Ολίγον παραβάτες, ολίγον παιδαγωγοί, ολίγον… έγκυοι!
Του Γιάννη Στρούμπα
Ο σύλλογος διδασκόντων του λυκείου του έκρινε ανεπαρκή τη φοίτησή του, συνεπώς έπρεπε να επαναλάβει την τάξη. Οι γονείς του αμφισβήτησαν την απόφαση των καθηγητών, επειδή ο μαθητής υπερέβαινε το όριο των 114 απουσιών μόλις κατά 4, επειδή είχε νοσηλευτεί σε νοσοκομείο, άρα υπεισερχόταν ο ανθρώπινος παράγοντας, κι επειδή η υπέρβαση του ορίου απουσιών αποδόθηκε επιπλέον σε μονοήμερη αποβολή του νέου, η οποία όμως ήταν, κατά τους γονείς, άδικη και φανέρωνε τον αυταρχισμό του λυκειάρχη. Έτσι οι γονείς προσέβαλαν στη Δικαιοσύνη την απόφαση των διδασκόντων. Σημειωτέον ότι ο μαθητής φοιτούσε στην Α΄ λυκείου για δεύτερη χρονιά, καθώς το σχολικό έτος 2005-2006 δεν προβιβάστηκε, και πάλι λόγω απουσιών (πραγματοποίησε 139 απουσίες, εκ των οποίων 66 αδικαιολόγητες, με όριο για το σύνολο των απουσιών τις 114 και για τις αδικαιολόγητες τις 50 απουσίες). Σημειωτέον επίσης ότι τη δεύτερη χρονιά της φοίτησης του μαθητή στην Α΄ λυκείου, ο σύλλογος τελικά δικαιολόγησε τις απουσίες της αποβολής. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο παρέπεμψε την υπόθεση στο εφετείο, αποδεχόμενο ασφαλιστικά μέτρα που «πάγωναν» την απόφαση των καθηγητών κι επέτρεπαν στον μαθητή να φοιτήσει στην επόμενη τάξη μέχρι να εκδοθεί απόφαση από το εφετείο. Τον Οκτώβριο του 2008 το Διοικητικό Εφετείο Ιωαννίνων δικαίωσε τον σύλλογο διδασκόντων. Η δικαστική απόφαση κοινοποιήθηκε στους ενδιαφερόμενους τον Φεβρουάριο του 2009, κι ενώ ο μαθητής φοιτούσε πλέον στη Γ΄ λυκείου. Έπρεπε λοιπόν να επιστρέψει στην Α΄ τάξη!
Η έκδοση της δικαστικής απόφασης με τόση χρονική καθυστέρηση δικαίως κατέστησε μονόδρομο την απόφαση του Υπουργείου να συνεχίσει ο μαθητής στη Γ΄ λυκείου: εφόσον ήδη είχε προβιβαστεί από την Α΄ στη Β΄ κι από τη Β΄ στη Γ΄, θα 'ταν οξύμωρο να υποχρεωθεί σε νέα παρακολούθηση των δύο προηγούμενων τάξεων, απ' τις οποίες αποφοίτησε με επιτυχία. Είναι φανερό πως η τραγελαφική κατάσταση που δημιουργήθηκε είναι απόρροια της κάκιστης λειτουργίας της Δικαιοσύνης. Και η κρίση αυτή δεν αφορά, φυσικά, το αν το δικαστήριο όφειλε να λάβει υπόψη του τυχόν «ανθρώπινες» παραμέτρους – άλλωστε ο ορισμός του «ανθρώπινου» δύναται να προσλάβει πολλές ερμηνείες, όπως θα συζητήσουμε παρακάτω· αφορά τον χρόνο εκδίκασης της υπόθεσης, ο οποίος εκ των πραγμάτων καθιστούσε την όποια απόφαση ξεπερασμένη από τα ίδια τα γεγονότα.
