Το αεικίνητο ενός σύγχρονου μεσαίωνα…

Το αεικίνητο ενός σύγχρονου μεσαίωνα…*

 

Του Γιάννη Στρούμπα


 

Η δρομολογημένη εδώ και καιρό συζήτηση για την αύξηση των ωρών εργασίας σε κάθε επαγγελματικό κλάδο γίνεται σταδιακά πραγματικότητα. Οι πλέον πρόσφατες διεργασίες έθεσαν στο στόχαστρό τους πρώτα τους επαγγελματίες, που καλούνται να λειτουργούν και την Κυριακή, έπειτα τους φαρμακοποιούς, που χρειάζεται να επιστρατεύουν το Σάββατο για τις ανάγκες των ασθενών, κατόπιν τους δημόσιους υπαλλήλους, που θα επιμηκύνουν το ωράριό τους για την αποδοτικότερη εξυπηρέτηση των πολιτών. Έπονται όσοι δεν θίχτηκαν ακόμη.


* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 313, 16/2/2011.

Και, φυσικά, πάντοτε μεμονωμένα ο κάθε κλάδος, όπως ορίζει η επιτυχημένη και γνωστή πια τακτική του «διαίρει και “δημοκράτευε”». Η αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης πρακτικής, άλλωστε, αντικατοπτρίζεται εύγλωττα στα γεμάτα χολή κι άκρως ανυποψίαστα σχόλια που δημοσιεύουν σε ειδησεογραφικά σάιτ στο διαδίκτυο όσοι χρήστες του θεωρούν πως η παραγωγική εργασία είναι αποκλειστικό τους προσόν, τη στιγμή που όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι απλώς παρασιτούν εις βάρος τους. Τοποθέτηση θλιβερή, από μία διχαστική τύφλωση που αρνείται να αντιληφθεί ότι αυτή η αντεργατική μεθόδευση δεν αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση κανενός κοινωνικού συμφέροντος, ούτε αποκαθιστά κάποια «τάξη». Μονάχα στήνει εμπρός σ’ ένα εκτελεστικό απόσπασμα όλους τους εργασιακούς κλάδους για να τους ποδοπατήσει, αφού προηγουμένως τους σπιλώσει ως ιδιοτελείς, παρασιτικούς κι αντιπαραγωγικούς.

Η επέκταση του ωραρίου των επαγγελματικών κλάδων ως μέσο για την αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση των κοινωνικών ομάδων στερείται κάθε σοβαρότητα. Οποιοδήποτε σύστημα λειτουργίας με καθορισμένο ωράριο, έστω κι αν δεν εκτείνεται σε εύρος, προσφέρεται για την εξυπηρέτηση των ενδιαφερομένων, εφόσον αυτοί, γνωρίζοντας τις ώρες λειτουργίας όσων κλάδων τους αφορούν, φροντίζουν για την οργάνωση και την τακτοποίηση των υποχρεώσεών τους. Ποιος απέτυχε να μεριμνήσει για την τροφή και την ένδυσή του, επειδή τα αντίστοιχα εμπορικά καταστήματα δεν λειτουργούν την Κυριακή; Ποιος στερήθηκε τα φάρμακά του επειδή το Σάββατο λειτουργούν μόνο τα εφημερεύοντα φαρμακεία; Ποιος νιώθει τόσο επιτακτική την ανάγκη να προσέρχεται στις δημόσιες υπηρεσίες κατά το διάστημα από τις 14:30΄ ως τις 15:00΄, οπότε και παρατείνεται η λειτουργία τους; Οι υπάλληλοι άλλων δημόσιων υπηρεσιών προφανώς όχι, εφόσον τις ίδιες ώρες θα εργάζονται επίσης. Οι επαγγελματίες, καθώς ανοίγουν στις 9:00΄ χάρη στη μέριμνα του κλιμακωτού ωραρίου, διαθέτουν ένα γενναιόδωρο δίωρο από τις 7:00΄ ως τις 9:00΄ για την όποια εξυπηρέτησή τους. Θα ’ταν δε αστείο να υποστηριχτεί πως η «μέριμνα» αφορά τους συνταξιούχους, εφόσον οι συνταξιούχοι έχουν στη διάθεσή τους όλο τον χρόνο για τις συναλλαγές τους με το δημόσιο. Είναι ανειλικρινές να υποστηρίζεται πως η αποτελμάτωση της παραγωγικότητας στον δημόσιο τομέα οφείλεται στον «λιγοστό» χρόνο εργασίας των υπαλλήλων του, οι οποίοι δεν προλαβαίνουν να διευθετήσουν εγκαίρως τις υποθέσεις των υπηρεσιών τους. Ποιος θα ισχυριζόταν υπεύθυνα πως οι όποιες χρονοτριβές στην υλοποίηση των προγραμμάτων οφείλονται σε έλλειψη χρόνου, κι όχι σε γραφειοκρατικούς, οικονομικούς ή παράγοντες πολιτικής βούλησης; Η υποτιθέμενη εξασφάλιση χρημάτων, πάλι, για τα ταμεία του κράτους από την αύξηση των ωρών εργασίας των υπαλλήλων του αποτελεί προϊόν φαντασίας. Το πιθανότερο είναι να προκληθούν μεγαλύτερες σπατάλες για τις υπηρεσίες του δημοσίου από τις πρόσθετες ώρες εργασίας, λόγω της επιμήκυνσης στον χρόνο λειτουργίας των καλοριφέρ, των κλιματιστικών και των μηχανημάτων που καταναλώνουν ηλεκτρική ενέργεια. Κι αν ο πραγματικός στόχος είναι η μείωση του αριθμού των υπαλλήλων, τότε η υποκριτική επιχειρηματολογία περί «εξυπηρέτησης» των πολιτών προφανώς απογυμνώνεται.

