Αρχείο κατηγορίας Φιλοσοφία και Πολιτική

Ηθικός κρετινισμός…

Ηθικός κρετινισμός…

 

Του παπα Ηλία Υφαντή


 

Ολοένα και πιο επίμονα επιστρέφει, τον τελευταίο καιρό, στα χείλη της συντριπτικής πλειονότητας των Ελλήνων το οδυνηρό και βασανιστικό ερώτημα:

Γιατί κάποιοι πολιτικοί με περισσή αναίδεια δίνουν, με λόγια και με πράξεις, ρεσιτάλ ηθικού κρετινισμού; Όταν, μάλιστα, κάποιοι, απ’ αυτούς θεωρούνται και ευφυείς απ’ το κοπάδι των οπαδών τους!

Είχα γράψει, προ μηνός περίπου (26-11-11) σχετικά με την ηθική ηλιθιότητα των πολιτικών, που μας έφεραν στο σημερινό κατάντημα. Και κάποιος απ’ τους σχολιαστές (Ιωάννης ελ Ελοχίμ) μου απάντησε ότι δεν πιστεύει ότι οι άνθρωποι αυτοί μπορεί να είναι ηλίθιοι. Αντίθετα μάλιστα! «Είναι προδότες, ξεπουλημένοι, κερδοσκόποι, απατεώνες. Απάνθρωποι και μισάνθρωποι»!

Με την έννοια ότι οι άνθρωποι αυτοί και οι εντολοδότες τους έκαμαν ότι έκαμαν όχι από λάθος ή αφέλεια. Αλλά σκόπιμα και προσχεδιασμένα. Για να καταστρέψουν την Ελλάδα και τους Έλληνες!

Και η ανταπάντησή μου ήταν πως αυτοί ακριβώς είναι οι ηθικά ηλίθιοι. Ο Χίτλερ, για παράδειγμα, που οδήγησε το κοπάδι του γερμανικού όχλου στη μεγαλύτερη βαρβαρότητα του 20ου αιώνα, δεν ήταν διανοητικά ανάπηρος. Ήταν όμως ηθικό ερείπιο. Με αποτέλεσμα να μεταβάλει την Ευρώπη, αλλά και την ίδια του τη χώρα σε σωρούς ερειπίων.

Πράγμα, που φαίνεται να επιδιώκουν σήμερα και η Μέρκελ με το Σαρκοζί. Και όλη η υπόλοιπη κουστωδία των υποτακτικών ή πατρώνων τους τοκογλύφων, τραπεζιτών, δοσιλόγων, εφιαλτών, κλπ.… Και που βέβαια μπορεί και να το πετύχουν, αν, εκτός απ’ τους ηθικά ηλίθιους «ηγέτες», αποδειχθεί ότι υπάρχουν και ηθικά ηλίθιοι λαοί.

Αλλά ας έρθουμε στα δικά μας: Και ας ιδούμε κάποια χαρακτηριστικά δείγματα ηθικού κρετινισμού. Όπως, για παράδειγμα τους απροκάλυπτα μισέλληνες και ανθέλληνες, οι οποίοι διασύρουν την Ελλάδα και τους Έλληνες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Χαρακτηρίζοντάς τους τεμπέληδες, φασίστες διεφθαρμένους.

Για να κάμψουν το φρόνημά τους. Και να τους καταστήσουν ευάλωτους στα όρνεα της τοκογλυφίας και της αποικιοκρατίας. Και της δικής τους άκρατα φασιστικής και αμετανόητα διεφθαρμένης πολιτείας!….

Ή οι απάνθρωποι εκβιαστές, που, χωρίς ίχνος φιλότιμου και ντροπής, συνδυάζουν την είσπραξη του φόρου των ακινήτων, με το ανηθικότατο μέτρο της διακοπής του ηλεκτρικού ρεύματος απ’ τα νοικοκυριά. Όταν το ηλεκτρικό ρεύμα αποτελεί κοινωνικό αγαθό αναπαλλοτρίωτο για τον οποιονδήποτε πολίτη.

Ή ακόμη, τέλος – αν υπάρχει τέλος στη, χωρίς τέλος, ακατάσχετη αυτή αθλιότητα – τα άρρητα ρήματα, που κάποιος κομματάρχης ξεστόμισε σε τηλεοπτική εκπομπή. Για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, σχετικά με την ληστρική επιδρομή σε βάρος της Ελλάδας και των Ελλήνων. Θέτοντας στον παρουσιαστή της τηλεόρασης το, γνωστό πια, «περισπούδαστο», ερώτημα:

Τι θα έκανες, αν δεν είχες φράγκο και σού ζητούσανε να τούς δώσεις την μάνα σου και την κόρη σου; Ποια σχέση μπορεί να έχει το βλακωδέστατο και γελοιωδέστατο αυτό ερώτημα με την εθνική και τη θρησκευτική συνείδηση του ελληνικού λαού; Και ποια θέση μπορεί να έχει στο στόμα ενός κομματάρχη, που υποτίθεται ότι είναι υπέρμαχος των εθνικών και θρησκευτικών ιδεωδών!…

Θα τολμούσε να υποβάλει ένα τέτοιο ερώτημα στους ήρωες της πατρίδας ή τους μάρτυρες της θρησκείας! Στις Σουλιώτισσες, που χόρεψαν το χορό του Ζαλόγγου. Ή στους Μεσολογγίτες, που έφαγαν γάτες και ποντίκια, για να μην υποκύψουν στην κτηνωδία των Τουρκοαιγυπτίων…

Ας ελπίσουμε ότι η συντριπτική πλειονότητα του λαού θα δώσει, στον κατάλληλο χρόνο, στους κυρίους αυτούς την κατάλληλη απάντηση!

Για όλα τα βλακώδη και καταστροφικά, που λένε και διαπράττουν σε βάρος του… Στο όνομα, πάντοτε, του αχαλίνωτου και ολέθριου ηθικού τους κρετινισμού!…

 

παπα-Ηλίας, 17-12-2011,  http://papailiasyfantis.wordpress.com/2011/12/17/…82/ 

Να σώσουμε το ανθρώπινο γένος… ΙΙ

Να σώσουμε το ανθρώπινο γένος, όχι μόνο τον πλανήτη – Μέρος ΙΙ

 

Του Λυσιέν Σεβ* (Le Monde Diplomatique – Δεκέμβριος 2011. Mετάφραση: Δ. Οικονομίδης)


 

Συνέχεια από το Μέρος Ι

Από-πολιτισμοποίηση χωρίς τέλος

Μια πολιτισμική παρέκκλιση που προκαλεί συναγερμό, γίνεται καταφανής: η γενικευμένη εμπορευματοποίηση του «ανθρώπινου». Ο καπιταλισμός εγκατέστησε το οικουμενικό βασίλειο του εμπορεύματος, μια πολύ «ευνοϊκή» μορφή πώλησης της απλήρωτης εργασίας πάνω στην οποία βασίζεται το ιδιωτικό κέρδος. Κάνοντας την ίδια την ανθρώπινη εργατική δύναμη εμπόρευμα, πραγμοποίησε τα άτομα, ενώ προσωποποίησε  ταυτόχρονα  τα πράγματα: Η Αυτού Μεγαλειότης το Κεφάλαιο παριστάνει ότι  "δίνει δουλειά" στα  «χέρια εργασίας», όταν  η αλήθεια είναι ότι ο εργαζόμενος είναι αυτός ο  οποίος είναι αναγκασμένος να παρέχει δωρεάν εργασία για τον καπιταλιστή …

Αλλά το νέο φαινόμενο, που όλο και περισσότερο ρημάζει τα πάντα, είναι ότι πλέον τίποτε το ανθρώπινο δεν μπορεί να ξεφύγει από τις υπαγορεύσεις του χρήματος: τα πάντα πρέπει να δημιουργούν διψήφιες αποδόσεις, από τα  ανταλλακτικά  ως τα κρεβάτια των νοσοκομείων, από το  εμπόριο μέσω διαδικτύου ως τη σχολική υποστήριξη, από τη φαρμακευτική καινοτομία  ως τις μετακινήσεις των αθλητικών αστέρων… Αυτό το οποίο σημαίνει διαχείριση, μάνατζμεντ της επιχείρησης φτάνει στο σημείο της αγριότητας: ζούμε σε μια μόλυνση της εργασίας που δεν είναι λιγότερο δραματική από τη μόλυνση των υδάτων. Αυτά σημαίνουν επίσης γενικευμένη χρηματιστικοποίηση των δραστηριοτήτων παροχής υπηρεσιών που έχουν σχέση με τη διαμόρφωση και την ανάπτυξη των ανθρώπων – η υγεία, ο αθλητισμός, η εκπαίδευση, η έρευνα, η δημιουργία, η σχόλη, η  πληροφορία, η επικοινωνία… η ανάπτυξη αυτών των υπηρεσιών μας λέει καθαρά ότι πηγαίνουμε προς ένα κόσμο όπου ο καθοριστικός πλούτος θα είναι το ανθρώπινο ον. Ο καπιταλισμός εφορμά για να επιβάλει τις  λογικές του. Έτσι, οι ίδιοι οι στόχοι  αυτών των δραστηριοτήτων τείνουν να αποβληθούν, να ακυρωθούν από το νόμο του χρήματος. Έτσι, η  διαφήμιση μετατρέπει αυτό το υπέροχο όχημα για τον πολιτισμό και την αλληλεγγύη που μπορεί να είναι η τηλεόραση, σε ένα απλό μέσο  για να πουλιέται στους διαφημιστές "διαθέσιμος χρόνος εγκεφάλου", για την διαπαιδαγώγηση  ανθρώπων υποταγμένων  στο ποσοστό κέρδους: μέχρι που θα ανεχτούμε  αυτό το έγκλημα;

Σε αυτή τη φρενίτιδα της αγοράς ενυπάρχει και μια άλλη τάση, που από μόνη της είναι θανατηφόρος:  η σαφής τάση απαξίωσης όλων των Αξιών. Ο Καντ την είχε ονομάσει ως ηθικό ζήτημα: το να αναγνωρίζεται στο ανθρώπινο ον μια  αξιοπρέπεια, σημαίνει ότι είναι ανεκτίμητο [χωρίς υλική τιμή], το να τα φέρνουμε όλα σε μια χρηματική εκτίμηση, καθιερώνει μια γενική αναξιοπρέπεια. Αυτό ισχύει στο γνωστικό, αισθητικό, νομικό καθώς και το ηθικό πεδίο: χωρίς Αξίες που να αξίζουν "αφ’ εαυτού τους και  χωρίς περιορισμό" δεν υπάρχει πλέον  πολιτισμένη ανθρωπότητα. Πλην όμως, τώρα ζούμε ένα καθημερινό δράμα: παραβιάζονται  ακατάπαυτα η έγνοια  για το αληθινό, για το δίκαιο, για το αξιοπρεπές… Η δικτατορία της ανταποδοτικότητας συνωμοτεί για το θάνατο του ανεκτίμητου, της ανιδιοτέλειας, του χαρίσματος. Είμαστε στο τραγικό κατώφλι ενός κόσμου όπου ο άνθρωπος είναι πλέον άνευ αξίας(2). Αυτό δείχνει ο πολλαπλασιασμός των «χωρίς» – χωρίς-χαρτιά, χωρίς-εργασία, χωρίς-στέγη, χωρίς-μέλλον… – αυτό που ο Αιμέ Σεζαίρ  (Cesaire)* ονόμαζε «κατασκευή ανθρώπων μίας χρήσης». Πλάι σε όλους αυτούς «παχαίνουν» αυτοί που "αξίζουν σε  χρυσό" – ανήκουστοι μισθοί, χρυσωμένοι «αλεξιπτωτιστές»,  χαβιάρι για τα σκυλιά…  –  και με λίγα λόγια, αυτά σημαίνουν το ίδιο: όλη η κλίμακα αξιών καταργείται. Έτσι που, η μοναδική  «αξία» [ο πλούτος] η οποία αυτοκολακεύεται ότι είναι το μέτρο  για όλες τις άλλες, βρίσκεται η ίδια άνευ αξίας.

Η χρηματιστική οικονομία δεν σταματά  να φουσκώνει με εικονικά μηδενικά πριν να εξατμιστεί κατά  δισεκατομμύρια  με το σκάσιμο της κάθε φούσκας – αυτό που απομένει  είναι η σκληρή πραγματικότητα για τους πραγματικούς παραγωγούς…  Αυτή η  εξαφάνιση  των αξιών είναι λιγότερο  σοβαρή από ό, τι η τήξη των πολικών πάγων; Η ίδια η ανθρωπιά μας είναι το διακύβευμα: αναμετρά  κανείς το τρομακτικό της μέγεθος;

Στο πλαίσιο αυτής της αντίστροφης εξέλιξης, της οπισθοδρόμησης βλέπουμε μια τρίτη διαδικασία της χειρότερης σοβαρότητας: το ανεξέλεγκτο ναυάγιο του νοήματος. Αυτή η αντίστροφη εξέλιξη είναι καινούργιο φαινόμενο, διότι για πολύ καιρό ο καπιταλισμός παρήγαγε νόημα. Μπορεί να ήταν πάντα εκμεταλλευτικός, αλλά παρόλα αυτά συνέβαλε στην πρόοδο της ανθρωπότητας. Αλλά με την εφόρμηση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, μια ακραία αποκτηνωμένη μορφή του πλούτου, στην κορυφή,  μπαίνουμε παγκόσμια, στην εποχή του μη-νοήματος: η συσσώρευση του κεφαλαίου είναι όλο και περισσότερο, χωρίς  τέλος, και με τις δύο έννοιες  της λέξης [τέρμα – σκοπός]. Αυτό που ζούμε είναι η ιστορική κατάρρευση μιας κοινωνικής τάξης πο μονοπωλεί, χωρίς να έχει πλέον πολιτισμένο στόχο, ζητώντας να μας καταδικάσει στο "τέλος της ιστορίας". Θάνατος του νοήματος που εξαπλώνεται παντού από τη άγρια λογική της βραχυπρόθεσμης ανταπόδοσης των επενδύσεων  και όπου κανένα ανθρώπινο σχέδιο δεν μπορεί να αναπνεύσει μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον.

Γι’ αυτό η παγκοσμιοποίηση μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι ο σπασμωδικός ερχομός ενός «μη-κόσμου» όπου ο παραλογισμός τείνει να κατακλύσει τα πάντα μαζί με συνεργό του, το θρησκευτικό φανατισμό. Και αυτή η δομική μυωπία χειροτερεύει, ακριβώς τη στιγμή που οι γιγαντιαίες  δυνάμεις που αρχίζει να αποκτά το ανθρώπινο είδος, αρχίζουν να «απαιτούν» να ανιχνεύσουμε το μέλλον, διαφορετικά είμαστε καταδικασμένοι σε θάνατο. Ξεφεύγοντας από το συλλογικό  έλεγχο, λόγω του  ασύλληπτου  ελλείμματος  δημοκρατίας στο οποίο μας βυθίζει η λογική του «τα-πάντα-ιδιωτικά», τα υλικά και πνευματικά μας δημιουργήματα  γίνονται τυφλές δυνάμεις που μας υποτάσσουν  και μας συνθλίβουν – πρόκειται για μια αλλοτρίωση χωρίς τέλος που μπροστά της, το όποιο G8 φαντάζει αστείος κίνδυνος. Ως εκ τούτου, υπάρχει αυτό το ευρέως διαδεδομένο  συναίσθημα  ότι  έχουμε να κάνουμε με μια ανθρωπότητα χωρίς πιλότο που πηγαίνει στον τοίχο – έναν τοίχο  οικολογικό  αλλά  εξίσου ανθρωπολογικό.  Αλλά αν το ανθρώπινο είδος αρχίσει να εκφυλίζεται, σημαίνει ότι δεν  δίνει κανείς  δεκάρα για τον Hοmο sαpiens. Είμαστε  στην αρχή μιας επιταχυνόμενης κατρακύλας  στην πίστα «του  χειρότερου» – ακούτε κάποιον να το φωνάζει; 

