Η ΥΓΙΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ:
Τα βασικά σφάλματα των πολιτικών, η αναξιοπιστία της πολιτικής, ο εγκλωβισμός της Πολιτείας, … Μέρος Ι
Του Βασίλη Βιλιάρδου*
“Η πολιτική είναι ένα μίγμα απίστευτου θράσους, αυθάδους ανεπάρκειας, κοροϊδίας των πολιτών, ανικανότητας, εμπορίου με ξένα χρήματα και χρηματισμού, εις βάρος του δημοσίου…… Ουσιαστικά ένας άνθρωπος ωριμάζει, όταν παύει πια να επιβιώνει με τη βοήθεια των γονέων του – όταν αναλαμβάνει δηλαδή μόνος του όλες τις ευθύνες του. Αντίστοιχα, ένας Πολίτης ωριμάζει, όταν παύει να πιστεύει ότι οι πολιτικοί έχουν τη δυνατότητα να λύσουν τα προβλήματα του – όπως επίσης όχι τα προβλήματα των υπολοίπων ανθρώπων.
Κατά κανόνα λοιπόν, το καλύτερο για μία χώρα είναι να έχει μία κυβέρνηση, η οποία δεν κάνει τίποτα. Αυτό τουλάχιστον μας διδάσκει η Ιστορία, στηριζόμενη στη διαπίστωση ότι, το κενό μεταξύ των πολιτικών προθέσεων και των αποτελεσμάτων είναι τεράστιο, αγεφύρωτο καλύτερα. Είναι άλλωστε γνωστό πως οι σημερινές υποσχέσεις των πολιτικών, είναι οι αυριανοί φόροι, αφού το κράτος δεν κερδίζει χρήματα. Όλα όσα προσφέρει μία κυβέρνηση, θα πρέπει προηγουμένως να τα εισπράξει από κάποιους άλλους” (Φιλελεύθερο Ινστιτούτο).
Θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε, εν μέρει τουλάχιστον, με την παραπάνω τοποθέτηση, τεκμηριώνοντας εύκολα την αντίθεση μας με το ότι, «η μοναδική προστασία μας απέναντι στην Οικονομική Εξουσία, είναι η Πολιτική». Ακόμη περισσότερο, διαπιστώνοντας πως η οικονομική εξουσία, ειδικά οι μεγάλες πολυεθνικές, καθώς επίσης ο αχόρταγος χρηματοπιστωτικός κλάδος, αφενός μεν έχουν μονοπωλήσει τις αγορές, αφετέρου τείνουν να αποκρατικοποιήσουν την πολιτική εξουσία, αναλαμβάνοντας πλέον εξ ολοκλήρου τα ηνία της δύσης, είναι αδύνατον να αποδεχθούμε την κυριαρχία τους στη θέση της Πολιτικής – πόσο μάλλον όταν είναι εμφανές ότι καταστρέφουν πια τη μεσαία τάξη, η οποία είχε αναλάβει σχεδόν εξ ολοκλήρου το βάρος της στήριξης του κοινωνικού κράτους.
Από την άλλη πλευρά όμως, έχοντας συνείδηση των τεράστιων αδυναμιών της Πολιτικής, η οποία ουσιαστικά διευκόλυνε την εγκαθίδρυση της «δικτατορίας των αγορών», με τη βοήθεια του νεοφιλελευθερισμού, βρισκόμαστε σε πολύ δύσκολη θέση. Δεν μπορούμε άλλωστε να αδιαφορήσουμε ή να υποτιμήσουμε τη σημασία των πέντε «συστημικών» σφαλμάτων των πολιτικών, έτσι όπως έχουν αναδειχθεί από τον M. Ridley:
(α) Υπερκινητικότητα («μανιακή ενεργητικότητα»): Με την έκφραση αυτή υπονοείται η τάση των πολιτικών να ενεργούν άμεσα, καταναγκαστικά δηλαδή, χωρίς να έχουν σαφή γνώση των αιτιών που προκάλεσαν ένα πρόβλημα, καθώς επίσης χωρίς να γνωρίζουν τον τρόπο επίλυσης του.
