Η μειονοτική εκπαίδευση και η θεωρία του πολιτικού κόστους
Του Νίκου Θ. Κόκκα*
Κάθε φορά που τίθενται προς συζήτηση τα σοβαρά και χρονίζοντα προβλήματα της μειονοτικής εκπαίδευσης, δεν είναι λίγοι εκείνοι που εγείρουν το ζήτημα του «πολιτικού κόστους». Στο σημείο αυτό οι συζητήσεις διακόπτονται, τα χαμόγελα παγώνουν και οι όποιες σοβαρές πρωτοβουλίες εκπαιδευτικών τομών σταματούν. Ειδικότερα, οι περισσότεροι πολιτικοί εκπρόσωποι κομμάτων στην Ελλάδα κατά τις τελευταίες δεκαετίες διαμορφώνουν τις απόψεις τους για τη μειονοτική εκπαίδευση με γνώμονα όχι το συμφέρον του τόπου, αλλά το «φόβο των άλλων».
Η θεωρία του δήθεν πολιτικού κόστους διαπερνά κάθε πτυχή της μειονοτικής πολιτικής των εκάστοτε Υπουργών Εθνικής Παιδείας (εμείς οι εκπαιδευτικοί θα συνεχίζουμε να ονομάζουμε Υπουργείο Εθνικής Παιδείας το υπουργείο μας κι όχι «δια βίου μάθησης», όπως μετονομάστηκε πρόσφατα), ενώ παράλληλα καθορίζει τη στάση των υποψηφίων στις δημοτικές, νομαρχιακές και βουλευτικές εκλογές απέναντι στους μουσουλμάνους Έλληνες πολίτες. Οι συναλλαγές και τα ρουσφέτια κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου αποτελούν μελανό σημείο της πολιτικής μας ζωής, πολύ περισσότερο όταν τίθεται σε κίνδυνο η εκπαίδευση των Ελλήνων μουσουλμάνων μαθητών.
Στην πραγματικότητα, η θεωρία του πολιτικού κόστους αποτελεί ένα μύθο. Οι Θρακιώτες μουσουλμάνοι έχουν αποδείξει στην πράξη πως είναι φιλειρηνικοί και πως αγαπούν τον τόπο που γεννήθηκαν, την πατρίδα τους. Κλείνουν τα αφτιά τους στα κηρύγματα μίσους απ' όπου κι αν προέρχονται, σέβονται τη θρησκεία τους, όπως σέβονται και τις άλλες θρησκείες. Πολύ περισσότερο στο χώρο του δημόσιου σχολείου είναι φανερό πως οι χριστιανοί και οι μουσουλμάνοι μαθητές αναπτύσσουν καθημερινά σχέσεις φιλίας και συνεργασίας, χωρίς αποκλεισμούς και προκαταλήψεις.
Η αναχρονιστική νομοθεσία της μειονοτικής εκπαίδευσης
Η αναχρονιστική και ψυχροπολεμική νομοθεσία ταλανίζει εδώ και πολλές δεκαετίες το χώρο της μειονοτικής εκπαίδευσης, διαχωρίζοντας τους μαθητές ανάλογα με το θρήσκευμά τους και γκετοποιώντας τους μουσουλμάνους μαθητές. Στα μειονοτικά δημοτικά σχολεία το αναλυτικό πρόγραμμα είναι δίγλωσσο (ελληνικά-τουρκικά), παρέχοντας προς τους μουσουλμάνους μαθητές ανεπαρκείς γνώσεις της ελληνικής. Η κατάσταση αυτή συνεχίζεται και στα ιδιωτικά μειονοτικά γυμνάσια και λύκεια της Θράκης. Ας δούμε, για παράδειγμα, τι προβλέπεται από το Ωρολόγιο Πρόγραμμα Μειονοτικών Λυκείων. Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση Γ2/933 της 3.3.2000 (ΦΕΚ Β 372, 2000) στην Α’ Τάξη των μειονοτικών Λυκείων υποχρεωτικά μαθήματα στην ελληνική γλώσσα είναι: Αρχαία Ελληνικά, Νέα Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία, Ιστορία, Αρχές Οικονομίας, Τεχνολογία, ΣΕΠ, Ξένη Γλώσσα: σύνολο ωρών 16/17. Υποχρεωτικά μαθήματα στην τουρκική γλώσσα είναι τα ακόλουθα: Θρησκευτικά, Μαθηματικά, Φυσική, Χημεία, Φυσική Αγωγή, Τουρκικά: Σύνολο ωρών 15/14.
