Γερμανικές … χειροπέδες
Του Δημήτρη Καζάκη*
Υπό τη σκιά των μεγάλων λαϊκών εξεγέρσεων στον αραβικό κόσμο που, εκτός όλων των άλλων, έχουν πυροδοτήσει έναν παροξυσμό κερδοσκοπίας στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων με απρόβλεπτες διαστάσεις και προεκτάσεις για την παγκόσμια οικονομία, όπως επίσης και υπό τη σκιά των εκλογών στην Ιρλανδία, που απ’ ό,τι φαίνεται θα μετατρέψουν την οικονομική κρίση της ευρωζώνης σε ανοιχτά πολιτική για το σύνολο των κρατών-μελών, συνεχίζονται τα πάρε-δώσε ανάμεσα στους ισχυρούς προκειμένου να βρεθεί έγκαιρα – ως το τέλος Μαρτίου – κάποια μορφή μηχανισμού διαχείρισης των χρεοκοπιών εντός της ευρωζώνης.
Προς το παρόν όλα είναι ανοιχτά. Κι όλα προμηνύουν μια δραματική επιδείνωση της κατάστασης. Ιδίως για τις χώρες, όπως η Ελλάδα, που βρίσκονται ήδη σε κατάσταση χρεοκοπίας.
Όλα στη Μέρκελ
Εν τω μεταξύ ο πρωθυπουργός της χώρας δίνει ρεσιτάλ υποτέλειας που ξεπερνά κάθε όριο πολιτικής ευπρέπειας. Η Ελλάδα προσδέθηκε στο άρμα της Γερμανίας «με την ελπίδα ότι έτσι θα επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή (συνολική) λύση στο πρόβλημα του χρέους», όπως έγραφε το «Βήμα» (25/2) απηχώντας κυβερνητικούς κύκλους. Έτσι ο κ. Γ. Παπανδρέου και ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου εμφανίστηκαν σε δημόσιες δηλώσεις τους και σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις να υποστηρίζουν το γερμανικό σχέδιο για το «σύμφωνο ανταγωνιστικότητας», χωρίς όμως να έχουν λάβει καμιά επίσημη διαβεβαίωση για τους όρους που θα συνοδεύσουν την επιμήκυνση της αποπληρωμής του δανείου προς την τρόικα. Τα έδωσαν όλα εν λευκώ και δεν πήραν ούτε καν υπόσχεση.
Ο κ. Παπανδρέου δεν έχασε την ευκαιρία ακόμη και δημόσια να κρατήσει μια στάση που ταιριάζει περισσότερο σε γιουσουφάκι, παρά σε πολιτικό εκπρόσωπο κράτους. Κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου (23/2) με την καγκελάριο Μέρκελ, ο Ελληνας πρωθυπουργός δήλωσε: «Θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για την υποστήριξη, τη φιλία και τη φιλοξενία σου. Όπως είπε και η Άνγκελα, έχουμε στενή διμερή συνεργασία σε πολλούς τομείς, από τον τουρισμό, την υγεία και την πράσινη ανάπτυξη μέχρι το περιβάλλον μας και τα δάση – και σε ευχαριστώ γι’ αυτό». Από το «ευχαριστώ τις ΗΠΑ» του κ. Σημίτη για τις γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο μετά το φιάσκο των Ιμίων, στο «ευχαριστώ την Άνγκελα» του κ. Γ. Παπανδρέου για την επιβολή καθεστώτος Νταχάου στην Ελλάδα και την ευρωζώνη. Και φυσικά η «στενή διμερής συνεργασία» που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός σημαίνει πολύ απλά ότι η Ελλάδα μετατρέπεται σε εμπορική αποικία της Γερμανίας για να πουλά υποβρύχια που γέρνουν και μονοπωλιακά υπερτιμημένα εμπορεύματα, να εκμεταλλεύεται υποδομές, δημόσια περιουσία, ακόμη και δάση. Όλα στη διάθεση των τραπεζιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων της Γερμανίας, που φαίνεται να εξασφάλισαν το δικό τους Ελ Ντοράντο στην Ελλάδα.