(β) Ιδιοτέλεια: Πρόκειται για την επιλογή εκ μέρους των πολιτικών εκείνης της λύσης ενός προβλήματος, η οποία τους προσφέρει προσωπικά πλεονεκτήματα – συνήθως πολιτικά αλλά και διάφορα άλλα.
(γ) Μονόπλευρη αντιμετώπιση: Οι πολιτικοί συνήθως επικεντρώνονται σε ένα θέμα, εξετάζοντας το απομονωμένα. Δηλαδή, δεν ασχολούνται καθόλου με τις ενδεχόμενες «παρενέργειες» των εκάστοτε αποφάσεων τους, με αποτέλεσμα οι λύσεις που επιλέγουν να «παράγουν» αυτόματα νέα προβλήματα.
(δ) Συναισθηματικές αποφάσεις: Κρίνοντας «εξ ιδίων τα αλλότρια», ενεργούν με βάση τα προσωπικά τους συναισθήματα, καθώς επίσης με τις υποκειμενικές εμπειρίες τους, προτείνοντας ή αποφασίζοντας ανάλογα «μέτρα».
(ε) Υπερβολική αυτοπεποίθηση: Εδώ έχουν ουσιαστικά την εντύπωση ότι γνωρίζουν πολύ περισσότερα, από αυτό που στην πραγματικότητα συμβαίνει. Ειδικότερα, επειδή είναι αρκετές φορές μη εκπαιδευμένοι στο πολιτικό αντικείμενο τους (για παράδειγμα, είναι συχνό το φαινόμενο ενός υπουργού υγείας, με νομικές σπουδές και όχι ιατρικές), οι ενέργειες τους είναι συνήθως καταστροφικές.
Περαιτέρω, είναι επίσης δύσκολο να μην αποδεχθούμε το γεγονός ότι, η βασική επιδίωξη των πολιτικών είναι η εξουσία (δύναμη) – για την ανάληψη και διατήρηση της οποίας απαιτείται η πρόσβαση τους τόσο σε «κεφαλαιακές πηγές» (resources), όσο και σε «διατεταγμένα ΜΜΕ». Αναμφίβολα, ο βασικότερος στόχος τους είναι η εξέλιξη, η προσωπική τους καριέρα δηλαδή, όπως για παράδειγμα η άνοδος στην κομματική ιεραρχία και στη διακυβέρνηση μίας χώρας.
Άλλωστε, οι πολιτικοί δεν επιθυμούν λιγότερο από τους άλλους ανθρώπους να κερδίσουν χρήματα, ενώ συνήθως επιδιώκουν την εκπλήρωση των στόχων τους εις βάρος τρίτων. Δηλαδή, σπάνια επενδύουν τα δικά τους χρήματα, προτιμώντας να προωθούν την καριέρα τους με ξένα κεφάλαια – μοιράζοντας «υποσχέσεις επιστροφής» τους, όταν ανέλθουν στην εξουσία (όλες οι εκλογικές καμπάνιες των πολιτικών, σχεδόν στο σύνολο τους, χρηματοδοτούνται από την οικονομική εξουσία – προφανώς έναντι «αδρών» ανταλλαγμάτων).
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τα κόμματα, τα οποία συντηρούν τον πανάκριβο «μηχανισμό» τους αφενός μεν με τεράστια δάνεια από τις τράπεζες, αφετέρου δε με ενισχύσεις εκ μέρους των επιχειρήσεων (μαύρα ταμεία κλπ) – γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα την εξάρτηση τους από τους πάσης φύσεως χρηματοδότες, εάν όχι «εργοδότες» τους (το ότι παράλληλα απαιτούν από τους πολίτες φορολογική συνείδηση, θυσίες και εντιμότητα, χωρίς κανέναν ηθικό ενδοιασμό, αποτελεί ένα ακόμη «δείγμα» της ιδιαιτερότητας τους).