Βέβαια, το πρόβλημα της ελλιπούς διδασκαλίας της ελληνικής ξεκινάει από την πρωτοβάθμια μειονοτική εκπαίδευση. Αν ανατρέξουμε μερικές δεκαετίες πιο πίσω, θα θυμηθούμε πως στις 28-1-1954 ο Γενικός Διοικητής Θράκης Γ. Φεσσόπουλος διεβίβασε προς τις κοινότητες και τους δήμους της Ροδόπης διαταγή του τότε πρωθυπουργού Στρατάρχη Παπάγου που έλεγε: «Κατόπιν διαταγής του κ. Προέδρου της Κυβερνήσεως, παρακαλούμεν όπως εφ’ εξής εις πάσαν περίπτωσιν γίνεται χρήσις του όρου «Τούρκος-τουρκικός» αντί του τοιούτου «Μουσουλμάνος-μουσουλμανικός». Επί τούτοις δέον να μεριμνήσετε διά την αντικατάστασιν των εν τη περιφερεία υμών διαφόρων επιγραφών, όπως «Μουσουλμανική Κοινότης, Μουσουλμανικόν Σχολείον κλπ» διά τοιαύτης «Τουρκικόν». Ήταν μία ψυχροπολεμική πολιτική απόφαση, που έστελνε τους μουσουλμάνους Έλληνες στην αγκαλιά της Τουρκίας. Το 1972, στο Νομοθετικό Διάταγμα 1109 της 25.1.1972 (ΦΕΚ Α’ 17, 1972) αντικαθίστανται άρθρα του Ν.Δ. 3065/54 «περί τρόπου ιδρύσεως και λειτουργίας Τουρκικών Σχολείων Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως Δυτικής Θράκης και ρυθμίσεως ζητημάτων τινών αφορώντων εις την εποπτείαν αυτών και τους Επιθεωρητάς Τουρκικών Σχολείων». Στο νέο νομοθετικό διάταγμα γίνεται πλέον αναφορά σε «Μειονοτικά Σχολεία».
‘Έχουν περάσει έξι δεκαετίες μετά τη θέσπιση αυτής της αναχρονιστικής νομοθεσίας και σήμερα τα μειονοτικά σχολεία παραμένουν μειονεκτικά, σχολεία που καταδικάζουν τους μαθητές τους στην αμάθεια, σχολεία που διαχωρίζουν, που καταστρατηγούν την έννοια της ισονομίας, εφόσον δεν παρέχουν ισότιμη εκπαίδευση σε όλους τους Έλληνες πολίτες.
Τα δίγλωσσα μειονοτικά σχολεία καταδικάζουν στην ημιμάθεια, κλείνουν τους γνωστικούς ορίζοντες των παιδιών, διχοτομούν τη συνείδησή τους. Προσθέτουν φανατισμό, αφαιρούν γνώσεις, πολλαπλασιάζουν τη σύγχυση, διαιρούν ανάμεσα σε "εμάς" και τους "άλλους". Προσθέτουν κεμαλική ιδεολογία, αφαιρούν κριτική σκέψη, πολλαπλασιάζουν την άγνοια, διαιρούν και διχάζουν τους πολίτες της Ελλάδας. Αφαίρεση κι όχι πρόσθεση –διαίρεση κι όχι πολλαπλασιασμός! Δεν έχουν θέση σε μια δημοκρατική χώρα. Είναι απομεινάρια ενός ψυχροπολεμικού παρελθόντος. Δεν ανήκουν στον 21ο αιώνα.
