Αρχείο κατηγορίας Διάφορα

— Διάφορα Θέματα —

Υπάρχουν μονόδρομοι στη δημοκρατία;

Υπάρχουν μονόδρομοι στη δημοκρατία;*

 

Του Γιάννη Στρούμπα


 

Η συνέντευξη τύπου του υπουργού Οικονομικών κ. Γιώργου Παπακωνσταντίνου στις 10/6/2011 για το λεγόμενο «μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα», το οποίο θα συγκεκριμενοποιήσει τις κινήσεις της Ελλάδας στην προσπάθεια της χώρας να ανακάμψει οικονομικά και να πείσει όσους καλούνται να τη στηρίξουν πως η νέα ενίσχυσή τους, στο πλαίσιο του «Μνημονίου 2», δεν θα κατασκορπιστεί παραμένοντας άκαρπη, απέδειξε για μία ακόμη φορά πως στη συνολική αντιμετώπιση των πολιτών από το κράτος, είτε αναφορικά με τα εργασιακά τους δικαιώματα είτε σε σχέση με τα περιουσιακά τους στοιχεία, δεν υπάρχουν παγιωμένα δεδομένα, ούτε δικαιώματα κεκτημένα εντέλει. Τα πάντα υπόκεινται σε αναπροσαρμογές, συνήθως δυσμενείς για τους πολίτες.


* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 321, 16/6/2011.

Υπόκεινται ωστόσο τα πάντα σε αναπροσαρμογές για όλους; Περιλαμβάνει η απόπειρα να ορθοποδήσει η ελληνική οικονομία όλους τους παράγοντες που συνδέονται μαζί της; Η κατεύθυνση των μέτρων αποδεικνύεται διαρκώς μονόδρομος: εκείνοι που καλούνται να υποστούν οικονομική αφαίμαξη για την «ανόρθωση» της οικονομίας είναι όσοι ανήκουν στα μικρομεσαία κοινωνικά στρώματα. Ακόμη κι αν γίνει αποδεκτό ότι τα μέτρα περιλαμβάνουν και την άρχουσα οικονομικά τάξη, παρόλο που είναι μάλλον παραδεκτή, έστω κι έμμεσα, από το οικονομικό επιτελείο η παραίτησή του από κάθε προσπάθεια να συλλέξει, για παράδειγμα, τα οφειλόμενα απ’ όσους μεγαλοσχήμονες φοροδιαφεύγουν συστηματικά, και πάλι ο προσανατολισμός της κυβέρνησης για τη μείωση των ελλειμμάτων στρέφεται αποκλειστικά προς τους Έλληνες πολίτες. Ο παράγοντας των δανειστών της χώρας, που προέβησαν συστηματικά σε κερδοσκοπικές μεθοδεύσεις, απουσιάζει εκκωφαντικά από κάθε οικονομικό σχεδιασμό.

Και όμως, ήδη από τις 19/3/2010 ο Έλληνας πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου σχολίαζε πως «πρέπει να πείσουμε εταίρους και διεθνείς συνομιλητές μας ότι εάν δεν μπουν κανόνες στις “αγορές” και περιορισμοί στους κερδοσκόπους που τζογάρουν κυριολεκτικά σε βάρος ολόκληρων κοινωνιών, το θύμα αύριο δεν θα είναι μόνο η Ελλάδα αλλά κάθε χώρα που θα βρεθεί σε οικονομική δυσκολία, αλλά και ολόκληρη η Ευρώπη». Έχει περάσει περισσότερο από ένα έτος απ’ τη στιγμή που πραγματοποιήθηκε η δήλωση, και το ερώτημα πλέον είναι αν σημειώθηκαν ενέργειες ώστε να αποτραπούν οι συγκεκριμένες κερδοσκοπικές κινήσεις.

Σήμερα πια οι «διεθνείς συνομιλητές μας» φαίνεται πως έχουν συνειδητοποιήσει τον εξελισσόμενο κίνδυνο. Η Γερμανίδα καγκελάριος κ. Άγκελα Μέρκελ και ο Αμερικανός πρόεδρος κ. Μπάρακ Ομπάμα συμφώνησαν στις 7/6/2011 πως όταν κινδυνεύει μία χώρα-μέλος της ευρωζώνης, απειλείται συνολικά η ζώνη του ευρώ, ενώ μία κρίση της ευρωζώνης θα έθετε σε κίνδυνο και τις υπόλοιπες οικονομίες που αναπτύσσονται διεθνώς σύμφωνα με το δυτικό πρότυπο. Εφόσον όμως ο κίνδυνος έχει καταστεί αντιληπτός, το ερώτημα αν προωθήθηκαν ενέργειες – όχι πλέον μόνο από την Ελλάδα, μα κι από τους «διεθνείς συνομιλητές» της – για την αντιμετώπιση του κινδύνου, επιτείνεται.

Το θέμα της «αυτόνομης» λειτουργίας των «αγορών», του κατά πόσον αυτές ελέγχονται από τα κράτη στα οποία εδρεύουν ή, αντίστροφα, εκείνες τα ελέγχουν, και το πού διοχετεύουν τα υπερκέρδη τους, μας έχει προβληματίσει και στο παρελθόν («Ελεεινοί θεατρινισμοί σε ευτελές μελόδραμα», εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 294, 1/5/2010). Μπορεί από τους ηγέτες της Δύσης να παρουσιάζονται οι «αγορές» ως οργανισμοί που λειτουργούν ιδιωτικά, πέρα από κάθε κρατική παρέμβαση, όμως το μέγεθός τους και ο πολιτικός τους ρόλος σε διεθνές επίπεδο εύλογα προκαλεί αμφιβολίες ως προς την αποκλειστικά «ιδιωτική», με στόχο την κερδοσκοπία, λειτουργία τους. Τη στιγμή αυτή, ωστόσο, με την τροπή που πήρε η οικονομική κρίση και με δεδομένες τις τοποθετήσεις των κορυφαίων δυτικών ηγετών, παρουσιάζεται μία μεγάλη ευκαιρία ώστε να εξακριβωθεί ο ρόλος τους.

Αν, επομένως, οι ηγέτες της Δύσης δεν προσποιούνται αναφορικά με τον ρόλο των «αγορών», οφείλουν, μέσα από μία διεθνή συνεννόηση, να προβούν σε έλεγχο των τακτικών που μεταχειρίζονται τα συγκεκριμένα «ευαγή» ιδρύματα, των συντονισμένων κινήσεών τους προς άσκηση πιέσεων στα εξασθενημένα οικονομικά κράτη, καθώς επίσης οφείλουν και να ορίσουν εκ νέου τους όρους λειτουργίας τους. Τη στιγμή που οι πιέσεις προς την Ελλάδα έχουν φτάσει στο απροχώρητο, με τη μία εκ των «ευαγών» «Standard and Poor’s» να υποβαθμίζει τη χώρα ένα ακόμη επίπεδο στις 13/6/2011, κατατάσσοντάς τη στη χαμηλότερη κατηγορία σε σχέση με κάθε άλλη χώρα, μόλις τρία αξιολογικά στάδια πριν από τη χρεοκοπία, και με τον οικονομικό πόλεμο να μαίνεται χωρίς κανέναν οίκτο, ούτε στη μεριά των κρατικών ηγεσιών έχουν θέση οι μετριοπάθειες και οι αβρότητες. Εφόσον οι «αγορές» λειτουργούν κερδοσκοπώντας και πιέζοντας ανηλεώς, ο δρόμος για τους ηγέτες της Δύσης είναι η επίθεση: ακυρώνουν νομοθετικά τη δυνατότητα κερδοσκοπικής λειτουργίας, θέτουν τους κερδοσκοπικούς οργανισμούς προ των ευθυνών τους, και τους προειδοποιούν ακόμη και για τη δική τους πιθανότητα να ανασταλεί η λειτουργία τους, εάν δεν συμβιβαστούν με μία υγιή κερδοφορία, σε αντιστοιχία με ό,τι ισχύει για κάθε εμπορική επιχείρηση, χωρίς να προκαλούν τις κοινωνίες και να απεργάζονται τη διάλυσή τους.

Θα αντέτασσε κανείς πως η ανωτέρω πρόταση μοιάζει υπεραπλουστευτική και πως οι μηχανισμοί λειτουργίας του όλου συστήματος είναι ιδιαιτέρως πολύπλοκοι. Ασφαλώς το σύστημα είναι πολυδαίδαλο· δεν νοείται όμως η λειτουργία κανενός έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο που τα ίδια τα κράτη ορίζουν με βάση και την πολιτειακή τους επιλογή. Αν εντός του συγκεκριμένου θεσμοθετημένου πλαισίου παρατηρείται η τυραννική εκτροπή οργανισμών που έχουν γιγαντώσει τη δύναμή τους, ρόλος των κρατικών ηγεσιών είναι να άρουν τους κινδύνους και να επαναφέρουν τις ισορροπίες. Αυτό άλλωστε είναι και το πνεύμα του σχολίου από τον Έλληνα πρωθυπουργό αναφορικά με τους «κανόνες στις αγορές». Δικαιώνεται κανείς να ισχυριστεί πως η λειτουργία των «αγορών» στηρίζεται σε ένα νομικό σύστημα που τις διασφαλίζει και δεν επιτρέπει καμία επέμβαση; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά αρνητική. «Κεκτημένα», όπως εξαρχής σχολιάσαμε, έχουν κατοχυρωμένα και οι απλοί πολίτες, όμως τίποτε δεν εμποδίζει τις πολιτικές ηγεσίες των κρατών να τα ακυρώνουν στο όνομα της «κρίσης», της «έκτακτης ανάγκης», της πιθανής «χρεοκοπίας». Με την ίδια νομιμοποίηση, επομένως, με την οποία μία ηγεσία προβαίνει στον περιορισμό των κεκτημένων των πολιτών, καταπατώντας κάθε προηγούμενη νομιμότητα, επιβάλλεται να προβεί και στην ακύρωση κάθε κερδοσκοπικού εγκλήματος.

Μπορεί η Ελλάδα να πετύχει μόνη της μια αντίστοιχη εξέλιξη; Προφανώς όχι, όμως η «συνειδητοποίηση» της κατάστασης από τους ηγέτες των ισχυρών δυτικών χωρών προσφέρει μία μεγάλη ευκαιρία ώστε οι κινήσεις των κρατών να στραφούν προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Κυρίως, όμως, η ευκαιρία που διανοίγεται είναι να διακριβώσουν οι λαοί με απτά στοιχεία, κι όχι απλώς με «θεωρίες συνωμοσίας», ποιος είναι ο πραγματικός ρόλος των ηγεσιών τους: βρίσκονται όντως οι ηγεσίες ταγμένες στα συμφέροντα των λαών ή έχουν αλωθεί από τους κερδοσκόπους, έχουν διαβρωθεί από τις παντοδύναμες οικονομικές ελίτ, κι εξυπηρετούν συμφέροντα αντίθετα με τα συμφέροντα των κοινωνικών συνόλων που τους ανέθεσαν προς όφελός τους την εξουσία και την εκπροσώπησή τους στα πολιτικοοικονομικά δρώμενα; Ο Έλληνας πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου εμφανίστηκε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Το Βήμα» τής 12/6/2011 εξοργισμένος με τα υπονοούμενα περί εξαρτήσεων των πολιτικών ηγεσιών, και συγκεκριμένα της δικής του κυβέρνησης, από «σκοτεινά» κέντρα: «Κάποιοι παριστάνουν εδώ και μήνες τους “υπερπατριώτες” απέναντι σε μια κυβέρνηση δήθεν “ενδοτική” και “υποκινούμενη” από ξένα κέντρα. Τους επιστρέφω όλη την αθλιότητα. Φτάνει πια με τον σκοταδισμό και την πατριδοκαπηλία που δίχασε για δεκαετίες την ελληνική κοινωνία. Αρκετά πια.»

Η αγανάκτηση του πρωθυπουργού είναι δίκαιη, αν καλοπροαίρετα αποδεχτούμε πως δεν υπάρχει καμία υποχθόνια εξάρτηση της κυβέρνησης από ξένα κέντρα. Στο σημείο όμως που οδηγήθηκε η κατάσταση, με την ελληνική κοινωνία να εξοντώνεται από τα δυσβάστακτα οικονομικά μέτρα, η αποδοχή της πρωθυπουργικής αλήθειας δεν μπορεί να επισυμβεί απλώς με διαβεβαιώσεις αφοσίωσης στο «εθνικό συμφέρον». Απαιτούνται απτές ενέργειες. Οι διεθνείς εξελίξεις, όπως αποτυπώνονται στις τοποθετήσεις του κ. Ομπάμα και της κ. Μέρκελ, ευνοούν τις ενέργειες τούτες. Εδώ λοιπόν θα δοκιμαστεί η αλήθεια ή η «αλήθεια» όλων των πλευρών: αν ο κ. Παπανδρέου εννοεί όσα λέει, δεν έχει παρά να ασκήσει τις δικές του πιέσεις στις ηγεσίες των ισχυρών δυτικών κρατών. Αν ο κ. Ομπάμα και η κ. Μέρκελ εννοούν όσα δηλώνουν, δεν έχουν παρά να επαναπροσδιορίσουν νομοθετικά τη λειτουργία των «αγορών» και να επιβάλουν σε αυτές δραστικό περιορισμό των «κεκτημένων» τους, όπως ακριβώς τα αντίστοιχα οικονομικά κεκτημένα των πολιτών ακυρώνονται εν μία νυκτί.

Στην ίδια συνέντευξή του στο «Βήμα» ο Έλληνας πρωθυπουργός υπερτόνισε το ενδεχόμενο της χρεοκοπίας, σημειώνοντας πως εκεί θα οδηγήσει τη χώρα οποιοσδήποτε άλλος δρόμος πέρα απ’ αυτόν του «Μνημονίου». «Κατανοώ την αδικία και την αγανάκτηση, ο άλλος δρόμος όμως είναι καταστροφικός», σημειώνεται η θέση του κ. Παπανδρέου στο πρωτοσέλιδο του «Βήματος». Αν όμως στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, όπως αρέσκονται να «φιλοσοφούν» με κάθε ευκαιρία τα μέλη της κυβερνητικής μα και των υπόλοιπων παρατάξεων, δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν ούτε μονόδρομοι. Ένας από τους εναλλακτικούς δρόμους, που θα ήταν δυνατόν να ακολουθηθεί, ήδη περιγράφτηκε νωρίτερα, με τον έλεγχο της ασυδοσίας των «αγορών». Εφόσον η συγκεκριμένη εναλλακτική οδός δεν αποκτήσει οδοιπόρους από τις πολιτικές ηγεσίες, τότε η αμφισβήτηση των «αγαθών» τους προθέσεων θα ’ναι απολύτως βάσιμη. Εντέλει, θα ’χει αποδειχτεί στον παρόντα οικονομικό πόλεμο, πέρα από κάθε απλή υπόθεση «συνομωσίας», ποιος είναι με ποιον, γνώση ασφαλώς πολύτιμη για τους ευρωπαϊκούς λαούς, που κατακλύζουν από καιρό τις πλατείες διαμαρτυρόμενοι, και για τις δικές τους εναλλακτικές αμυντικές ενέργειες απέναντι στην οικονομική λαίλαπα που τους ισοπεδώνει.

Φιλαυτία, Ελευθερία, Δημιουργία και… πλατεία

Φιλαυτία, Ελευθερία, Δημιουργία και… πλατεία

 

Του Νίκου Π. Κυριαζή


 

Ένα μήνα συμπληρώνουν οι "αγανακτισμένοι" στις πλατείες, ένα κίνημα πρωτόγνωρο για τα Ελληνικά δεδομένα  που τάραξε την πολιτική, τους πολιτικούς αλλά και τους παθητικούς πολίτες.

Κύριο χαρακτηριστικό του κινήματος η διάρκεια, η μεγάλη συμμετοχή, ο ειρηνικός χαρακτήρας η πολυσυλλεκτικότητα, τα χάπενινγκ, οι εκδηλώσεις και οι καλλιτεχνικές ανυσηχίες…. μοναδικός κίνδυνος η ισοπεδωτική σε οριζόντιο επίπεδο τάσης ορισμένων.