Εμπορευματοποίηση του ανθρώπου, υποτίμηση των αξίων, εξαφάνιση του νοήματος – ας τολμήσουμε να το πούμε: βρίσκεται σε εξέλιξη μια καταστροφή του πολιτισμού [αποπολιτισμοποίηση] δίχως τέλος. Αυτό δε σημαίνει ότι θα ωραιοποιήσουμε  τους δύο τελευταίους αιώνες, με την κοινωνική φρίκη τους και τις γενοκτονίες. Αλλά, με το συνολικό θρίαμβο της «ελεύθερης αγοράς» στο τέλος του 20ου, μας είχαν ανακοινώσει το οριστικό βασίλειο μιας γαλήνιας δημοκρατίας. Αντιθέτως οδεύουμε σε επέκταση των δικτατοριών της βίας, συμπεριλαμβανομένης  και μιας από τα χειρότερα είδη δικτατορίας:  τη [soft] μαλακή βία. Αιμοσταγείς πόλεμοι  παντού–εθνοκαθάρσεις, ένοπλη  λεηλασία των φτωχών χωρών, η δολοφονική  εφευρετικότητα της τρομοκρατίας, επισημοποίηση των βασανιστηρίων,  η  αποπνικτική αγριότητα στα δελτία ειδήσεων, όλα αυτά που ένας φιλόσοφος  ονομάζει «βαρβαρότητα του παγκοσμιοποιημένου μη-κόσμου» (3). Ακόμη  περισσότερο «καθαρή» βία – ο  ανταγωνισμός  των εμπορικών εταιρειών μέχρι θάνατου, κύμα  απολύσεων λόγω χρηματιστηρίου, σοφιστικέ αστυνόμευση επιχειρήσεων και γειτονιών. Συμπεριλαμβανομένης και της συμβολικής «καθαρής» βίας – καθημερινός βιασμός των  συνειδήσεων, με το ενσταλάζεται, σταγόνα-σταγόνα,  κάθε είδος φοβίας απέναντι στον άλλο, εξαφάνιση της αγωγής του πολίτη από τον  κυρίαρχο κυνισμό… Πως μπόρεσε  να ελαττωθεί  σε αυτό το σημείο  η ταξική  συνείδηση, που τόσες γυναίκες και τόσοι  άνδρες δεν  μπορούν να έχουν στο μυαλό τους μιαν εικόνα για το πώς είναι φτιαγμένος ο κόσμος μας  και για το ποιά είναι η θέση τους σ’ αυτόν. Πρόκειται για μια πνευματική υποχώρηση  με καταστροφικά αποτελέσματα. Ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι ο Ναζισμός ρίζωσε, υποκαθιστώντας  τη μαρξιστική σκέψη των  τάξεων με το «ein Volk, ein Reich, ein Führer – ένας λαός, ένα Ράιχ, ένας Φύρερ (4)» – η ιδεολογία του «ανθρώπου»  χωρίς κοινωνική τάξη …

Στα παραπάνω  τέσσερα μεγάλα  χαρακτηριστικά προστίθενται  ένα πέμπτο που υψώνει τον κίνδυνο στο  τετράγωνο: η συστηματική  προγραφή των εναλλακτικών λύσεων. Πρόκειται για ηθελημένη προγραφή: οι εκμεταλλευτικές  τάξεις  ένιωσαν πριν χρόνια  το σφύριγμα από τη σφαίρα της επανάστασης και κάνουν  τα πάντα για να αποτρέψουν την επιστροφή αυτού του κινδύνου μια για πάντα – δείτε πως μεταχειρίζονται τα ΜΜΕ  την «αριστερά της αριστεράς». Ιδιαίτερα έχουμε μια αυθόρμητη προγραφή εκ μέρους των  συστημικών λογικών. Για τον Μαρξ, η προλεταριακή μάζα αύξανε μαζί το κεφαλαίο, έτσι αυτό το ίδιο γεννούσε τους ίδιους του τους νεκροθάφτες. Μια ιστορική αισιοδοξία που σήμερα είναι παρακινδυνευμένη: η επανάσταση στην παραγωγή κονιορτοποιεί τους μισθωτούς, το «ιερόν» των χρηματιστικών αποφάσεων τους αφοπλίζει, το βάρος του αναπόφευκτου τους κάνει να χάνουν το ηθικό τους: η τεράστια επιθυμία να αλλάξουμε τα πάντα τείνει να καταλήξει στο τίποτα. Παντού μια επαναληπτική αίσθηση ανημποριάς – έτσι, τα ψέματα των θεσμικών  πολιτικών τροφοδοτούν πριν απ’ όλα την αποχή από τις εκλογές. Η φρενίτιδα της ανταποδοτικότητας τείνει να μας πείσει  για το αναπόφευκτο του «χείριστου». Το ίδιο το σύστημα το οποίο έχει ως λέξη – κλειδί – την ελευθερία, έχει πάρει ως  έμβλημα το ΤΙΝΑ της Μ. Θάτσερ: «Ther Is No Alternative!». Και στην πραγματικότητα πώς θα μπορέσουμε να απαλλαγούμε από την παντοδυναμία των χρηματοπιστωτικών αγορών και τον οίκων αξιολόγησης, αφού και η κολοσσιαία κρίση του 2008 δεν επέφερε σημαντικές αλλαγές στο σύστημα; Η ατμόσφαιρα είναι «τέλους Ρωμαϊκής  Αυτοκρατορίας» αλλά στην εποχή των πυρηνικών και του ίντερνετ δεν έχει σα μια πρόγευση τελικής  καταστροφής;

Θα αναρωτηθούμε: εάν ο κίνδυνος είναι τόσο σοβαρός όσο λέγεται  εδώ, πώς γίνεται να αναδεικνύεται  τόσο πολύ λιγότερο από ό, τι ο οικολογικός; Θα περιοριστώ εδώ σε ένα κρίσιμο  σχόλιο. Το να θέσουμε το ανθρωπολογικό ερώτημα, σημαίνει να καταγγείλουμε ευθέως ως υπεύθυνη  την κακοποίηση του ανθρώπου που υπάρχει δομικά στον καπιταλισμό. Δεν αμφιβάλουμε ότι ο καπιταλισμός δεν θα συμβάλλει στηδιάδοση αυτής της ιδέας! Η οικολογική σκέψη εγγράφεται σε μια διαφορετική κουλτούρα, η οποία είναι περισσότερο προσανατολισμένη στις επιβλαβείς επιπτώσεις του τρόπου κατανάλωσης απ’ ότι στον απάνθρωπο τρόπο παραγωγής. Στρέφεται περισσότερο στην εισβολή των τεχνο-επιστημών παρά στην  τυραννία  του ποσοστού κέρδους.

Στην κοινωνική ανευθυνότητα παρά στα ταξικά συμφέροντα.

Μπορεί λοιπό να παραπέμπει περισσότερο σε μια ενάρετη μεταρρύθμιση της κατανάλωσης παρά σε μια  επανάσταση στις σχέσεις παραγωγής. Μια οικολογία που συρρικνώνεται σε αυτά, τείνει να είναι ακίνδυνη για τον CAC 40 [ο δείκτης του χρηματιστηρίου του Παρισιού]. Μπορεί ακόμη και να κάνει μαζί του καλές  δουλειές  και  πολιτικά εγχειρήματα: η «πράσινη σκέψη» γίνεται οικουμενική… Ενώ στην πραγματικότητα το οικολογικό δράμα είναι, όπως εξίσου και το ανθρωπολογικό, συνδεδεμένο με τις θανατηφόρες κοντόφθαλμες πολιτικές του μέγιστου κέρδους. Οι δύο σκοποί  είναι αλληλένδετοι: δεν μπορούμε να σώσουμε το ένα χωρίς το άλλο, το περιβάλλον και το ανθρώπινο γένος.  Και μια οικολογία που δεν τα βάζει αποφασιστικά με το σύστημα του κέρδους δεν έχει μέλλον. Κάτω από τον αμφιλεγόμενο όρο "αριστερή οικολογία", κρύβεται αυτό το διακύβευμα. Έτσι όπως περιγράφεται η σημερινή κατάσταση της ανθρωπότητας φαίνεται  εξαιρετικά μελανή. Δεν είναι κάπως μονόπλευρο;  Δεν θα έπρεπε  να δούμε επίσης το ότι διαμορφώνονται αντικειμενικές προϋποθέσεις και υποκειμενικές πρωτοβουλίες  για την υπέρβαση  του καπιταλισμού, που έχει γίνει αναγκαία;

Χωρίς καμία αμφιβολία(5). Πολλά πράγματα δίνουν την έντονη εντύπωση «ότι το χειρότερο  είναι μοιραίο». Δεν πρέπει να παραδοθούμε σε αυτήν την αίσθηση. 

Μπορούμε να αρχίσουμε να αντιστρέφουμε την προοπτική αυτή. Αλλά η επιτυχία απαιτεί να έχουμε συνείδηση του όλου μεγέθους  του έργου: τίποτα λιγότερο από το να επωμιστούμε εξ ολοκλήρου  τον ανθρωπολογικό σκοπό, επόμενα να τον οικοδομήσουμε στο ίδιο επίπεδο με τον οικολογικό. Από τους αγανακτισμένους  της Ευρώπης ως τους αμερικανούς πολίτες που υψώνουν το θυμό τους εναντίον της Wall Street, είναι εντυπωσιακό το ηθικό φορτίο της αγανάκτησης που πλέον γίνεται πράξη και που είναι πλήρως  συντονισμένη  με την ηθική διάσταση των διεκδικήσεων στο επίπεδο του ανθρώπινου πολιτισμού Κάτι ταράζει βαθιά την πολιτική. Ας το πούμε με τον τρόπο του Jaurès: λίγη αγανάκτηση απομακρύνει από την πολιτική, πολλή μας ξαναφέρνει στην πολιτική. Ή μάλλον οδηγεί σε ένα νέο είδος δράσης, όχι «μια  επανάσταση από τα παλιά» με  μετασχηματισμούς  από «τα πάνω» που  η αποτυχία της είναι δεδομένη,  αλλά μια  δέσμευσή, μια συμμετοχή  σε κάθε επίπεδο όπου οικειοποιούμαστε  από κοινού καινοτόμες μορφές πρωτοβουλίας και  οργάνωσης. Η τωρινή στιγμή,  είναι η στιγμή  της εφευρετικότητας. Με τέτοιο «τίμημα»  θα αρχίσει να δρομολογείται η ήττα «της μοιρολατρίας του  χείριστου».

Συνδυάζοντας  την πιο ρεαλιστική επίγνωση αυτού που είναι Δυνατό, με την πιο φιλόδοξη  οπτική για αυτό που είναι Αναγκαίο: αυτό που πρέπει να αρχίσει από σήμερα, είναι η διάσωση του ανθρώπινου γένους. Δεν υπάρχει καλύτερος επίλογος  από αυτό που ο Μαρξ έγραφε στον Ρούγκε το Μάιο του  1843: «Δεν μπορείτε να  πείτε ότι έχω και μεγάλη ιδέα για τη παρούσα κατάσταση, και αν παρόλα αυτά δεν απελπίζομαι εξαιτίας της, αυτό συμβαίνει  γιατί, ακριβώς αυτή η απελπιστική κατάσταση του παρόντος,  είναι αυτό που με γεμίζει ελπίδα».  

————————————————-

 (2) πρόκειται για τον υπολανθάνοντα κυνισμό στο περίφημο διαφημιστικό σλόγκαν: «Επειδή το αξίζω» – μια γυναίκα «αξίζει» όσο ένα προϊόν μάρκετινγκ …

(3) André  Tosel «Civilisations; cultures; conflits» (Πολιτισμοί, κουλτούρες, συγκρούσεις) , Κimé, Παρίσι, 2011!.

(4)  βλ την ανάλυση της σκέψης του Heidegger στο "L’ homme"? (Ο «άνθρωπος»;) 

(5) Βλ.  σε αυτή τη λογική το βιβλίο του Jean Sève «Un futur présent; l’après-capitalisme» (Ένα μελλοντικό παρόν. Ο  μετά-καπιταλισμός) La Dispute, Παρίσι, 2006.

*Γάλλος φιλόσοφος, μέλος του ΚΚΓ και της ΚΕ του μέχρι το 2010.Τελευταίο του βιβλίο: Να σκεφτούμε σήμερα μαζί με τον Μαρξ, τόμος 2 «Ο άνθρωπος;», La Dispute, Παρίσι 2008. http://fr.wikipedia.org/wiki/Lucien_S%C3%A8ve#cite_note-2 [Δείτε συμπληρωματικά: http://www.marxists.org/archive/seve/index.htm]

** Αιμε Σεζαίρ (Aimé Césaire) μαρτινικέζος ποιητής και πολιτικός, από τους ιδρυτές του λογοτεχνικού κινήματος της «νεγρότητας» και μέχρι τέλους αντιαποικιοκράτης http://fr.wikipedia.org/wiki/Aim%C3%A9_C%C3%A9saire

 

ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 14 Δεκέμβριος 2011 16:19, http://www.tometopo.gr/home/index.php?option=com_content&view=article&id=174:2011-12-14-16-25-36&catid=40:ideas&Itemid=71

Να σώσουμε το ανθρώπινο γένος… Ι

Να σώσουμε το ανθρώπινο γένος, όχι μόνο τον πλανήτη – Μέρος Ι

 

Του Λυσιέν Σεβ* (Le Monde Diplomatique – Δεκέμβριος 2011. Mετάφραση: Δ. Οικονομίδης)


 

Άραγε  να είναι ευκολότερο να αμφισβητηθεί ο τρόπος κατανάλωσης, παρά  ο τρόπο  παραγωγής; Αν κανείς πλέον δεν αγνοεί  την έκταση της περιβαλλοντικής κρίσης που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα,  αντίθετα η κρίση πολιτισμού που τη συνοδεύει  ελάχιστα γίνεται αντιληπτή. Κι όμως δεν θα μπορέσουμε να βγούμε από την ανημποριά μας παρά μόνο αν διαγνώσουμε σαφώς και αυτήν την κρίση και αν αναλογιστούμε το μέγεθός της.

Ο  Πλανήτης Γη, για να ονομάσω έτσι το  φυσικό περιβάλλον μας, είναι ανησυχητικά άρρωστος. Είναι ευρέως διαδεδομένη η συνείδηση αυτού του πράγματος, και δεν υπάρχει πλέον πολιτικός φορέας που να μην συμπεριλαμβάνει, τουλάχιστον στο λόγο του, τον οικολογικό  σκοπό.

Ο Πλανήτης  Άνθρωπος, δηλαδή το  ανθρώπινο γένος,  δεν πάει καλά σε ένα  εξίσου ανησυχητικό σημείο αλλά  η συνειδητοποίηση, εδώ, δεν είναι στο επίπεδο της σοβαρότητας αυτής της κρίσης. Και δεν υπάρχει ούτε ένας πολιτικός φορέας  που, τουλάχιστον, να ονοματίσει εξίσου  τη βαρύτητα  του οικολογικού  με τον  ανθρωπολογικό σκοπό. Πρόκειται για μια αντίθεση που μας αφήνει κατάπληκτους και την οποία θα εξετάσουμε εδώ.

Ρωτήστε  τα λιγότερο πολιτικοποιημένα άτομα «τι είναι η υπόθεση της οικολογίας». Στα σίγουρα, θα ξέρουν να σας πουν,  ότι η θέρμανση του πλανήτη που οφείλεται στα αέρια του φαινομένου του θερμοκηπίου  μας οδηγούν σε μια εποχή καταστροφών. Θα σας πουν ότι η μόλυνση  της γης, του αέρα και του νερού έχει φθάσει σε  αβάσταχτα όρια σε μια σειρά περιοχών του πλανήτη. Ότι η εξάντληση  των μη ανανεώσιμων πηγών που είναι θεμελιώδεις, καταδικάζει τον σύγχρονο τρόπο  παραγωγής και της κατανάλωσης, ότι η χρήση  πυρηνική ενέργειας είναι γεμάτη κινδύνους χωρίς αναστροφή. Εξίσου πολλοί θα προσθέσουν τις βλάβες στη βιοποικιλότητα και θα καταλήξουν, με τα δικά  τους  λόγια, στην επείγουσα ανάγκη του να μειωθούν οι οικολογικές επιπτώσεις από τις πλούσιες χώρες. Πώς τα ξέρουν όλα αυτά οι λιγότερο πολιτικοποιημένοι; Από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, όπου οι  πληροφορίες  περί οικολογίας είναι πλέον διαρκώς παρούσες. Αλλά και η άμεση εμπειρία τους το επιβεβαιώνει συνεχώς: από το τι καιρό κάνει έως τις τιμές των καύσιμων. Πληροφορούνται επίσης, μέσω των συζητήσεων, επιστημόνων ή πολιτικών, συζητήσεις οι οποίες ανάγουν  αυτές τις επιμέρους γνώσεις σε μια σφαιρική θεώρηση παγκόσμιου επίπεδου και τις μετατρέπουν σε πολιτικά  πρόγραμμα, που προβάλλονται παντού. Έτσι επί δεκαετίες έχει δημιουργηθεί μια κουλτούρα [οικολογίας], που δίνει συνοχή σε κινητοποιήσεις και πρωτοβουλίες με μεγάλο εύρος, κινητοποιήσεις και πρωτοβουλίες από τις οποίες αποτελείται αυτή η Μεγάλη Υπόθεση, ο οικολογικός σκοπός. 

Ρωτήστε  τους  τώρα, για τον ανθρωπολογικό σκοπό. Χωρίς αμφιβολία,  κανείς  δεν θα μπορέσει να αντιληφθεί εξ αρχής,  το γιατί πράγμα ακριβώς θέλετε να του μιλήσετε. Ας διευκρινίσουμε: νομίζετε  ότι η ανθρωπότητα πάει εξίσου στραβά, όπως κι ο πλανήτης μας; Ότι είναι σε πραγματικό κίνδυνο η  πολιτισμική διάσταση του ανθρώπινου είδους,  έτσι ώστε, στην  επείγουσα έγνοια μας  για την προστασία της φύσης – οικολογικός σκοπός – επιβάλλεται να προσθέσουμε στο ίδιο επίπεδο  σημασίας,  την έγνοια  της διαφύλαξης της ανθρωπότητας με την ποιοτική έννοια της λέξης – ανθρωπολογικός σκοπός; Αυτή η ερώτηση θα βρει τον συνομιλητή μας απροετοίμαστο. Πολλοί θα τη βρουν, το λιγότερο, υπερβολική.  Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ερώτηση μας θα φέρει στην επιφάνεια πολλά θέματα  ανησυχίας – οι σκληρές συνθήκες ύπαρξης, αυξητική τάση του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», η ηθική κατάπτωση της δημόσιας ζωής, τα άγχη για το μέλλον … Αλλά το να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η ανθρωπινή ιδιότητά  μας είναι σε κίνδυνο, η ιδέα αυτή – θα σας πουν –  πιθανόν να φαίνεται παράλογη.

