Η εκπαιδευτική πολιτική … σε ειδική αποστολή!
ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΣΤΙΣ «ΕΙΔΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ»
Του Χρήστου Κάτσικα
Φαντάζει, αλήθεια, παράδοξο. Σε μια περίοδο που οι παρεμβάσεις, οι αλλαγές, οι νόμοι του Υπουργείου Παιδείας πέφτουν σαν το χαλάζι, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, το ανώτατο θεσμοθετημένο εκπαιδευτικό όργανο, βρίσκεται στα …αζήτητα. Όχι μόνο αυτό.
Την ίδια ώρα που εξαγγέλλονται και υλοποιούνται οβιδιακές αλλαγές σε όλα «τα μήκη και τα πλάτη» της σχολικής εκπαίδευσης το Υπουργείο Παιδείας προχωρά στην «υποτίμηση» του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου μέσα από την συγχώνευση του με τον Οργανισμό Επιμόρφωσης (ΟΕΠΕΚ) και το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας (Κ.Ε.Ε) και την αναδιάρθρωση της δομής και των λειτουργιών του.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (Π.Ι.) είναι ο παλαιότερος ερευνητικός και συμβουλευτικός φορέας σε ζητήματα παιδείας και με το έργο του συμβάλλει ουσιαστικά στη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής από το ΥΠ.Ε.Π.Θ. Ως ανεξάρτητη δημόσια υπηρεσία, ιδρύθηκε το 1964 (Ν. 4379/1964) από τον τότε Πρωθυπουργό και Υπουργό Παιδείας Γεώργιο Παπανδρέου. Ως νέος θεσμός, αποτέλεσε μετεξέλιξη και συγχώνευση προϋπαρχόντων συμβουλευτικών οργάνων του Υπουργείου και οργανώθηκε έχοντας ως υπόδειγμα την εσωτερική οργάνωση του Συμβουλίου της Επικρατείας (Τμήματα αρμοδιοτήτων στα οποία υπηρετούν Σύμβουλοι και Πάρεδροι).
Σύμφωνα και με μεταγενέστερες νομοθετικές ρυθμίσεις (Ν. 2525/1997, 2640/1998, 2817/2000, 2909/2001, 2986/2002 και 3194/2003) οι αρμοδιότητες του Π.Ι είναι:
– Η επιστημονική έρευνα, η μελέτη θεμάτων της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της εκπαιδευτικής πράξης.
– Η επεξεργασία και υποβολή προτάσεων για θέματα Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας, Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Επιμόρφωσης και Αξιολόγησης, Ποιότητας της Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής και η χάραξη κατευθύνσεων για το σχεδιασμό και προγραμματισμό της εκπαιδευτικής πολιτικής.
– Η παρακολούθηση της εξέλιξης της εκπαιδευτικής τεχνολογίας και η προώθηση της εφαρμογής της στην εκπαιδευτική πράξη.
– Ο σχεδιασμός και η μέριμνα για την εφαρμογή προγραμμάτων επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών καθώς και η αξιολόγησή τους.
– Η εισήγηση για τη συγγραφή βιβλίων για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς, καθώς και η λήψη μέτρων για τη βελτίωση των μεθόδων της διδακτικής πράξης και γενικότερα του εκπαιδευτικού έργου.
Με βάση το νόμο 1566/85 ο οποίος είναι ακόμη σε ισχύ, το Π.Ι. καταρτίζει τα Προγράμματα Σπουδών. Ωστόσο οι εξαγγελίες της Υπουργού Παιδείας για αλλαγές των αναλυτικών προγραμμάτων στη Λυκειακή βαθμίδα (από τη σχολική χρονιά 2011/12) έφεραν, στις αρχές του φετινού Φθινοπώρου, στην επιφάνεια ένα σχέδιο αναλυτικού προγράμματος για τις τρεις τάξεις του Λυκείου το οποίο συντάχθηκε από μια ενδεκαμελή επιτροπή «ειδικών» αποτελούμενη από εξωθεσμικούς παράγοντες, η οποία ανέλαβε το ρόλο του συντονισμού και της επιστημονικής καθοδήγησης για τη σύνταξη των Προγραμμάτων Σπουδών.