Επομένως, τόσο η διαφθορά, όσο και η διαπλοκή είναι, μάλλον «κατ’ ανάγκη», εάν όχι «εκ φύσεως», «συνώνυμα» της πολιτικής – ενώ δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι οι πολιτικοί θα ενεργούν ηθικότερα από όλους τους άλλους ανθρώπους, θα ενδιαφέρονται περισσότερο για το κοινό καλό, θα είναι λιγότερο «καριερίστες» και δεν θα επιθυμούν να πλουτίσουν.
Πως είναι δυνατόν λοιπόν να θεωρούμε ότι μπορεί η Πολιτική να μας προστατεύσει από την οικονομική εξουσία, αφού είναι σχεδόν υποχρεωμένη να διαπλέκεται μαζί της, εάν θέλει να επιτυγχάνει τους στόχους της; Ακόμη περισσότερο, πως μπορούμε να περιμένουμε ότι στην Πολιτική θα προωθούνται οι καλύτεροι, όταν τους αμείβουμε πολύ λιγότερο από αυτά που προσφέρουν οι πολυεθνικές, υποχρεώνοντας τους ταυτόχρονα να αναλαμβάνουν πολλαπλάσιες ευθύνες; Δεν βλέπουμε καθημερινά ότι, τόσο το επίπεδο, όσο και η «επάρκεια» των πολιτικών πλησιάζουν απειλητικά στο «ναδίρ» – με τα συγκριτικά λιγότερο ικανά, αλλά περισσότερο «διαπλεκόμενα» άτομα να ανέρχονται στην ιεραρχία;
Στον Πίνακα Ι που ακολουθεί καταγράφονται οι αμοιβές των κεντρικών τραπεζιτών (Πολιτική Εξουσία), ενώ στον επόμενο (Πίνακας ΙΙ), οι αμοιβές των δέκα πιο ακριβοπληρωμένων διευθυντών πολυεθνικών (Οικονομική Εξουσία), έτσι ώστε να έχουμε κάποια συγκριτικά μεγέθη:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ετήσιες αμοιβές των κεντρικών τραπεζιτών της δύσης (2010) σε €
Όνομα |
Τράπεζα |
Μισθός (χιλιάδες) |
|
|
|
Axel Weber |
BUNDESBANK |
391.522 |
Jean-Claude Trichet |
EKT |
367.863 |
Mervyn King |
BANK OF ENGLAND |
355.026 |
Masaaki Shirakawa |
BANK OF JAPAN |
299.436 |
Ben Bernanke |
FED |
143.566 |
Πηγή: FTD, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, ο (πρώην) κεντρικός τραπεζίτης της Γερμανίας είναι ο πλέον ακριβοπληρωμένος, ενώ ο συνάδελφός του των Η.Π.Α. αμείβεται με τα λιγότερα, σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους. Σύμφωνα δε με το γερμανικό Τύπο (Die Welt), ο ετήσιος μικτός μισθός της καγκελαρίου είναι περίπου 192.000 €, ενώ ο αντίστοιχος των υπουργών 156.000 €.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Ετήσιες αμοιβές των δέκα πιο καλοπληρωμένων διευθυντών της Γερμανίας, το 2010 σε €
Όνομα |
Εταιρεία |
Μισθός (εκατομμύρια) |
|
|
|
Martin Winterkorn |
Volkswagen |
9.330.000 |
Peter Loescher |
Siemens |
8.980.000 |
Dieter Zetsche |
Mercedes (Daimler) |
8.820.000 |
Wolfgang Reitzle |
Linde |
6.950.000 |
Juergen Grossmann |
RWE |
6.670.000 |
Josef Ackermann |
Deutsche Bank |
6.450.000 |
Michael Diekmann |
Allianz |
5.860.000 |
Kasper Rorsted |
Henkel |
5.640.000 |
Juergen Hambrecht |
BASF |
5.240.000 |
Herbert Hainer |
Adidas |
4.830.000 |
Πηγή: FTD, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, από τους παραπάνω Πίνακες Ι και ΙΙ διαπιστώνουμε αμέσως ότι, υπάρχουν τεράστιες αποστάσεις στις αμοιβές των στελεχών του ιδιωτικού τομέα, σε σχέση με αυτές του δημοσίου. Ο διευθυντής της Volkswagen αμείβεται με 9,33 εκ. € (777.000 € μηνιαία), ενώ η καγκελάριος μόλις με 192 χιλιάδες (με 16.000 μηνιαία ή σχεδόν κατά 50 φορές λιγότερα).
