Μαρία Σπυροπούλου, η ημιδιαφανής διακόνισσα
Του Θανάση Ν. Παπαθανασίου*
Από τις 17 Ιανουαρίου 2022, ανήμερα του Αγίου Αντωνίου, μία διακόνισσα της Ορθόδοξης Εκκλησίας μετατάχθηκε στη δικαιοδοσία της θριαμβεύουσας Εκκλησίας. Η Μαρία Σπυροπούλου, διακόνισσα της ιεραποστολικής Εκκλησίας της Κορέας, κοιμήθηκε μετά από ταξίδι 89 ετών στη γη.
Τα προεόρτια
Ένα δακτυλόγραφο βιογραφικό της σημείωμα, συμπληρωμένο χειρόγραφα από την ίδια, μας δίνει μερικές πληροφορίες για την (ας πούμε) προ-ιεραποστολική διαδρομή της: Γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1933 στον Μελιγαλά της Μεσσηνίας. Φοίτησε στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία Αθηνών (1952-54) και εργάστηκε ως δασκάλα σε ιδιωτικά (1954-56) και δημόσια (1958-61) σχολεία. Σπούδασε θεολογία και δημοσιογραφία στη Γαλλία (1963-66) και συνεργάστηκε με το περιοδικό Contacts του Ορθόδοξου θεολογικού Ινστιτούτου του Αγίου Σεργίου στο Παρίσι. Κατόπιν μετέβη στο Βουκουρέστι (1968-70), όπου παρακολούθησε μαθήματα ρουμανικής γλώσσας και θεολογίας, καθώς και την εκκλησιαστική ζωή της χώρας.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα ορίστηκε από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών υπεύθυνη του πνευματικού κέντρου «Βηθλεέμ» (1970-71), από δε τον Νοέμβριο 1972 εργάστηκε στη Μόνιμη Συνοδική Επιτροπή Τύπου, απ’ όπου παραιτήθηκε τον Ιούλιο του 1973. Από τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ανέλαβε στο Διορθόδοξο Κέντρο Αθηνών τη θέση της υπεύθυνης για τις σχέσεις με την Εκκλησία της Ρουμανίας.
Αλλά εν τέλει η ευρωπαϊκή συνάφεια ήταν μικρή για τη Μαρία Σπυροπούλου, η οποία ήδη ένιωθε ότι η ιεραποστολή είναι (όπως η ίδια μας έλεγε) «μια τρέλλα» – ένα άνοιγμα των φτερών έως εσχάτου της γης!
Στη χώρα της πρωινής γαλήνης
Την 1η Δεκεμβρίου 1975 αποσπάστηκε από την αθηναϊκή ενορία της Αγίας Σκέπης Παπάγου στον Ορθόδοξο ναό του Αγίου Νικολάου Σεούλ της Νότιας Κορέας ο αρχιμ. π. Σωτήριος Τράμπας ο οποίος αποδύθηκε σε ένα συγκλονιστικό ιεραποστολικό έργο (μετέπειτα Μητροπολίτης Κορέας και νυν Μητροπολίτης Πισιδίας)[1]. Η Μαρία Σπυροπούλου ήταν συνεργάτις του στα αθηναϊκά μετόπισθεν που στήριζαν την εργώδη ιεραποστολική επανεκκίνηση στην Κορέα, όπου οι Ορθόδοξες κοινότητες που είχαν ιδρυθεί στην αυγή του 20ού αιώνα μέσω της ιεραποστολικής δράσης της Εκκλησίας της Ρωσίας, είχαν ουσιαστικά εκμηδενιστεί στη διάπυρη ιστορική διαδρομή της χώρας. Λίγο αργότερα η Μαρία Σπυροπούλου μετέβη στη Σεούλ και άρχισε μια πολύεδρη ιεραποστολική εργασία η οποία κράτησε γύρω στα 25 χρόνια – μέχρι τις 13-7-2000, οπότε και επέστρεψε στην Ελλάδα για λόγους υγείας, χωρίς όμως να σταματήσει ούτε για ένα λεπτό τη διακονία της ιεραποστολής με δημοσιεύματα και κάθε άλλον τρόπο.