Η πλατεία δεν θα πρέπει πλέον να μείνει μόνο στην "αγανάκτηση" αλλά να προχωρήσει ένα βήμα παραπάνω, να μην εγκλωβιστεί στον αφορισμό αλλά να δημιουργήσει προτάσεις και συνειδήσεις μέσα από εσωτερικές διεργασίες ατομικής βελτίωσης και όχι απλή ακολουθία μιας εποχικής τάσης και στείρου λαϊκισμού και φιλαυτίας…

Δράση λοιπόν αλλά με αυτογνωσία και όχι απλή μετατόπιση ευθυνών, με μετριασμό της νεοπλουτίστικη λογική μας, με απόκτηση γνώσης, έκφραση θέσης και άρνηση σε κάθε τι που μας διαφθείρει και αλλοτριώνει. Η διαμαρτυρία δεν μπορεί να μείνει μόνο στην χαμένη οικονομική και πολυπάροχη ζωή των τελευταίων δεκαετιών αλλά και στην ίδια της απαξίωσης της ζωής μέσα από την πολιτισμική μας ταυτότητα και παιδεία, όπου Πολιτισμός είναι η κάθε λογής πράξη μας που αναφέρονται στο πνεύμα, το ήθος και τη συμπεριφορά μας, σε σχέση με το παρελθόν, τα ίχνη που αφήνουμε κατά το πέρασμά μας από τη γη , όχι μιμητισμός, αποστροφή στην ιστορία και ένταξη σε νεοφανή δρώμενα.

Μεγάλοι κριτικοί των καιρών διαπιστώνουν στο σύγχρονο άνθρωπο μια τάση να ανακηρύξει σε «ελευθερία» στάσεις ζωής που στην πραγματικότητα αποτελούν δουλεία. Έτσι ονομάζει καταπίεση την ηθική, αδυναμία το σεβασμό και την καλοσύνη, υποτέλεια τη δέσμευση και το καθήκον, κατεστημένο τη θρησκεία, την παράδοση, το δίκαιο και τους νόμους. Έκφραση αυτής της αλογίας αποτελεί η ταύτιση του «ευ ζην» με την ευημερία και την καλοπέραση και η αναζήτηση της ελευθερίας στο «έχειν», στον ακόρεστο ευτυχισμό με την ταυτόχρονη υπερτροφία του Εγώ. "Αποτέλεσμα η μετατροπή της κοινότητας σε άθροισμα υποκειμένων καταναλωτών και την υποταγή τους στους νόμους του ευτυχισμού και στην αδέσμευτη ελευθερία."[1]

Αναδείξαμε αναξίους για να μπορούν να εξυπηρετούν και μόνον τα προσωπικά μας συμφέροντα. Δημιουργήσαμε συνδικάτα, για να μπορούμε να αντιπολιτευόμαστε και όχι να διεκδικούμε. Φτιάξαμε συλλόγους για να δικαιολογούμε τις ενοχές μας και την κοινωνική μας υπόσταση, με ιδεολογήματα παρωχημένα και εφήμερα, εγκλωβισμένα σε εμφιλικά σύνδρομα. Μια πολιτική αποξενωμένη από την ιστορική μας συνέχεια δημιουργώντας πολίτες χωρίς δημιουργικό και παραγωγικό πνεύμα, πολίτες με ξένα πρότυπα υποδουλωμένοι στην ατομική ευζωία και φιλαυτία.

Αυτή η φιλαυτία έκοψε τον κοινωνικό ιστό αδρανοποιώντας κάθε δημιουργική σκέψη εγκλωβίζοντάς μας σε ατομικές παθογένειες. Οι χρόνοι περιορίστηκαν στον ενεστώτα χωρίς παρελθόντα αλλά και μέλλοντα δημιουργώντας φέουδα και φεουδάρχες κατά τα δυτικά μεσαιωνικά πρότυπα, άκρως ουμανιστικά τα οποία δημιουργούν ανελευθερία και εξάρτηση. Χάσαμε αυτό που μέσα από τους αιώνες δημιουργήσαμε, το «μανικό έρωτα» στην κοινότητα και όχι στη δεσποτεία, χάσαμε την αντιμεταχώρηση άρχοντος και αρχομένου. Χάσαμε την πολιτική πρόταση της κλασικής Ελλάδας η οποία στηριζόταν στην αρχή της δυσπιστίας και την ανάμειξη της με την χριστιανική αρχή της διακονίας και προσανατολιστήκαμε σε παρωχημένα δυτικά μοντέλα. Έτσι το άσχημο βαφτίζετε ωραίο, το παράλογο λογικό, το αυταρχικό δημοκρατικό και το καπιταλιστικό σοσιαλιστικό, με πολιτικούς που αντί να ξεκινήσουν από την μητρική τους γη, ξεκίνησαν από το Παρίσι η τη Νέα Υόρκη.

Βασικός κορμός της πολιτικής είναι το μάρκετινγκ, η πλύση εγκεφάλου και η κατευθυνόμενη ανάγκη. Στόχος η διάθεση του προϊόντος ποντάροντας στην ψυχολογία του καταναλωτή-πολίτη. Έτσι ο πολίτης γίνεται οπαδός, στρατεύεται, όχι για να προσφέρει αλλά για να υπακούει. Γίνεται όργανο του «καθεστώτος» ακλουθώντας επιταγές «σωτηρίας» σε μια μονοδιάστατη κοινωνία με πληθώρα από οργανώσεις, που στην πλειοψηφία τους δημιουργήθηκαν για να παρέχουν την ψευδαίσθηση συμμετοχής στα κοινωνικά δρώμενα με τους «διανοούμενους να μαζεύουν υπογραφές για κάθε είδους κοινωνική αδικία, χτυπώντας τον καπιταλισμό, κρίνοντας τον σοσιαλισμό πουλώντας επιδέξια προοδευτισμό σε μια διακίνηση ιδεών με πολιτικό περιεχόμενο αλλά όχι πνευματικό. «…όλα, πολιτικές πεποιθήσεις, ιδεολογικές απόψεις, εγκυκλοπαιδικές γνώσεις, ακόμα και ρομαντικές αναμνήσεις, όλα είναι ταυτισμένα με το υπερευχαριστημένο εγώ, με τα προγούλια και τις ξεχειλωμένες κοιλιές, με την επίδειξη της μικρονοϊκής σαχλαμάρας που αντιγράφει την επιθεώρηση, όλα υποταγμένα στη βουλιμία της κατάποσης και στην ανάγκη της αφόδευσης» [2]

Μια πολιτική που στηρίζετε στην κατανάλωση και όχι στην παραγωγή και την ανάπτυξη. Ακόμα και τώρα που το πρόβλημα ξεγυμνώθηκε, συνομιλούν, διαβουλεύονται και αποφασίζουν για το πώς θα επιτύχουμε νέο δανεισμό και για το πώς θα δουλέψουν τα …εμπορικά πολυκαταστήματα και σούπερ μάρκετ. Λόγος για παραγωγή μηδέν….. αλήθεια τι παράγουμε?…..ποιος το σχέδιο ανάπτυξης?… τίποτα και μηδέν. Αυτή είναι η αλήθεια. Και μένουμε εγκλωβισμένοι σε δανειστές και τοκογλύφους.

Μέσα σε όλα αυτά η ενημέρωση των Μ.Μ.Ε. εγκλωβισμένη σε πολιτικά αλισβερίσια και υποχρεώσεις, παραπληροφορεί δημαγωγώντας το λαό, μέσα από ψευδοδιλλήματα και ψεύδη. Από την άλλη ο συνδικαλιστικός κλάδος – ο Θεός να το κάνει- φερέφωνα των πολιτικών, εργάζονται κάτω από το σκοπό της προσωπικής ικανοποίησης και βολέματος. Αλήθεια πότε είδαμε συνδικαλιστές να αγωνίζονται για ποιότητα και για τα κακώς κείμενα σε σχέση με τον πολίτη? Ποτέ, μόνο αγώνα για τα κεκτημένα δημιουργώντας αντιπαλότητα μεταξύ της κοινωνίας προς τέρψη των εκάστοτε πολιτικών αποφάσεων, μέσα από παρωχημένο ιδεολογήματα και ορολογίες. Και εδώ τίθεται το ερώτημα, πώς είναι δυνατόν τον ίδιο εγκαταλελειμμένο και απαξιωμένο οργανισμό ο ιδιώτης να το κάνει να δουλεύει «ρολόι», ενώ στα χέρια του δημοσίου να καταστρέφετε?. Πως είναι δυνατόν η Αττική οδός η το μετρό σε δέκα χρόνια λειτουργίας τους να λειτουργούν το ίδιο άψογα όπως την πρώτη ημέρα, ενώ ο ΟΣΕ, ο προαστιακός τα ολυμπιακά έργα, οι δημόσιες μεταφορές και η υγεία να είναι σε πλήρη εγκατάλειψη και απαξίωση. Ίδιοι άνθρωποι, στην ίδια κοινωνία αλλά διαφορετικοί κόσμοι. Άρα το πρόβλημα είναι η νοοτροπία η πολιτική διαφοροποίηση και η παιδεία που αποτελούν πλέον μόνο σχέσεις οικονομικές και διαδικασίες παραγωγής, σύστημα διανομής πλούτου και…. οι πατρίδες πέθαναν …..ζήτω το κράτος.

Ποια ήταν η πολιτική για την ανάπτυξη της υπαίθρου? καμία. Πλήρης εγκατάλειψη με τον αστικό συνωστισμό σε πρώτη γραμμή και την «αντιπαροχή» σαν κεντρική ιδέα πολιτικής πολλών δεκαετιών. Αγροτική πολιτική συντεχνιών χωρίς εναλλακτικές λύσεις με μεσάζοντες, αγροτοπατέρες, τσιφλικάδες και κολλήγους… το μόνο όραμα που πούλησαν στην ύπαιθρο είναι ο …. αγροτουρισμός… προϊόν και αυτό του ιδεολογήματος εργάζομαι λίγο εκμεταλλεύομαι πολλά, με την μεταμόρφωση των αγροτών σε επιχειρηματίες χειμερινών διακοπών και εξυπηρετητές της εωσφορικής νοοτροπίας του δήθεν και των αστών.

Πραγματικά είναι πολύ….in η απόδραση του Σαββατοκύριακου σε ένα κοσμοπολίτικο νησί η βουνό για να ικανοποιήσουμε τον μικροαστικό μας «δήθεν» και η ικανοποίηση της ευρωπαϊκής προέλευσης με gourmet γαστρονομία η λαϊκών «κοψιδίων» την ίδια στιγμή που η επαφή μας με την φύση και την ύπαιθρο είναι αποστειρωμένη με έλλειψη «συναναστροφής» με το κάθε «ποίημα του Θεού»

Σαν Έλληνες δεν είμαστε τίποτα διαφορετικό από όλο των κόσμο, αυτό όμως που πάντα μας έκανε να ξεχωρίζουμε ανά τους αιώνες ήταν η άμεση συναλλαγή μας με τη φύση, τον αέρα τη ζωή. Ο δυτικός άνθρωπος εξορθολογώντας τη ζωή δημιούργησε πολιτισμό βασιζόμενο στην ευμάρεια και στην μεγαλοπρέπεια της εικόνας και της τέχνης. Αλήθεια ένα ξωκλήσι δεν έχει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, χωρίς τίποτα το περιττό? Ο ήχος από τον πουνέντε η την όστρια σ ένα θαλασσινό καφενεδάκι δεν έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά μιας εύηχης συμφωνίας εγχόρδων? Αυτός που μπορεί να ξεχωρίζει το μανάλι από το ξιφιό ξέρει να ξεχωρίζει την ψυχή από το σώμα. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά μας, αυτά καταπάτησαν οι σύγχρονοι ιδεαλιστές, οι φωταδιστές της ευζωίας.

«….η σημερινή ρωμιοσύνη δεν έχει εμπιστοσύνη στις ντόπιες εκκρίσεις της, ούτε στην ιθαγενή ερωτολογία. Είναι δυστυχώς γεγονός: όλη η πορνική, λαγνική οργασμική παραπαιδεία των ευρωελλήνων προέρχεται από εξωελληνικά κέντρα συνουσίας… εξ ου το σπέρμα δίδοται εν συνουσία θεία… Πως όμως η Ελλάδα θα ανήκει στους Έλληνες, όταν τα ερωτογόνα έντυπα και κέντρα της τα ανεβοκατεβάζει η ξένη ακρίδα? Στα περίπτερα, στα κασετάδικα υπάρχει και του πουλιού το γάλα, αλλά είναι πολυεθνικό. Δεν σφάζονται πια στης Μαρίας την ποδιά, τη Διαλεχτή μου πια τη λένε Ντέπυ κι ο Κωνσταντής έγινε Ρενάτο, εκτός αν μας βγαίνει πότε πότε Μπέτυ…». [3]

Παραπομπές

 [1] Κ. Δεληκωσταντή –Το ήθος της ελευθερίας-Δόμος 1990

[2] Χρ. Γιανναρά «Κεφάλαια πολιτικής» 1985

[3] Κώστα Ζουράρη – Μισγάγγεια απερινόητη – εκδ. Αρμός 4 εκδ 1993

 

ΠΗΓΗ: Σάββατο, Ιούνιος 18, 2011, http://www.kalavrytanews.com/2011/06/blog-post_5093.html

Μοντέλο η Νορβηγία!

Μοντέλο η Νορβηγία!

 

Του Δημήτρη Καζάκη


 

Ήρθε πια το πλήρωμα του χρό­νου. Αφού οι διεθνείς τοκο­γλύφοι έφεραν σε πλήρες αδι­έξοδο την ελληνική οικονομία και κοι­νωνία με τις πολιτικές του μνημονίου, ήρθε η ώρα να βάλουν χέρι στα αση­μικά του σπιτιού. Πουλήστε, αν θέλε­τε να γλυτώσετε, μας λένε φίλοι, σύμ­μαχοι και εταίροι. Πουλήστε ό,τι έχετε και δεν έχετε. Τη φιλοσοφία της τρό­ικας αποτύπωσε με εξαιρετική σαφή­νεια ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ στις 17.5:

«Δεν θα απέκλεια εντελώς μια μορ­φής αναδιάταξης (του χρέους), αλλά αυτό δεν αποτελεί μεμονωμένη απά­ντηση. Πρώτα χρειαζόμαστε νέα μέ­τρα από την Ελλάδα για να φτάσει τους δημοσιονομικούς στόχους του 2011. Έπειτα πρέπει να έχουμε τη διαβεβαίωση ότι το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων θα φτάσει σε έναν ικανοποιητικό για εμάς όγκο. Ύστερα θα δούμε αν χρειάζονται συμπληρω­ματικά μέτρα. Και μόνο τότε, αν εκ­πληρωθούν όλοι αυτοί οι όροι, μπο­ρούμε να συζητήσουμε θέμα αναδιά­ταξης. Δεν είναι αναδιάταξη ή τίποτα. Είναι μέτρα, μέτρα και μέτρα και μετά ίσως αναδιάταξη».

Ξεπούλημα αίσχους

Με άλλα λόγια, η φιλοσοφία της τρόικας είναι απλή. Θα πρέπει διαρ­κώς να υιοθετούνται απανωτά μέτρα, που ξέρουν εξαρχής ότι δεν μπορούν να συγκρατήσουν το χρέος. Όμως οδηγούν την κοινωνία στην απελπι­σία και σε κατάσταση τέτοια που μπο­ρεί να δεχτεί πιο εύκολα εκβιασμούς και πιέσεις. Κι όταν έχει προχωρήσει το ξεπούλημα, τότε ίσως να συζητή­σουν κάποια αναδιάταξη, που εκ προ­οιμίου ξέρουν ότι δεν μπορούν να την εφαρμόσουν σε ολόκληρο το δημό­σιο χρέος της Ελλάδας.

Έτσι λοιπόν στήθηκε το σκηνικό για τη δεύτερη φάση της πέμπτης ιστορικά χρεοκοπίας της Ελλάδας. Μέτρα, μέτρα και μέτρα, μαζί με γενικευμέ­νο ξεπούλημα.

Η κυβέρνηση βιάστηκε να ανακοι­νώσει την πρώτη φουρνιά των λεγό­μενων αποκρατικοποιήσεων. Αυτό, σύμφωνα με ανακοίνωση της Διυ­πουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώ­σεων και Αποκρατικοποιήσεων στις 18.5, προβλέπει αναλυτικά:

Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονο­μικών κ. Παπακωνσταντίνου, τα εκτι­μώμενα έσοδα από το πρώτο κύμα αποκρατικοποιήσεων εντός του 2011 εκτιμώνται σε 3,5 έως 5,5 δισ. ευ-ρώ. Το δεύτερο κύμα εντός του 2012 εκτιμάται ότι θα αποφέρει άλλα 4 με 6 δισ. ευρώ. Ενώ το τρίτο κύμα εντός του 2013 θα δώσει γύρω στα 4,5 με 5,5 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, σε σύνολο το τριετές αυτό πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων θα αποφέρει 12 – 17 δισ. ευρώ.

Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με το αν και κατά πόσο θα μπορέσει να πιάσει αυτές τις αποδόσεις. Ας υποθέσουμε ότι τις πιάνει. Έτσι η κυβέρνηση κα­λείται να πουλήσει περιουσία και επι­χειρήσεις που έχουν συνολική οικο­νομική επιφάνεια άνω των 120 δισ. ευρώ έναντι 12 – 17 δισ. ευρώ. Κι όχι μόνο αυτό. Τα χρήματα αυτά θα πάνε κατευθείαν στους δανειστές.

Πόσο θα ελαφρύνουν την εξυπηρέ­τηση του χρέους; Ελάχιστα. Μόνο τη διετία 2012 και 2013 προβλέπονται δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους που θα ξεπερνούν τα 100 δισ. ευρώ. Επομένως αυτά που αναμένει η κυ­βέρνηση να πιάσει από τις αποκρα­τικοποιήσεις δεν είναι παρά σταγόνα στον ωκεανό.

11 εκατ. παρείσακτοι

Η Ελλάδα είναι ένα πολύ προνομι­ακό οικόπεδο σε μια εξαιρετικά συμ­φέρουσα περιοχή του κόσμου. Έχει όμως ένα κακό. Διαθέτει 11 εκατομ­μύρια παρείσακτους. Γι’ αυτό και το ξεπούλημα δεν ξεκίνησε με τη δημό­σια περιουσία και τις αποκρατικοποι­ήσεις, αλλά με τον ανθό της ελληνι­κής κοινωνίας, τη νέα γενιά εργαζο­μένων. Προκειμένου να επιβιώσει, ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος της νέας γενιάς είναι ήδη υπ’ ατμόν. Φεύ­γει ή κανονίζει να φύγει στο εξωτε­ρικό σε αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος. Όταν μια κοινωνία ξεπου­λάει έτσι τη νέα γενιά της είναι καταδικασμένη.

Το πιο σημαντικό δεν είναι αυτό, αλ­λά άλλο. Αν τα πουλήσει όλα το κρά­τος, τότε με τι θα μπορέσει να συμβά­λει στην ανάπτυξη της χώρας και στην ανάκαμψη της οικονομίας; Τι άλλο θα χρειαστεί να πουλήσει όταν ανακα­λύψει η κυβέρνηση και η τρόικα ότι ακόμη και ολόκληρη η δημόσια πε­ριουσία δεν είναι αρκετή για να εξυ­πηρετηθεί το χρέος; Μήπως το εθνι­κό έδαφος; Μάλλον ναι, μιας και με τη Σύμβαση Δανειακής Διευκόλυνσης η χώρα έχει παραιτηθεί «άνευ όρων και αμετάκλητα», όπως ρητά αναφέ­ρεται, από την εθνική της κυριαρχία. Κι επομένως είναι δυνατή ακόμη και η εκποίηση εθνικού εδάφους.

Στα ερωτήματα αυτά απαντά η δι­ατεταγμένη δημοσιογραφία με κραυ­γές περί σπάταλου και διογκωμένου κράτους. Μάλιστα ορισμένοι παπα­γάλοι συγκεκριμένων παρασιτικών επιχειρηματικών συγκροτημάτων που ελέγχουν και τα ΜΜΕ είπαν ότι η Ελλάδα είναι το τελευταίο κομμουνι­στικό κράτος της Ευρώπης.

Προφανώς οι κύριοι αυτοί, υπό το κράτος της φρενίτιδας που έχει προ­καλέσει στους καρχαρίες της αγοράς το μαζικό ξεπούλημα του δημοσίου, τα έχασαν τελείως. Όμως, επειδή λέ­γονται απίστευτες ανοησίες σχετικά με το μέγεθος του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα οφείλουμε να διευκρι­νίσουμε ορισμένες στοιχειώδεις αλή­θειες.

Επιλεκτική σπατάλη

Καταρχάς ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα δεν είναι τόσο διογκωμένος όσο λένε. Αν δούμε τα στοιχεία του Πίνακα 1 της Eurostat θα διαπιστώ­σουμε ότι το μέγεθος του δημόσιου τομέα με όρους συνόλου δαπανών της γενικής κυβέρνησης βρίσκεται περίπου στον μέσο όρο της Ευρωπα­ϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Για ολόκληρη την περίοδο 1999-2010.

Κι όχι μόνο αυτό. Αν παρατηρήσει κανείς τα στοιχεία προσεκτικά θα δει ότι κατά κανόνα όσο πιο ανεπτυγμέ­νη είναι μια οικονομία τόσο μεγαλύ­τερο κράτος διαθέτει. Είναι τυχαίο που η Δανία, η Γαλλία, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Φινλανδία, η Σουηδία κ.ο.κ., έχουν αρκετά πιο διογκωμέ­νους δημόσιους τομείς; Μήπως αυ­τές οι χώρες είναι κομμουνιστικές ή σοβιετικές και δεν το ξέρουν; Κι αν για την κρίση και το χρέος φταίει το μεγάλο, κακό και σπάταλο κράτος, τότε γιατί αυτές οι χώρες δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα χρεοκοπίας όπως η Ελλάδα;

Είναι αλήθεια ότι το δημόσιο στην Ελλάδα είναι διεφθαρμένο και παρα­σιτικό. Αυτό δεν οφείλεται στο μέ­γεθός του, ούτε στις σπατάλες του. Άλλωστε το ελληνικό δημόσιο είναι επιλεκτικά σπάταλο. Ενώ διαθέτει τις χαμηλότερες δαπάνες στην Ε. Ε. για υγεία και παιδεία, δαπανά ταυτόχρο­να σχεδόν τα διπλάσια, ως ποσοστό του ΑΕΠ, στις κρατικές προμήθειες από τον μέσο όρο της Ε.Ε.

Όταν πρόκειται για ημέτερους, κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες και μεγαλοεργολάβους το ελληνικό δη­μόσιο είναι σπάταλο όσο εκεί που δεν παίρνει. Όταν πρόκειται για τις βασι­κές κοινωνικές ανάγκες του λαού, τό­τε πάντα συμβαίνει το δημόσιο ταμείο να μην επαρκεί.

Υπόδειγμα

Το βασικό πρόβλημα με τον δημό­σιο τομέα δεν είναι πόσο μεγάλος ή μικρός είναι. Άλλωστε το πόσο μεγά­λος χρειάζεται να είναι ένας δημόσι­ος τομέας εξαρτάται από το τι κοινω­νία και τι οικονομία θέλει κανείς. Αν θέλουμε μια κοινωνία όπου να βασι­λεύει το πορτοφόλι και μια οικονομία έρμαιο της αγοράς, τότε ο δημόσιος τομέας πρέπει να είναι μικρός. Γι’ αυ­τό άλλωστε και όσο πιο ευάλωτη, όσο πιο σαθρή είναι μια οικονομία, όσο πιο «τριτοκοσμική» είναι μια χώρα, τόσο πιο περιορισμένο, ισχνό, παρα­σιτικό και διεφθαρμένο δημόσιο το­μέα έχει.

Αντίθετα, αν θέλουμε μια κοινω­νία με ανεπτυγμένες υποδομές και υπηρεσίες αντίστοιχες των απαιτή­σεων των πιο ζωτικών αναγκών της, αν θέλουμε μια θωρακισμένη οικο­νομία απέναντι στα ιδιωτικά μονοπώ­λια και την ασυδοσία των αγορών, με αναπτυξιακή δυναμική, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να έχουμε έναν μεγά­λο και ανεπτυγμένο δημόσιο τομέα όχι μόνο στο επίπεδο των υπηρεσι­ών, αλλά και στο επίπεδο της επιχει­ρηματικής δράσης.

Για να γίνει κατανοητό αυτό θα χρησιμοποιήσουμε ένα παράδειγμα. Ποια οικονομία σήμερα στην Ευρώ­πη έχει τα λιγότερα οικονομικά προ­βλήματα από την παγκόσμια ύφεση; Η Νορβηγία. Η χώρα αυτή δεν έχει προς το παρόν παρουσιάσει τα συ­μπτώματα κρίσης και ύφεσης που κα­τατρέχουν όλες τις άλλες χώρες της Ευρώπης, μικρές και μεγάλες. Είναι τυχαίο ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει σε μια οικονομία που δεν συμμετέχει ού­τε στην Ε.Ε. ούτε στην Ευρωζώνη; Όχι βέβαια. Το γεγονός ακριβώς ότι έχει διατηρήσει την ανεξαρτησία της είναι εκείνο που την έχει προστατέψει από τις οξείες εκδηλώσεις της κρίσης.

Η Νορβηγία ως ανεξάρτητη χώρα και καλά προστατευμένη εθνική οι­κονομία έχει κατά κεφαλή ΑΕΠ που φτάνει τα 95 χιλιάδες δολάρια. Έχει το υψηλότερο κατά κεφαλή ΑΕΠ στην Ευρώπη (ανατολική και δυτική) μετά το Λουξεμβούργο. Πολύ ψηλότερο απ’ όλες τις μεγάλες οικονομίες της Ε.Ε., όπως είναι η Γερμανία, η Γαλλία, η Ολλανδία, η Βρετανία κ.ο.κ.

Η Ελλάδα μόλις και μετά βίας φτά­νει τα 35 χιλιάδες δολάρια κατά κε­φαλή ΑΕΠ. Η Νορβηγία, αν και με πληθυσμό λιγότερο από τον μισό της Ελλάδας, παράγει ΑΕΠ κατά 20% με­γαλύτερο από αυτό της χώρας μας. Θυμηθείτε το αυτό στις παρακάτω συγκρίσεις.

Συνεχίζει ακάθεκτη

Ο Πίνακας 2 παρουσιάζει τις επίση­μες προβλέψεις για τη Νορβηγία τα επόμενα χρόνια. Σε μια εποχή βαθιάς ύφεσης της παγκόσμιας οικονομίας που έχει αγκαλιάσει ακόμη και τις πιο μεγάλες οικονομίες, η Νορβηγία συ­νεχίζει ακάθεκτη.

Σε μια εποχή όπου βασιλεύει η πιο άγρια μονόπλευρη λιτότητα και ταυ­τόχρονα ο εκτροχιασμός της ανεργί­ας, στη Νορβηγία η ανεργία, αν και βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, εξακολουθεί να μειώνεται. Ενώ ταυ­τόχρονα οι ετήσιες αποδοχές των ερ­γαζομένων σε σταθερές τιμές αυξά­νονται σημαντικά. Τι συμβαίνει; Πώς γίνεται και η Νορβηγία είναι μια τέ­τοια «παραφωνία» μέσα στη γενικευ­μένη παραζάλη των μέτρων κοινωνι­κής απελπισίας που θεωρούνται σή­μερα μονόδρομος;

Μην βιάζεστε να μιλήσετε για πε­τρέλαια. Η Νορβηγία έχει περίπου τον ίδιο φυσικό και ορυκτό πλούτο με την Ελλάδα. Με μια μόνη διαφορά. Αυτή τον αξιοποιεί προς όφελός της υπό καθεστώς κρατικής ιδιοκτησίας και δεν βιάζεται να τον ξεπουλήσει στον πρώτο τυχόντα επενδυτή της αγοράς. Η Ελλάδα επιπλέον έχει σημαντικά «συγκριτικά πλεονεκτήματα» που δεν έχει η Νορβηγία, όπως π.χ. τεράστιες δυνατότητες αγροτικής και μεταποιη­τικής ανάπτυξης. Με την προϋπόθε­ση βέβαια ότι δεν θα πνίγεται από τις ανοιχτές αγορές και την κοινή αγροτι­κή πολιτική της Ε.Ε.

Τεράστιο, αλλά… πλεονασματικό δημόσιο!

Για μια συνοπτική εικόνα της Νορβηγίας κοιτάξ­τε τον Πίνακα 3. Ο πληθυσμός αυτής της χώρας ανέρχεται κοντά στα 5 εκατομμύρια με δημογρα­φικά στοιχεία αρκετά όμοια με εκείνα του ελλη­νικού πληθυσμού. Αυτό όμως δεν την εμποδίζει από το να έχει ένα από το πιο ανεπτυγμένα συ­στήματα κοινωνικής ασφάλισης, το οποίο χρη­ματοδοτείται κυρίως από το Κρατικό Επενδυτικό Κεφάλαιο της Νορβηγίας, όπου καταλήγει το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων από το πετρέλαιο. Και τα παράξενα δεν σταματούν σ’ αυτό.

Παρά το γεγονός ότι έχει σχεδόν τον μισό πληθυσμό από τον ελληνικό, διαθέτει σχεδόν τον ίδιο αριθμό δη­μοσίων υπαλλήλων με εκείνον της Ελλάδας, γύρω στους 780 χιλιάδες. Και ω του θαύματος δαπανά για τους μισθούς αυτών των δημοσίων υπαλλήλων πολύ παραπάνω απ’ ό,τι δαπανά το ελληνικό κρά­τος. Η Νορβηγία δαπανά το 14% του ΑΕΠ της για μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ η Ελλάδα με τον ίδιο αριθμό δημοσίων υπαλλήλων και με μι­κρότερο ΑΕΠ δαπανά μόλις το 11%.

Μονιμότητα!

Επιπλέον το καθεστώς εργασίας των δημοσί­ων υπαλλήλων της Νορβηγίας δεν περιλαμβάνει συμβασιούχους, ωρομίσθιους, συμβάσεις έργου κ.ο.κ., όπως στην Ελλάδα. Το ελληνικό δημόσιο απασχολεί το προσωπικό του με 17 διαφορετικά εργασιακά καθεστώτα. Η Νορβηγία διαθέτει ένα αποκλειστικά καθεστώς εργασίας στο δημόσιο, τη μονιμότητα.

Και τι συνέβη; Μήπως η Νορβηγία είναι στο χείλος της χρεοκοπίας; Κάθε άλλο. Ο προϋπο­λογισμός της είναι μονίμως πλεονασματικός, 10,6% του ΑΕΠ για το 2010. Ενώ το δημόσιο χρέ­ος της φτάνει μόλις το 43,1% του ΑΕΠ της χώρας.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η Νορβηγία έχει προβεί και σε άλλα θανάσιμα αμαρτήματα. Συντηρεί έναν τεράστιο αριθμό δημόσιων και δη­μοτικών επιχειρήσεων, πάνω από 3 χιλιάδες, οι οποίες εκτός όλων των άλλων ανήκουν αποκλει­στικά στο δημόσιο και παράγουν πλεονάσματα.

Με αυτά τα πλεονάσματα χρηματοδοτείται πά­νω από το 50% των κρατικών εσόδων και έτσι το νορβηγικό κράτος δεν έχει την ανάγκη να γδέρνει φορολογικά τους πολίτες του και ιδίως τους εργαζομένους. Θα μπορούσε να αντισταθεί στην παγκόσμια ύφεση η Νορβηγία και να αναπτύσσε­ται χωρίς λιτότητες, περικοπές και ιδιωτικοποιή­σεις, αν δεν διέθετε αυτόν τον εξαιρετικά εκτε­ταμένο, ισχυρό και παραγωγικό δημόσιο τομέα; Θα μπορούσε η Νορβηγία να ήταν στην ίδια πλε­ονεκτική θέση, αν είχε κάνει το θανάσιμο λάθος να ενταχθεί στην Ε.Ε. και είχε παραδώσει το νόμισμα, την οικονομία και την κυριαρχία της στην Κομισιόν και την ΕΚΤ; Ούτε κατά διάνοια!

Τι φταίει λοιπόν και στην Ελλάδα δεν μπορού­με να έχουμε μια αντίστοιχη οικονομία; Το με­γάλο και σπάταλο κράτος; Οι κοπρίτες δημόσιοι υπάλληλοι; Ή όλος εκείνος ο συρφετός που μας κυβερνά δεκαετίες τώρα με τις πλάτες της πιο παρασιτικής και ληστρικής ολιγαρχίας που έχει γνωρίσει η ιστορία;

Ο ίδιος συρφετός και η ίδια η ολιγαρχία που πασχίζουν σήμερα να ολοκληρώσουν τη λεηλα­σία της χώρας με το γενικό ξεπούλημα της δη­μόσιας περιουσίας και του κράτους. Ο ίδιος συρ­φετός που αδίστακτα φορολογεί ακόμη και τους ανέργους για να πληρώσει τους τοκογλύφους και διώχνει μαζικά τη νέα γενιά από αυτή τη χώ­ρα υπό καθεστώς γενικευμένης απόγνωσης και απελπισίας.

