Ας ακυρώσουμε την εμμηνόπαυση…
Του Κωνσταντίνου Κάππα*
H Susan Sontag (αμερικανίδα ακτιβίστρια, συγγραφέας, σκηνοθέτης και καθηγήτρια, 1933 – 2004) με αφετηρία την ανώδυνη ρητορική ερώτηση “Γιατί οι γυναίκες ψεύδονται περισσότερο από τους άντρες για την ηλικία τους;” Δημοσίευσε στην Saturday Review, New York (3 Σεπτεμβρίου 1972) το άρθρο “The double standard ofaging”.
Η βασική ιδέα του άρθρου, ήταν αυτό που αποκαλούσε η συγγραφέας “τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά της γήρανσης”. Κατά την Sontag, ένα βασικό εργαλείο καταπίεσης, αλλά και κατάθλιψης της γυναίκας, είναι η κοινωνική σύμβαση ότι το πέρασμα των χρόνων δυναμώνει έναν άνδρα, ενώ προοδευτικά καταστρέφει μία γυναίκα. Αντίστοιχα, στο πεδίο της “γοητείας”, δύο αρσενικά μοντέλα συνυπάρχουν, ο “νέος άνδρας” και ο “ώριμος άνδρας” έναντι ενός θηλυκού, αυτού της “νέας γυναίκας”.
Γερνώντας “θηλυκά”
Η Benoîte Groult (γαλλίδα δημοσιογράφος, συγγραφέας και ακτιβίστρια, 1920 – 2016), σε ένα κείμενό της το 2005, έδωσε συνοπτικά τα ακόλουθα στοιχεία για το πώς εισπράττει το φαινόμενο της γήρανσης μία γυναίκα:
Συνειδητοποιεί ότι γερνά, πρώτα απ’ όλα μέσα από το βλέμμα των άλλων.
Βλέπει να αλλάζει η συμπεριφορά των άλλων απέναντί της, να αναπτύσσεται μία μορφή αδιαφορίας και θλίψης και ορισμένες φορές καταφρόνηση, ελάχιστα συγκεκαλυμμένη.
Αισθάνεται, μέσω λέξεων και κινήσεων, ότι δεν διατηρεί πλέον πλήρως την θέση της στην καθημερινότητα της κοινωνικής ζωής, καθώς αυτή καθορίζεται από αόρατα όρια, ρυθμιζόμενα από την ηλικία.
Συχνά, αντιλαμβανόμενη ότι δεν μπορεί να αλλάξει τους κανόνες του παιγνιδιού, καταφεύγει σε δραστικά μέσα όπως το lifting, δικαιολογώντας το με το δικαίωμα της “ωφέλειας από την πρόοδο της επιστήμης” ή με τον αφορισμό, “η φροντίδα για την ομορφιά δεν είναι αντιφεμινισμός”.
Παραδοσιακά, μία γυναίκα η οποία δεν αποκρύπτει με κάποιο τρόπο την γήρανσή της και φροντίζει να έχει ακόμη (σεξουαλικές) επιθυμίες, ενοχλεί, ακόμη και προκαλεί απέχθεια, περισσότερο και από έναν άνδρα της ίδιας ηλικίας.
Στα “μεσαία και ανώτερα” οικονομικά στρώματα της κοινωνίας, είναι χαρακτηριστικό το φαινόμενο όπου οι γυναίκες καταναλώνουν όλο και περισσότερη ενέργεια (και χρήματα) προσπαθώντας να διατηρήσουν την όψη (ή την αυταπάτη) της νεότητός τους.
Η σταδιακή απομείωση της “κοινωνικής αξίας” των γυναικών με την πάροδο του χρόνου, δεν οφείλεται απλά στο γεγονός ότι απομακρύνονται από τα νεανικά πρότυπα ομορφιάς. Οφείλεται επίσης στην απλή αύξηση της ηλικίας, η οποία τείνει να μειώσει, κατά την γνώμη τους, τις πιθανότητες να παραμένουν πιο νέες από τους συντρόφους τους. Αυτό το “πρότυπο διαφοράς ηλικίας” επιτρέπει σε πολλούς άνδρες να εκμεταλλεύονται το άγχος “απώλειας της νεότητος” και την ανακλαστική υπερβάλλουσα ζωντάνια της συντρόφου τους, προσφέροντάς τους την ασφάλεια ότι αυτή θα αναλάβει να τους γηροκομήσει.