Ας  επιμείνουμε. Δεν οδεύουμε, από πολλές απόψεις,  προς έναν  κόσμο ανθρωπίνως αβίωτο; Το παλιό απόφθεγμα: «ο άνθρωπος είναι λύκος για τον άνθρωπο» δεν τείνει να γίνει νόμος  σε πάρα πολλούς τομείς σήμερα; Τομείς όπου τα σύγχρονα μέσα τού  παρέχουν μια άνευ προηγουμένου δυνατότητα για να κάνει κακό; Η εργασία,  μείζον παράδειγμα, έχει μπει  σε μια τρομακτικά ανησυχητική κατηφόρα. Κάτω από τις αυξανόμενες  δυσκολίες του  να έχει κάποιος μια ποιοτική εργασία που να τον ικανοποιεί, απαιτείται και ταυτόχρονα παρεμποδίζεται η υπευθυνότητα του μισθωτού. Συστηματικά οι εργαζόμενοι τίθενται σε ανταγωνισμό. Το ηθελημένο ξερίζωμα του συνδικαλισμού. Η  διαπαιδαγώγηση στο  "μάθετε να πουλάτε τον αυτό σας" και «γίνετε killer». Το μάνατζμεντ στις επιχειρήσεις μέσω  της τρομοκράτησης. Όλα αυτά έρχονται να συμπυκνωθούν, στο ύστατο σημείο, με τις αυτοκτονίες στο χώρο εργασίας. Από την «πανταχού παρούσα» η υπαγόρευση  της διψήφιας αποδοτικότητας,  η σταθερή προτεραιότητα στην απληστία του μετόχου, η διόγκωση του «δίχως  πίστη, δίχως νόμο» μέχρι το αφεντικό-αλήτη, εν ολίγοις η νεοφιλελεύθερη τρέλα, η κακοήθης μορφή του ύστερου καπιταλισμού. Δεν είναι αλήθεια βρίσκεται επί το έργον ότι μια πραγματική απανθρωποποίηση;

Αλλά,  μπορεί να μας πούνε, σ’ αυτά δεν υπάρχει κάτι που ο καθένας δεν ξέρει, εκτός από την περίεργη έκφραση, ανθρωπολογικός σκοπός. Που βλέπουμε  ανησυχητικές  κοινωνικές παρεκκλίσεις  χωρίς να προκαλείται συναγερμός,  έρευνες,  πρωτοβουλίες; Πχ για το δράμα της εργασίας: δεν μας εγκαλούν τόσες  καλές ταινίες, δεν διαφωτίζεται το θέμα από ψυχολόγους όπως η Marie Pezé ή ο Yves Clot(Ι), δεν υπάρχουν καλέσματα από πολλές πλευρές για να απορρίπτουμε τις απάνθρωπες διαχειρίσεις και συμπεριφορές; Λαμβάνει χώρα μια συνειδητοποίηση των αβάσταχτων, καταστρεπτικών αποτελεσμάτων του παγκοσμιοποιημένου συστήματος που μας κυβερνά. Οι ενωμένες πολιτικές δυνάμεις στο Μέτωπο της Αριστεράς [Γαλλία] καλούν στο ξεπέρασμα του καπιταλισμού ώστε να ωθηθεί  ακόμη πιο μακριά η χειραφέτηση του ανθρώπου. Οι Πράσινοι συνδέουν τον οικολογικό σκοπό με ισχυρούς κοινωνικούς και θεσμικούς στόχους, μέσα σ’ ένα πνεύμα δημοκρατίας και αλληλεγγύης. Πολλοί οικονομολόγοι αντιπαραθέτουν στο στενό κριτήριο του ΑΕΠ και μόνο, τρόπους αξιολόγησης, που να συμπεριλαμβάνουν και τις συμφορές  στο ανθρώπινο επίπεδο, που είναι η άλλη όψη του νομίσματος του παραγωγικισμού. Παντού δραστηριοποιούνται κοινωνικά  κινήματα  για να ξανα-εξανθρωπιστεί ο κόσμος. Ο ανθρωπολογικός σκοπός, λοιπόν, αν θέλουμε να μιλήσουμε αυτή τη γλώσσα, δεν έχει γίνει αντιληπτός και δεν αποτελεί στόχο που τον υλοποιούμε  εδώ και καιρό; 

Όχι! Δεν είναι! Και μάλιστα, είμαστε πολύ μακριά ακόμη! Το να πιστέψουμε ότι γίνεται ήδη, προδίδει μια φοβερή υποτίμηση του μεγέθους τάξεως αυτού  του ζητήματος.

Γιατί ισχύει και εδώ όπως και με την οικολογία: οι πολιτισμικοί σκοποί έχουν σαφώς να κάνουν με το πολιτικό αλλά το υπερβαίνουν. Γιατί  έχουν ως διακύβευμά τους ηθικές επιλογές μεγαλύτερου βάθους από τις πολιτικές επιλογές με την συμβατική έννοια του όρου. Το να αναρωτηθούμε με αγωνία το που πάμε  σήμερα ως ανθρώπινο γένος  δεν σημαίνει ότι αποκλείουμε την αντίθεση «αριστερά-δεξιά», αλλά είναι ότι θέλουμε αυτή η αντίθεση να αναφέρεται και στο ίδιο το νόημα του μέλλοντός μας ως πολιτισμός. Πράγμα για το οποίο δεν είναι πλέον ικανοποιητικά επαρκείς αυτές οι λέξεις «δεξιά-αριστερά», μιας και έχουν χάσεις τόσο πολύ την αξία τους. Τι ανθρωπότητα θέλουμε να είμαστε; Ιδού το μέγιστο ερώτημα που βρίσκεται κάτω από τον ανθρωπολογικό σκοπό. Και το ερώτημα αυτό είναι δεν έχει προκαλέσει  ένα έργο της σκέψης ούτε και τις  πρωτοβουλίες που απαιτεί. Είμαστε πολύ μακράν αυτού!

Το ότι  π.χ. η παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών δεν μπορεί  πλέον, εκτός αν είναι να πάμε σε  καταστροφή, να οδηγείται  χωρίς μια έγνοια για την «παραγωγή» ανθρώπων, έγνοια που είναι  ανώτερη. Αυτή  η απαίτηση που «φωνάζει», απαιτεί να σκεφτούμε την ανθρωπολογία. Όπως  το «οικολογικό», έτσι και το «ανθρωπολογικό» πρέπει να είναι μια πραγματική γνώση που να οδηγεί μια σωστή Πράξη. Και σε αυτό το ζήτημα είμαστε τόσο μακριά ακόμα από την απαιτούμενη γνώση. Μια γνώση  που είναι επίμονα αναγκαία,  εξαρχής με το που εμφανίζεται  αυτή  η μυστηριακή έννοια: «ο άνθρωπος». Μια μόνο λέξη – άνθρωπος – για να οριοθετήσουμε  πραγματικότητες που είναι τόσο διακριτές: το βιολογικό είδος – Homo sapiens, το ανθρώπινο γένος, που είναι ιστορικά εξελισσόμενο, η κοινωνική συλλογικότητα, το εξατομικευμένο πρόσωπο, και, επιπλέον, στα γαλλικά, το «είναι», το ον [être ] που είναι και θηλυκού και αρσενικού γένους, όλα αυτά χύμα είναι: «ο άνθρωπος»; 

Υπάρχει κάποιο  άλλο πεδίο της γνώσης που να είναι «ικανοποιημένο»  με τόσο πρωτογονισμό  στο επίπεδο των εννοιών;  Και  όμως αυτή η λεκτική σύγχυση «υποστηρίζεται» με τη σχεδόν οικουμενική χρησιμοποίησή του όρου «άνθρωπος», ακόμη και μεταξύ στοχαστών που αποτελούν σημεία αναφοράς, όπως ένας Νίτσε, ένας Χάιντεγκερ. Ο μοναδικός σύγχρονος στοχαστής που έθεσε ριζικά υπό αμφισβήτηση αυτήν την άσχημη νοητική αφαίρεση που αποτελεί η έννοια «ο άνθρωπος» – να είναι, άραγε, σύμπτωση; – αυτός είναι ο Μαρξ. Ο ανθρωπολογικός σκοπός  όντας εξίσου επείγων, όπως και ο οικολογικός. Προς το παρόν τον επωμιζόμαστε ελάχιστα, ελάχιστα  σκεφτόμαστε πάνω σ’ αυτόν, ούτε καν τον ονοματίζουμε. Δραματική κατάσταση. Ένα, επομένως, πολύ κρίσιμο  έργο πέφτει σε όποιον νιώθει τη σοβαρότητα του θέματος: πρέπει να διακινδυνεύσει να προτείνει, τουλάχιστον ένα περίγραμμα από τα σημαντικότερα θέματα, που είναι ικανά να δομήσουν μια σκέψη σχετικά με την ανθρωπότητα που βρίσκεται σε κίνδυνο. Το επόμενο μέρος του άρθρου αυτού είναι μια προσπάθεια αυτού του είδους, η οποία ξεκίνησε πριν τρία χρόνια και που είχε ως αποτέλεσμα ένα χοντρό βιβλίο.

 

(Ι) Marίe Pezé  «Ils ne mourraient pas tous mais ils étaient tous frappés», (Δεν πεθαίναν όλοι αλλά ήταν όλοι χτυπημένοι – Ημερολόγιο συνεδριών. Ψυχικός πόνος και Εργασία) Pearson, Παρίσι, 2008; Clot Yves «Le Travail à coeur», (Η Εργασία με καρδιά/κατάκαρδα)   La Découverte, Παρίσι, 2010,

*Γάλλος φιλόσοφος, μέλος του ΚΚΓ και της ΚΕ του μέχρι το 2010.Τελευταίο του βιβλίο: Να σκεφτούμε σήμερα μαζί με τον Μαρξ, τόμος 2 «Ο άνθρωπος;», La Dispute, Παρίσι 2008. http://fr.wikipedia.org/wiki/Lucien_S%C3%A8ve#cite_note-2 [Δείτε συμπληρωματικά: http://www.marxists.org/archive/seve/index.htm]

 

** Αιμε Σεζαίρ (Aimé Césaire) μαρτινικέζος ποιητής και πολιτικός, από τους ιδρυτές του λογοτεχνικού κινήματος της «νεγρότητας» και μέχρι τέλους αντιαποικιοκράτης http://fr.wikipedia.org/wiki/Aim%C3%A9_C%C3%A9saire

ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 14 Δεκέμβριος 2011 16:19, http://www.tometopo.gr/home/index.php?option=com_content&view=article&id=174:2011-12-14-16-25-36&catid=40:ideas&Itemid=71

 

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

Καπιταλισμός & Δημοκρατία Ι

Καπιταλισμός & Δημοκρατία: Κριτικές παρατηρήσεις

 

Του Αλέξανδρου Χρύση

 

 

Ι. Στις μέρες μας, και καθώς η δομική κρίση του καπιταλισμού βαθαίνει και οξύνεται, με πολλές αφορμές, τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς, γίνεται λόγος για ‘υποβάθμιση της δημοκρατίας’, ‘κτύπημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών’, ‘αντιδημοκρατικές πρακτικές’ κ.α. Ωστόσο, μια περιγραφική προσέγγιση του περιεχομένου και των μορφών με τις οποίες εκδηλώνεται η ‘κρίση της δημοκρατίας’ ή μια ηθικολογικού χαρακτήρα καταδίκη πολιτικών που πλήττουν στον πυρήνα της τη θεμελιώδη συνταγματική αρχή της λαϊκής κυριαρχίας δεν ωφελεί. Ο προσανατολισμός μιας  αντι-καπιταλιστικής αρθρογραφίας προς μια φαινομενολογία της κρίσης των λεγόμενων δημοκρατικών θεσμών και των συναφών προς αυτούς διαδικασιών δεν ανταποκρίνεται στις βαθύτερες και ουσιαστικές ανάγκες ενός σύγχρονου εργατικού κινήματος με στόχο τη ρήξη προς τις καπιταλιστικές δομές εξουσίας και την υλοποίηση του κομμουνιστικού προτάγματος.   

Εξίσου επιζήμιες και αποπροσανατολιστικές μπορεί να αποδειχθούν, άλλωστε, σε συνθήκες ολοκληρωτικού καπιταλισμού, οι πρόχειρες και, πάντως χωρίς τη δέουσα τεκμηρίωση, κοινωνιολογίζουσες αναλύσεις που δεν αρκούνται να αντλήσουν έμπνευση, αλλά αναπαράγουν βεβιασμένα και επιπόλαια, κορυφαίες στιγμές της μαρξιστικής βιβλιογραφίας περί βοναπαρτισμού και καισαρισμού, αγνοώντας, μεταξύ άλλων, την καίρια επισήμανση του Τρότσκι, ενός από τους σημαντικότερους μαρξιστές μελετητές του βοναπαρτικού φαινομένου: «Ο κίνδυνος σε αυτό το ζήτημα, όπως και σε κάθε άλλο ιστορικό ζήτημα, συνίσταται στο γεγονός ότι είμαστε ιδιαιτέρως επιρρεπείς να συναγάγουμε αναλογίες πολύ σχηματικά, ανεξαρτήτως του πόσο σημαντικές και γόνιμες μπορεί να είναι αυτές, και είμαστε πρόθυμοι να αναγάγουμε τη συγκεκριμένη διαδικασία σε αφαιρέσεις.» [1] Αλλά και εύκολες γενικεύσεις του τύπου «ο γάμος του καπιταλισμού και της δημοκρατίας έχει τελειώσει»,[2] μπορεί να εξυπηρετούν τις συνθηματολογικές ανάγκες ενός λιγότερο ή περισσότερο μαζικού ακτιβισμού και των εντυπωσιακών συμβάντων που τον συνοδεύουν, προδίδουν, ωστόσο, αν μη τι άλλο, μια αφηρημένη προσέγγιση της δημοκρατίας και την αντιμετώπισή της ως φετίχ και όχι ως κοινωνικά και ιστορικά προσδιορισμένης κατηγορίας.

Με λίγα λόγια: και στο ζήτημα της δημοκρατίας, ζήτημα κομβικό τόσο για την άμυνα, όσο και για την αντεπίθεση του ταξικά συνειδητού εργατικού κινήματος της εποχής μας, υπάρχει ανάγκη συγκεκριμένης ανάλυσης της συγκεκριμένης κατάστασης. Το μεθοδολογικό στίγμα μιας τέτοιας ανάλυσης αποτύπωσε με εύστοχο τρόπο το 1968, στο ύστερο φιλοσοφικό δοκίμιό του με τον τίτλο «Εκδημοκρατισμός: σήμερα και αύριο» [Demokratisierung heute und morgen], ο διακεκριμένος μαρξιστής στοχαστής Lukács: «Είναι απλώς ένα αυτονόητο γεγονός ότι ανάλογα με τις ποιοτικές μεταβολές που διέτρεξε ο καπιταλισμός από τις αρχές του μέχρι σήμερα ήταν αναγκαίες και ορισμένες αλλαγές στο πολιτικό του εποικοδόμημα, την ελευθερία της αστικής δημοκρατίας, χωρίς βέβαια ο καπιταλισμός να απεκδύεται ουσιαστικά τη βασική του δομή, όπως δείχτηκε συναφώς στο πνεύμα του Marx. […] Όταν λοιπόν θέλουμε  να μιλήσουμε σήμερα για αστική δημοκρατία, για την ελευθερία που πραγματώνεται σ’ αυτή, πρέπει να στηριχτούμε στα περιεχόμενα και τις μορφές που χαρακτηρίζουν ειδικά τον καπιταλισμό του παρόντος.» [3] Παραβιάζουμε ίσως ανοιχτές θύρες, αν υποστηρίξουμε σήμερα ότι, από μαρξιστική άποψη, το ζήτημα της δημοκρατίας πρέπει να μελετάται σε οργανική συνάφεια προς εκείνο των οικονομικών και, ακόμη ειδικότερα, των παραγωγικών και εργασιακών αναδιαρθρώσεών του σύγχρονου καπιταλισμού. Είναι απαραίτητη, όμως μια τέτοια επιστροφή σε αυτό το θεωρητικό κεκτημένο του μαρξισμού, δεδομένου ότι σε κάθε άλλη περίπτωση, κινδυνεύουμε να παγιδευτούμε – με σοβαρές συνέπειες στο πεδίο της στρατηγικής και της τακτικής του κινήματος – σε μια αφηρημένη πολιτικολογία και ηθικολογία περί δημοκρατίας, εύκολα αφομοιώσιμη στους κόλπους του αστικού συστήματος εξουσίας ακόμη και σήμερα, που διέρχεται μια από τις σημαντικότερες κρίσεις του.

