Η ΚΥΠΡΟΣ και ο ΑΤΤΙΛΑΣ
Του Απόστολου Παπαδημητρίου
Πλησιάζει πεντηκονταετία από την εισβολή και κατοχή τμήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και η πληγή παραμένει χαίνουσα και δεν φαίνεται να υπάρχει προοπτική να κλείσει. Το πρωτίστως θλιβερό δεν είναι η διλωματική στάση των γειτόνων μας ούτε η άλλη των «συμμάχων» και «ετέρων» μας. Είναι η για μία ακόμη φορά εκδήλωση έλλειψης εθνικής ομοψυχίας στην αντιμετώπιση του προβλήματος, όσο και αν κατά καιρούς διατυμπανίζεται η αραγής ενότης του ελληνισμού Ελλάδος και Κύπρου! Ο λαός τόσο στη νήσο, όσο και στην Ελλάδα έχει διασπαστεί σε υπέρμαχους της όποιας λύσης προτείνουν οι ισχυροί κατά το ανάλογο του «φέρτε οποιοδήποτε μνημόνιο να ψηφίσομε».
Η στάση αυτή φανερώνει κόπωση και διάθεση να κλείσει το κυπριακό ζήτημα με οποιοδήποτε κόστος. Φθάνουν μάλιστα κάποιοι υπνωτισμένοι από την ψευδή προβολή του θέματος από αναλυτές στην υπηρεσία των ισχυρών να κατηγορούν ασκήσαντες την εξουσία στη χώρα μας για απώλεια ευκαιριών με τη μη αποδοχή προτάσεων που διευθετούσαν κατά τρόπο ικανοποιητικό το ζήτημα. Άλλοι καταντούν στο να υποστηρίζουν ότι αρκετά έχουμε ασχοληθεί με το κυπριακό και τη χώρα μας απασχολούν πολύ σοβαρότερα θέματα. Βέβαια και από πλευράς Ελληνοκυπρίων εκφράζονται πικρόχολα σχόλια, όταν μας κατηγορούν για την προδοσία τους. Δεν είναι, δυστυχώς, λίγοι και εκεί που διέγραψαν από το σύνθημα «δεν ξεχνώ» το αρνητικό μόριο και το θλιβερότερο υπάρχουν κάποιοι, έστω λίγοι, που καλλιεργούν το ιδεολόγημα του διαφορετικού κράτους-έθνους συνεπικουρούμενοι από απάτριδες πανεπιστημιακούς της χώρας μας!
Η Κύπρος είναι ελληνική, όπως ήταν και κατά τη μακραίωνα ιστορία των λαών της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου. Την διεκδίκησαν κατά καιρούς κατακτητές προς επίτευξη των μεγαλεπιβόλων σχεδίων κυριαρχίας στην Ανατολή: Φράγκοι σταυροφόροι, Βενετοί, Τούρκοι. Τελικά περιήλθε στους Άγγλους αποικιοκράτες έναντι ευτελούς τιμήματος λόγω των εκδουλεύσεων προς την οθωμανική αυτοκρατορία κατά το συνέδριο του Βερολίνου (1878). Ήδη το βασίλειο της Ελλάδος υπό τον Γεώργιο Α΄ της Δανίας είχε καταστεί αγγλικό προτεκτοράτο (1864), γι’ αυτό και είχε απορρίψει τη ρωσική πρόταση για την από κοινού εκδίωξη των Οθωμανών από τη Βαλκανική. Η Αγγλία μας είχε προσφέρει την Κύπρο κατά τον Α΄ μεγάλο πόλεμο του 20ου αιώνα, προκειμένου να εισέλθουμε σ’ αυτόν στο πλευρό της συμμαχίας της. Ο απρόβλεπτος για την Αγγλία γόνος της δυναστικής οικογένειας, ο Κωνσταντίνος, απέρριψε την πρόταση υπό την επήρεια της Γερμανίδας συζύγου του, αδελφής του κάιζερ. Έκτοτε δεν αναρωτηθήκαμε ποτέ για την επιρροή που ασκούν στα πρόσωπα της πολιτικής οι μη Ελληνίδες σύζυγοι. Και δεν είναι λίγοι οι πολιτικοί που μας φέρνουν νύφες από το διεθνές περιβάλλον. Θα μας έδιναν την Κύπρο οι Άγγλοι, αν αποδεχόμασταν την πρότασή τους; Μάλλον όχι, για τον απλούστατο λόγο: Υπήρξαν διαχρονικά