Γιατί θεωρούμε ότι με τα χρόνια, ο άνδρας ωριμάζει ενώ η γυναίκα γερνάει;
Σκεφθείτε κατ’ αρχήν ποιοι είμαστε εμείς που ρωτάμε. Άνθρωποι οι οποίοι α) στο DNA μας έχουν καταγραφεί βαθιά δοξασίες, ελαττώματα και προτερήματα, αποκτηθέντα σε μία διαδρομή δεκάδων χιλιάδων ετών ως πρωτεύοντα θηλαστικά και β) παρ’ όλο που η τεχνολογία μας είναι του 2018, η κοινωνική μας συνείδηση ακολουθεί ασθμαίνοντας, με δεκάδες έως εκατοντάδες χρόνια καθυστέρηση.
Ας μην ξεχνάμε ότι έως σχετικά πρόσφατα, η ανδροκρατούμενη κοινωνία δεν επέτρεπε να ψηφίζουν και να σπουδάζουν οι γυναίκες. Ακόμη και σήμερα, δεν καταλαμβάνουν αναλογικά υψηλές θέσεις στην κοινωνική – επαγγελματική – διοικητική ιεραρχία, πληρώνονται λιγότερο για ίδια προσφορά εργασίας, δεν τις θεωρούμε άξιες να μας αντιπροσωπεύουν όσο οι άνδρες στην Βουλή και στους Δήμους. Τις ευτελίζουμε σε υπέρτατο βαθμό, είτε μετατρέποντάς τις σε δοχεία ηδονής στην Χριστιανική Δύση (και όχι μόνο), είτε φυλακίζοντάς τις μέσα στα ίδια τους τα ρούχα, στην Μουσουλμανική Ανατολή.
Η διαπίστωση αυτή οδηγεί σε μία άλλη απλούστερη: Σε όλες τις περιπτώσεις, σε μία εκμεταλλευτική κοινωνία, είτε λέγεται δουλοκτητική, είτε φεουδαρχική, είτε καπιταλιστική και τα δύο φύλα είναι κερδοφόρα εργατική δύναμη, αλλά η γυναίκα ως γυναίκα, είναι επίσης “ευπαθές εποχικό εμπόρευμα”. Εδώ ευρίσκεται και η πεμπτουσία του ζητήματος σε ότι αφορά στο θέμα της αναπαραγωγής και του sex.
Ο άνδρας, στο μυαλό του τουλάχιστον, έχει ένα προτέρημα εκ γενετής και ένα επίκτητο: μέχρι την τελευταία ημέρα της ζωής του είναι γόνιμος (τέλος πάντων…) και ανά πάσα στιγμή μπορεί να διαιωνίσει την ύπαρξή του, διαχέοντας γονίδια στην παγκόσμια γονιδιακή δεξαμενή. Ταυτόχρονα, η δυνατότητά του αυτή, του δίνει τον απαραίτητο χρόνο να καλλιεργήσει και να διασπείρει τα κοινωνικά γονίδιά του, τα μιμίδια (την επιστημονική γνώση, τις ιδέες, την εμπειρία, όλα εκείνα τα οποία πηγάζουν από τον εγκέφαλό του και μεταφυτεύονται σε άλλους εγκεφάλους, όπως το σπέρμα στα ωάρια). Αυτό μεταφραζόμενο στην καθημερινή ζωή σημαίνει ότι μπορεί να καθυστερήσει επαφές με το άλλο φύλο, ένα γάμο, μία γονιμοποίηση, πριμοδοτώντας σπουδές, κτίσιμο σταδιοδρομίας, hobbies, εκπλήρωση ονείρων και ότι άλλο φανταστεί. Τα προλαβαίνει όλα, απογόνους (γονίδια) και σταδιοδρομία (μιμίδια). Ο άνδρας περιαυτολογεί ότι ωριμάζει σαν το καλό κρασί Bordeaux, δεν γερνάει…
Η γυναίκα, ακόμη και σήμερα στο μεγαλύτερο τμήμα της Υφηλίου, παίρνει ένα μήνυμα και υφίσταται και έναν εκβιασμό: α) Είναι πρώτα γυναίκα και μετά άνθρωπος. Ως γυναίκα, έχει βασικό προορισμό να κάνει παιδιά και η δυνατότητα αυτή έχει ημερομηνία λήξης αρκετά σύντομα. β) Θα είναι νέα και ποθητή για να γονιμοποιηθεί μόνο για το αρχικό τμήμα αυτής της περιόδου. Ο εκβιασμός είναι προφανής: “άσε τις σπουδές και την καλλιέργεια πνεύματος, επείγει ο καλλωπισμός, τα Hondos Centers, η μόδα, χάνεις πολύτιμο χρόνο από τον βασικό σου προορισμό!”. Η γυναίκα απαξιώνεται με τα χρόνια, σαν το Beaujolais nouveau, το οποίο πίνεται μόνο φρέσκο…
