Ανάσταση χωρίς αναστημένους;*
Του Γιάννη Στρούμπα
Το θολό τοπίο που δημιουργεί η οικονομική κρίση επιτείνει την ανασφάλεια μέσα από τη σύγχυση των αντιφατικών προοπτικών, οι οποίες προβάλλονται. Πλάι στις δυσοίωνες προβλέψεις για την αδυναμία όσων μέτρων λαμβάνονται να οδηγήσουν στην υπέρβαση του προβλήματος, για την εκτόξευση του ελλείμματος και του εξωτερικού χρέους, για την επέκταση της λιτότητας σε βάθος χρόνου ολόκληρων δεκαετιών, ακόμη και για χρεοκοπία, εμφανίζονται τελευταία και αισιόδοξες θεωρήσεις, τόσο από Έλληνες όσο κι από ξένους οικονομολόγους, οι οποίοι διαβλέπουν υπό προϋποθέσεις την επερχόμενη ανάκαμψη και την έξοδο από την κρίση.
Όπως σημειώνεται σε δημοσίευμα της ηλεκτρονικής «Ημερησίας» στις 11/2/2011, ο διοικητής της «Τράπεζας της Ελλάδος» κ. Γιώργος Προβόπουλος διαπιστώνει «σημάδια ανάκαμψης στις οικονομίες της νοτιοανατολικής Ευρώπης» (http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=12336&subid=2&pubid=97147157.
Την ίδια αισιοδοξία συμμερίζονται και οι επικεφαλής των μεγάλων ελληνικών εμπορικών τραπεζών, μεταξύ των οποίων επιτελικά στελέχη της «Εθνικής», της «Eurobank», της «Alpha» και της «Πειραιώς», σύμφωνα με την «Καθημερινή» τής 22/1/2011 (http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economy_2_22/01/2011_429703 ). Στους Έλληνες οικονομολόγους προστίθεται κι ο επικεφαλής του ομίλου «Allianz» κ. Μίχαελ Χάιζε, ο οποίος διαβλέπει τα «πρώτα σημάδια ανάκαμψης των προβληματικών χωρών ήδη εντός του 2011 («Ντόιτσε Βέλε», 17/1/2011, http://www.dw-world.de/dw/article/0,,6407264,00.html).
Τα διαπιστωμένα «σημάδια ανάκαμψης» αφορούν τα μέτρα που ήδη ενεργοποιούνται στην προσπάθεια προς ανάκαμψη της οικονομίας. Ωστόσο τα υπάρχοντα δάνεια με τους επαχθείς όρους αποπληρωμής τους δεν επιτρέπουν την απόδοση των μέτρων. Οι πραγματικές αντίξοες συνθήκες στην οικονομία δεν έχουν μεταβληθεί διόλου. Παρ’ όλ’ αυτά χρειάζεται να επισημανθεί για μία ακόμη φορά πως η πραγματικά ελλειμματική οικονομία δεν ήταν η βαθύτερη αιτία της κρίσης. Αντίστοιχα μεγέθη και ελλείμματα εμφανίζουν και προηγμένες χώρες με καπιταλιστική οικονομία, οι οποίες δεν πιέστηκαν σε καμία περίπτωση ανάλογα με την Ελλάδα. Η τεχνητή ελληνική κρίση θα μπορούσε να οφείλεται στην απόπειρα των Η.Π.Α., όπου κι εδρεύουν οι «αγορές», να υπονομεύσουν την Ε.Ε., εφόσον την αντικρίζουν ανταγωνιστικά. Μα με δεδομένη τη συμπόρευση της Ε.Ε. με τις Η.Π.Α., φαίνεται προς το παρόν να σχηματίζεται η εικόνα πως η πρόκληση της κρίσης δεν σχετίζεται τόσο με τη συνέχιση της διασφάλισης γεωπολιτικών συμφερόντων, τα οποία εξακολουθούν ούτως ή άλλως να ελέγχονται από τη Δύση, όσο με την επιβολή στις δυτικές κοινωνίες ενός ακραίου καπιταλισμού, που θα συνθλίψει τα εργασιακά δικαιώματα και θα επιτρέψει τη μεταβίβαση των κρατικών περιουσιών στους ιδιώτες, μαζί με το εξειδικευμένο μα οικονομικά υποβαθμισμένο υπαλληλικό δυναμικό των δημόσιων επιχειρήσεων. Κι όλα «εξαιτίας» της υποτιθέμενης ελληνικής κρίσης, που «επιβάλλει» τη συγκεκριμένη πορεία προκειμένου να μην «επεκταθεί» το «πρόβλημα» συνολικά στον δυτικό κόσμο.
