Αρχείο κατηγορίας Φιλοσοφία και Πολιτική

Κρίση νομιμοποίησης κράτους και θεσμών

«Κρίση νομιμοποίησης κράτους και θεσμών»

 με αφορμή ομώνυμη εκδήλωση του ΕΛΙΑΜΕΠ

 

Του Νικήτα Χιωτίνη*

 

 

Στις 7 Απριλίου 2011, σε μια εκδήλωσε του ΕΛΙΑΜΕΠ (Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής), με τρόπο ιδιαίτερα αποκαλυπτικό τέθηκε ένα κρίσιμο για τη σημερινή Ελλάδα ζήτημα. Αυτό της «κρίσης νομιμοποίησης» κράτους και θεσμών (της).

Η σημαντικότητα αυτής της αποκαλυπτικής εκδήλωσης συνίσταται στο ότι αφ΄ενός ετέθη αυτό το κρίσιμο ζήτημα, αφ’ ετέρου αποκαλύφθηκε η άποψη μεγάλης μερίδας της σημερινής ελληνικής διανόησης και η επιρροή που αυτή ασκεί σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Αν όχι όλες, τουλάχιστον οι περισσότερες μέχρι τώρα εκδηλώσεις του ΕΛΙΑΜΕΠ νομίζω πως κατατείνουν στα ίδια συμπεράσματα περί της πολιτικής που οφείλει να ακολουθήσει η σημερινή Ελλάδα, αυτή υπήρξε κατά τη γνώμη μου η αποκαλυπτικότερη.

Στην ανωτέρω εκδήλωση τέθηκαν από τον κύριο και αποκαλυπτικότερο (και ειλικρινέστατο) εισηγητή, η έννοια του Κράτους, η έννοια της Πολιτικής, η έννοια της Διακυβέρνησης, ο ρόλος του λαού και της κοινωνίας και ο στόχος της σημερινής Ελλάδας (ο στόχος δηλαδή που κατά τη γνώμη του πρέπει να έχει η σημερινή Ελλάδα). Οι υπόλοιποι εισηγητές – και οι αρεστοί ερωτώντες από το κοινό – απλώς συμφώνησαν με τον εισηγητή αυτόν, διανθίζοντας το πάνελ και αιτιολογώντας την δήθεν συζήτηση[i].

Στην εκδήλωση λοιπόν αυτή «δια βοής» επικυρώθηκαν σαν βεβαιότητες  οι παρακάτω απόψεις :

1. Πολιτική είναι ο τρόπος διακυβέρνησης.

2. Υπάρχει το «κράτος» και ο λαός. Το κράτος ως έννοια δεν συζητείται, είναι κάτι δεδομένο, είναι αυτό που όρισε η Δύση. Ο ομιλητής  όμως δεν προσπαθεί μήτε καν να το ορίσει, να ορίσει τουλάχιστον το κράτος υπό την δυτική έννοιά του, ούτε θέτει ανάλογο ζήτημα. Από τους υπόλοιπους εισηγητές τίθεται ως εμπεριέχον νόμους που πρέπει απαρεγκλίτως να είναι σεβαστοί. Βία και ανυπακοή (από πλευράς κοινωνίας) στηλιτεύονται μετά βδελυγμίας.

3. Η (νέο)ελληνική κοινωνία ανέκαθεν βρισκόταν σε προστριβή με το «κράτος» της. Μάλιστα σκωπτικώς ανέφερε  πως η κοινωνία θέλει να γίνει κράτος- αυτό πρόκειται περί «ανατροπής», ανέφερε χαρακτηριστικά –  και οικτίρει το γεγονός  ότι ο λαός  θέλει να γίνει θεσμός.  Στα ανωτέρω πρέπει να επισημάνουμε και την επίκληση από τους υπόλοιπους εισηγητές «ηγετών με πυγμή», προφανώς για να εμποδίσουν τις ανωτέρω «εκτροπές».

4. Η Ελλάς είναι Ανατολική χώρα, που θέλει και πρέπει να γίνει Δυτική

Στα ανωτέρω όμως έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής – πιστεύοντας πως με τον τρόπο αυτόν προσεγγίζουμε καλλίτερα τους λόγους  της  «κρίσης νομιμοποίησης κράτους και θεσμών» που διανύουμε, αλλά και οδηγούμαστε προς ουσιαστικότερη  διερεύνηση  των εννοιών της Πολιτικής, του Κράτους και των Θεσμών :

1. Πολιτική δεν είναι ο τρόπος διακυβέρνησης, τουλάχιστον δεν είναι μόνον ο τρόπος διακυβέρνησης. Η Πολιτική πράξη λ.χ. της ανέγερσης της Ακροπόλεως των Αθηνών,  της κατασκευής της Αγίας Σοφίας, των μεγάλων Αρχιτεκτονικών Έργων στο Παρίσι, κ.λ.π. – δεν έγιναν για λόγους «διακυβέρνησης», με τον τρόπο που εννοούμε σήμερα τον όρο αυτόν, ή τουλάχιστον όχι μόνο για τέτοιους λόγους. Ο Περικλής στον Επιτάφιο δεν εννοούσε  έτσι την Πολιτική, ούτε ήταν έτσι η Πολιτική στο συντριπτικώς μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του ανθρώπου, αν όχι όλης, συμπεριλαμβανομένου της σημερινής εποχής. Η Πολιτική υπήρξε – και θεωρούμε πως εξακολουθεί να είναι –  η έκφραση συλλογικών στόχων  που δεν ήταν και δεν είναι μόνο οικονομικοί, υπήρξε (και εξακολουθεί να είναι)  λειτουργία υπερβαίνουσα την «διακυβέρνηση» με την έννοια που σήμερα δίνουμε στον όρο αυτόν[ii]. Μια απλή αναδρομή στην Ιστορία, θα ήταν γι’ αυτό αποκαλυπτική. Το επιστημονικό λάθος στο οποίο περιέπεσε ο εισηγητής της εκδηλώσεως του ΕΛΙΑΜΕΠ είναι κατάδηλον, αν όχι σκοπίμως πραχθέν.

2. Επίσης τεράστιο επιστημολογικό λάθος, η μη προσπάθεια ερμηνείας της έννοιας του «κράτους» και η αναφορά σε αυτό σαν να είναι κάτι το θεόσταλτο. Επειδή καταδήλως – το ανέφερε στη συνέχεια ύστερα από μια ερώτηση –  εννοούσε το από την Εσπερία εισαχθέν, θα έπρεπε να ορίσει τουλάχιστον αυτό, αντί να το αφήσει έρμαιο απόψεων, που επέτρεψε την επίκληση  «ηγετών με πυγμή», την αδήριτο ανάγκη να επιβληθούν πάση θυσία οι νόμοι, τελικώς να ενοχοποιήσουμε το λαό για όλα τα κακά και κυρίως για το ότι  δεν το σέβεται και δεν   νομιμοποιεί το «κράτος και τους θεσμούς»  και εκτρέπεται σε «ανυπακοή ή βία».

3. Ορθώς ανέφερε πως η ελληνική κοινωνία βρισκόταν σε προστριβή με το κράτος (της), πολύ κακώς όμως ειρωνεύτηκε την κοινωνία «που θέλει να γίνει κράτος» και το λαό που «θέλει να γίνει θεσμός»: πρόκειται σαφώς περί σκόπιμης αντιεπιστημονικής εκτροπής του ζητήματος. Ναι μεν η κοινωνία δεν είναι ή δεν είναι ακριβώς, κράτος, ούτε ο λαός είναι ή δεν είναι ακριβώς θεσμός, αλλά και το κράτος και οι θεσμοί προήλθαν απ’ ευθείας από τις κοινωνίες και τους λαούς τους, σε όλο τον κόσμο, σε Ανατολή και Δύση, εκτός από μερικά νεώτερα κράτη που δημιουργήθηκαν ως προτεκτοράτα και πεισμόνως κάποια δυνατά κράτη,  θέλουν να τα διατηρήσουν ως τέτοια. Τα κράτη όμως, τα Δυτικά – για να έρθουμε στα κατά τους εισηγητές του ΕΛΙΑΜΕΠ πρότυπα – δεν δημιουργήθηκαν από μόνα τους, σαν κανονιστική αρχή που στάλθηκε  από το Θεό.  Τα  κράτη αυτά δημιουργήθηκαν από τις κοινωνίες και τους λαούς, ως λειτουργικά εργαλεία ανάπτυξής τους και έκφρασής τους. Πέρασαν από διάφορα στάδια, φεουδαρχία, βασιλεία, αστικές τάξεις και συνδυασμούς όλων αυτών, αναλόγως των εκάστοτε συνθηκών και των εκάστοτε (συλλογικών) κοινωνικών στόχων. Έτσι φτάσαμε στα νεωτερικά έθνη-κράτη, που μάλιστα διαφέρουν μεταξύ τους, ως προς τη δομή τους και τον τρόπο λειτουργίας τους για την εξυπηρέτηση και ανάπτυξη του κράτους τους και των στόχων των λαών τους. 

Στην Ελλάδα επεβλήθη ένα συγκεκριμένο είδος κράτους ή η Ελλάδα βρέθηκε στην ανάγκη υιοθέτησης αυτού του συγκεκριμένου είδους κράτους. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν διαμορφώθηκε αυτό όπως στην υπόλοιπη Ευρώπη, με αποτέλεσμα την μειωμένη λειτουργικότητά του και την διαρκή «προστριβή» του με την νέο-ελληνική κοινωνία ή με τις νέο-ελληνικές κοινωνίες. Οι λόγοι γι΄αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ερευνηθούν. Είναι ιδιαιτέρως υγιές φαινόμενο οι κοινωνίες να διεκδικούν λόγο και ρόλο. Έτσι δημιουργήθηκαν και έτσι πρέπει να δημιουργούνται τα κράτη. Βεβαίως και δεν αμφισβητούμε τη μέχρι τώρα εξέλιξη της χώρας μας, έστω και με αυτό το επιβληθέν – η επιλεγέν –  κράτος. Αλλά απαιτείται πλέον εξέλιξή του, δηλαδή προσαρμογή του στα καθ’ υμάς. Απαιτείται συλλογική χειραφέτησή μας, τα παγκόσμια παραδείγματα, συμπεριλαμβανομένου αυτά των ευρωπαϊκών κρατών, είναι ιδιαιτέρως χρήσιμα.

Η σύγχρονη Ελλάδα έχει δώσει άλλωστε, συχνά όμως με πισωγυρίσματα,  τέτοια δείγματα (προσπάθειας χειραφέτησής της).  Θα έλεγα ότι και ο σημερινός «Καλλικράτης» – η σημαντικότερη διοικητική μεταρρύθμιση από συστάσεως του νεοελληνικού κράτους- μπορεί να λειτουργήσει θετικά προς αυτήν την κατεύθυνση.  Όσον αφορά τώρα στον αποτροπιασμό των ομιλητών απέναντι στην «ανυπακοή», θα ήθελα να τους θυμίσω πως η αυτή υπήρξε στη βάση της φιλελεύθερης στροφής των κοινωνιών και της διαμόρφωσης των συγχρόνων κρατών[iii]. Ακόμα άλλωστε και η «βία» έχει πολλάκις δικαιωθεί: θυμηθείτε τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, αλλά και τον Αλέκο Παναγούλη που θεωρήθηκε ήρωας επειδή προσπάθησε να σκοτώσει τον δικτάτορα Παπαδόπουλο, θυμηθείτε και τον Μαρξ που διαβεβαίωνε πως «η βία είναι η μαμή της Ιστορίας», αλλά και το ότι η νεώτερη ελληνική υπόθεση προχώρησε πολλάκις με «βίαιους» τρόπους, όποτε αυτό χρειαζόταν (αλλά δυστυχώς και όταν δεν χρειαζόταν). 

4. Ας έρθουμε τώρα στη διακήρυξη και στη δια βοής αποδοχή της, πως «η  Ελλάδα είναι Ανατολική χώρα, που θέλει και πρέπει να γίνει Δυτική».  Εδώ θα έλεγα, επικαλούμενος τη νεώτερη Ιστορία της – από το Μακρυγιάννη μέχρι τον Ίωνα Δραγούμη και από τον Περικλή Γιαννόπουλο μέχρι τον Σεφέρη, τον Ελύτη, το Μίκη Θεοδωράκη και πάμπολλους άλλους, ανθισμένους στις επαρχίες και στα χωριά της, αλλά επικαλούμενος και τα οράματα της Δύσης γι’ αυτήν – αυτά που δημιούργησαν το φιλελληνικό ρεύμα του 19ου αιώνα, που βρήκε σε αυτήν διέξοδο από το οντολογικό κενό στο οποίο είχε περιπέσει η Ευρώπη – ότι η Ελλάδα δεν ανήκει ούτε «εις την Δύσιν» αλλά ούτε και στην Ανατολή.  Η Ελλάδα ανήκει στην Ελλάδα, στην Ιστορία της και στο παγκόσμιο εκτόπισμά της και φέρει οικουμενική πρόταση νοήματος, το μόνο ικανό να συνομιλήσει με τα αντίστοιχα του διαμορφούμενου νέου θεάτρου της Ιστορίας, αυτά της Άπω Ανατολής και στις οποίες οικουμενικές προτάσεις στηρίχτηκε και στηρίζεται η ανθρωπότητα. Ομιλεί σχεδόν αυτούσια την πιο αρχαία γλώσσα, γλώσσα που φέρει τα πιο βαθιά νοήματα, οι περισσότεροι επιστημονικοί όροι έχουν ελληνικά ονόματα, οι σημερινές ανακαλύψεις ονοματίζονται με ελληνικές λέξεις, υπήρξε «η μαμή της Ευρώπης» – χρησιμοποιώ λόγια του J. Attali – και αποτελεί, για να μιλήσουμε με όρους γεωπολιτικής, τη πύλη προς την Ευρώπη, για τις αναπτυσσόμενες με ξέφρενο ρυθμό χώρες της Ανατολής που σύντομα θα κυριαρχήσουν.

Τελειώνοντας θα ευχόμουν το ΕΛΙΑΜΕΠ, που απολαμβάνει ιδιαιτέρου κύρους και επιρροής, να αποφύγει να διολισθήσει σε «Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής» με την έννοια της πολιτικής των εξωτερικών χωρών που ασκούνται στην Ελλάδα και να επικεντρωθεί στην  πολιτική που ασκείται από την Ελλάδα έναντι των εξωτερικών της χωρών.

 

* Ο Νικήτας Χιωτίνης είναι Αρχιτέκτων/καθηγητής ΤΕΙ Αθήνας



[i] Εισηγητές ήσαν οι Απόστολος Δοξιάδης, Χαρίδημος Τσούκας και Στέλιος Ράμφος. Τη συζήτηση συντόνιζε ο Δημήτρης Μητρόπουλος. Υπήρχαν κάμερες που κατέγραφαν τις ομιλίες, που φαντάζομαι να δημοσιευθούν, αν κάνω κάπου λάθος ζητώ συγγνώμη από τους εισηγητές.

[ii] Δες «Πολιτική και Πολιτισμός», Νικήτα Χιωτίνη, δικτυακός τόπος ΚΕΠ-κίνηση Μίκη Θεοδωράκη, Άρθρα—απόψεις. http://www.mikis-theodorakis-kinisi-anexartiton-politon.gr/el/articles/?nid=336

[iii] Δες Γιώργος Πολίτης: «Tο Δικαίωμα της πολιτικής ανυπακοής και η φιλοσοφία του John Locke», εκδόσεις Έννοια, Aθήνα, 2004

Η ΥΓΙΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΙΙ

Η ΥΓΙΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ:

…. η χρεοκοπία των κομμάτων, καθώς επίσης η ανάγκη διαχωρισμού της νομοθετικής από την εκτελεστική εξουσία – Μέρος ΙΙ

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Συνέχεια από το Μέρος Ι …Ο ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

 Προφανώς όλα όσα συμβαίνουν έχουν μία ή περισσότερες λογικές εξηγήσεις, οι οποίες συνήθως δεν είναι αυτές που διακρίνονται με την πρώτη ματιά. Σε τελική ανάλυση πάντως, όλες οι δυτικές χώρες αντιμετωπίζουν σοβαρότατα προβλήματα – άλλες περισσότερα και άλλες λιγότερα. Σε κάθε περίπτωση δε, η υπερχρέωση της δύσης, η οποία προωθήθηκε σκόπιμα από το Καρτέλ τα τελευταία τριάντα χρόνια, σε συνδυασμό με την ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση, δεν μπορούν παρά να αποτελούν ένα μέρος των λογικών εξηγήσεων.   

Κατά την άποψη μας όλοι οι Πολίτες της δύσης νοιώθουν παγιδευμένοι – με τις ελευθερίες τους να περιορίζονται, με τις επαγγελματικές απαιτήσεις να αυξάνονται, με τις αμοιβές τους να μειώνονται και με τα έξοδα τους να μεγαλώνουν, στα πλαίσια ενός συνεχώς διευρυνόμενου, παγκόσμιου ανταγωνισμού. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις καταρρέουν, οι πολυεθνικές αυξάνουν διαρκώς τα μεγέθη τους και η Πολιτική είναι αδύνατον να τις ελέγξει – αφού δεν έχει πλέον ούτε την ισχύ, ούτε ικανά στελέχη, ενώ χάνει συνεχώς την υποστήριξη των Πολιτών, οι οποίοι, συν τοις άλλοις, καλούνται να αναπληρώσουν τα μειωμένα έσοδα των κρατών, λόγω του περιορισμού της φορολογικής βάσης από τις πολυεθνικές, οι οποίες πληρώνουν (εάν) ελάχιστους φόρους.   

Η κατάσταση επομένως είναι κρίσιμη και το μέλλον δυσδιάκριτο – πόσο μάλλον με τον υπερπληθωρισμό προ των πυλών, με τη μητέρα των κρίσεων (Η.Π.Α.) να διαγράφεται απειλητική και με ολόκληρο σχεδόν τον πλανήτη στις φλόγες (όπου στις εξεγέρσεις των πεινασμένων, προστέθηκε η πυρηνική καταστροφή στην Ιαπωνία, καθώς επίσης ο πόλεμος στη Λιβύη – με την πετρελαϊκή κρίση να ακολουθεί άμεσα την επισιτιστική).    

Δυστυχώς, όπως φαίνεται, η Πολιτεία είναι εγκλωβισμένη – προσπαθώντας να ισορροπήσει σε τεντωμένο σχοινί. Οι Πολίτες έχουν «αποσύρει» την εμπιστοσύνη τους προς την πολιτική, το Καρτέλ πιέζει με όλα του τα μέσα και οι ηγεσίες των κρατών δεν μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους, αντιμετωπίζοντας από κοινού τον εχθρό – με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την Ευρωζώνη, η οποία ευρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα, προσπαθώντας να αμυνθεί στις επιθέσεις του ΔΝΤ, των εταιρειών αξιολόγησης και των πανίσχυρων επενδυτικών τραπεζών.     

 Εάν τελικά διαλυθεί η ζώνη του Ευρώ, μία πιθανότητα που δεν μπορεί κανένας πια να αποκλείσει, έχουμε την άποψη ότι θα καταλυθεί πλέον η Δημοκρατία. Στη θέση της θα επιβληθεί ο μονοπωλιακός καπιταλισμός στις ισχυρότερες χώρες της δύσης, με έδρα τις Η.Π.Α. – παράλληλα με την «εγκατάσταση» δικτατορικής μορφής καθεστώτων στην αδύναμη «περιφέρεια», αφού δημιουργηθούν εκείνες οι προϋποθέσεις (εγκληματικότητα, λαθρομετανάστευση, τρομοκρατία, φτώχεια, κοινωνικές αναταραχές κλπ), με βάση τις οποίες θα το ζητήσουν μόνοι τους οι εξαθλιωμένοι Πολίτες.  

 Απέναντι του, πάντοτε εάν δεν αντιδράσουν συλλογικά όλοι οι Πολίτες, ιδίως οι Ευρωπαίοι, θα βρεθεί ο κρατικοκεντρικός, απολυταρχικός καπιταλισμός – έτσι όπως λειτουργεί σήμερα στην Κίνα, με απρόβλεπτες συνέπειες για τον πλανήτη. 

Η ΑΝΑΓΚΗ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

 Κατά την άποψη μας, το πρόβλημα δεν είναι η Πολιτική, αλλά τα πολιτικά κόμματα, τα οποία έχουν πλέον χάσει το νόημα της ύπαρξης τους – το αργότερο μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στην Α. Ευρώπη, καθώς επίσης μετά την κυριαρχία του μονοπωλιακού καπιταλισμού στις Η.Π.Α., στη Μ. Βρετανία και στη Γερμανία.

 Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, στα κράτη της πρώην σοβιετικής ένωσης δεν εγκαταστάθηκε η οικονομία της ελεύθερης αγοράς το 1991 αλλά, απλούστατα, κατέρρευσε ο κομμουνισμός – κάτι που δεν σημαίνει αυτόματα ότι επικράτησε ο καπιταλισμός. Η οικονομία της ελεύθερης αγοράς, όπως επίσης η δημοκρατία, είναι το αποτέλεσμα μίας επίπονης εξελεγκτικής διαδικασίας, η οποία απαιτεί πάρα πολλά χρόνια για να λειτουργήσει και δεν μπορεί να επιβληθεί εκ των άνω. Εάν αντιληφθούμε εδώ ότι, η γερμανίδα καγκελάριος έζησε μέχρι τα 35 χρόνια της στην Α. Γερμανία, χωρίς την παραμικρή γνώση του καπιταλιστικού συστήματος, θα συνειδητοποιήσουμε πως είναι φύσει αδύνατον να κατανοήσει πια τη λειτουργία του. Επομένως εάν περιμένει η Ευρωζώνη, πόσο μάλλον η Ελλάδα, λύσεις στα προβλήματα της από τη Γερμανία, η αποτυχία είναι μάλλον προδιαγεγραμμένη.   

Συνεχίζοντας στο θέμα μας θεωρούμε ότι, οι περισσότερο άνθρωποι σήμερα επιθυμούν την οικονομία της πραγματικά ελεύθερης αγοράς, μέσα στα πλαίσια ενός δημοκρατικού πολιτεύματος, το οποίο θα τους επιτρέπει να συναποφασίζουν για το μέλλον τους – κάτι που αδυνατούν πλέον φανερά να τους προσφέρουν τα υφιστάμενα, «χρεοκοπημένα» πολιτικά κόμματα.  

Η αναδιανομή των εισοδημάτων και η διαχρονική απασχόληση θα πρέπει να εξασφαλίζονται, γεγονός που σημαίνει ότι οφείλουν να τοποθετούνται όρια στην ανάπτυξη των πολυεθνικών – μεταξύ άλλων, μέσα από τη σωστή λειτουργία των επιτροπών ανταγωνισμού. Ο χρηματοπιστωτικός κλάδος πρέπει να «ρυθμισθεί» άμεσα, με τις τράπεζες να επιστρέφουν στην παλαιότερη μορφή τους – δηλαδή, στην «προώθηση» των αποταμιεύσεων προς τις επενδύσεις στην πραγματική οικονομία, χωρίς κερδοσκοπικές τοποθετήσεις στις πάσης φύσεως «αγορές».     

Περαιτέρω, η Πολιτική οφείλει να ελέγχει την τήρηση των νόμων, καθώς επίσης των κανόνων «συμβίωσης», με τους οποίους συμφωνεί η πλειοψηφία των Πολιτών. Τέλος, το κράτος πρέπει να έχει το μικρότερο δυνατό μέγεθος, ενώ η επιχειρηματική δραστηριοποίηση του οφείλει να περιορισθεί σε εκείνες μόνο τις εταιρείες, οι οποίες είναι είτε στρατηγικής σημασίας, είτε κοινωφελείς (τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, ύδρευση) – διατηρώντας ελάχιστες άλλες (όπως για παράδειγμα μία εμπορική τράπεζα), για περιπτώσεις ανάγκης.  

Μέσα στα παραπάνω πλαίσια, θεωρούμε ότι είναι απαραίτητος ο διαχωρισμός της εκτελεστικής εξουσίας από τη νομοθετική. Αυτό σημαίνει ότι τα κόμματα θα πρέπει να μετεξελιχθούν σε κυβερνητικές παρατάξεις (χωρίς νομοθετικές αρμοδιότητες αλλά μόνο εκτελεστικές), οι οποίες θα στελεχώνονται με τα ικανότερα άτομα ενός κράτους, κατά την κρίση των ηγετών τους  – έτσι ώστε να μπορούν να πείσουν τους πολίτες ότι έχουν τη δυνατότητα και τα στελέχη για να κυβερνήσουν (να επιβλέπουν τη τήρηση των νόμων, να εφαρμόζουν τα προγράμματα τους, να εκπροσωπούν τους πολίτες, να διοικούν τον κρατικό μηχανισμό, να διαχειρίζονται τις δημόσιες επιχειρήσεις κλπ).

