Στάρι, όπως χρυσάφι!
Αλωνιστική μηχανή «εν δράσει».
Φωτογραφία: http://afiervmata.blogspot.gr/2011/06/blog-post_01.html
Του Νίκου Χρ. Παπακωνσταντόπουλου*
Ήταν απερίγραπτα ξεχωριστή η αναμονή του ερχομού της αλωνιστικής μηχανής, λίγες δεκαετίες πριν. Επί ποδός μικροί και μεγάλοι και ο καθένας για τους δικούς του λόγους: Οι γονείς και οι παππούδες να ταχτοποιήσουν τη σοδειά τους, το στάρι για το ψωμί της χρονιάς και τα άχερα για τα ζωντανά. Κι εμείς τα παιδιά να βοηθήσουμε όπου μπορούσαμε, μα κυρίως για να τη δούμε!
Το νέο μαθαινόταν με ταχύτητα φωτός από τη μια άκρη του χωριού ως την άλλη: Ήρθε!
Πραγματικός ξεσηκωμός και πανηγύρι το αλώνισμα, σαν συνέχεια του θερισμού. «Θέρος, τρύγος πόλεμος», βλέπεις, και τον απαιτεί. Η ετοιμότητα γινόταν άμεση κινητοποίηση για όλους. Τα σακιά για το στάρι, οι απλάδες για το άχυρο, ζώα και νοικοκυραίοι έφταναν στο χώρο που είχαν στηθεί οι θεμωνιές, μαζί με κάθε τι άλλο χρειαζούμενο. Απαραίτητο και το κέρασμα, το πιόμα, το κολατσιό και το φαγητό για τους εργάτες της μηχανής, για να μείνουν ευχαριστημένοι και να προσέξουν περισσότερο τη σοδειά!
Ο μονότονος βρυχηθμός της με το που άρχιζε να δουλεύει αντηχούσε ασταμάτητα στα γύρω βουνά, από το χάραμα μέχρι που νύχτωνε καλά. Κι όταν ήσουν κοντά της δεν υπήρχε περίπτωση ν’ ακούσεις τι θα σου έλεγε κάποιος, εκτός αν ήξερες να διαβάζεις το στόμα του!
Σαν κατάδικοι με κατεβασμένο το κεφάλι προς τον τόπο της εκτέλεσης ανέβαιναν τα δεμάτια στη «σκάλα» (το αναβατόριο) με τη φροντίδα των εργατών, για να πέσουν στη μεγάλη χοάνη και να βγουν από τη μια άκρη το σιτάρι κι από την άλλη τα άχερα, από το μεγάλο «χωνί», που σχημάτιζαν ένα «βουνό». Από άλλα κόσκινα έβγαινε η αίρα (ήρα), από τις καταλληλότερες κοτοτροφές.
Ένα σύννεφο σκόνης από ψιλοκομμένο άχερο απειλούσε όποιον ζύγωνε κοντά στη μηχανή. Κόλλαγε στο ιδρωμένο δέρμα του και τον έπιανε φαγούρα, καθότανε στα μαλλιά του και στα βλέφαρά του που τα έκανε σαν χιονισμένα, έμπαινε στα ρουθούνια του και να τον έπιανε βήχας…
Και μες το λιοπύρι του μεσημεριού λίγα λεπτά ξεκούραση, μόνο για να φάνε οι εργάτες. Επιφωνήματα απόλαυσης και ανακούφισης, παινέματα στα χέρια της νοικοκυράς, ευχές για τη νέα σοδειά!… Και το βουητό της μηχανής που τον είχαν συνηθίσει τ’ αυτιά μας, τώρα μας έλειπε!
Μελίσσι τα παιδιά, τρέχαμε να δούμε την τεχνολογία που είχε φτάσει στον τόπο μας. Πάντα από μακριά όμως, γιατί οι απαγορεύσεις από τους μεγάλους για την ασφάλειά μας ήταν αδιαπραγμάτευτες. Έτσι, «μας αρκούσε» να ικανοποιούμε εξ αποστάσεως την παιδική μας περιέργεια. Μάλλον να τη θαυμάζουμε θα έλεγα, και μόνο όταν σταματούσε να δουλεύει μας επέτρεπαν σιωπηλά να την πλησιάσουμε.
Ιμάντες μικροί, μεγάλοι, πιο μεγάλοι μετέδιδαν την κίνηση, η οποία ξεκίναγε από το τρακτέρ με έναν πολύ τεράστιο ιμάντα, το «λουρί». Αλίμονο στον απρόσεκτο που θα τον ακούμπαγε. Είχαν ακουστεί αρκετά ατυχήματα, που μπορεί να ήταν και λίγο παραφουσκωμένα για να μεγάλωναν το φόβο μας: «Σ’ εκείνο το χωριό του έκοψε το χέρι», «εκεί του πήρε το κεφάλι»… Το τρακτέρ που μετέδιδε την κίνηση ήταν και το όχημα ρυμούλκησης της αλωνιστικής μηχανής.
Αρκετά πολύπλοκο όλο το σύστημα, που πραγματικά προκαλούσε θαυμασμό. Μα όσο κι αν την παρατηρούσαμε, άλυτη η απορία για το «πώς δουλεύει».
Ν.Π., 10/7/2017
ΠΗΓΗ: Δευτέρα, 10 Ιουλίου 2017, https://nikolpapak.blogspot.com/2017/07/httpafiervmata.html?fbclid=IwAR0lkJMn6jVpmgZh6LXarEGtzAlBlqiwks4580ooyql8Lur4mkSKix2rLfY
* Ο Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος γεννήθηκε στο Λειβάρτζι του Δήμου Καλαβρύτων. Πέραν του λειτουργήματός του (Διπλωματούχος Νοσηλευτής) δραστηριοποιείται και στο λογοτεχνικό χώρο, με εκδόσεις βιβλίων και δημοσιεύσεις άρθρων στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο. Είναι παντρεμένος με την Ελένη Γάλλιου από το Γοργόμυλο Πρέβεζας και έχουν δύο παιδιά.