Το σχέδιο εφαρμόζεται ήδη στην Ελλάδα. Τα εργασιακά δικαιώματα εξατμίζονται συστηματικά, ενώ προωθείται και η εκχώρηση της δημόσιας περιουσίας σ’ όσους εκπροσωπούν το ακραιφνώς στυγνό πρόσωπο του καπιταλιστικού συστήματος.
Ενδεικτική των μεθοδεύσεων είναι η προοπτική εξαγοράς δύο ισχυρών δημόσιων επιχειρήσεων, της «Αγροτικής Τράπεζας» και του «Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου», από την ιδιωτική «Τράπεζα Πειραιώς», περίπτωση που επανέρχεται με εντυπωσιακή επιμονή στο προσκήνιο. Δύο υγιείς δημόσιες επιχειρήσεις «βαφτίστηκαν» σε μία νύχτα ζημιογόνες, προκειμένου να εκποιηθούν στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Η εκποίηση περιλαμβάνει σαν μεταβατικό στάδιο, που θα επιτρέψει την περαιτέρω μείωση στην τιμή πώλησης των «προβληματικών» κρατικών τραπεζών, και την «οριστική» απόσυρση του ενδιαφέροντος από την «Τράπεζα Πειραιώς», καθότι μία απόσυρση ενδιαφέροντος θα αφήσει υποτίθεται στα «αζήτητα» τις «προβληματικές» κρατικές τράπεζες. Επομένως, πώς θα «απαλλαγεί» από το «άχθος» τους το δημόσιο; Εκποιώντας τες σε τιμή ευκαιρίας! Φυσικά, αντιστρέφοντας τη γνωστή φράση, ουδέν προσωρινότερον του οριστικού! Γιατί η «οριστική» απόσυρση του ενδιαφέροντός της δεν κατατίθεται από την «Τράπεζα Πειραιώς» για πρώτη φορά στα τέλη Φεβρουαρίου του 2011.
Τον Ιούλιο του 2010 είχε επίσης εκδηλώσει το ενδιαφέρον της, για να το αποσύρει και πάλι «οριστικά» τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Στρατηγήματα απροσχημάτιστα, προκειμένου μία ιδιωτική επιχείρηση με μέγεθος σφουγγαριού, να εμφανίζεται ως ικανή για την απορρόφηση αντίστοιχων δημόσιων επιχειρήσεων, που έχουν όμως μέγεθος μπανιέρας γεμάτης με νερό! Το σχέδιο, σύμφωνα με το οποίο οι συγχωνεύσεις θα ισχυροποιήσουν τους επιχειρηματικούς ομίλους στο πλαίσιο της ανασφάλειας που προκαλεί η οικονομική «κρίση», ενισχύεται μέσω της προβολής και της αντίστροφης πορείας, δηλαδή της απορρόφησης μιας ιδιωτικής επιχείρησης από μία κρατική ή, έστω, από μία στην οποία συμμετέχει και το δημόσιο.