Ο παραλογισμός στον οποίο καλούνται να υποδουλωθούν όλο και περισσότεροι εργασιακοί κλάδοι αποτυπώνεται σε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα εργαζομένων. Πρόκειται για υπαλλήλους που ήδη υπόκεινται σε εξωφρενικά ωράρια. Το ωράριο των τραπεζικών υπαλλήλων έχει επιμηκυνθεί ατύπως κατά δύο έως και τέσσερις ώρες την ημέρα (!), χωρίς να τους αποδίδεται καμία υπερωρία, με αποτέλεσμα να προσέρχονται στην εργασία τους στις 7:45΄ και να αποχωρούν στην καλύτερη περίπτωση στις 17:30΄, ενώ αν κατέχουν θέση ευθύνης σχολούν «αισίως» στις 19:00΄ ή και αργότερα! Οι υπάλληλοι των σουπερμάρκετ, πάλι, στο πλαίσιο της «καλύτερης εξυπηρέτησης» των καταναλωτών, καλούνται να εργαστούν, για παράδειγμα, την παραμονή της πρωτοχρονιάς ως τις 20:00΄, κι από εκεί και πέρα να σχολάσουν γύρω στις 22:00΄, αφού διευθετήσουν τις όποιες εκκρεμότητες. Υπό τις συνθήκες αυτές, ποια οικογενειακή ή ιδιωτική ζωή των εργαζομένων υφίσταται, εφόσον κάθε τους ικμάδα την απομυζά η σχεδόν ολοήμερη εργασία τους; Η «αναγκαιότητα» της παραπάνω απομύζησης φωτίζεται μέσω μίας αναγωγής στο πρόσφατο παρελθόν: όταν πριν από δύο ή τρεις δεκαετίες τα μάρκετ τερμάτιζαν τη λειτουργία τους στις 15:00΄, δεν υπήρχε καταναλωτής να διαμαρτυρηθεί πως δεν πρόλαβε να προμηθευτεί τα απαραίτητα αγαθά για τις πρωτοχρονιάτικες ετοιμασίες του, κι επομένως να παραπονεθεί ότι υποχρεώθηκε σε ένα πρόχειρο και φτωχικό εορταστικό τραπέζι!

Προς τι λοιπόν όλη τούτη η μεθοδευμένη σύνθλιψη των εργαζομένων; Η υποτιθέμενη «εξυπηρέτηση» των καταναλωτών δεν απαιτεί, όπως σημειώθηκε, καμία επιμήκυνση. Άλλωστε, οι καταναλωτές είναι επίσης εργαζόμενοι και δεν διαφαίνεται πρόθεση να μείνει κάποιος εργασιακός κλάδος έξω από την ανωτέρω παράνοια. Οπότε, πώς θα καταστεί δυνατή η «εξυπηρέτηση», τη στιγμή που η διεύρυνση του ωραρίου θα αφορά τους πάντες; Μήπως οι μεθοδεύσεις αποσκοπούν στην αύξηση των θέσεων εργασίας; Μα, ούτε αυτό ισχύει, δεδομένου πως οι μεγάλες σε οικονομικά μεγέθη επιχειρήσεις μπορεί να αύξησαν τις ώρες λειτουργίας τους και, συνακόλουθα, τον αριθμό των υπαλλήλων τους, όμως οδήγησαν σε κατάρρευση τις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, που δεν άντεξαν να ακολουθήσουν τους ίδιους εξοντωτικούς ρυθμούς. Μήπως, άραγε, ο στόχος είναι η μείωση των τιμών μέσω του ανταγωνισμού; Η απόδειξη της σύστασης καρτέλ που έλεγχαν την αγορά και διατηρούσαν υψηλές τις τιμές αποδεικνύει πως ούτε η συγκεκριμένη λειτουργία ευοδώθηκε. Το πρεσάρισμα των εργαζομένων έχει ωφελήσει μόνο το μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο, που επιζητεί την περαιτέρω γιγάντωσή του μέσω της εξαθλίωσης των εργαζομένων. Για να συνεχιστεί αυτό, προφανώς χρειάζεται να δυσχερανθούν οι εργασιακές συνθήκες και για τους δημόσιους υπαλλήλους, ώστε να αποτελέσουν μοχλό πίεσης για τους ιδιωτικούς, προς ακόμη μεγαλύτερες εργασιακές υποχωρήσεις και στερήσεις τους. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, οι συνθήκες εργασίας των δημόσιων υπαλλήλων να δυσχεραίνονται προκειμένου να επέλθει η μεταβίβαση των υπηρεσιών τους από το κράτος σε ιδιωτικούς φορείς, γεγονός που θα συντελεστεί αποτελεσματικότερα εάν οι υπηρεσίες έχουν να επιδείξουν στους υποψήφιους αγοραστές τους «ελκυστικές» συνθήκες εκμετάλλευσης των εργαζομένων.

