Το νέο ασφαλιστικό και οι εγγυήσεις του κράτους

Το νέο ασφαλιστικό και οι εγγυήσεις του κράτους

 

Του Γιώργου Ρωμανιά *

 

 

Κατά τη συζήτηση κατ' άρθρον του ασφαλιστικού ν/σ, το άρθρο 1 αναμορφώθηκε με την προσθήκη παραγράφου (που αριθμήθηκε ως πρώτη παράγραφος του άρθρου και συνεπώς και του ν/σ) ως εξής:

«Το Δημόσιο εγγυάται τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας με σκοπό τη διασφάλιση αξιοπρεπούς σύνταξης για κάθε δικαιούχο». Η προσθήκη της παραγράφου αυτής έχει προκαλέσει αντιφατικά σχόλια.

Σύμφωνα με την πρώτη άποψη, η διάταξη είναι προφανώς θετική, αφού, με σαφή και ρητό τρόπο, το κράτος αναλαμβάνει διπλή υποχρέωση: πρώτον, να εγγυάται και διασφαλίζει την οικονομική, προφανώς, βιωσιμότητα του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης (ΣΚΑ) και, δεύτερον, να μεριμνά για τη διαμόρφωση του ύψους των συνταξιοδοτικών παροχών σε επίπεδα που να διασφαλίζουν την αξιοπρεπή διαβίωση των πολιτών.

Η δεύτερη άποψη, αντιθέτως, θεωρεί την προσθήκη της συγκεκριμένης παραγράφου, ως επικοινωνιακό τέχνασμα και αναπτύσσει την εξής επιχειρηματολογία:

Πρώτον, η εγγύηση των παροχών του δημόσιου συνταξιοδοτικού συστήματος είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη, ώστε να θεωρείται περιττή οποιαδήποτε επανάληψη της υφιστάμενης συνταγματικής εγγύησης με απλό νόμο.

Δεύτερον, η διατύπωση της διάταξης είναι πρωθύστερη: εξαρτά το ύψος των παρεχομένων συντάξεων από την (προηγούμενη) οικονομική βιωσιμότητα του ΣΚΑ («εγγυάται τη βιωσιμότητα με σκοπό τη διασφάλιση αξιοπρεπών συντάξεων»). Προτεραιότητα, συνεπώς, έχει η βιωσιμότητα του Συστήματος, ενώ το αξιοπρεπές των συντάξεων θα προκύψει ως παράγωγο αποτέλεσμα της οικονομικής βιωσιμότητας. Η παράγραφος δηλαδή αυτή υποχρεώνει και δεσμεύει το κράτος να παρέχει συντάξεις μέσα στα πλαίσια των οικονομικών δυνατοτήτων του Συστήματος (που το ίδιο το κράτος έχει διαμορφώσει). Εάν, επομένως, οι οικονομικές δυνατότητες του υφιστάμενου συστήματος επιβάλλουν τη μείωση των συντάξεων, αυτή μπορεί να κλονίσει το αξιοπρεπές τους επίπεδο. Με απλούστερη διατύπωση, το αξιοπρεπές ή μη των παρεχόμενων συντάξεων εξαρτάται ευθέως και αποφασιστικώς από τις εκάστοτε οικονομικές δυνατότητες του ΣΚΑ. Ως συμπέρασμα, μπορεί να προβληθεί με αξιώσεις καταστατικής αρχής ο ισχυρισμός ότι με τη διατύπωση της νέας αυτής παραγράφου υποτάσσεται η κοινωνική αναγκαιότητα (αξιοπρεπείς συντάξεις) στις επιταγές της οικονομικής πραγματικότητας (βιωσιμότητα συστήματος).

Η σκοπιμότητα της λειτουργία, όμως, του ΣΚΑ επιβάλλει την ακριβώς αντίθετη μεθοδολογία και πορεία οικοδόμησής του. Το κράτος οφείλει να δίνει προτεραιότητα στην παροχή αξιοπρεπών συντάξεων και στα πλαίσια της στόχευσης και προτεραιότητας αυτής οφείλει να μεριμνά για την οικοδόμηση ενός ΣΚΑ με διασφαλισμένη την οικονομική του βιωσιμότητα.

Επισημαίνεται ότι η Διεθνής Σύμβαση Εργασίας (ΔΣΕ) 102 που η Ελλάδα έχει επικυρώσει με τον Ν. 3251/1955 προβλέπει την παροχή συντάξεων επαρκών για να διασφαλίσουν την αξιοπρεπή διαβίωση των συνταξιούχων (την ίδια, άλλωστε, πρόβλεψη περί επάρκειας των δημόσιων συντάξεων επαναλαμβάνει και η Διεθνής Σύμβαση Εργασίας 128, ασχέτως αν τη Σύμβαση αυτή δεν έχει επικυρώσει η χώρα μας). Με δεδομένη, συνεπώς, την επικύρωση της ΔΣΕ 102 αλλά και τη ρητή συνταγματική απαγόρευση ανατροπής του Ν. 3251/1955 με άλλον νόμο (άρθρο 28.1 Συντ.: «οι διεθνείς συμβάσεις από την επικύρωσή τους με νόμο και τη θέση τους σε ισχύ… αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου»), η χώρα μας οφείλει να διασφαλίζει πρωταρχικώς την επάρκεια των δημόσιων συντάξεων με την προηγούμενη μέριμνα οικοδόμησης (και συνεπώς, διασφάλισης της επαρκούς χρηματοδότησης) ενός βιώσιμου (και μάλιστα μακροχρονίως) ΣΚΑ.