Στη νεόφυτη κορεατική Εκκλησία η Μαρία Σπυροπούλου αποτέλεσε μια μητρική αποστολική παρουσία. Λιγοστά Κορεατικά έμαθε, μα η καρδιακή επικοινωνία της με τους Κορεάτες πιστούς (γυναίκες και άνδρες) ήταν η κορυφαία προσφορά της. Η ίδια έχει αφηγηθεί[2] πώς οι Κορεάτισσες τής ζητούσαν να μεσολαβεί με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο ανάμεσα στις ίδιες και στον εξομολόγο π. Σωτήριο. Ήθελαν να είναι παρούσα και να της κρατούν σφιχτά το χέρι! Αυτή η ανάγκη τους (την οποία διαπιστώνει κανείς αίφνης επί τόπου, στο ιεραποστολικό πεδίο, αν όμως είναι όντως ανοιχτός προς το πολιτισμικά διαφορετικό) αφορά την παραδοσιακή κορεατική αίσθηση σεβασμού και την ιεραρχική – πυραμιδωτή κοινωνική δομή, την επηρεασμένη ιδίως από τον Κομφουκιανισμό. Με την παρουσία της Μαρίας Σπυροπούλου λοιπόν νομίζω ότι πραγματοποιούνταν μια ιδιάζουσα σάρκωση του Ευαγγελίου. Ο ντόπιος πολιτισμός προσλαμβανόταν, αλλά ταυτόχρονα μπολιαζόταν με νέα οπτική: Η γυναίκα καλούνταν να έχει παρρησία προς τον άνδρα ποιμένα, μα αυτό γινόταν μέσω μιας αναβαθμισμένης γυναικείας παρουσίας (της Μαρίας Σπυροπούλου), η οποία διαδραμάτιζε έναν ρόλο μυσταγωγικό. Στη δική μου ανάγνωση, από πλευράς της επιστήμης της Ιεραποστολικής, η δυναμική που είχε η δράση της Μαρίας Σπυροπούλου αντιστοιχεί στη δυναμική που γνωρίζουμε ότι ανέπτυσσαν γυναίκες συνεργοί της ιεραποστολής σε κοινωνικές συνάφειες με διάφορα στεγανά τάξης και φύλου, τα οποία οι άνδρες ιεραπόστολοι δυσκολεύονταν να προσπελάζουν[3].
Η Μαρία Σπυροπούλου ετοίμαζε διδακτικό υλικό, κατηχούσε, συνέδραμε μεταφράσεις, επιμελούνταν εκδόσεις, επικουρούσε στη λατρεία και στην τέλεση μυστηρίων, έγραφε κείμενα στο «Πάντα τα Έθνη» και αλλού. Ραχοκοκαλιά όλων αυτών ήταν η βιωμένη πεποίθησή της ότι ζητούμενο ήταν η νέα σάρκωση του Ευαγγελίου – όχι η εξαγωγή ελληνικού πολιτισμού ή βυζαντινισμού. Χαρακτηριστική ήταν η ανοιχτότητά της στη δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν για την τέλεση της θείας Ευχαριστίας υλικά άλλα, πέραν του σιταρένιου άρτου και του οίνου αμπέλου, αν αυτά δεν αποτελούν στοιχεία κάποιου πολιτισμού. Οι συζητήσεις μαζί της είχαν πάντα μεγάλη ενδοχώρα, πολύ μεγάλη, μα ελάχιστα καταγραμμένη επί χάρτου από την ίδια. Σε μεγάλο βαθμό, δράσεις και απόψεις της είναι αυτή τη στιγμή ακατάγραφες, διότι την επιμέλεια των εκδόσεων, όπου κανονικά οι δράσεις και οι απόψεις αυτές θα μπορούσαν να βρίσκονταν, την έκανε η ίδια. Συχνά μάλιστα, σημειώσεις της που πίστευε ότι μπορεί να στεναχωρούσαν κάποιους, τις κατέστρεφε. Έτσι, η σεμνότητα και η ευαισθησία της την έκαναν να αφήνει τον εαυτό της έξω από αφηγήσεις και από φωτογραφήσεις, παρ’ όλο που κοντινοί της άνθρωποι επιμέναμε ότι η σεβαστική καταγραφή δεν σημαίνει προσωπική προβολή, αλλά είναι κάτι που χρειάζεται για το εκκλησιαστικό σώμα και την κοπιώδη πορεία του.