Επομένως, ο ιδιωτικός τομέας, ειδικά βέβαια οι μεγάλες πολυεθνικές, καθώς επίσης ο τραπεζικός κλάδος, προσελκύουν τα καλύτερα δυνατά άτομα, με τα οποία προφανώς είναι πολύ δύσκολο, εάν όχι απίθανο, να ανταγωνισθεί ο δημόσιος τομέας – πόσο μάλλον εάν συνυπολογίσουμε ότι, ο κύριος διαφθορέας των πολιτικών είναι οι managers των πολυεθνικών.
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ
Επειδή σκόπιμα δεν θέλουμε να επικεντρωνόμαστε στη χώρα μας, επιθυμώντας να αποφύγουμε την (εσφαλμένη) εντύπωση πως όλα όσα «διαδραματίζονται» εδώ, δεν συμβαίνουν αλλού, ενώ οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στα οικονομικά μας προβλήματα (πράγμα που σίγουρα δεν συμβαίνει), θα εξετάσουμε περαιτέρω την αξιοπιστία ή μη της Πολιτικής στη Γερμανία – ένα τεράστιο πρόβλημα, με το οποίο ευρίσκονται αντιμέτωπες όλες οι δημοκρατικές χώρες του πλανήτη.
Οι πολιτικοί στη Γερμανία έχουν υποστεί τον τελευταίο καιρό μια «δραστικότατη» μείωση, μία απώλεια καλύτερα της αξιοπιστίας τους – με αποτέλεσμα να είναι πλέον η «επαγγελματική ομάδα» με τη χειρότερη εικόνα, συγκριτικά με όλες τις άλλες. Πολλοί Γερμανοί λοιπόν αναρωτιούνται, εάν η έλλειψη της πολιτικής αξιοπιστίας είναι το πρόβλημα της εποχής μας ή εάν η πρακτική εξάσκηση της Πολιτικής αποτελεί από μόνη της πρόβλημα.
Σύμφωνα με μία πρόσφατη δημοσκόπηση, οι γιατροί είναι το επάγγελμα με το μεγαλύτερο κύρος στη Γερμανία (78%), ακολουθούμενοι από τους ιερείς (39%) και τους καθηγητές Πανεπιστημίων (34%). Στον «επίλογο» της λίστας με τα πλέον «επιθυμητά» (prestige, γόητρο) επαγγέλματα, συναντάει κανείς τους πολιτικούς – με ένα ποσοστό της τάξης του 6%. Το τελικό συμπέρασμα της δημοσκόπησης είναι πως οι πολιτικοί έχουν αποξενωθεί εντελώς από τους Πολίτες, με το 98% των ερωτηθέντων να απαιτούν «στενότερη» επικοινωνία των πολιτικών με το λαό.