Η κατασκευή τουρκικής ταυτότητας μέσα από τα μειονοτικά σχολεία
Οι μουσουλμάνοι Έλληνες πολίτες αλλοτριώνονται μέσα από τα δίγλωσσα σχολεία που μετατρέπουν Έλληνες πολίτες σε φανατικούς υποστηρικτές του παντουρκισμού. Ας λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Τα δίγλωσσα μειονοτικά σχολεία είναι στην ουσία σχολεία τουρκικά. Η βασική τους λειτουργία είναι η αλλοτρίωση των μουσουλμάνων πολιτών. Πέρα από το αναλυτικό πρόγραμμα που προβλέπουν τα διακρατικά πρωτόκολλα και οι πεπαλαιωμένες ελληνοτουρκικές συμφωνίες, μία σειρά από φιλοκεμαλικές, εθνικιστικές δράσεις καλλιεργούν στους μουσουλμάνους Έλληνες μαθητές το φανατισμό και το μίσος προς τους χριστιανούς. Κι αυτά όχι μόνο με την ανοχή αλλά και με την οικονομική επιδότηση της ελληνικής πολιτείας!
Θα πρέπει εδώ να επισημανθεί ότι η χρηματοδότηση των ιδιωτικών μειονοτικών σχολείων είναι παράνομη. Βάσει των συνθηκών και της νομοθεσίας, υποτίθεται ότι θα πρέπει όσοι εγγράφουν τα παιδιά τους σε μειονοτικά σχολεία να πληρώνουν δίδακτρα και όλα τα έξοδα να καλύπτονται εξ ιδίων πόρων, όχι από τον Έλληνα φορολογούμενο. Σε αντίθετη περίπτωση θα έπρεπε το Υπουργείο Παιδείας να χρηματοδοτεί όλα τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια. Το ελληνικό κράτος, όμως, πληρώνει πολλά εκατομμύρια για τη λειτουργία των μειονοτικών σχολείων, ενώ από νομική άποψη θεωρούνται ιδιωτικά. Πόσα χρήματα ξοδεύει η ελληνική πολιτεία (σε καιρό οικονομικής κρίσης) για τη συντήρηση των μειονοτικών σχολείων και την μετακίνηση των μαθητών, τη στιγμή που βάσει του νόμου θεωρούνται ιδιωτικά;
Το 1999 το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών είχε ανακοινώσει πως το 1998 δαπανήθηκαν 61.600.000 δραχμές για λειτουργικές δαπάνες μειoνοτικών σχολείων, 289.364.000 δρχ για νέες κατασκευές, 139.126.000 δρχ για επισκευές και 100.000.000 δρχ για αγορά εποπτικού υλικού. Κατά τη διετία 2000-2002 διατέθηκαν από το Υπουργείο Εσωτερικών και την Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης 5.800.000 ευρώ για επισκευές-συντηρήσεις-βελτιώσεις μειονοτικών σχολείων. Το 2008 η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ξάνθης πλήρωνε σε καθημερινή βάση 1.781,93 ευρώ για τη μεταφορά μαθητών από τα Πομακοχώρια προς το Μειονοτικό Γυμνάσιο-Λύκειο Ξάνθης και προς το Ιεροσπουδαστήριο του Εχίνου. Εφόσον το Μειονοτικό Γυμνάσιο Λύκειο είναι Ιδιωτικό, γιατί η Νομαρχία Ξάνθης, μέσα από χρήματα του δημοσίου, καλύπτει τη μεταφορά των μαθητών προς το σχολείο αυτό; Εδώ πρέπει να προσθέσουμε και τα δισεκατομμύρια του λεγομένου «Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων» της κ. Φραγκουδάκη. Τα ποσά που αναφέρθηκαν είναι μόνο κάποια παραδείγματα. Αν αθροίσει κανείς τα έξοδα του δημοσίου που δίνονται για το γλωσσικό εκτουρκισμό των μουσουλμάνων Ελλήνων πολιτών, θα συνειδητοποιήσει το μέγεθος του εγκλήματος.