Τη συμβολή της την επεσήμανε χαρακτηριστικά το 2005 ο π. Σωτήριος Τράμπας, ως Μητροπολίτης Κορέας, εισαγωγικά σε δίτομη έκδοση για τα εκατό χρόνια της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Κορέα:
«Η έκδοση αυτή δεν θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί αν η, επί ολόκληρη τριακονταετία, πολύτιμη συνεργάτις της Ορθοδόξου Ιεραποστολής Κορέας Διακόνισσα – Εκπαιδευτικός Μαρία Σπυροπούλου δεν φρόντιζε να καταγράφει, κατά τα χρόνια της διακονίας της στην Εκκλησία της Κορέας, τα όσα άκουγε από τους παλαιοτέρους Κορεάτες πιστούς, καθώς και όσα η ίδια ζούσε στον χώρο της Εκκλησίας μας. Και επί πλέον, αν με περισσή επιμέλεια δεν συνέλεγε τα όσα έχουν γραφεί για την Ορθοδοξία στην Κορέα σε ποικίλα έντυπα. Εκτός της άλλης, μέχρι θυσίας προσφοράς της στην Ιεραποστολή Κορέας και γι’ αυτούς τους πρόσθετους κόπους της, τής ανήκει ο δίκαιος έπαινος της Εκκλησίας και από της θέσεως αυτής θερμότατα την ευχαριστούμε»[4].
Κορωνίδα των κόπων και του ρόλου της Μαρίας Σπυροπούλου είναι ωστόσο κάτι το οποίο αξίζει ξεχωριστά να προσέξουμε: Είναι η θεσμική ιδιότητα την οποία της έδωσε η Εκκλησία, για τη ζωή της ίδιας της Εκκλησίας!
«Τώρα κάτι άλλαξε!»
Την Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 1978 εγκαινιάστηκε ο καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου Σεούλ από τον τότε μητροπολίτη Νέας Ζηλανδίας και έξαρχο Κορέας κυρό Διονύσιο Ψιάχα (1916-2008)[5]. Κατά την τελετή λοιπόν η Μαρία Σπυροπούλου χειροθετήθηκε από τον Διονύσιο διακόνισσα. Η ιδέα ήταν του ίδιου του μητροπολίτη, ο οποίος ήταν άνθρωπος με πνευματική και θεολογική συγκρότηση και, απ’ όσο έχουμε υπ’ όψη μας, είχε ήδη χειροθετήσει διακόνισσες στην επαρχία του. Και ο ίδιος και ο π. Σωτήριος και η Μαρία γνώριζαν ότι, όπως είχε καταδείξει ο καθηγητής Ανδρέας Θεοδώρου από το 1949[6], στην παράδοση της Εκκλησίας οι διακόνισσες χειροτονούνταν – δεν χειροθετούνταν απλώς. Προφανώς ωστόσο είχε θεωρηθεί ότι μια χειροτονία θα ήταν πράξη τολμηρή για τα εκκλησιαστικά περιβάλλοντα με τις γνωστές παθολογίες τους, παθολογίες οι οποίες αντικαθιστούν τη δυναμική παράδοση με μια αποστεωμένη παραδοσιαρχία. Και η ιστορία πράγματι κατέδειξε την ισχύ αυτών των παθολογιών. Αλλά σ’ αυτό θα αναφερθώ αφού πρώτα παραθέσω την Ευχή η οποία αναγνώσθηκε κατά την (και: για την) χειροθεσία της. Την ευχή είχε συνθέσει ο μακαριστός Διονύσιος και τη δημοσιεύουμε εδώ ολόκληρη[7] (η διακόνισσα είχε κρατήσει στο προσωπικό της αρχείο το δακτυλόγραφο κείμενο):