ανέντιμοι. Μετά τη λήξη του Β΄ μεγάλου πολέμου όχι μόνο αρνήθηκαν την όποια συζήτηση επί του θέματος, αλλά συνετέλεσαν τα μέγιστα στον εμφύλιο πόλεμο. Ο Τσώρτσιλ δεν είχε λησμονήσει την προσωπική του προσβολή κατά την αποτυχία της απόβασης στην Καλλίπολη. Και θεωρούσε έκτοτε ως κυρίως υπεύθυνη την Ελλάδα. Βέβαια τόσο οι Άγγλοι, όσο και οι άλλοι «σύμμαχοί» μας σύντομα βρήκαν μοναδική ευκαιρία να μας ταπεινώσουν συμβάλλοντας στον όλεθρό μας (μικρασιατική καταστροφή)! Μετά από αυτή επιχειρήθηκε η σύσφιξη των σχέσεων με την Τουρκία του Μουσταφά Κεμάλ με πρωταγωνιστή τον Βενιζέλο, τον εν πολλοίς εφαρμοστή της αγγλικής πολιτικής στη χώρα μας, ο οποίος έφθασε στην κατάντια να προτείνει τον Κεμάλ για το βραβείο Nobel ειρήνης! Έκτοτε η ελληνική πολιτική έναντι της γείτονος υπαγορευόταν από την τακτική του Χατζηαβάτη, ο οποίος κινείται στο θέατρο σκιών με έκδηλο τον τρόμο «μη μας κρεμάσει ο πασάς»! Η Τουρκία προβαλλόταν ως η μεγάλη περιφερειακή δύναμη, ιδιαίτερα μετά την ένταξή της στο ΝΑΤΟ και την ανάθεση σ’ αυτήν εκ μέρους των ΗΠΑ πολιτικής στα πλαίσια του «ψυχρού» πολέμου, αλλά και μετά την κατάρρευση του λεγομένου «υπαρκτού σοσιαλισμού», του στην ουσία ανυπάρκτου. Πρώτη εκδήλωση του πνεύματος «ειρηνικής συνύπαρξης» υπήρξαν οι αγριότητες κατά των Ρωμηών της Κωνσταντινούπολης από οργανωμένο τουρκικό όχλο (1955) καθ’ υπόδειξη της «φίλης» Αγγλίας, η οποία είχε χολωθεί στο έπακρο, επειδή η χώρα μας είχε φέρει προς συζήτηση στον ΟΗΕ το κυπριακό και ακόμη επειδή οι Ελληνοκύπριοι (ΕΟΚΑ) είχαν το θράσος να κηρύξουν εθνικοααπελευθερωτικό αγώνα κατά των κατακτητών-αποικιοκρατών. Και έφθασαν «προοδευτικοί» και «αριστεροί» να επιχειρήσουν την αμαύρωση του υπέροχου εκείνου αγώνα, που συνιστά το τελευταίο ελληνικό έπος, επειδή είχαν ανοικτούς λογαριασμούς με τον ηγέτη του από τον καιρό της τριπλής κατοχής στη χώρα μας! Τελικά η Αγγλία, ως έκφραση άθλιας πολιτικής κυριαρχίας και όχι βέβαια ο λαός της, που ζει , όπως και κάθε άλλος στην άγνοια, επέτυχε με τις συμφωνίες Λονδίνου Ζυρίχης τον αποκλεισμό της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα εξασφαλίζοντας τη διαρκή διένεξη μεταξύ των δύο κοινοτήτων, ώστε να παρεμβαίνουν για την καταλλαγή οι «εγγυήτριες» δυνάμεις. Θα ήταν ανιστόρητο, αν γράφαμε ότι δεν δώσαμε αφορμές. Το σχέδιο όμως ήταν σαφές: Εισβολή και κατοχή τμήματος του νησιού. Και το σχέδιο αυτό δεν καταστρώθηκε στην Άγκυρα. Και στην εφαρμογή του δεν ήσαν αμέτοχοι οι «σύμμαχοί» μας Αγγλοαμερικανοί. Οι ΗΠΑ εγκαθίδρυσαν δικτατορία στη χώρα μας και αυτοί υπέδειξαν το πραξικόπημα των αφρόνων κατά του Μακαρίου. Έχει βέβαια και αυτός τις ευθύνες του, όμως πολλοί εστιάζουν την προσοχή τους σ’ αυτές απαλλάσσοντας από κάθε ευθύνη τους δικτάτορες. Η Κύπρος προδόθηκε, γι’ αυτό και ο «Αττίλας» επέτυχε να αποβιβαστεί στο νησί υπό τη διακριτική καθοδήγηση των Άγγλων, που διατηρούσαν και εξακολουθούν να διατηρούν βάσεις στο νησί.
