα ώστε να αποφύγει, να αποκρούσει η εργαζόμενη κοινωνία την ελεγχόμενη χρεοκοπία; Εδώ και τώρα, όχι στις ιστορικές καλένδες, όταν και όποτε πάρει την εξουσία το ΚΚΕ, δηλαδή φέξε παπά μου και γλύστρισα. Υπάρχει τέτοιο σχέδιο; Όσο το έχετε δει εσείς, άλλο τόσο το έχει η κ. Παπαρήγα και η ηγετική ομάδα του ΚΚΕ.
Όταν όμως βγαίνεις και ανακοινώνεις ότι επέρχεται ελεγχόμενη χρεοκοπία, χωρίς ταυτόχρονα να προτείνεις κάποιο άμεσο πολιτικό σχέδιο αποτροπής, τότε εκτελείς χρέη προάγγελου μιας υποτίθεται αναπόφευκτης πολιτικής. Με άλλα λόγια η κ. Παπαρήγα βγήκε να προετοιμάσει το έδαφος εκ μέρους της κυβέρνησης και όχι να αντιστρατευτεί τις πολιτικές επιλογές της, όσο κι αν λέει ότι δεν παρέχει συναίνεση. Δεν παρέχει συναίνεση μόνο αυτός που δεν αρκείται να διαφωνεί, ή να καταγγέλλει την επίσημη πολιτική, αλλά οργανώνει την πάλη για να την ανατρέψει εδώ και τώρα. Αλλιώς είναι άλλα λόγια να αγαπιόμαστε.
Επιπλέον η κ. Παπαρήγα φαντάζεται πώς η ελεγχόμενη χρεοκοπία δεν είναι και τίποτε ιδιαίτερο σε σχέση με ότι συνέβαινε μέχρι τώρα. Απλά θα προσθέσει νέα βάρη στις πλάτες των εργαζομένων. Αν δεν είναι απολογητική στάση αυτή, τότε τι είναι; Η ελεγχόμενη χρεοκοπία, όπως και κάθε χρεοκοπία, δεν είναι απλά η επιβολή πιο αντιλαϊκών πολιτικών, αλλά το ξεκλήρισμα της εργαζόμενης κοινωνίας χωρίς προοπτική ανάκαμψης. Σημαίνει τη διάλυση της οικονομίας και του κοινωνικού ιστού προς όφελος της χρηματιστικής ολιγαρχίας. Σημαίνει γενικευμένη καταστολή δικαιωμάτων και ελευθεριών στο χώρο της εργασίας και της πολιτικής. Ενδιαφέρεται η κ. Παπαρήγα να αποτραπεί αυτή η ελεγχόμενη χρεοκοπία; Ούτε κατά διάνοια.
Η ηγετική ομάδα του ΚΚΕ θεωρεί ότι τα χειρότερα που έρχονται, δηλαδή η ελεγχόμενη χρεοκοπία, μπορεί να ξεκληρίσουν κυριολεκτικά την εργατική τάξη και την κοινωνία γενικά, αλλά θα αποφέρουν πολιτικά οφέλη για την ίδια. Πιστεύει ότι τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν δραματικά για την μέση εργαζόμενη οικογένεια, αλλά για τους επαγγελματίες της πολιτικής δεν θα αλλάξουν πολύ. Κι έτσι η απλή διαφοροποίηση και οι κορώνες περί μη συναίνεσης υποτίθεται ότι αρκούν για να κερδίσουν ψήφους στις ερχόμενες εκλογές και να εξασφαλίσουν την μακροημέρευση του κομματικού μηχανισμού. Έτσι ακριβώς σκέφτονται, όχι μόνο στην κορυφή του ΚΚΕ, αλλά στο σύνολο των ηγεσιών της αριστεράς. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους καίγεται καρφί για την ελεγχόμενη χρεοκοπία, εκτός ίσως από την καταγγελία της επίσημης πολιτικής. Δεν τους καίγεται καρφί για την κόλαση που βιώνουν ήδη, αλλά και θα βιώσουν ακόμη πιο έντονα οι εργαζόμενοι. Ούτε νοιάζονται για το αν θα μπορέσει η ίδια η χώρα να επιβιώσει αυτής της περιπέτειας.
Μπορεί στη θεωρία να λέμε ότι οι κρίσεις του καπιταλισμού είναι ιστορικά παροδικά και περιοδικά φαινόμενα, αλλά όταν πρόκειται για μια παγκόσμια κρίση, η παροδικότητα και η περιοδικότητά της δεν αφορούν σε όλα τα οργανικά μέρη της. Αυτό σημαίνει ότι είναι πολύ πιθανό να δούμε την ανάκαμψη κάποτε – αν και σήμερα δεν είναι ακόμη ορατή – της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά να υπάρξουν χώρες εξαρτημένες που δεν θα ανακάμψουν ποτέ. Κι μια από αυτές τις υποψήφιες είναι και η Ελλάδα.
