ΠΑΤΡΙΣ – ΘΡΗΣΚΕΙΑ – ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, μείζον δε τούτων το ΠΟΡΤΟΦΟΛΙ
Του Νίκου Α. Κουραμπή*
(Xαριτωμένο σλόγκαν στην επταετία … και ξανά επίκαιρο!): Στους απανταχού αντιφασίστες – αντιψευτοδημοκράτες – αντιψευτοθρησκευόμενους
Όπως η αγάπη για ένα άτομο που αποκλείει την αγάπη για τους άλλους δεν είναι αγάπη, έτσι και η αγάπη κάποιου για τη χώρα του όταν δεν αποτελεί μέρος της αγάπης του για την ανθρωπότητα δεν είναι αγάπη αλλά ειδωλολατρική λατρεία. [Έριχ Φρομ]
Ο εθνικισμός, ιστορικά, αποδεικνύεται ως εχθρός του έθνους (π.χ. ο ρόλος των ελληνοχριστιανών παραεκκλησιαστικών στην εθνική καταστροφή της Κύπρου το 1974) ενώ, θεολογικά, αποτελεί ειδωλολατρία με τον Ιούδα Ισκαριώτη ως πρώτο διδάξαντα την εθνικιστική προδοσία [Παντελής Καλαϊτζίδης].
Ο φυσικός [κατά Βίλχελμ Ράϊχ] και πηγαίος και χαρούμενος πατριωτισμός εκφυλίζεται σε στρατοκρατικό εθνοκρατισμό, η άδολη ερωτική γλύκα του πατριωτισμού σε εθνικιστική ζωώδη σεξοδιαστροφή [στη δεύτερη αποφασιστική αυτή διάκριση προβαίνει π.χ. ο χριστιανός Νικόλαος Μπερντιάεφ και όχι μόνο].
«Το Κράτος δεν είναι η Πατρίδα. Είναι η αφαίρεση, ο μεταφυσικός, μυστικιστικός, πολιτικός, νομικός μύθος της πατρίδας. Οι λαϊκές μάζες όλων των χωρών αγαπούν βαθιά την Πατρίδα τους. Αλλ’ αυτό είναι μία φυσική πραγματική αγάπη. Ο πατριωτισμός του λαού δεν είναι ιδέα, αλλά γεγονός και ο πολιτικός πατριωτισμός, η αγάπη του Κράτους δεν είναι η ακριβής έκφραση αυτού του γεγονότος, αλλά μια εκφυλισμένη έκφραση μέσω μιας απατηλής αφαίρεσης και πάντα προς όφελος μιας εκμεταλλεύτριας μειοψηφίας» [Μ. Μπακούνιν]
Το τρίπτυχο υποτίθεται ότι προσφέρει «ασφάλεια» και «σταθερότητα» αλλά «να φυλάγεσαι από εκείνους που θέλουν να ζήσουν τη ζωή τους ήσυχα και ειρηνικά∙ είναι αδίστακτοι» [Κλάες Άντερσεν]. Εκείνος που είναι οικονομικά ανασφαλής γαντζώνεται σε πατροπαράδοτες αξίες – τα λεφτά τα κατέχουν εκείνοι που λανσάρουν το τρίπτυχο ως παραπλανητικό ξεκάρφωμα.
Η κοινωνική δικαιοσύνη του χριστιανισμού και η οικουμενικότητά του δεν επιτρέπουν αυταπάτες και «όπιο του λαού», οι ΕΑΜικοί παπάδες και μητροπολίτες δεν πολέμησαν για αυταπάτες. Αν ο πατριωτισμός στερείται κοινωνικού ενδιαφέροντος τότε δεν είναι πατριωτισμός αλλά στυγνή πατριδοκαπηλία. Αν η σημαία δεν έχει κοινωνική υπόσταση με ανθρωπισμό τότε είναι ειδωλολατρικό πανί και μη-σύμβολο. Αλλά σε κάθε λογής εξεγέρσεις σημαία δεν έχουμε; (π.χ. Πολυτεχνείο). Και, εν τέλει, μόνο ακοινώνητοι και ασημαιοστόλιστοι εθνοκάπηλοι πολιτικοί ή, παράλληλα κάποιοι χριστοκάπηλοι μητροπολίτες συγκαλύπτουν την κρατική δολοφονία των Τεμπών.
Κατά τον αείμνηστο Θεολόγο – Κοινωνιολόγο Γιώργο Μουστάκη «ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός κατάντησε να σημαίνει το τρίπτυχο των τριών ‘Σ’: Σωβινισμό, Στρατοκρατία, Σκοταδισμό» τη στιγμή που «τα ιδεολογικά ελληνοχριστιανικά ιδανικά της επταετίας προηγήθηκαν των υλικών ναρκωτικών».