 

* Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Οικονομολόγος – Αναλυτής

 

ΠΗΓΗ: (ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ “Π” ΣΤΙΣ 15-06-11), http://www.topontiki.gr/article/18383

Η Κοινοβουλευτική Χούντα και η αντίσταση

Η Κοινοβουλευτική Χούντα και η αντίσταση

 

Του Τάκη Φωτόπουλου*


 

Η κοινοβουλευτική Χούντα που στηρίζεται στην συστηματική εξαπάτηση του ελληνικού λαού, από την υφαρπαγή της ψήφου του στις περασμένες εκλογές, (όταν εξελέγη για την υλοποίηση ενός τυπικού σοσιαλ-φιλελεύθερoυ προγράμματος, ενώ στη πράξη εφάρμοσε το πιο αντιδραστικό οικονομικό πρόγραμμα στην Ελληνική Ιστορία), μέχρι την απάτη του δήθεν «μονόδρομου» — τώρα προχώρησε σε μια ακόμη απάτη.

Δηλαδή, στην απάτη ότι δήθεν επιδίωκε συγκυβέρνηση με το άλλο κόμμα εξουσίας ενώ, στην πραγματικότητα, τα δύο κόμματα απλώς συναγωνιζόντουσαν να δώσουν πιστοποιητικά καλής διαγωγής στα αφεντικά τους της τρόικας που πίεζαν ασφυκτικά για «συναίνεση», ώστε να αποφευχθεί η σημερινή πολιτική κρίση.

Η κρίση αυτή ήταν αναπόφευκτη από τη στιγμή που το εναλλακτικό κόμμα εξουσίας (ΝΔ) δεν είχε καμιά διάθεση να συμμεριστεί τις ευθύνες ενώ την εξουσία τη νέμονταν το ΠΑΣΟΚ, τα στελέχη του οποίου  επανειλημμένα έδειξαν ότι δεν έχουν κανένα πρόβλημα να καταστρέψουν τον λαό αρκεί να μη χάσουν την εξουσία, όπως άλλωστε θα έκαναν και τα στελέχη του εναλλακτικού κόμματος στην θέση του. Μόνο έμμεσα, επομένως, η κρίση προκλήθηκε από τη λαϊκή πίεση και οπωσδήποτε όχι από τους «αγανακτισμένους» που δεν έχουν ακόμη θέσει ούτε σαφείς στόχους και μέσα πραγματοποίησης τους.

Όσον αφορά στην κοινοβουλευτική Αριστερά, ουσιαστικά, παίζει το παιχνίδι του «άτακτου παιδιού». Αντί δηλαδή να έχει αποχωρήσει από την Βουλή από καιρό, ώστε να μη νομιμοποιεί μια Χούντα που χωρίς την οποιαδήποτε σχετική λαϊκή εντολή υλοποιεί τη μεγαλύτερη εσκεμμένη οικονομική καταστροφή από την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, (η οποία συμπεριλαμβάνει το ξεπούλημα σε τιμή ευκαιρίας του  κοινού πλούτου), και να ηγηθεί ενός λαϊκού κινήματος που θα πάλευε ενάντια στις πραγματικές αιτίες τη κρίσης, άλλοι φαίνεται να είναι οι στόχοι της.  Έτσι, η μεν ρεφορμιστική Αριστερά, που συμφωνώντας με τους ‘συστημικούς’ αναλυτές, θεωρεί το Χρέος, δηλαδή το σύμπτωμα της κρίσης, ως την αιτία της, φαίνεται να έχει  βασικό στόχο την αύξηση του εκλογικού ποσοστού  της για να δημιουργήσει «άλλο συσχετισμό δυνάμεων» (σε τρία τέρμινα!). Η δε αντικαπιταλιστική Αριστερά (κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική) φαίνεται να βρίσκεται κάπου στις αρχές του περασμένου αιώνα και να ελπίζει ότι η εξαθλίωση που αναπόφευκτα θα φέρει η Λατινοαμερικανοποίηση της χώρας θα οδηγήσει σε επαναστατικές συνθήκες, που θα της δώσουν τη δυνατότητα  να παλέψει κατά των πραγματικών αιτίων της κρίσης. Και αυτό ενώ, όπως επανειλημμένα δείχθηκε στο τέλος του περασμένου αιώνα, η εξαθλίωση που δημιουργεί το παγκοσμιοποιημένο σύστημα σήμερα απλά οδηγεί σε μεγαλύτερη εξατομίκευση και αγώνα επιβίωσης όλων εναντίον όλων, ή σε εύκολα συντριβόμενες από την εξουσία εξεγέρσεις (Αργεντινή), ή  σε ανώδυνες για το σύστημα εξεγέρσεις που αυτοδιαλύονται (Ισπανία).

Σήμερα, η κοινοβουλευτική  Χούντα μετατρέπεται ραγδαία σε κανονική Χούντα, έστω χωρίς στρατιωτικό μανδύα, ουσιαστικά απαγορεύοντας κάθε ενοχλητική απεργία (πέρα από τις ανώδυνες σπασμωδικές απεργίες που κηρύσσουν οι κομματικοί της εγκάθετοι στα συνδικάτα) και οποιαδήποτε εξίσου ενοχλητική εκδήλωση πραγματικής διαμαρτυρίας. Και εάν το «κίνημα» των αγανακτισμένων το υποστήριζαν μέχρι τώρα όλα τα ΜΜΕ μέχρι τον… τ. βασιλιά, αυτό δεν ήταν άσχετο με το ότι είναι ανώδυνο για τις ελίτ, αφού ούτε καν μπόρεσε να σταματήσει τους  χουντικούς βουλευτές να συνεχίσουν τη «δουλειά» τους με το μεσοπρόθεσμο. Έγινε λοιπόν φανερό ότι αν η κλασική δημοκρατία έπασχε από τους δημαγωγούς, η σύγχρονη απόπειρα άμεσης δημοκρατίας πάσχει από το ακόμη σημαντικότερο γεγονός ότι  το θεσμικό περιβάλλον του πειράματος αυτού είναι τόσο εχθρικό απέναντί της που την υπονομεύει με κάθε τρόπο — πράγμα που αποδείχνει και το αβάσιμο  των απόψεων της ρεφορμιστικής «αριστεράς» ότι είναι δυνατή η «συμπλήρωση» της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας με την άμεση δημοκρατία, συμπλήρωση που θρασύτατα χαρακτηρίζεται μάλιστα και ως «κλασική δημοκρατία»![1]

Το ίδιο δηλαδή το γεγονός της ύπαρξης οργανωμένων κομμάτων, ιδιαίτερα κοινοβουλευτικών με άφθονους χρηματικούς και ανθρώπινους πόρους που έχουν τη δύναμη να «καπελώνουν» τη συνέλευση με διάφορες μεθοδεύσεις, είναι καθοριστικό. Εύκολα οι πολυποίκιλες «γραμματείες» που θεωρητικά είναι ανοικτές σε όλους, στην πράξη επανδρώνονται από αυτούς που έχουν την σχετική άνεση χρόνου (κάτι ήξερε ο Περικλής που εισήγαγε το σύστημα των αποζημιώσεων)! Ιδιαίτερα μάλιστα όταν, όπως καταγγέλθηκε επανειλημμένα στα ιντιμίντια αλλά και αλλού,[2] αυτές έχουν τη δυνατότητα  ουσιαστικά να καθορίζουν τόσο το πώς διαμορφώνονται τα θέματα προς συζήτηση στη συνέλευση όσο και τους «ειδικούς» που καλούνται για κρίσιμα θέματα όπως τα αίτια της σημερινής  κρίσης, προκαθορίζοντας έτσι τις μελλοντικές αποφάσεις της. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι τη στιγμή που στις χθεσινές μαζικές συγκεντρώσεις σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας έκαιγαν τη σημαία της ΕΕ και το αντί-ΕΕ κίνημα φουντώνει σε όλη της Ελλάδα, «κατά σύμπτωση», η έξοδος από την ΕΕ για όλους τους ειδικούς που κλήθηκαν στο Σύνταγμα, ήταν ταμπού…


*http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/

 

Παραπομπές

 

[1] [Costas Douzinas, “This is classic democracy “, Guardian, 16/6/2011

[2]  βλ. “O εξευτελισμός της  «άμεσης δημοκρατίας» στο Σύνταγμα από την ανίερη συμμαχία ρεφορμιστικής και πατριωτικής «αριστεράς», 10/6/2011, http://www.inclusivedemocracy.org/brochures/2011.06.09__exeftelismos_amesis_dimokratias.html

 

ΠΗΓΗ:  Έντυπη Έκδοση, Ελευθεροτυπία, Σάββατο 18 Ιουνίου 2011, http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=285426

Αντίλογος: Γεωπολιτική διάσταση της κρίσης

Γεωπολιτική διάσταση της κρίσης και αντίλογος σε μία θεώρηση

 

Του Παντελή Ραδίση*

 

Διάβασα προχθές με προσοχή, το άρθρο που δημοσίευσε ο κ. Καραμπελιάς στο site της Σπίθας. Πιστεύω ότι το εν λόγω άρθρο έχει σοβαρά θέματα τόσο θεμελίωσης όσο και μεθοδολογίας. Προκειμένου όμως να μπορέσουμε να θέσουμε το πεδίο της συζήτησης πρέπει να ορίσουμε βασικές παραδοχές. Η κρίση στην πατρίδα μας είναι οικονομική, πολιτιστική και κοινωνική. Η πατρίδα μας υπάρχει και ταξιδεύει μέσα στο χρόνο στο συγκεκριμένο γεωπολιτικό περιβάλλον.

Η υποχώρηση της χώρας σε οικονομικό επίπεδο αφορά της στρατηγική που έχει χαράξει η εγχώρια ελίτ από την   απελευθέρωση μέχρι σήμερα. Είναι σαφές ότι στην ζωή και στην φύση δεν υπάρχει κενό και ό,τι εγκαταλείπεται θα καλυφθεί από κάτι άλλο. Επίσης είναι σαφές ότι η διαδρομή της ιστορίας πρέπει να εξετάζεται για την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων για το παρόν. Αντιθέτως, η προσπάθεια θεμελίωσης προϋπαρχουσών απόψεών μας σε ιστορικά προηγούμενα, εμπεριέχει σοβαρότατους κινδύνους για την αξία και την αξιοπιστία της κρίσεώς μας.  Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή.

Στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου από το 1.000 μ.χ περίπου, συγκρούονται τρεις πολιτισμικές ομάδες. Η Δύση, το Βυζάντιο και το Ισλάμ. Το Βυζάντιο ως ενδιάμεση πολιτιστική και πολιτική οντότητα, κατ’ αρχήν εξωθείται βιαίως εκτός της Μικράς Ασίας και το 1453 παύει να υφίσταται ως πολιτιστικό, οικονομικοκοινωνικό και πολιτικό μέγεθος στην περιοχή. Η ανασύσταση του Ελληνικού κράτους αποτελεί μια μικρή και χλωμή αναβίωση όχι του πολιτικού Βυζαντίου αλλά του πολιτιστικού. Η τυχοδιωκτική εκστρατεία στη Μικρά Ασία και η καταστροφή το 1922 έχει ως συνέπεια την οριστική έξοδο των Ελλήνων από αυτήν και την μετατόπιση της σύγκρουσης στον χώρο του Αιγαίου.  Όλα τα παραπάνω είναι μάλλον προφανή. Όμως προκειμένου να δούμε τι θα κάνουμε, πρέπει πρώτα να γνωρίζουμε καλά τι μας συμβαίνει και κυρίως γιατί.  Η συρρίκνωση λοιπόν του Βυζαντίου οφείλεται μόνο στις στρατιωτικές ήττες που υπέστη από τους Φράγκους και τους Τούρκους; Εάν διαβάσουμε προσεκτικά το άσμα του Αρμούρη, αλλά και τις πηγές τις εποχής, θα δούμε την συγκρότηση της κοινωνικής δομής της βυζαντινής κοινοπολιτείας μέχρι περίπου το 900 μ.Χ. Το εμπόριο είναι σε ανάπτυξη και τα εδάφη καλλιεργούνται από μικρούς ανεξάρτητους καλλιεργητές, οι οποίοι υπερασπίζονται και την γη τους.  Το σύστημα αυτό για 600 περίπου χρόνια είναι αποτελεσματικό και το Βυζάντιο αντιμετωπίζει αποτελεσματικά όλες τις επιθέσεις στα εδάφη του. Οι αλλαγές στην γραμμή των συνόρων του είναι επί μέρους και μη αξιολογήσιμες στο ιστορικό πεδίο.

Η συγκέντρωση της μεγάλης γεωκτησίας στους δυνατούς, οι οποίοι γίνονται κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, η εξαφάνιση των μικρών καλλιεργητών και η μετατροπή τους σε δουλοπάροικους, η εξαφάνιση της τάξης των εμπόρων και η ενσωμάτωση του εμπορίου ως δεύτερης δραστηριότητας στα εισοδήματα των δυνατών, οδηγούν ταχύτατα στην παρακμή της βυζαντινής ελίτ και στην συνέχεια και στην ήττα στο στρατιωτικό πεδίο. Η μετατροπή δηλαδή της ελίτ από παραγωγική σε παρασιτική, αποδιαρθρώνει ταχύτατα την παραγωγική βάση του Βυζαντίου, εκφυλίζει την ίδια την ελίτ, η οποία το μόνο αίτημα που προβάλει είναι η διατήρηση όσων έχει, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν της το δυναμικό πεδίο των αλλαγών που πραγματοποιούνται τόσο στο εσωτερικό της βυζαντινής κοινωνίας όσο και στο γεωπολιτικό της περιβάλλον. Οι αλλεπάλληλοι εμφύλιοι εκφράζουν την κρίση στο επίπεδο του εποικοδομήματος και καταδεικνύουν τις τάσεις αποδιάρθρωσης της κεντρικής εξουσίας. Όλα τα παραπάνω οδηγούν το Βυζάντιο στην πτώση του.

Κομβικό σημείο στην πορεία των Ελλήνων είναι η κατοχή. Κατά την διάρκεια αυτής, στο κοινωνικό πεδίο υπάρχουν σοβαρότατες ανακατατάξεις. Είναι η πρώτη σοβαρή αμφισβήτηση της διοίκησης της ελίτ στη χώρα. Η ελίτ με τη βοήθεια των αγγλικών στρατευμάτων στην αρχή και μάλιστα συνταγμάτων της βρετανικής κοινοπολιτείας και στη συνέχεια με την χρήση των ταγμάτων των δοσιλόγων, θα νικήσουν το λαϊκό κίνημα.  Κατά τη διάρκεια της κατοχής και αμέσως μετά από αυτήν, κυριολεκτικά εξολοθρεύτηκαν οι καλύτεροι Έλληνες είτε ανήκαν στον προοδευτικό χώρο είτε στον συντηρητικό.  Η διοίκηση παραδόθηκε στα «καθάρματα» που στηριγμένα στις Αγγλικές στην αρχή και στις Αμερικάνικες λόγχες στη συνέχεια, διοίκησαν την πατρίδα ως προτεκτοράτο. Σε αντάλλαγμα πήραν ως λάφυρο το κράτος. Το Ελληνικό κράτος του λοιπού υπάρχει για να εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους, για να κάνουν τις δουλίτσες τους. Ευγνώμονες προς τους ξένους, τους δίνουν ό,τι θέλουν. Από ποια τμήματα όμως απαρτίζεται αυτή η ελίτ σήμερα; Ένα τμήμα είναι οι εφοπλιστές, στη συντριπτική τους πλειοψηφία κάτοικοι του city του Λονδίνου για τρεις γενιές. Στέλνουν τα παιδιά τους στα πανεπιστήμια της Αμερικής και της Ευρώπης. Η σχέση τους με την Ελλάδα δεν ξεπερνά τα όρια του folklore και εκ των πραγμάτων η συνείδηση που διαμορφώνουν είναι κοσμοπολίτικη. Η αντίληψη που έχουν για την πατρίδα έχει αντιστοιχίες με την αντίληψη που είχαν για το γένος οι φαναριώτες.