Γι’ αυτό και η στάση της αριστεράς, πρώτα και κύρια της ηγετικής ομάδας του ΚΚΕ, δεν είναι απλά εγκληματική, είναι από κάθε άποψη προδοτική του λαού και της εργατικής τάξης στην πιο κρίσιμη φάση της ιστορίας τους, μπροστά στην πιο κρίσιμη μάχη που έχουν να δώσουν από την εποχή της κατοχής. Είναι η εποχή που ο καθένας διαλέγει στρατόπεδο, η ίδια η κοινωνία και η πολιτική διχάζονται και πολώνονται σε τέτοιο βαθμό που οι διαφορές του λαού και των εργαζομένων με το κυρίαρχο σύστημα μπορούν να λυθούν μόνο με όρους εξέγερσης, με όρους κοινωνικής επανάστασης. Άλλη διέξοδος μπροστά στην εργαζόμενη κοινωνία δεν υπάρχει, παρά μόνο η ολοκληρωτική καταστροφή.
Επομένως η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις δεν βρίσκεται στο ποιος συναινεί ή όχι στα λόγια, αλλά ποιος προετοιμάζει, διευκολύνει και οργανώνει την επαναστατική πάλη του λαού και της εργατικής τάξης σήμερα, εδώ και τώρα. Όχι διακηρύσσοντας την έφοδο προς τον ουρανό, την διεκδίκηση της χίμαιρας, αλλά προτάσσοντας πολιτικά αιτήματα άμεσα υλοποιήσιμα που μπορούν να συσπειρώσουν ένα σύγχρονο παλλαϊκό κίνημα ανατροπής του καθεστώτος ελεγχόμενης χρεοκοπίας. Και παλλαϊκό κίνημα, για να θυμηθούμε τον Λένιν, «δεν πρέπει να εννοούμε καθόλου ένα κίνημα που – στις συνθήκες της αστικοδημοκρατικής επανάστασης – θα είναι αλληλέγγυα μ’ αυτό ολόκληρη η αστική τάξη ή έστω και η φιλελεύθερη αστική τάξη. Έτσι βλέπουν το ζήτημα μόνο οι οπορτουνιστές. Όχι. Παλλαϊκό είναι το κίνημα που εκφράζει τις αντικειμενικές ανάγκες όλης της χώρας και κατευθύνει όλα τα σκληρά χτυπήματά του ενάντια στις κεντρικές δυνάμεις του εχθρού, ο οποίος εμποδίζει την ανάπτυξη της χώρας. Παλλαϊκό, είναι το κίνημα που το υποστηρίζει η συμπάθεια της τεράστιας πλειοψηφίας του πληθυσμού. [1]
Όποιος σήμερα αντιτάσσεται στη δημιουργία ενός τέτοιου παλλαϊκού κινήματος στην βάση των παλιών αστικο-δημοκρατικών επαναστατικών συνθημάτων της μη αναγνώρισης και διαγραφής του χρέους, της εξόδου από το ευρώ στην προοπτική αποσύνδεσης από την ΕΕ, την εθνικοποίηση των τραπεζών, της παραγωγικής ανασυγκρότησης προς όφελος του λαού και της κατάκτησης της δημοκρατίας στη βάση της λαϊκής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας – τα οποία σήμερα καμμιά αστική δύναμη δεν μπορεί να υιοθετήσει και πολύ περισσότερο να υλοποιήσει – τότε είναι δύναμη αντεπαναστατική, αντιδραστική και προδοτική. Πρόκειται για μια δύναμη εφεδρεία του κυρίαρχου συστήματος, Πέμπτη Φάλαγγα στα μετόπισθεν του λαού. Όσους αντικαπιταλισμούς κι αν επικαλείται. Όπως κι αν αυτοπροσδιορίζεται. Έστω κι αν πρόκειται για τη σημερινή ηγετική ομάδα του ΚΚΕ, που με τη στάση, την ιδεολογία και την πολιτική της σέρνει ένα κόμμα ηρώων και μαρτύρων, το μόνο κόμμα της εργατικής τάξης που υπήρξε ιστορικά, στη λάσπη της κοινωνικής απαξίωσης και του εξευτελισμού, τσακίζοντας την μόνη πολιτική δύναμη που θα μπορούσε να λειτουργήσει καταλυτικά στη ανάδειξη ενός ρωμαλέου παλλαϊκού επαναστατικού κινήματος.
[1] Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τ. 22, σ. 294-95.
ΠΗΓΗ: 14 Μαρτίου 2011, http://www.inprecor.gr/index.php/archives/42890