ΙΙ. Το γεγονός ότι η δημοκρατία με την εκάστοτε ιστορικά συγκεκριμένη μορφή και το ανάλογο περιεχόμενό της συναρτάται οργανικά και, σε τελική ανάλυση, ανάγεται στην παραγωγική δομή της κοινωνίας, με τις όποιες κατά τόπο και χρόνο ιδιομορφίες και μεταβολές της, δεν πρέπει να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το ζήτημα της δημοκρατίας είναι στον πυρήνα του στενά θεσμικό ή, ακόμη στενότερα, τεχνικό ζήτημα. Ο ίδιος ο Marx, τόσο στα νεανικά φιλοσοφικά κείμενά του, όσο και στα μεταγενέστερα πολιτικά έργα του, έργα που θεμελιώνονται και προωθούν ταυτόχρονα την αντιμετώπιση της Ιστορίας ως πάλης των τάξεων, δεν έπαψε ποτέ να συνδέει το ζήτημα της δημοκρατίας με το βαθύτερο φιλοσοφικό/ οντολογικό ζήτημα του αυτο-προσδιορισμού ή, με άλλο όρο, της αυτο-νομίας του ανθρώπου. Στη δημοκρατία, θα μας πει ο νεαρός Marx, ως κριτικός της χεγκελιανής φιλοσοφίας του δικαίου, το ίδιο το σύνταγμα εμφανίζεται ως αυτοπροσδιορισμός του λαού (Selbstbestimmung des Volks): «Η δημοκρατία είναι το λυμένο αίνιγμα όλων των συνταγμάτων. Εδώ το σύνταγμα […] επιστρέφει σταθερά στο πραγματικό του θεμέλιο, στον πραγματικό άνθρωπο, στον πραγματικό λαό, και τίθεται ως αυτό που είναι, ελεύθερο προϊόν του ανθρώπου[4] Είναι ακριβώς η αντιμετώπιση του συντάγματος ως έκφρασης αυτοπροσδιορισμού του ‘πραγματικού λαού’ και του ‘πραγματικού ανθρώπου’, αυτή που οδηγεί στην ‘αληθινή δημοκρατία’. Με αυτόν τον όρο ο νεανικός μαρξικός λόγος ανακαλεί από την πολιτική κουλτούρα της Γαλλικής Επανάστασης και ριζοσπαστικοποιεί ταυτόχρονα το αίτημα της απορρόφησης του κράτους από την κοινωνία, το αίτημα της υπέρβασης της πολιτικής διαμέσου της ύψιστης και πιο πλούσιας διαδικασίας αυτο-θέσμισης που είναι η δημοκρατία.[5]  Πρόκειται ουσιαστικά γιο το επαναστατικό αίτημα άρσης της διάκρισης πολίτη (citoyen) και ανθρώπου (homme), αίτημα που σηματοδοτεί τη μετάβαση από την τυπική στην ουσιαστική ισότητα και ελευθερία, από την τυπική, τη φορμαλιστική εκδοχή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην ουσιαστική κοινωνική δημοκρατία, που όχι μόνο δεν καταργεί τη μορφή των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αλλά τους προσδίδει απτό, υλικό περιεχόμενο.

Ο πραγματικός ενεργητικός άνθρωπος, όχι ο παθητικός ψηφοφόρος, αλλά ο  άνθρωπος-δημιουργός, ο προλετάριος ως  παραγωγός του κοινωνικού πλούτου κατεξοχήν, αυτός που μάχεται να αποτινάξει το ζυγό της ταξικής εκμετάλλευσης, είναι ο διεκδικητής και δημιουργός της κοινωνικής, της εργατικής δημοκρατίας, της Κομμούνας, εκείνου του κράτους-μη κράτους, που, πριν σβήσει στο φλεγόμενο ορίζοντα του Παρισιού, πρόλαβε να αποτυπώσει στους αιματοβαμμένους δρόμους της Ιστορίας όχι μόνο τα θεσμικά μορφώματα, αλλά και το σκιαγράφημα ενός νέου τύπου ανθρώπου, αυτού που ‘ανακαλύπτει’ την ελευθερία του μέσα και διαμέσου της κοινότητας, που θέτει και πραγματώνει ο ίδιος τους νόμους ως μέλος ενός εργαζόμενου σώματος, νομοθετικού και εκτελεστικού ταυτόχρονα. Ο πολίτης της κοινωνικής δημοκρατίας, ο πολίτης της Κομμούνας, πριν πέσει νεκρός κάτω από την αμείλικτη βία της αστικής τάξης, που εναλλάσσει τις πολιτικές μορφές της εξουσίας της, κοινοβουλευτισμό και ‘κατάσταση πολιορκίας’, ανάλογα με τις ανάγκες του ταξικού συμφέροντός της, πρόλαβε, ωστόσο, να εκπέμψει το δικό του σήμα προς το μέλλον: μην καταδικαστείτε να εκλέγετε τους πολιτικούς εξουσιαστές σας μια φορά κάθε τρία ή έξι χρόνια.[6]  Μην αφήσετε τους κοινωνικούς σας εκμεταλλευτές να αποφασίζουν για σας, δίνοντάς σας την ψευδαίσθηση ότι αποφασίζετε ελεύθερα για τη ζωή σας. Χειραφετηθείτε με τις δικές σας δυνάμεις, αυτο-νομηθείτε, αυτή είναι η δική μας δημοκρατία, η ουσιαστική δημοκρατία που θεμελιώνεται στους χώρους εργασίας και αγκαλιάζει κάθε σφαίρα κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής δράσης, η δημοκρατία που πρέπει να διεκδικήσουμε, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, ενάντια σε κάθε τυπικό υποκατάστατο που μας προσφέρουν. Είναι σε αυτό το σήμα που ανταποκρίθηκαν με τη δική τους αυτενέργεια, με τη δική τους αυτόβουλη δράση, οι προλετάριοι της επαναστατικής Ρωσίας, οι δημιουργοί της δημοκρατίας των σοβιέτ, της πιο προωθημένης, της πιο πλούσιας σε μορφές και περιεχόμενο συλλογικής πρωτοβουλίας αυτοθέσμισης που γνώρισε μέχρι σήμερα η ανθρωπότητα. Η τραγική έκβαση αυτού του μεγαλειώδους εγχειρήματος, για τα αίτια της οποίας μια συστηματική συλλογική έρευνα παραμένει ως τώρα ζωτικής σημασίας και ζητούμενη,[7] δεν μπορεί και δεν πρέπει να φέρνει σε αμυντική θέση τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που επιδιώκουν τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου κομμουνιστικού κινήματος, και οι οποίες εξακολουθούν να εμπνέονται από τις παρακαταθήκες της σοσιαλιστικής δημοκρατίας των επαναστατικών σοβιέτ.

ΙΙΙ. Η παταγώδης κατάρρευση των καθεστώτων του λεγόμενου ‘υπαρκτού σοσιαλισμού’ έδωσε αναμφίβολα την ευκαιρία για μια χυδαία ιδεολογική προπαγάνδα κατά της εργατικής δημοκρατίας στο όνομα και από την πλευρά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, όπως αυτή συντάσσεται και λειτουργεί στις σύγχρονες αστικές κοινωνίες. Ως πεδίο σύγκρισης και αντιπαράθεσης προς αυτή την αστική δημοκρατία υιοθετήθηκε και εξακολουθεί να υιοθετείται από την πλευρά των αστών δημοσιολόγων όχι βέβαια η θεωρία και η πράξη της Κομμούνας και των επαναστατικών σοβιέτ, αλλά τα ιδεολογήματα και οι αυταρχικές πρακτικές της κομματικής νομενκλατούρας των χωρών του ‘σοσιαλισμού που γνωρίσαμε’. Όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο, οι αστικές τάξεις με τα πολιτικά και ιδεολογικά επιτελεία τους επέλεξαν εκείνο το στόχο, με τον οποίο μπορούσαν ευκολότερα να αναμετρηθούν. Αξιοποίησαν τις ευκαιρίες που τους δόθηκαν από τις δραματικές ήττες του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, προκειμένου να αποκρύψουν το ταξικό εκμεταλλευτικό πρόσημο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας τους και να προπαγανδίσουν φθηνά, αλλά και αποτελεσματικά, τον εικονικό πλουραλισμό της αστικής πολιτείας έναντι του ‘ολοκληρωτισμού’, στον οποίο χυδαία συμπεριλαμβάνουν, σα συναφείς ιδεολογικές εκδοχές του ίδιου φαινομένου, φασισμό και κομμουνισμό.

Ταυτόχρονα και συστηματικά, ο σύγχρονος καπιταλισμός επιδίωξε και πέτυχε μια λεπτή πολιτική και ιδεολογική χειραγώγηση συνειδήσεων. Διαμέσου της διάδοσης του πλαστικού χρήματος, της τακτικής του έντεχνου δανεισμού των νοικοκυριών, της μαζικής ΄αυτιστικής’ χρήσης των νέων τεχνολογιών και των ΜΜΕ, αλλά και τεχνικών και μεθόδων δοκιμασμένων επί χρόνια στον τομέα της διαφήμισης και αγοράς εμπορευμάτων, το πολιτικό ως συμπυκνωμένη έκφραση του συλλογικού αποδομήθηκε, γεγονός που -οφείλουμε να παραδεχθούμε- έχει, προς το παρόν, καταλυτικές συνέπειες στην αγωνιστικότητα της ίδιας της εργατικής τάξης και των δυνάμει κοινωνικών συμμάχων της τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς.  Πράγματι, δεν είναι να απορεί κανείς που ένας πολύμορφος ατομικισμός, απόλυτα συμβατός προς τις δομικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις και την πολυεπίπεδη εσωτερική διαφοροποίηση της σύγχρονης εργατικής τάξης, ενισχύει και ενισχύεται από τη μεταμοντέρνας έμπνευσης απαξίωση της πολιτικής ως συλλογικής διαδικασίας, με αποτέλεσμα, πέραν των άλλων, ο ψηφοφόρος/ εκλογέας να προσομοιάζει ολοένα και περισσότερο προς τον αγοραστή/ καταναλωτή εμπορευμάτων.

ΙV. Οι βαθιές αλλοτριωτικές μεταλλάξεις που επιδίωξε ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός της εποχής μας στις συνειδήσεις και πρακτικές των σύγχρονων προλεταρίων, καθώς και οι δραστικές ψευδαισθήσεις που δημιούργησε και διοχέτευσε στα μικρομεσαία στρώματα των μεταπολεμικών αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων αστικών κοινωνιών,  συνδέονται οργανικά με τις σημαντικές θεσμικές αλλοιώσεις που παρουσιάζει η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία στις μέρες μας. Όπως επιβεβαιώνουν, μεσούσης της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, και οι εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα νομοθετικά σώματα υποτάσσονται, συχνά με ωμό και αδιαμεσολάβητο τρόπο, στις εξαρτημένες από τις αστικές τάξεις κυβερνήσεις. Αποτελεί πλέον κοινό τόπο ότι τα κοινοβούλια χάνουν σταδιακά και τα τελευταία ίχνη σχετικής αυτονομίας τους έναντι των καπιταλιστικών οικονομικών μηχανισμών και οργανισμών. Ανάλογη, ενδεχομένως και μεγαλύτερη, συρρίκνωση της όποιας σχετικής αυτονομίας τους απέναντι στα αστικά ταξικά συμφέροντα που κατά περίπτωση εκπροσωπούν, υφίστανται και οι ίδιες οι κυβερνήσεις ως φορείς εκτελεστικής εξουσίας. Συνολικότερα, πληθαίνουν οι ενδείξεις για συνεχή υποχώρηση της σχετικής αυτονομίας της πολιτικής και των αντίστοιχων εκπροσώπων της έναντι της οικονομίας και του εκάστοτε κυρίαρχου αστικού συνασπισμού εξουσίας. Δημιουργείται, έτσι, ακόμη και με τους όρους μιας τυπικής αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, σοβαρό ζήτημα νομιμοποίησης της αστικής πολιτικής εξουσίας κάτω από συνθήκες άμεσης και έμμεσης παραβίασης της συνταγματικά διακηρυγμένης ως θεμελιώδους αρχής της λαϊκής κυριαρχίας. Η απόσπαση κοινωνικής συναίνεσης και πολιτικής νομιμοποίησης, προκειμένου να ενδυναμωθεί η πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία της άρχουσας τάξης και των συμμάχων της, επιδιώκεται συχνά με καλλιέργεια φοβικών συνδρόμων και ανασφάλειας, καθώς και με εξω-κοινοβουλευτικές μεθοδεύσεις και διαδικασίες, για την αποτελεσματικότητα των οποίων έχει ήδη προετοιμαστεί το έδαφος από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους. Από αυτή την άποψη, χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα επανεμφάνισης της χρήσης της επιστήμης και της τεχνικής ως ιδεολογίας και η προβολή του ρόλου των ‘ειδικών’ ως των καταλληλότερων να χαράσσουν και να ασκούν πολιτική εξουσία με την τυπική και μόνο κάλυψη από την πλευρά των κοινοβουλίων.

Το φαινόμενο αυτό δε συνιστά, πάντως, κάποιον ιδιότυπο ‘τεχνοκρατικό βοναπαρτισμό’ στο πλαίσιο των αστικών καθεστώτων της εποχής μας. Εν προκειμένω, η υποβάθμιση του ρόλου του κοινοβουλίου στην άσκηση της αστικής πολιτικής εξουσίας δε σηματοδοτεί την πρόσκαιρη, έστω, διευρυμένη, όμως, αυτονόμηση του κράτους και του πολιτικού προσωπικού του έναντι της οικονομικής δομής της αστικής κοινωνίας, βασικό χαρακτηριστικό του βοναπαρτισμού, αλλά εκφράζει ακόμη μεγαλύτερη και βαθύτερη εξάρτησή τους από την άρχουσα οικονομική τάξη και τους συμμάχους της. Όσο διασταλτικά και αν αντιμετωπίσει κανείς τις ιστορικές αναλογίες, δυσκολεύομαι, συνεπώς, να αντιληφθώ πώς μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο εκφυλισμός του κοινοβουλευτισμού, που παρατηρείται σήμερα στη Ελλάδα, και όχι μόνο, συνιστά μορφή βοναπαρτισμού.[8]

V. Από την άλλη πλευρά, η υποχώρηση της πολιτικής σημασίας του κοινοβουλίου ως θεσμού ουσιαστικής νομιμοποίησης της αστικής εξουσίας τόσο στη χώρα μας, όσο και διεθνώς, δεν πρέπει να οδηγεί σε μια άκριτη απόρριψη ή υποβάθμισή του ως πεδίου ταξικής πάλης και ζύμωσης από την πλευρά ενός σύγχρονου εργατικού κινήματος και των πολιτικών εκφραστών του. Γνωρίζουμε το ιστορικό βάθος και το ιδεολογικό βάρος του ζητήματος του κοινοβουλευτισμού, ενός ζητήματος που η αντιμετώπισή του έχει σφραγίσει τη σοσιαλιστική θεωρία και πράξη από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και μέχρι τις μέρες μας. Στον ‘ορνιθώνα του αστικού κοινοβουλίου’, για να θυμηθούμε τη χαρακτηριστική τοποθέτηση της επαναστάτριας Luxemburg στη διαμάχη της με το ρεφορμιστή Bernstein, οι ταξικές αντιθέσεις και η ταξική κυριαρχία, αν και «δεν αίρονται», όπως προπαγάνδιζαν ανέκαθεν οι σοσιαλδημοκράτες μεταρρυθμιστές, ωστόσο «αναπτύσσονται και αποκαλύπτονται».[9] Με αυτή την έννοια, ένα εργατικό κίνημα με ανεβασμένη πολιτική συνείδηση δεν περιορίζεται, αλλά και δεν εγκαταλείπει το κοινοβουλευτικό πεδίο μάχης• αξιοποιεί την όποια θεσμική δυνατότητα διαθέτει και εναλλάσσει τις τακτικές του, μεριμνώντας, ασφαλώς, να μη χάνει τη στρατηγική του στόχευση και τη βαθύτερη αίσθηση της ασυνέχειας ανάμεσα στην αστική και στη σοσιαλιστική δημοκρατία. Ιδιαίτερα, σήμερα, σε μια περίοδο που η κρατική καταστολή και η άσκηση σωματικής και ψυχικής βίας αποδεικνύονται όροι ‘εκ των ων ουκ άνευ’ για την επιβίωση του αστικού συστήματος εξουσίας, σε μια περίοδο που το κτύπημα των ανθρώπινων, πολιτικών και όποιων κοινωνικών δικαιωμάτων βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη των γραφειοκρατικών επιτελείων της εγχώριας και διεθνούς αστικής πολιτικής, θα ήταν μείζον τακτικό σφάλμα η απόρριψη ή η υποτίμηση ενός γκραμσιανού πολέμου θέσεων, που σε συνδυασμό με μια αντίστοιχη πολιτική κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών, μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στην εξυπηρέτηση του στρατηγικού στόχου της κομμουνιστικής απελευθέρωσης.[10]

Στο πλαίσιο ενός τέτοιου πολέμου θέσεων, η αντίσταση στην εκχώρηση κυρίαρχων αρμοδιοτήτων από το εθνικό κοινοβούλιο σε αδιαφανείς εξουσιαστικούς μηχανισμούς των Βρυξελλών και σε όποιους άλλους διεθνείς κεφαλαιοκρατικούς οργανισμούς, ο αγώνας ενάντια σε θεσμικές εκτροπές, εκτροπές που επιχειρεί, ολοένα και συχνότερα, σε αυτή την εποχή της δομικής κρίσης του συστήματος, η ίδια η αστική τάξη, η υπεράσπιση των θεμελιωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων και, σε τελική ανάλυση, η υπεράσπιση του συντάγματος απέναντι σε όποιους επιχειρούν βίαια να το καταλύσουν σε βάρος των συμφερόντων των εργαζομένων, αποτελεί δικαίωμα και υποχρέωση του κάθε πολίτη, των εργατικών ταξικών και πολιτικών κινημάτων και των πρωτοποριών τους κατεξοχήν. Σε αυτή την κατεύθυνση, η ανάδειξη του αιτήματος για μια Συντακτική Συνέλευση ως πεδίου νομοθετικής έκφρασης και πολιτικής θωράκισης ενός μεταβατικού προγράμματος εξουσίας του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας, θα έδινε ίσως τη δυνατότητα αγωνιστικής συσπείρωσης ευρείας κοινωνικής βάσης και πολύμορφης πάλης για τη θεμελίωση μιας άλλης δημοκρατίας, μιας δημοκρατίας που θα συγκροτηθεί πρωτίστως στους χώρους παραγωγής και, συνδυάζοντας αμεσότητα και αντιπροσωπευτικότητα, λογοδοσία και ανακλητότητα, θα συνδέσει το δικό μας παρόν με το μέλλον της παρισινής Κομμούνας και των επαναστατικών σοβιέτ.