Η συγχώνευση της «Εθνικής Τράπεζας» με την ιδιωτική «Alpha» συζητήθηκε έντονα τον προηγούμενο μήνα (2/2011). Σε τούτο το αντίστροφο όμως σενάριο η ιδιωτική εταιρεία απέρριψε τελικά την προοπτική της συγχώνευσης! Τι λόγους θα ’χε άλλωστε να τη δεχτεί, σ’ ένα σκηνικό όπου το ιδιωτικό κεφάλαιο προωθείται με κάθε οικονομικό μέτρο κι όπου τα «σημάδια ανάκαμψης» άρχισαν ήδη να «διαφαίνονται», δρομολογώντας την προετοιμασία της εξόδου από την «κρίση», εφόσον ο στυγνός καπιταλισμός θα ’χει πετύχει την επιβολή του με τους άκαμπτους όρους του;
Βέβαια, η επιβολή του καπιταλισμού με το πιο άκαμπτό του πρόσωπο δεν πρόκειται να ευδοκιμήσει για το μεγαλοεπιχειρηματικό λόμπι που την προωθεί, αν δεν δοθούν στις κοινωνίες κίνητρα ώστε να στραφούν στις υπηρεσίες και στα προϊόντα που θα προσφέρονται από το σύστημα υπό τις νέες αποξηραμένες συνθήκες. Για να επιτευχθεί ο στόχος, θα χρειαστεί να προετοιμαστεί η έξοδος από την κρίση, γεγονός που θα επιφέρει σταδιακά την αντιστροφή του αρνητικού ψυχολογικού κλίματος, το οποίο και παγώνει κάθε κίνηση στην αγορά. Φαίνεται, λοιπόν, πως η προετοιμασία της κοινωνίας εξελίσσεται βήμα-βήμα. Με τον ίδιο ακριβώς τεχνητό τρόπο με τον οποίο σημειώθηκε η είσοδος στην κρίση, θα συντελεστεί και η έξοδος απ’ αυτήν.
Μία αισιόδοξη έκθεση για την μελλοντική πορεία της οικονομίας ή μία κουβέντα και μόνο αρκούν για να υπερφαλαγγιστεί στη στιγμή κάθε «αξεπέραστο» προηγούμενο πρόβλημα. Φυσικά, τα ελλείμματα θα παραμένουν υψηλά, τα χρέη θα διογκώνονται εξαιτίας των δυσβάστακτων επιτοκίων δανεισμού, μα το πρόβλημα θ’ αποτελεί παρελθόν, όπως δεν εκδηλωνόταν και πριν από την «κρίση», γιατί θα φυσά πλέον άνεμος αισιοδοξίας! Και με την αναγκαία στάχτη στα μάτια, που θα μεταφραζόταν ίσως σε κάποια ανεπαίσθητη αύξηση των μισθών λόγω της «απόδοσης» των οικονομικών μέτρων, η ψυχολογία θα ανυψωθεί, τα χρηματιστήρια θα σημειώσουν άνοδο στους δείκτες τους, οι κοινωνίες θα ανασάνουν ψυχολογικά και θα πάψουν να απέχουν από την αγορά, οπότε θα σηματοδοτηθεί και η ανάσταση του εμπορικού κόσμου.