Είναι χρήσιμο, άλλωστε, να επισημανθεί ότι στο κείμενο της αναλογιστικής εκτίμησης του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας που συνοδεύει το ασφαλιστικό ν/σ του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης γίνεται ρητή αναφορά περί της υποχρέωσης της χώρας μας να παρέχει επαρκείς συντάξεις σύμφωνα με τις ΔΣΕ 102 και 128. Επισημαίνεται, ακόμη, στο ίδιο κείμενο, ότι οι συνταξιοδοτικές παροχές που προβλέπονται με τον νέο νόμο είναι χαμηλότερες από τα διεθνώς επιτρεπόμενα κατώτατα όρια συντάξεων και επομένως η ελληνική πολιτεία οφείλει να παραθέσει νομική αιτιολόγηση της διαπίστωσης αυτής.

Άλλωστε, στην Πράσινο Βίβλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις συντάξεις που ανακοινώθηκε τον Ιούλιο 2010, οι συστάσεις προς τα κράτη – μέλη αναφέρονται πρωταρχικώς στην ανάγκη επάρκειας των συντάξεων (adequate pensions) και σε δεύτερο επίπεδο στη βιωσιμότητα και διατηρησιμότητα του συστήματος (sustainable pensions).

Εξάλλου, σε σχέση με το περιττό της προσθήκης της νέας παραγράφου στο ν/σ του ασφαλιστικού, υπενθυμίζουμε ότι οι διατάξεις των άρθρων 22.5, 25.1 και 25.2 του Συντάγματος καλύπτουν το θέμα της κρατικής εγγύησης των συντάξεων ως εξής:

Συντ. 22.5: «Το κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει».

Συντ. 25.1: «Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους…».

Συντ. 25.2: «Η αναγνώριση και η προστασία των θεμελιωδών και απαράγραπτων δικαιωμάτων του ανθρώπου από την Πολιτεία αποβλέπει στην πραγμάτωση της κοινωνικής προόδου μέσα σε ελευθερία και δικαιοσύνη».

Η απλή ανάγνωση των συνταγματικών αυτών προβλέψεων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου (στα οποία περιλαμβάνεται και το δικαίωμα κοινωνικής ασφάλισης) δεν συναρτάται με οικονομικούς όρους ή προϋποθέσεις και ότι το κράτος οφείλει να διασφαλίζει όλους τους όρους (και τους οικονομικούς) που προαπαιτούνται για την προστασία των δικαιωμάτων αυτών.

Είναι σαφές, επομένως, ότι η διατύπωση της νέας παραγράφου περί προτεραιότητας της βιωσιμότητας του ΣΚΑ για την παροχή αξιοπρεπών συντάξεων αντιβαίνει τις συνταγματικές σχετικές προβλέψεις που απαιτούν την προστασία των δικαιωμάτων αυτών χωρίς οποιεσδήποτε συναφείς προϋποθέσεις τις οποίες η πολιτεία οφείλει να έχει διασφαλίσει ως αναγκαία προαπαιτούμενα προστασίας των δικαιωμάτων αυτών.

Εξάλλου, η προσπάθεια ανάλυσης της έκφρασης «αξιοπρεπείς συντάξεις» πρέπει να ακολουθήσει κριτήρια αντικειμενικά με βάση τις εκάστοτε ισχύουσες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Τυχόν υποστήριξη της άποψης ότι η έννοια αξιοπρεπείς συντάξεις αναφέρεται στις συντάξεις που προβλέπει το ν/σ δεν ευσταθεί, αφού οι προβλεπόμενες αυτές από το ν/σ συντάξεις μόνον αξιοπρεπείς δεν είναι.

Επιβάλλεται ακόμη να παρατηρηθεί ότι η πρόβλεψη περί των υποχρεώσεων της πολιτείας να παρέχει αξιοπρεπείς συντάξεις, σε ν/σ που καθιερώνει ανεπαρκείς και μη αξιοπρεπείς συντάξεις, αποτελεί αιτία διαχρονικής ντροπής για την ελληνική πολιτεία.

 

* Ο   Γιώργος Ρωμανιάς  είναι Επιστημονικός Σύμβουλος ΙΝΕ-ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ

 

 ΠΗΓΗ: Δημοσιεύτηκε στο «Π» Πέμπτη 29-07-2010 και αναρτήθηκε Σάββατο, 31 Ιουλίου 2010, http://www.topontiki.gr/articles/view/8473

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.