Η ύφεση μια μακροχρόνια οπτική
Του Immanuel Wallerstein *
Όλοι βέβαια αναρωτιούνται τι πυροδότησε αυτή την ύφεση. Είναι τα παράγωγα, τα οποία ο Γουώρεν Μπάφετ αποκάλεσε «χρηματοπιστωτικά όλα μαζικής καταστροφής»; Ή είναι τα δευτερογενή ενυπόθηκα δάνεια; Ή είναι οι κερδοσκόποι του πετρελαίου; Πρόκειται για ένα παιχνίδι ευθύνης χωρίς καμία πραγματική σημασία. Πρόκειται για την επικέντρωση στη σκόνη των βραχυχρόνιων γεγονότων, όπως συνήθιζε να λέει ο Φερνάρντ Μπροντέλ. Αν θέλουμε να καταλάβουμε το τι συμβαίνει πρέπει να δούμε δύο άλλες συνιστώσες, οι οποίες είναι πολύ πιο αποκαλυπτικές. Η μία αφορά τις μεσοπρόθεσμες κυκλικές διακυμάνσεις. Η άλλη αφορά τις μακροχρόνιες δομικές τάσεις.
Η καπιταλιστική κοσμο-οικονομία είχε για αρκετές εκατοντάδες χρόνια δύο, τουλάχιστον, μορφές κυκλικών διακυμάνσεων. Η μία είναι οι αποκαλούμενοι κύκλοι Κοντρατίεφ, οι οποίοι ιστορικά είχαν διάρκεια 50-60 έτη. Και η άλλη είναι οι ηγεμονικοί κύκλοι που είναι πολύ πιο μακροχρόνιοι.
Με όρους ηγεμονικών κύκλων, οι ΗΠΑ ήταν ένας αναδυόμενος διεκδικητής της ηγεμονίας από το 1873, επέτυχαν την πλήρη ηγεμονική επικυριαρχία από το 1945 και άρχισαν να κάμπτονται σταδιακά από το 1970. Οι ανοησίες του Τζωρτζ Μπους μετέτρεψαν μια αργή πτώση σε μια διαρκώς επιταχυνόμενη. Και από εδώ και πέρα έχουμε ξεπεράσει κάθε ομοιότητα με την αμερικανική ηγεμονία. Έχουμε εισέλθει, όπως συμβαίνει φυσιολογικά, σε έναν πολυπολικό κόσμο. Οι ΗΠΑ παραμένουν μια ισχυρή δύναμη, ίσως ακόμα η ισχυρότερη, αλλά θα συνεχίσουν την πτώση τους συγκριτικά με τις άλλες δυνάμεις στις δεκαετίες που έρχονται. Δεν υπάρχουν πολλά που μπορεί κάποιος να κάνει για να αλλάξουν αυτά τα δεδομένα.
Οι κύκλοι Κοντρατίεφ έχουν έναν διαφορετικό συντονισμό. Ο κόσμος εξήλθε από την τελευταία Κοντρατίεφ Β-φάση το 1945 και μετά υπήρξε ι ισχυρότερη Α-φάση ανόδου στην ιστορία του σύγχρονου κοσμο-συστήματος. Έφθασε στο απόγειό της γύρω στο 1967-1973 και μετά άρχισε την κάθοδό της. Αυτή η Β-φάση έχει διαρκέσει πολύ περισσότερο από ότι οι προηγούμενες Β-φάσεις και εξακολουθούμε να βρισκόμαστε μέσα σε αυτή.
Τα χαρακτηριστικά μιας Β-φάσης Κοντρατίεφ είναι γνωστά και ταιριάζουν με ότι έχει βιώσει η κοσμο-οικονομία από το 1970. Τα ποσοστά κέρδους από τις παραγωγικές δραστηριότητες μειώνονται, ιδιαίτερα σε αυτούς τους τύπους της παραγωγής που ήταν περισσότερο κερδοφόροι. Κατά συνέπεια οι καπιταλιστές που επιθυμούν να έχουν μεγαλύτερα κέρδη στρέφονται στη χρηματοπιστωτική αρένα, εμπλεκόμενοι σε ότι θεωρείται βασικά ως κερδοσκοπία. Οι παραγωγικές δραστηριότητες, για να μη γίνουν πολύ ζημιογόνες, μετακινούνται από τις ζώνες του κέντρου σε άλλες περιοχές του κοσμο-συστήματος, ανταλλάσσοντας τα χαμηλά κόστη συναλλαγών με χαμηλά κόστη προσωπικού. Για αυτό το λόγο οι δουλειές εξαφανίζονται από το Ντιτρόιτ, το Έσσεν και τη Ναγκόγια και αυξάνονται τα εργοστάσια στην Κίνα, την Ινδία και τη Βραζιλία.