Η κ. Μέρκελ από την πλευρά της δεν κράτησε ούτε τα προσχήματα: «Γνωρίζουμε στη Γερμανία και συνειδητοποιούμε ότι έχουμε ένα κοινό νόμισμα και ότι έχουμε πολλά οφέλη από το ενιαίο νόμισμα. Οι εξαγωγικές μας αγορές είναι στην Ευρώπη, πιο συγκεκριμένα, τα δύο τρίτα των αγορών μας βρίσκονται στην Ευρώπη. Επομένως, είναι προς το συμφέρον μας να έχουμε ένα σταθερό ευρώ». Με άλλα λόγια, για όποιον δεν κατάλαβε, όλα γίνονται για να στηριχθεί το κοινό νόμισμα προς το συμφέρον των εξαγωγικών αγορών της Γερμανίας, που κατά τα δύο τρίτα βρίσκονται στην Ευρώπη.
Επίσης η κ. Μέρκελ αισθάνθηκε μεγάλη ικανοποίηση με το να δηλώσει, όπως κάθε τυπικός αποικιοκράτης, ότι «η Ελλάδα έχει ξεκινήσει να νοικοκυρεύει τα οικονομικά της. Και αυτό το παρακολουθούμε από κοντά και αυτό το βλέπουν και οι άνθρωποι στη Γερμανία. Πιστεύω ότι έχει γίνει ορατό. Βλέπουμε ότι ο δρόμος δεν είναι εύκολος, απαιτεί πολιτική βούληση», ενώ συμπλήρωσε ότι «από τις απεργίες και τις διαμαρτυρίες που γίνονται, μπορούμε να δούμε ότι υπάρχουν και αντιστάσεις» και ότι «όσο πιο σταθερά συνεχιστεί η πορεία αυτή τόσο περισσότερο θα υπάρξει και η πεποίθηση στη Γερμανία ότι η Ελλάδα θα ολοκληρώσει την πορεία αυτή με επιτυχία».
Να θυμίσουμε εδώ ότι παρόμοιες δηλώσεις των ελεγκτών της τρόικας πριν από δυο βδομάδες ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων από την κυβέρνηση για «απαράδεκτη παρέμβαση στα εσωτερικά της χώρας». Αυτή τη φορά ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση σιώπησαν, κοινώς εποίησαν την νήσσα. Το μόνο που έκανε ο κ. Παπανδρέου είναι να διαβεβαιώσει τους Γερμανούς ότι δεν πρόκειται να επιβαρυνθούν με το ελληνικό χρέος. «Πήραμε ένα δάνειο και θα το αποπληρώσουμε με τόκο, όταν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα», δήλωσε ο κ. Παπανδρέου.
Εκεί βέβαια που ο πρωθυπουργός έδωσε αληθινά διαπιστευτήρια εθελοδουλίας είναι στη συνέντευξή του με τους Γερμανούς δημοσιογράφους. Με τη συνέντευξή του στην «Bild» (24/2) κυριολεκτικά ξεπέρασε τον εαυτό του. Ο κ. Παπανδρέου θεώρησε καλό να διαβεβαιώσει τους δημοσιογράφους μιας από τις πιο χυδαίες φυλλάδες που κυκλοφορούν σε γερμανικό και ευρωπαϊκό επίπεδο ότι «σας υπόσχομαι ότι η Ελλάδα θα αποπληρώσει και το τελευταίο σεντ». Σε μια συνέντευξη όπου η αναίδεια, το θράσος και η προκλητικότητα των δημοσιογράφων θα έκανε οιονδήποτε άνθρωπο με στοιχειώδη αξιοπρέπεια να βγει από τα ρούχα του, ο κ. Παπανδρέου, ξεχνώντας για μια ακόμη φορά ότι δεν εκπροσωπεί τον εαυτό του, συνέχισε να απολογείται με τον πιο χυδαίο τρόπο.