Η νομοθετική εξουσία θα πρέπει να ασκείται από βουλευτές, οι οποίοι θα εκλέγονται από τους Πολίτες, χωρίς να έχουν κομματική ιδιότητα. Η Βουλή λοιπόν, η οποία θα στελεχώνεται με ανεξάρτητους βουλευτές, μέσα από μία παράλληλη εκλογική διαδικασία (οι Πολίτες θα ψηφίζουν χωριστά, αφενός μεν για την εκλογή κυβέρνησης, αφετέρου για την εκλογή βουλευτών, οι οποίοι δεν θα συμμετέχουν στην κυβέρνηση), θα νομοθετεί κατ’ αποκλειστικότητα, ελέγχοντας παράλληλα την εκτελεστική εξουσία. Ειδικά όσον αφορά τους σημαντικότερους νόμους, αφού προετοιμάζονται από τη Βουλή, θα πρέπει να ψηφίζονται απ’ ευθείας από τους Πολίτες, στα πλαίσια τακτικών δημοψηφισμάτων (άμεση Δημοκρατία).

Άλλωστε κάπως έτσι λειτουργούν και οι επιχειρήσεις, διαθέτοντας αφενός μεν ένα διοικητικό συμβούλιο/διευθύνοντα σύμβουλο (εκτελεστική εξουσία), αφετέρου μία γενική συνέλευση (νομοθετική εξουσία), η οποία συγκαλείται ετήσια, με σκοπό: «τον έλεγχο/έγκριση των αποτελεσμάτων, την εκλογή ελεγκτών, τις αμοιβές των μελών του ΔΣ, τη λήψη σημαντικών αποφάσεων, καθώς επίσης τη απαλλαγή ή μη των μελών του ΔΣ και των ελεγκτών από τυχόν ευθύνες αποζημίωσης για τα πεπραγμένα της χρήσης». Κατά την άποψη μας, ο προτεινόμενος ετήσιος έλεγχος της κυβέρνησης από τη Βουλή, είναι προς το συμφέρον και των πολιτικών, αφού οι όποιες ευθύνες τους θα αφορούν μόνο το αμέσως προηγούμενο έτος – ενώ είναι ένας από τους τρόπους «επανάκτησης» της αξιοπιστίας της Πολιτικής και των πολιτικών.        

Χωρίς να επεκταθούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, έχουμε την άποψη ότι, όλοι οι πολίτες της «Δύσης» κάτι ανάλογο επιθυμούν – μία υγιή Πολιτεία δηλαδή, έχοντας πλέον «κουρασθεί» από την «κενότητα» του πολιτικού λόγου, από τις χωρίς αντίκρισμα υποσχέσεις των κομμάτων, από τα πολλά λόγια χωρίς έργα, από την ανικανότητα, από την ανεπάρκεια, από τη διαφθορά και από τη διαπλοκή. Ίσως λοιπόν να είναι αυτός ένας δρόμος για να αντιμετωπισθεί με επιτυχία η οικονομική εξουσία, χωρίς να μας οδηγήσει, μέσα από τη δικτατορία των αγορών, σε απολυταρχικά καθεστώτα – τα οποία θα καταστρέψουν πολλά από αυτά που έχουμε επιτύχει μέχρι σήμερα.  

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

 Σύμφωνα με τον Schopenhauer, “Όλα όσα θεμελιώνουν τις διαφορές στη μοίρα των ανθρώπων, μπορούν να αναχθούν στους εξής τρείς βασικούς προσδιορισμούς:

(α)  Στο τι είναι κανείς – δηλαδή, στην προσωπικότητα υπό την ευρύτερη της έννοια, όπου συγκαταλέγονται η υγεία, η δύναμη, η ομορφιά, η ιδιοσυγκρασία, η ηθική «ποιότητα», η ευφυΐα και η παιδεία του εκάστοτε ατόμου.

(β)  Στο τι έχει κανείς – δηλαδή, στην ιδιοκτησία, καθώς επίσης στην περιουσία κάθε μορφής.

(γ)  Στο τι «παριστάνει» κανείς – στο πως φαίνεται δηλαδή στα μάτια των άλλων ανθρώπων, καθώς επίσης ποια είναι η γνώμη τους για αυτόν.

Ειδικά όσον αφορά μία χώρα, την Ελλάδα εν προκειμένω, έχουμε την εντύπωση πως αν τελικά καταφέρουμε να ενεργήσουμε συλλογικά και όχι μόνο ατομικά, εάν δηλαδή αντικαταστήσουμε δημιουργικά το «εγώ» με το «εμείς», ενδιαφερόμενοι με το τι είμαστε ως κοινωνία, με το τι έχουμε σαν κράτος, καθώς επίσης με το πώς φαινόμαστε «στα μάτια των άλλων», προσελκύοντας ξανά ικανούς Πολίτες στην πολιτική, παράγοντας πλούτο και αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητα μας, η έκβαση της κρίσης θα μπορούσε να μην είναι αρνητική (υπό την προϋπόθεση ότι θα προλάβουμε το ΔΝΤ, το οποίο πιθανολογούμε ότι πολύ σύντομα θα μας «καταδικάσει ερήμην»). 

Εάν όμως δεν μπορέσουμε τελικά να «υπερβούμε» τα χρόνια ελαττώματα μας, παραμένοντας στάσιμοι στη συνεχή, στην αρνητική, στη μη δημιουργική, στη «στείρα» κατ’ επέκταση κριτική «όλων σε όλους και για όλα» (είμαστε ίσως η μοναδική χώρα που «κατακρίνει» συνεχώς τον εαυτό της, χωρίς να κάνει πρακτικά τίποτα για να τον αλλάξει), τότε δυστυχώς δεν θα μπορέσουμε να αποφύγουμε την  καταστροφή – η οποία θα οφείλεται αποκλειστικά και μόνο σε εμάς, αφού είμαστε Πολίτες ενός πάμπλουτου, προικισμένου πολλαπλά κράτους.  

 

Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 02. Απριλίου 2011, viliardos@kbanalysis.com      

* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2321.aspx

Η ΥΓΙΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ I

Η ΥΓΙΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ:

Τα βασικά σφάλματα των πολιτικών, η αναξιοπιστία της πολιτικής, ο εγκλωβισμός της Πολιτείας, … Μέρος Ι 

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Η πολιτική είναι ένα μίγμα απίστευτου θράσους, αυθάδους ανεπάρκειας, κοροϊδίας των πολιτών, ανικανότητας, εμπορίου με ξένα χρήματα και χρηματισμού, εις βάρος του δημοσίου…… Ουσιαστικά ένας άνθρωπος ωριμάζει, όταν παύει πια να επιβιώνει με τη βοήθεια των γονέων του – όταν αναλαμβάνει δηλαδή μόνος του όλες τις ευθύνες του. Αντίστοιχα, ένας Πολίτης ωριμάζει, όταν παύει να πιστεύει ότι οι πολιτικοί έχουν τη δυνατότητα να λύσουν τα προβλήματα του – όπως επίσης όχι τα προβλήματα των υπολοίπων ανθρώπων.

Κατά κανόνα λοιπόν, το καλύτερο για μία χώρα είναι να έχει μία κυβέρνηση, η οποία δεν κάνει τίποτα. Αυτό τουλάχιστον μας διδάσκει η Ιστορία, στηριζόμενη στη διαπίστωση ότι, το κενό μεταξύ των πολιτικών προθέσεων και των αποτελεσμάτων είναι τεράστιο, αγεφύρωτο καλύτερα. Είναι άλλωστε γνωστό πως οι σημερινές υποσχέσεις των πολιτικών, είναι οι αυριανοί φόροι, αφού το κράτος δεν κερδίζει χρήματα. Όλα όσα προσφέρει μία κυβέρνηση, θα πρέπει προηγουμένως να τα εισπράξει από κάποιους άλλους” (Φιλελεύθερο Ινστιτούτο).

Θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε, εν μέρει τουλάχιστον, με την παραπάνω τοποθέτηση, τεκμηριώνοντας εύκολα την αντίθεση μας με το ότι, «η μοναδική προστασία μας απέναντι στην Οικονομική Εξουσία, είναι η Πολιτική». Ακόμη περισσότερο, διαπιστώνοντας πως η οικονομική εξουσία, ειδικά οι μεγάλες πολυεθνικές, καθώς επίσης ο αχόρταγος χρηματοπιστωτικός κλάδος, αφενός μεν έχουν μονοπωλήσει τις αγορές, αφετέρου τείνουν να αποκρατικοποιήσουν την πολιτική εξουσία, αναλαμβάνοντας πλέον εξ ολοκλήρου τα ηνία της δύσης, είναι αδύνατον να αποδεχθούμε την κυριαρχία τους στη θέση της Πολιτικής – πόσο μάλλον όταν είναι εμφανές ότι καταστρέφουν πια τη μεσαία τάξη, η οποία είχε αναλάβει σχεδόν εξ ολοκλήρου το βάρος της στήριξης του κοινωνικού κράτους.   

Από την άλλη πλευρά όμως, έχοντας συνείδηση των τεράστιων αδυναμιών της Πολιτικής, η οποία ουσιαστικά διευκόλυνε την εγκαθίδρυση της «δικτατορίας των αγορών», με τη βοήθεια του νεοφιλελευθερισμού, βρισκόμαστε σε πολύ δύσκολη θέση. Δεν μπορούμε άλλωστε να αδιαφορήσουμε ή να υποτιμήσουμε τη σημασία των πέντε «συστημικών» σφαλμάτων των πολιτικών, έτσι όπως έχουν αναδειχθεί από τον M. Ridley:

(α)  Υπερκινητικότητα («μανιακή ενεργητικότητα»): Με την έκφραση αυτή υπονοείται η τάση των πολιτικών να ενεργούν άμεσα, καταναγκαστικά δηλαδή, χωρίς να έχουν σαφή γνώση των αιτιών που προκάλεσαν ένα πρόβλημα, καθώς επίσης χωρίς να γνωρίζουν τον τρόπο επίλυσης του.    

(β)  Ιδιοτέλεια: Πρόκειται για την επιλογή εκ μέρους των πολιτικών εκείνης της λύσης ενός προβλήματος, η οποία τους προσφέρει προσωπικά πλεονεκτήματα – συνήθως πολιτικά αλλά και διάφορα άλλα. 

(γ)  Μονόπλευρη αντιμετώπιση: Οι πολιτικοί συνήθως επικεντρώνονται σε ένα θέμα, εξετάζοντας το απομονωμένα. Δηλαδή, δεν ασχολούνται καθόλου με τις ενδεχόμενες «παρενέργειες» των εκάστοτε αποφάσεων τους, με αποτέλεσμα οι λύσεις που επιλέγουν να «παράγουν» αυτόματα νέα προβλήματα.

(δ)  Συναισθηματικές αποφάσεις: Κρίνοντας «εξ ιδίων τα αλλότρια», ενεργούν με βάση τα προσωπικά τους συναισθήματα, καθώς επίσης με τις υποκειμενικές εμπειρίες τους, προτείνοντας ή αποφασίζοντας ανάλογα «μέτρα».

(ε)  Υπερβολική αυτοπεποίθηση: Εδώ έχουν ουσιαστικά την εντύπωση ότι γνωρίζουν πολύ περισσότερα, από αυτό που στην πραγματικότητα συμβαίνει. Ειδικότερα, επειδή είναι αρκετές φορές μη εκπαιδευμένοι στο πολιτικό αντικείμενο τους (για παράδειγμα, είναι συχνό το φαινόμενο ενός υπουργού υγείας, με νομικές σπουδές και όχι ιατρικές), οι ενέργειες τους είναι συνήθως καταστροφικές.   

Περαιτέρω, είναι επίσης δύσκολο να μην αποδεχθούμε το γεγονός ότι, η βασική επιδίωξη των πολιτικών είναι η εξουσία (δύναμη) – για την ανάληψη και διατήρηση της οποίας απαιτείται η πρόσβαση τους τόσο σε «κεφαλαιακές πηγές» (resources), όσο και σε «διατεταγμένα ΜΜΕ». Αναμφίβολα, ο βασικότερος στόχος τους είναι η εξέλιξη, η προσωπική τους καριέρα δηλαδή, όπως για παράδειγμα η άνοδος στην κομματική ιεραρχία και στη διακυβέρνηση μίας χώρας.

Άλλωστε, οι πολιτικοί δεν επιθυμούν λιγότερο από τους άλλους ανθρώπους να κερδίσουν χρήματα, ενώ συνήθως επιδιώκουν την εκπλήρωση των στόχων τους εις βάρος τρίτων. Δηλαδή, σπάνια επενδύουν τα δικά τους χρήματα, προτιμώντας να προωθούν την καριέρα τους με ξένα κεφάλαια – μοιράζοντας «υποσχέσεις επιστροφής» τους, όταν ανέλθουν στην εξουσία (όλες οι εκλογικές καμπάνιες των πολιτικών, σχεδόν στο σύνολο τους, χρηματοδοτούνται από την οικονομική εξουσία – προφανώς έναντι «αδρών» ανταλλαγμάτων).   

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τα κόμματα, τα οποία συντηρούν τον πανάκριβο «μηχανισμό» τους αφενός μεν με τεράστια δάνεια από τις τράπεζες, αφετέρου δε με ενισχύσεις εκ μέρους των επιχειρήσεων (μαύρα ταμεία κλπ) – γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα την εξάρτηση τους από τους πάσης φύσεως χρηματοδότες, εάν όχι «εργοδότες» τους (το ότι παράλληλα απαιτούν από τους πολίτες φορολογική συνείδηση, θυσίες και εντιμότητα, χωρίς κανέναν ηθικό ενδοιασμό, αποτελεί ένα ακόμη «δείγμα» της ιδιαιτερότητας τους).      

Επομένως, τόσο η διαφθορά, όσο και η διαπλοκή είναι, μάλλον «κατ’ ανάγκη», εάν όχι «εκ φύσεως», «συνώνυμα» της πολιτικής –  ενώ δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι οι πολιτικοί θα ενεργούν ηθικότερα από όλους τους άλλους ανθρώπους, θα ενδιαφέρονται περισσότερο για το κοινό καλό, θα είναι λιγότερο «καριερίστες» και δεν θα επιθυμούν να πλουτίσουν.  

Πως είναι δυνατόν λοιπόν να θεωρούμε ότι μπορεί η Πολιτική να μας προστατεύσει από την οικονομική εξουσία, αφού είναι σχεδόν υποχρεωμένη να διαπλέκεται μαζί της, εάν θέλει να επιτυγχάνει τους στόχους της; Ακόμη περισσότερο, πως μπορούμε να περιμένουμε ότι στην Πολιτική θα προωθούνται οι καλύτεροι, όταν  τους αμείβουμε πολύ λιγότερο από αυτά που προσφέρουν οι πολυεθνικές, υποχρεώνοντας τους ταυτόχρονα να αναλαμβάνουν πολλαπλάσιες ευθύνες; Δεν βλέπουμε καθημερινά ότι, τόσο το επίπεδο, όσο και η «επάρκεια» των πολιτικών πλησιάζουν απειλητικά στο «ναδίρ» – με τα συγκριτικά λιγότερο ικανά, αλλά περισσότερο «διαπλεκόμενα» άτομα να ανέρχονται στην ιεραρχία;

Στον Πίνακα Ι που ακολουθεί καταγράφονται οι αμοιβές των κεντρικών τραπεζιτών (Πολιτική Εξουσία), ενώ στον επόμενο (Πίνακας ΙΙ), οι αμοιβές των δέκα πιο ακριβοπληρωμένων διευθυντών πολυεθνικών (Οικονομική Εξουσία), έτσι ώστε να έχουμε κάποια συγκριτικά μεγέθη:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ετήσιες αμοιβές των κεντρικών τραπεζιτών της δύσης (2010) σε €

Όνομα

Τράπεζα

Μισθός (χιλιάδες)

 

 

 

Axel Weber

BUNDESBANK

391.522

Jean-Claude Trichet

EKT

367.863

Mervyn King

BANK OF ENGLAND

355.026

Masaaki Shirakawa

BANK OF JAPAN

299.436

Ben Bernanke

FED

143.566

Πηγή: FTD, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

 

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, ο (πρώην) κεντρικός τραπεζίτης της Γερμανίας είναι ο πλέον ακριβοπληρωμένος, ενώ ο συνάδελφός του των Η.Π.Α. αμείβεται με τα λιγότερα, σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους. Σύμφωνα δε με το γερμανικό Τύπο (Die Welt), ο ετήσιος μικτός μισθός της καγκελαρίου είναι περίπου 192.000 €, ενώ ο αντίστοιχος των υπουργών 156.000 €.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Ετήσιες αμοιβές των δέκα πιο καλοπληρωμένων διευθυντών της Γερμανίας, το 2010 σε €

Όνομα

Εταιρεία

Μισθός (εκατομμύρια)

 

 

 

Martin Winterkorn

Volkswagen

9.330.000

Peter Loescher

Siemens

8.980.000

Dieter Zetsche

Mercedes (Daimler)

8.820.000

Wolfgang Reitzle

Linde

6.950.000

Juergen Grossmann

RWE

6.670.000

Josef Ackermann

Deutsche Bank

6.450.000

Michael Diekmann

Allianz

5.860.000

Kasper Rorsted

Henkel

5.640.000

Juergen Hambrecht

BASF

5.240.000

Herbert Hainer

Adidas

4.830.000

Πηγή: FTD, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

 

Χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, από τους παραπάνω Πίνακες Ι και ΙΙ διαπιστώνουμε αμέσως ότι, υπάρχουν τεράστιες αποστάσεις στις αμοιβές των στελεχών του ιδιωτικού τομέα, σε σχέση με αυτές του δημοσίου. Ο διευθυντής της Volkswagen αμείβεται με 9,33 εκ. € (777.000 € μηνιαία), ενώ η καγκελάριος μόλις με 192 χιλιάδες (με 16.000 μηνιαία ή σχεδόν κατά 50 φορές λιγότερα).     

Επομένως, ο ιδιωτικός τομέας, ειδικά βέβαια οι μεγάλες πολυεθνικές, καθώς επίσης ο τραπεζικός κλάδος, προσελκύουν τα καλύτερα δυνατά άτομα, με τα οποία προφανώς είναι πολύ δύσκολο, εάν όχι απίθανο, να ανταγωνισθεί ο δημόσιος τομέας – πόσο μάλλον εάν συνυπολογίσουμε ότι, ο κύριος διαφθορέας των πολιτικών είναι οι managers των πολυεθνικών.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ

 Επειδή σκόπιμα δεν θέλουμε να επικεντρωνόμαστε στη χώρα μας, επιθυμώντας να αποφύγουμε την (εσφαλμένη) εντύπωση πως όλα όσα «διαδραματίζονται» εδώ, δεν συμβαίνουν αλλού, ενώ οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στα οικονομικά μας προβλήματα (πράγμα που σίγουρα δεν συμβαίνει), θα εξετάσουμε περαιτέρω την αξιοπιστία ή μη της Πολιτικής στη Γερμανία – ένα τεράστιο πρόβλημα, με το οποίο ευρίσκονται αντιμέτωπες όλες οι δημοκρατικές χώρες του πλανήτη.   

Οι πολιτικοί στη Γερμανία έχουν υποστεί τον τελευταίο καιρό μια «δραστικότατη» μείωση, μία απώλεια καλύτερα της αξιοπιστίας τους – με αποτέλεσμα να είναι πλέον η «επαγγελματική ομάδα» με τη χειρότερη εικόνα, συγκριτικά με όλες τις άλλες. Πολλοί Γερμανοί λοιπόν αναρωτιούνται, εάν η έλλειψη της πολιτικής αξιοπιστίας είναι το πρόβλημα της εποχής μας ή εάν η πρακτική εξάσκηση της Πολιτικής αποτελεί από μόνη της πρόβλημα.  

Σύμφωνα με μία πρόσφατη δημοσκόπηση, οι γιατροί είναι το επάγγελμα με το μεγαλύτερο κύρος στη Γερμανία (78%), ακολουθούμενοι από τους ιερείς (39%) και τους καθηγητές Πανεπιστημίων (34%). Στον «επίλογο» της λίστας με τα πλέον «επιθυμητά» (prestige, γόητρο) επαγγέλματα, συναντάει κανείς τους πολιτικούς – με ένα ποσοστό της τάξης του 6%. Το τελικό συμπέρασμα της δημοσκόπησης είναι πως οι πολιτικοί έχουν αποξενωθεί εντελώς από τους Πολίτες, με το 98% των ερωτηθέντων να απαιτούν «στενότερη» επικοινωνία των πολιτικών με το λαό.

Το 80% ισχυρίζεται ότι, «λαμβάνονται σημαντικές πολιτικές αποφάσεις, με τις οποίες δεν συμφωνεί η πλειοψηφία», ενώ το 85% αναφέρει πως «οι περισσότεροι πολιτικοί δεν γνωρίζουν τι συμβαίνει στην πραγματική ζωή». Παράλληλα, η πλειοψηφία των πολιτών κατηγορεί την κυβέρνηση για υπερβολική γραφειοκρατία, η οποία δυσχεραίνει την καθημερινότητα (αν σκεφθούμε βέβαια ότι, στη Γερμανία μπορεί κανείς να ξεκινήσει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μία επιχείρηση, να εκδώσει τιμολόγια σε ένα λευκό χαρτί αμέσως, να σταματήσει τη λειτουργία μίας εταιρείας απλά με μία δήλωση του, να καθυστερήσει μόλις δέκα λεπτά σε μία δημόσια υπηρεσία κλπ, ζώντας σε μία χώρα χωρίς φροντιστήρια, με πραγματικά δωρεάν υγεία και δημόσια παιδεία, είναι δύσκολο να καταλάβουμε πως ακριβώς «ορίζεται» εκεί η γραφειοκρατία).        

Περαιτέρω, εντελώς παραδόξως, οι ελπίδες της πλειοψηφίας των ερωτηθέντων, σε σχέση με την επίλυση των προβλημάτων τους, επικεντρώνονται στους ίδιους αυτούς πολιτικούς, τους οποίους ουσιαστικά χαρακτηρίζουν αναξιόπιστους. Όλες οι σκέψεις, καθώς επίσης οι προσδοκίες τους, κατευθύνονται στο εκάστοτε κόμμα της αντιπολίτευσης – το οποίο ήταν την αμέσως προηγούμενη περίοδο στην κυβέρνηση (!). Κάποιες φορές βέβαια σε κάποιον νέο πολιτικό, ο οποίος θα τα καταφέρει καλύτερα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η παρακάτω πρόταση ενός Γερμανού πολίτη, στα πλαίσια μίας τηλεοπτικής συζήτησης: «Έχω νευριάσει μέχρι θανάτου, επειδή ψήφισα στις προηγούμενες εκλογές τους Ελεύθερους Δημοκράτες. Πολλοί φίλοι μου έχουν επίσης απογοητευθεί που ψήφισαν τους Χριστιανοδημοκράτες, οι οποίοι κυβερνούν μαζί με τους Ελεύθερους Δημοκράτες. Ο θυμός τους μάλιστα είναι τόσο μεγάλος που έχουν γίνει ήδη εντελώς πράσινοι (Οικολόγοι)».     

Συμπερασματικά λοιπόν η αξιοπιστία της Πολιτικής ευρίσκεται στο ναδίρ – σε μία χώρα μάλιστα που έχει πολύ λιγότερα προβλήματα από τη δική μας, με μάλλον περιορισμένη πολιτική διαπλοκή και διαφθορά η οποία, αν μη τι άλλο, δεν είναι θεσμοθετημένα ατιμώρητη, όπως δυστυχώς συμβαίνει στην Ελλάδα (οι ποινές είναι εξαιρετικά αυστηρές, ενώ ο έλεγχος συνεχής).

Ακόμη περισσότερο, οι Γερμανοί εκφράζουν φανερά την απέχθεια τους απέναντι στους Πολιτικούς, κοροϊδεύουν την κυβέρνηση για πρώτη φορά στην Ιστορία τους και αντιδρούν εγωιστικά βίαια – με αποτέλεσμα να αυξάνεται η μαύρη εργασία και να γιγαντώνεται η φοροδιαφυγή, παρά την ύπαρξη μίας εξαιρετικά ικανής, μίας τρομακτικής καλύτερα οικονομικής αστυνομίας, η οποία αποτελεί ένα πραγματικό «κράτος εν κράτει» στη χώρα.

Ταυτόχρονα, οι ελπίδες των Γερμανών για ένα καλύτερο μέλλον επικεντρώνονται στην Πολιτική – παρά το ότι αυξάνονται καθημερινά οι διαμαρτυρίες (διαδηλώσεις) και διογκώνεται η αποχή από τις εκλογές, ενώ η κομματική αφοσίωση (loyalty) περιορίζεται διαρκώς….

Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 02. Απριλίου 2011, viliardos@kbanalysis.com      

* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2321.aspx

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

Εργασία: Το φαινόμενο του Φετιχισμού …

Το φαινόμενο του Φετιχισμού και η λογική του αντεστραμμένου κόσμου:

Μια απάντηση στο κείμενο των είκοσι πανεπιστημιακών

 

Του Βασίλη Γρόλλιου*

 

Με μεγάλη μου λύπη διάβασα το κείμενο των 20 πανεπιστημιακών που δημοσιεύτηκε στα τέλη Φεβρουαρίου καθώς και τη συνέντευξη της κυρίας Βάσως Κιντή στο Βήμα της 27 Φεβρουαρίου. Κεντρική λογική και των δύο κειμένων είναι ότι δεν θα πρέπει να απεργούμε στη συγκεκριμένη συγκυρία διότι «με περισσότερη δουλειά» θα λυθούν τα προβλήματα, αφού «πρέπει να παραχθεί πλούτος, ώστε να μη στηριζόμαστε στα δανεικά».