Κι ενώ τα πυρά θα 'πρεπε να στρέφονται εναντίον της γραφειοκρατικής Δικαιοσύνης, για μία ακόμη φορά στράφηκαν εναντίον των καθηγητών και της παιδαγωγικής τους επάρκειας! Η ελαφρότητα με την οποία πολιτικοί, δημοσιογραφικοί, ακόμη και συνδικαλιστικοί φορείς τοποθετούνται πάνω σε εκπαιδευτικά ζητήματα, συχνά μεταβάλλοντας προηγούμενες τοποθετήσεις τους και αποποιούμενοι τις ευθύνες τους, είναι παροιμιώδης. Στην παρούσα υπόθεση το Υπουργείο παρουσιάστηκε λίγο-πολύ σαν θεματοφύλακας της ανθρωπιάς, ενώ ο σύλλογος των διδασκόντων σαν άκαμπτο διοικητικό όργανο που συνθλίβει κάθε ευαισθησία. «Πίσω από τους αριθμούς κρύβονται ανθρώπινες ψυχές που πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε με ζεστασιά και να τις αγκαλιάζουμε», δήλωσε ο υπουργός Παιδείας κ. Άρης Σπηλιωτόπουλος. Όμως ο σύλλογος διδασκόντων του λυκείου Λευκίμμης, αμέσως μετά από την κοινοποίηση σ' αυτόν της δικαστικής απόφασης κι ενώ ο μαθητής φοιτούσε πλέον στη Γ΄ λυκείου, ζήτησε από το Υπουργείο να του διευκρινίσει πώς θα χειριζόταν την υπόθεση. Το Υπουργείο απάντησε στον σύλλογο, υπενθυμίζοντάς του τη σχετική νομοθεσία, ότι «οι δικαστικές αποφάσεις είναι άμεσα εκτελεστές». Τι συμβαίνει λοιπόν; Όταν μια υπόθεση διακινείται σε στενά «υπηρεσιακούς» χώρους πρέπει να εφαρμόζεται ο νόμος, ενώ όταν αναλαμβάνουν τη διακίνησή της τα μέσα ενημέρωσης πρέπει να αντιμετωπίζεται «με ζεστασιά»; Και γι' αυτήν την πολιτικάντικη επικοινωνιακή παλινωδία θα ελεγχθούν οι διδάσκοντες;
Μέχρι το σημείο, συνεπώς, που το Υπουργείο δηλώνει στο δελτίο τύπου της 30/3/2009 ότι «εκλείπει ο λόγος που [sic· προφανώς «για τον οποίο»] θα μπορούσε η δικαστική απόφαση να υλοποιηθεί», συμφωνούμε απολύτως. Όμως από εκεί και πέρα, είναι αδιανόητο τα επικοινωνιακά τρικ του Υπουργείου να επιφορτίζουν τους εκπαιδευτικούς. Γιατί «ανθρώπινες ψυχές» έχουν κι εκείνοι, και καταρρακώνονται όταν η συνέπεια και η νομιμοφροσύνη τους ποδοπατούνται και κουρελιάζονται. «Ανθρώπινες ψυχές» έχουν και οι μαθητές που στην συντριπτική τους πλειοψηφία σέβονται τους κανόνες της πολιτείας, δεν υπερβαίνουν τα θεσπισμένα όρια, και νιώθουν να εμπαίζονται απ' όσους επιπλέουν καταστρατηγώντας τους νόμους. «Ανθρώπινες ψυχές» έχουν και οι 13 μαθητές του λυκείου Λευκίμμης που, αν και υπερέβησαν το όριο απουσιών, ανέλαβαν την ευθύνη των πράξεών τους, δεν προσέβαλαν την απόφαση του σχολείου τους και παρακολούθησαν ξανά την ίδια τάξη. Επιπλέον, «ζεστό» και στοργικό «αγκάλιασμα» δεν είναι να κανακεύεις όσους επιδεικνύουν παραβατική συμπεριφορά, όσους εκβιάζουν με πλανερές εντυπώσεις καταφεύγοντας στα μέσα ενημέρωσης, κάνοντάς τους το χατίρι σαν να 'ναι κακομαθημένα νήπια· «ζεστό» και στοργικό «αγκάλιασμα» είναι να υποδεικνύεις σε κάποιον τις αδυναμίες του και να τον βοηθάς να βελτιωθεί υπερβαίνοντάς τες, όχι να τον κολακεύεις και να τον εθίζεις στην ευκολία και τον ετσιθελισμό. Κι αν, στο κάτω-κάτω, πίσω από τους «αριθμούς» κρύβονται ανθρώπινες ψυχές, δεν ήταν ο σύλλογος των καθηγητών εκείνος που νομοθέτησε τους «αριθμούς»: το Υπουργείο ήταν. Αν δεν πιστεύει σ' αυτούς, ας τους καταργήσει ή ας διευκρινίσει ποιοι απ' όσους υπερβαίνουν τους κανόνες της πολιτείας «έχουν» ψυχή και ποιοι… «δεν έχουν»! Όχι όμως να εξευτελίζει μέσα από κουτοπόνηρες, ψηφοθηρικές δηλώσεις «ευαισθησίας» τους εκπαιδευτικούς!
