Πρωί Πρωί
Της Σέβης Κωνσταντινίδου*
Μες το μακρύ το νυχτικό και τη λευκή δαντέλα
πρωί πρωί κατέβαινες τις σκάλες όλο χάρη∙
τα δυο φλιτζάνια του καφέ το χέρι σου θα πάρει
και θα τ΄αφήσει δίπλα μου∙ θα με φωνάξεις, «έλα».
Θυμάμαι πως σε κοίταζα την πόρτα μου ν΄ανοίγεις,
πως έλαμπε το πρόσωπο στο πρωινό της μέρας
και τα μαλλιά πως τρέμανε σαν φύσαγεν αγέρας.
Πώς έτρεμε και η καρδιά μην τύχει και μου φύγεις.
Σε βλέπω που πλησίαζες με βλέμμα όλο γλύκα,
τα χέρια να τυλίγονται κι ένα φιλί να σκάει,
να σκύβω και να σε κρατώ, να διώχνω κάθε πίκρα.
Και τώρα που ΄μαι μοναχός χωρίς εσένα πλάι,
χωρίς φιλί, χωρίς καφέ, χωρίς το φως του κόσμου,
κοιτώ την πόρτα και θαρρώ πως είσαι πάλι μπρος μου.
* Στους γονείς μου, Σέβη Κωνσταντινίδου
Φωτογραφία pixabay
ΠΗΓΗ: 28 Ιανουαρίου 2017, Παυσίλυπον