ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ
Του Απόστολου Παπαδημητρίου
Αναφέρεται σε παραμυθάκι του παλιού καιρού ότι ένας βασιλιάς ανακοίνωσε ότι θα εξερχόταν από το ανάκτορό του, για να συναντήσει τους υπηκόους του και να ενημερωθεί για τα προβλήματά τους. Όρισε για τη συνάντηση τόπο και χρόνο. Όλες οι ομάδες έστειλαν τους εκπροσώπους τους στον καθορισμένο τόπο, όμως ο βασιλιάς, για άγνωστο λόγο, δεν υπήρξε συνεπής στην ώρα του. Κατάκοπος ο εκπρόσωπος των αγροτών πλάγιασε στον κορμό ενός δένδρου και αποκοιμήθηκε. Όταν, μετά από ώρα, αναγγέλθηκε η άφιξη του βασιλιά, όλοι ετοιμάστηκαν να τον υποδεχθούν. Έγινε προσκλητήριο από τον υπασπιστή του και διαπιστώθηκε ότι απουσίαζε ο αγρότης. Τον αναζήτησαν και τον βρήκαν να κοιμάται ακόμη. Το ανήγγειλαν και άκουσαν τον βασιλιά να αποκρίνεται. Αφήστε τον να κοιμάται. Αλίμονό μας, αν ξυπνήσει.
Ο αγρότης είναι ο πλέον σκληρά εργαζόμενος στις σύγχρονες κοινωνίες, για να εξασφαλίσει για όλους μας τα αναγκαία για την διατροφή μας. Υπερβολή ίσως να αποφανθούν κάποιοι. Έχει και αυτός επωφεληθεί από την τεχνολογική πρόοδο, ώστε η εργασία του να έχει καταστεί κατά πολύ πιο εύκολη και, συνάμα, αποδοτική σε σχέση με το παρελθόν. Πέραν αυτού λαμβάνει πλήθος επιδοτήσεων, με τις οποίες αυξάνει ικανοποιητικά το εισόδημά του.
Επειδή, μετά την ένταξή μας στην ΕΟΚ, ΕΕ σήμερα, η αγροτική πολιτική χαράσσεται στις Βρυξέλλες, ας εξετάσουμε την κατάσταση κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Όταν οι ασκούντες την εξουσία στη χώρα μας υπέγραψαν τη συνθήκη ένταξης διαφήμισαν αυτήν ως εντυπωσιακή επιτυχία, καθώς τα αγροτικά μας προϊόντα θα απορροφούνταν από τη μεγάλη ευρωπαϊκή αγορά, με ευεργετικές τις συνέπειες για τους αγρότες. Τότε επιχειρήθηκε και ο «σοσιαλιστικός» μετασχηματισμός της κοινωνίας μας, κατά τον οποίο είδαμε να συμβαίνουν τα ακόλουθα τραγικά. Διαλύθηκαν οι συνεταιρισμοί, λόγω κομματικής παρέμβασης και κακοδιοίκησης. Από το εμείς οι αγρότες οπισθοχώρησαν άτακτα στο εγώ. Ο παραγωγός, διαχρονικά θύμα του μεσάζοντος εμπόρου, κατέστη ακόμη πιο ευάλωτος. Ο αγρότης αποκόπηκε από τη γη του μέσω του συστήματος των επιδοτήσεων και αποσύρσεων κάποιων προϊόντων. Με τη διόγκωση των πρώτων αποδείχθηκε περίλαμπρα η κουτοπονηριά μας, την οποία πληρώσαμε αργότερα με τα μνημόνια. Με την απόσυρση από την αγορά γεωργικών προϊόντων και μη διάθεση στους έχοντες ανάγκη, αλλά την καταστροφή τους, αποκτήσαμε την αναλγησία, που διέκρινε, ως αποικιοκράτες, τους εταίρους μας.
Τελικά όχι μόνο δεν απορροφήθηκαν τα προϊόντα μας από την αγορά των εταίρων μας, αλλά η πρωτογενής παραγωγή συρρικνώθηκε ανησυχητικά. Μάλιστα η κτηνοτροφική παραγωγή απειλείται με κατάρρευση, καθώς οι εταίροι μας δεν θέλουν να απολέσουν την ισχνή, έστω, αγορά μας, στην οποία διαθέτουν το βόειο κρέας. Αβοήθητοι οι κτηνοτρόφοι των αιγοπροβάτων, ανάσαναν για λίγες δεκαετίες απασχολώντας ως βοσκούς και ίσως εκμεταλλευόμενοι, όπως άλλοι εκμεταλλεύονται αυτούς, Αλβανούς μετανάστες. Οι βιομηχανίες γάλακτος εξαγοράστηκαν από πολυεθνικές επιχειρήσεις και οι διαπραγματεύσεις για την διάθεση κρέατος και γάλακτος από τους παραγωγούς έγιναν σκληρότερες. Η εισαγωγή αμνοεριφίων από γειτονικές χώρες και η διάθεσή τους στην εγχώρια αγορά επιδεινώνει την ήδη πολύ κακή κατάσταση της κτηνοτροφίας μας, για την οποία το μέλλον διαγράφεται δυσοίωνο. Αλλά εισαγωγές παρατηρούνται και πλήθους γεωργικών προϊόντων όχι μόνο από χώρες εκτός ΕΕ, στις οποίες το κόστος παραγωγής είναι εμφανώς χαμηλότερο, αλλά και από χώρες σαφώς πιο βιομηχανικές από τη δική μας, ενώ εδώ η βιομηχανία συρρικνώθηκε επικίνδυνα με κίνδυνο να επανέλθουμε στην κατάσταση του 1950. Το πλέον ανησυχητικό είναι ότι παύσαμε, ως χώρα, να είμαστε αυτάρκης σε σιτάρι για παρασκευή άρτου. Η εικόνα της ανοικτής αγοράς μας έχει μαγέψει. Η άνοδος της αγοραστικής μας δύναμης, αποτέλεσμα αλόγιστου δανεισμού, και η εικόνα των πολυκαταστημάτων με το πλήθος των προϊόντων, πολλά εκ των οποίων είναι εισαγόμενα, μας έχει αποκοιμίσει και δεν συλλογιζόμαστε ότι μπορούν να έλθουν και δύσκολοι καιροί. Τέλος, οι εταίροι μας καθορίζουν και τις εξαγωγές μας με τα άθλια παιχνίδια επιβολής κυρώσεων σε «κακές» χώρες, οι οποίες πρέπει να απομονωθούν, χωρίς βέβαια να νοιάζονται για το τι θα απογίνουν τα προϊόντα μας.