«Ο Θεός ο μέγας και θαυμαστός και αιώνιος, ο διά της αρρήτου καθόδου του μονογενούς Σου Υιού και της επιφοιτήσεως του Αγίου Σου Πνεύματος εγκαθιδρύσας την Αγίαν σου Εκκλησίαν, Αυτός ουν Δέσποτα, ο τη ση αρρήτω προγνώσει καλέσας και ταύτην την δούλην Σου, κλήσει αγία, εις το διακονείν τη αγία Σου Εκκλησία, Σού δεόμεθα και Σε παρακαλούμεν, κατάπεμψον την Χάριν Σου την επουράνιον επί την δούλην Σου Μαρίαν και κατάστησον αυτήν Διάκονον της Μιάς Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας Σου. Αγίασον αυτήν αγιασμώ αναφαιρέτω. Ενδυνάμωσον αυτήν εις το διακονείν την Εκκλησίαν Σου αμέμπτως προς σωτηρίαν ψυχών και εις τιμήν και δόξαν του Αγίου Σου Ονόματος και τύχη της μερίδος των εκλεκτών Σου εν τη Βασιλεία Σου, πρεσβείαις της Υπεραγίας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, των Αγίων Διακονισσών Φοίβης και Ολυμπιάδος και πάντων των αγίων Σου. Ότι Συ ει ο Θεός ημών και εν αγίοις επαναπαύη και Σοι την δόξαν αναπέμπομεν τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».
Το «Χειροθετήριον», το οποίο ο Μητροπολίτης υπέγραψε πάνω στην αγία τράπεζα και έδωσε στη διακόνισσα (και το οποίο η ίδια επίσης φύλαξε στο αρχείο της), είναι δακτυλόγραφο σε επίσημο επιστολόχαρτο της Μητρόπολης (με τυπωμένο το λογότυπο: Ιερά Ελληνική Ορθόδοξος Μητρόπολις Νέας Ζηλανδίας. Greek Orthodox Archdiocese of New Zealand, Exarchate of India, Korea & Japan, και κατόπιν ταχυδρομική διεύθυνση και το ονοματεπώνυμο του Μητροπολίτη), έχει ως εξής:
«Κατά την δοθείσαν τοις Αρχιερεύσιν εξουσίαν υπό των Αγίων Αποστόλων εις το οικονομείν τα της αγίας του Χριστού Εκκλησίας η Ταπεινότης ημών, τελούσα τα Εγκαίνια του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Σεούλ Κορέας, τη Κυριακή κδ΄ μηνός Σεπτεμβρίου του χιλιοστού εννεακοσιοστού εβδομηκοστού ογδόου σωτηρίου έτους, προεχειρίσατο εις Διάκονον της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας την ευλαβεστάτην Μαρίαν Σπυροπούλου, ούσαν Διδασκάλισσαν – Κατηχήτριαν και συνεργόν της Ορθοδόξου Ιεραποστολής Κορέας. Δέδωκα δε, αυτή ευλογίαν του διακονείν την αγίαν Εκκλησίαν, επιμελείσθαι την ευπρέπειαν των ιερών ναών και την ευταξίαν των γυναικών εν ταις Ιερουργίαις, πρωτοστατείν εν τοις έργοις της ευποιίας και εν τη Κατηχήσει των γυναικών, προσφέρειν ταις βαπτιζομέναις γυναιξί πάσαν αναγκαίαν βοήθειαν, υπηρετείν το έργον της Ορθοδόξου Ιεραποστολής πάση δυνάμει, εν τέλει δε, επιτελείν πάσαν ταις Διακόνοις προσήκουσαν διακονίαν, συμφώνως τη Ιερά Παραδόσει της αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας, Όθεν και εις τούτο γέγονε το παρόν Χειροθετήριον Γράμμα της ημών Ταπεινότητος και επεδόθη τη διαληφθείση ευλαβεστάτη Διακόνω Μαρία εις ασφάλειαν αυτής. Εν μηνί Σεπτεμβρίω κε΄, έτει χιλιοστώ εννεακοσιοστώ εβδομηκοστώ και ογδόω, εν τω Καθεδρικώ Ιερώ Ναώ Αγίου Νικολάου Σεούλ Κορέας. Ο Μητροπολίτης, ο Νέας Ζηλανδίας Έξαρχος Κορέας Διονύσιος».