Όσο για τις κερδοσκοπικές φούσκες, κάποιοι κερδίζουν πολλά χρήματα από αυτές. Αλλά αργά ή γρήγορα οι κερδοσκοπικές φούσκες πάντα σπάζουν. Αν κάποιος ρωτήσει γιατί αυτή η Κοντρατίεφ Β-φάση διήρκεσε τόσο πολύ είναι γιατί οι θεσμοί -η Fed, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, το ΔΝΤ και οι συνεργάτες τους στη Δυτική Ευρώπη και την Ιαπωνία- έχουν παρέμβει στην οικονομία συστηματικά και ουσιαστικά για να υποστυλώσουν την κοσμο-οικονομία: 1987 (πτώση του χρηματιστηρίου), 1989 (κατάρρευση των αποταμιεύσεων-δανείων), 1997 (χρηματοπιστωτική κρίση στη Νοτιοανατολική Ασία), 1998 (κακοδιαχείριση του Ταμείου Μακροχρόνιας Κεφαλαιακής Διαχείρισης), 2001-2002 (Enron). Έχουν διδαχθεί τα μαθήματα από προηγούμενες Κοντρατίεφ Β-φάσεις και οι έχοντες την εξουσία θεωρούν ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν το σύστημα. Υπάρχουν όμως εσωτερικά όρια στο να γίνει αυτό. Και τώρα τα έχουμε προσεγγίσει, όπως μαθαίνουν ο Χένρυ Πόλσον και ο Μπεν Μπέρνακι προς μεγάλη τους έκπληξη. Αυτή τη φορά δεν θα είναι τόσο εύκολο, πιθανόν αδύνατο, να αποφευχθούν τα χειρότερα.
Στο παρελθόν μόλις μια ύφεση έφθανε στο κατώτατο σημείο της, η κοσμο-οικονομία άρχιζε να ξανανεβαίνει στη βάση των καινοτομιών που μπορούσαν να είναι ημι-μολοπωλιακές για λίγο χρονικό διάστημα. Έτσι όταν οι άνθρωποι λένε ότι το χρηματιστήριο θα ανέβει ξανά, είναι αυτό που σκέπτονται ότι θα συμβεί όπως και στο παρελθόν, αφού όλες οι ζημιές θα έχουν γίνει στους λαούς του κόσμου. Και ίσως έτσι να γίνει σε λίγα χρόνια.
Υπάρχει βέβαια κάτι νέο το οποίο εμπλέκεται σε αυτό το ωραίο κυκλικό πρότυπο που συντήρησε το καπιταλιστικό σύστημα για 500 χρόνια. Οι δομικές τάσεις ίσως να αλληλοδιαπλέκονται με τα κυκλικά πρότυπα. Τα βασικά δομικά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού ως κοσμο-συστήματος λειτουργούν με συγκεκριμένους κανόνες, που μπορούν να σχεδιαστούν σε ένα διάγραμμα σαν μία ανοδικά κινούμενη ισορροπία. Το πρόβλημα, όπως με όλες τις δομικές ισορροπίες όλων των συστημάτων, είναι ότι με την πάροδο του χρόνου οι καμπύλες τείνουν να κινούνται μακριά από την ισορροπία και γίνεται αδύνατο να τις επαναφέρουμε σε κατάσταση ισορροπίας.
Τι έκανε το σύστημα να μετακινηθεί τόσο μακριά από την ισορροπία; Πολύ σύντομα αυτό συμβαίνει γιατί για περισσότερο από 500 χρόνια τα τρία βασικά κόστη της καπιταλιστικής παραγωγής -προσωπικό, εισροές και φορολογία- έχουν αυξηθεί σταθερά ως ποσοστό των πιθανών τιμών πώλησης, έτσι ώστε σήμερα γίνεται αδύνατο να εξασφαλιστούν τα μεγάλα κέρδη από την ημι-μονοπωλιακή παραγωγή, τα οποία αποτελούσαν πάντα τη βάση μιας σημαντικής κεφαλαιακής συσσώρευσης. Δεν είναι το ότι ο καπιταλισμός αποτυγχάνει σε αυτό που κάνει καλύτερα. Είναι ακριβώς το ότι το κάνει τόσο καλά που τελικά υπονομεύει τη βάση της μελλοντικής συσσώρευσης.
