Ι. Σύνοδος Εκκλ. Ελλ.: Προς το Λαό 44- Νέα κατοχή

Προς το Λαό 44 – Νέα κατοχή – Νέα Φτώχεια

 

«Η Εκκλησία απέναντι στη σύγχρονη κρίση» 

 

Της Ιεράς Συνόδου Εκκλησίας της Ελλάδος*

 

 

Η Ιεραρχία της Εκκλησίας τής Ελλάδος, η οποία συνήλθε στην τακτική Συνε­δρία της από 5ης – 8ης Οκτωβρίου τ. έ., αισθά­νεται τήν ανάγκη να απευθυνθεί στο πλήρωμά της, στο λαό του θεού, αλλά και σε κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο, για να μι­λήσει με τη γλώσσα τής αλήθειας και τής αγάπης.

Οι ημέρες πού ζούμε είναι δύσκολες και κρίσιμες. Περνάμε ως χώρα μία δεινή οικο­νομική κρίση πού δημιουργεί στους πολλούς ανασφάλεια και φόβο. Δεν γνωρίζου­με τι είναι αυτό πού μάς έρχεται τήν επόμενη μέρα. Ή χώρα μας φαίνεται να μην είναι πλέον ελεύθερη αλλά να διοικείται επί της ουσίας από τους δανειστές μας. Γνωρίζουμε ότι πολλοί περιμένετε από τήν ποιμαίνουσα Εκκλησία να μιλήσει και να τοποθετηθεί πάνω στα γεγονότα που παρακολουθούμε.

Είναι αλήθεια ότι αυτό πού συμβαίνει στην πατρίδα μας είναι πρωτόγνωρο και συ­νταρακτικό. Μαζί με τήν πνευματική, κοινω­νική και οικονομική κρίση συμβαδίζει και η πάσης φύσεως ανατροπή. Πρόκειται για προσπάθεια εκρίζωσης και εκθεμελίωσης πολλών παραδεδομένων, τα όποια ως τώ­ρα θεωρούνταν αυτονόητα για τη ζωή του τόπου μας. Από κοινωνικής πλευράς επιχειρείται μια ανατροπή δεδομένων και δι­καιωμάτων και μάλιστα με ένα πρωτοφανές επιχείρημα. Τα απαιτούν τα μέτρα αυτά οι δανειστές μας. Δηλώνουμε δηλαδή ότι είμαστε μία χώρα υπό κατοχή και εκτελούμε εντολές των κυριάρχων – δανειστών μας. Το ερώτημα, το όποιο γεννάται, είναι εάν οι απαιτήσεις τους αφορούν μόνον σε οικονομικά και ασφαλιστικά θέματα ή αφο­ρούν και στην πνευματική και πολιτιστική φυσιογνωμία τής Πατρίδος μας.

Μπροστά στην κατάσταση αυτή α κάθε λογικός άνθρωπος διερωτάται: Γιατί δεν πή­ραμε νωρίτερα όλα αυτά τα δύσκολα μέ­τρα, που σήμερα χαρακτηρίζονται αναγκαία. Όλες αυτές τις παθογένειες τής κοινωνίας και της οικονομίας που σήμερα επι­χειρούμε με βίαιο τρόπο να αλλάξουμε, γιατί δεν τις αλλάξαμε στην ώρα τους; Γιατί έπρεπε να φθάσουμε ως εδώ; Τα πρόσωπα στην πολιτική σκηνή του τόπου μας είναι, εδώ και δεκαετίες, τα ίδια. Πώς τότε υπολό­γιζαν το πολιτικό κόστος, γνωρίζοντας ότι οδηγούν τη χώρα στη καταστροφή και σή­μερα αισθάνονται ασφαλείς, γιατί ενεργούν ως εντολοδόχοι; Σήμερα γίνονται ριζικές ανατροπές για τις οποίες άλλοτε θα αναστατωνόταν όλη ή Ελλάδα και σήμερα επιβάλ­λονται χωρίς σχεδόν αντιδράσεις.