Ας σημειωθεί εμφατικά ότι τον όρο ‘’ελληνοχριστιανισμός’’ στηλίτευσαν τόσο ο παραδοσιακός π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος όσο και ο ρηξικέλευθος παπα Γιώργης Πυρουνάκης. Ο ελληνοχριστιανικός εθνικισμός λειτουργεί ως δαιμόνιο μεσημβρινό – φωτεινός ψευδοάγγελος για να εξαπατήσει, ως δήθεν.
1) Ο χριστιανός πολίτης αγαπά ελεύθερα την πατρίδα του, και όχι ψυχαναγκαστικά ή ιδεολογικά, σεβόμενος την διαλεκτική τοπικού-οικουμενικού, εθνικού-διεθνικού αλλά και ιστορίας-εσχάτων δηλ. προσωρινότητας (που είναι όμως ουσιαστικά καθοριστική και καίρια) και ολοκλήρωσης (που είναι και καθημερινή), τελικά δεν υπάρχουν δύο κόσμοι όπως λανσάρει το θρησκευτικό παραμύθι, φυσικό και υπερφυσικό, αλλά δύο τρόποι (π.χ. φιλία και αγάπη ή αδιάφορη παγωμάρα και σατανική υποκρισία). Την διαλεκτική αυτή παρουσιάζει έξοχα η Προς Διόγνητον Επιστολή: π.χ. «ο καθένας (χριστιανός) κατοικεί σε ξεχωριστή πατρίδα, αλλά όλοι τους είναι σαν διαβατικοί [περαστικοί και ταξιδιώτες]. Παίρνουν μέρος σε όλα σαν πραγματικοί πολίτες και υπομένουν τα πάντα σαν ξένοι σ’ αυτόν τον κόσμο. Κάθε ξένη χώρα είναι πατρίδα τους, και κάθε πατρίδα θεωρείται σαν ξένη χώρα … Μένουν στη γη, αλλά ζουν σαν πολίτες του ουρανού…»
2) Ο όρος «θρησκεία» ταυτίζεται με το κοινωνικό ενδιαφέρον (π.χ. Ιακ. 1,26-27) δηλαδή δεν έχει ιδεολογική χροιά φιλοπόλεμου φανατισμού ή πολιτισμικού ρατσισμού. Κάποιοι φαντάζονται ότι φορώντας ένα κομποσχοίνι σαν μαγικό φυλακτό χωρίς εκκλησιολογική βάση έγιναν και χριστιανοί, και δικαιολογείται το χέρι αυτό να σκοτώσει «ιεροπρεπώς» τον αλλόθρησκο αφού σκότωσε πρώτα την δημοκρατική και αγιοπνευματική διαθρησκειακότητα. Στον πρωτοχριστιανισμό ο ναός, κεντρικό σύμβολο θρησκευτικότητας, δεν έχει αξία, «ο Ύψιστος δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς» (Πράξεις 7,48), ούτε εκφράζει εσχατολογική πραγματικότητα, «δεν είδα ναό σ’ αυτή τη πολιτεία, γιατί ναός της είναι ο Κύριος…» (Αποκ. 21,22). Ναός είναι ο ίδιος ο άνθρωπος χριστιανικά: «εσείς είστε [ή εμείς είμαστε] ναός του ζωντανού Θεού» (Β Κορ. 6,16) κι αυτή είναι η αποθέωση του χριστιανικού ανθρωπισμού. Όχι η θρησκευτικούρικη ιεροπρέπεια ή τυπολατρικοί θρησκόληπτοι τελετουργισμοί αλλά ο ζωντανός άνθρωπος μέσα στην πανδαισία της κτίσης-κόσμου. Εξάλλου, τη διάκριση της θρησκευτικότητας από την εκκλησιαστικότητα παρουσίασε ο Γεώργιος Πατρώνος.
Ο πάντα ζωντανός Νίκος Νησιώτης, ένθεος επιστήμονας με θεολογική παιδεία και όχι ασφαλώς θεολόγος, είναι ταυτόχρονα εθνικός-πατριωτικός και οικουμενικός, ακριβώς επειδή είναι το πρώτο μπορεί να είναι και το δεύτερο. Ο Νίκος Νησιώτης παραλληλίζει τη βία του θρησκευτικού δογματισμού με τη βία που εφαρμόζεται από κράτη που βασίζονται σε εθνικιστικές αρχές. Η θρησκευτική αυτάρκεια του δογματισμού όταν συνδυάζεται ή ταυτίζεται με εθνικιστικές ή φυλετικές και πολιτιστικές τάσεις γίνεται μία από τις αμεσότερες ιδεολογίες επιδίωξης δύναμης στον κόσμο.