Δείτε χαρακτηριστική ερώτηση δημοσιογράφου: «Καταλαβαίνετε την οργή των Γερμανών φορολογούμενων, όταν πρέπει να πληρώσουν για μία χώρα, η οποία δεν εκπληρώνει τα καθήκοντά της;». Τι λέτε να απάντησε ο κ. Παπανδρέου; Μήπως τους θύμισε ότι απευθύνονται σε πρωθυπουργό; Μήπως τους έβαλε στη θέση τους λέγοντας ότι δεν μπορούν να κρίνουν το ποια είναι τα καθήκοντα της Ελλάδας; Μήπως τους θύμισε ότι δεν είμαστε υποτελείς του Γερμανικού Ράιχ; Τίποτε απ’ όλα αυτά. Το μόνο που είπε είναι τα εξής: «Κατ’ αρχάς, πρόκειται για δάνεια, για τα οποία πληρώνουμε τόκους, και όχι για δώρα. Και δεν θέλουμε τα δάνεια, για να τα αφήσουμε όλα όπως ήταν. Αλλά αντιθέτως, προκειμένου να κερδίσουμε χρόνο για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Κατανοώ την οργή ορισμένων Γερμανών. Εκείνο που μπορώ να κάνω είναι να τους ευχαριστήσω». Η μόνη αποστολή του κ. Παπανδρέου ήταν να ευχαριστεί ακόμη και τον τελευταίο τζουτζέ της Μέρκελ και της γερμανικής κυβέρνησης, διαβεβαιώνοντας ότι αυτός, η κυβέρνηση, η χώρα και ο λαός της, θα κάνουν ό,τι θέλουν αυτοί.
Ακάθεκτοι όμως οι Πρετεντέρηδες και οι Καψήδες της Γερμανίας ξαναπυροβόλησαν τον κ. Παπανδρέου λέγοντας: «Δεν είπατε όμως ευχαριστώ, όταν η ‘‘Bild’’ σας πρότεινε να πουλήσετε ελληνικά νησιά, προκειμένου να μειώσετε τα χρέη σας».
Αν νομίζετε ότι ο κ. Παπανδρέου απάντησε λέγοντας ότι η δημόσια περιουσία δεν πουλιέται και ότι θα φέρει και νόμο να το κατοχυρώνει, απατάστε. «Όχι, δεν ευχαρίστησα γι’ αυτό. Κάτι τέτοιο αποκλείεται. Πρέπει να καταλάβετε πόσο σημαντικά είναι αυτά τα νησιά για τους Έλληνες και για την ελληνική ιστορία. Έχουν διατεθεί τεράστια ποσά από τον προϋπολογισμό για την άμυνα, προκειμένου να προστατευτούν τα νησιά που είναι κοντά στις τουρκικές ακτές. Εκτός αυτού, τα νησιά αποτελούν πολιτιστική κληρονομιά, την οποία εκτιμούν και οι Γερμανοί τουρίστες. Αν πουλούσαμε τα νησιά μας σε κάποιους πάμπλουτους, δεν θα είχε πια κανένας πρόσβαση σε αυτά. Θέλουμε να αναπτύξουμε με ευαισθησία και με οικολογικό τρόπο αυτά τα μοναδικά φυσικά τοπία. Αυτό θα μας αποφέρει πολύ περισσότερα».