Η οικονομική μας κρίση με πολύ απλά λόγια οφείλεται στη διαφορά μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Στον αργό ρυθμό της παραγωγής πού επιτυγχάνουμε απέναντι στο υψηλό βιοτικό επίπεδο πού μάθαμε να ζούμε. Όταν όσα καταναλώνουμε είναι πολύ περισσότερα από όσα παράγουμε, τό­τε το οικονομικό ισοζύγιο γέρνει προς την πλευρά των εξόδων. Η χώρα μας για να ανταπεξέλθει, αναγκάζεται να δανείζεται με τήν ελπίδα ότι το διαταραγμένο ισοζύγιο θα ανακάμψει. Όταν αυτό δεν γίνεται και οι δανειστές απαιτούν την επιστροφή των δανεισθέντων συν τόκω, τότε φθάνουμε στην κρί­ση και στην χρεωκοπία. Η οικονομική κρί­ση, η οποία ταλαιπωρεί και δυναστεύει τη χώρα μας είναι η κορυφή του παγόβουνου. Είναι συνέπεια και καρπός μιας άλλης κρίσης, της πνευματικής.
Ήδη η δυσαναλογία μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης συνιστά όχι μόνον οικο­νομικό μέγεθος, αλλά πρωτίστως πνευματι­κό γεγονός. Σημείο πνευματικής κρίσης, το όποιον αφορά τόσο στην ηγεσία, όσο και στον λαό. Μια ηγεσία που δεν μπόρεσε να σταθεί υπεύθυνα απέναντι στο λαό, που δεν μπόρεσε ή δεν ήθελε να μιλήσει τη γλώσσα τής αλήθειας, πού πρόβαλε λαθεμένα πρό­τυπα, που καλλιέργησε τις πελατειακές σχέσεις, μόνο και μόνο γιατί είχε ως στόχο τήν κατοχή και τη νομή της εξουσίας. Μια ηγε­σία πού στην πράξη αποδεικνύεται ότι ουσιαστικά υπονόμευσε τα πραγματικά συμφέροντα τής χώρας και του λαού.

Κι από την άλλη πλευρά, ένας λαός, εμείς, που λειτουργήσαμε ανεύθυνα. Παραδοθή­καμε στην ευμάρεια, στον εύκολο πλουτι­σμό και στην καλοπέραση, επιδοθήκαμε στο εύκολο κέρδος και στην εξαπάτηση. Δεν προβληματισθήκαμε για τήν αλήθεια των πραγμάτων. Η αυθαίρετη απαίτηση δικαιω­μάτων από συντεχνίες και κοινωνικές ομάδες με πλήρη αδιαφορία για την κοινωνική συνοχή συντέλεσαν κατά ένα μεγάλο μέρος στην σημερινή κατάσταση.
Η ουσία της Πνευματικής Κρίσης είναι η απουσία νοήματος ζωής και ο εγκλωβισμός του ανθρώπου στο ευθύγραμμο παρόν, δη­λαδή ο εγκλωβισμός του στο εγωκρατούμενο ένστικτο. Ένα παρόν χωρίς μέλλον, χωρίς όραμα. Ένα παρόν καταδικασμένο στο ανιαρό και μονότονο. Η μετατροπή της ζωής σ’ ένα χρονικό διάστημα ανάμεσα σε δύο ημερομηνίες, αυτές, τής γέννησης και της ταφής, με άγνωστο το μεταξύ τους διάστη­μα.

Σε μία τέτοια προοπτική το άσκοπο συναγωνίζεται το παράλογο και τον αγώνα τον κερδίζει πάντα το τραγικό. Όταν απευθύνεσαι σε νέους ανθρώπους και τους ερωτάς: «γιατί παιδί μου παίρνεις ναρκωτι­κά;» και σου απαντούν: «πέστε μου σεις για­τί να μην πάρω; Δεν ελπίζω τίποτα, δεν περι­μένω τίποτα, η μόνη μου χαρά είναι όταν τρυπάω τήν ένεση και ταξιδεύω»· ή όταν επισημαίνεις σε ένα νέο άνθρωπο ότι παίρνοντας ναρκωτικά θα πεθάνει και εκείνος σου άπαντά με ένα τραγικό χαμόγελο: «σεις δεν καταλαβαίνετε ότι εγώ παίρνω ναρκωτι­κά για να ζήσω», τότε αντιλαμβάνεσαι πόσο απίστευτα αληθινά και πόσο τραγικά επίκαιρα είναι τα παραπάνω λόγια. Αντί λοιπόν για νόημα ζωής κυνηγήσαμε την ευμάρεια, τήν καλοπέραση, τήν οικονομική ισχύ. Όταν όμως δεν υπάρχει άλλο όραμα ζωής πέρα από τήν κατανάλωση, όταν ή οικονο­μική δύναμη και η επίδειξή της γίνεται ό μόνος τρόπος κοινωνικής καταξίωσης, τότε η διαφθορά είναι ο μόνος δρόμος ζωής, διότι διαφορετικά, αν δεν είσαι διεφθαρμένος, είσαι ανόητος. Έτσι σκέφθηκαν και έπρα­ξαν πολλοί, έτσι φθάσαμε στη διαφθορά και της εξουσίας, αλλά και μέρους του λαού μας.