Το 80% ισχυρίζεται ότι, «λαμβάνονται σημαντικές πολιτικές αποφάσεις, με τις οποίες δεν συμφωνεί η πλειοψηφία», ενώ το 85% αναφέρει πως «οι περισσότεροι πολιτικοί δεν γνωρίζουν τι συμβαίνει στην πραγματική ζωή». Παράλληλα, η πλειοψηφία των πολιτών κατηγορεί την κυβέρνηση για υπερβολική γραφειοκρατία, η οποία δυσχεραίνει την καθημερινότητα (αν σκεφθούμε βέβαια ότι, στη Γερμανία μπορεί κανείς να ξεκινήσει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μία επιχείρηση, να εκδώσει τιμολόγια σε ένα λευκό χαρτί αμέσως, να σταματήσει τη λειτουργία μίας εταιρείας απλά με μία δήλωση του, να καθυστερήσει μόλις δέκα λεπτά σε μία δημόσια υπηρεσία κλπ, ζώντας σε μία χώρα χωρίς φροντιστήρια, με πραγματικά δωρεάν υγεία και δημόσια παιδεία, είναι δύσκολο να καταλάβουμε πως ακριβώς «ορίζεται» εκεί η γραφειοκρατία).
Περαιτέρω, εντελώς παραδόξως, οι ελπίδες της πλειοψηφίας των ερωτηθέντων, σε σχέση με την επίλυση των προβλημάτων τους, επικεντρώνονται στους ίδιους αυτούς πολιτικούς, τους οποίους ουσιαστικά χαρακτηρίζουν αναξιόπιστους. Όλες οι σκέψεις, καθώς επίσης οι προσδοκίες τους, κατευθύνονται στο εκάστοτε κόμμα της αντιπολίτευσης – το οποίο ήταν την αμέσως προηγούμενη περίοδο στην κυβέρνηση (!). Κάποιες φορές βέβαια σε κάποιον νέο πολιτικό, ο οποίος θα τα καταφέρει καλύτερα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η παρακάτω πρόταση ενός Γερμανού πολίτη, στα πλαίσια μίας τηλεοπτικής συζήτησης: «Έχω νευριάσει μέχρι θανάτου, επειδή ψήφισα στις προηγούμενες εκλογές τους Ελεύθερους Δημοκράτες. Πολλοί φίλοι μου έχουν επίσης απογοητευθεί που ψήφισαν τους Χριστιανοδημοκράτες, οι οποίοι κυβερνούν μαζί με τους Ελεύθερους Δημοκράτες. Ο θυμός τους μάλιστα είναι τόσο μεγάλος που έχουν γίνει ήδη εντελώς πράσινοι (Οικολόγοι)».
Συμπερασματικά λοιπόν η αξιοπιστία της Πολιτικής ευρίσκεται στο ναδίρ – σε μία χώρα μάλιστα που έχει πολύ λιγότερα προβλήματα από τη δική μας, με μάλλον περιορισμένη πολιτική διαπλοκή και διαφθορά η οποία, αν μη τι άλλο, δεν είναι θεσμοθετημένα ατιμώρητη, όπως δυστυχώς συμβαίνει στην Ελλάδα (οι ποινές είναι εξαιρετικά αυστηρές, ενώ ο έλεγχος συνεχής).
Ακόμη περισσότερο, οι Γερμανοί εκφράζουν φανερά την απέχθεια τους απέναντι στους Πολιτικούς, κοροϊδεύουν την κυβέρνηση για πρώτη φορά στην Ιστορία τους και αντιδρούν εγωιστικά βίαια – με αποτέλεσμα να αυξάνεται η μαύρη εργασία και να γιγαντώνεται η φοροδιαφυγή, παρά την ύπαρξη μίας εξαιρετικά ικανής, μίας τρομακτικής καλύτερα οικονομικής αστυνομίας, η οποία αποτελεί ένα πραγματικό «κράτος εν κράτει» στη χώρα.
Ταυτόχρονα, οι ελπίδες των Γερμανών για ένα καλύτερο μέλλον επικεντρώνονται στην Πολιτική – παρά το ότι αυξάνονται καθημερινά οι διαμαρτυρίες (διαδηλώσεις) και διογκώνεται η αποχή από τις εκλογές, ενώ η κομματική αφοσίωση (loyalty) περιορίζεται διαρκώς….
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 02. Απριλίου 2011, viliardos@kbanalysis.com
* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου
ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2321.aspx