Παράλληλα, όσοι επικρίνουν το σύλλογο διδασκόντων για τις «μόλις 4 παραπάνω» απουσίες, αποκρύπτουν ότι τα θεσπισμένα από την πολιτεία όρια απουσιών είναι κάθε άλλο παρά ασφυκτικά. Οι δέκα μέρες νοσηλείας του μαθητή στο νοσοκομείο μεταφράζονται το πολύ σε οκτώ εργάσιμες, δηλαδή το ανώτερο σε 56 απουσίες. Οι υπόλοιπες 62 (ως τις 118) απουσίες, απ' τις οποίες οι 41 αδικαιολόγητες, δεν είναι ήδη πολλές; Πού ήταν οι γονείς με τις μηνυτήριες αναφορές, όταν το παιδί τους απουσίαζε συστηματικά από το σχολείο, κι όταν μάλιστα η κατάσταση επαναλαμβανόταν για δεύτερη συνεχή χρονιά; Πόσο εφικτό είναι για έναν μαθητή να αναπληρώσει τα κενά του και να μην εθίζεται σε νοοτροπίες ευκολίας, που θα τον συνοδεύουν και σαν ενήλικα, όταν θα προσφέρει τις υπηρεσίες του στο κοινωνικό σύνολο; Γιατί λοιπόν στις ήδη πολλές απουσίες να προστεθούν «λίγες» ακόμα; Και πώς θα οριστεί το «λίγο»; Υπάρχει «πολύ» και «λίγο» έγκυος; Αν οι «λίγες» απουσίες καταστούν άγραφος κανόνας, τότε στο «άγραφο όριο» θα προστεθούν περαιτέρω «λίγες», σε μια πορεία χωρίς τέρμα. Η καταστρατήγηση ενός ορίου ή ενός νόμου σηματοδοτεί την απαρχή της καταστρατήγησης κι άλλων νόμων. Αν, εν προκειμένω», το δικαστήριο, που «όφειλε» να αποφανθεί «ανθρώπινα», κατέλυε το θεσπισμένο όριο, ποιος θα μπορούσε να εμποδίσει, λόγω του δεδικασμένου, τόσο την κατάργηση του συγκεκριμένου κανόνα όσο και την αμφισβήτηση άλλων; Είναι δυνατή η λειτουργία όχι μόνο ενός σχολείου αλλά της ίδιας της πολιτείας χωρίς την κοινή αποδοχή και την τήρηση συγκεκριμένων κανόνων συμπεριφοράς;
Γι' αυτό όσοι δημοσιογράφοι επέκριναν το σύλλογο διδασκόντων δεν δικαιώνονται ως προς την ορθότητα της κρίσης τους. Δεν είναι δυνατόν να σχολιάζεται ότι ένας μαθητής «βρέθηκε στο τέλος της χρονιάς να έχει ξεπεράσει (για λίγο) [σ.σ.: η υπογράμμιση δική μου] το συνολικό επιτρεπόμενο όριο απουσιών», άρα δεν μπορούμε για τους καθηγητές που σεβάστηκαν τον νόμο «να πιστέψουμε ότι είναι παιδαγωγοί και να τους ονομάσουμε έτσι» (εφημ. «Ριζοσπάστης», «Μπορούμε να μιλάμε για παιδαγωγούς;», 31/3/2009). Αυτές οι προσεγγίσεις δεν είναι απλώς επιπόλαιες· είναι λαϊκίστικες.