Στο άρθρο αυτό δεν θα αποπειραθώ να απαντήσω ως τεχνοκράτης οικονομολόγος, ο οποίος μπορεί να παρουσιάσει οικονομικά στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν ότι οι κυβερνήσεις σε όλο το δυτικό κόσμο τα τελευταία 30 χρόνια μείωσαν δραστικά τη φορολόγηση των καπιταλιστών, τη συμμετοχή τους στο «συλλογικό ταμείο» καλύπτοντας τις κοινωνικές ανάγκες με δανεικά, κάτι που μας οδήγησε στην τωρινή κατάσταση. Παραπέμπω στα στοιχεία της έκθεσης των Ευρωπαίων οικονομολόγων για κάτι τέτοιο.

 (http://www.euromemo.eu/euromemorandum/euromemorandum_2010_11/index.html) Αντίθετα θα αποπειραθώ να απαντήσω στο αν η περισσότερη εργασία, η κύρια αξία που πάντα υποστήριζαν οι εκφραστές του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, μπορεί να γίνει αποδεκτή. Αυτό προϋποθέτει μια γνωριμία με τη λογική του φετιχισμού και του αντεστραμμένου κόσμου, όπως αναλύονται στη μαρξική φιλοσοφία.

Ο Μαρξ αναλύει τον φετιχισμό εστιασμένα στον πρώτο τόμο Κεφαλαίου, στο κεφάλαιο με τίτλο «Ο φετιχισμός των εμπορευμάτων και το μυστικό τους». Μπορεί ο Μαρξ να αναφέρεται στο φετιχισμό μόνο όσον αφορά τα εμπορεύματα, αλλά θεωρώ ότι ο φετιχισμός είναι ένα γενικότερο φαινόμενο στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, το οποίο δεν σχετίζεται μόνο με την έννοια του εμπορεύματος. Ένα βασικό ερώτημα που θέτει στην αρχή του Κεφαλαίου ο Μαρξ είναι ποια είναι η βασική μορφή που παίρνει ο πλούτος στην κεφαλαιοκρατική μορφή κοινωνίας. Η απάντηση είναι το προϊόν. Το κάθε προϊόν έχει μια αξία χρήσης (use-value) και έτσι ικανοποιεί μια ανθρώπινη ανάγκη. Τίποτα το μυστήριο δεν υπάρχει εδώ.

Στον καπιταλισμό όμως η παραγωγή δεν γίνεται για λόγους ικανοποίησης των ανθρωπίνων αναγκών. Στην ανταλλακτική κοινωνία το προϊόν μπορεί να πουληθεί μόνο αν κάποιος άλλος θελήσει να το αγοράσει. Δεν είναι πλέον σημαντική η αξία χρήσης του αλλά η ανταλλακτική του αξία. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα με το νερό και το διαμάντι. Το προϊόν αποκτά κάποιες ιδιότητες που δεν ήταν στη φύση του, δεν ήταν εγγενείς σε αυτό. Σαν να έχει το προϊόν μια επιπρόσθετη ιδιότητα. Η κλασική πολιτική οικονομία και ο Μαρξ την ονομάζουν αξία. Από τι εξαρτάται η αξία του προϊόντος; Όχι από την αξία χρήσης του απαντά ο Άνταμ Σμιθ, εφόσον τότε το νερό θα ήταν πιο ακριβό από το διαμάντι.

Για την κλασική πολιτική οικονομία η αξία εξαρτάται από την παραγωγικότητα της εργασίας, από την ποσότητα της εργασίας που υπάρχει στο εκάστοτε προϊόν. Όμως, λέει ο Μαρξ, δεν σημαίνει ότι όσο περισσότερη εργασία έχει καταναλωθεί  για να δημιουργηθεί το προϊόν τόσο περισσότερη αξία αυτό έχει. Σε αυτή την περίπτωση, δεν θα υπήρχε καμία πίεση για εντατικοποίηση της εργασίας. Για τον Μαρξ, η αξία εξαρτάται από τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας. Η αξία εκφράζει χρόνο, κοινωνικό χρόνο. Ποιό χρόνο όμως; Τον ελάχιστο χρόνο στον οποίο μπορεί να παραχθεί το προϊόν. Ο χρόνος είναι λοιπόν χρήμα. Η εργασία έχει αξία στο βαθμό που μεταφράζεται στο μίνιμουμ του εφικτού χρόνου παράγωγης.

Η αφηρημένη εργασία ως χρόνος είναι το πώς εμείς ως κοινωνία διευθετούμε το χρόνο μας προκειμένου να παράγουμε αυτό που χρειαζόμαστε για να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες μας. Η αξία μεταφράζεται σε χρήμα. Το χρήμα είναι η μορφή της αξίας, η ενσάρκωσή της.  Ο χρόνος είναι χρήμα.

Η ανταλλαγή των προϊόντων της εργασίας παρουσιάζεται σαν μια κοινωνική σχέση. Τα προϊόντα, λέει χαρακτηριστικά ο Μαρξ στο κεφάλαιο για τον φετιχισμό, γίνονται «κοινωνικά αντικείμενα». Η αξία διαμορφώνεται ανεξάρτητα από τη θέληση του δημιουργού του προϊόντος. Η αξία δεν μπορεί να προβλεφτεί ακριβώς. Η κίνηση των προϊόντων εξουσιάζει τους παραγωγούς τους αντί οι παραγωγοί να εξουσιάζουν αυτήν. Το χρήμα εκφράζει τον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας και τις κοινωνικές σχέσεις των παραγωγών. Το χρήμα γίνεται ο κύριος συνδετικός κρίκος μεταξύ των ανθρώπων. Το χρήμα εκφράζει μια κοινωνική σχέση.

Ο φετιχισμός είναι πραγματικός. Όντως τα προϊόντα αποκτούν μια εξουσία έναντι αυτών που τα παράγουν. Στόχος της κοινωνίας δεν είναι η ικανοποίηση των αναγκών αλλά η αύξηση του χρήματος μέσω της ανταλλαγής. Ο Σμιθ είχε δίκιο, όταν έλεγε ότι η αγορά λειτούργει με βάση το αόρατο χέρι. Πως όμως εξηγείται αυτό; Γιατί οι κοινωνικές, οι ανθρώπινες σχέσεις παίρνουν τη μορφή σχέσεων μεταξύ πραγμάτων; Η κλασική πολιτική οικονομία, λέει ο Μαρξ, δεν έθεσε το ερώτημα γιατί η αξία του προϊόντος για αυτήν εκφράζεται με βάση τον εργάσιμο χρόνο. Πώς γίνεται και ενώ εμείς δημιουργούμε τις οικονομικές συνθήκες ανταλλαγής των προϊόντων αυτές να λειτουργούν με μια λογική που δεν μπορεί κανείς να ελέγξει, με μία λογική  που δεν λαμβάνει υπόψη της τις ανάγκες μας; Τα προϊόντα μετατρέπονται σε χρήμα και το χρήμα φαίνεται να ακολουθεί μια πορεία που δεν μπορούμε να ελέγξουμε ή να προβλέψουμε.

Η εργασία έχει νόημα μόνο στο βαθμό που μπορεί να φέρει χρήμα. Η διαδικασία που ακολουθεί το χρήμα, η αξία στην προσπάθεια της να αυτοαναπαραχθεί είναι το κεφάλαιο. Το κεφάλαιο είναι λοιπόν η μορφή που παίρνει η εργασία στον καπιταλισμό.

Πρέπει να βλέπουμε το φετιχισμό ως μια διαδικασία την οποία οι ίδιοι οι εργάτες ανακινούν εφόσον αποδέχονται τις μορφές εξουσίας που βιώνουν, εφόσον αποδέχονται τη λογική της ατομικής ιδιοκτησίας, τη λογική του συστήματος, εφόσον βοηθάνε την αξία, το χρήμα να αυτοαναπαραχθεί, εφόσον γίνονται τα «φαντάσματα» του κεφαλαίου. Εμείς είμαστε το κεφάλαιο, το κεφάλαιο δεν είναι έξω από εμάς σε μια άλλη διάσταση. Οι άνθρωποι με την αποδοχή των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων εξουσίας παράγουν έναν κόσμο που τους υποδουλώνει. Αυτή η υποδούλωση στα αποτελέσματα της ανθρώπινης εργασίας είναι ο αναποδογυρισμένος, ο αντεστραμμένος κόσμος, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Μαρξ, (an inverted, perveted world, a topsy-turvy world).

Πώς εξηγείται η ύπαρξη του αντεστραμμένου κόσμου; Από το γεγονός ότι αντί οι άνθρωποι να καθορίζουν την κίνηση του χρήματος και να το χρησιμοποιούν για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους συμβαίνει το αντίθετο, δηλαδή το χρήμα εξουσιάζει τους ανθρώπους μετατρέποντάς τους σε προσωποποιήσεις των οικονομικών κατηγοριών.

Οι βασικές αξίες της λογικής του καπιταλισμού, του συστήματος που βιώνουμε, όπως ο ανταγωνισμός και το κυνήγι του κέρδους δεν προέρχονται από εγγενή και αναπόφευκτα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φύσης. Δεν είναι χαρακτηριστικά ενός νόμου της φύσης. Προέρχονται από τον τρόπο με τον οποίο είναι δομημένες οι κοινωνικές σχέσεις. Οι κοινωνικές σχέσεις παίρνουν μορφές που αντί να ικανοποιήσουν τις κοινωνικές ανάγκες, να προστατεύσουν την ανθρώπινη τιμή, υπόληψη και αξιοπρέπεια, προστατεύουν το κέρδος. Τα κέρδη είναι πάνω από τους ανθρώπους, (η αντιστροφή των όρων είναι γνωστό σύνθημα της αριστεράς). Καταστρέφουμε τροφή για να μην πέσει η τιμή της την ώρα που κάποιοι άλλοι πεθαίνουν από την πείνα. Αν μειωθούν οι πωλήσεις αυτοκινήτων, θα μειωθεί η ρύπανση του περιβάλλοντος, θα βελτιωθεί η κίνηση στην πόλη αλλά πολλοί εργαζόμενοι θα μείνουν άνεργοι! Ο κόσμος μας είναι γεμάτος αντιφάσεις. Η λογική της ατομικής ιδιοκτησίας στις επιχειρήσεις είναι εντελώς αντιφατική! Ο καπιταλιστής θέλει οι δικοί του εργάτες να έχουν χαμηλούς μισθούς αλλά όλοι οι άλλοι υψηλούς για να έχουν αγοραστική δύναμη για να πουλάει τα προϊόντα του. Από τη μια, το κράτος να μην τον φορολογεί, να μην τον περιορίζει αλλά από την άλλη να μην είναι πολύ χαμηλοί οι μισθοί και οι συντάξεις για να κινείται το χρήμα!

Η λογική του καπιταλιστή είναι αναπόφευκτα λοιπόν η λογική του «μετά από μένα το χάος». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο Κεφάλαιο «όπως τα βαμπίρ έχουν μια ακατανίκητη δίψα για αίμα έτσι και ο καπιταλιστής έχει μια ακατανίκητη επιθυμία να ρουφήξει το αίμα της εργατικής τάξης». Μήπως βλέπουμε κάτι το διαφορετικό να συμβαίνει σήμερα;

Τι θα γίνει αν υποταχθούμε και άλλο σε αυτή τη λογική του αντεστραμμένου κόσμου; Θα μεταφέρουμε εισοδήματα σε κοινωνικές ανάγκες; Να σας υπενθυμίσω κύριοι/ες που υπογράψατε το κείμενο τις τεράστιες φοροαπαλλαγές που εξακολουθούν να απολαμβάνουν οι καπιταλίστες; Λυπάμαι που στο κείμενο σας δεν γίνεται η παραμικρή προσπάθεια προβληματισμού γύρω από το ερώτημα για το ποια είναι η λογική του συστήματος όλα αυτά τα χρόνια. Μήπως οι Έλληνες δεν ήταν ήδη ανάμεσα στους εργαζόμενους που δούλευαν από τις περισσότερες ώρες στην Ευρώπη; Βέβαια όλη αυτή η ανάλυση αλλάζει εντελώς το περιεχόμενου του όρου δημοκρατία και της σημασίας που αποκτά η ταξική πάλη, αλλά αυτά δεν μπορούν να αναλυθούν σε ένα άρθρο εφημερίδας.

 

* Ο Βασίλης Γρόλλιος είναι Διδάκτωρ πολιτικής φιλοσοφίας (vgrollios@gmail.com)

 

ΠΗΓΗ: 17/03/2011, http://www.alfavita.gr/artro.php?id=26544

Το σακάτεμα της ελληνικής κοσμοαντίληψης

ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΣ ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟ

ή το σακάτεμα της ελληνικής κοσμοαντίληψης

 

Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη*


 

Μάλλον είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι πίσω από την οικονομική κρίση λανθάνει η κοινωνιολογική ή καλύτερα η ανθρωπολογική κρίση του νεωτερικού ατόμου, έτσι όπως δομήθηκε στην νεοελληνική αντιφατική εκδοχή του.

Μάλιστα, οι απόψεις αυτές ακούγονται σαν ψίθυροι, μπροστά στον οδυρμό των οικονομικών και λοιπών αναλυτών, για την απώλεια της καταναλωτικής ευζωίας του νεοέλληνα ή στις ηθικιστικές κορώνες των δημοσιογράφων – γυμνασιακής γραφής – που μισθοδοτούνται από το κυρίαρχο σύστημα.  Εν τούτοις, είναι παρήγορο ότι την τελευταία περίοδο τίθενται πλέον ευθέως ζητήματα κοινωνικής και πολιτικής ελευθερίας, με τα προτάγματα της κοινωνικής δικαιοσύνης, της άμεσης δημοκρατίας αλλά και της εθνικής ανεξαρτησίας, να επανέρχονται στο προσκήνιο.

Είναι όμως ιλαροτραγικό ότι επιχειρούμε εκ νέου ως κοινωνία να εφεύρουμε ό,τι κατέχουμε ήδη – τουλάχιστον – από το τέλος του  18ου αιώνα. Μπορεί δε να είναι και ματαιοπονία η προσπάθεια μας αυτή, αν συνεχίσουμε ανυποψίαστοι στην ιδέα πως ότι είναι ζητούμενο σήμερα, υπήρξε χθες βιωματική αλήθεια και σταθερή κατάκτηση του Λαού μας.

Στο άρθρο 2 του κανονισμού Δημογεροντίας της Καλύμνου, του έτους 1894 παρακαλώ, και μάλιστα υπό οθωμανική κατοχή, διαβάζουμε: «Προκειμένου περί ζητημάτων θιγόντων τα ανέκαθεν καθιερωμένα και ανεγνωρισμένα προνόμια του τόπου, η Δημογεροντία κατά τα ανέκαθεν κεκανονισμένα ουδεμίαν αρμοδιότητα έχει, μόνος δε αρμόδιος είναι ο  Λαός της νήσου Καλύμνου, προς ον η Δημογεροντία οφείλει να αναφέρεται εν πάση τοιαύτη περιπτώσει και συμφώνως τη κοινή αυτού εγκρίσει ενεργεί νομίμως.

Άλλως πάσα οιαδήποτε μονομερής πράξης της Δημογεροντίας θέλει είσθαι όλως άκυρος, οι δε παραίτιοι αυτής Δημογέροντες είτε και Δημοτικοί Σύμβουλοι θέλουσιν είσθαι υπεύθυνοι απέναντι του Λαού, θα παύωνται αμέσως τις θέσεων των, και θα εκλέγονται κατά τα κεκανονισμένα  υπό του λαού άλλοι αντ’ αυτών εν οιαδήποτε εποχή του έτους.»

Είναι προφανές: Ο Λαός (όπως και το Έθνος) δεν ταυτίζεται με το κράτος. Το κράτος επ’ ουδενί αυτονομείται από την κοινωνία. Το πολιτικό σύστημα δεν είναι κατά κανέναν τρόπο ιδιοκτήτης του κράτους, αφού η Δημογεροντία «οφείλει με την κοινή έγκριση του Λαού να ενεργεί νόμιμα». Το κράτος δεν είναι «το μαγαζί του πατέρα τους». Το κράτος είναι το μαγαζί του Λαού.  Ο Λαός είναι ιδιοκτήτης του κράτους και συμπεριφέρεται και πράττει απέναντι του όπως αυτός γουστάρει. Και αυτό συμβαίνει διότι αναγνωρίζεται ως de facto δεδομένη η ωριμότητα, η ενηλικίωση, του Λαού.

Ως εκ τούτου, ο Λαός αποφασίζει αν θα δανειστεί ή όχι και πόσο. Ο Λαός αποφασίζει αν θα προσλάβει ή όχι προσωπικό και σε ποιες θέσεις. Ο Λαός  αποφασίζει τι θα αναπτύξει και πώς. Ο Λαός αποφασίζει αν θα γίνει δρόμος, από πού θα περάσει και πόσο θα κοστίσει, αν θα πληρώσει διόδια για να τον φτιάξει ή αν θα προσφέρει «κοινοτικά μεροκάματα» για να τον ολοκληρώσει. Ο Λαός αποφασίζει πόσος θα είναι ο φόρος που δεν θα υπολογίζεται ανά ανθρώπινο κεφάλι (κεφαλικός φόρος) αλλά ανά συλλογικότητα με βάση την αρχή της αλληλεγγύης (βυζαντινό αλληλέγγυον). Ο Λαός εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό με τις σχετικές κατανομές των δαπανών σύμφωνα με τις προτεραιότητες και τις ανάγκες που ο ίδιος θέτει, απλά γιατί έτσι κάνει κέφι. Ο  Λαός εγκρίνει και τον τελικό απολογισμό με βάση την εμπειρία του από τον τρόπο που ο ίδιος αποφάσισε να ξοδέψει τα χρήματα και τους πόρους του.

Η κοινωνία δεν είναι απλά ένα άθροισμα μεμονωμένων ατόμων, οι οποίοι απλά ψηφίζουν κάθε τέσσερα χρόνια για να εκλέξουν αυτόν που θα αποφασίζει γι’ αυτούς. Η κοινωνία δεν είναι μια κάποια σύμβαση συγκρουόμενων συμφερόντων, δεν είναι societas, δεν είναι εταιρεία. Η κοινωνία είναι αγαπητική συνύπαρξη ανθρωπίνων προσώπων. Η κοινωνία είναι ξεθέωμα και καθημερινό τρεχαλητό να βρεις γνησίως άκρη με την μαλακία του κάθε απέναντι άλλου, αλλά και με τη δική σου. Είναι κατόρθωμα, η κοινωνία, δεν είναι ούτε high, ούτε low society.     

Το πολιτικό προσωπικό (και το σύστημα) δεν έχει καμιά αρμοδιότητα για ζητήματα που θίγουν τα «ανέκαθεν καθιερωμένα και ανεγνωρισμένα προνόμια του τόπου». Το πολιτικό σύστημα ασχολείται μόνο με την καθημερινή διεκπεραίωση των υποθέσεων του Λαού, το πολύ ως καλός λογιστής. Δεν είναι ούτε manager, ούτε Δ.Σ. ανωνύμου εταιρείας. Όποιος απ’ το πολιτικό σύστημα το «παίξει» manager που αποφασίζει μονομερώς – έστω κι αν έχει εκλεγεί – οι πράξεις του θα είναι εκ των προτέρων άκυρες – ακόμη και αν είναι προς το κοινό συμφέρον- ενώ ο ίδιος θα είναι υπεύθυνος απέναντι στο Λαό και θα παύεται αμέσως απ’ τη θέση του. Αμέσως δε, θα εκλέγεται άλλος στη θέση του, οποιαδήποτε εποχή του έτους κι αν είναι. Τελεία και παύλα. Ούτε αντιπροσωπεύσεις, ούτε κουραφέξαλα για πολίτες νήπια.  Η δυτικότροπη αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» δεν είναι τίποτα περισσότερο από «αιρετή τυρρανία».  Γι’ αυτό και η συμμετοχικότητα δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα καλοστημένο άλλοθι, ένα καρότο για την κοινωνία, όμοιο με το καρότο της υποκίνησης και της συμμετοχής στα κέρδη στις μονδέρνες θεωρίες του management. Το θεμελιώδες χάσμα μεταξύ αυτού που αποφασίζει και αυτού που υφίσταται τις συνέπειες των αποφάσεων, διατηρείται αγεφύρωτο και στις δύο περιπτώσεις.

Έχει απόλυτα δίκιο το αντιεξουσιαστικό κίνημα όταν ορίζει ότι «αν οι εκλογές άλλαζαν τα πράγματα θα ήταν παράνομες». Έχει απόλυτη επίγνωση ο Λαός μας όταν αρνείται να «συμμετάσχει», αφού «τίποτα δεν γίνεται». Και η δουλεία είτε νέτη-σκέτη καταναγκαστική, είτε μακιγιαρισμένη με ολίγην από χειραφέτηση, πάντα δουλεία θα είναι. Γι’ αυτό και στα ελληνικά η μισθωτή δουλεία, θα είναι πάντοτε δουλειά και ποτέ work.  Για τον ίδιο λόγο η ανεξάρτητη (sic) καθώς ορίζεται εργασία, θα είναι πάντοτε ζητούμενο μεγάλων τμημάτων του Λαού μας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και σήμερα ο δείκτης Μικρών και μεσαίων Επιχειρήσεων ανά χίλιους κατοίκους είναι στην Ελλάδα ακριβώς διπλάσιος του ευρωκοινοτικού Μέσου Όρου. Ακόμη και η λατρεία για μια θέση στην παρασιτική δημοσιουπαλληλία, υποκρύπτει συχνά τόσο μια βαθύτερη ανάγκη μετοχής στο κράτος μας, το κράτος ως ιδιοκτησία του Λαού, όσο και μια ανάγκη διαφυγής από τη καταναγκαστική δουλεία της μισθωτής σκλαβιάς στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Έτσι κι αλλιώς, το πελατειακό κράτος, το κράτος νταβάς, είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της δυτικής κοσμοαντίληψης για το συλλογικό. Διορισμοί δημοτικών υπαλλήλων απ’ το παράθυρο, γίνονται και εις Παρισίους. Διδακτορικοί τίτλοι σπουδών «πωλούνται» και στο LSE. Γερμανικές ήταν οι εταιρείες που διέφθαραν κρατικούς λειτουργούς.

Όμως, η ακαταμάχητη ισχύς του κράτους στη συνείδηση του δυτικού πειθαρχημένου νηπίου, επιτρέπει μια κάποια θεσμική λειτουργικότητα, αντίθετα με ότι συμβαίνει στον ελληνικό χώρο, όπου η αυτονόμηση του κράτους από την κοινωνία γεννά – φυσιολογικά – μια τυφλή επιθετικότητα. Είναι το πολιτικό σύστημα που «κλέβει» το κράτος από τον φυσικό ιδιοκτήτη του, το Λαό. Όσο ο Λαός αδυνατεί να πιστοποιήσει την «κλοπή», όσο αδυνατεί ακόμη και να την υποψιαστεί, θα επιτυγχάνεται η διαιώνιση της αντιπροσωπευτικής τυραννίας.    

Είναι ριζικά διάφορη η νοηματόδοτηση που έχει στην αφετηρία της η ελληνική αντίληψη για το συλλογικό, από την αντίστοιχη νοηματοδότηση του κόσμου της νεωτερικότητας. Όταν οι δύο αντιλήψεις συγχέονται, τότε το κράτος «ιδιοκτησία της κοινωνίας», μπορεί να λεηλατείται με την ίδια πικρία, αυτοκαταστροφή αλλά και αθωότητα, που ένα παιδί  καταστρέφει ένα παιχνίδι που κάποτε ήταν δικό του και τώρα βρίσκεται στα χέρια ενός μοσχαναθρεμμένου γειτονόπουλου, που το περιπαίζει μάλιστα για την απώλειά του.

Μέσα απ’ αυτήν την μηδενιστική αυτοκαταστροφή, αναδεικνύεται ίσως δριμύτερη, η δεύτερη σύγχυση. Το δεύτερο ασυμβίβαστο – σε ατομικό επίπεδο αυτή τη φορά- ανάμεσα στην ελληνική και στην νεωτερική αντίληψη για το υποκείμενο. Το δεύτερο θεμελιώδες ασυμβίβαστο, όσον αφορά  στο νόημα – στο περιεχόμενο – της ελευθερίας. Ο δυτικός άνθρωπος δεν μπόρεσε ποτέ να αντιληφθεί την ελευθερία ως κάτι περισσότερο από την ιδιωτική ελευθερία επιλογής. Ίσως μόνο στις κρίσιμες οριακές επαναστατικές στιγμές του, κάτι να ψυλλιάστηκε. Ο «ελβετόψυχος» άνθρωπος-επιλογέας απολαύσεων, δεν πήρε ποτέ χαμπάρι την ελευθερία ως κατάργηση της χρείας, ως ανυπακοή στην τυφλή ανάγκη. Η εθελούσια μητρική θυσιαστική αυταπάρνηση, η θεληματική αυτοκατάργηση των αναγκών μιας μάνας ως κορύφωση απελευθέρωσης, δεν συναντάται παρά μόνο στα εγχειρίδια ψυχολογίας της δυτικής κουλτούρας. 