Δεύτερη κατηγορία είναι οι διαχειριστές ξένων κεφαλαίων. Τα συμφέροντά τους αναφέρονται σε κεφάλαια του εξωτερικού και συνδέουν απόλυτα την τύχη τους με τους στρατηγικούς και τακτικούς σχεδιασμούς των κεφαλαιακών συσσωματώσεων που εκπροσωπούν. Σε πολλές περιπτώσεις, οι επιχειρηματικές δράσεις που αναλαμβάνονται και έχουν να κάνουν με το Ελληνικό Δημόσιο αφορούν στη νομιμοποίηση αυτών των κεφαλαίων. Τρίτη κατηγορία είναι οι απόγονοι των δωσίλογων. Ο πλούτος που και αυτή η κατηγορία έχει συσσωρεύσει, εξαρτάται άμεσα από την προστασία του ξένου παράγοντα. Και οι τρεις κατηγορίες και κυρίως η δεύτερη και η τρίτη κάνουν δουλειές σχεδόν αποκλειστικά με το κράτος. Το κράτος και τα δημόσια έργα είναι το προνομιακό, αν όχι το αποκλειστικό πεδίο του πλουτισμού τους. Ο δανεισμός της χώρας οφείλεται κυρίως στην επιθυμία τους για την αναπαραγωγή του πλούτου τους. Είναι μάλλον σαφές ότι ο δανεισμός της χώρας δεν έχει να κάνει κυρίως με την εξυπηρέτηση των πληρωμών του προσωπικού που απασχολεί το κράτος, αλλά με την πληρωμή των δημόσιων έργων, με την υπερτιμολόγηση των οποίων έχει γίνει ένα πρωτοφανές πάρτυ. Η ελίτ λοιπόν, είναι αντιπαραγωγική γιατί λειτούργησε και συνεχίζει να λειτουργεί στο προστατευμένο περιβάλλον των δημοσίων έργων και ως εκ τούτου βαθειά συντηρητική, με την έννοια του ζωτικού της ενδιαφέροντος για την διατήρηση του status quo και την συνέχιση της διαδικασίας πλουτισμού της με τον ίδιο τρόπο. Έχει νοοτροπία εισοδηματία και όχι επιχειρηματία, διότι κύρια πηγή πλουτισμού της ήταν μέχρι τώρα οι κρατικές δαπάνες. Γι’ αυτό το λόγο, το πολιτικό προσωπικό, το οποίο την εξυπηρετούσε και την εξυπηρετεί μέχρι σήμερα, οδήγησε σε έναν αλόγιστο δανεισμό τη χώρα.

Όμως, το διεθνές πεδίο μεταβάλλεται ραγδαία και αυτό αναδεικνύει περισσότερο την παρακμή της που είναι ταυτόχρονα πολιτική, πολιτισμική, κοινωνική και ηθική. Η υποχώρηση της θέσεως της χώρας στο διεθνές περιβάλλον δεν οφείλεται κυρίως σε αντιλήψεις, «ιδέες», αλλά στην ανυπαρξία των αιτημάτων της ελληνικής ελίτ. Η ελληνική ελίτ, το μόνο αίτημα που είχε μέχρι σήμερα, ήταν η διατήρηση της θέσης της. Σήμερα, το αίτημά της αναδιαμορφώνεται σε αίτημα αντιπροσώπευσης των ξένων κεφαλαίων. Η υποβάθμιση αυτή έχει ως συνέπεια και την υποβάθμιση της θέσης της χώρας στο γαιοστρατηγικό της περιβάλλον.  Η Τουρκία είναι αναθεωρητική δύναμη γιατί η αντίστοιχη ελίτ της έχει αιτήματα οικονομικά, πολιτικά και κατά συνέπεια αιτήματα αναθεώρησης των διεθνών συνθηκών και των συνόρων της. Η αναθεωρητική διάσταση της πολιτικής της έχει κυρίως, βάση οικονομική. Ως εκ τούτου, το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί πρωτίστως, εάν δεν θέλει κάποιος να φλυαρεί γενικά και αόριστα για τον Τουρκικό επεκτατισμό, είναι εάν η Ελληνική ελίτ θέλει και μπορεί να αντιμετωπίσει τον Τουρκικό αναθεωρητισμό. Και εάν σε αυτό το ερώτημα απαντήσουμε αρνητικά, πρέπει να τεθεί στην ημερήσια διάταξη το θέμα της αντικατάστασής της από το μπλοκ των κοινωνικών δυνάμεων που μπορούν. Αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις θέτοντας θέμα εξουσίας στην  Ελλάδα σήμερα πρέπει να αναλάβουν την εξουσία προκειμένου να προχωρήσουν στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Έτσι, οι κοινωνικές δυνάμεις και τα αιτήματα που θέτουν στην ημερήσια διάταξη, δεν είναι άσχετες με τις αντιλήψεις που διαμορφώνονται στην κοινωνία.

Υπάρχει ένας μύθος. Ο μύθος της κυριαρχίας των ιδεών της αριστεράς μετά την μεταπολίτευση.  Δύο είναι τα κύρια χαρακτηριστικά, στο επίπεδο των ιδεών, που καθορίζουν μεγάλα κομμάτια της επίσημης αριστεράς. Ο κοσμοπολιτισμός και ο άκρατος ατομικισμός. Ο κοσμοπολιτισμός είναι αντανάκλαση του κοσμοπολιτισμού της ελίτ στους εργαζόμενους και ο άκρατος ατομικισμός αντανακλά την αντίληψη της ελίτ στα λαϊκά στρώματα και τους διανοούμενους, τα οποία αντιλαμβάνονται την κοινωνική και πολιτική τους ένταξη κάτω από αυτό το πρίσμα. Οι αλλεπάλληλες διασπάσεις και η αδυναμία πολιτικών συμπτώσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης, έχει κύρια βάση τον άκρατο ατομικισμό των στελεχών της και όχι την ουσία των αντιθέσεων, οι οποίες πολλές φορές κινούνται στο επίπεδο της ετυμολογίας. Και φυσικά εάν η αριστερά δεν μπορεί σήμερα να διαμορφώσει αντίθετη πρόταση για την διακυβέρνηση, μάλλον δεν μπορεί ποτέ. Επομένως, εάν η παραπάνω ανάλυση είναι σωστή όσον αφορά τα χαρακτηριστικά της ελίτ – ανεξάρτητα από μεμονωμένες περιπτώσεις, που σε καμία περίπτωση δεν προσδιορίζουν και δεν επηρεάζουν το σύνολο – το δέον γεννέσθαι τόσο στο εσωτερικό όσο και στο γεωστρατηγικό περιβάλλον της χώρας, είναι παραπάνω από προφανές. Διότι ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας δεν επηρεάζεται από τη συγκυρία της πολιτικής ρευστότητας και τις ενέργειες ή μη της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, σωστές ή λάθος, ούτε αντιμετωπίζεται με γενικόλογες ιδέες πατριωτισμού ή εθνομηδενισμού.

Ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης είναι η αλλαγή πορείας της χώρας. Αλλαγή,  η οποία έχει να κάνει με την τακτική και τη στρατηγική που θα επιλέξει για τη χώρα η διευθύνουσα ελίτ. Τα οικονομικά συμφέροντα της διευθύνουσας ελίτ θα προσδιορίσουν την γενική και ειδική πολιτική, θα θέσουν τις προτεραιότητες, όσον αφορά το παραγωγικό μοντέλο και θα διαμορφώσουν τις συνθήκες ένταξης της χώρας στο ευρύτερο γεωστρατηγικό περιβάλλον, το οποίο περιλαμβάνει πολύ περισσότερες δυνάμεις από την Τουρκία. Η μη ανάλυση των χαρακτηριστικών της Ελληνικής ελίτ και κυρίως η άρνηση της αλλαγής της ατζέντας και της τοποθέτησης σε προτεραιότητα της ανατροπής της, από το μπλοκ των κοινωνικών κυριαρχούμενων σήμερα δυνάμεων,  εκ των πραγμάτων μετατρέπει το ζήτημα της Τουρκίας σε απλό επιχείρημα προκειμένου να μην αλλάξει τίποτε, άσχετα με την πρόθεση αυτού που διατυπώνει την άποψη.

 

* Ο Παντελής Ραδίσης  είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης  


ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 15 Ιουνίου 2011, http://seisaxthia.blogspot.com/2011/06/blog-post_15.html

Τι θα γίνει με την επιστροφή στη δραχμή;

Τι θα γίνει με την επιστροφή στη δραχμή;

 

Του Δημήτρη Καζάκη


 

Προφανώς θα πέσει ο ουρανός να μας πλακώσει. Η Ελλάδα θα γίνει Αλβανία του Εμβέρ Χότζα ή Βόρεια Κορέα του Κιμ Ιλ Σουνγκ. Ακριβώς δηλαδή όπως ήταν πριν μπει στο ευρώ. Διότι, αν δεν με γελά η μνήμη μου, η Ελλάδα δεν δημιουργήθηκε την ημέρα ένταξης στο ευρώ. Ήξερε να πορεύεται και πριν έρθει το παντοδύναμο ευρώ. Είχε διεθνείς σχέσεις και πριν το ευρώ και μάλιστα καλύτερες, με περισσότερες χώρες και πιο προσοδοφόρες. Και παρά το γεγονός ότι το εθνικό νόμισμα, δηλαδή τη δραχμή, την μεταχειρίζονταν οι κυβερνήσεις με κύριο σκοπό να διευκολυνθεί η κερδοσκοπία και να αυξηθεί η λεγόμενη ανταγωνιστικότητα με διαρκείς υποτιμήσεις, είχε ορισμένα τρελά αποτελέσματα:

• Τα εξωτερικά ελλείμματα της χώρας ποτέ δεν έφτασαν στα ύψη που βρέθηκαν επί ευρώ. Μάλλον ήταν αδιάφορο σ’ όλους όσοι εμπορεύονταν με την χώρα η κατάσταση της δραχμούλας.

• Παρά τον πληθωρισμό και τις διαρκείς υποτιμήσεις οι εξωτερικοί όροι εμπορίου της χώρας ήταν πολύ καλύτεροι απ’ ότι την δεκαετία του ευρώ. Το ίδιο και η εσωτερική αγοραστική δύναμη της οικονομίας.

• Χάρις στη δραχμούλα το χρέος ήταν απολύτως διαχειρίσιμο και παρά την εκτίναξή του επί Μητσοτάκη και Σημίτη δεν μας οδήγησε σε χρεοκοπία. Κι ούτε θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε στη σημερινή χρεοκοπία, όσο διατηρούσαμε τη δραχμή.

Αυτά είναι γεγονότα. Αν θέλει κανείς να τα αγνοεί, πρόβλημά του. Να θυμίσουμε μόνο ότι από την υποτίμηση της δραχμής έναντι του δολαρίου επί Μαρκεζίνη (1954), το εθνικό νόμισμα έχασε 10 φορές την αξία του έως ότου μπήκαμε στο ευρώ. Καταστράφηκε η οικονομία; Μήπως χρεοκόπησε και δεν το γνωρίζουμε; Χάθηκαν οι καταθέσεις; Εξαφανίστηκε το νόμισμα; Κατέρρευσαν οι εξωτερικές οικονομικές δοσοληψίες; Τίποτε απ’ όλα αυτά. Γιατί άραγε;

Επιπλέον, μήπως χρεοκόπησε ποτέ η Ελλάδα λόγω εθνικού νομίσματος; Ποτέ! Το 1893 η Ελλάδα χρεοκόπησε λόγω υπερδανεισμού σε χρυσό φράγκο, λόγω της ένταξης στην Λατινική Ένωση, η οποία διαφημίστηκε και τότε ως ιδανική για φτηνά δάνεια προς το δημόσιο. Το 1932 η Ελλάδα χρεοκόπησε λόγω χρυσής δραχμής και υπερδανεισμού σε χρυσές λίρες, μιας και τότε ανήκε στην νομισματική ένωση της χρυσής λίρας στερλίνας.

Όμως, τίποτε απ’ όλα αυτά δεν παίζει κανένα ρόλο, διότι πολύ απλά δεν υπάρχουν καν στις οικονομικές σπουδές της χώρας, μιας και όλοι αυτοί οι καθηγηταράδες των οικονομικών σχολών που περιδιαβαίνουν τα μέσα μαζικής προπαγάνδας για να διαρρήξουν τα ιμάτιά τους με την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, είναι παντελώς αγράμματοι ως προς τα οικονομικά. Το μόνο που ξέρουν είναι μόνο εφαρμογές ποσοτικών μεθόδων σε Business και Finance. Για να αποβλακωθεί ο κόσμος, οι οικονομικές σπουδές έχασαν κάθε έννοια κλασσικής οικονομικής παιδείας που κάποτε αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της οικονομικής επιστήμης. Η πνευματική καταστολή στην οποία υποβάλουν τους σπουδαστές της οικονομίας τα προγράμματα σπουδών, τους κάνει να χάνουν κάθε έννοια αιρετικής σκέψης, μετατρέποντας τους σε αυτόματα μιας οικονομικής θεολογίας όπου τον μόνο που υπάρχει είναι να το κυνήγι του εύκολου χρήματος. Κάποτε η οικονομική θεωρία είχε ονομαστεί από τον Άγγλο φιλόσοφο Κάρλαϊλ, dismal science, επιστήμη του ζόφου, γιατί με μεγάλη ευκολία μπορούσε να δικαιολογήσει κάθε απάνθρωπη και αντικοινωνική πρακτική στην κοινωνία. Σήμερα ο αμερικανός Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ, γιος του Τζον Κένεθ, είπε πολύ εύστοχα ότι η οικονομολογία έχει καταντήσει στις μέρες μας σε επάγγελμα και μάλιστα ατιμασμένο. Έχει χάσει όλα τα επιστημονικά της στοιχεία και πρέπει να υπαχθεί υπό την εποπτεία της εγκληματολογίας. Ίσως μάλιστα η οικονομική θεωρία να πρέπει να μετονομαστεί σε οικονομική εγκληματολογία.

Δεν θα αναφερθώ στο περίεργο γεγονός ότι οικονομικοί αναλυτές σαν τον Νουριέλ Ρουμπίνι, τον νομπελίστα Πολ Κρούγκμαν και γενικά το σύνολο της παγκόσμιας οικονομικής κοινότητας, με εξαίρεση τους παρατρεχάμενους των ευρωπαϊκών τραπεζών και τους τροφίμους των ευρωπαϊκών κονδυλίων, επαναλαμβάνουν αυτό που κάποτε ήταν αυτονόητο στα δημόσια οικονομικά: σε περίπτωση κρίσης υπερχρέωσης, διαγράφεις το μεγαλύτερο μέρος έστω του δημόσιου χρέους και επιβάλεις εθνικό νόμισμα. Δεν πρόκειται να αναφερθώ γιατί όλοι αυτοί, ολόκληρη η ιστορία της δημόσιας οικονομικής, έχει γραφτεί από «γραφικούς» και «ασήμαντους» που μπροστά στους σημερινούς Στουρνάρες, Χαρδούβελους, Μπαρουφάκηδες και λοιπούς θιασώτες του «ισχυρού νομίσματος» σε δεξιά και αριστερά δεν πιάνουν μπάζα.

Εντελώς τυχαία μόνο, θα άξιζε τον κόπο να αναφέρω ότι ο Τζον Μέϊναρτ Κέϊνς, που παπαγαλίζουν ορισμένοι σύγχρονοι idiotus ignoramus με πανεπιστημιακού τίτλους, όταν βρέθηκε σε μια ανάλογη παγκόσμια κρίση χρέους, τι πρότεινε; Όταν μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, όλα τα εμπόλεμα κράτη βρέθηκαν καταχρεωμένα κυρίως προς την μόνη χώρα πιστωτή που είχε απομείνει, τις ΗΠΑ, ο Κέϊνς ξάφνιασε το αστικό κατεστημένο με δυο καίριες προτάσεις: Αφενός, ισχυρίστηκε ότι τα χρέη είναι αδύνατο να εξυπηρετηθούν και προκειμένου να επιβάλλουν οι εξεγερμένοι λαοί τη διαγραφή τους, θα έπρεπε να πειστούν οι ΗΠΑ να προβούν αυτές σε διαγραφή των χρεωστικών της απαιτήσεων. Αφετέρου, να καταργηθεί ο χρυσός κανόνας, οι σταθερές ισοτιμίες και το ιδιωτικά εκδιδόμενο χρήμα και οι οικονομίες να μεταβούν τάχιστα σε εθνικό νόμισμα που εκδίδει το οικείο κράτος με βάση τις ανάγκες του.

Όταν τόλμησε να τα προτείνει για πρώτη φορά το 1920, αντιμετωπίστηκε ως «γραφικός» και ανόητος. Μα είναι δυνατόν να λειτουργήσει η οικονομία χωρίς σταθερό νόμισμα με παγκόσμιο αντίκρισμα; Θα εξαφανιστεί το διεθνές εμπόριο. Θα χαθούν οι αποταμιεύσεις και κανείς δεν θα θέλει να συναλλάσσεται με ένα πληθωριστικό εθνικό νόμισμα, το οποίο το μόνο που θα κάνει είναι να υποτιμάται διαρκώς. Αυτά κι άλλα πολλά, σαν σήμερα, επικαλούνταν όσοι θεωρούσαν τον Κέϊνς τρελό, γραφικό και ανόητο που προτείνει τέτοια πράγματα.