Δύο έτη μετά τη χειροθεσία, το όνομα και η ιδιότητα της Μαρίας Σπυροπούλου εμφανίστηκε (όπως και έπρεπε) στο επίσημο «Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον» της Εκκλησίας της Ελλάδος, το οποίο αργότερα μετονομάστηκε σε «Δίπτυχα». Είναι η ετήσια έκδοση στην οποία καταγράφεται η δομή και τα στελέχη της Εκκλησίας της Ελλάδος και άλλων τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών[8]. Στον τόμο λοιπόν του 1981 βρίσκουμε την αναγραφή: «Διακόνισσα – Διδασκάλισσα Μαρία Σπυροπούλου». Η αναγραφή αυτή συναντάται και στις εκδόσεις των έξι επομένων ετών, δηλαδή μέχρι και 1987 (δηλ. επί 7 έτη). Στη συνέχεια όμως εξαφανίζεται! Πράγμα που σημαίνει ότι η ελλαδική εκκλησιαστική πώρωση άντεξε την όμορφη και οφειλόμενη αυτή μαρτυρία για επτά μόλις έτη, και στη συνέχεια την… εξάτμισε για τα επόμενα 13 χρόνια της κορεατικής διακονίας της διακόνισσας – για τα επόμενα 33 χρόνια της ζωής της! Η Μαρία ήξερε πολύ καλά ότι αυτή η μίζερη κίνηση έπληττε την όλη υπόθεση της γυναικείας διακονίας, μα σιώπησε. Το μοιράστηκε μόνο με λιγοστούς ανθρώπους κοντινούς της. Μόλις λίγα χρόνια πριν την κοίμησή της το ανέφερε δημοσίως, σε ομιλία της, και πάντα υπό την προτροπή των επίμονων φίλων της. Κοντολογίς, η διακόνισσα Μαρία ήταν ένας άνθρωπος ορατός και αόρατος, φανερός και αφανής, ημιδιαφανής!
Οι κορεατικές Ορθόδοξες κοινότητες πάντως αγκάλιασαν τη διακόνισσά τους με χαρά διορατική. Ένιωσαν δηλαδή ότι το μπλε σκούρο ένδυμα, με τον μπλε σκούρο κεφαλόδεσμο, τα οποία έκτοτε έφερε η διακόνισσα (και με τα οποία βοηθούσε στη λατρεία, κρατούσε το μάκτρο κατά την θεία Ευχαριστία, συνεργούσε στην τέλεση μυστηρίων, κατηχούσε κ.λπ.) σηματοδοτούσε κάτι πολύ ουσιαστικό: την επιθυμία της Εκκλησίας για δομική (κι όχι συμπτωματική) ένταξη της αποστολικής μητρότητας στο σώμα της. Η Μαρία μάς αφηγήθηκε την περιχαρή αίσθηση των Κορεατών, ότι «τώρα κάτι άλλαξε», και μνημόνευσε ιδιαίτερα τα λόγια που της είπε ο τότε γέροντας Πάβελ[9], ο οποίος έχαιρε της εκτίμησης όλων: «Είστε η ίδια, αλλά είστε και αλλιώς. Κάτι άλλαξε». Ναι, το Πνεύμα είχε πνεύσει όπου εκείνο ήθελε!