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια οι ρόλοι των δύο φύλων είναι άρρωστα συμπληρωματικοί: οι άνδρες, επικεντρώνονται στην καλλιέργεια των μιμιδίων τους και ως “δραστηριότητα του ελεύθερου χρόνου τους” ασχολούνται με τα γονίδιά τους, ενώ οι γυναίκες οδηγούνται με χίλιους τρόπους (κοινωνικές συμβάσεις, διαφημίσεις, σχολείο, διαπροσωπικές σχέσεις, κ.α.) να καταναλώνουν αγχωτικά υπέρμετρο χρόνο και φαιά ουσία, για να κάνουν ελκυστικά τα γονίδιά τους και να θέτουν σε δεύτερη μοίρα το “μη-γυναικείο” κομμάτι του εαυτού τους. Ένα αστικό καθεστώς, δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο να ανατρέψει αυτή την “αρμονική ανισοτιμία”. Εργάτριες, μικροαστές και αστές, συνεχίζουν να καταπιέζονται από τους “από πάνω” ή καταπιέζουν τους “από κάτω”, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τους άνδρες τους, οι δε τελευταίοι, στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, χειρίζονται τις συντρόφους τους με τον ίδιο τρόπο, όντας ακόμη το “κυρίαρχο” μυϊκά και οικονομικά, φύλο.
Υπάρχουν και τα καλά τα νέα.
Παρατηρείστε κατ’ αρχήν ότι σήμερα έχει μειωθεί αισθητά η πίεση για περισσότερα παιδιά και η καταπίεση στους ομοφυλόφιλους. Δυστυχώς ή ευτυχώς, είμαστε αισίως 7 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε αυτήν την Γη, εφευρέθηκαν τα εμβόλια και τουλάχιστον στα μέρη μας, δεν υπάρχει λόγος η γυναίκα να κάνει 7-8 παιδιά μήπως και ζήσουν μερικά (κατά προτίμηση αγόρια) για να βοηθήσουν τον πατέρα τους στο όργωμα. Παράλληλα μειώθηκαν οι ανάγκες σε πολεμιστές της φυλής και σε τεστοστερόνη για την απόκρουση πιθανών επιδρομέων, με αποτέλεσμα να μειώνεται το μίσος κατά των “Λακεδαιμονίων”.
Εμφανίζονται επίσης, νέες φουρνιές ανθρώπων, για τις οποίες η παράμετρος “φύλο” παίζει ρόλο αποκλειστικά το βράδυ στο sex και όχι στις υπόλοιπες δραστηριότητες. Αυτοί οι άνθρωποι επιλέγουν σύντροφο με κριτήριο την γλύκα και την εξυπνάδα στο βλέμμα του, το ενδιαφέρον του για τον Άλλο, τον ρυθμό κατάκτησης της Γνώσης, του διαβάσματος λογοτεχνίας, των επισκέψεων σε θέατρα και μουσεία, τον έρωτα και την συνέπεια για το λειτούργημά του, την γενικότερη Παιδεία του, την φυσική ομορφιά και τις επιδόσεις του στο sex. Όταν, με την πάροδο του χρόνου τα δύο τελευταία προτερήματα μοιραία ατονήσουν, no problem, τα υπόλοιπα παραμένουν ακέραια και πολύ πιο ώριμα και η γυναίκα και ο άντρας παραμένουν ποθητοί ο ένας για τον άλλο.
Με αυτήν την προοπτική, η κλίμακα ποιότητος και η επιλογή προτεραιοτήτων απελευθερώνεται και παύει να επηρεάζεται από σωματικούς περιορισμούς (εμμηνόπαυση) ή κοινωνικούς (Θρησκεία, Οικογένεια, Κοινωνία). Η γυναίκα ειδικά, απολαμβάνει ως άνθρωπος 83,2 χρόνια ζωής όπως επιτάσσουν οι στατιστικές για το μέσο προσδόκιμο επιβίωσης και όχι 20 με 30 χρόνια μόνο…
* Ο Κώστας Κάππας είναι καθηγητής Ιατρικής Φυσικής – Ακτινοφυσικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας και του Ιατρικού Τμήματος Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.