Η τραγωδία της Αντιγόνης συγκινεί το δυτικό κοινό ως συναισθηματική σύγκρουση, όχι ως άσκηση προσωπικής ελευθερίας έναντι του κράτους. Η φράση «τα ξένα χέρια είναι μαχαίρια» ή «η ξένη δούλεψη είναι κατάρα» είναι προτάσεις άνευ λογικού περιεχομένου στη δυτική κοσμοαντίληψη. Η κοινωνική ελευθερία ως κατόρθωμα κοινωνίας και όχι ως ταξική συγκρουσιακή διεκδίκηση είναι ακατανόητη στην νεωτερικότητα.  Ακριβώς γιατί η ελευθερία – στη Δύση – δεν μπορεί ποτέ να ιδωθεί ως αδιαμεσολάβητη κίνηση του ανθρώπινου αυτεξούσιου. Η ελευθερία του  κατηγορούμενου διαμεσολαβείται όπως ορίζει το νομικό και κανονιστικό σύστημα-«πολιτισμός». Η ελευθερία του φορολογούμενου πολίτη διαμεσολαβείται μέσω του φορολογικού συστήματος. Απαράλλαχτα, όπως η πολιτική διαμοσολαβείται μέσω του πολιτικού συστήματος. Η πληροφορία διαμεσολαβείται μέσω πολυδαίδαλων συστημάτων επικοινωνίας.

Παντού και πάντα λογής διαμεσολαβητές λειτουργούν για λογαριασμό του κάθε ανεπανάληπτου ανθρώπινου προσώπου. Αυτή η διαμεσολάβηση οικοδομεί εν τέλει και το αισχρό πελατειακό κράτος, ως κατάντημα των διαδικασιών διαμεσολάβησης.  Ο ίδιος ο πολίτης άσχετος με τον διπλανό του, διαμαρτύρεται συχνά για αυτό το κατάντημα, ανυποψίαστος για την πιθανότητα μιας αδιαμεσολάβητης σχέσης με τον απέναντι Άλλο. Για εκατοντάδες χρόνια, ο Λαός μας δεν είχε μάθει με τόσους διαμεσολαβητές κι όταν μας επιβλήθηκαν στανικά ως θεσμικό πλαίσιο, τους βάλαμε γρήγορα στη θέση που πραγματικά τους άξιζε ως μεσάζοντες. Έτσι, δεν είναι καθόλου τυχαίο που «φορτώσαμε» τις ρουτίνες και τις διαδικασίες με δεκάδες παράπλευρα υποσυστήματα και άπειρες διαμεσολαβήσεις.  Η διογκωμένη ελληνική γραφειοκρατία προέκυψε – όχι μόνο ως μηχανισμός κρατικής κυριαρχίας αλλά και – ως ατομική αντίσταση στο διαμεσολαβητικό σύστημα κυριαρχίας που έστησε η δυτική κοσμοαντίληψη. Ο θυρωρός που διαμεσολαβεί για λογαριασμό των ενοίκων αντιστέκεται – με τον τρόπο του – στη κυριαρχία των ιδιοκτητών της πολυκατοικίας. Ακόμη και ο έρωτας διαμοσελαβείται μέσα από σεξολόγους, συγγραφείς συνταγών ευτυχίας, δικαστές, δικηγόρους, συγγενείς και άλλες τσατσάδες, που διεκπεραιώνουν καθημερινά την έκπτωση της χαριστικής αυτοαπαραίτησης σε ηδονιστική χρησιμοθηρία. Κάνουν τον έρωτα σεξ, για να εκπέσει η σχέση στο επίπεδο της απλής συσχέτισης. Να υποταχθεί η ελευθερία στο ορμέμφυτο της σεξουαλικής ανάγκης. Όπως έκαναν το φαγητό fast food, για να υποταχθεί η ελευθερία της ενσωμάτωσης του Κόσμου, στο ένστικτο της πείνας.  

Η τραγική αλήθεια είναι ότι ο άνθρωπος της ελληνικής κοσμοαντίληψης κλείστηκε αιφνίδια και σκόπιμα στο επιχρυσωμένο κλουβί της ιδιωτικής ελευθερίας. Ένας περιφραγμένος χώρος όπου μέσα είσαι ελεύθερος να κάνεις ότι θέλεις. Ένας πίθηκος θα το υποστεί. Ένα νήπιο θα το αντέξει. Ένας ελεύθερος άνθρωπος θα το κάνει μπουρδέλο. Έξω από το κλουβί, στο μεγάλο πεδίο της κοινωνικής και της πολιτικής ελευθερίας, εκεί όπου σε σχέση με τον Άλλο, συγκροτείται το ανθρώπινο πρόσωπο, εκεί όπου πιστοποιείται η υποκειμενική ετερότητα, εκεί όπου βεβαιώνεται το ανεπανάληπτο και μοναδικό της ύπαρξης,  η προσωπική σχέση μεταξύ των πολιτών υποκαταστάθηκε από τη συσχέτιση δικαιωμάτων και μεσολαβητών. Εκεί όπου «απαγορεύτηκε» να λειτουργεί η ριψοκινδύνευση της προσωπική σχέσης, της μετοχής, εκεί παραχωρήθηκε η περιχαρακωμένη ασφάλεια του δικαιώματος. Έτσι, έμεινε το δικαίωμα της απεργίας, για παράδειγμα, να ντουφεκιέται – χαράκωμα με χαράκωμα – με το δικαίωμα της εργασίας. Το δικαίωμα μου να περπατώ, σε σύγκρουση με το δικαίωμα σου να παρκάρεις. Η σύγκρουση, σφοδρή και αέναη, γεννά πάντα την αναγκαιότητα του μεσολαβητή. Μην τσακώνεστε νήπια, το σύστημα διαιτησίας των συγκρούσεων είναι εδώ σαν καλός πατερούλης, να σας λύσει το πρόβλημα. Ο "μπάτσος" προβάλλει στον ορίζοντα.

Κι’ όμως υπήρξε καιρός – σ’ αυτήν εδώ τη γεωγραφία – όπου η ελευθερία οριζόταν μόνο ως τρίπτυχο ιδιωτικής, κοινωνικής αλλά και πολιτικής ελευθερίας. Κάθε όρος του τρίπτυχου ήταν αναγκαία, αλλά όχι και ικανή – από μόνος του – συνθήκη ελευθερίας. Η αυτορύθμιση ήταν εδώ και λειτουργούσε. Προφανώς μια τέτοια νοηματοδότηση της ελευθερίας, δεν μπορεί επ’ ουδενί να αφορά νήπια. Αφορά αποκλειστικά και μόνον σε πολίτες που δεν αρνούνται τη ριψοκινδύνευση της ενηλικίωσης. Σε πολίτες που δεν φοβούνται να Ερωτεύονται.

Γι’ αυτό και κατέστη τελικά ανέφικτος ο εξευρωπαϊσμός της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Πρόκειται για μη συμβατές νοηματοδοτήσεις τόσο σε επίπεδο συλλογικού όσο και ατομικού. Το μέγιστο ερώτημα που ανακύπτει, είναι τι θα συμβεί σ’ ένα τρόπο σάρκωσης της ζωής, σ’ έναν ανθρωπολογικό τύπο που συστήνει αυτόν τον τρόπο, αν μέσα σε μια νύχτα – που κρατάει ακόμη – αποκοπούν οι δύο από τους τρεις όρους ελευθερίας και αφεθεί ως αποκούμπι μόνο η ιδιωτικότητα (ή μάλλον ιδιωτεία) της ελευθερίας του κλουβιού;  Τί θα συμβεί αν σακατέψουν την ιδιοπροσωπεία ενός Λαού για να του «φορέσουν με το ζόρι τα βαφτιστικά ρουχαλάκια του» επειδή αυτά  ταιριάζουν γάντι στους ίδιους και στις ανάγκες τους για κυριαρχία; Τι «παράγεται» από την ετσιθελική ανάμιξη μη συμβατών προτεραιοτήτων ζωής; 

Κοιτάξτε γύρω σας… Το φρακενσταϊνικό μόρφωμα του νεοέλληνα σακάτη-παλιάτσου είναι πανταχού παρόν. «Ντύθηκε τα στενά» κατήγγειλαν οι αγωνιστές του ’21 όσους ακολουθούσαν φραγκοφορεμένοι το δυτικό μπούσουλα. Και δεν εννοούσαν μόνο την ενδυμασία. Υπαινίσσονταν κυρίως την αποπνέουσα οργανωσίλα ευζωία του στενού «κελιού», στον αντίποδα της βιωμένης ελληνικής ευρυχωρίας των ρούχων τους και όχι μόνο.

Πολύ περισσότερο, τι θα συμβεί αν καταγγείλουν κατ’ επανάληψη έναν Λαό για τη στενότητα των ενδυμάτων που οι ίδιοι του φόρεσαν; Τι θα συμβεί αν τον περιγελάσουν κι από πάνω;

Περιμένετε και θα δείτε…  "Δεν θα πιθηκίζουμε για πολύ το μπουσούλισμα της Εσπερίας. Υπάρχει και το όρθιο βάδισμα"… και ίσως ήρθε η ώρα να το ανακαλύψουν κι αυτοί.  

 

Υ.Γ. Μοναδική ελπίδα του Λαού μας, η αποκατάσταση της τριαδικότητας της ελευθερίας, με την αναγέννηση της κοινωνικής ελευθερίας (κατάργηση της εργασιακής εξάρτησης ανθρώπου από άνθρωπο)  και την παλινόρθωση της πολιτικής ελευθερίας με την εφαρμογή του αριστοτελικού αξιώματος «μη άρχεσθαι υπό μηδενός». Δηλαδή, άμεση, δίχως μεσάζοντες, σχέση των πολιτών.

Τότε και μόνον τότε, και η ιδιωτική ελευθερία θα εγκαταλείψει οριστικά το παρασιτικό πανωφόρι της και το κόκκινο φωτάκι έξω απ’ την πόρτα του τόπου μας θα σβηστεί οριστικά. Δεν έχουμε παρά να πετάξουμε από πάνω μας τα αποφόρια που μας ανάγκασαν να φορέσουμε. Έτσι κι αλλιώς τώρα μας τα γυρεύουν να τα επιστρέψουμε εντόκως.

      

* Ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ είναι Οικονομολόγος, 18.03.2011

Η πολιτική ανυπακοή – Το δικαίωμα της αντίστασης

Η πολιτική ανυπακοή – Το δικαίωμα της αντίστασης

 

Του Σταύρου Τσακυράκη*

 

1. Αντιγόνη και Σωκράτης: δύο παραδειγματικές στάσεις

 

Το φαινόμενο της ανυπακοής σε επιταγές της εξουσίας που θεωρούνται άδικες είναι τόσο παλιό όσο η περίφημη ανυπακοή του Προμηθέως στην εντολή του Δία να μην αποκαλύψει στους ανθρώπους τη χρήση της φωτιάς.

Η Αντιγόνη του Σοφοκλή [1] αποτελεί ασφαλώς το πιο λαμπρό παράδειγμα πολιτικής ανυπακοής, ενώ αντίθετα στον Κρίτωνα του Πλάτωνος, ο Σωκράτης μας δίνει το πιο λαμπρό παράδειγμα υπακοής σε μια άδικη αλλά νομότυπη καταδίκη.

Τα δύο έργα επιδέχονται διάφορες αναγνώσεις και έχουν άλλωστε σχολιασθεί από επιφανείς διανοητές της ανθρώπινης σκέψης που έχουν επισημάνει πολύ πιο σύνθετα στοιχεία από την σχηματική αντιπαράθεση υπακοής και ανυπακοής στους νόμους. Ο Σωκράτης π.χ. είναι βέβαιο ότι σε άλλες περιστάσεις, πάλι με κίνδυνο της ζωής του, δεν δίστασε να αψηφίσει εντολές της πόλεως που θεωρούσε άδικες. Όπως έχει παρατηρήσει ο Γ. Βλαστός, στο Κρίτωνα το βασικό ζήτημα δεν είναι η ανυπακοή στους νόμους αλλά η άρνηση αποδοχής μιας πράξης ατιμωτικής, της δωροδοκίας των φρουρών, στην οποία ο Σωκράτης δεν μπορεί να συναινέσει [2].

Παρόλα αυτά, δεν είναι άτοπο να εξετάσουμε εδώ την Αντιγόνη και τον Σωκράτη ως δύο αντίθετες και παραδειγματικές στάσεις έναντι άδικων επιταγών της εξουσίας

Η Αντιγόνη παραβιάζει τις εντολές του Κρέοντος αντιτάσσοντας την υποχρέωση υπακοής της σε ένα αλλο, κατά τη γνώμη της, ανώτερο δικαιικό σύστημα.

«[Δεν] μπορούσα να φανταστώ ότι τα δικά σου κηρύγματα έχουν τόση δύναμη, ώστε μπορείς εσύ αν και θνητός να υπερνικήσεις τους άγραφους και ατράνταχτους νόμους των θεών. Γιατί δεν υπάρχουν αυτά σήμερα μόνο και χτες αλλά αιώνια ισχύουν…» [3].

Η ανυπακοή της γίνεται φανερά· στην προτροπή της Ισμήνης να κρατήσουν μυστικό το σχέδιό της απαντά: «Αλίμονο, λέγε το φανερά· πολύ πιο μισητή θα είσαι αν σιωπήσεις, αν σ' όλους δεν διαλαλήσεις τούτα εδώ» [4], με υπερηφάνεια, «από πού θα κέρδιζα ευγενέστερη φήμη παρά θάβοντας τον αδελφό μου;» [5], με γνώση και αποδοχή των συνεπειών της πράξης της, «θάναι ευτυχία για μένα αυτό να κάνω και μετά να πεθάνω» [6]. Η επιχειρηματολογία του Κρέοντος προβάλλει την διασφάλιση του κύρους της εξουσίας που, κατά τη γνώμη του, δεν μπορεί να ανεχθεί καμία ανυπακοή. «Αλήθεια, τώρα εγώ άντρας δεν είμαι, αυτή θα είναι άντρας, αν αυτή η νίκη της θα μείνει στο ενεργητικό της ατιμώρητη» [7 .

Η υπακοή στους νόμους και η πειθαρχία είναι απαραίτητα στοιχεία της σωστής διακυβέρνησης. «Από την αναρχία […] κακό δεν υπάρχει μεγαλύτερο.» [8]. Όσο και αν ο Σοφοκλής παρουσιάζει με πειστικότητα και τις δύο απόψεις δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι τη στάση της Αντιγόνης θαυμάζουμε και αυτή μας φαίνεται σωστή [9].

Αντίθετα στον Κρίτωνα μας φαίνεται σωστή η στάση του Σωκράτη που αρνείται την ευκαιρία ανυπακοής που του προσφέρεται για να διαφύγει τη θανατική καταδίκη που άδικα αλλά νομότυπα του επεβλήθη. Τι θα απαντήσουμε στους νόμους της πόλεως, όταν την ώρα που το βάζουμε στα πόδια, μας θέσουν αμείλικτα ερωτήματα όπως το εξής: «Φαντάζεσαι ότι μία πόλις μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει και να μην ανατραπεί αν οι νομικές αποφάσεις που εκδίδονται δεν έχουν καμία δύναμη και μπορούν να ακυρωθούν και να καταστραφούν από τους πολίτες; Ήταν μέρος της συμφωνίας μας η ανυπακοή σου σε τυχόν λαθεμένες δικαστικές αποφάσεις, ή είχες συμφωνήσει ότι όλες οι αποφάσεις της πόλεως είναι δεσμευτικές; Δεν καταλαβαίνεις ότι αν δεν μπορείς να πείσεις πρέπει να κάνεις ό,τι σε διατάζει η χώρα σου και υπομονετικά να υποτάσσεσαι σε οποιαδήποτε τιμωρία σου επιβάλλει; Μολονότι οι εντολές μας δεν είναι ωμές διαταγές αλλά έχουν την μορφή προτάσεων και δίνουμε την επιλογή είτε να μας πείσει κανείς σε κάτι διαφορετικό είτε να κάνει ό,τι λέμε, εσύ ούτε υπακούς ούτε προσπαθείς να μας πείσεις να αλλάξουμε την απόφασή μας αν ήταν λάθος σε κάτι» [10].

Ο Σωκράτης δεν βρίσκει δικαιολογίες για την απόδρασή του από την άδικη καταδίκη. Τα επιχειρήματά του είναι υπέρ της υπακοής στα κελεύσματα της πόλεως.

 

2. Η αξίωση υπακοής της έννομης τάξης

 

Πώς μπορούμε άραγε να συμβιβάσουμε την συμπάθειά μας προς την Αντιγόνη με την επιδοκιμασία μας προς τη στάση του Σωκράτη; Είναι δυνατόν να αναγνωρίζουμε την καθολική υποχρέωση υπακοής ή εφαρμογής των νόμων και συγχρόνως να αποδεχόμαστε ορισμένες περιπτώσεις ανυπακοής και να αιτιολογούμε την ατιμωρησία; Η ενδεχόμενη αντίθεση μεταξύ μιας συλλογικής αντίληψης της δικαιοσύνης, που υποτίθεται ότι εκφράζει η έννομη τάξη, και της ατομικής ιδέας της δικαιοσύνης, φαίνεται κατ' αρχήν χωρίς περιθώρια συμβιβασμού.

Σε μία δημοκρατική κοινωνία η έννομη τάξη αποτελεί αξία καθεαυτήν. Η ίδια δε η έννοια της έννομης τάξης φαίνεται να αναιρείται χωρίς την υποχρέωση υπακοής στις επιταγές της. Ο Kant αρνούμενος το δικαίωμα αντίστασης εκφράζει αυτήν την ιδέα. «Δεν μπορεί να υπάρξει δικαιολογημένη αντίσταση από την πλευρά του λαού προς τη νομοθετική αρχή του κράτους.

Ένα κράτος δικαίου είναι δυνατό μόνον δια της υποταγής στην καθολική νομοθετική βούλησή του […]. Ο λόγος για τον οποίο αποτελεί καθήκον του λαού να ανέχεται ακόμη και ό,τι φαίνεται ως η πλέον αβάσταχτη κατάχρηση της ανώτατης εξουσίας είναι ότι είναι αδύνατον να νοηθεί ποτέ η αντίστασή του στην ανώτατη νομοθετική αρχή ως κάτι διαφορετικό από παρανομία και υπεύθυνο για την ακύρωση όλου του νομικού οικοδομήματος» [11]. Είναι προφανώς αντιφατικό, υποστηρίζει ο Kant, να προβλέπει η ίδια η έννομη τάξη τη δυνατότητα αντίστασης στις επιταγές της, διότι τότε αυτοαναιρείται ως υπέρτατη αρχή.

Βεβαίως ο συλλογισμός αυτός έχει βάση μόνον στην περίπτωση που η έννομη τάξη έχει δημοκρατική νομιμοποίηση. Σε ένα τυραννικό καθεστώς, που οι πολίτες αποκλείονται από τη νομοθετική διαδικασία, δεν τίθεται θέμα υποχρέωσης υπακοής σε μία ετερόνομη έννομη τάξη. Σε ένα τέτοιο καθεστώς, ο καθένας έχει δικαίωμα αντίστασης, δικαίωμα εξέγερσης.

Το στοιχείο της συναίνεσης είναι το πιο ισχυρό επιχείρημα στον Πλατωνικό διάλογο. Το δίλημμα που θέτουν οι νόμοι στον Σωκράτη, ή πείθεις για αλλαγή ή υπακούς, ταιριάζει σε μια δημοκρατική κοινωνία που υποτίθεται ότι εξασφαλίζει διαδικασίες διαλόγου και οι αποφάσεις της εκφράζουν τη θέληση της πλειοψηφίας.

Νομιμοποιείται όμως μια δημοκρατική κοινωνία να αξιώνει την πλήρη και τυφλή συμμόρφωση του πολίτη στις επιταγές της; Η θεμελίωση μιας τέτοιας αξίωσης δεν μπορεί παρά να ανάγεται στην ίση συμμετοχή όλων των πολιτών στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων και το σεβασμό της αρχής της πλειοψηφίας. Όμως ούτε η ίση συμμετοχή ούτε η αρχή της πλειοψηφίας ισοδυναμούν με την αυτονομία του πολίτη και επομένως δεν αποτελούν επαρκείς αιτιολογίες για την δέσμευση των πολιτών. Γι' αυτό άλλωστε στις σύγχρονες φιλελεύθερες δημοκρατίες η πλειοψηφία δεν είναι παντοδύναμη αλλά περιορίζεται από αρχές που κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα.

Νόμοι που αντίκεινται στους συνταγματικούς κανόνες και αρχές δεν είναι δεσμευτικοί για τον πολίτη, η δε ανυπακοή σε τέτοιους νόμους δεν αποτελεί νομική παράβαση.

Η αρχή της πλειοψηφίας είναι ένα χρήσιμο μέσο λήψης των αποφάσεων, ο καλύτερος διαθέσιμος τρόπος επιλογής μεταξύ εναλλακτικών λύσεων μέσα στα πλαίσια που διαγράφει το Σύνταγμα και η νομική δέσμευση στις επιλογές της εξαρτάται από τη συμβατότητά τους με τις γενικές συνταγματικές αρχές. Όμως και το περιεχόμενο των γενικών συνταγματικών αρχών επιδέχεται αμφισβητήσεις και διαφωνίες που ασφαλώς δεν αίρονται με καταμέτρηση ψήφων ούτε ακόμη με μια δικαστική απόφαση. Όσες π.χ. δικαστικές αποφάσεις και αν θεωρήσουν συνταγματικό το νόμο περί προσηλυτισμού δεν πρόκειται να με πείσουν ότι ο εν λόγω νόμος δεν περιορίζει ανεπίτρεπτα το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας.

Μπορεί βεβαίως να αντιταχθεί ότι σε μια κοινωνία δεν είναι νοητό ο καθένας να κρίνει με ποιο τρόπο θα εξειδικεύονται οι βασικές αρχές της κοινωνικής συμβίωσης και, επομένως, οι διαφωνίες πάνω στο νόημα των βασικών αρχών και στην εφαρμογή τους πρέπει να κρίνονται από κάποιο συντεταγμένο όργανο, του οποίου οι αποφάσεις πρέπει να είναι σεβαστές. Η κρίση ενός τέτοιου οργάνου, ενός Συνταγματικού Δικαστηρίου π.χ., ασφαλώς δημιουργεί πρόσθετα επιχειρήματα υπέρ της συμμόρφωσης και εναντίον της ανυπακοής. Δεν είναι όμως επιχειρήματα που θεμελιώνουν ηθική υποχρέωση υπακοής. Το ενδεχόμενο άλλωστε αλλαγής της νομολογίας είναι πάντοτε ανοικτό και κανείς δεν διανοείται ότι μία δικαστική απόφαση λύνει οριστικά και αμετάκλητα ένα ζήτημα θεμελιώδους σημασίας. Τα επιχειρήματα υπέρ της συμμόρφωσης ανάγονται όλα στη ρεαλιστική λογική διευθέτησης της κοινωνικής τάξης και κανένα δεν είναι ικανό να θεμελιώσει απόλυτη υποχρέωση υπακοής.

Αν μια τέτοια απόλυτη υποταγή δεν μπορεί να θεμελιωθεί ούτε με την δημοκρατική αρχή ούτε με την αρχή της πλειοψηφίας, τότε το ζήτημα υπακοής ή μη στις επιταγές της έννομης τάξης τίθεται με πιο ελαστικούς όρους. Ασφαλώς δεν μπορούμε να φαντασθούμε την επιβίωση μιας κοινωνίας αν η συμμόρφωση στους νόμους εξαρτάται από την προσωπική βούληση των πολιτών. Δεν είναι ανάγκη όμως να φθάσουμε στο άλλο άκρο και να θεωρούμε ότι κάθε ανυπακοή δοκιμάζει τη συνοχή της κοινωνίας και αναιρεί την έννομη τάξη καθεαυτήν. Το πραγματικό ζήτημα επομένως είναι να εξετάσουμε σε ποιες περιπτώσεις η έννομη τάξη μπορεί να ανεχθεί την ανυπακοή και να την αιτιολογήσει.

 

3. Η αμερικανική παράδοση (Thoreau, Μ.L.King jr., Rawls)

 

Σε αντίθεση με την Ευρώπη, όπου η απολύτως κρατούσα δογματική προσέγγιση του δικαίου δεν άφηνε περιθώρια αιτιολόγησης της ανυπακοής, στις ΗΠΑ αναπτύχθηκε μια παράδοση ανεκτική και ευνοϊκή σε φαινόμενα πολιτισμένης πολιτικής συμπεριφοράς, που ανήγαγε την ανυπακοή σε άδικους νόμους σε μέσο πολιτικής έκφρασης. Θα αναφερθώ συνοπτικά σε αυτή την παράδοση, θα προσπαθήσω να προσδιορίσω για το τι είδους ανυπακοή πρόκειται και θα στηριχθώ βασικά στη θεωρία του John Rawls για την δικαιολόγησή της.

