Φρουτάκια: Ο εκμαυλισμός των συνειδήσεων
Του Απόστολου Παπαδημητρίου
Τζόγος είναι μη ελληνική λέξη, η οποία όμως αποδίδει κατά πολύ ικανοποιητικό τρόπο την με πάθος ενασχόληση με τυχερά παιχνίδια. Τα παιχνίδια αυτά στις ημέρες μας έχουν πολλαπλασιαστεί τρομακτικά αλλά και έχουν πάψει εν πολλοίς να είναι τυχερά. Δεν αναφέρομαι βέβαια στα αλλοιωμένα παιγνιόχαρτα ή στους παραμορφωμένους κύβους – ζάρια ούτε στις ρουλέτες που ελέγχονται από πολύπλοκους μηχανισμούς ούτε στους “στημένους” ποδοσφαιρικούς αγώνες.
Έχω κατά νουν το πρόσφατο άθλιο παιχνίδι των κερδοσκόπων, οι οποίοι έφθασαν στο απύθμενο θράσος να στοιχηματίζουν σχετικά με την πτώχευση ή μη της χώρας μας. Και βέβαια είναι κι αυτό ένα άθλιο και στημένο παιχνίδι, αφού οι αθέατοι οργανωτές του παιχνιδιού μπορούν να ρυθμίσουν ανά πάσα στιγμή τις συνθήκες, ώστε να καταστεί γεγονός ή να αποτραπεί η πτώχευση. Οι λαοί είμαστε υποχείρια των ισχυρών του χρήματος και αυτοί διαθέτουν πληθώρα μηχανισμών, χωρίς να διατρέχουν μάλιστα τον κίνδυνο ποινικής δίωξης για απάτη (από ποιόν άλλωστε;). Μέσω των μηχανισμών αυτών ανεβάζουν και κατεβάζουν επιτόκια, σπρέντς (ο νέος ακαταλαβίστικος όρος μπαμπούλας) και μετοχές, δανείζουν δεν δανείζουν, πνίγουν ή φαίνεται να ανακουφίζουν οικονομίες. Τελικά οι πολλοί χάνουν διαρκώς και οι λίγοι κερδίζουν διαρκώς. Μάλιστα οι λίγοι γίνονται με την πάροδο του χρόνου λιγότεροι, καθώς οι άπληστοι “κροίσοι” κατά τις τελευταίες δεκαετίες επιτίθενται και κατά της μέχρι πρότινος προνομιούχας μεσοαστικής τάξης, της οποίας τον αφανισμό επιχειρούν με επιτυχία.
Ο λαός δεν είχε στενή σχέση με τον τζόγο κατά το παρελθόν. Πέρα από κάποια στέκια παθιασμένων χαρτοπαικτών, οι οποίοι εγκατέλειπαν στο έλεος του Θεού την οικογένειά τους, και πέρα από το λαχείο, που αρκετοί αγόραζαν με την ελπίδα να αλλάξει η ζωή τους, η ενασχόληση με τον τζόγο ήταν ασήμαντη. Όταν η Πολιτεία έθεσε ως πρωτεύοντα στόχο την τουριστική ανάπτυξη της χώρας επένδυσε μεταξύ άλλων και στους πολυτελείς “ναούς της θεάς τύχης” ή καζίνα επί το κοσμοπολιτικότερον. Ευτυχώς που κάποιοι παράγοντες είχαν τη φρόνηση να απαγορεύσουν αρχικά την είσοδο σ’ αυτούς των δημοσίων υπαλλήλων. Πάντως το “Μον Παρνές”, δηλαδή το καζίνο της Πάρνηθας, ήταν έργο, το οποίο με περισσή καύχηση προέβαλλαν οι τότε κρατούντες, αν και οι πληγές από τους πολέμους δεν είχαν ακόμη επουλωθεί! Αργότερα ιδρύθηκαν και άλλοι “ναοί” με σκοπό την οικονομική ανάπτυξη! Πόσα οικογενειακά δράματα πέρασαν στα ψιλά των εφημερίδων! Εγκαταλείψεις οικογενειών, πτωχεύσεις, αυτοκτονίες τέλος. Μόνο εκεί στη Φλώρινα δεν κατέστη δυνατόν να λειτουργήσει “ναός του τζόγου”! Εχέφρονες παράγοντες της τοπικής κοινωνίας έχοντας επικεφαλής τον επίσκοπο, εκείνον που αποκαλούσαν οι άνθρωποι της παρακμής πότε φανατικό, πότε τρελό, τον μακαριστό Αυγουστίνο, εναντιώθηκαν στην πρόθεση της Πολιτείας να χορηγήσει άδεια λειτουργίας, που θα σήμαινε ταφόπλακα για την ακριτική πόλη! Βέβαια οι γείτονές μας εγκατέστησαν στους συνοριακούς σταθμούς καζίνα και με πλήθος διαφημίσεων υπό μορφήν σειρήνων έλκουν τους λάτρεις του τζόγου εκεί. Έτσι το “Δημόσιο χάνει έσοδα” θρηνούν οι έμποροι του τζόγου! Και πως να μη θρηνούν, αφού στα πλαίσια του αστικού Συστήματος μία είναι η αξία: Το χρήμα!