Παραπομπές

[1] Λέον Τρότσκι, «Θερμιδόρ και Βοναπαρτισμός» (1931), http://www.marxists.org/archive/trotsky/1931/xx/thermidor.htm

[2] Βλ. χαρακτηριστικά διατυπώσεις του Σλαβόι Ζίζεκ σε μια σειρά τοποθετήσεών του, όπως π.χ. σε συνέντευξή του στον Πέτρο Παπακωσταντίνου στην εφημερίδα Καθημερινή της 12ης Δεκεμβρίου 2010, αλλά και σε πιο πρόσφατη συνέντευξή του (25 Αυγούστου 2011) στην ZEIT ON LINE, που αναρτήθηκε σε ελληνική μετάφραση και στο RED Notebook στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.rednotebook.gr/details.php?id=3078

[3] Γκέοργκ Λούκατς, Αστική και σοσιαλιστική δημοκρατία,(*) [Μετάφραση-Εισαγωγή: Αλέκος Τσίτσοβιτς], Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα 1987, σσ.36-37. (*) Με τον τίτλο αυτό εκδόθηκε στα ελληνικά το Demokratisierung heute und morgen.

[4] Καρλ Μαρξ, Κριτική της χεγκελιανής φιλοσοφίας του δικαίου, που κυκλοφόρησε στα ελληνικά και ως Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου, [Μετάφραση: Μπάμπης Λυκούδης], Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1978 [σ.64, με δική μας μεταφραστική παρέμβαση]

[5] Ο. π., σ.65

[6] Βλ. Καρλ Μαρξ, Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2000, ιδίως σσ.69-83

[7] Από τις ελάχιστες ατομικές ερευνητικές προσεγγίσεις του ζητήματος στην ελληνική βιβλιογραφία, άξια επισήμανσης είναι, κατά τη γνώμη μου, η μελέτη του Κώστα Κάππου, Κριτική του σοβιετικού σχηματισμού, Εκδόσεις Αλφειός, Αθήνα 2000

[8] Στο βοναπαρτικό καθεστώς, σύμφωνα με την ανάλυση του Marx, το κράτος, διευθετώντας κρίσιμες ενδοαστικές αντιθέσεις, «φαίνεται σαν να έχει ολότελα ανεξαρτητοποιηθεί»• ταυτόχρονα, «η κρατική μηχανή έχει τόσο σταθεροποιηθεί απέναντι στην αστική κοινωνία, που της φτάνει να έχει επικεφαλής ένα τυχοδιώκτη […]. Και μολαταύτα η κρατική εξουσία δεν κρέμεται στον αέρα. Ο Βοναπάρτης αντιπροσωπεύει μια τάξη, και μάλιστα την πολυαριθμότερη τάξη της γαλλικής κοινωνίας, τους μικρούς χωρικούς.» [Καρλ Μαρξ, 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1987, σ.144]

[9] Ρόζα Λούξεμπουργκ, Κοινωνική μεταρρύθμιση ή επανάσταση;, [Μετάφραση: Δημήτρης Μαράκας], Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1988, σσ.138,140

[10] Για την γκραμσιανή διάκριση ‘πολέμου θέσεων’ και ‘πολέμου ελιγμών’, και την βαρύνουσα σημασία της για μια μαρξιστική θεωρία της δημοκρατίας, βλ. Αντόνιο Γκράμσι, Για τον Μακιαβέλη, Εκδόσεις Ηριδανός, ιδίως σσ.116-128

 

ΠΗΓΗ: Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν. Το είδα: 30-11-2011, http://ilesxi.wordpress.com/2011/11/30/…BC/

ΑΛΛΑΓΗ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΙΙ

ΑΛΛΑΓΗ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ:

Οι Έλληνες είναι εξοπλισμένοι με έναν πολιτισμό, βαθειά ριζωμένο μέσα τους, ο οποίος στο τέλος θα τους επιτρέψει να αφομοιώσουν πρώτοι τη νέα εποχή της ανασφάλειας, των διακυμάνσεων, της αβεβαιότητας και της συνεχούς μεταβλητότητας – Μέρος ΙΙ

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Συνέχεια από το Μέρος Ι

Ο ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

Η πολιτική ανάπτυξης μέσω συνεχούς δανεισμού των βιομηχανικών χωρών, φαίνεται να φτάνει στο τέλος της. Η «απεργία» των αγοραστών ομολόγων του δημοσίου, μετά το τεράστιο λάθος της Ευρωζώνης κατά τη διάρκεια των συνόδων της 21ης Ιουλίου και 26ης Οκτωβρίου, όπου αποφασίσθηκε από τη Γερμανία η μονομερής συμμετοχή των αγορών στη διαγραφή χρέους (εξαιρούνται η ΕΚΤ, το ΔΝΤ, η ΕΕ κλπ.), θα υποχρεώσει σύντομα τα ανεπτυγμένα κράτη να βρουν νέους τρόπους χρηματοδότησης των δημοσίων χρεών τους – ενδεχομένως με καταναγκαστικά λαϊκά ομόλογα, με φοροεπιδρομές και με «δημευτικές» ειδικές εισφορές (ακίνητα μέσω της ΔΕΗ), «μέτρα» από τα οποία πολύ δύσκολα θα ξεφύγουν οι Πολίτες τους” (FTD).

 

Ο χρηματοπιστωτικός τομέας είναι συνδεδεμένος με τους Ισολογισμούς – με το Ενεργητικό και με το Παθητικό των κρατών, με αυτά δηλαδή που διαθέτουν, καθώς επίσης με αυτά που οφείλουν. Πολλά κράτη της Δύσης είναι επιβαρυμένα με μεγάλα δημόσια χρέη, τα οποία προέρχονται από το παρελθόν, στα πλαίσια της ανάπτυξης τους μέσω του υπέρμετρου δανεισμού – ενώ τα περισσότερα έχουν ιδιωτικοποιήσει το σύνολο σχεδόν της δημόσιας περιουσίας τους, περιορίζοντας δραστικά τις αξίες του Ενεργητικού τους, αφού ακολούθησαν πιστά τη νεοφιλελεύθερη πολιτική «των παιδιών του Σικάγου». Ο Πίνακας Ι είναι χαρακτηριστικός:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Προβλέψεις 2011 δημοσίου χρέους, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ

Χώρα

Δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ

 

 

Ιαπωνία

206,2

Ελλάδα

162,8

Ιταλία

120,5

Η.Π.Α.

101,0

Βέλγιο

97,2

Γαλλία

85,4

Γερμανία

81,7

Ισπανία

69,6

Πηγή: Financial Times, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος,  Σημείωση: Η Αργεντινή πτώχευσε με χρέος ίσο με το 55% του ΑΕΠ της.

 

Χώρες όπως η Γερμανία, οι οποίες έχουν πλεονάσματα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών τους, καθώς επίσης ελεγχόμενα ελλείμματα στους προϋπολογισμούς τους, επωφελούνται, παρά τα μεγάλα δημόσια χρέη τους – επειδή οι διεθνείς δανειστές τις προτιμούσαν (μέχρι σήμερα) από άλλες, ο «Ισολογισμός» των οποίων είναι αρκετά προβληματικός. Ειδικά όσον αφορά τη Γερμανία οφείλουμε να επισημάνουμε ότι, διαθέτει έναν απίστευτο φορολογικό μηχανισμό, ο οποίος της επιτρέπει την «κατά το δοκούν» απομύζηση των Πολιτών της – κυρίως με τη βοήθεια της Οικονομικής Αστυνομίας, στην κυριολεξία ενός «Κράτους εν Κράτει», η οποία δεν έχει τον παραμικρό ηθικό ενδοιασμό (η βασική μέθοδος είναι ο δημόσιος διασυρμός, η διαπόμπευση καλύτερα των Αδίκων, έτσι ώστε να διευκολύνεται στη συνέχεια η λεηλασία των Δικαίων – αυτών δηλαδή, οι οποίοι έχουν απλά τη δυνατότητα να πληρώσουν παραπάνω, χωρίς να τα οφείλουν / βιβλίο μας).         

Εν τούτοις τα κράτη αυτά δεν έχουν μόνο πλεονεκτήματα, αλλά και μειονεκτήματα – αφού η σύνδεση τους στο κοινό νόμισμα, με άλλα «προβληματικά» κράτη, επιβαρύνει τις προοπτικές τους. Απέναντι λοιπόν σε αυτήν την πραγματικότητα, οι διαφορετικές χώρες, συνδεδεμένες μεταξύ τους ή μη, είναι υποχρεωμένες να ακολουθήσουν διαφορετικούς δρόμους, στην προσπάθεια τους να μειώσουν τα χρέη τους.

Συνεχίζοντας, σε ορισμένα άλλα κράτη όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ελλάδα, η κατάσταση είναι τόσο προβληματική, ώστε να μην μπορεί κανείς να υποθέσει ότι, θα αποφύγουν τελικά την εξαιρετικά τραυματική εμπειρία της χρεοκοπίαςενδεχομένως ίσως και την έξοδο τους από το κοινό νόμισμα η οποία, στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα είναι συντεταγμένη, με την παράλληλη «γενναία» διαγραφή μεγάλου μέρους των χρεών τους (σε επίπεδα που να μην ξεπερνούν το 50% του ΑΕΠ τους). Στα πλαίσια αυτά, η διάλυση της νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ) είναι ένα πολύ πιθανό ενδεχόμενο, με ανυπολόγιστες συνέπειες τόσο για την Ευρώπη, όσο και για τον υπόλοιπο πλανήτη.

Άλλα πάλι κράτη, όπως η Μ. Βρετανία, η Γαλλία και η Ισπανία, διαπιστώνεται ότι έχουν δραστηριοποιηθεί πολύ πιο γρήγορα, κατανοώντας έγκαιρα το μέγεθος των προβλημάτων τους και προσπαθώντας να ελέγξουν το μέλλον τους – αν και τα μέτρα, τα οποία υιοθέτησαν ή θα υιοθετήσουν στη συνέχεια, θα προκαλέσουν αναμφίβολα πολλά προβλήματα στους Πολίτες τους. Φυσικά δεν μπορεί κανείς να τα αντιμετωπίσει σαν ξεχωριστές «μονάδες», αφού αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των ευρωπαϊκών συγκοινωνούντων δοχείων.  

Μία τρίτη ομάδα κρατών, της οποίας ηγούνται οι Η.Π.Α., σε κάποιο βαθμό και η Ιαπωνία, δεν έχει αποφασίσει ακόμη τη μέθοδο, με την οποία θα περιορίσει τα δημόσια χρέη της. Επειδή η ομάδα αυτή θεωρεί ότι έχει περισσότερο χρόνο στη διάθεση της, επωφελούμενη από τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού της, ακολουθεί ουσιαστικά το δόμο της «financial repression» – με τη βοήθεια του οποίου τα επιτόκια συμπιέζονται σε όσο το δυνατόν χαμηλότερα επίπεδα, έτσι ώστε οι δανειστές, συμπεριλαμβανομένων των νοικοκυριών με σχετικά σταθερά εισοδήματα, να «επιδοτούν» τους οφειλέτες.

Τέλος, η τέταρτη ομάδα κρατών, της οποία ηγείται η Κίνα, εν μέρει και η Ρωσία, δεν έχει ακόμη προβλήματα υπερχρέωσης, με αποτέλεσμα να προσελκύει τα διεθνή κερδοσκοπικά ή άλλα κεφάλαια, περιορίζοντας έτσι την προσφορά τους στη Δύση – με άμεσο επακόλουθο την αύξηση των επιτοκίων, με τα οποία επιβαρύνονται οι ήδη υπερχρεωμένες χώρες, οι οποίες καταδικάζονται σε έναν φαύλο κύκλο δανεισμού-ελλειμμάτων-χρεών-πτώχευσης. 

Ο ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

Ο περιορισμός των δημοσίων χρεών είναι άμεσα εξαρτημένος από την πραγματική οικονομία – από την οποία απαιτείται ανάπτυξη, για να μπορέσει να λειτουργήσει «θεραπευτικά» στο δημόσιο χρέος. Απλούστερα, όσο μεγαλύτερη είναι η ικανότητα μίας χώρας να παράγει Εθνικό Προϊόν (αύξηση του ΑΕΠ της), τόσο περισσότερο μεγεθύνονται τα (υγιή) δημόσια έσοδα της, οπότε είναι σε θέση να εξυπηρετεί τις υποχρεώσεις της – απέναντι στους δανειστές της, αλλά και στους Πολίτες της, στους οποίους μπορεί να προσφέρει σταθερότητα ή ένα διαρκώς βελτιούμενο βιοτικό επίπεδο. Η ανάπτυξη όμως, καθώς επίσης οι επενδύσεις που προϋποθέτει, απαιτούν με τη σειρά τους νέα δάνεια. Επομένως, «αξιόχρεους συντελεστές» (δημόσιους και ιδιωτικούς), οι οποίοι να μπορούν να δανείζονται με λογικά επιτόκια, για να επενδύουν στην παραγωγή, στο εμπόριο κλπ. – αυξάνοντας το τζίρο τους και, κατ’ επέκταση, το εθνικό προϊόν (ΑΕΠ), τα δημόσια έσοδα κοκ. (το ίδιο συμβαίνει και στον τομέα της ζήτησης – αύξηση της κατανάλωσης κλπ.)

Επειδή τώρα ολόκληρη η Δύση έχει ξεπεράσει τα ανώτατα όρια δανεισμού της, έχουν πάψει να υφίστανται οι υγιείς προϋποθέσεις ανάπτυξης, ενώ συρρικνώνεται τόσο η προσφορά, όσο και η ζήτηση – με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αυξηθούν τα έσοδα των κρατών, να γίνεται όλο και πιο δύσκολη η εξυπηρέτηση των υφισταμένων δανείων, καθώς επίσης να μειώνεται συνεχώς το βιοτικό επίπεδο των Πολιτών.

Πολλά κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Γαλλίας, είναι υποχρεωμένα να προβούν σε μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές, χωρίς τη βοήθεια της ανάπτυξης ή/και της κατανάλωσης – έτσι ώστε να επανακτήσουν τη χαμένη ανταγωνιστικότητα τους, να ξεφύγουν από την ύφεση και να καταπολεμήσουν την ανεργία. Άλλες πάλι χώρες, όπως κυρίως οι Η.Π.Α., έχουν τη δυνατότητα να συνδέσουν τις απαιτούμενες διαρθρωτικές αλλαγές, με μία βραχυπρόθεσμη αναζωπύρωση της ζήτησης – ενώ μερικά κράτη, όπως η Γερμανία, είναι σε θέση να απολαύσουν τα οφέλη των διαρθρωτικών αλλαγών, τις οποίες έχουν ήδη δρομολογήσει στο παρελθόν (κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, σχεδόν αμέσως μετά από το ξεκίνημα της Ευρωζώνης). Παρά το ότι λοιπόν τα σημερινά κράτη είναι από πολλές πλευρές «συνδεδεμένα», αφού η οικονομική πολιτική που ακολουθεί το ένα, επηρεάζει το άλλο (για παράδειγμα, η λιτότητα στην ΕΕ εκμηδενίζει τις προϋποθέσεις ανάπτυξης των Η.Π.Α.), έχουν διαφορετικές δυνατότητες και διαφορετικά προβλήματα, για τα οποία υποχρεωτικά θα επιλέξουν διαφορετικές λύσεις – οι οποίες όμως φαίνεται ότι θα προκαλέσουν «συγκρουσιακές καταστάσεις» μεταξύ τους, με αποτελέσματα που είναι αδύνατον να προβλεφθούν με σαφήνεια.   

Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

Η ανάπτυξη, ακόμη και αν επιτευχθεί, δεν είναι αρκετή από μόνη της – αφού ήταν μέχρι πρόσφατα (2007) εντάσεως ανεργίας, με αποτέλεσμα να έχει μειωθεί σε μεγάλο βαθμό η απασχόληση. Η ανεργία τώρα, σε συνδυασμό με τη μη ισορροπημένη κατανομή των εισοδημάτων («άνοιγμα της ψαλίδας» μεταξύ πλούσιων και φτωχών, εις βάρος κυρίως της μεσαίας τάξης), καθώς επίσης με τη γενικότερη πτώση του βιοτικού επιπέδου της Δύσης, δημιουργεί εκρηκτικές κοινωνικές συνθήκες (φτώχεια, εγκληματικότητα κλπ.) σε πάρα πολλές χώρες – ειδικά σε αυτές, οι οποίες έχουν υποστεί τις εγκληματικές επιθέσεις του ΔΝΤ.  Επομένως, οι απαιτήσεις για μεγαλύτερη κοινωνική Δικαιοσύνη εκ μέρους των Πολιτών αυξάνονται σε καθημερινή βάση – με δυσμενή αποτελέσματα για την Οικονομία, αφού οι διαδηλώσεις, οι απεργίες κλπ., οι οποίες προκαλούνται από την κοινωνική αδικία, κοστίζουν ακριβά τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα ενός κράτους. Πρόκειται λοιπόν για έναν άλλο «φαύλο κύκλο», ο οποίος οδηγεί από έναν ακόμη δρόμο τα κράτη και τους Πολίτες τους σε οδυνηρά αδιέξοδα,  

Περαιτέρω, μέσα από όλα αυτά τα καθημερινά προβλήματα και τα αγωνιώδη αδιέξοδα, ενισχύεται εύλογα η άποψη ότι, ο καπιταλισμός έχει γίνει πλέον καταστροφικός – ειδικά επειδή οι τράπεζες, στην προηγούμενη περίοδο της ανάπτυξης, εισέπραξαν τεράστια κέρδη, ενώ στη συνέχεια «κοινωνικοποίησαν» τις ζημίες τους, εις βάρος του υπολοίπου πληθυσμού. Το σύνολο λοιπόν των Πολιτών είναι σε μεγάλο βαθμό δύσπιστο, απέναντι στο σύστημα που επικρατεί σε κάθε χώρα – πόσο μάλλον όταν τα πακέτα διάσωσης των κρατών, τα οποία «εκπονήθηκαν» μετά την κρίση, δεν ωφέλησαν καθόλου τους Πολίτες, αλλά αποκλειστικά και μόνο τις τράπεζες. Επομένως, το υφιστάμενο «κοινωνικό σύστημα» τείνει να χάσει πλέον τη νομιμοποίηση του – επίσης με δυσδιάκριτα αποτελέσματα για το μέλλον, ενώ παρατηρείται μία «αναζωπύρωση» των εθνικιστικών, των εθνικοσοσιαλιστικών, των σοσιαλιστικών και των κομμουνιστικών ιδεών.  

Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

Η Ευρωζώνη είναι βυθισμένη σε μία διπλή κρίση: οι επενδυτές αποσύρουν μαζικά τα χρήματα τους, τόσο από τα κράτη, όσο και από τις τράπεζες – ενώ κράτη και τράπεζες χρειάζονται απεγνωσμένα ρευστότητα, όσο ποτέ μέχρι σήμερα. Εάν δεν αντιδράσει άμεσα η Πολιτική, ανακοινώνοντας την ενεργοποίηση της ΕΚΤ και την έκδοση κοινών Ευρωομολόγων, απειλούμαστε με έναν καθοδικό σπειροειδή κύκλο (σπιράλ του θανάτου), «διακοσμημένο» με εθνικιστικές εξάρσεις, με φόβο, με ανεξέλεγκτες χρεοκοπίες και με μία συνεχή αύξηση του συνόλου των χρεών – έως τη στιγμή της απόλυτης κατάρρευσης”.

Οι απαιτήσεις για μεγαλύτερη κοινωνική Δικαιοσύνη, τις οποίες αναλύσαμε παραπάνω, δεν πρόκειται να σταματήσουν – αντίθετα, θα γίνονται όλο και πιο ισχυρές, όλο και πιο μαχητικές, όσο και αν κάτι τέτοιο δεν φαίνεται ακόμη. Ας μην ξεχνάμε ότι, η Γαλλική Επανάσταση ξέσπασε ένα χρόνο μετά τη χρεοκοπία της χώρας – ενώ ήταν μία από τις πλέον «αιματηρές» εποχές της Ιστορίας, με  θύματα εχθρούς και φίλους της «Γαλλικής Δημοκρατίας». Επομένως, ο δυτικός κόσμος έχει μία και μοναδική επιλογή: να ανακαλύψει έναν καινούργιο πολιτικό δρόμο, ο οποίος θα διαχειρίζεται καλύτερα, άριστα αν είναι δυνατόν, τις σχέσεις (α) του Κεφαλαίου με την Εργασία, (β) των σημερινών ανθρώπων με τις μελλοντικές γενιές (γ) του χρηματοπιστωτικού τομέα με την πραγματική οικονομία και (δ) των κρατών, ειδικά των χωρών-μελών των νομισματικών ενώσεων, μεταξύ τους.   

Ο δρόμος αυτός θα μπορούσε να ανακαλυφθεί από την ίδια την Πολιτική – όπου όμως τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις Η.Π.Α. ή στην Ιαπωνία επικρατεί η άποψη ότι (άρθρο μας), οι πολιτικοί είναι ανίκανοι, ανεπαρκείς, διεφθαρμένοι, υπάλληλοι των τοκογλύφων και του Καρτέλ – ενώ μία σκιώδης εξουσία έχει αναλάβει την «εγκατάσταση» μίας απολυταρχικής, παγκόσμιας διακυβέρνησης, με στόχο την εκμετάλλευση του συνόλου από μία μικρή, αλλά ικανότατη και πολύ ισχυρή ελίτ. Είναι άλλωστε δύσκολο να φανταστεί κανείς σήμερα ότι εκείνοι οι άνθρωποι, οι οποίοι προκάλεσαν τη σημερινή, παγκόσμια κρίση, είναι σε θέση να βρουν τις απαιτούμενες λύσεις. Στα πλαίσια αυτά, η αναζήτηση και η εύρεση ενός καινούργιου πολιτικού δρόμου, ο οποίος θα ακολουθηθεί από νέους, ικανούς, ανεξάρτητους, ανιδιοτελείς και αδιάφθορους ηγέτες, είναι μία πολύ πιο δύσκολη διαδικασία, από ότι ήταν στο παρελθόν. Επομένως, πρόκειται για μία ακόμη ασαφή διαδικασία, με επίσης δυσδιάκριτα αποτελέσματα για το μέλλον – πόσο μάλλον αφού προϋποθέτει τη δημιουργική καταστροφή όλων ανεξαιρέτως των υφισταμένων δομών (κάτι που στο παρελθόν εξασφάλιζαν οι πόλεμοι).   

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η πατρίδα μας είναι αναμφίβολα μία πλούσια, πολλαπλά προικισμένη χώρα, η  οποία αντιμετωπίζει πάρα πολλά προβλήματα: χρηματοπιστωτικά, οικονομικά, κοινωνικά και, κυρίως, πολιτικά. Είναι η πρώτη χώρα που βρέθηκε, εντελώς απροετοίμαστη, στο μάτι του κυκλώνα, βιώνοντας πρώτη την κρίση των κρίσεων. Αντιμετώπισε πρώτη την εισβολή του ΔΝΤ στην Ευρωζώνη, έζησε το ρέκβιεμ της Δημοκρατίας, ενώ ήταν η πρώτη που δέχθηκε τις πάσης φύσεως άνανδρες επιθέσεις της επεκτατικής, πρωσικής Γερμανίας – όπως επίσης των τοκογλυφικών αγορών και του πολυεθνικού Καρτέλ. Τέλος, στην Ελλάδα διορίσθηκε η πρώτη τεχνοκρατική κυβέρνηση στον πλανήτη, μετά από μία σειρά τραυματικών εμπειριών και πολιτικών ηγεσιών, μερικές από τις οποίες χαρακτηρίσθηκαν από πολλούς ακόμη και «ενδοτικές». Οι Πολίτες της διασύρθηκαν από όλα τα ξένα ΜΜΕ, εξευτελίσθηκαν, πληγήκαν στην εθνική τους υπερηφάνεια, εξαπατήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τους ηγέτες τους, απογοητεύθηκαν από την κοινωνία τους, λεηλατήθηκαν και συνεχίζουν να λεηλατούνται με εσωτερικές υποτιμήσεις, με δημεύσεις περιουσιακών στοιχείων και με πρωτόγνωρα, εξαντλητικά μέτρα λιτότητας, χωρίς καμία προοπτική – ενώ είναι υποχρεωμένοι να αντιπαρατεθούν πρώτοι με μία απάνθρωπη ανασφάλεια, άνευ προηγουμένου στην παγκόσμια Ιστορία.

Είναι αυτοί λοιπόν, οι οποίοι βιώνουν ήδη μία «αλλαγή παραδείγματος», μία επώδυνη αλλαγή εποχής δηλαδή, για την αντιμετώπιση της οποίας δεν έχουν στη διάθεση τους κανένα συμβατικό όπλο – απόλυτα εκτεθειμένοι «στις διαθέσεις των Θεών του Ολύμπου». Η αναμενόμενη επίσημη ανακοίνωση της χρεοκοπίας, μέσα από τις πρόσφατες συζητήσεις για διαγραφή του 75% από τα 200 δις € που οφείλονται στον ιδιωτικό τομέα (λόγω της υφιστάμενης δυνατότητας μεταβολής των συνθηκών των παλαιών ομολόγων, κατά την ανταλλαγή τους με νέα, επειδή υπάγονται στην Ελληνική νομοθεσία), θα είναι μία επόμενη δοκιμασία για τους Έλληνες – όπως επίσης για την Ευρωζώνη και τον υπόλοιπο πλανήτη.  

Εν τούτοις οι Έλληνες, αν και με διαβρωμένο χαρακτήρα από τα τελευταία τριάντα χρόνια, είναι εξοπλισμένοι όσο κανένας άλλος λαός με έναν πολιτισμό, βαθειά ριζωμένο μέσα τους, ο οποίος είμαστε σίγουροι ότι στο τέλος θα τους επιτρέψει να αφομοιώσουν πρώτοι τη νέα εποχή και να βγουν πρώτοι ως νικητές από τον πόλεμο – από τον πρώτο παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο στην ανθρώπινη ιστορία. Αρκεί να εμπιστευθούν τον εαυτό τους, να αγωνισθούν από κοινού με θάρρος και με τόλμη για την ελευθερία τους, καθώς επίσης να μην απαιτήσουν κάτι λιγότερο από το άριστο – όπως ακριβώς έκαναν οι πρόγονοί τους.      

 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 26. Νοεμβρίου 2011, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος και συγγραφέας, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2486.aspx

ΑΛΛΑΓΗ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ Ι

ΑΛΛΑΓΗ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ:

Οι Έλληνες είναι εξοπλισμένοι με έναν πολιτισμό, βαθειά ριζωμένο μέσα τους, ο οποίος στο τέλος θα τους επιτρέψει να αφομοιώσουν πρώτοι τη νέα εποχή της ανασφάλειας, των διακυμάνσεων, της αβεβαιότητας και της συνεχούς μεταβλητότητας – Μέρος Ι

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Δεν είναι τυχαίο το ότι, ο φόβος, η ανασφάλεια, η αστάθεια και η μεταβλητότητα επικρατούν σήμερα σε ολόκληρο τον πλανήτη – παράλληλα και την ίδια χρονική στιγμή. Φοβόμαστε για το κοντινό μέλλον μας, ενώ είμαστε πολύ απαισιόδοξοι, τρομοκρατημένοι ίσως, σε σχέση με το μέλλον των παιδιών μας. Όλα αυτά μας οδηγούν εύλογα στο συμπέρασμα ότι, η παγκόσμια κοινότητα έχει εισέλθει σε μία ιστορική «αλλαγή παραδείγματος» – η οποία συνήθως συνοδεύεται από τον πανικό της απώλειας εκείνης της άγκυρας, η οποία κρατούσε το «πλοίο» μας ασφαλές στο λιμάνι.        

Η επανεγκατάσταση αυτής της «άγκυρας», η επιστροφή της ασφάλειας και της σταθερότητας δηλαδή στην οικονομία, στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στην κοινωνία και στην πολιτική, θα απαιτήσει πολύ χρόνο – ενώ δεν θα υπάρχει στο εξής καμία γνώριμη ή/και σαφής στρατηγική επιβίωσης, πόσο μάλλον επιτυχίας, αφού θα εκλείπουν τα ιστορικά δεδομένα.

Υπάρχουν μόνο δύο πράγματα, τα οποία φαίνονται καθαρά: οι διαφορετικές χώρες θα αποφασίσουν να υιοθετήσουν, είτε με τη δική τους, ελεύθερη βούληση, είτε καταναγκαστικά, διαφορετικές λύσεις – με διαφορετικές συνέπειες για τις ίδιες και τον υπόλοιπο πλανήτη. Η νέα σύνδεση δε των χωρών αυτών με όλες τις άλλες, κάτω από τα καινούργια δεδομένα, θα φέρει αντιμέτωπο ολόκληρο το σύστημα, σαν ένα και μόνο σύνολο, με νέες, πολύ μεγαλύτερες προκλήσεις.

Ορισμένες αλλαγές, στα πλαίσια της πλήρους αναθεώρησης των κρατούντων προτύπων, θα πραγματοποιηθούν «εξελεγκτικά», δαρβινικά – ήρεμα δηλαδή, κατά τη διάρκεια πολλών ετών. Άλλες θα ακολουθήσουν απότομα, ξαφνικά, χωρίς καθόλου να τις περιμένουμε – εντείνοντας ακόμη περισσότερο την ανασφάλεια μας. Ας ελπίσουμε ότι τελικά θα καταφέρουμε να βρεθούμε σε ένα νέο σημείο ισορροπίας, χωρίς να καταστραφούν όλα όσα έχουμε μέχρι σήμερα επιτύχει – μεταξύ των οποίων και η Δημοκρατία”. (M. Erian, ΒΒ).    

Ανάλυση

Έχει αποδειχθεί ότι οι περιοχές του εγκεφάλου, οι οποίες δραστηριοποιούνται όταν ασχολούμαστε με την επίλυση γνωστών προβλημάτων, είναι εντελώς διαφορετικές από αυτές, οι οποίες «διαπραγματεύονται» άγνωστες καταστάσεις – προβλήματα δηλαδή, για τα οποία δεν υπάρχει κανένα ιστορικό προηγούμενο ή/και προσωπική, ανθρώπινη εμπειρία. Για παράδειγμα, όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα γεγονός, το οποίο μας έχει συμβεί ξανά στο παρελθόν, οπότε διαθέτουμε την απαιτούμενη εμπειρία, δραστηριοποιείται το Α τμήμα του εγκεφάλου. Αντίθετα, όταν κάτι μας συμβαίνει για πρώτη φορά, δεν ασχολείται μαζί του το Α τμήμα, αλλά ένα κάποιο Β – φυσικά με άγνωστες μεθόδους επίλυσης και με ασαφή αποτελέσματα. 

Από την άλλη πλευρά ο Keynes είχε την περίεργη άποψη ότι, οι σημαντικότερες οικονομικές αποφάσεις λαμβάνονται κατά τη διάρκεια ασαφών, μη ελεγχόμενων εξελίξεων, για τις οποίες δεν υπάρχει εμπειρική γνώση – κατ’ επέκταση, από εκείνη την περιοχή του εγκεφάλου, τη Β στο προηγούμενο παράδειγμα, η οποία διαπραγματεύεται άγνωστες καταστάσεις. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι, οι μεγάλοι οικονομικοί κύκλοι (άνω των σαράντα ετών), οι οποίοι μας υποχρεώνουν σε σημαντικές αλλαγές πορείας, προέρχονται, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, από «συλλογικές διανοητικές διεργασίες» και πολύπλοκες αλληλοεπιδράσεις, οι οποίες δεν είναι κατανοητές από τους οικονομολόγους – μεταξύ άλλων επειδή οι αποφάσεις που αναγκαστικά τους συνοδεύουν, λαμβάνονται από τη λειτουργία αγνώστων περιοχών του εγκεφάλου.

Στην επιστήμη τώρα αναφερόμαστε σε μία «αλλαγή παραδείγματος» (paradigm shift, επαναστατική, δραματική ή εκ βάθρων αλλαγή, πλήρης αναθεώρηση του κρατούντος προτύπου κλπ.), όταν αλλάζει ριζικά η οπτική γωνία, από την οποία εξεταζόταν έως εκείνη τη στιγμή μία επιστημονική περιοχή – όταν διαφοροποιούνται οι βάσεις, τα θεμέλια καλύτερα, στα οποία στηριζόταν η εξέλιξη της έρευνας, από την ήδη υπάρχουσα γνώση. Προφανώς, οι μεγάλοι οικονομικοί κύκλοι αποτελούν συχνά αλλαγές παραδείγματος στην Οικονομία – οπότε οφείλει να αναθεωρείται ριζικά η οπτική γωνία, από την οποία εξεταζόταν έως εκείνη τη στιγμή τα οικονομικά δεδομένα, εάν θέλουμε να τα κατανοήσουμε και να τα επιλύσουμε σωστά. 