Βέβαια ο Κέϊνς πίστευε ότι μπορεί να πείσει τις κυβερνήσεις και κυρίως τις ΗΠΑ να το κάνουν από μόνες τους, πριν προλάβουν να το επιβάλουν οι λαοί. Όπως κάποιοι σήμερα πώς μπορούν να πείσουν την ΕΕ και την ΕΚΤ να ασκήσει άλλη πολιτική από αυτή που ασκεί και να κρατήσει άλλη στάση από αυτήν που κρατά.

Το κλου της ιστορίας είναι ότι η κρίση του 1929 έφερε όλα αυτά που οι πολέμιοι του Κέϊνς χρέωναν ως δήθεν αναπόφευκτες συνέπειες των προτάσεων για διαγραφή του χρέους και αποκατάσταση του εθνικού νομίσματος. Οι λαοί εξεγέρθηκαν τελικά και οι ίδιοι που δεν ήθελαν με τίποτε να δουν να χάνονται τα χρηματιστικά κέρδη τους, έφεραν τον φασισμό και τον ναζισμό οδηγώντας τον κόσμο στο ολοκαύτωμα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.
Το ίδιο θα συμβεί και σήμερα, αν αφήσουμε τις ίδιες δυνάμεις της ανοιχτής δικτατορίας του χρηματιστικού κεφαλαίου να επιμείνουν στην εξυπηρέτηση του χρέους και στην κατοχύρωση του «ισχυρού ευρώ».

Όπως και να έχει, η πρόταση για επιστροφή σε εθνικό νόμισμα έχει να κάνει με δυο άμεσες συνθήκες: Την μη αναγνώριση και διαγραφή του χρέους, αφενός και αφετέρου, την επαναφορά ενός εθνικού νομίσματος σε ριζικά διαφορετική λογική από αυτήν που υπήρχε την εποχή της παλιάς δραχμής.

Τι θα συμβεί; Καταρχάς δεν θα το κρατήσουμε κρυφό. Δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο και ούτε χρειάζεται να γίνει. Η γνώση, η εγρήγορση και η συμμετοχή του λαού είναι βασικό στοιχείο μιας τέτοιας δραστικής αλλαγής. Επίσης η υιοθέτηση του νέου εθνικού νομίσματος δεν γίνεται μέσα σ’ ένα σαββατοκύριακο. Χρειάζονται έξη με οχτώ μήνες προετοιμασία. Το μεσοδιάστημα αυτό για να κρατηθεί η νομισματική κυκλοφορία στο ελάχιστο δυνατό θα πρέπει άμεσα να γίνουν τα εξής:

Να εθνικοποιηθεί η Τράπεζα της Ελλάδας και να απαιτηθεί ο επαναπατρισμός του νομισματικού χρυσού της χώρας.

Να εθνικοποιηθούν οι μεγαλύτερες ιδιωτικές τράπεζες που έτσι ή αλλιώς επιδοτούνται αδρά σήμερα από το δημόσιο. Η εξυπηρέτηση όλων των δανείων παγώνει και διαγράφονται υποχρεώσεις και οφειλές προς το εξωτερικό.

Να δεσμευτούν τα ρευστά διαθέσιμα και ο χρυσός που υπάρχουν στους επιχειρηματικούς ομίλους, αλλά και σε ιδιωτικά χέρια. Αυτό θα γίνει με την εγκατάσταση επιτροπών ελέγχου στους επιχειρηματικού ομίλους με μικτή σύνθεση κράτους-εργαζομένων.

Να καταργηθούν όλες οι επιχειρηματικές μορφές ευκαιρίας (υπεράκτιες, χαρτοφυλακίου, κοκ) και να δεσμευτούν από το δημόσιο το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας που διαθέτουν στην ελληνική επικράτεια.

Να απαγορευτεί η εξαγωγή κεφαλαίου μέχρι νεωτέρας και να επιβληθεί έκτακτη εισφορά επί του κεφαλαίου (capital levy) με καταβολή εντός δυο μηνών από όλες τις μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις και ιδίως τις πολυεθνικές.

Να αποτραπεί το δόλιο κλείσιμο επιχειρήσεων με επιβολή ειδικών απαγορευτικών προστίμων και δήμευση περιουσιακών στοιχείων.

Να περιοριστεί δραστικά το σκουπιδαριό που εισάγεται στην χώρα από τις πολυεθνικές και να επιβληθεί υψηλός δασμός εισαγωγής σε πολυτελή είδη και προϊόντα.

Να συναφθούν ειδικές προγραμματικές συμφωνίες διακρατικής συνεργασίας για όσα εισαγόμενα αγαθά είναι απαραίτητα για την οικονομία και την εσωτερική κατανάλωση (καύσιμα, πρώτες ύλες, τρόφιμα, φάρμακα, κοκ)
Να αξιοποιηθεί η δυνατότητα παραγωγής μεταποιημένου χρυσού 9 τόνων ετήσια, αφού εθνικοποιηθούν τα ορυχεία, με την έκδοση από την κεντρική τράπεζα ειδικών ομολόγων χρυσού για την εισροή συναλλάγματος.

Να εθνικοποιηθεί ο ορυκτός πλούτος της χώρας (νικέλιο, βωξίτης,ü λιγνίτης, κοκ) και να αξιοποιηθεί για συμφωνίες με το εξωτερικό για την παραγωγική τους αξιοποίηση και την άμεση εισροή συναλλάγματος.

Να ανοίξουν άτοκοι αλληλόχρεοι λογαριασμοί με τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες κι αυτές θα τεθούν υπό άμεσο κρατικό και εργατικό έλεγχο.

Μέτρα σαν κι αυτά έχουν σαν σκοπό να διαφυλάξουν την νομισματική κυκλοφορία για το μεσοδιάστημα που χρειάζεται έως ότου είμαστε έτοιμη να εισάγουμε το εθνικό νόμισμα. Από την στιγμή που το εθνικό νομισματοκοπείο θα αντικαταστήσει το ευρώ σαν εσωτερικό νόμισμα, θα γίνει δυνατή η εφαρμογή ορισμένων άμεσων πολιτικών:

1. Αποκατάσταση της νομισματικής «μαύρης τρύπας» που έχει δημιουργήσει το ευρώ και ανέρχεται περίπου στα 30 δις ευρώ ετήσια.

2. Δραστική αύξηση λαϊκών εισοδημάτων και εργατικών αμοιβών με σκοπό την αντίστοιχη άνοδο του τζίρου της αγοράς και την δημιουργία ροπής προς αποταμίευση.

3. Εγγύηση και σταδιακή αποκατάσταση των λαϊκών καταθέσεων στις τράπεζες που σήμερα είναι μόνο μια λογιστική εγγραφή χωρίς αντίκρισμα.

4. Διαγραφή όλων των ιδιωτικών χρεών (νοικοκυριών και μικρομεσαίων) που δεν μπορούν να αποπληρωθούν και θεσμοθέτηση πλαφόν στην πληρωμή των υπολοίπων στο 25% επί του αρχικού κεφαλαίου.

5. Ανεξάρτητη χρηματοδότηση μιας αυτοδύναμης ανάπτυξης της παραγωγής (κυρίως και με προτεραιότητα της πρωτογενούς, αγροτικής, παραγωγής) στην βάση των πιο άμεσων ζωτικών αναγκών του πληθυσμού, της οικονομίας και των διεθνών σχέσεων της χώρας.

6. Επιβολή καθεστώτος ελέγχου της κίνησης (εισαγωγής-εξαγωγής) του κεφαλαίου, καθώς και του εξωτερικού εμπορίου ώστε να περιοριστεί δραστικά το καθεστώς ασυδοσίας που υπάρχει σ’ αυτούς τους τομείς.

Οι πολιτικές αυτές εξασφαλίζουν ότι η έκδοση εθνικού νομίσματος και πρόσθετη κυκλοφορία νομίσματος δεν θα λειτουργήσουν πληθωριστικά. Επιπλέον η υποστήριξη του νομίσματος με τέτοιες πολιτικές, αλλά και το γεγονός ότι δεν πρόκειται να το μετατρέψουμε σε αντικείμενο κερδοσκοπίας της διεθνούς αγοράς νομισμάτων, θα επιτρέψουν στο νόμισμα να είναι σταθερό και να απηχεί τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας.

Τέλος, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι στα πλαίσια μια τέτοιας πολιτικής δεν είναι αναγκαία η πολιτική των διαρκών υποτιμήσεων, ούτε το νόμισμα θα δεχτεί τρομαχτικές υποτιμητικές πιέσεις. Άλλωστε η αξία ενός νομίσματος το οποίο δεν παίζει στις διεθνείς αγορές νομισμάτων, καθορίζεται από την δυναμική της εσωτερικής παραγωγής και την έκταση των διεθνών οικονομικών δεσμών και σχέσεων, που σήμερα είναι σε τραγικό επίπεδο. Η διαδικασία αυτή εξασφαλίζει μια ομαλή μετάβαση από το ευρώ στο νέο εθνικό νόμισμα, χωρίς βίαια τραντάγματα και σε αντιστοιχία με τις ανάγκες των εσωτερικών συναλλαγών.

Από κει και πέρα ο δρόμος είναι ανοιχτός για ένα ευρύτατο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας και πλήρους απασχόλησης. Θα έχουμε επιτέλους τα χρηματοδοτικά μέσα, αλλά και τα μακροοικονομικά εργαλεία για να το κάνουμε πράξη.

 

ΠΗΓΗ: Πέμπτη, 9 Ιουνίου 2011, http://dimitriskazakis.blogspot.com/2011/06/blog-post_6317.html

Προς μια ευρωπαϊκή δουλοπαροικία

 Προς μια ευρωπαϊκή δουλοπαροικία

 

Του Μανώλη Αστρεινίδη* 

 

Αμέσως μετά την νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 2009 έγινε αισθητό πλέον ότι τα οικονομικά της κυβέρνησης παραπατούσαν. Το σύστημα είσπραξης φόρων λειτουργούσε σαν αποροφητήρας καθώς εισέπραττε δημόσια έσοδα προκειμένου να πληρώνει γερμανικές και γαλλικές τράπεζες που είχαν στη διάθεσή τους ελληνικά ομόλογα.

Οι τραπεζίτες σήμερα κινούνται προς τη κατεύθυνση της υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας με απώτερο σκοπό να αρπάξουν ένα κελεπούρι εφόσον το σχέδιο επιτύχει 100%. Ο οίκος αξιολόγησης  Moody’s πολύ πρόσφατα υποβάθμισε την Ελλάδα στο επίπεδο Caa1 καθώς με αυτή την υποβάθμιση εξυπηρετείται το περαιτέρω «στρίμωγμα» στην ελληνική κυβέρνηση. Έτσι η Moody’s σημείωνε ότι υπάρχει «αυξημένη πιθανότητα η Τρόϊκα να ζητήσει κάποια στιγμή τη συμμετοχή ιδιωτών δανειστών σε μια αναδιάρθρωση χρέους ως προϋπόθεση για την οικονομική υποστήριξη προς την Ελλάδα».

Η συνθήκη για το νέο πακέτο δανεισμού είναι ότι η Ελλάδα πρέπει να αρχίσει ένα ταξικό πόλεμο αυξάνοντας κι άλλο τους φόρους, μειώνοντας τις δημόσιες δαπάνες, (ακόμα και τις συντάξεις ιδιωτικού τομέα) καθώς και τη πώληση δημόσιας περιουσίας, τουριστικών ακινήτων, νησιών, λιμανιών, εταιριών ύδρευσης και εγκαταστάσεων αποχέτευσης. Κάτι τέτοιο ισοδυναμεί με αύξηση κόστους ζωής και επιχειρηματικότητας, υποσκάπτοντας την ήδη περιορισμένη ελληνική ανταγωνιστικότητα στις εξαγωγές.

Οι τραπεζίτες περιγράφουν με περισσή υποκρισία αυτή τη λύση σαν «σωτηρία» της ελληνικής οικονομίας ενώ το μόνο που διασώζεται στη προκειμένη περίπτωση είναι γερμανικές, γαλλικές και ολλανδικές τράπεζες.

Αυτή η στιγμή είναι ιδανική για το «στρίμωγμα» της χώρας καθώς από τη μια οι τραπεζίτες είναι πρόθυμοι να δώσουν ψίχουλα για να εξαγοράσουν τον ΟΠΑΠ, τον ΟΤΕ, τα λιμάνια, τις μεταφορές (ΟΣΕ κλπ) ή ανάλογες μονοπωλιακές ευκαιρίες, ενώ από την άλλη η ανώτερη οικονομική τάξη της χώρας θα επωφεληθεί από τη παραμονή της Ελλάδος στην Ευρωζώνη (όσο αυτή διαρκέσει) αρκετά ώστε να βγάλει όλα τα χρήματά της στο εξωτερικό πριν η Ελλάδα οδηγηθεί στην αντικατάσταση του ευρώ με τη δραχμή και την υποτίμηση της τελευταίας. Μέχρι τότε η Ελλάδα μάλλον θα ακολουθήσει τη πολιτική της Ιρλανδίας και των Βαλτικών χωρών, όταν έκαναν «εσωτερική υποτίμηση».

Αυτό που χάνει την αξία του σε περιόδους λιτότητας είναι κυρίως η αξία της εργασίας. Αυτό είναι το μεγαλύτερο εγχώριο κόστος. Δηλαδή εάν οι μισθοί δεν μειωθούν από «εσωτερική υποτίμηση» τότε τη ζημιά θα τη κάνει η νομισματική υποτίμηση. Μ’ αυτό τον ανοίκειο τρόπο λοιπόν ο πόλεμος των πιστωτών εναντίον των χρεωμένων χωρών καταλήγει σε ταξικό πόλεμο. Ωστόσο προκειμένου να επιβληθεί μια τέτοια νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση η ξένη πίεση πρέπει να παρακάμψει τα εθνικά, δημοκρατικά εκλεγμένα Κοινοβούλια.

Το μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού λαού αναγνωρίζει ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα σαν σενάριο είχε εξυφανθεί από πέρυσι. Όμως οι πιστωτές της Ε.Ε. εκβιαστικά δηλώνουν ότι πιθανή άρνηση της συμφωνίας θα οδηγούσε σε απόσυρση των κονδυλίων με αποτέλεσμα την τραπεζική κατάρρευση και την οικονομική αναρχία. Υπό τις συνθήκες αυτές η κυβέρνηση δεν θα είναι σε θέση να πληρώσει τους ξένους τραπεζίτες και τα κονδύλια με τα οποία αγοράστηκε το ελληνικό χρέος σε εξευτελιστική τιμή.

Είναι ξεκάθαρο σε πολλούς Έλληνες ότι αυτό δεν είναι παρά μια κενή περιεχομένου απειλή του κ Παπακωνσταντίνου καθώς αν δεν υπάρχουν χρήματα οι ξένοι κάτοχοι ελληνικών ομολόγων θα υποφέρουν!!! Όμως αυτό είναι απλά μια υπόθεση. Ο Παπανδρέου συναγωνίστηκε τον Ισλανδό Σοσιαλδημοκράτη Sigurdardottir σε σπουδή προκειμένου να επιτευχθεί «συναίνεση» ώστε να δηλώσει υπακοή στους ΥΠΟΙΚ της Ε.Ε. Αυτή τη στιγμή το διακύβευμα είναι αν η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η υπόλοιπη Ευρώπη υποχωρήσει ως προς τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και κάνει βήματα προς μια οικονομική ολιγαρχία.

Ο οικονομικός στόχος είναι να παρακαμφθούν τα Κοινοβούλια από μια «συναίνεση» τοποθετώντας την οικονομία σε πρώτη θέση. Επομένως από τα Κοινοβούλια ζητείται να εκχωρήσουν την ισχύ της χάραξης πολιτικής. Ο ορισμός της «ελεύθερης αγοράς» έχει πλέον γίνει κεντρικός σχεδιασμός στα χέρια των κεντρικών τραπεζιτών. Αυτό αποτελεί και το νέο δρόμο προς τη δουλοπαροικία στην οποία, οι κατ΄ευφημισμό «ελεύθερες αγορές»,. μας οδηγούν.