Οι ΗΠΑ είναι, κατά τον Dworkin, μία χώρα «που υπέφερε από μακρά περίοδο πολιτικών διχασμών, οι οποίοι κατέστησαν ιδιαίτερα έντονα τα διλήμματα περί νομιμότητας.» [12].

Η δουλεία υπήρξε ένα μέγα ηθικό, πολιτικό και νομικό ζήτημα και πριν τον εμφύλιο πόλεμο πολλοί άνθρωποι αρνιόνταν να υπακούσουν στο νόμο που επέβαλλε την κατάδοση δούλων που δραπέτευαν. Διάφορες θρησκευτικές ομάδες αρνιόνταν να υπακούσουν σε νόμους που επέβαλλαν κάποια συμπεριφορά που θεωρούσαν αντίθετη προς την θρησκεία τους.

Ετσι, π.χ. οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αρνιόνταν να συμμορφωθούν με τον υποχρεωτικό χαιρετισμό της σημαίας στο σχολείο. Πιο πρόσφατα οι αγώνες των μαύρων για την κοινωνική τους απελευθέρωση, με επικεφαλής τον μεγάλο ηγέτη τους Martin Luther King Jr., είχαν ως βασική στρατηγική τους την ανυπακοή στους νόμους που διαιώνιζαν τη διάκριση μαύρων και λευκών. Το κίνημα ειρήνης και η αντίθεση στον πόλεμο του Βιετνάμ οδήγησε πολλούς ανθρώπους να αρνηθούν τη στράτευση. Ολα αυτά υπήρξαν γεγονότα που σημάδεψαν την πορεία της Αμερικής και η πολιτική ανυπακοή επέδρασε καταλυτικά στη διαμόρφωση μιας διαφορετικής συλλογικής συνείδησης για την οποία σήμερα κανείς δεν φαίνεται μετανιωμένος. Ο σημερινός πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν αντίθετος στον πόλεμο του Βιετνάμ και ακόμη και πολλοί από εκείνους που φανατικά επέμεναν στη τιμωρία όσων αρνήθηκαν να καταταγούν τότε, σήμερα δεν θεωρούν ότι διαπράχθηκε κανένα τρομερό έγκλημα.

Πατέρας της παράδοσης της πολιτικής ανυπακοής θεωρείται ο Henry David Thoreau που, στα μέσα του περασμένου αιώνα, αρνήθηκε να πληρώσει φόρους και φυλακίστηκε, όχι γιατί ήταν αντίθετος στη φορολογία γενικά, αλλά επειδή ήταν αντίθετος στον πόλεμο της κυβέρνησης εναντίον του Μεξικού, στη δουλεία και στην παραβίαση των δικαιωμάτων των Ινδιάνων.

Το ενδιαφέρον στη στάση του Thoreau είναι ότι σε αντίθεση με την Αντιγόνη ή τον Σωκράτη δεν υφίστατο προσωπικά κάποια αδικία, αλλά αντιδρούσε και αντιστεκόταν σε γενικές αδικίες που διέπραττε η κυβέρνηση και θεωρούσε ότι με τη φορολογία γίνεται συνεργός σε αυτές τις αδικίες.

Με έντονη ατομιστική φιλοσοφία αμφισβητούσε το δικαίωμα της εξουσίας και φυσικά της πλειοψηφίας να κυριαρχεί πάνω στη συνείδηση του ανθρώπου («Επιθυμητό δεν είναι να καλλιεργούμε το σεβασμό προς το νόμο αλλά το σεβασμό προς το δίκαιο. Η μόνη υποχρέωση που πρέπει να έχω είναι να κάνω πάντοτε ό,τι θεωρώ σωστό» [13]. «Ο σοφός άνθρωπος δεν θα αφήσει το ορθό στο έλεος της τύχης ούτε [θα το εμπιστευθεί] στη δύναμη της πλειοψηφίας» [14]. Όταν υπάρχουν άδικοι νόμοι πρέπει να τους υπακούμε ή να πρέπει προσπαθούμε να τους αλλάξουμε; Και μέχρι να καταφέρουμε να τους αλλάξουμε πρέπει να τους υπακούμε ή πρέπει να τους παραβιάζουμε αμέσως; Οι άνθρωποι γενικά πιστεύουν ότι πρέπει να περιμένουμε μέχρι να πείσουμε την πλειοψηφία να τους αλλάξει. Νομίζουν ότι αν αντισταθούν το φάρμακο είναι χειρότερο από το κακό. Αλλά η κυβέρνηση ευθύνεται γι' αυτό. Εκείνη είναι που δημιουργεί αυτή την κατάσταση. Ας είναι καλύτερη κι ας προβλέπει την αποφυγή τέτοιων αδικιών. Αν η αδικία είναι μικρή μπορεί κανείς να την παραβλέψει, «αλλά αν είναι τέτοιας φύσης που να απαιτεί από σένα να γίνεις ο δράστης της αδικίας προς ένα άλλο άνθρωπο, τότε λέω παραβίασε το νόμο» [15].

Ο Thoreau θεωρεί ότι η ανυπακοή είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος ατομικής πολιτικής παρέμβασης που μπορεί να επιδράσει στην αποτροπή της αδικίας με το παράδειγμα και τη συμβολική δύναμη που έχει. Δεν προχωρεί σε μία θεωρία που να επιχειρεί να εντάξει κάποιες μορφές ανυπακοής σε μιαν αντίληψη κοινωνικής αντιπαράθεσης αλλά μάλλον εκφράζει με πάθος την ατομική αντίσταση στην αδικία.

Αντίθετα, ο Martin Luther King Jr., ως ηγέτης ενός ειρηνικού κινήματος που είχε ως βασικό μέσο πάλης την πολιτική ανυπακοή, ήταν υποχρεωμένος να δει το φαινόμενο στις κοινωνικές του διαστάσεις. Μολονότι το Ανώτατο Δικαστήριο, με την απόφαση Brown ν. Board of Education of Topeka [16], το 1954, είχε ανοίξει το δρόμο για να τερματισθεί ο διαχωρισμός μαύρων και λευκών στην εκπαίδευση, ιδιαίτερα στο Νότο, διάφορες ρυθμίσεις διαιώνιζαν αυτόν τον απαράδεκτο διαχωρισμό. Στη δεκαετία του '60 το κίνημα των μαύρων στράφηκε εναντίον αυτών των ρυθμίσεων και με πορείες, διαδηλώσεις και ειρηνική αντίσταση προσπάθησε να καλλιεργήσει μια «δημιουργική μη βίαιη ένταση» [17] στην κοινή γνώμη για να κατακτήσει ίσα δικαιώματα για όλους τους πολίτες. Εκτός από την αυτονόητη γενική έκκληση για ανυπακοή σε όλους τους διαχωριστικούς νόμους, παραβιάζονταν επίσης νόμοι που απαιτούν άδειες για πορείες και διαδηλώσεις. Το 1963, στη φυλακή για μια τέτοια παραβίαση, ο King γράφει το περίφημο «Γράμμα από την φυλακή της πόλης του Birmingham», όπου εκθέτει τις ιδέες του για την πολιτική ανυπακοή.

Παραδέχεται ότι είναι δικαιολογημένη σε μια κοινωνία η ανησυχία από την παραβίαση των νόμων. Ομως υπάρχουν δίκαιοι και άδικοι νόμοι και όπως είπε και ο Αγιος Αυγουστίνος «ένας άδικος νόμος δεν είναι διόλου νόμος». Αδικοι είναι οι νόμοι που έρχονται σε αντίθεση με τους νόμους της ηθικής και τους νόμους του Θεού. Τέτοιοι είναι όλοι οι διαχωριστικοί νόμοι και με αυτούς δεν πρέπει να συμμορφώνεται κανείς. Και πάλι όμως ο φόβος της αναρχίας είναι δικαιολογημένος.

Γι' αυτό δεν διακηρύσσει την υπεκφυγή ή αναμέτρηση με τον άδικο νόμο αλλά την πολιτισμένη πολιτική ανυπακοή που απαιτεί η παραβίαση να γίνει φανερά, με αγάπη και ετοιμότητα αποδοχής της ποινής. [Αυτός] «που παραβιάζει ένα νόμο που η συνείδησή του λέει ότι είναι άδικος και πρόθυμα αποδέχεται την τιμωρία μένοντας στη φυλακή για να εγείρει τη συνείδηση της κοινότητας πάνω στην αδικία, αυτός στη πραγματικότητα εκφράζει το μεγαλύτερο σεβασμό προς το νόμο» [18].

Στο παράδοξο που καταλήγει ο Μ.L. King, ότι δηλαδή αυτού του είδους η ανυπακοή εκφράζει σεβασμό προς το νόμο, αποτελεί ίσως το πιο κρίσιμο στοιχείο για την δικαιολόγηση της. Ο King δεν επαγγέλλεται οποιαδήποτε ανυπακοή ή αντίσταση στον άδικο νόμο αλλά εκείνη που

α) γίνεται φανερά, δημόσια, ανοιχτά,

β) που αποφεύγει τη βία, και

γ) που είναι συνειδητή και έτοιμη να αποδεχθεί την ενδεχόμενη κύρωση για την παράβαση του νόμου. Πρόκειται για μια πολιτική πράξη που απευθύνεται στην κοινή γνώμη με αίτημα την άρση της αδικίας. Σε αυτά τα στοιχεία, πολλά από τα οποία υπάρχουν στην ανυπακοή της Αντιγόνης, στηρίζεται και ο ορισμός της πολιτικής ανυπακοής που δίνει ο Rawls: «η πολιτική ανυπακοή είναι μία δημόσια, μη βίαιη, ενσυνείδητη πολιτική πράξη αντίθετη στο νόμο, η οποία γίνεται συνήθως με σκοπό να επιφέρει αλλαγή στο νόμο ή στις επιλογές της κυβέρνησης» [19].

Η παραβίαση του νόμου έχει τον χαρακτήρα μιας δραματικής και ύστατης έκκλησης προς τη συνείδηση της πλειοψηφίας να αναθεωρήσει τις απόψεις της. Γι αυτό ακριβώς γίνεται πολιτισμένα και δημόσια, χωρίς βία, αφού σκοπό έχει να πείσει για την ειλικρίνεια, την ένταση και την ακεραιότητα των προθέσεων της πράξης. Στο σκοπό αυτό συμβάλλει και η αποδοχή της ενδεχόμενης κύρωσης, η οποία δείχνει πράγματι ένα γενικότερο σεβασμό προς την έννομη τάξη, αφού της αναγνωρίζει το δικαίωμα να επιβάλλει κυρώσεις.

 

4. Η ανοχή της πολιτισμένης πολιτικής ανυπακοής

 

Αν έτσι οριοθετηθεί η πολιτική ανυπακοή, είναι σαφές ότι διακρίνεται από άλλες μορφές αντίστασης ή ανυπακοής. Διακρίνεται από την επανάσταση ή εξέγερση η οποία έρχεται σε ρήξη με την έννομη τάξη και αμφισβητεί θεμελιακά τη νομιμοποίησή της. Διακρίνεται επίσης από την ατομική μη συμμόρφωση για λόγους συνείδησης στο βαθμό που λείπει το πολιτικό στοιχείο της έκκλησης προς την κοινή γνώμη. Στην περίπτωση των αντιρρησιών συνείδησης προέχει το προσωπικό στοιχείο της ανυπακοής, δεν είναι απαραίτητο η άρνηση τους να περιβάλλεται με δημοσιότητα, δεν είναι αναγκαίο να έχει πολιτικό κίνητρο και είναι πιθανόν η διεκδίκησή τους να περιορίζεται στην εξαίρεσή τους από την εφαρμογή του κανόνα.

Στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής έννομης τάξης, η πολιτική ανυπακοή, κατά τον Rawls, έχει τον χαρακτήρα διορθωτικής παρέμβασης στη νομοθετική διαδικασία. Βεβαίως, σε μια δημοκρατία οι αποφάσεις της πλειοψηφίας είναι κατ' αρχήν δεσμευτικές και μια τέτοια μη θεσμοθετημένη πίεση από την μειοψηφία φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με τον βασικό κανόνα που διέπει την αρχή λήψης των αποφάσεων. Όμως, όπως ακριβώς και στην περίπτωση συνδυασμού της παράβασης του νόμου με το αίσθημα σεβασμού προς την έννομη τάξη, έτσι και εδώ δεν υπάρχει απόρριψη της αρχής της πλειοψηφίας, αλλά μια προσπάθεια πειθούς της πλειοψηφίας.

Στο δημοκρατικό σύστημα, άλλωστε, δεν υπάρχει τρόπος υπολογισμού της έντασης με την οποία επιθυμείται ένα μέτρο. Η πλειοψηφία που δεν ενδιαφέρεται έντονα για ένα ζήτημα πιθανόν να επιβάλλει μέτρα που για μια ομάδα ανθρώπων είναι ζωτικής σημασίας [20]. Η πολιτική ανυπακοή μπορεί να δείξει την ένταση των αισθημάτων της μειοψηφίας, τις διαστάσεις του προβλήματος και να προκαλέσει αναθεώρηση.

Πρόκειται ασφαλώς για μια ιδιόμορφη παρέμβαση που ασκεί πίεση στα θεσμοθετημένα όργανα του κράτους και ιδιαίτερα η συστηματική πρακτική της από διάφορες ομάδες ενέχει τον κίνδυνο της αταξίας. Γι' αυτό, πολλοί υποστηρίζουν ότι η πολιτική ανυπακοή πρέπει να θεωρείται έσχατο μέσο διαμαρτυρίας, που προϋποθέτει την εξάντληση όλων των νόμιμων μέσων προσβολής του άδικου νόμου. Σε κάθε περίπτωση, είναι φανερό ότι μια κοινωνία δεν αντέχει πέρα από ορισμένα όρια την πολιτική ανυπακοή και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρέπει να ασκείται με φειδώ και σε περιπτώσεις που η αδικία θεωρείται μεγάλη.

Το ζήτημα είναι αν η έννομη τάξη μπορεί να προβλέψει περιπτώσεις πολιτικής ανυπακοής και να τις ανεχθεί. Αν ορισμένες φορές μπορεί να αποδειχθεί ωφέλιμη στη κοινωνία, τότε η άκαμπτη θέση που θεωρεί κάθε παραβίαση του νόμου προσβολή και αποδυνάμωση της έννομης τάξης δεν είναι σωστή. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο Dworkin, από τον συλλογισμό που υπαγορεύει ότι «μια κοινωνία δεν μπορεί να αντέξει όταν ανέχεται κάθε ανυπακοή, δεν προκύπτει ούτε είναι προφανές ότι αυτή θα διαλυθεί αν ανέχεται κάποια μόνον ανυπακοή» [21]. Υπάρχει τουλάχιστον ένας ισχυρός λόγος που συνηγορεί υπέρ της ανοχής του παραβάτη στην πολιτική ανυπακοή. Αυτός είναι το κίνητρο. Ολες οι έννομες τάξεις αποδίδουν σημασία στο κίνητρο και διαφοροποιούν την αξιόποινη συμπεριφορά ανάλογα με το κίνητρο του δράστη. Στην πολιτική ανυπακοή (αλλά και στην περίπτωση των αντιρρησιών συνείδησης) είναι πρόδηλο ότι το κίνητρο είναι ευγενές και ο πολιτισμένος τρόπος της παραβίασης του νόμου δεν έχει καμία σχέση με την συνήθη εγκληματική συμπεριφορά [22].

Παρόλα αυτά είναι δύσκολο να φαντασθεί κανείς κάποια γενική διάταξη που να αίρει το αξιόποινο της πολιτικής ανυπακοής ή να θεωρεί την πολιτική ανυπακοή ως δικαίωμα του πολίτη. Η δυσκολία δεν έγκειται τόσο στη διάκριση της πολιτικής ανυπακοής από άλλες μορφές παράβασης ή περιφρόνησης των νόμων, μολονότι στη σύγχρονη Ελλάδα ακόμη και προκλητικές περιπτώσεις περιφρόνησης των νόμων εμφανίζονται ως πολιτική ανυπακοή [23]. Εγκειται κυρίως στο ότι μια τέτοια «θετικοποίηση» λογικά αναιρεί το φαινόμενο της πολιτικής ανυπακοής. Πράγματι, αν υποθέσουμε ότι η έννομη τάξη προβλέπει και δικαιολογεί συγκεκριμένες περιπτώσεις ανυπακοής στους νόμους, τότε δεν υπάρχει νομική παράβαση και άρα εκλείπουν όλα εκείνα τα στοιχεία που της προσδίδουν τον ιδιαίτερο, δραματικό και εξωθεσμικό χαρακτήρα που εξ ορισμού έχει [24].

 Η αντίφαση που περιέχει η προσπάθεια θεσμοθέτησης της πολιτικής ανυπακοής δεν σημαίνει όμως και αδυναμία της κοινωνίας να διακρίνει πράξεις ανυπακοής που συνεγείρουν τη συλλογική συνείδηση, να εκτιμά την ακεραιότητα των προθέσεων και το ήθος που αναδύεται από ανθρώπους που η στάση τους παραδειγματίζει. Και τελικά να βρίσκει τρόπους ανοχής και αποδοχής μιας τυπικά παράνομης αλλά ηθικά υποκινούμενης συμπεριφοράς.


 

[1] Βλ. Gregory Vlastos, Socrates on Political Obedience and Disobedience, Yale Review (Summer 1974), σ. 517.

[2] Διανοητές όπως ο Goethe και ο Hegel έχουν σχολιάσει την «Αντιγόνη». Για μια πιο σύγχρονη και «ευφάνταστη» ανάγνωση βλ. Jacques Lacan, Le Seminaire, livre VII, 1986, σ. 285-333.

[3] Σοφοκλέους, Αντιγόνη, κριτική και ερμηνευτική έκδοση Γερ. Μαρκαντωνάτου, Αθήνα, 1991, σ. 183.

[4] Στο ίδιο σ. 159.

[5] Στο ίδιο σ. 185.

[6] Στο ίδιο σ. 157.

[7] Στο ίδιο σ. 185.

[8] Στο ίδιο σ. 197.

[9] Αντίθετα ο Jean Anouilh στο θεατρικό του έργο Antigone, αναδεικνύει, χωρίς επιτυχία κατά τη γνώμη μου, την επιχειρηματολογία του Κρέοντος.

[10] «Και ότι ομολογήσας ημίν πείθεσθαι ούτε πείθεται ούτε πείθει ημάς, ει μη καλώς τι ποιούμεν, προτιθέντων ημών και ουκ αγρίως επιταττόντων ποιείν, ά αν κελεύωμεν, αλλά εφιέντων δυοίν θάτερα, ή πείθειν ημάς ή ποιείν, τούτων ουδέτερα ποεί.» Πλάτων, Κρίτων § 13.

[11] Immanuel Kant, The Metaphysics οf Morals, στο τόμο Political Writings, Cambridge, 1970, σ. 144.

[12] R. Dworkin, «Civil Disobedience and Nuclear Protest» στο «Α Matter of Principle», Cambridge, 1985, σ. 104.

[13] Henry David Thoreau, Civil Disobedience, στον τόμο Civil Disobedience in Focus, έκδ. Hugo Adam Bedau, 1991 σ. 29.

[14] Στο ίδιο σ. 33.

[15] Στο ίδιο σ. 36.

[16] 347 U.S. 483 (1954).

[17] Η φράση ανήκει στον Martin Luther King Jr.: «Nonviolent direct action seeks to create such a crisis and establish such creative tension that a community that has constantly refused to negotiate is forced to confront the issue.» Letter from Birbingham City Jail, στο Civil Disobedience in Focus, ό.π. σ. 71.

[18] Στο ίδιο σ. 74.

[19] John Rawls, Α Theory of Justice, Cambridge, 1971, σ. 364.

[20] Βλ. Peter Singer, Disobedience as a Plea for Reconsideration, στο Civil Disobedience in Focus, ό.π. σ. 122.

[21] Ronald Dowrkin, Taking Rights Seriously, Cambridge, 1977, σ. 206.

[22] «Civil disobedience, whatever further dinstinctions we might want to make within that general category, is very different from ordinary criminal activity motivated by selfishness or anger or madness.» R. Dowrkin, Α Matter of Principle, ό. π. σ. 105.

[23] Βλ. τον προβληματισμό της Κ.Δ. Σπινέλλη, «Περιφρόνηση των ποινικών νόμων ως μορφή πολιτικής ανυπακοής» και «βαθύτερη φύση του εγκλήματος», στην Υπεράσπιση, 1991, σ.1269 επ. Η γνώμη μου είναι ότι στον τόπο μας περισσεύει η ανυπακοή και δεν υπάρχει διόλου το φαινόμενο της πολιτισμένης πολιτικής ανυπακοής.

[24] Έτσι αντιλαμβάνομαι την επιχειρηματολογία του Joseph Raz, The Authority of Law, Oxford, 1979, σ. 266-275, ότι δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε δικαίωμα στην πολιτική ανυπακοή.

 

* Ο Σταύρος Τσακυράκης είναι λέκτορας του δημόσιου δικαίου στο πανεπιστήμιο Αθηνών.

 

Σημείωση της ομάδας που χειρίζεται το blog:

Ο Σταύρος Τσακυράκης είναι αναπληρωτής καθηγητής του Συνταγµατικού Δικαίου στη Νοµική Αθηνών. Το άρθρο το έγραψε προφανός λίγο παλαιότερα και το βρήκαμε  εδώ >>  http://www.kostasbeys.gr/articles.php?s=1&mid=&mnu=0&id=24183&keyw=%E7+%F0%EF%EB%E9%F4%E9%EA%DE+%E1%ED%F5%F0%E1%EA%EF%DE&sr=search&pg=#_ftnref22

ο Κος Τσακυράκης αρθρογραφεί στον Δ.Ο.Λ.  και σε πολλά άρθα του έχουμε αντίθετη άποψη αλλά αυτό δεν μας εμποδίζει να επαναδημοσιεύσουμε σήμερα αυτο του το άρθρο όπου πιστεύουμε ότι μπορει να διέξαχθεί ένα γόνιμος διάλογος  αφού τα στοιχεία που παραθέτοντε έιναι πολύ ενδιαφέροντα.

 

ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 23 Φεβρουαρίου 2011, http://zimosispithakentroathinas.blogspot.com/2011/02/blog-post_23.html

Να τους υπερφαλαγγίσουμε!

Να τους υπερφαλαγγίσουμε! Ο Γ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

 

Του Γιώργου Μιλτ. Σαλεμή

 

Ο Κώστας Ζουράρις, πριν από χρόνια, έκανε την εξής σημαντική ανακοίνωση: «Ο πρώτος πολιτικός επιστήμονας της Ευρώπης ήταν ο… Προκρούστης». Έκτοτε οι έρευνες τον δικαίωσαν πλήρως! Λέγεται δε ότι οι τελευταίες λέξεις του Προκρούστη, καθώς τον αποτελείωνε ο Θησέας, ήταν: «Eurostat», «έλλειμμα», «εξωτερικό χρέος», «sprent»…  Κι όχι μόνο αυτό.

Οι έρευνες επιβεβαίωσαν επίσης ότι ο πρώτος φιλόσοφος κι ιστορικός της Ευρώπης ήταν ο Σίνης ο Πιτυοκάμπτης. Ναι, εκείνος που λύγιζε τα δύο πεύκα, έδενε το κάθε πόδι σε ένα πεύκο και μετά τα ελευθέρωνε για να σχιστεί ο άνθρωπος στα δύο. Λέγεται ότι αυτός, ο Σίνης, εισήγαγε τον δυισμό στη σκέψη. Ο άλλος, ο Σκείρων, ήταν πρόγονος των οικολόγων.

Η WWF – λέει –  η Natura, η Green Peace, ήταν δικές του ιδέες  αλλά δεν πρόκαμε να τις υλοποιήσει. Εκείνος, αφού έβαζε τους ανθρώπους να πλύνουν τα πόδια τους, τους έριχνε στη θάλασσα για να τους φάει η τεράστια χελώνα!

Ο Περιφήτης ο Κορινήτης δεν ήταν προφήτης. Ήταν ο πρώτος της μεγάλης των δημοσιογράφων σχολής. Εκείνος σκότωνε τους ανθρώπους με τις κορίνες, με τα ρόπαλα! Μια στο κεφάλι και πάρ’ τον κάτω. Όπως ακριβώς τους σκοτώνει σήμερα η τηλεοπτική βλακεία.

Αν όμως η Ελλάδα απέφυγε, τότε χάρη στον Θησέα, τις συνέπειες της δράσης εκείνης της συμμορίας που ενέδρευε στη Κακιά Σκάλα, δεν μπορεί να αποφύγει σήμερα τις συνέπειες της δράσης των «απογόνων» της συμμορίας αυτής. Κάθε μέρα που περνάει κατεβαίνει κι ένα σκαλοπάτι στου… Κακού τη Σκάλα. Οι ενεδρεύουσες, στις χρηματαγορές του κόσμου, νορδικές συμμορίες  έχουν φέρει τη δυστυχία στις γειτονιές του κόσμου και της Ελλάδας.