Κύλισαν δεκαετίες από τότε. Σύζυγοι, μάνες και αδελφές των αγνοουμένων κατέφθαναν στους τόπους, όπου οι ανάλγητοι ισχυροί της γης συνομιλούσαν για τις τύχες των λαών του πλανήτη. Απόκριση ουδεμία. Ώσπου αυτές έφυγαν από τον βίο ή γέρασαν και απόκαμαν. Οι Ελληνοκύπριοι, όπως και εμείς στο παρελθόν, αντιμετώπισαν το κύμα των προσφύγων και σιγά-σιγά κάποιες πληγές επουλώθηκαν. Παρέμενε και παραμένει το πρόβλημα της εισβολής και κατοχής τμήματος ανεξάρτητης χώρας, παρά τα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Παρέμενε και μετά την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Όπως είχαν εγγυηθεί τα σύνορά μας, μετά την ένταξή μας στην ΕΟΚ, εγγυώνται και αυτά της Κύπρου οι «εταίροι» μας! Τα κατά καιρούς σχέδιά τους, τα οποία επιδοκιμάζουν οι υποταγμένοι στους ισχυρούς κατά την ταυτότητα Έλληνες, αποσκοπούν στην κατάργηση της κυπριακής δημοκρατίας και την εγκατάλειψη της Κύπρου στο έλεος του «Αττίλα». Την εσχάτη στιγμή ένα δάκρυ αποσόβησε τα τετελεσμένα. Έκτοτε οι «σύμμαχοί» επανέρχονται με τροποποιημένα σχέδια στη βάση όμως του ιδίου επιδιωκομένου σκοπού. Και οι Ευρωπαίοι πολιτικοί εμφανίζονται ανίκανοι να κατανοήσουν τις συνέπειες εκ της εισόδου της Τουρκίας στην ΕΕ από το παράθυρο της Κύπρου. Ευτυχώς που και η τελευταία σύσκεψη κατέληξε σε αποτυχία.
Η ελληνική πολιτική έναντι της Τουρκίας υπό τους διεθνιστές του ΣΥΡΙΖΑ, τους υπέρμαχους του σχεδίου Ανάν, και τους με υπερπατριωτικές κορώνες συνεργάτες τους των ΑΝΕΛ, φαίνεται να αποκτά, περιέργως, κάποια δυναμική. Είναι αυτό απόρροια της συνειδητοποίησης των σοβαρών σφαλμάτων κατά το παρελθόν ή υπαγορεύεται από τις συγκυρίες, καθώς ο Ερνογάν εμφανίζεται με διάθεση να προκαλεί διαρκώς τους ισχυρούς και να απομονώνεται; Είναι ο Ερνογάν ένας δυναμικός πατριώτης ή διαδραματίζει ρόλο ανάλογο με εκείνον του δικού μας Ιωαννίδη; Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και σύντομα θα δοθούν απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα. Ας μη βαυκαλιζόμαστε όμως με το ιδεολόγημα, το τόσο προσφιλές στους πολιτικούς μας, ότι η Ελλάδα είναι χώρα ειρήνης Και σταθερότητας σε περιοχή που συνταράσσεται. Το τί επιφυλάσσουν για μας οι ισχυροί αγνοούμε. Και συνήθως ο νους τους δεν πηγαίνει στο καλό. Γι’ αυτό προέχει η ομοψυχία, η εθνική ομοψυχία.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 26-07-2017