Θα πρέπει κάποτε να συνειδητοποιήσουμε πως η παιδεία είναι δικαίωμα όλων των παιδιών ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Φτάνουν πια οι διακρίσεις μέσα από την εκπαίδευση. Δε μπορεί να υπάρχει διαφορετικό εκπαιδευτικό σύστημα για τους χριστιανούς και διαφορετικό για τους μουσουλμάνους Έλληνες στο όνομα κάποιων παρωχημένων μορφωτικών πρωτοκόλλων του 1951 και του 1968. Κι έτσι να στερούνται τόσα παιδιά το αυτονόητο δικαίωμα στην ισότιμη εκπαίδευση στη γλώσσα της χώρας που γεννήθηκαν και ζουν.
Η αντισυνταγματικότητα των μειονοτικών σχολείων
Τόσα χρόνια δεν έχει τεθεί επαρκώς ένα μείζον νομικό ζήτημα: το γεγονός ότι τα μειονοτικά σχολεία είναι αντισυνταγματικά. Καταστρατηγούν το Σύνταγμα της Ελλάδας, καθώς διαχωρίζουν τους πολίτες της Ελλάδας ανάλογα με το θρήσκευμά τους, παρέχοντας μειονεκτική εκπαίδευση προς τους μουσουλμάνους Έλληνες. Ας δούμε αναλυτικά τι ορίζει το Σύνταγμα της Ελλάδος.
Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Συντάγματος «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. και 2. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις».
Σύμφωνα με το άρθρο 5 του Συντάγματος:
«1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.
2. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων».
Επίσης σύμφωνα με το Άρθρο 16 του Συντάγματος:
«1. Η τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες• η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους. Η ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα.
2. Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.
3. Τα έτη υποχρεωτικής φοίτησης δεν μπορεί να είναι λιγότερα από εννέα.
4. Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια. Το Κράτος ενισχύει τους σπουδαστές που διακρίνονται, καθώς και αυτούς που έχουν ανάγκη από βοήθεια ή ειδική προστασία, ανάλογα με τις ικανότητές τους».
Αν αναλύσει κανείς τα παραπάνω άρθρα θα δει πως η υπάρχουσα μειονοτική εκπαίδευση δε διασφαλίζει ίσες ευκαιρίες και δυνατότητες, ούτε συμβάλλει στην ολόπλευρη και ισότιμη ανάπτυξη της προσωπικότητας των μουσουλμάνων μαθητών. Όλοι οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουν πως όταν οι απόφοιτοι των μειονοτικών δημοτικών σχολείων φτάσουν στο Γυμνάσιο αδυνατούν να ενταχθούν στο δημόσιο γυμνάσιο, εφόσον δεν έχουν διδαχθεί στην ελληνική γλώσσα βασικά μαθήματα του κορμού του αναλυτικού προγράμματος όπως τα Μαθηματικά.
Σχολεία αντιδημοκρατικά
Τα μειονοτικά σχολεία είναι επιπλέον αντιδημοκρατικά. Διότι, δε μπορεί σε μια δημοκρατική χώρα να υπάρχει παιδεία δύο ταχυτήτων, με διαφορετικό αναλυτικό πρόγραμμα για τους πολίτες ανάλογα με το θρήσκευμά τους. Όσοι γεννιόμαστε στην Ελλάδα είμαστε Έλληνες, έχουμε αυτόν τον τόπο για πατρίδα μας, ανεξάρτητα από το θρήσκευμά μας. Και ως Έλληνες θα πρέπει να μας αντιμετωπίζει το υπουργείο Εθνικής Παιδείας, αντί να καθιστά τους μουσουλμάνους πολίτες δεύτερης κατηγορίας με την παροχή σε αυτούς αλλόγλωσσης (τουρκικής) εκπαίδευσης.