Χαρακτηριστικό του ήθους της διακόνισσας και της αδιάκοπης αποτράβηξής της από τα φώτα που προσκηνίου (αλλά και χαρακτηριστικό της εξονυχιστικής έρευνας που οφείλεται για την ιστορία της ιεραποστολής) είναι το εξής: Το 2001 η Εκκλησία της Κορέας εξέδωσε φωτογραφικό λεύκωμα 246 σελίδων με αφορμή τη συμπλήρωση εκατό ετών της Ορθοδοξίας στην Κορέα[10]. Πρέπει κανείς να ψάξει με το μικροσκόπιο, για να εντοπίσει τη Μαρία Σπυροπούλου σε μία φωτογραφία του 1977, ιστάμενη κρατώντας αναμμένο κερί ανάμεσα σε νεοφώτιστους ομαδικής βάπτισης (σ. 46). Ανάμεσα στις φωτογραφίες των εγκαινίων του Αγίου Νικολάου (σσ. 48-52) ουδεμία υπάρχει από τη χειροθεσία της, όπως δεν υπάρχει ούτε στην ενότητα «Χειροτονίες – Χειροθεσίες», όπου βρίσκουμε φωτογραφίες ακόμη και από απονομή πατριαρχικών οφφικίων σε διάφορα μέλη της κοινότητας (σ. 203). Την πληροφορία για την χειροθεσία ο υπομονετικός αναγνώστης θα τη βρει στον «Χρονολογικό πίνακα γεγονότων Ορθοδόξου Εκκλησίας Κορέας», στο τέλος του λευκώματος (σσ. 260 και 263). Παρόμοια, και σε χρονικό που η ίδια η Μαρία έγραψε για τα εγκαίνια, στο περιοδικό «Φως Εθνών», αποσιώπησε εντελώς την χειροθεσία της[11]! Ευτυχώς όμως την περιέλαβε ο αρχιμ. Σωτήριος Τράμπας σε άλλο χρονικό των εγκαινίων, το οποίο έγραψε ο ίδιος[12].
Εικοσιδύο χρόνια μετά τη χειροθεσία ήρθε η ημέρα οριστικής αναχώρησης τής διακόνισσας Μαρίας από την Κορέα. Ήταν 13 Ιουλίου του 2000. Η κορεατική κοινότητα του Αγίου Νικολάου της Σεούλ την αποχαιρέτισε ως αυτό που ήταν: ως διακόνισσα. Της προσέφεραν ως ενθύμιο της αγάπης τους ένα κρυστάλλινο δοχείο, στη βάση του οποίου, κάτω από έναν κόκκινο σταυρό, είναι χαραγμένα στην Κορεατική τα εξής:
«Το παρόν προσφέρεται σε ένδειξη της εκτίμησής μας για την άοκνη –υλική και πνευματική– συνεισφορά και τους θυσιαστικούς κόπους της σεβ. Διακόνισσας Μαρίας για την ιεραποστολή της κορεάτικης Ορθόδοξης Εκκλησίας επί 25 έτη, μαζί με τις καλύτερες ευχές μας και τις προσευχές μας, να έχεις πάντα άφθονη την χάρη του Κυρίου μας»[13].
Νομίζω πως αυτή η χειρονομία των Κορεατών πιστών δεν ήταν μια τυπική φιλοφρόνηση. Μα δεν ήταν ούτε μια έκφραση αγάπης μόνο. Φρονώ ότι είναι και ένα αίτημα. Μια φωνή, δηλαδή από τα σπλάχνα της ιεραποστολικής κοινότητας, στην οποία οι καυχώμενοι για την Ορθοδοξία μας οφείλουμε να στήσουμε αυτί. Υπάρχει λόγος, άλλωστε, που έχουμε και αυτιά, κι όχι μόνο στόμα. «Όποιος έχει αυτιά, ας ακούσει τι λέει το Πνεύμα στις εκκλησίες» (Αποκ. 3:6)[14]. Νομίζω λοιπόν πως είναι και ένα αίτημα των πιστών, ώστε η Εκκλησία να συγκροτείται με τρόπο ώστε να πραγματώνει την αποστολή της. Τα χαρίσματα να σωματοποιούνται σε διακονήματα με πραγματικό περιεχόμενο – μακριά από τίτλους που είναι ονόματα κενά. Η αναβίωση του θεσμού των διακονισσών, της μητρικής αποστολικότητας, ως πραγματικής λειτουργίας του Σώματος, εκκρεμεί.