Το ερώτημα – δίλημμα του Ντοστογιέφ­σκι «ελευθερία ή ευτυχία;» το ζούμε πλέον σε όλη του τήν τραγικότητα. Διαλέξαμε μία πλαστή ευμάρεια και χάσαμε τήν ελευθερία του προσώπου μας, χάσαμε την ελευθερία της χώρας μας. Σήμερα ό άνθρωπος δικαίως ίσως τρέμει μήπως μειωθεί το εισόδημά του, αλλά δεν ανησυχεί το ίδιο για το έλλειμμα παιδείας που αφορά στα παιδιά του και δεν αγωνιά για τα παιδιά που σβήνουν μέσα στις ποικίλες εξαρτήσεις, δεν αγωνιά για τον ευτελισμό του ανθρωπίνου προσώπου. Αυτή λοιπόν είναι η ουσία της αληθινής κρίσης και η πηγή της οικονομικής κρίσης την οποία τόσο ανελέητα εκμεταλλεύονται οι σύγχρονοι «έμποροι των Εθνών».

Στην Σύνοδο τής Ιεραρχίας εμείς, οι πνευματικοί σας πατέρες, κάναμε την αυτοκριτική μας, θελήσαμε να αναμετρηθούμε με τις ευθύνες μας και να αναζητήσουμε με τόλμη το μερίδιο της ενδεχομένης δικής μας υπαιτιότητας στην παρούσα κρίση. Ξέρουμε ότι κάποιες φορές σας πικράναμε, σας σκανδα­λίσαμε ίσως. Δεν αντιδράσαμε άμεσα και καίρια σε συμπεριφορές που σας πλήγω­σαν. Οι έμποροι τής κατεδάφισης τής σχέσης του λαού με την ποιμαίνουσα Εκκλησία του εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο και πραγματι­κά ή κατασκευασμένα σκάνδαλα και προ­σπάθησαν να διαρρήξουν την εμπιστοσύνη σας στην Εκκλησία.
Θέλουμε να σας πούμε ότι η Εκκλησία έχει το αντίδοτο της κατανάλωσης ως τρόπο ζωής και αυτό είναι η άσκηση. Και εάν η κα­τανάλωση είναι το τέλος, γιατί η ζωή δεν έχει νόημα, η άσκηση είναι δρόμος, γιατί οδηγεί σε ζωή με νόημα. Η άσκηση δεν είναι στέρη­ση της απόλαυσης, αλλά εμπλουτισμός της ζωής με νόημα. Είναι ή προπόνηση του αθλητή που οδηγεί στον αγώνα και στο με­τάλλιο και αυτό το μετάλλιο είναι η ζωή που νικά το θάνατο, η ζωή που πλουτίζεται με την αγάπη. Η άσκηση είναι τότε οδός ελευθερίας, εναντίον της δουλείας του περιττού. Είναι αυτή η δουλεία που σήμερα μας ευτελίζει.
Μας προβληματίζει η κατάσταση της Παιδείας μας, γιατί το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα αντιμετωπίζει το μαθητή όχι ως πρόσωπο αλλά σαν ηλεκτρονικό υπολογιστή και το μόνο που κάνει είναι να «τον φορ­τώνει» με ύλη αδιαφορώντας για την όλη του προσωπικότητα και γι’ αυτό τα παιδιά μας δικαιολογημένα αντιδρούν. Γι’ αυτό αγωνιούμε για το νέο Λύκειο που ετοιμάζε­ται. Πιστεύουμε ότι όντως τα σχολικά βιβλία γράφονται με τήν ευθύνη της Πολιτείας, αλλά το περιεχόμενό τους αφορά και στον τελευταίο Έλληνα πολίτη, που περιμένει από την Εκκλησία του να μεταφέρει με δύ­ναμη τη δική του ταπεινή φωνή.

Αισθανόμαστε ότι όλοι οι ενοριακοί μας ναοί πρέπει να γίνουν χώροι φιλόξενοι για τους νέους μας, όπως είναι ήδη αρκετοί από αυτούς, στους οποίους πολλά νέα παιδιά καταφεύγουν ζητώντας νόημα και ελπίδα.

Ξέρουμε ότι ζητάτε από εμάς, τούς Ποιμένες σας, μία Εκκλησία με ηρωισμό, με νεύρο, με λόγο προφητικό, με σύγχρονο νε­ανικό λόγο, όχι εκκοσμικευμένη, αλλά αγιαζομένη και αγιάζουσα, μία Εκκλησία ελευθέρα και ποιμαίνουσα μετά δυνάμεως. Μια Εκκλησία που δεν θα φοβάται να αμυνθεί στο πονηρό σύστημα αυτού του κόσμου, έστω κι αν η αντίσταση σημαίνει διωγ­μό ή και μαρτύριο.