Αυτό που συμβαίνει όταν φθάσουμε σε ένα τέτοιο σημείο είναι ότι το σύστημα διακλαδώνεται (στη γλώσσα των σπουδών συνθετότητας). Οι άμεσες συνέπειες είναι μεγάλες χαοτικές αναταραχές, τις οποίες υφίσταται αυτή τη στιγμή το κοσμο-σύστημά μας και θα συνεχίσει να τις υφίσταται για τα επόμενα 20-50 χρόνια. Καθώς όλοι σπρώχνουν προς όλες τις κατευθύνσεις που θεωρούν καλύτερες για τους ίδιους, μια νέα τάξη θα προκύψει από το χάος μέσα από μια εκ των δύο εναλλακτικών και πολύ διαφορετικών διεξόδων.
Μπορούμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι το παρόν σύστημα δεν μπορεί να επιβιώσει. Αυτό που δεν μπορούμε να προβλέψουμε είναι ποια νέα τάξη θα επιλεγεί για να το αντικαταστήσει, γιατί θα είναι το αποτέλεσμα αναρίθμητων ατομικών πιέσεων. Αλλά αργά ή γρήγορα το νέο σύστημα θα εγκαθιδρυθεί. Αυτό δεν θα είναι ένα καπιταλιστικό σύστημα, αλλά μπορεί να είναι πολύ χειρότερο (ακόμα πιο πολωτικό και ιεραρχικό) ή πολύ καλύτερο (σχετικά δημοκρατικό και εξισωτικό), σε σύγκριση με την υπάρχουσα κατάσταση. Η επιλογή ενός νέου συστήματος αποτελεί τον σημαντικότερο πολιτικό αγώνα της εποχής μας σε παγκόσμια κλίμακα.
Όσο για τις άμεσες βραχυπρόθεσμες εσωτερικές μας προοπτικές, είναι φανερό το τι συμβαίνει παντού. Κινούμαστε προς έναν κόσμο προστατευτισμού (ας ξεχάσουμε την αποκαλούμενη παγκοσμιοποίηση). Κινούμαστε προς έναν μεγαλύτερο ρόλο των κυβερνήσεων στην παραγωγή. Ακόμα και οι ΗΠΑ και η Βρετανία εθνικοποιούν μερικώς τις τράπεζες και τις θνήσκουσες μεγάλες βιομηχανίες. Κινούμαστε προς λαϊκίστικες κυβερνο-κεντρικές αναδιανομές, που μπορεί να πάρουν αριστερές σοσιαλδημοκρατικές μορφές ή ακροδεξιές αυταρχικές μορφές. Και κινούμαστε τέλος σε οξυμένες κοινωνικές συγκρούσεις μέσα στα κράτη, καθώς όλοι ανταγωνίζονται για μια μικρότερη πίτα. Βραχυχρόνια η εικόνα δεν θα είναι καθόλου ωραία.
ΠΗΓΗ: (17/10/2008), http://www.monthlyreview.gr/antilogos/greek/diktuo/arxeio_sxoliwn/fullstory_html?obj_path=docrep/docs/diktuo/20081017_03/gr/html/index
* Wallerstein, Immanuel
Ο Ιμμάνουελ Βάλλερσταϊν γεννήθηκε το 1930 στη Νέα Υόρκη. Σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης, απ' όπου και έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα (1959). Στο ίδιο πανεπιστήμιο δίδαξε έως το 1971, ενώ από το 1976 έως το 1999 διετέλεσε επίτιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Binghamton και, παράλληλα, διευθυντής του "Fernand Braudel", του διάσημου ερευνητικού κέντρου "για τη Μελέτη των Οικονομιών, των Ιστορικών Συστημάτων και των Πολιτισμών". Από το 2000 είναι επίτιμος καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Yale.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Βάλλερσταϊν εστιάζει την έρευνά του στα αφρικανικά κράτη, πριν και μετά την εποχή της αποικιοκρατίας. Σύντομα, κρίνει ανεπαρκή την εξέταση ενός ή λίγων κρατών σε μία δεδομένη χρονική στιγμή και, έτσι, στρέφει τη μεθοδολογική του προσέγγιση στη μακρά διάρκεια και στην ευρύτητα του συνόλου.
Το 1974 εκδίδει τον πρώτο τόμο του -προς το παρόν τρίτομου και υπό ολοκλήρωση- έργου του "The modern world system", το οποίο και θα τον καταστήσει κύριο ανανεωτή της νεομαρξιστικής σκέψης. Στην ίδια δεκαετία, και αφού έχει προηγουμένως συμμετάσχει ενεργά στο μεταρρυθμιστικό κίνημα της αμερικανικής πανεπιστημιακής κοινότητας του 1968, θα στρέψει, επιπλέον, το ενδιαφέρον του στη μελέτη των "αντισυστημικών" κινημάτων, όρος του οποίου η πατρότητα του ανήκει.
ΠΗΓΗ Βιογραφικού: http://www.skroutz.gr/books/a.22509.Wallerstein-Immanuel.html