Επειδή η κοινωνιολογία αποτελεί για κάποιους ‘’αριστερό άντρο’’ παραθέτουμε ενός … “αριστερού” κοινωνιολόγου την τοποθέτηση όσον αφορά την υπέρβαση θρησκευτικών αποκλειστικοτήτων και αγκυλώσεων και μονομερειών: «… ο ίδιος ο Χριστιανισμός δεν είναι μόνο για τους Χριστιανούς. Είναι για όλους τους ανθρώπους, όποια θρησκεία κι’ αν είναι η θρησκεία τους ή κι’ αν θρησκεία τους δεν είναι καμιά. Ο Ιησούς δεν ανήκει μόνο σε όσους ανήκουν στον Ιησού. Ανήκει σε όλους και στεγάζει κ’ εκείνους ακόμη που δεν καταφεύγουν κοντά του» [Παναγιώτης Κανελλόπουλος]
Ο χριστιανισμός δεν είναι τόσο θρησκεία όσο εκκλησιαστικό προσωπικο-κοινωνικό γεγονός διαυγών δοξολογικών αγαπητικών σχέσεων ευχαριστίας, δικαιοσύνης, ειρήνης και ενσυναίσθησης, η πρωτοχριστιανική κοινότητα της κοινοκτημοσύνης και της στοργής που εμπνέονται από τη χαρά της Ανάστασης είναι το κριτήριο. Αυτά ενσαρκώνονται αναστάσιμα και επαναστάσιμα και πηγαία και αυθόρμητα στην Ελληνική – Δημοκρατική Λαϊκή Ορθοδοξία που αγαπά και σέβεται τις επιστήμες του ανθρώπου και προβαίνει άφοβα σε χριστιανική αυτοκριτική, αυτήν μισεί θανάσιμα ο μηχανιστικός συναισθηματισμός των ελληνοχριστιανών παραεκκλησιαστικών και η παγερή αυταρχικότητα της παραδοσιαρχικής δεσποτοκρατίας – επισκοπομονισμού.
3) Στην πρώτη Εκκλησία το μυστήριο του γάμου τελούνταν μέσα στη Θεία Λειτουργία για να δηλωθεί συμβολικά ότι το ζευγάρι των νεονύμφων αναφέρεται στην ευχαριστιακή κοινότητα [Μητρ. Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας] και δεν θα λειτουργήσει σαν ένας «εγωϊσμός εις διπλούν» νάρκισσου ζευγαριού με διαφημιστικό χαμόγελο κάποιας γνωστής οδοντόκρεμας όπως λαχταρά το χολυγουντιανό μυαλό του τριπτύχου, αλλά θα πάλλεται από κοινωνικό ενδιαφέρον για τους άλλους – οι τελετουργιστικές μαγγανείες της σήμερον του παραθρησκευτικού εμπορίου δεν έχουν καμιά σχέση με τον χριστιανισμό αλλά με την ειδωλολατρία ή τη μαγεία. Μια φυσική «χρυσή οικογενειούλα» με δόση υπερφυσικού τελετουργικού όπως έγραφε ο Α. Σμέμαν.
Όσο για το γάμο ομόφυλων ζευγαριών και τη δημιουργία ανάλογων οικογενειών, η ειδωλολατρική εμμονή με ρατσιστικές κατηγοριοποιήσεις στις ιδιότητες του ανθρώπου (επαγγελματικές, ταξικές, εθνικές, πολιτισμικές, θρησκευτικές – εν προκειμένω σεξουαλικές) και όχι η προτεραιότητα στην ανθρωπινότητα οδηγεί τη θεσμική Εκκλησία σε αστείους λεονταρισμούς ενώ απουσιάζει κραυγαλέα ο δυναμισμός στην αντιμετώπιση ασφυκτικών οικονομικοκοινωνικών προβλημάτων, πλήρης φαρισαϊσμός δηλαδή. Τα παιδιά ετερόφυλων ή ομόφυλων ζευγαριών είναι της καρδιάς και όχι της κοιλιάς, αυτό σημαίνει ανθρωπινότητα.
4) «…για τα λεφτάά τα κάνεις όόλα…» που λέει το παλιό καλό σουξέ. Για όσους επιζητούν διευκρινήσεις, ο Ανδρέας Λασκαράτος, ο Γ. Σκληρός, ο Ν. Ψυρούκης, ο Β. Φίλιας, ο Γ. Κοντογιώργης, ο Α. Παπαρίζος, ο παπα Γιώργης Πυρουνάκης, ο Μητρ. Ειρηναίος Γαλανάκης, ο Ν. Ψαρουδάκης και τόσοι άλλοι παρουσίασαν την ειδωλολατρία, τον εμπαιγμό, την υποκρισία και την ιδιοτέλεια με ένα λόγο διαχρονικό πάνω στο θέμα που ακροθιγώς συζητήσαμε, αλλά και χαμογέλασαν στην ιλαρότητα – μακράν μετεωρισμών του νου που διακατέχουν τον άρριζο άπατρι – που προσφέρει η ανιδιοτελής, δοξολογική, γήϊνη και ελεύθερη αγάπη του κοινωνικού και δημοκρατικού πατριωτισμού και του αποθρησκειοποιημένου και αποϊδεολογικοποιημένου χριστιανισμού.
Αθήνα, 12.03.2024.
* Ο Νίκος Α. Κουραμπής είναι Θεολόγος Εκπαιδευτικός – Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας Παντείου Πανεπιστημίου.