Η Εκκλησία είναι ο μόνος οργανισμός που μπορεί να σταθεί άμεσα δίπλα στον άνθρωπο και να τον στηρίξει. Εκκλησία όμως είμαστε όλοι μας και αυτή είναι ή δύναμή μας και η δύναμή της. Την ενότητα μεταξύ των ποιμένων και του λαού έχουν στό­χο οι έμποροι των λαών γι’ αυτό προσπα­θούν να την ναρκοθετήσουν. Ξέρουν ότι άμα θα «πατάξουν» τον ποιμένα, εύκολα θα σκορπίσουν τα πρόβατα και θα τα υποτάξουν. Διδαχθείτε από την ιστορία ότι όπου ό Θεός πολεμήθηκε τελικός στόχος ήταν ο άνθρωπος και ο ευτελισμός του. Η ενανθρώπιση του Θεού είναι μεγαλύτερη κατα­ξίωση του ανθρώπινου προσώπου. Η Εκ­κλησία δεν αντιμάχεται την Πολιτεία, αλλά εκείνους που εκμεταλλευόμενοι την Πολι­τεία και κρυμμένοι πίσω από την εξουσία επιχειρούν να σας στερήσουν την ελπίδα. Να θυμάσθε ότι για πολλούς οικονομολόγους η παρούσα κρίση είναι κατασκευασμέ­νη, είναι μία κρίση – εργαλείο που αποβλέπει στον παγκόσμιο έλεγχο από δυνάμεις που δεν είναι φιλάνθρωπες.

Η Εκκλησία του Χριστού έχει λόγο για την σημερινή κρίσιμη κατάσταση, διότι δεν έπαψε να αποτελεί σάρκα του κόσμου, μέρος της Ιστορίας. Δεν μπορεί να ανέχεται κανενός είδους αδικία, αλλά οφείλει να δείχνει ετοιμότητα για μαρτυρία και μαρτύριο. Γνω­ρίζουμε ότι οι άνθρωποι δίπλα μας πεινούν, βρίσκονται σε ένδεια, ασφυκτιούν οικονομι­κά, η απελπισία πολλές φορές κυριεύει την καρδιά τους. Το γνωρίζουμε γιατί πρώτος σταθμός τους στην αναζήτηση ελπίδας είναι ο Ναός της περιοχής τους, η ενορία τους.

Στόχος και αγώνας μας είναι η κάθε ενορία να γίνει το κέντρο άπ’ όπου όλη ή ποιμαντική δραστηριότητα της τοπικής Εκκλησίας θα αγκαλιάσει όλη την τοπική κοινωνία.
Απόφασή μας είναι να δημιουργήσουμε ένα παρατηρητήριο κοινωνικών προβλημά­των προκειμένου να παρακολουθήσουμε από κοντά και να αντιμετωπίσουμε με τρόπο μεθοδικό τα προβλήματα που δημιουργεί η παρούσα κρίση. Στόχος μας είναι να αναπτύξουμε το προνοιακό έργο της κάθε ενορίας ώστε να μην υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος που να μην έχει ένα πιάτο φαγητό. Γνωρίζετε και σεις ότι στο σημείο αυτό η Εκκλησία επιτελεί τεράστιο έργο. Το γνωρίζετε, γιατί πολ­λοί από σάς αυτή την προσπάθεια της ενορίας σας την στηρίζετε εθελοντικά και την ενισχύετε οικονομικά. Σας καλούμε να πλαισιώσετε ο καθένας και η καθεμιά την ενορία σας για να αντιμετωπίσουμε από κοινού τις δύσκολες αυτές ώρες.

Ό λαός μας πέρασε και άλλοτε και φτώ­χεια και πείνα, αλλά άντεξε και νίκησε γιατί τότε είχε οράματα. Όλοι μαζί μπορούμε να βοηθήσουμε τον ένα και ο ένας τους πολλούς. Ο Θεός δεν μας έδωσε πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης. Με αυτό το πνεύμα, συσπειρωμένοι γύρω από την μεγάλη μας οικογένεια, την Εκκλησία, επισημαίνοντας τα λάθη μας, αναζητώντας νόημα ζωής στην αγάπη, θα βγούμε από αυτή τη δύσκολη ώρα.

 

Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

 

* Απόφαση της Ιεραρχίας της Ελλαδικής Εκκλησίας τον Οκτώβριο του 2010, τυπώθηκε τον Νοέμβριο του 2010 και μοιράστηκε στους Ι. Ναούς στις 19-12-2010, με το υπ. αρ. φυλλάδιο 44.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.