Με την πάροδο των ετών τα τυχερά παιχνίδια για τα λαϊκά στρώματα πολλαπλασιάστηκαν με την Πολιτεία να αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο στον εκμαυλισμό των συνειδήσεων. Έστησε σε κάθε οικοδομικό τετράγωνο κατάστημα τυχερών παιχνιδιών και ανέθεσε σε ιδιώτες να διαχειρίζονται εν πολλοίς τα τυχερά παιχνίδια, στα οποία δαπανάται σημαντικό ποσοστό του γλίσχρου εισοδήματος των λαϊκών στρωμάτων. Και επειδή δεν ήσαν όλα αυτά αρκετά χορήγησε πληθώρα αδειών εγκατάστασης μικρών καζίνων σε κάθε κατάστημα “ψυχαγωγίας”. Είχαν πολλά και ποικίλα ονόματα (θυμούμαι από αυτά το “κουλοχέρηδες”), αλλά το γενικό τους ήταν “φρουτάκια”. Όλα όμως έκαναν την ίδια “δουλειά”. Ξάφριζαν όλο το ποσό που διέθετε ο παίκτης, και όχι μόνο εκείνο που είχε αρχικά κατά νου να “παίξει”, εν ριπή οφθαλού. Τί κι αν δεν είχε στη συνέχεια χρήματα να αγοράσει ψωμί για την οικογένειά του; Τί κι αν “κοβόταν” το “ρεύμα” και το “τηλέφωνο”; Η Πολιτεία με πλατειά την ικανοποίηση έβλεπε να αυξάνουν τα έσοδά της! Κάποια ωραία πρωία ελήφθη η απόφαση να απαγορευθούν τα ληστρικά μηχανήματα. Ανακούφιση στις οικογένειες με μέλη θύματα εκ του εθισμού. Όχι βέβαια πως δεν υπήρχαν υποκατάστατα παιχνιδιών, ώστε να “χάνει” το θύμα τα χρήματά του, αλλά κανένα δεν διέθετε την απληστία των απαγορευθέντων. Τα μηχανήματα, για τα οποία δαπανήσαμε μεγάλα ποσά προς εισαγωγή, αποσύρθηκαν και αποθηκεύθηκαν. Πέρασαν λίγα χρόνια και να που η κυβέρνηση κινείται προς την κατεύθυνση της εκ νέου χορήγησης αδειών (ανάρτηση του νομοσχεδίου 26.1.2011)! Επιχείρημα των αρμοδίων: Η ανάγκη εναρμόνισης των εθνικών διατάξεων προς την κοινοτική νομοθεσία. “Τραγούδι” χιλιοειπωμένο! Στα πλαίσια δήθεν αυτά αναθεωρήσαμε το οικογενειακό δίκαιο και προχωρούμε στον εθνικό και θρησκευτικό αποχρωματισμό της εκπαίδευσης. Ίσως είναι κάποιες από τις “επουσιώδεις” δεσμεύσεις έναντι των ισχυρών δανειστών μας, στους οποίους έχει εκχωρηθεί η διακυβέρνηση της χώρας! Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι δεχθήκαμε κάποιες πιέσεις, αφού με την αγορά των “ληστών” θα τονωθεί κάπως η βιομηχανία των κατασκευαστών αυτών. Πέραν αυτού για την Πολιτεία ό,τι εισπράξει καλό θα είναι, αφού, δυστυχώς, κανένας εισπρακτικός στόχος δεν επιτυγχάνεται στην παραπαίουσα αγορά. Είσαι άνεργος επειδή σε απέλυσαν ή αναγκάστηκες να κλείσεις το καταστηματάκι σου; Μην απελπίζεσαι! Ξέχνα τον πόνο σου και δοκίμασε την “τύχη” σου. Μπορεί να σου χαμογελάσει!
Αγαπητοί αρμόδιοι της Πολιτείας. Το χρήμα που κυκλοφορεί στην αγορά είναι δεδομένο. Αν το θύμα του τζόγου δεν το δαπανήσει για κάλυψη των αναγκών του, αλλά το προσφέρει στους νόμιμους ληστές, κατά πόσο θα αυξηθούν τα έσοδα του Κράτους; Αν η ΔΕΗ απωλέσει παντελώς τον κοινωνικό της χαρακτήρα, όπως αναμένεται, και καταστεί ανάλγητη έναντι των οφειλετών της, πόσα οικογενειακά δράματα θα εκτυλίσσονται καθημερινά; Σε πόσα σπίτια θα τουρτουρίζουν παιδιά από το κρύο ή δεν θα χορταίνουν στην πείνα τους; Έχετε συνειδητοποιήσει ότι έχετε αναλάβει, με αντιμισθία ή μη ο Θεός γνωρίζει, τον θλιβερό ρόλο του εκμαυλισμού του πονεμένου λαού; Είναι καιρός να ακούσετε: Φτάνει πιά!