Το Υπουργείο Παιδείας οφείλει να εξασφαλίσει ισότιμη εκπαίδευση για όλους τους πολίτες της Θράκης, χριστιανούς και μουσουλμάνους. Για τη διδασκαλία των μητρικών γλωσσών της μειονότητας (τουρκική, πομακική, ρομά) πρέπει να ιδρυθούν σχολεία που θα λειτουργούν πέραν του ενιαίου αναλυτικού σχολικού προγράμματος. Έτσι μόνο θα συνδυάζεται η προστασία της μητρικής γλώσσας με τη σωστή και ισότιμη εκμάθηση όλων των γνωστικών αντικειμένων.
Τα προγράμματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης να ενσωματωθούν σε όλα τα σχολεία χωρίς να υπάρχουν τα μειονοτικά σχολεία, που στιγματίζουν και διαχωρίζουν τους μαθητές ανάλογα με το θρήσκευμα, τη γλώσσα ή την καταγωγή τους. Για να μην έχουμε παιδιά δύο ταχυτήτων και δύο κατηγοριών. Γιατί η εκπαίδευση πρέπει να είναι ΜΙΑ για όλους. Γιατί το σχολείο πρέπει να ενώνει κι όχι να χωρίζει. Γιατί όλα τα παιδιά της Ελλάδας, ανεξάρτητα από τη θρησκεία τους και τη μητρική τους γλώσσα, έχουν δικαίωμα σε ίσες ευκαιρίες. Γιατί οι τοίχοι των σχολείων – γκέτο πρέπει να πέσουν. Γιατί τα μειονοτικά σχολεία δεν έχουν θέση στον 21ο αιώνα. Γιατί είμαστε όλοι Έλληνες (χριστιανοί και μουσουλμάνοι).
Το τέλος της μειονοτικής εκπαίδευσης
Τα αποτυχημένα μειονοτικά σχολεία είναι εκ προοιμίου καταδικασμένα, αργά ή γρήγορα, να κλείσουν. Η πρόσφατη απόφαση του Υπουργείου Παιδείας για το κλείσιμο της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης (ΕΠΑΘ-η οποία είχε ιδρυθεί στις 31-10-1968) συνοδεύτηκε από ένα σχόλιο της ειδικής γραμματέως διαπολιτισμικής εκπαίδευσης που χαρακτήριζε την ΕΠΑΘ «ένα σύστημα έωλο, ένα απαρτχάϊντ στην εκπαίδευση». Φαίνεται ότι σιγά-σιγά όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν ότι κάθε μορφής εκπαιδευτικές διακρίσεις δεν έχουν θέση σε μια ευνομούμενη πολιτεία. Έτσι, το Υπoυργείο έκρινε πως δεν έχει νόημα να συνεχίζεται η λειτουργία μιας παιδαγωγικής ακαδημίας, η οποία παράγει αποφοίτους που θα υπηρετήσουν αποκλειστικά στα υποβαθμισμένα μειονοτικά σχολεία. Η εξασφάλιση της ισονομίας για όλους ανεξαιρέτως τους Έλληνες μαθητές συμπεριλαμβάνει ίδιο επίπεδο διδασκαλίας, ισότιμο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών και δασκάλους με ίδιο εκπαιδευτικό υπόβαθρο. Αυτό βέβαια θα πρέπει να γίνεται με σεβασμό των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων και της μητρικής γλώσσας των μαθητών.