Η μετάβαση (αλλαγή) από την κλασσική μηχανική στη θεωρία της σχετικότητας και την κβαντομηχανική, αποτελεί μία «αλλαγή παραδείγματος» στη Φυσική – ενώ σήμερα «κυοφορείται» η αναθεώρηση της θεωρίας της σχετικότητας, μέσα από τα πειράματα που διεξάγονται στην Ελβετία (CERN). Στην Οικονομία αντίστοιχα, ως «αλλαγή παραδείγματος» θεωρείται η «μετάβαση» από την αγροτική παραγωγή στη βιομηχανική επανάσταση, όπως επίσης η «αντικατάσταση» του μονεταρισμού από τον κεϋνσιανισμό και στη συνέχεια από το νεοφιλελευθερισμό.

Ένα άλλο παράδειγμα στις κοινωνικές επιστήμες είναι η αντικατάσταση της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας από το Χριστιανισμό, όπου η αναζήτηση απαντήσεων σε πολλά ανθρώπινα ερωτήματα, με τη βοήθεια της σκέψης, έδωσε τη θέση της στις σχετικά αυθαίρετες, «δογματικές» απαντήσεις – με τη βοήθεια της Θρησκείας («απόγονος» φαίνεται να είναι η ψυχολογία).

Κλείνοντας, ίσως οφείλουμε να επισημάνουμε ότι, Οικονομολόγος δεν είναι αυτός που παραθέτει απλά ψυχρά νούμερα, αναλύοντας τα με κάθε λεπτομέρεια, όπως ο  οικονομικός αναλυτής, αλλά εκείνος που προσπαθεί να διαμορφώσει μία ολοκληρωμένη, «φιλοσοφική» άποψη για τα «τεκταινόμενα», με τη βοήθεια της επιστήμης που ο ίδιος έχει σπουδάσει – της Οικονομίας δηλαδή.

ΤΑ ΣΤΑΔΙΑ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ

Η «αλλαγή παραδείγματος», η οποία ευτυχώς δεν είναι ένα γεγονός που συμβαίνει συχνά στη Ιστορία (ευτυχώς επειδή είναι μία εξαιρετικά επώδυνη διαδικασία – αν και δυστυχώς φαίνεται ότι «εξελίσσεται» ραγδαία σήμερα, τουλάχιστον όσον αφορά την Οικονομία), χωρίζεται σε δύο διαφορετικά μέρη:

(α)  Στη αρχή έχουμε «τη φάση της κρίσης» (crisis), κατά τη διάρκεια της οποίας προσπαθούμε να λύσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε με τη βοήθεια των γνώσεων, των εμπειριών και των μεθόδων του παρελθόντος, θεωρώντας μεταξύ άλλων ότι, δεν ήταν λάθος οι μέθοδοι, αλλά η εφαρμογή τους. Στην προσπάθεια αυτή συμμετέχουν κυρίως οι καλύτεροι όλων, αφού απαιτεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερες γνώσεις, εμπειρίες, ικανότητες και δεξιότητες, ενώ οι λύσεις επείγουν.

(β)  Στη συνέχεια ακολουθεί «η εποχή της επιστημονικής ανακάλυψης» όπου, κατανοώντας πλέον ότι, οι εμπειρίες, οι γνώσεις και οι παλαιές μέθοδοι ήταν λανθασμένες, προσπαθούμε να σκεφθούμε διαφορετικά, να αναθεωρήσουμε τις απόψεις μας και να ανακαλύψουμε νέους τρόπους ορισμού ή/και διαχείρισης των προβλημάτων μας – έτσι ώστε αφενός μεν να αιτιολογούνται ικανοποιητικά τα λάθη του παρελθόντος, αφετέρου να επιλύονται σωστά τα προβλήματα του παρόντος.   Στο παράδειγμα της Ελλάδας, αφού προσπαθήσουμε για κάποιο χρονικό διάστημα να λύσουμε τα οικονομικά, τα πολιτικά και λοιπά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα, αυτά δηλαδή που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία, με τη βοήθεια της Ιστορίας, της εμπειρίας και των υφισταμένων κομμάτων, αντιλήψεων, δομών, Θεσμών, ξένων οργανισμών (ΔΝΤ, ΕΕ) κλπ., χωρίς αποτέλεσμα φυσικά (πρώτο μέρος), θα αναγκασθούμε τελικά να τα αλλάξουμε όλα (δεύτερο μέρος) – αφού διαφορετικά δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουμε με επιτυχία την πρωτόγνωρη κρίση (ας ελπίσουμε, όχι πολύ αργά ή/και με τεράστιο κόστος).  

Το ίδιο ισχύει και για την Ευρωζώνη, την ΕΕ, τις Η.Π.Α. και πολλές άλλες χώρες ή περιοχές του πλανήτη σήμερα, οι οποίες υπεισέρχονται σε εντελώς νέες, άγνωστες και «αχαρτογράφητες» περιοχές – με αφετηρία το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης (2007). Επίσης για τη Γερμανία η οποία, παρά τις τραυματικές ιστορικές εμπειρίες της (ναζισμός, παγκόσμιοι πόλεμοι κλπ.), επιμένει δυστυχώς στις εσφαλμένες μεθόδους του παρελθόντος (εμπορικά πλεονάσματα εις βάρος των εταίρων της κλπ.) – παρά το ότι την οδήγησαν στην καταστροφή, μέσα από την τότε ευρωπαϊκή απομόνωση της.

Περαιτέρω, η αδυναμία των Η.Π.Α. να οδηγήσουν την οικονομία τους σε βιώσιμη ανάπτυξη, καταπολεμώντας την ανεργία, καθώς επίσης τις τεράστιες εισοδηματικές διαφορές, έχει αναγκάσει χιλιάδες Αμερικανούς να βγουν στους δρόμους – με στόχο τη δημιουργία ενός δικαιότερου συστήματος. Στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, οι φόβοι χρεοκοπίας έχουν «υποχρεώσει» δύο χώρες της Ευρωζώνης να αντικαταστήσουν την πολιτική ηγεσία τους με τεχνοκράτες – οι οποίοι έχουν την εντολή να επαναφέρουν την τάξη. Παράλληλα, οι επιθέσεις των αγορών έχουν φέρει στην επιφάνεια τις αδυναμίες των θεσμικών και λοιπών οργάνων της νομισματικής ένωσης, γεγονός που θα την αναγκάσει, αργά ή γρήγορα, να αλλάξει εντελώς τη δομή της (άρθρο μας).

Από την άλλη πλευρά, η Ιαπωνία απειλείται με μεγάλες κοινωνικές αναταραχές, εάν δεν υπάρξουν ριζικές αλλαγές εντός της – ευρισκόμενη αντιμέτωπη με ένα τεράστιο δημόσιο χρέος (210% του ΑΕΠ της, περί τα 10 τρις €). Η Κίνα επίσης, εάν συνεχίσει να στηρίζεται στις εξαγωγές (πλεονάσματα) και στο υποτιμημένο νόμισμα της, χωρίς να προωθεί την εσωτερική κατανάλωση – έχοντας να αντιμετωπίσει αφενός μεν μία τεράστια φούσκα ακινήτων, αφετέρου τον υπερδανεισμό εκ μέρους των σκιωδών τραπεζών της (τοκογλύφων), οι οποίες απειλούν έμμεσα να καταστρέψουν την πραγματική της οικονομία.

Άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα η Σιγκαπούρη (ο σημερινός «παράδεισος» των χρηματοπιστωτικών αγορών), η οποία διοικείται απολυταρχικά (δικτατορία) από πολλά χρόνια τώρα, θα αντιμετωπίσουν σύντομα μεγάλα πολιτικά προβλήματα – όπως επίσης η Αίγυπτος, η Συρία, η Λιβύη, το Ιράν, το Ισραήλ κλπ. Η Τουρκία, η Βραζιλία αλλά και κάποιες άλλες χώρες που λεηλατήθηκαν στην κυριολεξία από το ΔΝΤ, το οποίο εγκατέστησε στο εσωτερικό τους «βραδυφλεγείς βόμβες» (καταστροφή της μεσαίας τάξης, πάγια ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο, πληθωριστικούς «ιούς», φτώχεια, εξαθλίωση κλπ.), θα βρεθούν σύντομα, όταν αρχίσουν να πυροδοτούνται οι κρυμμένες «βόμβες», επίσης σε δυσάρεστη θέση. 

Κλείνοντας διαπιστώνουμε ότι, ολόκληρος ο πλανήτης και όχι μόνο η Δύση, έχει εισέλθει σε μία νέα τροχιά – την ίδια σχεδόν χρονική περίοδο, μέσα από μία ανταγωνιστική, επικίνδυνα ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση, με έντονους συγκρουσιακούς κινδύνους. Θα μπορούσε λοιπόν να ισχυρισθεί κανείς ότι, το μέλλον όλων μας εξαρτάται από τον τρόπο, με τον οποίο θα μπορέσουμε ή όχι να επιλύσουμε σωστά τα προβλήματα μας – σε τέσσερις, «αλληλένδετους» μεταξύ τους, βασικούς τομείς: στο χρηματοπιστωτικό, στον οικονομικό, στον κοινωνικό και στον πολιτικό.  

 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 26. Νοεμβρίου 2011, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος και συγγραφέας, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2486.aspx

 

Συνέχεια στό το Μέρος ΙΙ

ΟΤΑΝ «ΚΥΒΕΡΝΟΥΝ» ΟΙ ΤΕΧΝΟΚΡΑΤΕΣ

ΟΤΑΝ «ΚΥΒΕΡΝΟΥΝ» ΟΙ ΤΕΧΝΟΚΡΑΤΕΣ

 

Του Γιώργου Κ. Καββαδία*


 

«Υπήρχε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Δεν μπορούσε να προχωρήσει άλλο η προηγούμενη κατάσταση».

                                                         Μ. Χρυσοχοϊδης, υπουργός, ΝΕΤ 13-11-2011

 

Το «πραξικόπημα των τραπεζιτών»  (TIME,  αμερικανικό περιοδικό)

Όσο και αν ο κυρίαρχος λόγος  ανάγει σε φετίχ – μαγική λύση την συγκυβέρνηση, η αλήθεια είναι ότι  το πολιτικό σύστημα σε συνθήκες απαξίωσης και έντονης λαϊκής πίεσης για να ξεπεράσει τους κλυδωνισμούς του επιδιώκει να εκτονώσει τη λαϊκή οργή και να αποπροσανατολίσει τη λαϊκή συνείδηση.

Με τις συνταγές της «εθνικής σωτηρίας» και τη συγκυβέρνηση των πιο συντηρητικών δυνάμεων που στοχεύουν τον «εχθρό-λαό». Με πολιτικές που κουρελιάζουν κάθε έννοια  λαϊκής κυριαρχίας και εθνικής ανεξαρτησίας επιχειρείται η ανασυγκρότηση του μνημονιακού μπλοκ με την παρέμβαση ντόπιων και ξένων θεσμικών και εξωθεσμικών παραγόντων και την συνδρομή ακόμη και της ακροδεξιάς. Πέρα από τις εκτιμήσεις για «θεσμική εκτροπή» και «κοινοβουλευτικό πραξικόπημα» η αλήθεια είναι ότι συμφέροντα του κεφαλαίου και των ξένων, «δάνειων» δυνάμεων δεν τηρούν προσχήματα και προφάσεις. Διορίζουν τους δικούς τους ανθρώπους, τραπεζίτες, αφού τους αναγορεύσουν σε «ουδέτερους τεχνοκράτες» και σε «μοναδικές εθνοσωτήριες λύσεις».

Μετά τον Λ. Παπαδήμο ακολούθησε και ο Μ. Μόντι στην Ιταλία.   Με μεγάλη ευκολία ξεπερνιούνται δευτερεύουσε αντιθέσεις  δικαιώνοντας τον αρχιερέα της ακροδεξιάς που πριν από δύο χρόνια δήλωνε: «Προτείνω τον Λουκά Παπαδήμο ως πρωθυπουργό, με τους πολιτικούς αρχηγούς να τον στηρίζουν για μια διετία για παράδειγμα» (Γ. Καρατζαφέρης, 18-2-2009). Ο ίδιος σήμερα τονίζει ότι  «δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ τους» και προβάλλει την θεωρία των δύο κόσμων: «οι ευρωπαϊστές εναντίον των κομμουνιστών» (14-11-2011).

Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Μ. Βορίδης διατυμπανίζει ότι αυτή η κυβέρνηση έχει «ορισμένες βασικές ιδεολογικές προϋποθέσεις, κι εκεί υπάρχει μια κοινή ταυτότητα». Κοινή ιδεολογική βάση, με άλλα λόγια, μια ναζιστική παραλλαγή του νεοφιλελευθερισμού, η «Προεδρευομένη Τραπεζική Δικτατορία» (κατά τον χαρακτηρισμό του Μ. Γκίβαλου). Αυτή είναι η «νέα Μεταπολίτευση» που λειτουργεί ως πολιτικο – ιδεολογικό πλυντήριο της Ακροδεξιάς,  όπως μας υποσχέθηκαν τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα.

Ας διώξουμε τις όποιες αυταπάτες σκορπούν απλόχερα και με το αζημίωτο οι πρόθυμοι ιδεολογικοί υπηρέτες του συστήματος. Η κυβέρνηση του «τεχνοκράτη» Λ. παπαδήμου με 38 υπουργούς της προηγούμενης κυβέρνησης συν 10 από Ν.Δ. και ΛΑ.ΟΣ., δηλαδή τα υλικά κατεδάφισης ενός ερειπωμένου πολιτικού συστήματος, κυβερνά πάνω στις ράγες που έχει θεμελιώσει η  Ε. Ε. και το Δ.Ν.Τ.  Επελαύνει πάνω στα συντρίμμια των λαϊκών δικαιωμάτων με το μανδύα της νέας, υπεύθυνης, πατριωτικής λύσης για τη «σωτηρία της χώρας»! Είναι μια κυβέρνηση «πολεμικής ετοιμότητας» που κραδαίνει τον «μονόδρομο» των μνημονίων, με στόχο τη … σωτηρία της κερδοφορίας του κεφαλαίου και την εγκαθίδρυση ενός ταπεινωτικού  καθεστώτος Εθνικής Υποτέλειας και απροκάλυπτης πια Ξενοκρατίας, όπως επιτάσσει η Νέο-αποικιακού τύπου συμφωνία της 26ης Οκτώβρη.

Άλλωστε ο ζυγός των μνημονίων δεν είναι προσωρινός. Οι ίδιοι οι κυβερνώντες μιλούν για υπερδεκαετή ορίζοντα μέτρων, χωρίς μείωση του χρέους στο τέλος που σημαίνει έναν ατέρμονα κύκλο αντιλαϊκών πολιτικών με άμεσο στόχο το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και του ορυκτού πλούτου της χώρας.

 

Η «άνοδος των τεχνοκρατών» (Guardian, βρετανική εφημερίδα)

 

Η επέλαση των τεχνοκρατών που προέρχονται από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και ανεβαίνουν την πολιτική ιεραρχία χωρίς εκλογές φαίνεται και από τον διορισμό  Μ. Μόντι στην Ιταλία και είναι αποτέλεσμα της πολύχρονης και συστηματικής δουλειάς εξωθεσμικών πμηχανισμών, όπως η περιβόητη Τριμερής Επιτροπή. Στον κατάλογο των μελών του Ευρωπαϊκού τμήματος  της Τριμερούς, όπου προεδρεύει ο νέος πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μ. Μόντι, υπάρχουν τρεις Έλληνες: ο πρωθυπουργός, Λ. Παπαδήμος, ο δημοσιογράφος Α. Παπαχελάς και ο πρώηνπρόεδροος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΤΕ Π. Βουρλούμης, οι καθηγητές Λ. Τσούκαλης και Κ. Καρράς. Σε προηγούμενες συνεδριάσεις της Επιτροπής συμμετείχε και ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΒ, Ο. Κυριακόπουλος [1].  Η Τριμερής Επιτροπή είναι ένα πανίσχυρο λόμπι τραπεζιτών και πολιτικών που ιδρύθηκε το 1973 εκφράζοντας  την ανάγκη συνεννόησης μεταξύ ΗΠΑ, Ευρώπης και Ιαπωνίας. Η πλειονότητα των μελών της προέρχεται από το χώρο της φασίζουσας άκρας Δεξιάς.

Σύμφωνα με τον Γ. Βασσάλο εκπρόσωπο της Οργάνωσης Παρατηρητήριο της Ευρώπης των Πολυεθνικών η Τριμερής «είχε ως ρητό στόχο τον περιορισμό των δημοκρατικών κατακτήσεων των λαών και την αύξηση της εξουσίας των εταιρειών»[2]. Τέλος ο ίδος ο Λ. Παπαδήμος ανήκει στους σημαντικούς παράγοντες του συστήματος που προκάλεσε την σημερινή κρίση: διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος επί κυβέρνησης Κ. Σημίτη που σηματοδότησε την πορεία προς την ΟΝΕ με την «δημιουργική λογιστική» και κάθε είδους αλχημείες προκειμένου να επιτευχθεί η ένταξη της Ελλάδας.

Όλα αυτά τούτες τις μέρες που πολλοί χύνουν το δηλητήριο της λήθης για την μεγάλη εξέγερση του Πολυτεχνείου.  38 χρόνια πριν οι εξεγερμένοι διαλαλούσαν: «Η εγκαθίδρυση της  Λαϊκής κυριαρχίας συνδέεται αναπόσπαστα με την Εθνική Ανεξαρτησία από τα ξένα συμφέροντα, που χρόνια στηρίζουν την τυραννία της χώρας μας». (Από τη διακήρυξη της Σ.Ε. του Πολυτεχνείου).