Τι συμβαίνει; Γιατί το Υπουργείο Παιδείας δείχνει να παραγκωνίζει το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο;
Για να καταλάβουμε τους λόγους αρκεί να πάρουμε υπόψη όσα συμβαίνουν τον τελευταίο χρόνο στην «Ελλάδα των μνημονίων». Είναι φανερό ότι η οικονομική κρίση χρησιμοποιείται σαν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για την υλοποίηση εκπαιδευτικών πολιτικών που αποτελούσαν χρόνια τώρα προσδοκίες, κατευθύνσεις και επιδιώξεις του ΟΟΣΑ, του Διευθυντηρίου της Ε.Ε. και των επιτελείων των δυο μεγάλων αστικών κομμάτων. Αυτό μπορεί κανείς εύκολα να το καταλάβει διαβάζοντας αφενός τις «οδηγίες» της απορρόφησης των κονδυλίων του Γ΄ ΚΠΣ (ΕΣΠΑ) όπως αυτές εξειδικεύονται στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευσης και Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΕΠΕΑΕΚ 2007-2013) και αφετέρου τη «θεραπευτική αγωγή» που προτείνουν για την ελληνική εκπαίδευση ο ΟΟΣΑ (Έκθεση “Greece – Economic Surveys – 2009, 4ο Κεφάλαιο για την Παιδεία) και το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πληροφόρησης για την Εκπαίδευση «Ευρυδίκη» (Αριθμοί-κλειδιά της εκπαίδευσης στην Ευρώπη – 2009) .
Αυτή η «ιερή συμμαχία» βρίσκει ευκαιρία τώρα να κάνει πραγματικότητα τα πιο νεοφιλελεύθερα όνειρά της τα οποία προβάλλει άλλοτε ως μέτρα σωτηρίας για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και άλλοτε σαν συνέπεια της οικονομικής κρίσης.
Στα πλαίσια αυτά θεσμοί όπως το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο αντιμετωπίζονται ως βαρίδια από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας το οποίο αγκομαχά να «τρέξει» μια σειρά νομοθετημάτων στην εκπαίδευση (που αλλάζουν το DNA της) και δεν έχει την πολυτέλεια του παραμικρού εσωτερικού διαλόγου – αντιλόγου και καθυστερήσεων από τις «χρονοβόρες» επιτροπές του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.
ΣΥΣΤΑΣΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ
Στα πλαίσια αυτά, δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι το Υπουργείο Παιδείας προχωρά στη σύσταση «ειδικής» ομάδας για την εκπαίδευση, η οποία θα αναλάβει να οργανώσει και να υλοποιήσει όλες τις παραπάνω επιδιώξεις. Η ειδική αυτή ομάδα, η οποία θα κινηθεί έξω και πάνω από τους ίδιους τους θεσμοθετημένους φορείς του Υπουργείου Παιδείας (Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας, Διευθύνσεις προσωπικού Α/βάθμιας και Β/βάθμιας εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, Διευθύνσεις Σπουδών του Υπουργείου Παιδείας, Περιφερειακές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης κλπ) προβλέπεται από το νέο «Μνημόνιο 3». Συγκεκριμένα στο κεφάλαιο «Δράσεις για την τέταρτη αξιολόγηση» και με τον εύηχο τίτλο «Αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος» προβλέπεται πως « η κυβέρνηση συστήνει μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου 2011, μια ανεξάρτητη ειδική ομάδα εκπαιδευτικής πολιτικής με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος (πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση) και της αποτελεσματικότερης χρήσης πόρων»!!
Μιλάμε ουσιαστικά και τυπικά για «εκτέλεση συμβολαίου μετάλλαξης – διάλυσης», με αυστηρώς λογιστικά κριτήρια, του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα (όποιου είχε απομείνει) της σχολικής εκπαίδευσης, των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών, των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών, των διορισμών και των προσλήψεων.