Με άλλα λόγια, ο κ. Παπανδρέου δεν σκέφτεται, προς το παρόν, να πουλήσει τα ελληνικά νησιά, όχι γιατί είναι δημόσια περιουσία ή εθνικό έδαφος, αλλά γιατί η Ελλάδα έχει ξοδέψει πολλά για την άμυνά τους, υπάρχει ένα είδος συναισθηματικής προσκόλλησης με αυτά και επιπλέον τα φυλάει για να τα χαίρονται οι Γερμανοί τουρίστες. Και για όποιον νομίζει ότι τα ελληνικά νησιά είναι μέρος της εθνικής επικράτειας με κατοίκους των οποίων οι ανάγκες και τα προβλήματα έχουν προτεραιότητα έναντι των τουριστών, δεν έχει αντιληφθεί περί τίνος πρόκειται. Στο αναπτυξιακό μοντέλο του κ. Παπανδρέου τα ελληνικά νησιά υπάρχουν μόνο ως «μοναδικά φυσικά τοπία», όπου προφανώς οι κάτοικοι ανήκουν στη χλωρίδα και την πανίδα του τόπου.
Δεδομένη η πτώχευση
Όμως τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά. Ο Κλέμενς Φούεστ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης διατύπωσε τη γενική εκτίμηση που υπάρχει στους κύκλους των ειδικών: «Πρέπει να αποδεχτούμε το γεγονός ότι η Ελλάδα και η Ιρλανδία είναι χρεοκοπημένες». Κι επομένως, σύμφωνα με τον Φουέστ, υπάρχουν μόνο δυο τρόποι να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα: Είτε οι ισχυρές οικονομίες θα αναλάβουν μέρος του χρέους των προβληματικών χωρών, είτε οι πιστωτές πρέπει να διαγράψουν μέρος του χρέους. «Όμως με την έννοια ότι είναι καλύτερο από το να αρχίσουν μόνες τους οι προβληματικές χώρες να αναδιαρθρώνουν». («Der Spiegel», 24/1).
Το ίδιο περίπου σχολίαζε και η γερμανική «Süddeutsche Zeitung» (25/2), η οποία παράθετε και σχόλιο του Γερμανού διοικητή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και Ανάπτυξης Τόμας Μίροφ, ότι είναι αδύνατο το ευρωπακέτο διάσωσης να βγάλει την Ελλάδα από τον φαύλο κύκλο των χρεών. «Η αλήθεια είναι ότι το χρέος της Ελλάδας πρέπει να μειωθεί. Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί οφείλουν να αποδεχθούν αυτή την αλήθεια σήμερα και όχι το 2013, όταν θα λήξει το ευρωπακέτο βοήθειας».
Σε ανάλογα συμπεράσματα καταλήγει και η ετήσια έκθεση για την ευρωπαϊκή οικονομία της EEAG, που πρόσκειται στο γνωστό Ινστιτούτο Οικονομικών μελετών του Μονάχου Ifo. Η έκθεση εκτιμά ότι το «πρόγραμμα δάσωσης» που λήγει το 2013 δεν πρόκειται να δώσει την ευκαιρία στην Ελλάδα να βγει ξανά στις αγορές ή να γλιτώσει από τον φαύλο κύκλο του χρέους. Σύμφωνα με έναν από τους συντάκτες της έκθεσης, τον Γιαν Έγκμπερτ Στουρμ, μπροστά στην Ελλάδα «υπάρχουν διαφορετικές δυνατότητες για να επιλυθεί το πρόβλημα, μία από αυτές είναι και η έξοδος από το ευρώ. Λέμε ξεκάθαρα ότι υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις και είναι δύσκολο να επιλέξει κανείς μία από αυτές. Αυτό που είναι σημαντικό για την Ελλάδα είναι να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της. Συνήθως αυτό γίνεται είτε με εσωτερική υποτίμηση, δηλαδή δραστική μείωση μισθών και εισοδημάτων, είτε με εξωγενή υποτίμηση, δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση με την επιστροφή στη δραχμή». («Deutsche Welle», 23/2).