Κάποτε ρώτησαν τον Αϊνστάιν «με τί είδους όπλα θα διεξαχθεί ο Γ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος». Εκείνος είπε ότι δεν ξέρει για τον Γ΄Π. Π αλλά ξέρει ότι «ο Δ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος θα γίνει με ξύλα και με πέτρες». Τώρα πια εμείς ξέρουμε! Ο Γ΄ Π. Π διεξάγεται με ομόλογα, μετοχές, πετρελαϊκές τιμές… στην τελευταία δε φάση του θα χρησιμοποιηθεί – ήδη παίρνει θέση στο θέατρο του πολέμου – το υπερόπλο των τροφίμων!


Βροντάν τα σίδερα βροντάν και οι σακοράφες


Είτε είμαστε «μνημονιακοί» είτε είμαστε «αντι-μνημονιακοί» πρέπει να κάνουμε τις αναγκαίες προσαρμογές στη ζωή μας, να αναδιατάξουμε τις δυνάμεις σας, να «σκάψουμε καταφύγια, αμπριά και χαρακώματα». Έχουμε πόλεμο!

Ειδικά αν είμαστε «αντι-μνημονιακοί» οι πολεμικές αυτές προετοιμασίες πρέπει να είναι πιο έντονες, πιο ταχείς, πιο προσεγμένες. Πώς προετοιμάστηκε ο Κώνων εκείνον  τον καταραμένο χειμώνα στη Σικελία; Έτσι! Μετ’ επιστήμης!

Γιατί αν δεν «υποκύψουμε» στο Μνημόνιο (και το Α΄και το Β΄) και αφού δεν μπορούμε να δανειστούμε φθηνά και εφόσον ήδη το χρέος είναι τεράστιο –  σαν την χελώνα του Σκείρωνα – και αφού δεν μπορούμε να το φάμε αλλά θα μας φάει, τότε η πείνα που θα προκύψει – αν δεν «υποκύψουμε» στο Μνημόνιο – θα είναι μεγαλύτερη από εκείνη που Γερμανοί και Άγγλοι επέβαλαν στην Ελλάδα τον καταραμένο χειμώνα του ‘41-42.

Διότι δεν μπορώ να καταλάβω πώς μπορεί να λέει κανείς «όχι» στο Μνημόνιο ενώ η ζωή του  εξαρτάται από το δημόσιο ταμείο και ενώ δεν ξέρει από ποια μεριά φυτεύονται τα κρεμμύδια.

Να λένε «όχι» στο Μνημόνιο εκείνοι που κάθε πρωί ταΐζουν κι αρμέγουν την κατσίκα τους, που ξέρουν να ξεχωρίζουν τους ζωχούς απ’τα ραδίκια, το καταλαβαίνω. Αλλά να το λένε εκείνοι που όταν βλέπουν τα γουρουνάκια ο νους τους πάει στους κουμπαράδες δεν το καταλαβαίνω. Να βροντάνε τα σίδερα είναι μια κάποια λύση. Να βροντάνε όμως και οι σακοράφες;


Η δύναμη της πεταλούδας


Ενώ οι νορδικές σφήκες κάνουν τη δουλειά τους, ενώ οι ελληνικές μύγες κάνουν τη δική τους, εμείς οι … οικουμενικές μέλισσες ας κάνουμε τη δική μας! Ενώ οι κάθε λογής «αντισυστημικοί» – διανοούμενοι συνήθως αλλά και άλλοι του συρμού – απαιτούν και επαιτούν από το σύστημα να πάψει να είναι κακό και να μας επιτρέψει να το ανατρέψουμε, ή απλώς παροξύνουν το πνεύμα «των μαζών» για να ανατρέψουν το σύστημα ώστε ένα «άλλο» σύστημα να κάνει καλά τη δουλειά του και να μας σώσει, εμείς ας πάρουμε την τύχη στα χέρια μας, χωρίς τη διαμεσολάβηση του κράτους και των ποικιλόμορφων και ποικιλώνυμων καλαμαράδων του.

Ας δράσουμε χρησιμοποιώντας τη «δύναμη της πεταλούδας», τη δύναμη της «σύνθετης επίδρασης» (βλέπε: Χάος τί είναι η σύνθετη επίδραση) για να αποδυναμώσουμε το… δυναμοκεντρικό σύστημα «που τον ζυγό βαστεί και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά μας τυραννεί». Ας εργαστούμε, έκαστος εφ’ο θα ταχθεί, για να προκύψει εκείνος ο κεραυνός εν αιθρία που στο Χάος τον λένε…διαλειπτότητα και όπου η ροή του χρόνου ταράττεται, το χάος τακτοποιείται  η δε τάξη – του νορδικού συστήματος – χαώνεται! (Χαώνομαι» κατά το «λαώνομαι» που μας έμαθε ο Άντης Ροδίτης).

 

Η καλύτερη επίθεση είναι η άμυνα

 

Μετά τη Μάχη του Στάλινγκραντ και κυρίως μετά τη Μάχη του Κουρσκ η άποψη ότι η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση πήγε οριστικά στα σκουπίδια. Από τα σκουπίδια αυτά «ψωνίζει» η Αλέκα – και όχι μόνον η Αλέκα – και από τα φύκια αυτά μας πουλάνε μεταξωτές κορδέλες.

Στη Μάχη του Στάλινγκραντ η άμυνα ήταν αναγκαστική. Ήγουν οι Σοβιετικοί δεν μπορούσαν να κάνουν επίθεση. Στη Μάχη του Κούρσκ όμως μπορούσαν. Και όχι μόνο μπορούσαν αλλά σύμφωνα με τα μέχρι τότε καθιερωμένα της «πολεμικής επιστήμης» όφειλαν να κάνουν επίθεση για να μην απωλέσουν την στρατηγική πρωτοβουλία. Όμως εκείνοι οι οποίοι όντως ήταν κάτοχοι της στρατηγικής πρωτοβουλίας, ασκώντας ακριβώς αυτή τους την πρωτοβουλία, την… παραχώρησαν στον νορδικό  αντίπαλο και αρκέστηκαν στην «εσκεμμένη άμυνα»! Εκείνος, ο νορδικός αντίπαλος, αυτάρεσκος και βλάκας, νόμιζε ότι τους έπιασε «κώτσους» και δεν κατάλαβε ότι μια άμυνα ποτέ δεν είναι μόνο άμυνα! Έκανε επίθεση αλλά βρέθηκε να αμύνεται μέσα στο στόμα του λύκου ή μάλλον της αρκούδας.

Εμείς δεν είμαστε «στο Κουρσκ». Δεν είμαστε «στο Στάλινγκραντ». Είμαστε κάπου ΜΕΤΑ!  Θα «εκπαιδεύσουμε» δυνάμεις εκεί που δεν το περιμένουν. Θα συγκεντρώσουμε δυνάμεις εκεί που δεν μπορούν να τις πλήξουν. Θα υπερ-στρέψουμε επιστρέφοντας στο χωριό! Θα ξαναμάθουμε να φτιάχνουμε τα βασικά του βίου. Τον άρτον, τον οίνον και το έλαιον! Το γάλα και το κρέας. Το λαχανικό και το φρούτο.

Υπήρξε – σύμφωνα με τον Μαρξ – ο δουλοκτητικός τρόπος παραγωγής, ο φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής και ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής. Οι συζητήσεις στο κομμουνιστικό κίνημα… σταμάτησαν στον αν υπήρξε και ασιατικός τρόπος παραγωγής. Σήμερα όμως όλοι βλέπουμε ότι υπάρχει και ελληνικός τ(ρ)όπος παραγωγής! Μαζί με την οικονομία και παρά την… παρα-οικονομία υπάρχει η υπερ-οικονομία του ελληνικού πολιτισμικού υποβάθρου!

Το δικό μας Στάλινγκραντ είναι η «Μικρή Πατρίδα»! Εκεί στα λίγα τετραγωνικά χιλιόμετρα θα οργανώσουμε – όλοι μαζί και ο καθένας χωριστά – την άμυνά μας σε επάλληλες παραγωγικές ζώνες. Και δεν θα κάνουμε βήμα πίσω!  Μετά, όταν θα έχουμε ετοιμάσει τις εφεδρείες μας, τις νέες αυτές παραγωγικές δυνάμεις που απαιτούνται, και καθώς ο Βόλγας θα έχει παγώσει, οι νέες αυτές ξεκούραστες δυνάμεις θα τον διαβούν από βορρά και νότο, υπερφαλαγγίζοντας τις αδύναμες πια νορδικές δυνάμεις και παγιδεύοντάς τες στο «κέσελ» (στο «καζάνι»).


Κάλλιο πρώτος στο χωριό παρά δεύτερος στην πόλη


Ο Διοικητής προχώρησε στο μεγάλο δωμάτιο, χαιρέτησε εγκάρδια τα παιδιά του και τους φίλους τους και βυθίστηκε κατάκοπος και καταστενοχωρημένος στον καναπέ. Μικρά παιδιά τα εγγόνια του είχαν πάει ήδη για ύπνο και τίποτα πια δεν μπορούσε να τον απαλλάξει από τις έγνοιες του. Άναψε με κόπο ένα «κοχίμπα» – είχε κρατήσει αυτή την προσωπική απόλαυση παρά και ενάντια στην εργασιομανή και λιτή ζωή του – και βάλθηκε να το καπνίζει. Από το ‘55 δικηγόρος, με «τριψήφιο αριθμό μητρώου», με μια βδομάδα διακοπές το χρόνο, χωρίς πολλές και μεγάλες διασκεδάσεις, εργαζότανε ακόμα τώρα στα εβδομήντα του χρόνια! Η σιωπή του έλεγε περισσότερα και από την ετήσια έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος.

Εκείνη την ημέρα είχε οριστικά ναυαγήσει το μεγαλόπνοο σχέδιο της συγχώνευσης των δύο, τότε, μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών. Οι δύο διοικητές, εκείνος και ο άλλος, είχαν συναντηθεί για να βάλουν οι ίδιοι την… ταφόπλακα στα σχέδια που είχαν κάνει για την μεγάλη νέα τράπεζα, για τον ρόλο της στην εθνική οικονομία στα χρόνια της κρίσης που από τότε κάποιοι την έβλεπαν να ζυγώνει. Δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς! Ειδικά ο άλλος. Τού τραβήξανε το χαλί κάτω από τα πόδια … οι δικοί του. Τον ανάγκασαν να πάρει πίσω το λόγο του! Και τι δεν έγινε όταν πριν λίγο καιρό εξήγγειλαν το σχέδιο της συγχώνευσης! Ξεσηκώθηκαν όλοι. Χρηματιστές και δημοσιογράφοι. Πολιτικοί και αθλητικογράφοι. Τραπεζικοί και προλετάριοι.

Λευκά και «μπλέ» κολάρα. Λαθροκομμουνιστές και κρυπτοφασίστες. Όλοι κόπτονταν υπέρ των «δικαιωμάτων», των «κεκτημένων», της «ελεύθερης αγοράς», του «ανταγωνισμού» και κατά των «μονοπωλίων», των «σκοτεινών πολιτικών σχεδίων», των «συνωμοσιών». Όλοι αυτοί που είχαν βολευτεί στις «θήκες» τους, όλοι αυτοί που προτιμούσαν να είναι «πρώτοι στο χωριό παρά δεύτεροι στην πόλη» αντέδρασαν παροξύνοντας τα πνεύματα και επέβαλαν τη θέλησή τους! Σήμερα, δέκα χρόνια μετά, κανείς δεν ζητάει απ’ αυτούς ευθύνες! Ούτε καν τους αναφέρουν! Αλλά εκείνοι εξακολουθούν να κάνουν τη δουλειά τους! Οι «πρώτοι στο χωριό» παρέμειναν στο παιγνίδι.

Αν εκείνοι οι άθλιοι γραφειοκράτες – οι δικτατορίσκοι της «μεσαίας διευθυντικής τάξης» – μακροημέρευσαν μένοντας «πρώτοι στο χωριό» τότε και εμείς διδασκόμενοι από την καπατσοσύνη τους θα επιδιώξουμε να γίνουμε πρώτοι στο χωριό και όχι δεύτεροι στην πόλη. Ταυτόχρονα, δεν θα ζημιώσουμε την Πατρίδα, όπως έκαναν εκείνοι, αλλά θα την ωφελήσουμε.

Αποδομώντας τις απρόσωπες και βάρβαρες καπιταλιστικές μεγαλουπόλεις, και δη την Αθήνα, θα ανιχνεύσουμε όλης της Πατρίδας το «αρχαίον κάλλος το πρωτόκτιστον». «…Κατέχρωσα τς πρν εκόνος τ  κάλλος, Στερ, τος πάθεσιν·λλ᾿ ς ποτε τν δραχμνναζητήσας ερέ…». (Μόλυνα τς εκόνας το Θεο τ κάλλος, Σωτήρα, μ τ πάθη μου.λλ᾿ πως κάποτε τ χαμένη δραχμψάξε ν μ νεύρεις.) Μεγάλος Κανών – Άγιος Ανδρέας Κρήτης. Μια Μικρή Πατρίδα για τους «απάτριδες – τους ελληνώνυμους – του βαλκανικού νότου».

Μπορεί ο Γιανναράς να κατάντησε ένας σοφιστικέ Τράγκας, από Δάσκαλος του Γένους που θα μπορούσε να ήταν. Μπορεί όλοι εσείς που τον θαυμάζετε ακόμη να νομίζετε ότι οι γεμάτες κακία ύβρεις του δεν αφορούν εσάς αλλά τους άλλους.

Τραγουδώντας τους στίχους του Παρασκευά Καρασούλου  συνεχίζουμε:


Δεν έκανα ταξίδια μακρινά

τα χρόνια μου είχαν ρίζες, ήταν δέντρα

που τα 'ντυσε με φύλλα η καρδιά

και τα' φησε ν' ανθίζουν μες στην πέτρα


Δεν έκανα ταξίδια μακρινά

Οι άνθρωποι που αγάπησα ήταν δάση

Οι φίλοι μου φεγγάρια ήταν, νησιά

που δίψασε η καρδιά μου να τα ψάξει


Το πιο μακρύ ταξίδι μου εσύ

Η νύχτα εσύ, το όνειρο της μέρας

Μικρή πατρίδα, σώμα μου κι αρχή

Η γη μου εσύ, ανάσα μου κι αέρας


Δεν έκανα ταξίδια μακρινά

Ταξίδεψε η καρδιά κι αυτό μου φτάνει

Σε όνειρα, σε αισθήματα υγρά

το μυστικό τον κόσμο ν' ανασάνει.

http://www.youtube.com/watch?v=K00LBvsi7lA


Οι δεσμοί των Ελλήνων με το χωριό δεν έχουν σπάσει. Κι αν έχουν σπάσει με τον έναν τόπο καταγωγής μας έχουν δημιουργηθεί καινούργιοι με κάποιον άλλο. Η νοσταλγία του Έλληνα για την μικρή κλίμακα, για τη μικρή πατρίδα, δεν εξέλειπε ποτέ.

Στην Ύδρα, σε βάρκες, μαγαζιά, ξενοδοχεία, κυματίζουν τρεις σημαίες: της Ύδρας, της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήγουν της… «πατρίδας» των πατρίδων καθότι τυγχάνουμε και οικουμενικοί. Όσο για την Άνω Πόλη έχουνε τις εκκλησίες.

Τα δίκτυα, δρόμοι και τρένα, τα καράβια, τα αεροπλάνα, παρά την υπερβολική τους χρήση έφεραν κι ένα μεγάλο καλό. Έφεραν πιο κοντά το χωρίο στην πόλη. Οι αποστάσεις μίκρυναν για να μην πω ότι εξαφανίστηκαν.

Η Ελλάδα μας είναι χερσόνησος και με τους δρόμους βουνό και θάλασσα έγιναν ένα. Τα πιο απόμερα χωριά πλένουν τα πόδια τους στη θάλασσα ή «βγήκαν» στο κέντρο των οικονομικών εξελίξεων. Ανάμεσα – για παράδειγμα – στο Άργος, την Τρίπολη και την Κόρινθο, ο Δράμαλης έπαθε τη γνωστή νίλα. Τώρα όμως η διαδρομή γίνεται σε μια ώρα! Είναι λοιπόν εφικτή η επανασύνδεση με το χωριό. Είναι δυνατή η ανάσταση της υπαίθρου. Δεδομένου ότι από τα έντεκα εκατομμύρια που είμαστε – να δούμε και η φετινή απογραφή τί θα βγάλει – τα επτά περίπου ζουν στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στη Λάρισα, στην Πάτρα και στο Ηράκλειο, τότε δεν θα κάναμε λάθος αν ισχυριζόμασταν ότι η ύπαιθρος είναι λιγότερο πυκνοκατοικημένη απ’ ότι την εποχή της Επανάστασης του ‘21!!!

Είναι εκεί έρημη και…αναπαρθενευμένη! Σας περιμένει. Ζητάει νέους και νέες να την ερωτευτούν και να την λατρέψουν, να την καλλιεργήσουν και να την καλλωπίσουν, να την ερμηνεύσουν και να ερμηνευτούν, να της κάνουν τα χατίρια,νύχτα και μέρα, να ξοδέψουν «μια περιουσία κι άλλη μια για να τους κάνει μία… μελανιά».

Αν δεν έχετε τόπο καταγωγής, αν έχετε ξεκόψει οριστικά απ’ αυτόν, διαλέξτε έναν. Έναν  τόπο που σας αρέσει να τον κοιτάτε με τις ώρες, όπως κοιτάτε τη γυναίκα που λατρεύετε. Αρχίστε να πηγαίνετε συχνά. Πάλι και πάλι. Κάντε εκεί καλά πράγματα, πράγματα που αγαπάτε. Δείξτε την αγάπη σας, τον έρωτά σας γι’ αυτόν. Τότε ο τόπος αυτός θα προσλάβει αυτό το Ρ του Έρωτα και θα γίνει Τ(ρ)όπος. Θα γίνει «Ο Τ(ρ)όπος» σας! Και το Ρ του Έρωντα θα γίνει Ρ του Τόπου!  Ναι, ο όμορφος τόπος είναι σαν την όμορφη γυναίκα. Όσο την αγαπάς τόσο σου επιτρέπει ν’ ανακαλύψεις την ομορφιά της, τόσο απεκδύεται τα αισθητά πέπλα της σαγήνης της και αποκαλύπτει το νοητό κάλλος το εσώτερο και το κεκρυμμένο.


Ένα στρέμμα κατά κεφαλήν καλλιέργεια


Η ακριβή βενζίνη και τα διόδια, δεν λέω, είναι ένα ζήτημα. Μην πτοείστε όμως! Πάρτε μαζί σας φίλους, συγχωριανούς. «Ρεφενίζοντας και μη αμαρτάνοντας» όλα θα είναι πιο φθηνά και όλα θα είναι πιο ωραία.

Υπάρχουν, βέβαια, και τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Ο Προαστιακός, το τρένο,   το λεωφορείο, το καράβι.  Συγυρίστε το παλιό σπίτι στο χωριό ή το καλοκαιρινό εξοχικό σας. Χωρίς πολυτέλειες και μεγάλες ανέσεις. Ένα τζάκι, μια ξυλόσομπα και ας «μπάζει» από κάτω η πόρτα και από δίπλα το παράθυρο. Ένα θερμοσίφωνο. Η τουαλέτα ας είναι κι έξω. Βάλτε μια θερμαντική λυχνία για το μπάνιο, το δικό σας και των παιδιών. Δημιουργείστε ένα «πάτημα» στο χωριό. Στόχος μας πρέπει να είναι το ένα στρέμμα γης κατά κεφαλήν καλλιέργεια!

[Να δικαιωθούν έτσι και τα πεθαμένα μας που όπως λέει και ο Μέγας Τατσόπουλος, εξεγέρθηκαν κατά των Τούρκων – με τους οποίους ζούσανε αιώνες μονιασμένοι – για ένα στρέμμα γης(!)]

Εξοικονομείστε χρήματα από την «φιλιππινέζα» της πόλης και χρηματοδοτείστε τον «αλβανό» στο χωριό. Κάντε δαπάνες παραγωγικές και όχι καταναλωτικές. Δώστε στον «αλβανό» να καλλιεργήσει το χωράφι, «κολιγκιά», και μοιραστείτε τον καρπό. Όπως κάνουμε με τις ελιές και το λάδι. Αν δεν έχετε χωράφι τότε νοικιάστε ένα! Ένα δυο στρέμματα στην αρχή και μετά βλέπετε.  Ή, αν θέλετε, καλλιεργείστε το «κολιγκιά» με εκείνον που έχει. Συμφέρει, και κείνον και σας. Εσείς, χωρίς κεφάλαιο, χωρίς φόρους κληρονομιάς και μεταβίβασης θα έχετε το προϊόν της εργασίας χωρίς ΦΠΑ, ΦΜΥ, ΕΦΚ, ΔΝΤ κου λου που! Και μην υποτιμάτε τα δύο στρέμματα. Είναι ακριβώς το μισό περιβόλι του βασιλιά Αλκίνοου των Φαιάκων. Αν ένας τέτοιος σπουδαίος βασιλιάς είχε τέσσερα στρέμματα γύρω από το παλάτι του εσείς πρέπει να είστε ευχαριστημένοι και με τα δύο! (Το-Ευ-Ζην-τραγουδιστό)

Φυτέψτε δέντρα και μποστάνια. Ελιές όπου το κλίμα επιτρέπει αλλά και οπωροφόρα από τα τόσο πολλά που ευδοκιμούν στον τόπο μας. Με ελάχιστη φροντίδα κι αγάπη, για πάρα πολλά χρόνια, θα μεγαλώνουν με τη χάρη του Θεού και θα σας αποδίδουν καρπούς, δροσιά και ομορφιά. Μαζί με το παιδάκι από τον Τρίτο Κόσμο που ίσως έχετε υιοθετήσει μέσω της ActionAid, «υιοθετείστε» κι ένα αρνάκι ή ένα κατσικάκι. Η «υπο-χρέωσή» σας θα λήξει μετά από μερικούς μήνες αλλά θα είστε σίγουροι για το που πήγαν τα χρήματά σας.

Αν μάθετε ν’ αρμέγετε και την κατσίκα τότε θα είναι ακόμα καλύτερα. Θα έχετε γάλα για ρυζόγαλο, γιαούρτι, τυρί. Η κοπριά των μαναριών είναι πιο καθαρή από την κοπριά του σκύλου και της γάτας με την οποία είσαστε περισσότερο εξοικειωμένοι. Θα έχετε και free κοπριά για τα λουλούδια στο μπαλκόνι! Με άλλα λόγια: βγάλτε τα ουσιώδη της ζωής σας εκτός συστήματος απόδοσης ΦΠΑ!!!

Αυτό δεν είναι παράνομο. Είναι υπέρ-νομο! Οι Έλληνες μπορούν να έχουν έναν δικό τους τρόπο παραγωγής όπως έχουν έναν δικό τους τρόπο να τρώνε και να κατοικούν. Έχουν μια δική τους αντίληψη για την διατροφή έστω κι αν τελευταία της κάνουν απιστίες. Έχουν και μια δική τους αντίληψη για το σπίτι έστω κι αν μένουν σε διαμέρισμα. Γι’ αυτό χαιρέκακα οι ξένοι σχολιάζουν: «ο Έλληνας φτιάχνει σπίτι σαν να μην πρόκειται να πεθάνει ποτέ και τρώει σαν να πρόκειται να πεθάνει την άλλη  μέρα». Με τούτα και με τ’ άλλα οι Έλληνες έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό ιδιόκτητης κατοικίας σε όλη την Ευρώπη και δεν ξέρω για τον κόσμο όλο τι γίνεται.


Με το τσουβάλι και χωρίς το βελόνι


Έκλεισα βιαστικά τους διακόπτες παροχής νερού στον θερμοσίφωνα που μόλις είχε καταστραφεί κι έφυγα τρέχοντας για να προλάβω το καράβι για τη Σύρα. Το βεβαρυμένο πρόγραμμα και ο διάβολος με έκαναν να ζητήσω τιμές από δύο υδραυλικούς για την αντικατάστασή του και την απομάκρυνση του παλιού. Ο ένας μου είπε 100,00 ευρώ και ο άλλος 113,00. Ο δεύτερος έβαλε και ΦΠΑ! Ανέμενα κάτι εξωφρενικό  αλλά αυτό παρά ήταν! Εκατόν δεκατρία ευρώ όταν ο ίδιος ο θερμοσίφωνας κάνει εκατόν τριάντα πέντε (135,00 €)! Το μέταλλο, η μόνωση, τα ηλεκτρικά μέρη, τα υδραυλικά μέρη, η μεταφορά, η εμπορία… όλα αυτά κάνουν 135,00 € και η αντικατάσταση, η λίγη ώρα που δύο άνθρωποι θα κάτσουν ξάπλα (μέσα στο πατάρι) για να βιδώσουν δύο σωληνάκια και τρία καλώδια κοστίζει εκατόν δεκατρία ευρώ!!!