Φαίνεται, ωστόσο, πως η σύνθλιψη των εργαζομένων μέσα από την ακύρωση κάθε εργασιακού δικαιώματος εξυπηρετεί πλέον και πολιτικές σκοπιμότητες. Η πρόσδεση των κυβερνήσεων στις ορέξεις του μεγαλοεπιχειρηματικού κύκλου και η ρήξη τους με τα κοινωνικά στρώματα δεν τις αφήνει παρά μόνο ένα ισχυρό εφόδιο επιβίωσης: τη σωματική και ψυχική καταρράκωση των εργαζομένων μέσω ενός εξοντωτικού ωραρίου εργασίας. Ο καταπτοημένος εργαζόμενος χάνει κάθε κουράγιο για να επεξεργαστεί τις εξελίξεις και να τις αμφισβητήσει δυναμικά. Υποταγμένος, αδυνατεί να ελέγξει τις πολιτικές ατασθαλίες, λόγω των προσωπικών του αγωνιών.

Η συγκεκριμένη εργασιακή πραγματικότητα καθιστά το σχόλιο του πρωθυπουργού κ. Γιώργου Παπανδρέου πως οι Έλληνες εργαζόμενοι δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσουν με τους όρους της Κίνας ή της Ινδίας (4/2/2011, http://www.primeminister.gov.gr/2011/02/04/4257) τουλάχιστον ατυχές, αν όχι ειρωνικό ή υποκριτικό. Η μείωση των μισθών, η επέκταση του ωραρίου, η υποστολή των εργασιακών δικαιωμάτων προϊδεάζει για την επιθυμία από την πλευρά της κυβέρνησης να μετατραπούν οι εργαζόμενοι σε εργαλεία στοιβαγμένα σε χώρους εργασίας, καθημαγμένα από τις αλλεπάλληλες υποβιβάσεις και φιμωμένα απ’ την ανασφάλεια. Όταν λοιπόν οι ακολουθούμενες πολιτικές επιβραβεύουν τις αντίστοιχες συνθήκες εργασίας, ποιος αντίθετος λόγος θα αρκούσε για να ξορκίσει τα δεινά, χωρίς να φαντάζει εμπαικτικός;

Η υποτιθέμενη «διευκόλυνση» του καταναλωτικού κοινού μέσω της διεύρυνσης των ωραρίων εργασίας αναβιώνει εντέλει έναν εργασιακό μεσαίωνα, ο οποίος καταδικάζει τους εργαζόμενους σε ατελεύτητα κάτεργα. Μπορεί οι λογής απόπειρες ήδη από τις απαρχές του μεσαίωνα για τη δημιουργία του αεικίνητου, δηλαδή της μηχανής που θα λειτουργεί συνεχώς χωρίς ποτέ να σταματά, να μην καρποφόρησαν, όμως ο σύγχρονος εργασιακός μεσαίωνας επιφύλαξε επιτέλους στις κοινωνίες τον εντοπισμό του πραγματικού αεικίνητου, που δεν είναι άλλο από τον σύγχρονο εργαζόμενο. Ένα αεικίνητο που δεν σταματάει ποτέ μέχρι θανάτου, ιδίως αν συνυπολογιστεί πως η διεύρυνση του χρόνου εργασίας του δεν αφορά μόνο την επέκταση του ωραρίου του, μα και την αναβολή της συνταξιοδότησής του. Ένα αεικίνητο που μηχανικά διατηρείται διαρκώς ενεργοποιημένο, και μάλιστα χωρίς μπαταρίες «ντούρασελ»…

 

Γιάννης Στρούμπας

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.