Πολύτεκνη λοιπόν η διακόνισσα Μαρία Σπυροπούλου, πορεύτηκε από τους ανοιχτούς ουρανούς της ιστορικής σάρκωσης του Ευαγγελίου, στους άπειρους ουρανούς του Τριαδικού Θεού. Στήριξε, συμπαραστάθηκε, αγάπησε, δίδαξε, φρόντισε, έγινε –όπως έλεγε με χαρά η ίδια– η «γιαγιά Μαρία» για τα παιδιά πνευματικών παιδιών της. Παλεύοντας πάντα να είναι διαφανής, για να περνά απ’ την ύπαρξή της ανεμπόδιστο το φως του Χριστού, το οποίο με πράξη και λόγο ευαγγελιζόταν.
* Ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου είναι Αναπλ. Καθηγητής Ιεραποστολικής, Διαπολιτισμικής Χριστιανικής Μαρτυρίας και Διαλόγου, στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθήνας.
Σημειώσεις
Σημείωση Θ. Ν. Π. 1:Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Πάντα τα Έθνη», τ. 161 (2022), σσ. 14-21.
Σημείωση Θ. Ν. Π. 2: Λεζάντα της φωτογραφίας: 27-12-1995, στη Μονή Μεταμορφώσεως Gapyong. Όρθια, η διακόνισσα με την διακονική αμφίεσή της. Από αριστερά: Ελένη Ταμαρέση, Θανάσης Παπαθανασίου, αρχιμ. Αμβρόσιος Ζωγράφος (νυν Μητροπολίτης Κορέας), επίσκ. Σωτήριος Τράμπας (+2022) και αρχιμ. Παγκράτιος Μπρούσαλης (+ 2000).
Παραπομπές
[1] Βλ. Hye Won (Ελένη) Cho, Το ορθόδοξο μήνυμα στην Κορέα. Μετάδοση και πρόσληψη (διδακτορική διατριβή στο Τμήμα Θεολογίας ΑΠΘ), Θεσσαλονίκη 2021, σσ. 75-76. Επίσης Ανδρέας Στ. Χελιώτης, Η Ορθοδοξία στην Κορέα. Συνοπτικό χρονικό της Ιεραποστολής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Κορέα, εκδ. Πατριαρχικόν Ίδρυμα Ορθοδόξου Ιεραποστολής Άπω Ανατολής, (Αθήνα), σ. 238.
[2] Ομιλία της (μαγνητοσκοπημένη, αδημοσίευτη εισέτι) σε εκδήλωση του ι. ναού Αγίου Φιλίππου Θησείου, διοργανωμένη από τον εφημέριο π. Δημήτριο Μαρούλη στις 17-6-2019.
[3] Βλ. Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, Γυναίκες στον δρόμο της ιεραποστολής. Η γυναίκα ως θύμα, ως ύποπτη, ως ευαγγελίστρια, εκδ. Εν Πλω, Αθήνα 2019, σσ. 105-111 (κεφάλαιο «Από τις γυναίκες της Βίβλου στις Γυναίκες με τη Βίβλο»).
[4] Ορθόδοξη Εκκλησία Κορέας. 1. Εν πορεία, εκδ. Τήνος, Αθήνα 2005, σσ. 9-10.
[5] Το χτίσιμο του ναού ξεκίνησε το 1967, τα θυρανοίξιά του έγιναν το 1968, και εκκρεμούσαν τα εγκαίνιά του. Βλ. Cho, ό.π., σ. 73. Χελιώτης, ό.π., σσ. 129-130.
[6] Ευάγγελος Δ. Θεοδώρου, Ηρωΐδες της χριστιανικής αγάπης. Αι διακόνισσαι διά των αιώνων, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Εν Αθήναις 1949. Του ίδιου, Η «χειροτονία» ή «χειροθεσία» των διακονισσών (διδακτορική διατριβή), Εν Αθήναις 1954.
[7] Το μεγαλύτερο μέρος της Ευχής δημοσίευσε ο αρχιμ. Σωτήριος Τράμπας: Ορθόδοξη Εκκλησία Κορέας. 2. Μαρτυρίες (επιμ. Μαρία Σπυροπούλου), εκδ. Τήνος, Αθήνα 2007, σ. 62 (το κείμενό του είχε πρωτοδημοσιευτεί στο περιοδικό «Φως Εθνών»˙ βλ. σ. 193).