Στη σημερινή δικτατορία των τραπεζιτών και των αγορών ο λαός μπορεί να πάρει τις τύχες στα χέρια του , αν αρνηθεί τον εκβιασμό «ευρώ ή χρεοκοπία» για να μην έχει και ευρώ και χρεοκοπία. Τώρα που το καθεστώς της υποτέλειας και της ξενοδουλείας περνά μια βαθιά κρίση και τα κυρίαρχα κόμματα χαλκεύουν νέα δεσμά καταδικάζοντας το λαό στον αργό θάνατο της «ελεγχόμενης χρεοκοπίας», με διλλήματα του τύπου «μνημόνιο ή τανκς/banks», η ορμητική εισβολή του λαού στο προσκήνιο  είναι βασική προϋπόθεση για να ανατραπεί η πολιτική της εξαθλίωσης και της εξάρτησης, για την αποδέσμευση από κάθε ιμπεριαλιστικό οργανισμό.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.

 

[1] Γ. Κορωναίος, Η Τριμερής Επιτροπή και η Ελλάδα, «Επίκαιρα», τ. 109, 17/11 – 23/11/2011.

[2] Α. Χατζηστεφάνου, Ο Παπαδήμος η Τριμερής και ο Αριστοτέλης, «Επίκαιρα», τ. 109, 17/11 – 23/11/2011.

 

* http://gkavadias.blogspot.com

 

ΠΗΓΗ: 18-11-2011, http://www.alfavita.gr/artrog.php?id=50757

Ἀνήκω σὲ μία χώρα μικρή

νήκω σ μία χώρα μικρή

μιλία κατ τν πονομ το Νόμπελ Λογοτεχνίας στ Στοκχόλμη

+ Του Γιώργου Σεφέρη


Τούτη τν ρα ασθάνομαι πς εμαι διος μία ντίφαση. λήθεια, Σουηδικκαδημία, κρινε πς προσπάθειά μου σ μία γλώσσα περιλάλητη π αἰῶνες, λλ στν παροσα μορφή της περιορισμένη, ξιζε ατ τν ψηλ διάκριση. Θέλησε ν τιμήσει τ γλώσσα μου, κα νκφράζω τώρα τς εχαριστίες μου σ ξένη γλώσσα. Σς παρακαλ ν μο δώσετε τ συγνώμη πο ζητ πρτα -πρτα π τν αυτό μου.

Συνέχεια

Υλικό προς χειραγώγηση ή νικηφόρο μέτωπο;

Υλικό προς χειραγώγηση ή νικηφόρο μέτωπο;

 

Του Δημήτρη Πατέλη *


 

Τα γεγονότα της Πέμπτης 20.10.2011, έδιναν την αίσθηση ότι κάποιοι από επάνω, σαν μακιαβελικού τύπου μαριονετοπαίκτες, κινούσαν τα νήματα μιας μεθοδευμένης αλληλοεξόντωσης των από κάτω. Με αριστοτεχνικό χειρισμό των αμοιβαίων αγκυλώσεων και των εξαρτημένων αντανακλαστικών (του παρελθόντος) διαφόρων συνιστωσών του ετερόκλητου πλήθους (την πρώτη φορά που έστω άγαρμπα βρέθηκαν όλες μαζί), ώστε αυτό, όχι μόνο να μη μπορεί να βρει το βηματισμό του σε μια μετωπική συγκρότηση, αλλά να επιδίδεται σε ανέξοδη για το σύστημα (χωρίς ουσιαστική και άμεση ανάμειξη των δυνάμεων καταστολής του) αυτοδιάλυση με αλληλοκανιβαλισμό, ευάλωτο σε κάθε προβοκάτσια δολοφονικού χαρακτήρα.

Το διαίρει και βασίλευε σε όλο το μεγαλείο του! Ο εν εξελίξει κοινωνικός πόλεμος έχει πλέον τον πρώτο νεκρό αγωνιστή-διαδηλωτή, που σημάδεψε τις μεγαλειώδεις και ίσως τις πλέον πολιτικοποιημένες κινητοποιήσεις των τελευταίων δεκαετιών.

Ας μη γελιόμαστε: δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με τους μεταλλαγμένους πολιτικούς υπαλλήλους της χώρας (της πιο αποτελεσματικής για αυτό τον κοινωνικό πόλεμο κυβέρνησης), αλλά με επιτελεία του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού άξονα, με τεράστια εμπειρία και επιστημονική τεχνογνωσία στη χειραγώγηση κατακτημένων και ανυπότακτων λαών, που βλέπουν σήμερα το λαό μας σαν πειραματόζωο και τη χώρα μας σαν πεδίο δοκιμών για αυτά που σκοπεύουν να επιβάλλουν γενικευμένα στον πλανήτη. Το ζητούμενο λοιπόν, δεν είναι η τοποθέτηση υπέρ ή κατά, ούτε και η τήρηση ίσων αποστάσεων ανάμεσα στους συγκρουσθέντες στο Σύνταγμα την Πέμπτη, αλλά το προηγούμενο που δημιουργείται και ο κίνδυνος γενίκευσής του στο εξής.

Οι ευθύνες όσων με τις πρακτικές και τις παραλείψεις τους στρώνουν το έδαφος για συνέχεια αυτών των ολέθριων για το ανερχόμενο κίνημα χειρισμών είναι ανυπολόγιστες, ανεξαρτήτως προθέσεων. Τα διδάγματα και τα καθήκοντα για το κίνημα είναι τεράστια, και αφορούν την ανάγκη να δοθεί πνοή και πραγματική-πειστική προοπτική με θετικά προτάγματα το λαό, όχι διχαστικά αλλά συνθετικά, όχι προτάσσοντας το τι δεν κάνει ή το τι κάνει λάθος η κάθε συνιστώσα (αυτό γίνεται όλο και πιο εύκολο και καταφανές σήμερα), αλλά το τι επιτάσσει η συγκυρία ως ασθενή κρίκο παρέμβασης, ώστε να αλλάξουν άρδην οι συσχετισμοί δυνάμεων.

Οι επιτακτικές αναδιατάξεις της συγκυρίας, δεν αφορούν αποκλειστικά τον περιχαρακωμένο κόσμο των λίγο-πολύ παγιωμένων και καταγεγραμμένων μέχρι σήμερα δυνάμεων της αριστεράς, αλλά το σύνολο της κοινωνίας. Οι αναδιατάξεις αυτές συνδέονται με την εφικτή και αναγκαία ραγδαία απεμπλοκή συνειδήσεων και ανθρώπων από τη "σιωπηλά πλειοψηφία", από την κυρίαρχη ιδεολογία και τα καθεστωτικά κόμματα, από την υπακοή, την ηττοπάθεια, τη μοιρολατρία και την υποταγή. Απαιτούν επίσης απεμπλοκή από την πεπατημένη και τον κοινοβουλευτικό κρετινισμό όλων των σε ποικίλους βαθμούς νομοτελώς αλλοιωμένων, κουρασμένων και ενσωματωμένων μορφωμάτων της αριστεράς (που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο φέρουν το στίγμα ιστορικών αγώνων του παρελθόντος). Η κρίση εκπροσώπησης της κοινωνίας, που χαρακτηρίζει τη συγκυρία, αφορά πρωτίστως την αριστερά, όσο κι αν οι ηγεσίες της ευελπιστούν καιροσκοπικά σε υπέρ τους εκλογική εκταμίευση μέρους της δυσαρέσκειας, χωρίς να αλλάξουν το παραμικρό. Μιαν αριστερά, που εκ των πραγμάτων, λόγω της προηγούμενης συγκυρίας, επί δεκαετίες ειρηνικής λειτουργίας του συστήματος, ανέπτυξε νομοτελώς μονομερείς δεξιότητες και στερεότυπα αναγκαστικής περιχαράκωσης, με όρους εσωτερίκευσης της ήττας και διατήρησης μελών-οπαδών γύρω από παγιωμένα σύμβολα, ιδιολέκτους και ρητορικές, με μικρές ή μεγάλες γραφειοκρατίες, με έντονα στοιχεία αμοιβαίων ετεροπροσδιορισμών (βάσει υπαρκτών ή/και φανταστικών διαφορών), αναλισκόμενη σε έριδες για τη διανομή θέσεων και ρόλων σε αυτό που της παρείχε ως αποκλειστική και ελεγχόμενη λειτουργία το σύστημα: στη διαχείριση της δυσαρέσκειας του κόσμου με στερεοτυπικές (αν όχι τελετουργικές) και εντελώς προβλέψιμες πρακτικές και συμπεριφορές. Μιας αριστεράς που – παρά τη μοναδική κρισιακή συγκυρία – με την αυτοαναφορικότητα των συνιστωσών της ("εμείς οι μόνοι συνεπείς") δυσκολεύεται ή αδυνατεί να να συντονιστεί, να συνδιαλεχθεί, να ωσμωθεί με "τους άλλους”, με το λαό και να λειτουργήσει καταλυτικά στη ριζοσπαστικοποίησή του. Θα αντιληφθούν άραγε οι δυνάμεις (κυρίως της βάσης) της αριστεράς τα ριζικά νέα καθήκοντα της συγκυρίας, θα πρωτοστατήσουν στη μετωπική συγκρότηση του λαού (όπως έγινε το 1941 με το Ε.Α.Μ.), ή θα αφήσουν να τις προσπεράσει το κίνημα, με ότι κι αν σημαίνει αυτό;

Είναι γνωστή η προβληματική του "ασθενούς κρίκου” με δύο έννοιες: αναφορικά με το παγκόσμιο σύστημα και με τη διάγνωση της πολιτικής συγκυρίας. Με την πρώτη έννοια αναδεικνύεται η ανισομερής ανάπτυξη του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος και των πλέον ευάλωτων σε ανεξέλεγκτες-δυσλειτουργικές για το σύστημα τροπές χωρών και ομάδων χωρών. Την έννοια αυτή, σπεύδουν σήμερα να την υπενθυμίζουν ακόμα και σ' όσους την ξέχασαν οι ιθύνοντες του παγκόσμιου κεφαλαίου. Εδώ χρησιμοποιώ την έννοια του ασθενούς κρίκου κυρίως με τη δεύτερη (συνδεδεμένη με την πρώτη) έννοιά της, επιτακτικότατης σε συνθήκες γενικευμένης κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής κρίσης: αυτό που αφορά την έγκαιρη διάγνωση, ανάδειξη και επικέντρωση των δυνάμεων και της προσοχής σε εκείνο το πρόβλημα, σε εκείνες τις επιτακτικές ζωτικές ανάγκες του λαού (αιτήματα, διεκδικήσεις) που θα επιτρέψουν να ξετυλίξει το κουβάρι του πλέγματος των εσωτερικών και εξωτερικών συστημικών αντιφάσεων, αλλάζοντας άρδην το συσχετισμό υπέρ της διεξόδου με προοπτική προς όφελος του λαού. Ο κρίκος αυτός επιτρέπει στις δυνάμεις που θα τον αδράξουν, να κατακτήσουν ακλόνητα την χειραφετική για το λαό πρωτοβουλία των κινήσεων, να κατευθύνουν δημιουργικά και συσπειρωτικά την αγανάκτηση και την ανυπακοή, να προσδώσουν συντεταγμένο, αποτελεσματικό και τελικά νικηφόρο προσανατολισμό στη λαϊκή αυτενέργεια.

Ο κρίκος αυτός συμπυκνώνεται σήμερα στη δέσμη προταγμάτων με αφετηρία την άρνηση πληρωμής του επαχθούς και απεχθούς δημόσιου χρέους.

Απαιτείται λοιπόν ένας μετωπικός πόλος έλξης, που θα συνεισφέρει στην αυτοοργάνωση και στην περιφρούρηση όλου του κινήματος που θα γιγαντώνεται αν ξεπεράσει τα σύνδρομα της ήττας και της αναποτελεσματικότητας. Μέχρι την νίκη σ' αυτόν τον δίκαιο για τους από κάτω κοινωνικό πόλεμο.

 

*Επίκουρος Καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πολυτεχνείο Κρήτης, μέλος της Πολιτικής Επιτροπής του Ενιαίου Παλλαϊκού Μετώπου (ΕΠΑΜ).

ΠΗΓΗ: http://www.alfavita.gr/index.php. Το είδα: Πέμπτη, 27 Οκτωβρίου 2011, http://seisaxthia.blogspot.com/2011/10/blog-post_8983.html

Οικονομική κρίση ή πολιτισμικές διαφορές;

Οικονομική κρίση ή πολιτισμικές διαφορές;

 

Του Νίκου Π. Κυριαζή


 

Ένας κόσμος, χίλια χρέη, ο ένας χρωστάει στο άλλον και όλοι παντού και η κρίση του συστήματος καλά κρατεί. Ατέλειωτες ώρες διαβουλεύσεων κρατικών υπαλλήλων, οικονομολόγων και διαχειριστών του συστήματος της οικονομικής Βαβέλ που άκρη δεν έχει. 

Τελικά όμως είναι οικονομική η κρίση ή απόρροια πολιτισμικών διαφορών; Ας πάμε λίγα χρόνια πιό πίσω και ας θυμηθούμε το Μάαστριχτ (1992). Ιστορικά, ήταν η συνθήκη με γεμάτο οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό περιεχόμενο με την διατήρηση ταυτόχρονα και το "ισότιμον" των Μελών Χωρών, επιστέγασμα διεργασιών…. αιώνων

Τι απαιτούσε ουσιαστικά όμως η συνθήκη; Απαιτούσε την εξομοίωση των κρατών-μελών στο κεντροευρωπαϊκό μοντέλο και όχι σύγκληση των οικονομιών μέσα από ένα "διευθυντήριο" (βλ. φεουδαρχία) αποφάσεων που σκοπό είχε τον εξορθολογισμό της παραγωγής μέσα από την παρακολούθηση της πολιτικής και κατ' επέκταση του ιδιωτικού βίου.

Αυτό που "ξέχασε" το κεντροευρωπαϊκό διευθυντήριο, ήταν να λάβει υπόψη του την διαφορετικότητα του ευρωπαϊκού νότου, την ιδιοσυγκρασία ακόμα ακόμα και τις κλιματολογικές του διαφορές αλλά κυρίως την διαφορετική αντίληψη πραγμάτων….

Τι επέβαλε; Την καταναλωτική ευζωία, την τεχνολογική αποτελεσματικότητα και την ιδεολογική βεβαιότητα. Έτσι οι αποφάσεις που είχαν πολλαπλό "ισότιμο" περιεχόμενο – οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό – έγινε δυο ταχυτήτων με τους κεντροευρωπαίους να επιβάλλουν τον τρόπο δράσης και σκέψης στους υπολοίπους, απόρροια της πολιτισμική τους νοοτροπίας και έπαρσης.

Για να γίνουμε πιο ακριβείς σε κάθε ευρωπαϊκή απόφαση – όχι μόνο στο Μάαστριχτ – υπάρχει η φιλοσοφική διαφοροποίηση, η "αιώνια" κόντρα αντίληψης πραγμάτων και θέσεων: η εμπειρική γνώση της ζωής που απαιτεί την άμεση μετοχή στους μεν και η προσέγγιση της ζωής μέσα από την διανόηση και τον ορθολογισμό στους δε.

Στο Μάαστριχτ  αποφάσισαν για παράδειγμα ότι το οικολογικό πρόβλημα λύνεται με την ανάπτυξη και τον εκσυχρονισμό και όχι με την συνειδητή αγάπη για το περιβάλλον. Έθεσαν ως μήτρα της προόδου το φαίνεσθαι και όχι το γίγνεσθαι και που φανερώνει την φιλοσοφική διαφοροποίηση…

Μια αέναη μάχη μεταξύ του "ωραίου", του "αγαθού" και της ¨αλήθειας" με την νομοθεσία το "οργανωμένο κράτος" και το συστηματοποιημένο δίκαιο.

Έτσι σιγά σιγά η Ευρώπη βρέθηκε αντιμέτωπη με κάτι που είχε προβλέψει ο Samuel Huntigton (Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας 1927-2008) στην διατριβή του "μετα-Ψυχρού Πολέμου νέα παγκόσμια τάξη "οτι" μετά το πέρας των ψυχροπολεμικών αντιθέσεων οι πολιτιστικές διαφορές θα είναι η αφορμή αναπότρεπτων ενδοευρωπαϊκών διχασμών και συγκρούσεων".

Και ποιό είναι το διακύβευμα της πάλης; Ειρήνη ή Ελευθερία; Ναι η σύγκρουση της συμβιβαστικής Ειρήνης προϊόν διπλωματικής υπαναχώρησης σε κάθε είδους εντολές του κεντροευρωπαϊκύ διευθυντήριου και της Ελευθερίας τον δημιουργικό δηλαδή παραλογισμό, αυτόν που δημιούργησε κοινωνίες, επαναστάσεις, προτάσεις και ιδέες.


Νίκος Π. Κυριαζής 25/10/2011

 

ΠΗΓΗ: Τρίτη, Οκτώβριος 25, 2011, http://www.kalavrytanews.com/2011/10/blog-post_8481.html