Ζητούμενο πάντως παραμένει ο χρόνος που θα επιλεγεί προκειμένου να ξεκινήσει η εκ νέου τεχνητή αντιστροφή του κλίματος. Φαίνεται ότι το κλίμα θα συνεχίσει να επιδεινώνεται με νέα αντεργατικά μέτρα και με ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων που εμπερικλείουν δυναμική ανάπτυξης και κερδοφορίας, για όσο η συντριπτική πλειοψηφία των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων εμφανίζεται να αντέχει, παρά την αφαίμαξη που ήδη έχει υποστεί. Η λογική υποδεικνύει πως η γιγάντωση του μεγαλοεπιχειρηματικού κύκλου θα αυτοπεριοριστεί όταν νιώσει πως η εξάντληση των κοινωνικών στρωμάτων που υφίστανται την εκμετάλλευση θα καταστήσει σαθρά τα θεμέλια και της δικής του ευημερίας. Επειδή όμως συχνά η απληστία κυριαρχεί πάνω στη λογική, δεν θα πρέπει να θεωρείται καθόλου απίθανο πως ανά πάσα στιγμή ο έλεγχος του παιχνιδιού μπορεί να χαθεί. Ο σχεδιασμένος θάνατος των «εμποράκων» περιλαμβάνει και μία προεξαγγελθείσα ανάσταση. Θα προλάβουν όμως όσοι δημιούργησαν την τεχνητή κρίση να διευθετήσουν και την ανάσταση;
Αν ο δρόμος που επιλέχτηκε, με την πλήρη ανατροπή όλων των ισορροπιών, συνεχιστεί με την ίδια απληστία, η ανάσταση θα περιοριστεί αποκλειστικά στην υποτιθέμενη θετική δυναμική των οικονομικών δεικτών, χωρίς να ανιχνεύει δείγμα αναστημένου στις μικρομεσαίες κοινωνικές τάξεις. Ο εφιάλτης, εδώ, για την οικονομική ολιγαρχία είναι να καταστεί η ανάσταση αντικείμενο διεκδίκησης από τα ίδια τα συνθλιμμένα κοινωνικά στρώματα, χωρίς να προλάβουν τη σκηνοθεσία και τον έλεγχό της όσοι την εμπνεύστηκαν. Κι ίσως γι’ αυτό να χρειάζεται η σταδιακή κι ελεγχόμενη δρομολόγηση της εξόδου από την «κρίση».
Ανεξαρτήτως, πάντως, από τον τρόπο με τον οποίο θα κυλήσουν οι εξελίξεις και το κατά πόσο αυτός θ’ αποδειχτεί ελεγχόμενος ή ανεξέλεγκτος, η διαφαινόμενη πλήρης υποδούλωση των μικρομεσαίων κοινωνικών στρωμάτων δεν επιτρέπεται να προσπερνιέται αψήφιστα. Κι επειδή οι όποιοι έλεγχοι για οικονομικά εγκλήματα συνήθως αφήνουν ανέγγιχτους τους κολοσσούς τους, είναι ανάγκη οι επόμενοι έλεγχοι να κατευθυνθούν προς τη ρίζα των δεινών. Η λειτουργία των «αγορών», με τη σκανδαλώδη γιγάντωσή τους και τη δυνατότητά τους να διαμορφώνουν τις οικονομικές προοπτικές ολόκληρων κρατών, επιβάλλεται να εξεταστεί ενδελεχώς. Είναι αδιανόητο να ελέγχονται από τις «αγορές» οι «πραγματικές» οικονομικές δυνατότητες των κρατών, και να μην ελέγχονται από τα κράτη οι υπόγειες δοσοληψίες των συγκεκριμένων πιστοληπτικών ιδρυμάτων, τα οποία μάλιστα παρουσιάζουν εικόνα προκλητικής αδιαφάνειας, στηρίζοντας την οικονομική τους δύναμη στην τοκογλυφία, τους εκβιασμούς, τον τζόγο των χρηματιστηρίων και τον «κοπανιστό αέρα» των μετοχών.
Αν ο δυτικός καπιταλιστικός κόσμος πέτυχε την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, είναι καιρός να πετύχει και την παγκοσμιοποίηση της δικαιοσύνης. Εκτός κι αν η «αδυναμία» εντοπισμού των κερδοσκόπων είναι προϊόν ηθελημένης σύμπλευσης του πολιτικού κόσμου μαζί τους, γεγονός που δηλώνει τη διεύρυνση των ομάδων που παρανομούν. Όπως και να ’χει, η ύπαρξη του καρκινώματος δεν επιδέχεται καμία άλλη αντιμετώπιση πέρα από τον εντοπισμό και τον καθαρισμό του.