Από την άλλη μεριά η Ο.Λ.Μ.Ε., που συναγωνίζεται με τον δικό της τρόπο το Υπουργείο σε επικοινωνιακά παιχνίδια, οφείλει να διευκρινίσει ορισμένα σημεία της ανακοίνωσής της. Σημειώνει η Ο.Λ.Μ.Ε. πως «όταν οι διοικητικές πράξεις και αποφάσεις ακολουθούν στενά το γράμμα του νόμου, απογυμνωμένες από παιδαγωγική ευαισθησία, δεν οδηγούν σε καμιά περίπτωση σε απονομή δικαιοσύνης». Καταρχάς το «γράμμα του νόμου», όπως σχολιάσαμε νωρίτερα, είναι μάλλον ευρύχωρο παρά «στενό». Πέρα όμως απ' αυτό, επιβάλλεται να διευκρινιστεί πώς ορίζεται η «παιδαγωγική ευαισθησία» και πώς ακριβώς «παιδαγωγούνται» όσοι εντρυφούν στην εξαίρεση και στον εμπαιγμό του κοινωνικού συνόλου. Επιπρόσθετα, όταν η Ο.Λ.Μ.Ε. δηλώνει «θεωρούμε ότι είναι σημαντικό οι μαθητές μας να φεύγουν από το σχολείο έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές τους», οφείλει να εξηγήσει πώς αντιλαμβάνεται την «ολοκλήρωση» των σπουδών. Δηλαδή ποια «ολοκλήρωση» σπουδών επιτρέπει στους νέους να προσφέρουν στην κοινωνία και ποια να την εμπαίζουν; Η «ολοκλήρωση» έχει ποιοτικές προϋποθέσεις ή είναι αυτοσκοπός που συντελείται με οποιονδήποτε τρόπο;
Θα επαναλάβουμε λοιπόν ότι η συνέχιση της φοίτησης του μαθητή στη Γ΄ λυκείου ήταν μονόδρομος: όσες ενστάσεις κι αν κατατεθούν επ' αυτής, όσο βάσιμες κι αν είναι, ο μαθητής αναμφισβήτητα προώθησε τις σπουδές του -μ' όσες ελλείψεις του επιτρέπει η βάση του 9,5- κι εδώ δεν χωρά επιστροφή. Εκείνο όμως που δεν είναι ανεκτό είναι η απόπειρα να θεμελιωθεί θεωρητικά μία τελείως ιδιόρρυθμη υπόθεση. Γιατί άλλο είναι η κατανόηση της ιδιορρυθμίας της κι άλλο η λαϊκίστικη διαστρέβλωση των εννοιών «ανθρωπιά», «ευαισθησία», «παιδαγωγός» ή «νομιμοφροσύνη». Από εδώ και πέρα, και ιδίως σε ό,τι αφορά τον κ. Υπουργό, οφείλει αυτός να αναλογιστεί, εξαιτίας της θεωρητικής του υπεράσπισης στην υπόθεση, πώς θα αντιμετωπίσει ανάλογες περιπτώσεις στο μέλλον, καθώς προβλέπεται ότι, εξαιτίας των ευλογιών του, το «δεδικασμένο» της αναίρεσης δικαστικών αποφάσεων θα καταστεί κανόνας. Οπότε, πώς ο κ. Υπουργός θα υποστηρίξει τις σχολικές μονάδες προκειμένου να μην καταργηθεί η εύρυθμή τους λειτουργία; Επειδή όμως οι πολιτικοί λειτουργούν ψηφοθηρικά, εικάζουμε πως οποιαδήποτε αντίστοιχη μελλοντική κρίση προφανώς θα αντιμετωπιστεί, ως συνήθως, με κριτήρια επικοινωνιακά.
* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 269, 16/4/2009
Γιάννης Στρούμπας