Με ένα εκατομμύριο ξένους εργάτες να παρακαλάνε για δουλειά και η αλλαγή του θερμοσίφωνα να κοστίζει το μισό μια σύνταξης του ΙΚΑ; Μήπως πρέπει να πούμε στην κ. Κούρτοβικ να φέρει άλλους τόσους έστω κι αν πρέπει να υποστούμε τις υστερίες τους  Άδωνη; Όλα καλά τα λες κυρ-Κοντογιώργη μου. Και για τα πολιτικά συστήματα και για την κατοχή τους, τα πάντα-όλα. Αλλά μπορείς να μου πεις πώς θα απαλλαχτούμε από τους μαυραγορίτες αυτούς που μας ληστεύουν; Τί προβλέπουν οι θεωρίες σου για το αρκετά τροφαντό αυτό διαταξικό στρώμα της κοινωνίας μας που μας ληστεύει αδιάντροπα σε κάθε ευκαιρία που του δίνεται;

Αυτές τις σκέψεις έκανα και καθώς επέστρεψα Σάββατο, ημέρα κατάλληλη για μαστοριές, πήγα κι αγόρασα έναν θερμοσίφωνα. Το «πρόβλημα» στην αντικατάσταση είναι το βάρος του παλιού. Σκέφτηκα να αγοράσω το κατάλληλου διαμετρήματος σωληνάκι για να παροχετεύσω το νερό.

Τσιγκουνεύτηκα όμως και πείσμωσα. Είπα να δοκιμάσω άλλο κόλπο. Συνέδεσα το σωληνάκι που απάγει το ζεστό νερό με την είσοδο του κρύου νερού στον θερμοσίφωνα. Ο σωλήνας «του κρύου» κατεβαίνει χαμηλά ενώ «του ζεστού» παίρνει το ζεστό νερό από ψηλά, καθώς λέει η φυσική.

Αφού συνέδεσα, χωρίς διαρροές, τον σωλήνα, κατέβηκα. Ανοίγοντας τη βρύση του ζεστού ρούφηξα τον αέρα που είχε μέσα. Αμέσως η βρύση άρχισε να τρέχει και να παροχετεύει το νερό που περ’ολίγο να μου κοστίσει 113,00 €! Σε λίγη ώρα όλα είχαν τελειώσει. Ο πανάλαφρος τώρα θερμοσίφωνας πέρασε δίπλα και ο νέος μπήκε στη θέση του. Με λίγη προσοχή συνδέθηκαν σωλήνες και καλώδια. Μόλις βρεθούν «δυο στιβαρά χέρια» να με βοηθήσουν θα πάρει ο παλιός θερμοσίφωνας τον δρόμο για την ανακύκλωση. Δεν μπόρεσα να μην σχολιάσω με στωικότητα:

Τί σου είναι ο άνθρωπος! Ο Γιανναράς ψάχνει τα «δυο στιβαρά χέρια» για να σώσει την Ελλάδα κι εγώ τα ψάχνω για να κατεβάσω τον θερμοσίφωνα!

Συμπέρασμα: Γίνετε  μαστόροι. Σώστε όσες μαστορικές μπορείτε για να σωθείτε. Θα σώσετε την τσέπη σας αλλά και την ψυχή σας. Όταν ο άνθρωπος φτιάχνει μόνος του τα προς το Ζην – ίσως και τα προς το Ευ Ζην – ψυχαγωγείται! Νιώθει ωραία. Απασχολεί δημιουργικά το μυαλό του και κρατάει ικανά τα χέρια του. Δεν είναι τα χέρια μόνο σχοινιά και τα κορμιά μόνο καράβια. Ούτε μόνο κουπιά είναι τα χέρια. Είναι δυο ευφυή εργαλεία που μπορούν να κάνουν θαύματα. Αρκεί να ξεπεράσουμε τον απάνθρωπο «καταμερισμό της εργασίας» που μας επέβαλε ο καπιταλισμός και μας μετέτρεψε σε εξειδικευμένους «ανάπηρους» βλάκες.

Ανάγκη μεγάλη είναι να σώσουμε ό,τι μαστορικές μπορούμε. Να ξαναμάθουμε να φτιάχνουμε ψωμί με προζύμι, ήγουν να αποκτήσουμε τους σχετικούς μύκητες και να μάθουμε πώς να τους βάζουμε να εργάζονται προς όφελός μας. Μη γίνεσθαι δούλοι κανενός κάνετε τους μύκητες δούλους δικούς σας. Να ξαναμάθουμε να φτιάχνουμε κρασί. Ξύδι που κάνει καλό γενικώς και στον θυμό ειδικώς. Να ξαναμάθουμε να πήζουμε γιαούρτι και τυρί. Να ξαναμάθουμε να φτιάχνουμε γλυκά στο σπίτι. Να ξαναμάθουμε, φυσικά, να μαγειρεύουμε για μας και για τους φίλους μας κι όχι ν’ αγοράζουμε έτοιμο φαγητό.

Χρησιμοποιείστε τον φούρνο της κουζίνας σας εντατικά. Έτσι όλα γίνονται πιο εύκολα. Μπορούν να βοηθήσουν και οι άνδρες που συνήθως αρέσκονται στο ψήσιμο. Η μαγειρική των χαμηλών θερμοκρασιών, του αργού ψησίματος, έχει ξετρελάνει τους… chef που την ανακάλυψαν όψιμα. Εμείς όμως εδώ έχουμε παράδοση αιώνων. Είτε στο φούρνο είτε στη γάστρα είτε στη χόβολη, εμείς εδώ, πάντα κάτι ψήνουμε!

Όλα αυτά δεν θα μας κάνουν μόνο λιγότερο φτωχούς. Θα μας κάνουν περισσότερο καλούς! Να διακονούμε εαυτούς και αλλήλους είναι καλοσύνη κι αρχοντιά. Η προγιαγιά μου στο χωριό έλεγε και οι θειάδες επιμαρτυρούσαν: «ο άντρας να βάζει με το τσουβάλι και η γυναίκα να βγάζει με το βελόνι το σπίτι δεν κρατιέται».

(Οι φεμινίστριες παρακαλώ ας συγκρατηθούν. Δεν ήταν «η γιαγιά η Νάσαινα» καμιά «κατίνα», είχε γεννήσει τρεις αντάρτες, είχε κάνει στη φυλακή και στα «σύρματα» των Γερμανών, έχασε γιο,  γαμπρό και σύζυγο από βίαιο θάνατο κι έζησε μέχρι τα ενενήντα της.)


Πολλ
ν δ᾿ νθρώπων δεν στεα! Νόον γνω;;;


Κάθομαι στο λιμάνι της Μυκόνου, στο καφενείο του Μαδούπα, να φάω ένα πιάτο φαΐ και μετά να συνεχίσω. Κάνω σίγρι (παρατηρώ, κατά Μακρυγιάννη) τη διαδικασία της αποβίβασης και επιβίβασης των χιλιάδων επιβατών των κρουαζιερόπλοιων. Τεράστιες πλωτές πολυκατοικίες αυτά, με δέκα και πλέον ορόφους, έχουν στα κλουβιά τους τρεις και τέσσερις χιλιάδες επιβάτες και κάπου δύο χιλιάδες πλήρωμα! Έρχονται και αράζουν στη Μύκονο και αρχίζουν να βγάζουν τον κόσμο για μια μονοήμερη επίσκεψη. Αν πιάσουν στον ντόκο του νέου λιμανιού οι επιβάτες επιβιβάζονται σε λεωφορεία και μεταφέρονται στο κέντρο. Αν πιάσουν αρόδο τότε με λάντζες μεταφέρονται στην προβλήτα του παλιού λιμανιού.

Μπορείτε να φανταστείτε τη διαδικασία, το φοβερό αυτό ανεβοκατέβασμα χιλιάδων ανθρώπων πολλές φορές με μεγάλο κυματισμό, το πήγαινε-έλα, δύο φορές την ημέρα και οκτώ ή δέκα μέρες, ανάλογα με την κρουαζιέρα; Μπορείτε να φανταστείτε τη συμβίωση όλων αυτών μέσα σ’ ένα πλωτό μεταλλικό μπλόκ; Κι όμως, μας έχουν πείσει ότι αυτό λέγεται «καλή ζωή», ότι αυτό είναι γκλαμουριά και πολυτέλεια, ότι αυτό αξίζει να το πληρώσουμε και με το περίσσευμά μας αλλά και με το υστέρημα. Πολλοί άνθρωποι μαζεύουν μια ζωή για να περάσουν μια μέρα σε κάθε λιμάνι. Και όταν γυρνάνε στο καράβι να τους κοιτάνε τις τσάντες μη κι αγοράσανε τρόφιμα και ποτά από το νησί γιατί αυτό «δεν επιτρέπεται» (!) Μόνο σουβενίρ επιτρέπονται. Η σκοπιμότητα είναι προφανής. Θέλουν να τους πουλάνε τα δικά τους, τα πανάκριβα, τα «πολυτελείας»!

Μας έχουνε μάθει να καταναλώνουμε τόπους. Να κινούμαστε διαρκώς. Να καταναλώνουμε εικόνες και παραστάσεις. Μας έχουνε μάθει να θεωρούμε ποιότητα ζωής αυτή την αισχρή διαδικασία του «άνοιξα – μπήκα – είδα – έφυγα». Αυτό το ονομάζουν τουρισμό! Εγώ το ονομάζω… μπουρδελότσαρκα! Τί να προκάμει να δει ο έρμος ο τουρίστας από το πνεύμα της Μυκόνου σε μια μέρα; Τί να δει από τη  Ρόδο; από τη Σαντορίνη, από την Ύδρα;  Μας έχουνε  μάθει να κάνουμε λίγα πράγματα σε πολλούς τόπους χωρίς κανέναν τρόπο και όχι πολλά πράγματα σε λίγους τόπους με έναν τρόπο.  Στην εργασία μάς εξειδικεύουν και μάς κάνουν βλάκες. Στον «ελεύθερο χρόνο» μάς… απο-ειδικεύουν και μάς ξανακάνουν βλάκες!!!

Η κίνηση είναι χρόνος και η στάση είναι αιωνιότητα – λέει – ο Τ(ρ)όπος μας. Και ο τόπος, είπαμε, είναι σαν τη γυναίκα. Τί προτιμάτε να κάνετε; Λίγα πράγματα με πολλές γυναίκες ή πολλά πράγματα με λίγες; Όλα τα πράγματα με μία; Η απάντηση είναι δική σας. [Πολλά πράγματα με πολλές γυναίκες δεν γίνονται! Ξεχάστε το!]

 

Επτάζυμος άρτος


Γύρισα στο ξενοδοχείο κατά τις εννέα το βράδυ. Λίγο να συγυριστώ και να βγω για το δείπνο το καθιερωμένο στη ταβέρνα του κυρ- Στέφανου, με τη μουριά και τους μουσικούς από κάτω να παίζουν. Ο Σωτήρης – φούρναρης από παιδί και μετά ναυτικός και ξενοδόχος  – φίλος καλός που είκοσι χρόνια ανιχνεύουμε – διαφωνώντας – τα του Ρωμαίικου, είχε βάλει το Β’ Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και κάτι μαστόρευε στην κουζίνα.

Ξέροντας το πάθος μου για την κοινωνική… αρχαιολογία με φώναξε: «έλα να δεις τι φτιάχνω».

Πήρε λίγα ρεβύθια και τα έσπασε σε τρίμματα. Τα έβαλε σε δυο γυάλινα βαζάκια, προσεκτικά πλυμένα, και πρόσθεσε χλιαρό νερό. Μετά τα πήρε και τα πήγε στο κελάρι. Εκεί άνοιξε ένα μονόφυλλο ντουλάπι της κουζίνας και τα έβαλε στο ράφι. Το ντουλάπι ήταν άδειο και είχε μόνο μία … λάμπα πυρακτώσεως! (αν σου καεί τώρα που αποσύρθηκαν οι «πυρακτώσεως» να δούμε τί θα κάνεις). Την άναψε και έκλεισε το ντουλάπι.

«Το έχω γι’ αυτή τη δουλειά, θα τ’ αφήσω εδώ στη ζέστη και μέχρι το πρωί θα έχει σχηματιστεί ένας αφρός στην επιφάνεια» μου εξήγησε, «ένδειξη ότι έγινε ζύμωση και οι μύκητες είναι ενεργοί. Αύριο θα φτιάξω επτάζυμο για τους πελάτες μου».

Εντυπωσιάστηκα! Από τα ρεβύθια να φτιάχνεις μαγιά για ψωμί και δη επτάζυμο!!! Ουάου! Γύρισα στην Αθήνα και άρχισα να ψάχνω. Κάπου είχα διαβάσει κάτι σχετικό. Τελικά θυμήθηκα.

Στο «Λευκό κοτσύφι» του Μίμη Ανδρουλάκη, ο ήρωάς του φτιάχνει πρωινό στην ερρωμένη του με επτάζυμο άρτο. Βρήκα την συνταγή λεπτομερώς καταγεγραμμένη. Επτά ζυμώσεις λαμβάνουν χώρα! Δυο μέρες να μοσχοβολάει το σπίτι! Δυο μέρες να διακονείς, με υπομονή και σταθερότητα, τους… είλωτες μύκητες για να προκόψουν!

Επτά φορές να ζυμωθεί, επτά φορές να φουσκώσει στη ζεστασιά και στη θαλπωρή και μία να ψηθεί! Όπως ακριβώς και οι ιδέες, είπα!!! Για φαντάσου!


Θησείο, Τελώνου και Φαρισαίου, 13 Φεβρουαρίου 2011, Αφιερώνεται στους Τελώνες και στις Τελώνισσες όχι όμως στους Φαρισαίους!

 

ΠΗΓΗ: Σάββατο, 26 Φεβρουάριος 2011 07:30, http://www.antifono.gr/portal/%…..B5.html

Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ:

Όλοι οι «συμβαλλόμενοι», οι οποίοι ανήκουν σε ένα κράτος, αποκαλούνται Πολίτες, μόνο εάν συμμετέχουν στην ανώτατη εξουσία – υπήκοοι δε, όταν απλά υποτάσσονται στους νόμους του κράτους

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

«Η Δημοκρατία πάντοτε απειλείται. Η Δημοκρατία δεν είναι θεόσταλτη, ούτε πέφτει απλά από τον ουρανό. Για να την εξασφαλίσει μία κοινωνία, πρέπει να αγωνίζεται συνεχώς. Κάθε καινούργια γενιά πρέπει να αποφασίζει, ξανά και ξανά, υπέρ της προστασίας της Δημοκρατίας» (S. Larsson).

Η προστασία της Δημοκρατίας λειτουργεί, συμβαίνει και συντελείται δηλαδή, σε πολλά, διαφορετικά επίπεδα. Ένα από αυτά είναι οι ειρηνικές διαδηλώσεις – με στόχο τη διαμαρτυρία των Πολιτών, απέναντι σε τυχόν άδικα μέτρα της εκάστοτε κυβέρνησης. Ένα επόμενο είναι οι «συλλήψεις», καθώς επίσης οι συγκεντρώσεις των Πολιτών έξω από τα σπίτια των τεκμηριωμένα «επίορκων» κρατικών «λειτουργών», τους οποίους ηθελημένα αδυνατεί να «τιμωρήσει» το σύστημα – επικαλούμενο νόμους «ατιμωρησίας», τους οποίους το ίδιο ψήφισε. Ένα τρίτο είναι οι απεργίες – σε εθνικό, συλλογικό επίπεδο ή σε συγκεκριμένες, πολυεθνικές κυρίως επιχειρήσεις, οι οποίες δεν σέβονται, καταπατούν και αδιαφορούν για τα δικαιώματα των εργαζομένων τους ή της ίδιας της Πολιτείας (εκτεταμένη φοροδιαφυγή, μέθοδοι καρτέλ κλπ).

Ένα τέταρτο είναι ίσως το «κίνημα πολιτικής ανυπακοής», το οποίο εφάρμοσε στην πράξη με επιτυχία ο Gandhi στην Ινδία, καλώντας μεταξύ άλλων τους Ινδούς να αρνηθούν να πληρώσουν τους φόρους που είχαν επιβάλλει οι Βρετανοί – καθώς επίσης να συμμετέχουν σε μία συλλογική, ειρηνική και «βουβή» αποχή από τους χώρους εργασίας τους (όταν το 1920 οι «αποικιοκράτες» αρνήθηκαν να κάνουν υποχωρήσεις στο θέμα της ανεξαρτησίας, η Ινδία παρέλυσε από το γενικό «μποϊκοτάζ» στο οποίο ο Gandhi είχε καλέσει το λαό της χώρας του. Οι δημόσιοι υπάλληλοι παραιτούνταν, τα δικαστήρια και οι άλλες δημόσιες υπηρεσίες «απείχαν», οι μαθητές δεν προσέρχονταν στα σχολεία, ενώ οι απλοί Πολίτες απέκλειαν δρόμους με καθιστικές, σιωπηλές διαμαρτυρίες – αρνούμενοι να σηκωθούν, ακόμη και όταν τους επιτίθονταν η αστυνομία).

Εν τούτοις, η προστασία της Δημοκρατίας επιτυγχάνεται κυρίως, μέσα από τις συνεχείς προσπάθειες των Πολιτών, με στόχο την εξέλιξη της – μέσα από ειρηνικές συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες δηλαδή, οι οποίες αποσκοπούν στην καλυτέρευση των θεσμών. Στα πλαίσια αυτά, θεωρώντας δεδομένο ότι δεν είμαστε ικανοποιημένοι από τη λειτουργία της σημερινής αντιπροσωπευτικής, της κοινοβουλευτικής καλύτερα Δημοκρατίας, οι προσπάθειες όλων μας πρέπει να επικεντρώνονται στην εξασφάλιση περισσότερης δύναμης στους Πολίτες – κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την αυξημένη συμμετοχή τους στις αποφάσεις του κράτους, η οποία προϋποθέτει την υιοθέτηση όλο και πιο πολλών στοιχείων άμεσης δημοκρατίας. Στην αντίθετη περίπτωση, ο θάνατος του κοινωνικού κράτους είναι κάτι παραπάνω από βέβαιος. 

Τα συνεχή σκάνδαλα της πολιτικής, η απίστευτη διαφορά που επικρατεί εντός της, ο «ενδοτισμός», η διαπλοκή, ο χρηματισμός, η ατιμωρησία και τόσα πολλά άλλα, τα οποία έχουν μετατρέψει την Πολιτική σε πειθήνιο, άβουλο «υπηρέτη» της οικονομικής εξουσίας (του Καρτέλ και των Αγορών), είναι αδύνατον να καταπολεμηθούν, εάν δεν συμμετέχουν ενεργά οι Πολίτες. Για να μπορέσει όμως να λειτουργήσει εποικοδομητικά η συμμετοχή τους, δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στο εκλογικό τους δικαίωμα – αλλά στη συνεχή ανάληψη ευθυνών εκ μέρους τους, μέσα από δημοψηφίσματα και επιτροπές ελέγχου της πολιτικής εξουσίας.

Εάν λοιπόν υπάρχουν κόμματα στη Βουλή, τα οποία πραγματικά ενδιαφέρονται για τη Δημοκρατία, οφείλουν να το αποδείξουν – με πράξεις και όχι με λόγια, κενά νοημάτων. Η απόδειξη δεν είναι άλλη από την κατάθεση ενός προσχεδίου νόμου, το οποίο θα συνηγορεί υπέρ της σταδιακής υιοθέτησης των κανόνων της άμεσης Δημοκρατίας. Όσο δεν υπάρχει ή δεν έχει το θάρρος να το κάνει κάποιο κόμμα, ο θάνατος της Δημοκρατίας είναι κάτι παραπάνω από προβλεπόμενος – ενώ η Ευρώπη των Πολιτών της μία άνευ προηγουμένου «συλλογική ουτοπία».    

Μία τέτοια ενέργεια, ένα τέτοιο ενδεχόμενο καλύτερα, φαίνεται σαν να προκαλεί την «αποδυνάμωση» του Κοινοβουλίου – όπως και είναι στην πραγματικότητα. Η αποδυνάμωση του Κοινοβουλίου είναι πράγματι αυτό που πιστεύουμε ότι επιθυμεί η πλειοψηφία των Πολιτών μίας χώρας που θέλει να εξελίξει το πολίτευμα της – αφού μία Δημοκρατία, στην οποία δεν συμμετέχουν ενεργά οι Πολίτες, δεν είναι τίποτα άλλο από την κυριαρχία της πλειοψηφίας των Πολιτών, χωρίς τους Πολίτες.

Όπως, μόνο με την «εισαγωγή» της άμεσης Δημοκρατίας, δεν ολοκληρώνεται το έργο μας – επιτυγχάνονται ελάχιστα δηλαδή. Η συμμετοχή των Πολιτών στην πολιτικές αποφάσεις και στον έλεγχο του δημοσίου, θα πρέπει να ενισχυθεί δομικά από το σύστημα. Χρειάζεται επομένως διαφάνεια σε όλες τις διαδικασίες αποφάσεων του Κοινοβουλίου, στις Επιτροπές, στη κυβέρνηση και στη δημόσια διοίκηση. Επίσης, συστηματική, λεπτομερής ενημέρωση – αφού η γνώση, όχι φυσικά η «παραποιημένη» (παραπληροφόρηση), είναι δύναμη.

Εάν λοιπόν ψηφισθεί ένας νόμος υποχρεωτικής «απελευθέρωσης της πληροφορίας», ο οποίος θα δίνει το δικαίωμα στους Πολίτες να ενημερώνονται για όλες τις δημόσιες υποθέσεις, θα έχει γίνει μία καλή αρχή. Ένα δεύτερο βήμα θα ήταν οι δημόσιες συγκεντρώσεις όλων ανεξαιρέτως των επιτροπών της Βουλής – μη επιλεκτικά δηλαδή, καθώς επίσης με τη φυσική παρουσία Πολιτών και όχι απλά με την τηλεοπτική. Ένα επόμενο, το δικαίωμα των Πολιτών να έχουν πρόσβαση σε όλα τα δημόσια έγγραφα (κρατικές συμβάσεις κλπ), με τη μεγαλύτερη δυνατή ευκολία.

Τέλος, θα πρέπει φυσικά να βεβαιωνόμαστε ότι, τόσο τα κόμματα, όσο και οι πολιτικοί, δεν είναι «εξαγοράσιμοι». Επομένως, θα πρέπει να απαγορευθεί η οικονομική ενίσχυση τους από οποιονδήποτε, καθώς επίσης ο δανεισμός τους από τις τράπεζες. Δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει ανεξάρτητα ένα κόμμα και να αποφύγουμε το θέατρο σκιών όταν, για παράδειγμα, οφείλει στις τράπεζες ποσά που ξεπερνούν τα 100 εκ. € – όπως συμβαίνει με τα κυβερνητικά κόμματα στην Ελλάδα (αλλά και με τα υπόλοιπα, παρά το ότι χρωστούν λιγότερα, ανάλογα όμως του μεγέθους τους). Τα κόμματα πρέπει να υποχρεωθούν, τόσο από τα μέλη τους, όσο και από όλους εμάς, να αποπληρώσουν άμεσα τα χρέη τους – πόσο μάλλον αφού, εάν δεν μπορούν να ελέγξουν τα δικά τους οικονομικά, είναι προφανώς αδύνατον να λύσουν τα προβλήματα της χώρας τους.  

Μεταξύ άλλων τώρα, η Δημοκρατία θα πρέπει να ενδιαφέρεται ενεργά για την ποιότητα ζωής των Πολιτών της. Για να μπορέσει όμως να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, θα πρέπει να εισαχθούν εξειδικευμένοι μέθοδοι επίβλεψης και αναφοράς – όπως, για παράδειγμα, έρευνες για τη λειτουργία των νοσοκομείων, των σχολείων κλπ, σε συνεχή βάση και με τη δημόσια προβολή τους από ειδικά για το σκοπό αυτό, φυσικά «μη διατεταγμένα» ΜΜΕ.

Η άμεση Δημοκρατία λοιπόν, με τα μορφή της συμμετοχής των Πολιτών σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής (στην πολιτική, στον πολιτισμό, στην Παιδεία, στην Υγεία, στο Μεταναστευτικό κλπ), είναι η πρόκληση του μέλλοντος. Η Κοινοβουλευτική Δημοκρατία δεν είναι το τέλος της ιστορίας της Δημοκρατίας στον πλανήτη – πόσο μάλλον αφού η Δημοκρατία δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί ως μία ολοκληρωμένη, μη εξελίξιμη κατάσταση.

Ουσιαστικά, το να μπορούμε να την αναζωογονούμε συνεχώς, να την καλυτερεύουμε και να την εξελίσσουμε, είναι απαραίτητη προϋπόθεση της διατήρησης της – διαφορετικά, αργά ή γρήγορα, ειδικά σε εποχές που η οικονομική ανάπτυξη παύει να υφίσταται (πόσο μάλλον όταν η χώρα απειλείται με άλωση από το ΔΝΤ, ενώ οι προοπτικές της Ευρώπης είναι θολές), η δημοκρατία μετατρέπεται πολύ εύκολα σε «ξενοκρατούμενη ολιγαρχία» – εάν δεν επικρατήσει τελικά ο ολοκληρωτισμός.   

Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, εάν δεν στηρίξουμε και δεν προστατεύουμε όλοι μαζί, ενεργητικά και πρακτικά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις μας, οι οποίες εξασφαλίζουν τη λειτουργία της πραγματικά ελεύθερης αγοράς (απειλείται από τα υπερεθνικά μονοπώλια, τα οποία επιβάλλουν τις τιμές, συνεργαζόμενα και μη ανταγωνιζόμενα μεταξύ τους), καθώς επίσης τις κοινωφελείς (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ κλπ), οι οποίες μας προσφέρουν ισότιμη, ελεγχόμενη πολιτικά πρόσβαση στα βασικά αγαθά, τόσο η ολοκληρωτική άλωση της χώρας μας, όσο και η υποταγή της στους «εισβολείς», συνοδευόμενη από την ελεγχόμενη χρεοκοπία (εκεί φαίνεται να μας οδηγεί η γερμανική Ευρωζώνη, με τη βοήθεια της κυβέρνησης), δεν πρόκειται να αποφευχθεί – μετατρέποντας την πλειοψηφία του πληθυσμού σε εξαθλιωμένους υπηκόους της νεοφιλελεύθερης ολιγαρχίας. 

Ολοκληρώνοντας, η δημιουργία ενός κοινωνικού, υπερκομματικού κινήματος Πολιτών (πάνω από το 50% των υπεύθυνων Ελλήνων Πολιτών δεν φαίνεται να αποδέχεται τα σημερινά πολιτικά κόμματα), με στόχο την επιβολή της σωστής λειτουργίας των κομμάτων, καθώς επίσης την «εισαγωγή» των κανόνων της άμεσης Δημοκρατίας, ταυτόχρονα με την εκδίωξη της σκιώδους εξουσίας, θα ήταν ίσως μία από τις διάφορες λύσεις στα σημερινά μας προβλήματα – πριν ακόμη είναι πολύ αργά, για την «αντιστροφή» της καταστροφικής μας πορείας προς τη δραχμή.             

Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 27. Φεβρουαρίου 2011, viliardos@kbanalysis.com      

 

* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2291.aspx

Ένας άλλος κόσμος

Ένας άλλος κόσμος

 

Του Κώστα Βεργόπουλου*


 

Από το 18ο αιώνα, ο Βολτέρος (1694-1778) συμβούλευε: «Εάν δείτε Ελβετό τραπεζίτη να πέφτει από παράθυρο, ακολουθήστε τον: κάτι θα κερδίσετε».

Δυόμισι αιώνες αργότερα, όταν ξεσπούσε η κρίση του 2008, η σύσταση έδειχνε ξεπερασμένη, στο μέτρο που πρώτα θύματά της ήσαν τραπεζίτες, χρηματιστές, άνθρωποι του χρήματος. Οσοι από αυτούς επιβίωσαν, το οφείλουν στο υποβολιμαίο επιχείρημα: «Πολύ μεγάλοι, για να αφεθούν να καταρρεύσουν».

Αλλά και όσοι έσβησαν, εφρόντισαν να αποκομίσουν πρόσθετο όφελος με εξαγορά από ισχυρότερο. Επειτα από τριετή παρένθεση, τα πράγματα έχουν επανέλθει στην πρότερη συνήθη κατάσταση: αυτοί που έπεφταν από τα παράθυρα το 2008, όπως οι της Λίμαν Μπράδερς, σήμερα έχουν αυξημένα προνόμια, με αναγκαίο τίμημα την περαιτέρω εξάρθρωση της οικονομίας και κοινωνίας, τη βαθύτερη εξουθένωση του ανθρώπου, αλλά επίσης καταλυτικότερη απώλεια ορατότητος. Το τίμημα συμπληρώνεται με αύξουσα κοινωνική ανυποληψία της τάξης του χρήματος, που αναβιώνει εφιαλτικές μνήμες του 1930 και του 1880. Η κρίση δεν ξεπερνιέται, αλλά συνεχίζεται, λόγω αδιαλλαξίας αυτών που την εδημιούργησαν. Σήμερα, η κρίση δεν είναι πρόβλημα, αλλά πρόσχημα, με το οποίο οι ωφελημένοι από αυτήν επωφελούνται ακόμη περισσότερο.

Ο πρόσφατος 30ετής κύκλος κλείνει άδοξα, τα προτάγματα και οι επαγγελίες του εκπνέουν, μέσα στη σύγχυση. Η νέα εποχή προχωρεί με θυσία, ανιδιοτέλεια, αλτρουισμό, ενάντια στην αλαζονεία και ύβρι της απερχόμενης. Οι αυτοπυρπολισμοί νέων ανθρώπων στις νότιες πύλες της Ευρώπης δεν σηματοδοτούν μόνον το τέλος των υπεργολαβικών οικονομικών καθεστώτων, αλλά της απευθύνουν επίσης μήνυμα, που η ίδια αρνείται να παραλάβει.

Ο 93χρονος Γάλλος Στεφάν Εσέλ τονίζει: «Η ισχύς του χρήματος ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο απεριόριστη, αυθάδης, εγωιστική, μέχρι τα ανώτατα κλιμάκια του κράτους. Η ανισότητα μεταξύ φτωχών και πλουσίων ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο βαθιά, η επιδίωξη του χρήματος τόσο εκ των άνω καθαγιασμένη. Ζούμε σε εποχή παγκόσμιας δικτατορίας των χρηματιστικών αγορών, που υπονομεύουν ειρήνη και δημοκρατία».

Σήμερα, δεν πέφτουν πια από τα παράθυρα οι τραπεζίτες, αλλά τα θύματά τους, ενώ οι ίδιοι περιφέρουν επιδεικτικά την αυτή πάντα έπαρση. Μόνον που σήμερα κυκλοφορούν σαν «φαντάσματα» του παρελθόντος, με μειωμένη πειστικότητα, σε έναν κόσμο που εξ υπαιτιότητός τους αποσταθεροποιείται και παραπαίει.

Η σημερινή κρίση πυροδοτήθηκε με τη δυσαναλογία μεταξύ εικονικού χρήματος και πραγματικής οικονομίας. Οταν το δανειακό χρήμα αποβαίνει πολλαπλάσιο της οικονομίας, τότε δημιουργούνται φούσκες πλασματικής ευημερίας, προορισμένες να σπάζουν. Θα πρέπει να ξεφουσκώσει η χρηματιστική σφαίρα, αλλά να αυξηθεί η πραγματική. Η Ευρώπη σήμερα επιλέγει διαμετρικά αντίθετες κατευθύνσεις: αντί να αυξήσει τα πραγματικά εισοδήματα, επιβάλλει λιτότητα και αποπληθωρισμό, που συνεπάγονται περικοπή εισοδημάτων και επιβάρυνση χρεών.

Το επισφαλές χρήμα δεν αποσύρεται, αλλά κατοχυρώνεται, η αξία του ενισχύεται εις βάρος των πραγματικών εισοδημάτων. Εάν με τον πληθωρισμό απαξιώνεται το χρήμα και το χρέος, με τον αντιπληθωρισμό η πραγματική αξία αμφοτέρων ανατιμάται. Οταν η πραγματική αξία του χρήματος ανέρχεται, τότε ενθαρρύνονται πτωχεύσεις, μαζικές απολύσεις, αρπακτικές συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, απορρόφηση αδυνάτων από ισχυρούς, κατασχέσεις πάγιων περιουσιακών στοιχείων νοικοκυριών, επιχειρήσεων, Δημοσίου. Αυτό δεν συνιστά απεμπλοκή από την κρίση, αλλά βαθύτερη καταβύθιση σε αυτήν, χρησιμοποίηση της κρίσης εις βάρος της οικονομίας και της κοινωνίας, που έτσι άγονται στο ξεπούλημα με τιμές ευκαιρίας.

Κοινός στόχος των τραπεζιτών, των πλεονασματικών και αναδυόμενων χωρών: η διάσωση των χρηματιστικών πλεονασμάτων, αποταμιεύσεων, αποθεματικών τους, αποσταθεροποιώντας έτσι την παγκόσμια οικονομία. Οι πιστωτές περιφέρονται με αρπακτικότητα, μέσα σε σωρούς πτωμάτων και ερειπίων της εποχής, που έχει ήδη εκπνεύσει. Οι πολίτες συνειδητοποιούν την αυταπάτη της τελευταίας 30ετίας.

Το υπόδειγμα της οικονομικής εξωστρέφειας, που είχε επιβληθεί από το «μονόδρομο» της παγκοσμιοποίησης, αύξησε τις ανισότητες, διέρρηξε την κοινωνική συνοχή, κατάργησε κοινωνικά κεκτημένα, όμως δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει σταθερότητα και σήμερα κείται στο έδαφος. Μοιραία η νέα εποχή θα στραφεί προς το εσωτερικό της κοινωνίας, όπως στη 10ετία του 1930: όταν οι διεθνείς αγορές καταρρέουν, αναβαθμίζεται η σημασία της εσωτερικής. Αποκατάσταση κοινωνικής συνοχής, επανόρθωση κοινωνικών καταστροφών και πολιτισμικών αξιών, που μέχρι πρόσφατα εθεωρούντο «αρχαϊκές».

Οι πιστωτές διαιωνίζουν το παρελθόν, θυσιάζοντας το παρόν. Ταυτόχρονα, όμως, η κοινωνία εξωθείται σε ρήξη με το παρελθόν, προκειμένου να επινοήσει διαφορετικό μέλλον. Ενας άλλος κόσμος είναι αναγκαίος, έστω και εάν επί του παρόντος εμφανίζεται ως αδιανόητος και ανέφικτος.

 

* kvergo@gmail.com

 

ΠΗΓΗ:   Έντυπη Έκδοση, Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011, http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=254372

ΦΤΥΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

ΦΤΥΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

 

Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη*


 

Υπήρξαν Έλληνες δάσκαλοι που σε ανύποπτο (μνημονιακά) χρόνο υποστήριξαν με θέρμη την άποψη, ότι η κρίσιμη διαφορά ανάμεσα στην ελληνική και στη δυτική κοσμοαντίληψη, έγκειται απλά στο γεγονός ότι, τον Έλληνα πρέπει από παιδί να τον εκπαιδεύσεις να μην πετάει σκουπίδια στο δρόμο ή στην παραλία, ενώ τον Γερμανό πρέπει να τον εκπαιδεύσεις να μην σκοτώσει τη μάνα του.

Πιθανολογώ ότι, αυτή η αντίληψη πέρασε στους συνέλληνες, και μάλιστα σε όσους την αντιλήφθηκαν, ως εξυπνακίστικη ρητορική που περισσότερο γαργαλούσε ή βαυκάλιζε μιαν ασύνειδη μειονεξία έναντι της Ευρώπης, παρά εξέφραζε μιαν ειδοποιό  διαφορετικότητα.

Εν τούτοις, ο μνημονιακός χρόνος που εισέβαλε με βάναυσο τρόπο στις ζωές μας, απαιτώντας την εδώ και τώρα ανατροπή των πάντων, επανέφερε στην επικαιρότητα το δίλημμα αυτό, μ’ έναν τρόπο που δειλά–δειλά αποδίδει στα δύο κοσμοσυστήματα το πραγματικό τους περιεχόμενο.

Η αποκρουστική εικόνα της Δύσης με τους εκβιασμούς της, τις σεξοπεινασμένες άθλιες χειρονομίες της, τη χυδαία χρησιμοθηρία της και την απανθρωπιά της, φάνηκε να σκάει με επικίνδυνο τρόπο στα μούτρα των μέχρι χθες υμνητών της. Οι Έλληνες άρχιζαν – για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση από το ανολοκλήρωτο ’21 – να υποψιάζονται ότι τα φώτα της Εσπερίας δεν ήταν τίποτα περισσότερο από προβολείς που τύφλωναν την ιδιοπροσωπεία τους, μαγεύοντας τους με «πετροκαλαμήθρες κι’ άλλα τηλεσκόπια» και διαιωνίζοντας την ξένη εξάρτηση, που θεμελιώθηκε  με την ίδρυση του δύσμοιρου κρατιδίου.

Και βέβαια οι πάσης φύσεως ψυχίατροι, ψυχαναλυτές και λογής ψυχοβγάλτες, γνωρίζουν πολύ καλά, ότι δεν υπάρχει καλύτερο εργαλείο διαιώνισης της  εξάρτησης, από την ενοχοποίηση.

Άλλωστε στον πυρήνα του λεγόμενου πολιτισμού της νεωτερικότητας, βρίσκεται ακριβώς αυτό. «Η νεωτερική κοινωνία είναι αυτή που – όπως υποστήριζε ο Νόρµπερτ Ελίας («Η εξέλιξη του πολιτισµού», 1939, ελλ. έκδοση Νεφέλη) – έχει εγκαταλείψει τον ετεροαναγκασµό ως µέσο ελέγχου της συµπεριφοράς για χάρη του εσωτερικού αναγκασµού. Στην περίπτωση που δεν αρκεί ο εσωτερικός καταναγκασµός λειτουργεί το κράτος ως νόµιµος φορέας άσκησης της βίας.»

Λοιπόν, εδώ βρίσκεται το ζουμί και γι’ αυτό εγκαλείται ο Έλληνας. Δεν διαθέτει – ο Έλληνας – ενσωματωμένο τον μηχανισμό εσωτερικού καταναγκασμού και ω τι μέγιστη τραγωδία, το κράτος δεν ανταποκρίνεται – προφανώς εκ του ίδιου λόγου – ως νόμιμος φορέας άσκησης βίας. Το καζανάκι δεν διαθέτει φλοτέρ για να αποτρέψει την υπερχείλιση και ω τι μπέρδεμα, δεν βρίσκεται κι ένα κρατικό χέρι να διακόψει την παροχή!

Να γιατί χρεωκοπήσαμε! Γιατί χωρίς φλοτέρ, καταναλώναμε ανεξέλεγκτα διακοποδάνεια, η δημοσιοϋπαλληλία το ‘ριξε στο ραχάτι, το σύστημα υγείας διαβρώθηκε απ΄το φακελάκι των γιατρών, η παιδεία εξέπεσε σε παραπαιδεία, ο αθλητισμός σε παραγοντισμό, η είσπραξη φόρων σε μέσο πλουτισμού των λειτουργών του κράτους, η γεωργική παραγωγή σε είσπραξη επιδοτήσεων, η φιλοξενία των μεταναστών σε εκμετάλλευση, η αγορά σε αμοραλιστική αρένα, η επικοινωνία σε παραπληροφόρηση, η ελληνική Ιστορία σε εθνικιστικό παροξυσμό, η Ορθοδοξία σε επίσημη θρησκεία, η Εκκλησία σε ιερατείο και η πολιτική σχέση σε πελατειακή εξάρτηση. Προσθέστε όποια άλλη κατηγόρια θέλετε. Αναζητήστε τις επισημάνσεις των εκπροσώπων του συστήματος για τα αίτια της τρέχουσας κρίσης και θα ανακαλύψετε παντού να υποκρύπτεται αυτή η καταγγελία.

Για την κατάντια μας φταίει το πρόσωπο μας. Ακόμη και πίσω από το παγκάλειο «μαζί τα φάγαμε», λανθάνει η φτυσιά στο πρόσωπο μας, που δεν κατάφερε να γίνει ευρωπαϊκό. Που δεν κατάφερε να ενταχθεί εγκαίρως στον πολιτισμό της νεωτερικότητας.  Φταίμε που δεν γίναμε μονδέρνοι Γερμανοί, με το φλοτέρ του πειθαρχημένου αυτοκαταναγκασμού, σφηνωμένο, εκεί, στη θέση της καρδιάς. Άλλωστε, σύμφωνα με το ευρωβαρόμετρο, 37% του πληθυσμού εμπιστεύεται περισσότερο παντός άλλου, τους Ευρωπαίους για τη διακυβέρνηση του τόπου!

Ακόμη και πίσω από «φαινόµενα όπως η ασκούµενη βία κατά των πολιτικών (µε αποκορύφωµα την επίθεση κατά του Κωστή Χατζηδάκη, και κατόπιν κατά του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σηµίτη), η εξέγερση της Κερατέας, το κίνηµα «∆εν πληρώνω», ακόµη και η θλιβερή επίθεση των χούλιγκαν κατά του Θεάτρου Τέχνης, προεόρτια τελετή των όσων συνέβησαν στο πρόσφατο µατς Ολυµπιακού – Παναθηναϊκού, δεν είναι τίποτα άλλο από απλά δείγµατα της απουσίας των πολιτισµικών συµπεριφορών που διαµόρφωσαν τις νεωτερικές κοινωνίες… και της αδυναµίας του κράτους να λειτουργήσει ως νοµιµοποιηµένος φορέας άσκησης βίας».

Δεν απουσιάζει, δηλαδή, μόνο το φλοτέρ της αυτοπειθαρχίας, απουσιάζει και το στιβαρό χέρι της νόμιμης κρατικής βίας, για να την επιβάλλει με το στανιό.

Ιδού, λοιπόν ευρέθη το πρόβλημα. Και ποιά είναι η αιτία του; Μα προφανώς τα 400 χρόνια Οθωμανικής κυριαρχίας που παρά τα  σπουδαία που επισώρευσε στον ελληνικό χώρο – κατά την εκδοχή Βερέμη και λοιπών – δεν επέτρεψε τον πολυπόθητο εξευρωπαϊσμό.

Έτσι, για τους δικολάβους του εκδυτικισμού, όλες οι παραπάνω κοινωνικές «εκδηλώσεις», είναι αποτέλεσμα του «θλιβερού» γεγονότος ότι στην Ελλάδα «η διαδικασία µετάβασης από τις βίαιες προνεωτερικές κοινωνίες, στις κοινωνίες που τον ρόλο της νόµιµης άσκησης βίας παίζει το κράτος, συντοµεύτηκε και περιορίστηκε µόνο στο πλαίσιο των πολιτειακών µετασχηµατισµών.»

Δηλαδή, στον ελληνικό χώρο πριν από την εμφάνιση του πολιτισμού της νεωτερικότητας, οι άνθρωποι πλακώνονταν μεταξύ τους για ψύλλου πήδημα, η μία κοινωνική ομάδα ή τάξη κατασπάρασσε με βάρβαρο τρόπο την άλλη και ένα γενικό μπάχαλο επικρατούσε παντού. Και ήρθε μεν ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, μας έδωσε τα φώτα του, αλλά δεν μας τα έδωσε πλήρως, άσε που κι εμείς βιαζόμασταν και έτσι περιορίστηκε μόνο στο πλαίσιο του κοινοβουλευτισμού!

Άρα; Άρα αυτό που τώρα απαιτείται είναι:

α) ο «εκσυχρονισμός», η «επανίδρυση», η «μεταρρύθμιση», ο «εξευρωπαισμός», η «αναγέννηση» του κράτους, (αυτές οι εκφράσεις επαναλαμβάνονται μονότροπα εδώ και 200 χρόνια) που πρέπει επιτέλους να μπορεί να λειτουργεί ως φορέας νόμιμης βίας (ακόμη περισσότερο;) και,

β)   η εθελούσια αυτοπειθαρχία του πολίτη στα κελεύσματα του (γιατί προφανώς κανένα κράτος δεν μπορεί να πλακώνει στο ξύλο μια συνολικά εξεγερμένη συλλογικότητα).

Πώς επιτυγχάνονται αυτά; Με τη συρρίκνωση των κάθε είδους δικαιωμάτων των πολιτών και τον θεσμικό (και όχι μόνο) εξοπλισμό του κράτους από τη μιά και με την ενοχοποίηση της προνεωτερικής ελληνικής ταυτότητας και ιδιοπροσωπείας από την άλλη. Ιδού οι βαθύτεροι στόχοι της μνημονιακής κατοχής! Ιδού οι σκοποί που «γλυκοταργουδάνε» οι καλοπληρωμένες σειρήνες της παγκοσμιοποίησης και οι αυλητρίδες της.

Εδώ και το πλέον κρίσιμο  ερώτημα: Υπάρχει περίπτωση ο προνεωτερικός ελληνικός πολιτισμός, να ήταν τουλάχιστον εφάμιλλος, αλλά διάφορος των καλυτέρων ευρωπαϊκών; Υπάρχει περίπτωση ο μεσαιωνικός ελληνισμός να κατάφερε να διαμορφώσει πολιτισμική πρόταση με οικουμενικό ενδιαφέρον, ριζικά διάφορη της δυτικής αλλοτριωμένης εκδοχής της; Υπάρχει περίπτωση το «αλληλέγγυον» βυζαντινό φορολογικό σύστημα να υπερέχει του πλέον σύγχρονου δυτικού; Υπάρχει περίπτωση στον ελληνικό Μεσαίωνα να οικοδομήθηκε το πρώτο νοσοκομείο με γυναίκες γιατρούς και το πρώτο πανεπιστήμιο που δεν διδάσκονταν μόνο «θρησκευτικές προκαταλήψεις»;     Υπάρχει περίπτωση να κατορθώθηκε ποτέ πολεοδομικό σύστημα, που απαγόρευε την ανύψωση οικοδομών που θα απέκλειαν τη θέα προς τη θάλασσα; Υπάρχει περίπτωση να κατορθώθηκε τέτοια αρχιτεκτονική, μουσική και ζωγραφική τέχνη ώστε «το παραμικρό κεντητό πουκάμισο, το πιο φτηνό βαρκάκι, το πιο ταπεινό εκκλησάκι, το τέμπλο, το κιούπι, το χράμι, όλα τους αποπνέανε μιαν αρχοντιά κατά τι ανώτερη των Λουδοβίκων»;.

Υπάρχει περίπτωση το ελληνικό αγαπητικό Πρόσωπο να υπήρξε – ακόμη και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας – ως κατόρθωμα βίου υπερβατικό της τυφλής ανάγκης που γεννά τη βία; Υπάρχει περίπτωση η ελληνική ιδιαιτερότητα να κατόρθωσε το ανθρωπολογικό άλμα από το εγωκεντρικό Άτομο στο αγαπητικό Πρόσωπο; Υπήρξαν, με άλλα λόγια, οι αυτοδιαχειριζόμενες κοινότητες των Ελλήνων μέχρι αλλά και μετά την ίδρυση του δυτικού κακέκτυπου κρατιδίου; Υπήρξαν οι συντεχνίες και τα εισνάφια ως σύστημα αυτορύθμισης της αγοράς; Υπήρξε η Εκκλησία ως Ενορία, δηλαδή ως Τρόπος αυθυπέρβασης της χρείας, ως κοινωνία εθελούσιας αυτοπροσφοράς; Υπήρξαμε άραγε ποτέ ως ώριμοι πολίτες-οπλίτες, πριν την ίδρυση του κράτους; Πολύ περισσότερο, υπήρξαμε ως Έθνος με επίγνωση της ιδιοπροσωπείας του, πριν την ίδρυση του κράτος;

Κι αν ναι, πώς καζαντίσαμε έτσι; Μήπως γιατί τα καζανάκια που έχουν δικό τους πρωτοποριακό σύστημα αυτορύθμισης, τρελαίνονται όταν τους επιβάλλονται μονδέρνα φλοτέρ;

Υπάρχει περίπτωση οι ελίτ που καθοδήγησαν τον τόπο από ιδρύσεως του κράτους, σχεδόν πάντα ξενόφερτες και ξενόδουλες, αλλά πάντοτε δυτικοσπουδαγμένες και συμπλεγματικές, να μην πήραν χαμπάρι από τον Τρόπο του τόπου μας;   

Η απάντηση είναι χρέος αναζήτησης του κάθε Έλληνα.

Νομίζω μονάχα, πως αξίζει να συμπληρώσουμε κάτι. Αν όλα αυτά πράγματι υπήρξαν και δεν είναι εφευρέσεις «ελληναράδων εθνικιστών», ίσως έτσι, να μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί ακόμη και σήμερα αρκεί να συμβουλεύσεις έναν Έλληνα να μην πετάει σκουπίδια στο δρόμο, ενώ χρειάζεται να εκπαιδεύσεις έναν Γερμανό για να μην σκοτώσει τη μάννα του!

Ιδιαίτερα μάλιστα, τώρα, όταν όλα δείχνουν πως οι σημερινοί απόγονοι του ναζιστικού εσωτερικού καταναγκασμού, την έκαναν κοπάνα στα σχετικά μαθήματα εξανθρωπισμού. Αυτοί δεν το ‘χουν για τίποτα να εξοντώσουν τον ελληνισμό, ως πνευματικό πατέρα τους. Αρκεί να είναι χρήσιμο για την οικονομική τους ανάπτυξη!

 

Σημείωση: οι αναφορές εντός εισαγωγικών είναι αυτούσια τμήματα από άρθρο του Γιώργου Σιακαντάρη, διδάκτορα Κοινωνιολογίας, αναπληρωτή επιστηµονικού διευθυντή στο ΙΣΤΑΜΕ-Ανδρέας Παπανδρέου.

 

24.02.11

 

* Ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ είναι Οικονομολόγος, antonisandroulidakis@gmail.com