Η υψιπέτης καμινάδα
Του Γιάννη Ποταμιάνου
Μ’ ανοιχτά τα φυλλοκάρδια μου
Απογειώνομαι στο απέραντο γαλάζιο!
Παρέα με το σύννεφο, ταξιδεύω
Το κόκκινο θησαυρίζω
στο ηλιοβασίλεμα
Θαλπωρή για την επελαύνουσα νύχτα
Στην περισπωμένη των βουνοκορφών
Κυματίζουν οι μωβ κορδέλες
Προσγειώνομαι ο αητός στο λιβάδι
Καθώς παίζουν στο χορτάρι
κουτάβια, τα ένστικτά μου
Ένα κελάηδημα στη νύχτα,
η νοσταλγία
Κι ο ποιητής αηδόνι
Πλέκει τις λέξεις σταυροβελονιά,
χτίζει φωλιά
Στέλνει τις νότες του Σειρήνες,
να τραγουδούν στα όνειρά του
Καθώς μας λοιδορούν οι κοπετοί
των αστεριών
Και σπέρνει η Σφίγγα αμφισημίες
Ας χλευάζει ο Ελεάτης Ζήνων
τα μπουσουλήματα της λογικής μας
Σμιλεύει ο Μέγιστος Αρχιμήδης
Τη μέθοδο της εξάντλησης
Με αρίφνητες προσεγγίσεις
ορθώνει έρκος στο άμετρο
Να πλησιάζει διαρκώς το ασύλληπτο
στους ατέρμονες ορίζοντες
Ξεφεύγει ανάμεσα στα δάχτυλα,
το αενάως ρέον
Ας ναρκισσεύεται στο ποτάμι
της ματαιοδοξίας μου η ιτιά
Ας σκορπάει μεγαλοπρέπεια
της αυτοπεποίθησης ο πλάτανος
Το ρυάκι ρέει αδιάφορο
Καθώς αποθέτει στη δορά μου
τις κίτρινες ρυτίδες του
αδυσώπητος o χρόνος
Όμως η μειλίχια ισότητα νάμα
Και η ανομία όξινος σπόγγος, ξεδιψάει
τα ξεραμένα χείλη
Κόκκινα τα χρώματα
Στα φλάμπουρα ανεμίζουν
τα φυλλοκάρδια μου
Και στη σκεπή μου, υψιπέτης
η μαύρη καμινάδα μου
αναθρώσκει ανάερες συνθέσεις
αμάραντης αισιοδοξίας
26 Ιουνίου 2010, Γιάννης Ποταμιάνος