Ο αγρότης ωθούμενος από τις κοινωνικές συνθήκες στην αύξηση της απόδοσης της καλλιέργειάς του, κατέστη υποχείριο των πολυεθνικών, οι οποίες με τα προϊόντα τους καταπολέμησης των εχθρών της παραγωγής και αύξησης αυτής συντελούν, στο όνομα δήθεν καταπολέμησης της πείνας, στην υποβάθμιση των καλλιεργητικών εκτάσεων και στην καταστροφή της βιοποικιλότητας. Πέραν αυτού ο καλλιεργητής, αντί να βλέπει το εισόδημά του να αυξάνει, επιβαρύνεται από έτος σε έτος με μεγαλύτερες δαπάνες φθάνοντας σε απόγνωση, καθώς το κράτος βραδύνει να τον αποζημιώσει και για τις ζημιές, που υφίσταται η παραγωγή του από φυσικές αιτίες. Βιώνουμε στην εποχή, που οι Κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων χωρών (για τις άλλες δεν γίνεται λόγος) απλά προεδρεύουν και αφήνουν την αγορά να αυτορυθμιστεί, δηλαδή να τη ρυθμίσουν οι οικονομικά ισχυροί σε βάρος των αδυνάτων.
Υπάρχουν πληθώρα πανεπιστημιακές σχολές. Μπορούν να εκπονούνται ετησίως μελέτες προσδιορισμού του κόστους παραγωγής κάθε προϊόντος του πρωτογενούς τομέα. Και βέβαια το κόστος ανά μονάδα προϊόντος δεν είναι το ίδιο για έναν μικροκαλλιεργητή και άλλον, ο οποίος διαθέτει χιλιάδες στρέμματα, ιδιόκτητα ή μισθωμένα. Μπορεί ακόμη να ελέγχεται η εκτίναξη των τιμών από τους μεσάζοντες, οι οποίοι εκβιάζουν τον παραγωγό και αισχροκερδούν και σε βάρος των καταναλωτών. Μπορεί να προστατεύεται ο εγχώριος παραγωγός από τους απάτριδες εισαγωγείς, οι οποίοι διαθέτουν στην εγχώρια αγορά προϊόντα εισαγωγής ως ελληνικά. Αναγκαία είναι η εγγύηση του κράτους, όταν παροτρύνονται οι αγρότες να στραφούν σε εναλλακτικές καλλιέργειες και να μην γεύονται αυτοί την απογοήτευση από την κατάπτωση των τιμών. Αναγκαίος, τέλος, είναι και ο έλεγχος προς αποφυγή κατάχρησης από μέρους των αγροτών επικινδύνων για τον καταναλωτή φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, που υποβαθμίζουν τους αγρούς. Θα έλθουν μετά από μας και άλλες γενιές.
Με τις ραγδαίες εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα και την ανάγκη της Πολιτείας να εκποιήσει τον εθνικό πλούτο για να καλύψει επιτακτικές χρηματικές της ανάγκες, απώλεσαν την κρατική πηγή δανειοδότησης. Τώρα οι όροι δανεισμού είναι πολύ πιο σκληροί.
Έχουν άδικο να κατέρχονται οι αγρότες στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι; Οφείλεται στην εντεινόμενη οκνηρία τους η εγκατάλειψη χέρσων ολοένα και περισσοτέρων καλλιεργητικών εκτάσεων; Δεν γνωρίζω, αν ακόμη επιδοτείται η φύτευση των καταστροφικών για τους αγρούς ακακιών. Πρέπει να εφησυχάζουμε με τη σκέψη ότι όλοι οι αγροί μας μπορούν να καλυφθούν με συσκευές μετατροπής της ηλιακής ενέργειας σε ηλεκτρική, την οποία θα εξάγουμε και θα καταστούμε «κροίσοι», όπως οι σεΐχηδες του περσικού κόλπου;
Εύχομαι να μας έλθει ο νους, πριν είναι πολύ αργά. Η αδιαφορία για την πρωτογενή παραγωγή έχει οδυνηρές συνέπειες.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 14.02.2022.