Η ακολουθούμενη πολιτική και η ενεργοποίηση της «ειδικής» ομάδας θα οδηγήσει στην προώθηση των καταργήσεων και συγχωνεύσεων σχολείων, τη μείωση των θέσεων εργασίας με την παύση των διορισμών αλλά και τις μαζικές μετακινήσεις εκπαιδευτικών, την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων με τη σύνδεση του μισθού των εκπαιδευτικών με τις επιδόσεις των μαθητών, την αύξηση του ωραρίου των εκπαιδευτικών, την κατάργηση κάθε θεσμού στήριξης της μαθησιακής προσπάθειας, καθώς και τη δραστική μείωση των κονδυλίων για τα λειτουργικά έξοδα των σχολείων.
Ιδιαίτερο εργαλείο στα χέρια της «ειδικής» ομάδας θα αποτελέσει το κείμενο «Αναβάθμιση της διοίκησης της εκπαίδευσης» που ετοιμάζεται το υπουργείο Παιδείας να μετατρέψει σε νομοσχέδιο και να το φέρει στη Βουλή για ψήφιση τον Ιανουάριο του 2011. Πρόκειται ουσιαστικά για τη μεγαλύτερη επιχείρηση αναδιάρθρωσης του συστήματος διοίκησης της σχολικής εκπαίδευσης, μια συνολική αναδιοργάνωση της ως τώρα πυραμίδας διοίκησης-εποπτείας και ελέγχου της εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών και προσαρμογής στη νέα «καλλικρατική» δομή της δημόσιας διοίκησης.
Παράλληλα έχει προαναγγελθεί νέο «Πρόγραμμα Σπουδών» για όλο το φάσμα της σχολικής εκπαίδευσης, με χαρακτηριστικά: «ανοιχτό και ευέλικτο», «συνοπτικό», «διαθεματικό» και φυσικά «παιδαγωγικά διαφοροποιούμενο». Ουσιαστικά προαναγγέλλεται η αντικατάσταση των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών από ένα μίνιμουμ «μετρήσιμων εκπαιδευτικών στόχων»… επεξεργασίας ΟΟΣΑ.
Πρόκειται για τα πρώτα βήματα για το σπάσιμο του ενιαίου των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και την προσαρμογή του σχολείου στη λογική των δεξιοτήτων και όχι της μόρφωσης. Ουσιαστικά ως προτεραιότητες για το «Νέο Σχολείο» προβάλλονται οι βασικές κατευθύνσεις της ΕΕ και το πνεύμα της υπαγωγής της γνώσης στο επίπεδο της δεξιότητας. Εδώ ακριβώς βρίσκονται ενσωματωμένες οι κεντρικοί πυλώνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη «Βελτίωση των Ικανοτήτων για τον 21ο Αιώνα»: η «ικανότητα στη χρήση της ελληνικής γλώσσας», στο «χειρισμό των μαθηματικών εννοιών» και των «δεξιοτήτων στις φυσικές επιστήμες και την τεχνολογία», μαζί με την «ψηφιακή τεχνολογία» και τη «γλωσσομάθεια».
Είναι προφανές ότι μιλάμε για βάθεμα της εκπαίδευσης της ακριβοπληρωμένης αμάθειας!
Αυτά είναι τα σχέδια του Υπουργείου Παιδείας. Το εάν θα γίνουν πράξη εξαρτάται αποκλειστικά από τη στάση όσων θίγονται από αυτά. Κοντολογίς εξαρτάται από τη στάση των εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων που στέλνουν τα παιδιά τους στη δημόσια σχολική εκπαίδευση, των εκατοντάδων χιλιάδων μαθητών που φοιτούν σ΄ αυτήν καθώς και των δεκάδων χιλιάδων εκπαιδευτικών που εργάζονται σ΄αυτήν. Απαιτείται ενότητα θεωρίας (Όχι στο σχολείο της αγοράς και της ακριβοπληρωμένης αμάθειας), ενότητα θέλησης (αγώνας μαζικός πανεκπαιδευτικός) και ενότητα δράσης (όλοι μαζί μπορούμε). Εάν αυτό επιτευχθεί (και μπορεί να επιτευχθεί) τότε τα όνειρα του Υπουργείου Παιδείας θα γίνουν οι εφιάλτες του.
ΠΗΓΗ: 09/01/2011 – 09:36, http://www.alfavita.gr/artro.php?id=19243