Το γεγονός ότι καθώς θα συνεχίζεται η θεραπεία της εσωτερικής υποτίμησης, που σημαίνει όλο και πιο δραστική μείωση μισθών και εισοδημάτων εσαεί, χωρίς να λυτρώνεται η χώρα από τον φαύλο κύκλο του χρέους, αρχίζει να στοιχειώνει τους ειδικούς, τους πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες της ευρωζώνης και των αγορών. Τι θα γίνει αν το αδιέξοδο προκαλέσει ανεξέλεγκτες καταστάσεις; Τι θα γίνει αν ο λαός της Ελλάδας πειστεί από την πείρα του ότι δεν πάει άλλο; Τι θα γίνει αν η διαμαρτυρία και η αντίσταση μετατραπεί σε ένα δυναμικό κίνημα που απαιτεί τη μονομερή διαγραφή ενός χρέους που έτσι ή αλλιώς δεν μπορεί να πληρωθεί;
Οι εργαζόμενοι θα πληρώσουν το «μάρμαρο»
Όλοι μπορούν να σκέφτονται τα αδιέξοδα, να σχεδιάζουν και να εκπονούν σχέδια για το πώς θα αντιμετωπιστεί το χρέος, εκτός από αυτόν που καλείται τελικά να πληρώσει το μάρμαρο. Τον εργαζόμενο λαό. Αυτός είναι που δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να διανοηθεί ότι μπορεί να επιβάλει τη μη αναγνώριση και την άρνηση πληρωμής του δημόσιου χρέους, μεταφέροντας το κόστος και τις ζημιές από τις πλάτες του στις μεγάλες τράπεζες και τους κερδοσκόπους των αγορών. Κι όσο από τα ίδια τα πράγματα αποδεικνύεται ότι κάθε προσπάθεια να πληρωθεί το χρέος οδηγεί σε καταστροφικό αδιέξοδο τον λαό και τη χώρα, τόσο εντείνονται οι προσπάθειες να ξεγελαστεί ο απλός κόσμος, να ξεχάσει ότι το βασικό ερώτημα είναι ένα: Μπορεί η χώρα και ο λαός να συνεχίσει να πληρώνει το δημόσιο χρέος, χωρίς να απειλείται άμεσα η ίδια η επιβίωσή του;
Ο άμεσος κίνδυνος να κάνει ο εργαζόμενος λαός δική του υπόθεση τη μη αναγνώριση του χρέους και την άρνηση της πληρωμής του, ανάγκασε το κυρίαρχο πολιτικό και οικονομικό σύστημα να καλέσει τις εφεδρείες του.
Το… κουκούλωμα
Κι αυτές έρχονται υπό την αιγίδα της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου του χρέους (ΕΛΕ). Φαινομενικά ακούγεται καλή ιδέα. Ποιος θα έλεγε όχι στον έλεγχο του χρέους; Κανείς. Όμως το πρόβλημα είναι ότι το δημόσιο χρέος της χώρας αποτελείται συντριπτικά από ανώνυμα κρατικά ομόλογα ελεύθερα διαπραγματεύσιμα στις διεθνείς αγορές. Τι μπορεί να ελέγξει κανείς από αυτά; Μόνο το αν έγιναν τυπικά και με τον νόμο οι δημοπρασίες. Αν οι μεσιτείες των τραπεζών που μεσολάβησαν ήταν καταχρηστικές ή όχι. Και γενικά αν έγιναν τίποτε παρανομίες κατά τη διάθεσή τους στην αγορά. Από τη στιγμή που τα κρατικά ομόλογα ρίχνονται στην αγορά η παρακολούθηση της πορείας τους είναι εξαιρετικά δύσκολη έως αδύνατη, προκειμένου να ανακαλυφθούν μίζες και χειραγωγήσεις. Γι’ αυτό άλλωστε τα προτιμούν κυβερνήσεις και δανειστές. Μπορούν με μεγάλη άνεση να κρύψουν τις υπόγειες δοσοληψίες τους. Κι έτσι η παγίδα στήνεται αριστοτεχνικά. Αντί ο λαός να κάνει δική του υπόθεση το να ξεμπερδέψει με το χρέος, αυτό ανατίθεται σε κάποιους ειδικούς που υποτίθεται ότι θα αναλάβουν να διαπιστώσουν ποιο κομμάτι του είναι «παράνομο» για να διαγραφεί. Με βάση ποιες αρχές δικαίου; Έχουν όλοι οι ειδικοί την ίδια αντίληψη περί δικαίου και αδίκου; Από ποια σκοπιά και με βάση ποιανού τα συμφέροντα θα κρίνουν τι είναι δίκαιο από το χρέος και τι όχι;
Δεν τους αρκεί το γεγονός ότι το δημόσιο χρέος της χώρας, στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του, αποτελείται αποδεδειγμένα από κεφαλαιοποιημένους τόκους. Όχι, πρέπει να ανακαλύψουν το «παράνομο» χρέος. Λες και η κεφαλαιοποίηση τόκων δεν είναι μια κατεξοχήν παράνομη και καταχρηστική πρακτική των δανειστών.