Οι 224 αδιόριστοι απόφοιτοι της ΕΠΑΘ, καθώς και οι απόφοιτοι της ΕΠΑΘ που υπηρετούν σήμερα στα μειονοτικά σχολεία, μερικές φορές ανησυχούν για το μέλλον τους, στην περίπτωση συρρίκνωσης της μειονοτικής εκπαίδευσης. Η συρρίκνωση αυτή είναι ήδη ορατή, καθώς, όλο και περισσότεροι μουσουλμάνοι γονείς επιλέγουν για τα παιδιά τους τα δημόσια σχολεία. Ο σύλλογος των ΕΠΑΘιτών, εκφράζοντας συντεχνιακά συμφέροντα, έχει κατά καιρούς υπερασπιστεί ένα παρωχημένο σύστημα μειονοτικής εκπαίδευσης. Η καλύτερη απάντηση στους δικαιολογημένους φόβους των αποφοίτων της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσ/νίκης μπροστά στην ανεργία, θα ήταν η διαβεβαίωση, εκ μέρους του Υπουργείου Παιδείας, ότι θα υπάρξει πρόβλεψη για σταδιακή επαγγελματική αποκατάσταση όλων των αποφοίτων με τον καλύτερο τρόπο (μετάταξη στα δημόσια σχολεία ή σε άλλους οργανισμούς).
Ο σεβασμός της ετερότητας
Η συνύπαρξη γλωσσών, θρησκειών και πολιτισμικών ομάδων στη Θράκη ανά τους αιώνες υπήρξε πάντοτε αρμονική και δημιούργησε πλούσιες πολιτισμικές ωσμώσεις. Πέρα όμως από τις αλληλεπιδράσεις στο επίπεδο του πολιτισμού, είναι βέβαιο πως σήμερα, τόσο οι χριστιανοί, όσο και οι μουσουλμάνοι της Θράκης θέλουν ένα αύριο ειρηνικό για όλους και αγωνίζονται γι' αυτό. Η θεωρία του πολιτικού κόστους έχει καταρρεύσει στην πράξη, αφήνοντας έκθετους τους όποιους πολιτικάντηδες (δημάρχους, νομάρχες, βουλευτές, περιφερειάρχες) προβάλλουν το πρότυπο της φτηνής συναλλαγής αντί για τις αξίες της ισονομίας και του σεβασμού της ετερότητας στη χώρα που γέννησε τη δημοκρατία.
Η Ελλάδα δεν έχει να φοβηθεί τίποτα και κανέναν. Πάντοτε σεβόταν τα ανθρώπινα δικαιώματα, όσο καμία άλλη χώρα, και πάντοτε υπερασπίζονταν πανανθρώπινες αξίες, όπως αυτές των ίσων ευκαιριών στην εκπαίδευση, της προστασίας των μητρικών γλωσσών και του σεβασμού της θρησκευτικής πίστης και της εθνοτικής καταγωγής. Στο πλαίσιο αυτό, οι φυσικοί ομιλητές των μειονοτικών γλωσσών στη Θράκη (τουρκική, πομακική, ρομά) κατάφεραν να διατηρήσουν τις ιδιαιτερότητές τους απολαμβάνοντας κάθε είδους ελευθερία έκφρασης, γραπτής και προφορικής.
Μπροστά στη θεωρία του πολιτικού κόστους, οι εκάστοτε σύμβουλοι μειονοτικής εκπαίδευσης συμβουλεύουν τους Υπουργούς Παιδείας να μην αλλάξουν τα κακώς κείμενα, να μην είναι εκείνοι που θα βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά, διότι μπορεί να χαθούν κομματικοί ψήφοι. Το κλίμα φόβου και η θεωρία του «Μην ανοίγετε τους ασκούς του Αιόλου της μειονότητας» απλώνεται συχνά σε τοπικούς προϊσταμένους, δημάρχους, νομάρχες, αστυνομικούς διευθυντές. Όμως, τέτοιες παρωχημένες προσεγγίσεις είναι καιρός να τερματιστούν. Πρέπει όλοι πλέον να συνειδητοποιήσουμε ότι ο καλύτερος σεβασμός της ετερότητας σε μία χώρα είναι η παροχή ισότιμης εκπαίδευσης προς όλους τους πολίτες της.
* Ο Νικόλαος Θ. Κόκκας είναι Εκπαιδευτικός.
Σημείωση: Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΑΓΩΝΑΣ» της Ξάνθης στις 24 & 25 /9/2010
ΠΗΓΗ: Παρασκευή, 24 Σεπτεμβρίου 2010, http://pomakohoria.blogspot.com/2010/09/blog-post_24.html