Οι αγορές αυτές είναι «ελεύθερες» για τους επενδυτές για να επιβάλλουν μονοπωλιακές τιμές σε βασικές υπηρεσίες, χωρίς ρυθμίσεις τιμών και ρυθμίσεις που να απαγορεύουν την μονοπωλιακή ένωση εταιριών, απαλλαγμένες από περιορισμούς για τη προστασία του οφειλέτη  και πάνω απ’ όλα χωρίς τη παραμικρή παρέμβαση από εκλεγμένα Κοινοβούλια. Η συγκέντρωση οικονομικής ισχύος σε μη δημοκρατικά χέρια είναι σύμφυτη στο τρόπο με τον οποίο επιτεύχθηκε ο κεντρικός σχεδιασμός της Ευρώπης από οικονομικές χείρες.

Όπως ακριβώς η ΕΚΤ δεν έχει από πίσω της μια εκλεγμένη κυβέρνηση που να μπορεί να εισπράξει φόρους με τον ίδιο τρόπο το ευρωσύνταγμα εμποδίζει την ΕΚΤ να βοηθά κυβερνήσεις που μαστίζονται από υπερβολικά χρέη. Επίσης και το ΔΝΤ την εμποδίζει να παρέχει εσωτερική δημοσιονομική στήριξη για ελλείμματα προϋπολογισμού. Το ηθικό λοιπόν δίδαγμα είναι ότι όταν πρόκειται για διάσωση τραπεζιτών οι κανόνες αγνοούνται – προκειμένου να εξυπηρετηθεί η «ανώτερη δικαιοσύνη» της διαφύλαξης των τραπεζών από πιθανές απώλειες.

Η ΕΟΚ που προηγήθηκε της Ε.Ε. δημιουργήθηκε με σκοπό την εξάλειψη του φαινομένου των κρατών-εθνών και η γενικότερη προσδοκία ήταν ότι η οικονομική δημοκρατία θα νικούσε τη αριστοκρατική νοοτροπία που αναζητούσε δόξα στις κατακτήσεις. Εσωτερικά η οικονομική μεταρρύθμιση σκόπευε στον εξαγνισμό των ευρωπαϊκών οικονομιών από τη κληρονομιά των φεουδαρχικών κατακτήσεων του παρελθόντος , μ΄ αυτό τον τρόπο λοιπόν θα ωφελείτο ο λαός γενικότερα.

Όμως χωρίς ένα πραγματικό κοινοβούλιο να νομοθετεί, να θέτει φόρους, να προστατεύει τις εργασιακές συνθήκες όπως και αυτές των καταναλωτών αλλά και να ελέγχει τα υπεράκτια τραπεζικά ιδρύματα, μοιραία ο κεντρικός σχεδιασμός περνάει στα χέρια των τραπεζιτών και των οικονομικών οργανισμών. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της αντικατάστασης των εθνών-κρατών με τη χάραξη πολιτικής από τραπεζίτες. Έτσι παρατηρούμε το δυσάρεστο φαινόμενο της αντικατάστασης της δημοκρατικής πολιτικής από μια οικονομική ολιχαρχία.

Τα οικονομικά είναι μια μορφή πολέμου. Όπως και στις στρατιωτικές κατακτήσεις, ο σκοπός είναι ο έλεγχος της γης, των δημόσιων υποδομών, και της επιβολής φόρου υποτέλειας. Η διαφορά είναι ότι οι οικονομίες που δέχονται επίθεση μπορεί να καταστραφούν ολοσχερώς από την οικονομική ασφυξία ειδικά όταν αναφέρονται φαινόμενα δημογραφικής συρρίκνωσης, μειωμένου κύκλου ζωής, μετανάστευσης και διαφυγής κεφαλαίων.

Αυτή η επίθεση εξαπολύεται όχι από εθνικά κράτη αλλά από μια κοσμοπολίτικη οικονομική τάξη. Η οικονομία ήταν πάντοτε κοσμοπολίτικη και καθόλου εθνικιστική και ενδιαφερόταν ανέκαθεν να επιβάλλει τις προτεραιότητές της και τη νομοθετική της ισχύ πάνω από αυτές των κοινοβουλευτικών δημοκρατιών.

Η οικονομική δυναμική απειλεί σήμερα να διασπάσει την Ευρώπη. Αλλά η οικονομική τάξη έχει αποκτήσει αρκετή ισχύ ώστε να αντιστρέψει τις ανησυχίες και να προβάλλει ότι αυτό που πραγματικά απειλεί την ευρωπαϊκή ενότητα είναι οι εθνικοί πληθυσμοί που ενεργούν με γνώμονα την αντίσταση στην επιβολή λιτότητας στην εργασία. Εξαιτίας του πλεονεκτήματος του ελληνικού και ιρλανδικού λαού οι εθνικές κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις πρόκειται να κινητοποιηθούν ταχύτερα ώστε να επιβάλλουν τους όρους της εθνικής παράδοσης στους οικονομικούς σχεδιαστές. Αν και καθυστερημένες, ο όγκος των κινητοποιήσεων της 5ης Ιουνίου θα έπρεπε να ανησυχούν κάπως το Μέγαρο Μαξίμου και τους «εξωτερικούς του συνεργάτες» που έρχονται να εγκατασταθούν στην Ελλάδα δίκην εποπτών σε Υπουργεία και αποκρατικοποιήσεις. Επομένως, φαίνεται να εισερχόμαστε σε ένα  μετα-μεσαιωνικό κόσμο που αποσκοπεί στο να ζημιώσει το κοινό καλό.

Μέσα στην Ευρώπη πάντως η οικονομική ισχύς είναι συγκεντρωμένη στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ολλανδία. Στις τράπεζες αυτών των χωρών υπάρχουν τα περισσότερα κρατικά ομόλογα της ελληνικής κυβέρνησης που σήμερα καλείται να εφαρμόσει μεγαλύτερη λιτότητα όπως και αυτά των ιρλανδικών τραπεζών που όμως έχουν διασωθεί από τους Ιρλανδούς φορολογουμένους.
Στις 2 Ιουνίου ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Jean Claude Trichet περιέγραψε το σχέδιο της εγκαθίδρυσης οικονομικής ολιγαρχίας εφ’ όλης της Ευρώπης. Σε μια τελετή στο Aachen της Γερμανίας όπου παρέλαβε το βραβείο Καρλομάγνου δήλωσε ότι η Ευρώπη δεν είναι ανάγκη να ενωθεί στη βάση της οικονομικής ειρήνης αλλά στη διαμετρικά αντίθετη βάση της ολιγαρχίας. Όπως εξήγησε, αποστολή της Ευρώπης είναι να ακολουθήσει τα βήματα του Έρασμου και να ξεπεράσει τη παραδοσιακή «αυστηρή έννοια του έθνους».

«Χώρες που δεν έχουν ζήσει σύμφωνα με το γράμμα ή το πνεύμα των κανόνων αντιμετώπισαν δυσκολίες» σημείωσε ο πρόεδρος της ΚΤΕ. «Μεταδίδοντας» αυτές τις δυσκολίες έχουν επηρεάσει κι άλλες χώρες στην Ευρωζώνη. Η ενίσχυση των κανόνων αποτελεί μια επείγουσα προτεραιότητα προκειμένου να αποτραπούν αναξιόπιστες πολιτικές».

Όμως σε επόμενη αποστροφή του λόγου του έδωσε την επιτομή του αντι-Διαφωτισμού: «Παρατηρούμε μπροστά στα μάτια μας ότι η είσοδος στην Ε.Ε. και ακόμη περισσότερο στην Ευρωζώνη εισάγει μια νέα κατανόηση ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να ασκείται η κυριαρχία. Αλληλεξάρτηση σημαίνει ότι οι χώρες de facto δεν διαθέτουν πλήρη εσωτερική εξουσία. Μπορεί να βιώσουν κρίσεις που θα οφείλονται αποκλειστικά σε ασταθείς οικονομικές πολιτικές άλλων χωρών»!!!! Και συνεχίζει: «Ένας τρόπος με τον οποίο φανταζόμαστε κάτι τέτοιο είναι να έχουν το δικαίωμα οι ευρωπαϊκοί θεσμοί να αρνηθούν κάποιες αποφάσεις εθνικής πολιτικής. Η άρνηση αυτή θα μπορούσε να περιλαμβάνει θέματα συγκεκριμένων βασικών δημοσιονομικών δαπανών και στοιχεία ουσιώδη για την ανταγωνιστικότητα της χώρας….»

Με την φράση «αναξιόπιστες οικονομικές πολιτικές» ο κ Trichet  εννοεί ότι δεν πληρώνουν τα χρέη υποτιμώντας τες επειδή δεν προβλέπουν εκποίηση δημόσιας γης και κρατικών μονοπωλίων και επειδή αρνούνται να αντικαταστήσουν την πολιτική και οικονομική δημοκρατία με έλεγχο από τους τραπεζίτες. Αυτό δεν είναι τίποτε λιγότερο από ένα οικονομικό πραξικόπημα που προσβάλλει βάναυσα τη μακροχρόνια ιστορία του ευρωπαϊκού ιδεαλισμού.

Όπως είναι πλέον σαφές η υφιστάμενη ευρωπαϊκή κρίση μπορεί να λήξει με ένα από τους δύο τρόπους: είτε με το θάνατό της περνώντας σε μια φάση μίσους προς οτιδήποτε πνευματικό ή την αναγέννησή της από το πνεύμα της φιλοσοφίας μέσα από τον ηρωϊσμό της λογικής…….

Από όσο θυμάμαι ο σοσιαλιστικός ιδεαλισμός μετά το Β’ Π.Π. έβλεπε με αγωνία σε ολόκληρο τον κόσμο τα έθνη-κράτη σαν εργαλεία του στρατιωτικού πολέμου. Όμως ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα είναι ότι οι γενικά αριστερές κυβερνήσεις του αναπτυσσόμενου τότε κόσμου υιοθέτησαν με τόσο μεγάλο ενθουσιασμό τις φασίζουσες οικονομικές συνταγές της ΕΚΤ. Το γιατί αριστερά κόμματα αγκάλιασαν τη συμβουλή των φασιστών οικονομολόγων των οποίων τα δόγματα προκάλεσαν τη κρίση είναι κάτι που πρέπει σοβαρά να μας προβληματίσει. Οι πολιτικές τους είναι καταστρεπτικές για την οικονομία και πολιτικά αυτοκτονικές.

Η Ελλάδα και η Ιρλανδία έχουν γίνει παραδοθεί σαν σφάγια στο βωμό της δοκιμής που θα κρίνει αν πρέπει οι οικονομίες να θυσιαστούν προκειμένου να πληρωθούν χρέη που είναι σαφές ότι είναι αδύνατο να εξυπηρετηθούν. Απειλούμαστε με ένα μεσοδιάστημα κατά το οποίο ο δρόμος προς τη χρεοκοπία και τη μόνιμη λιτότητα θα αποσπούν ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα δημόσιας γης και επιχειρήσεων από το δημόσιο τομέα, ολοένα και περισσότερο το εισόδημα των καταναλωτών θα εκτρέπεται προς την εξυπηρέτηση πληρωμής χρεών και φόρων προκειμένου οι κυβερνήσεις να πληρώνουν κατόχους κρατικών ομολόγων ενώ μεγαλύτερο εισόδημα από τις επιχειρήσεις θα πληρώνει τους τραπεζίτες. Εάν αυτό δεν είναι πόλεμος, τότε τι είναι;

 

* Ο Μανώλης Αστρεινίδης είναι Διεθνολόγος – Ερευνητής.

 

ΠΗΓΗ: Τρίτη, Ιούνιος 07, 2011, http://logioshermes.blogspot.com/2011/06/blog-post_1613.html

 

Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις έγιναν από τον admin.

Ευρώ: Ένα καθ’ όλα πραγματικό δίλημμα

Με το ευρώ και ξερό ψωμί ή επιστροφή στη δραχμή;

Ένα καθ’ όλα πραγματικό δίλημμα

 

Του Δημήτρη Καζάκη

 

Αμέσως μετά την μυστική σύσκεψη στο Λουξεμβούργο στις 6/5, η οποία αποκαλύφθηκε από διατεταγμένο δημοσίευμα του Der Spiegel, άρχισε ένα πραγματικό όργιο προπαγάνδας. Η κατακλείδα: «μας διώχνουν από το ευρώ»! Η αλήθεια βέβαια είναι ότι καμμιά τέτοια πρόθεση ή σκέψη δεν υπάρχει από μέρους των ισχυρών της ευρωζώνης, των ευρωκρατών και των τραπεζιτών της. Κι αυτό γιατί ξέρουν πολύ καλά τις συνέπειες για ολόκληρη την ευρωζώνη.

Το ευρώ για να σταθεί ως νόμισμα χρειάζεται περισσότερο οικονομίες σαν της Ελλάδας, παρά σαν της Γερμανίας. Χρειάζεται τα εξωτερικά και παραγωγικά ελλείμματα της Ελλάδας για να μπορούν να υπάρχουν τα πλεονάσματα της Γερμανίας. Χρειάζεται τις τεράστιες δανειακές ανάγκες μιας αναιμικής και εξαρτημένης οικονομίας σαν της Ελλάδας ώστε οι μεγάλες τράπεζες να συνεχίσουν να κερδίζουν και να επεκτείνονται.

Αυτό όμως δεν εμπόδισε την κυρίαρχη προπαγάνδα να ξεπεράσει κυριολεκτικά τον εαυτό της. Το γνωστό συγκρότημα ΔΟΛ, όπως πάντα στην ιστορία του, αποτελεί πρωτοπορία του καθεστώτος υποτέλειας, εκποίησης και διάλυσης της χώρας. Πρώτα εις εκ των στελεχών του ο κ. Καρακούσης έδωσε τον τόνο την επαύριο της μυστικής σύσκεψης: «Ουδείς μπορεί να βεβαιώσει ότι η υπάρχουσα πολιτική ηγεσία έχει το πολιτικό και ηθικό βάρος, αλλά και τη διάθεση να εφαρμόσει απρόσκοπτα, χωρίς φόβο και πάθος, το νέο πρόγραμμα διάσωσης της χώρας. Υπό αυτή την έννοια η προσφυγή στις κάλπες ίσως πλέον να είναι και επιβεβλημένη. Αφού υπάρξει η συμφωνία και παρουσιασθεί στον ελληνικό λαό, να ζητηθεί και η κρίση και η ευθύνη του απέναντι στη χώρα. Ο κάθε πολίτης να τοποθετηθεί και με την ψήφο του να επιλέξει αν επιλέγει και στηρίζει τη διάσωση εντός της ευρωζώνης ή την προτιμά χρεοκοπημένη και εκτός της ευρωζώνης. Στις Δημοκρατίες έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Ευρώ με αποδοχή των μέτρων ή χρεοκοπία με δραχμή και ό,τι άλλο ήθελε προκύψει; Ιδού το δίλημμα, χωρίς φόβο και πάθος» (Το Βήμα online)

Ενώ το μεγάλο αφεντικό ο κ. Ψυχάρης στο κύριο άρθρο του Κυριακάτικου Βήματος (22/5), είναι ακόμη πιο ξεκάθαρος: «…Είναι άγραφοι αλλά πασίγνωστοι οι κανόνες που διέπουν τις σχέσεις του δανειολήπτη με τον δανειστή. Συνήθως ο ένας είναι θρασύς τοκογλύφος και ο άλλος ταπεινός επαίτης… Αντίστοιχες είναι οι σχέσεις των ισχυρών κρατών που δανείζουν πτωχές χώρες. Τίποτε δεν είναι δωρεάν στη διεθνή ζωή… Με αυτά τα δεδομένα πρέπει να αξιολογούνται και να αντιμετωπίζονται οι αξιώσεις των δανειστών μας. Φυσικά τα περιθώρια είναι ελάχιστα. Μας δανείζουν με τους όρους τους, αν μας αρέσει. Τελευταία απαίτηση η πολιτική συναίνεση στην Ελλάδα… Συναίνεση δεν είναι η στήριξη της κυβερνητικής πολιτικής αλλά η σύγκλιση των δύο κομμάτων στη μέση οδό. Τέτοια σύγκλιση δεν υπάρχει και φυσικά καθένας των δύο πολιτικών αρχηγών διατηρεί τις απόψεις του. Θα ήταν πολύ διαφορετική η κατάσταση της χώρας αν ο κίνδυνος της οικονομικής καταρρεύσεώς της είχε προκαλέσει κλίμα συναίνεσης και σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση οι δύο πολιτικοί αρχηγοί τραβούν διαρκώς το σεντόνι προς το μέρος τους. Βέβαια η έλλειψη συναίνεσης έχει και τα καλά της. Πιστώνεσαι τα κέρδη εις το ακέραιον ή πληρώνεις το μάρμαρο εις ολόκληρον.Σημείωση: Στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Υπάρχουν εκλογές».

