Με όνειρο και γλώσσα
Του Γιάννη Ποταμιάνου
Ως ομοούσιος των σκουληκιών
Πλέκω μήτρα μεταξωτή
Να θησαυρίζω τις στερήσεις μου
Κι σαν η στέρηση
γεννήσει τ’ όνειρά μου
Τρυπάω το κουκούλι μου
Και γίνομαι ψυχή
Να πετάω προς τα χρώματα,
το νέκταρ και το φως
Ως ομοούσιος των ψυχών
Προσφέρω τις φτερούγες μου
προσάναμμα
Να γίνουν οι αναλαμπές μου
Σηματωροί στις τρικυμίες
Ώσπου «να πάρουν τα όνειρα
εκδίκηση»
Γι’ αυτό
Σαν μου δείχνεις το ορατό,
εγώ κλώθω το αόρατο
Γι’ αυτό
Σαν μου δείχνεις τους ποιητές,
εγώ βλέπω ολοκαυτώματα
στου δειλινού τα πυρωμένα νέφη
Κι’ όταν
Το άρμα του Φαέθοντα
αποχωρεί
και άχραντη η μοναξιά
στο σούρουπο ελλοχεύει
Πορεύομαι
Αόρατη σκιά στο έρεβος
Όμως για να μην συντριβώ,
Στα τάρταρα του ακατανόητου
Ποιητής με όνειρο και γλώσσα
πλέκω και πάλι τον ιστό μου
Βαφτίζοντας με λέξεις
τα άπειρα χρώματα
που ελλοχεύουν στο λευκό
Δίνω στην ύπαρξη, συνείδηση