Καλούνται να ελέγξουν ένα δημόσιο χρέος που στο μεγαλύτερο μέρος του δεν μπορεί να ελεγχθεί επί της ουσίας. Μόνο και μόνο για να νομιμοποιήσουν την πληρωμή του χρέους από την πίσω πόρτα. Μόνο και μόνο για να πουν στον κόσμο ποιο από το χρέος οφείλει να πληρώσει γιατί δήθεν είναι δίκαιο. Δεν θέλουν να ανακαλύψουν το «παράνομο» χρέος, αλλά να δικαιολογήσουν την αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα» που ετοιμάζουν οι κερδοσκόποι, οι αγορές και τα όργανά τους.
Απεχθές χρέος για τα συμφέροντα του λαού
Μιλούν για «απεχθές» χρέος περιορίζοντας την έννοιά του μόνο στις παράνομες δανειακές συμβάσεις και πρακτικές, αγνοώντας σκόπιμα ότι απεχθές είναι οποιοδήποτε χρέος αναγκάζει έναν λαό και μια χώρα να το πληρώσουν από το υστέρημά τους, από πόρους που χρειάζονται για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν. Άλλωστε, παρά την πρεμούρα των οπαδών της ΕΛΕ να ανακαλύψουν δήθεν τις παράνομες δανειακές συμβάσεις, δεν λένε κουβέντα για τη δανειακή σύμβαση με βάση την οποία επιβλήθηκαν τα απανωτά μνημόνια. Αν όντως θέλουν να ψάξουν για το παράνομο χρέος, γιατί δεν ξεκινούν με τη δανειακή σύμβαση, που από κάθε άποψη είναι παράνομη και επομένως οφείλει ο ελληνικός λαός να την αρνηθεί και να μην πληρώσει τα δανεικά, καταγγέλλοντας τη Γερμανία, τη Γαλλία και τις άλλες χώρες που την επέβαλαν;
Τελευταία υπογραφή
Μην παραξενευτείτε αν δείτε τον κ. Γ. Παπανδρέου, αφού βάλει και την τελευταία υπογραφή για το ξεπούλημα της χώρας, ξαφνικά – ίσως στις ερχόμενες εκλογές – να εμφανίζεται υπέρμαχος της Επιτροπής Ελέγχου του χρέους. Τα στελέχη του, όπως η κ. Λούκα Κατσέλη, έκαναν ήδη την αρχή. Όμως μην ανησυχείτε.
Οι ειδικοί της ΕΛΕ των αντιμνημονιακών είναι καλύτεροι από την επιτροπή σοφών για την οποία μιλούν οι δυνάμεις που επέβαλαν το μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση. Έστω κι αν οι δυο τους υπηρετούν την ίδια λογική και έχουν την ίδια στόχευση.
* Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Οικονομολόγος – Αναλυτής
ΠΗΓΗ: (ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ “Π” ΣΤΙΣ 03-03-11), http://www.topontiki.gr/article/14469