[8] Από το 1954 εξέδιδε η Εκκλησία της Ελλάδος το «Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον», ως συνέχεια του «Εγκόλπιου Εκκλησιαστικού Ημερολογίου» (1924-1953) του Εμμανουήλ Φαρλέκα. Το 1989 το «Ημερολόγιον» μετονομάστηκε σε «Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδος». Βλ. Διονύσιος Ανατολικιώτης, «Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδος: Ιστορία ενενήντα ετών», Εφημέριος 62.3 (2013), σσ. 23-24.
[9] Αφήγηση της διακόνισσας στον ι. ναό Αγίου Φιλίππου Θησείου, ό.π.. Πρβλ. συνέντευξη του Πάβελ Κιμ στο: Ορθόδοξη Εκκλησία Κορέας. 1. Εν πορεία, ό.π., σσ. 51-56.
[10] 100 χρόνια Ορθοδοξίας στην Κορέα. Φωτογραφικό οδοιπορικό 1900-2000 / 100 Years of Orthodoxy in Korea: Commemorative Album, 1900-2000 (επόπτες εκδόσεως Ο Ζήλων Σωτήριος και αρχιμ. Δρ. Αμβρόσιος Ζωγράφος˙ επιμελητής εκδόσεως π. Αντώνιος Woo˙ επιλογή-κατάταξη φωτογραφιών, σύνταξη λεζαντών και χρονολ. πίνακα Διακόνισσα Μαρία Σπυροπούλου), εκδ. Ορθόδοξες Εκδόσεις / Orthodox Editions, Σεούλ 2001. Η έκδοση είναι τρίγλωσση, στα Κορεατικά, Ελληνικά και Αγγλικά.
[11] Ορθόδοξη Εκκλησία Κορέας. 1. Εν πορεία, ό.π., σσ. 39-41 (το κείμενο είχε πρωτοδημοσιευτεί στο περιοδικό «Φως Εθνών»˙ βλ. σ. 155). Είναι εντυπωσιακό και το γεγονός ότι, παρ’ όλο που μια διακόνισσα είναι φαινόμενο σπάνιο και αξιοπρόσεκτο στη σημερινή Ορθόδοξη Εκκλησία, τη διακόνισσα Μαρία συνήθως την έχουν προσπεράσει και ταξιδιωτικά χρονικά που δημοσίευσαν επισκέπτες και επισκέπτριες της Εκκλησίας στη Σεούλ!
[12] Ορθόδοξη Εκκλησία Κορέας. 2. Μαρτυρίες, ό.π., σσ. 62 (το κείμενο είχε πρωτοδημοσιευτεί στο περιοδικό «Φως Εθνών»˙ βλ. σ. 193).
[13] Μετάφραση στα Αγγλικά μού προσέφερε, κατόπιν αιτήματός μου, ο πρωτοπρεσβύτερος π. Δανιήλ (Chang Kyu) Na, εφημέριος του ι. ναού Αποστόλου Παύλου της Ιντσόν Νότιας Κορέας, τον οποίο και ευχαριστώ από καρδιάς.
[14] Πρβλ. τις λαμπρές επισημάνσεις του νυν Μητροπολίτη Κορέας (τότε αρχιμανδρίτη) Αμβρόσιου Ζωγράφου: «Ο ιεραπόστολος εκείνος ο οποίος δεν εμπιστεύεται κανέναν άλλον παρά μόνον τον εαυτό του, με το αιτιολογικό ότι οι “άλλοι” είναι ακόμη “πνευματικώς ανώριμοι”, […] είναι αδύνατον να εμπνεύση και να εκπαιδεύση σωστά τους συνεργάτες του». Αρχιμ. Αμβρόσιος Ζωγράφος, «Μορφωτικές προϋποθέσεις και θεωρητικές επισημάνσεις για την ανάπτυξη της ιεραποστολής», Σύναξη 78 (2001), σ. 37.