Την σκυτάλη πήρε με τη σειρά του ο κ. Δασκαλόπουλος ο οποίος από το βήμα της γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ (24/5) είπε: «Προχωρούμε στον δρόμο που επιβάλλει η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, με τους όρους και με τις θυσίες, που απαιτεί η παραμονή μας στην ευρωζώνη; Είμαστε διατεθειμένοι να καταβάλουμε το κόστος των αλλαγών, που απαιτούνται για να μην κατέβουμε από το τρένο της Ευρώπης; Ή αποχωρούμε και πορευόμαστε πλέον μόνοι, χωρίς τους όρους, αλλά και χωρίς τα δισεκατομμύρια των εταίρων μας; Θέλει η κοινωνική πλειοψηφία να προκρίνει έναν δρόμο, που μας οδηγεί στο περιθώριο και την εθνικά υπερήφανηεξαθλίωση;»

Από αυτό το προσκλητήριο δεν θα μπορούσε να λείψει ούτε η κ. Δαμανάκη. Η κυρία επίτροπος εξαργύρωσε για μια ακόμη φορά τις πολιτικές επιλογές της δηλώνοντας στις 25/2:  «Η μεγαλύτερη κατάκτηση της μεταπολεμικής Ελλάδας, το ευρώ και η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας είναι σε κίνδυνο. Το σενάριο της απομάκρυνσης της Ελλάδας από το ευρώ βρίσκεται πλέον στο τραπέζι καθώς και η μεθόδευσή του. Είμαι υποχρεωμένη να μιλήσω ανοικτά. Έχουμε ιστορική ευθύνη να δούμε το δίλημμα καθαρά: Ή συμφωνούμε με τους δανειστές μας σε ένα πρόγραμμα σκληρών θυσιών με αποτελέσματα, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες για το παρελθόν μας ή επιστρέφουμε πίσω στη δραχμή. Όλα τα υπόλοιπα είναι δευτερεύοντα στις σημερινές συνθήκες

Το πήρατε το μήνυμα; Ή συναινούμε στην εκποίηση και στη διάλυση της χώρας προς όφελος του ευρώ, των δανειστών και της ολιγαρχίας που για δεκαετίες λεηλάτησαν αυτόν τον τόπο, ή θα μας γυρίσουν στη δραχμή. Το μήνυμα φυσικά είναι τόσο κυνικό που απευθύνεται κυρίως στα δύο μεγάλα κόμματα και στις εφεδρικές δυνάμεις γύρω τους. Πρόκειται για ένα προσκλητήριο συναίνεσης, «συνευθύνης», όπως δήλωσε ο Καρτζαφέρης, και κοινής παράταξης όλων των δυνάμεων του κυρίαρχου συστήματος απέναντι στην μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού που έχει αντιληφθεί πια που μας οδηγούν. 

Ωστόσο, το δίλημμα που έθεσαν είναι καθ’ όλα πραγματικό. Στα πλαίσια του ευρώ η Ελλάδα δεν έχει καμμιά πιθανότητα ανάκαμψης, ή πολύ περισσότερο ανάταξης της οικονομίας της. Αυτό σήμερα γίνεται φανερό ακόμη και στους πιο αδαείς. Η χώρα δεν έχει τη δυνατότητα ούτε καν να αντιμετωπίσει το δημόσιο χρέος της με τους όρους που το κάνουν όλες οι άλλες χώρες του πλανήτη. Δεν μπορεί ούτε καν να προχωρήσει σε ήπια ή και φιλική προς τους δανειστές αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, χωρίς να διακινδυνεύει την επίσημη πτώχευση. 

Καθώς επιδεινώνεται η κατάσταση της οικονομίας και το χρέος εκτινάσσεται στα ύψη, τόσο περισσότερα όρνια γυροφέρνουν το κουφάρι της Ελλάδας. Ειδικοί και εταιρείες εκπονούν σενάρια επί σεναρίων για την αναδιάρθρωση του χρέους. Οι περισσότεροι ορέγονται τις παχυλές αμοιβές που συνήθως αρμέγουν οι σύμβουλοι της αναδιάρθρωσης του χρέους.

Σχετικά πρόσφατα το Βήμα (26/4) δημοσίευσε «Τα επτά σενάρια για το χρέος της χώρας που επεξεργάζεται διεθνής οίκος». Σύμφωνα με το δημοσίευμα τα σενάρια αυτά για το ελληνικό χρέος έχει μελετήσει διεθνής νομική εταιρεία, καθώς λόγω της φημολογίας που δεν λέει να κοπάσει έχουν «ανοίξει δουλειές» πάνω σε αυτό από εταιρείες που φιλοδοξούν να παίξουν ρόλο συμβούλου.

Πρόκειται για το γραφείο Cleary Gottlieb Steen & Hamilton το οποίο έχει παρουσία στα μεγάλα χρηματοπιστωτικά κέντρα των ΗΠΑ, της Ευρώπης, της Ασίας και της Λ. Αμερικής. Η συγκεκριμένη εταιρεία έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην εθελοντική αναδιάρθρωση του χρέους της Ουρουγουάης το 2003.

Τα σενάρια αυτά έχουν λιγότερη αξία από το χαρτί πάνω στο οποίο έχουν γραφτεί. Πρόκειται για κοινοτοπίες, ή για ασκήσεις επί χάρτου προκειμένου να πλασαριστεί η συγκεκριμένη εταιρεία και τα επιχειρηματικά συμφέροντα, ντόπια και ξένα, που συνδέονται μ’ αυτήν. Τον λόγο μας τον εξηγεί ένας από τους πλέον ειδικούς στην εθελοντική αναδιάρθρωση του χρέους, ο Lee C. Buchheit, συνεργάτης της εν λόγω εταιρείας στο γραφείο της στη Νέα Υόρκη. Ο Buchheit, ο οποίος απέκτησε φήμη λόγω της επιτυχούς εμπλοκής του στην αναδιάρθρωση της Ουρουγουάης, απάντησε πρόσφατα σε ερώτημα που του τέθηκε σχετικά με τη δυνατότητα αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους ως εξής:

«Τοποθετήστε την Ελλάδα στην Πανότια ήπειρο, δώστε της ένα άλλο νόμισμα εκτός από το ευρώ και επαναρυθμίστε την βάση των πιστωτών της έτσι ώστε να μειωθεί η εξαιρετικά επικίνδυνη έκθεση των Ευρωπαϊκών τραπεζών, και τότε θα υπάρξει ελάχιστη αμφιβολία ότι μια ριζική αναδιάρθρωση του χρέους θα ήταν δυνατή. Όμως η πιθανότητα για μια αναδιάρθρωση του χρέους αποκλείεται εκ προοιμίου για μια Ελλάδα που βρίσκεται εντός ευρώ, δαπανά ευρώ και χρωστά σε ευρώ. Γιατί; Η προφανής απάντηση βρίσκεται σε αυτή την ενδεικτική λέξη ‘ευρώ’. Κι ενώ αυτό είναι αληθινό, είναι εν μέρει σωστό. Μια αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους μπορεί να επιτρέψει ένα σκουλήκι αμφιβολίας να γλιστρήσει στα κεφάλια των αγοραστών των άλλων ευρωπαϊκών κρατικών ομολόγων και ίσως όχι μόνο των κυβερνήσεων που βρίσκονται στη ζώνη της ελιάς. Αυτό το σκουλήκι θα καταναλώσει αναπόφευκτα μονάδες βάσης από τα μελλοντικά κουπόνια των ομολόγων, αλλά πόσες μονάδες βάσης, και για πόσο χρονικό διάστημα κανείς δεν μπορεί να προβλέψει.»

Το αδιέξοδο αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι ευρωκράτες και οι ντόπιοι κυβερνώντες, αλλά η ανάγκη να προχωρήσουν, όχι τώρα πια με θυσίες, αλλά με τη θυσία του λαού και της χώρας, γίνεται επιτακτική προκειμένου να διασφαλιστούν τα συμφέροντα της χρηματιστικής ολιγαρχίας και του νομίσματός της, του ευρώ. Η μετατροπή της Ελλάδας σε μια διαλυμένη χώρα υπό καθεστώς δουλοπαροικίας του χρέους, εξασφαλίζει όχι βέβαια την επιβίωση του ελληνικού λαού, αλλά την στήριξη του ευρώ. Κι επομένως για οποιονδήποτε στέκει καλά στα μυαλά του, το όλο θέμα του ευρώ δεν μπορεί παρά να τίθεται εξαρχής.

Η αναζήτηση της οικονομικής σταθερότητας στο πεδίο της νομισματικής ρύθμισης αποτελεί μια πολύ παλιά νεύρωση του καπιταλισμού. Έχει την καταγωγή της στα νομισματικά πειράματα του Τζον Λο τον 16ο αιώνα, που οδήγησαν στις πρώτες χρηματοπιστωτικές φούσκες με καταστροφικά αποτελέσματα. Ήταν τόσο απεχθής η εμπειρία από εκείνους τους πρώτους πειραματισμούς του Λο που οι πιο φωτισμένοι εκπρόσωποι της πολιτικής και της οικονομίας για σχεδόν δυο αιώνες αρνήθηκαν να πιστέψουν ότι η κυριαρχία του χρήματος, της πίστης και των χρηματαγορών συνιστούσαν το μέλλον της «οικονομίας της αγοράς, ενώ οι οικονομολόγοι της εποχής αγωνίστηκαν να πείσουν πως η σταθερότητα της οικονομίας δεν εξαρτάται από τη χρηματοπιστωτική σφαίρα αλλά πρωταρχικά από τη διευρυμένη παραγωγή υλικού πλούτου. Μάλιστα, ακόμη κι ο Άνταμ Σμιθ, είχε προειδοποιήσει ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα ότι η ανάγκη για εθνικό χαρτονόμισμα, που εκδίδεται από μια εθνική κεντρική τράπεζα, δεν αφορά τόσο στα μεγάλα κράτη όσο τα μικρά, ώστε να διαθέτουν τους ελάχιστους δυνατούς όρους ελέγχου της οικονομίας τους και το εμπόριό τους να μη γίνεται έρμαιο των ισχυρών νομισμάτων[1]. Μήπως ήξερε κάτι που θέλουν να αγνοούν πολλοί σήμερα;

Όποτε οι διεθνείς κερδοσκοπικές ορέξεις των πιο αντιδραστικών κύκλων του κεφαλαίου γνώριζαν νέες εξάρσεις, όποτε ο άγριος ανταγωνισμός, οικονομικός και πολιτικός, για κυριαρχία στις παγκόσμιες αγορές άναβε, τότε εμφανίζονταν θεωρίες που πρότασσαν ως θεμελιώδη ανάγκη την ύπαρξη ενός ισχυρού παγκόσμιου χρήματος. Τέτοιες ήταν οι νομισματικές αντιλήψεις των μερκαντιλιστών του 17ου αιώνα, που ήθελαν να δικαιολογήσουν την ακόρεστη δίψα για χρυσάφι των μεγάλων αυτοκρατοριών της εποχής. Ανάλογες νευρώσεις διέκριναν και τους θιασώτες του «χρυσού κανόνα», που φαντάζονταν ότι η μετατροπή του χρυσού σε γενικό διεθνές ισοδύναμο για όλα τα νομίσματα θα εξασφάλιζε τη σταθερότητα. Η τραγική αυτή αυταπάτη χάθηκε οριστικά στα συντρίμμια που προκάλεσε το μεγάλο κραχ του 1929.

Η νομισματική προσάρτηση – μιας κι αυτό σημαίνει «παγκόσμιο χρήμα» – αποτελούσε για τις ισχυρές χώρες ένα καλό μέσο για την προώθηση των δικών τους οικονομικών συμφερόντων εις βάρος λιγότερο ισχυρών χωρών. Στη βάση αυτή υπήρξε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και η Λατινική Νομισματική Ένωση, η οποία δημιουργήθηκε στη βάση του χρυσού γαλλικού φράγκου και έγινε για την προώθηση των γαλλικών χρηματιστικών-τοκογλυφικών συμφερόντων. Σ’ αυτήν είχε ενταχθεί και η Ελλάδα. Η εμπειρία για τη χώρα μας υπήρξε καταστροφική, έστω κι αν και οι τότε κυβερνώντες εκθείαζαν τη σύνδεση της δραχμής με το «ισχυρό φράγκο» ως παγίωση της «σταθερότητας» και του «αναπτυξιακού δυναμισμού» της ελληνικής οικονομίας. Στην πραγματικότητα η Λατινική Ένωση συνέβαλε σημαντικά στην καταστροφική υπερχρέωση της χώρας. Οι μόνοι που ωφελήθηκαν ήταν οι Γάλλοι τραπεζίτες και όσοι «χρυσοκάνθαροι» ντόπιοι σπεκουλαδόροι συνδέονταν με γαλλικά χρηματιστικά συμφέροντα, όπως π.χ. ήταν ο μεγαλοχρηματιστής Βλαστός, ο οποίος υπήρξε ένας από τους παρασκηνιακούς αρχιτέκτονες του στημένου πολέμου του 1897, μόνο και μόνο για να επωφεληθεί αυτός και οι όμοιοί του από την χρεωκοπία της Ελλάδας και την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου.

 Στην Ελλάδα η θεωρία αυτή εισήχθη από τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο. Ο λόγος ήταν απλός: οι δανειστές, που με τον ΔΟΕ είχαν δεσμεύσει τις βασικές πηγές εσόδων του ελληνικού κράτους, ήθελαν να εισπράττουν σε σκληρό νόμισμα, παρά σε πληθωριστική δραχμή. Κι έτσι άρχισαν να μιλούν για την αξία της σκληρής χρυσής δραχμής και πόσα καλά θα έφερνε στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα ήταν να οδηγηθεί η χώρα στην τέταρτη ιστορικά επίσημη πτώχευση του 1932, αφού πρώτα την είχε εξουθενώσει με πολιτικές λιτότητας σαν τις σημερινές, η δημοσιονομική επιτροπή της Κοινωνίας των Εθνών.

Στην ουσία η Ελλάδα απέκτησε εθνικό νόμισμα που καθόριζε και εξέδιδε η ίδια, μόνο μετά τον πόλεμο, όταν στα τέλη της δεκαετίας του ’40 μπήκε δοκιμαστικά σε παραγωγή χαρτονομίσματος η εκτυπωτική offset μηχανή που είχαν αφήσει πίσω τους οι κατοχικές δυνάμεις. Ουσιαστικά μόνο μετά την νομισματική μεταρρύθμιση Μαρκεζίνη (1953) έχουμε ομαλή κυκλοφορία εθνικού νομίσματος που εκδίδεται απευθείας στην Ελλάδα. Η υιοθέτηση του ευρώ ήταν η κατάληξη μιας διαδικασίας διαρκών υποτιμήσεων όχι μόνο της δραχμής, αλλά και της πραγματικής οικονομίας, προκειμένου η Ελλάδα να μετατραπεί βίαια σε μια «ανοιχτή οικονομία» στην κερδοσκοπία των κεφαλαιαγορών της Ευρώπης και παγκόσμια.

Καμιά σοβαρή συζήτηση δεν μπορεί να υπάρξει για την αντιμετώπιση της δεινότατης κατάστασης, αν πρώτα απ’ όλα δεν απεγκλωβιστεί η χώρα από το ευρώ. Αυτό σημαίνει απλά ότι είναι άμεση ανάγκη η αποδέσμευση εδώ και τώρα από το ευρώ. Δίχως αυτήν είναι αδύνατον να υπάρξουν πολιτικές ριζικής αντιμετώπισης των οξύτατων προβλημάτων προς το συμφέρον της χώρας και του λαού της. Βέβαια υπάρχουν πάντα οι θρησκόληπτοι με την «ευρωπαϊκή προοπτική», οι τρόφιμοι του λεβαντινοραγιαδισμού, τα λαμόγια των ευρωπαϊκών κονδυλίων, οι λαθροθήρες του φυσικού και κοινωνικού πλούτου της χώρας και το πολιτικό τους προσωπικό, που μπροστά στον κίνδυνο της αφύπνισης του λαού καλούν σε πανστρατιά. Απειλούν με δημοψήφισμα για ευρώ και ξερό ψωμί ή επιστροφή στη δραχμή. Ας το τολμήσουν. Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα ενός τέτοιου δημοψηφίσματος θα αποτελέσει την απαρχή της αντίστροφης μέτρησης γι’ αυτούς. Μιας και επιτέλους θα ξεκαθαρίσει η ήρα από το στάρι. Θα ξεκαθαρίσει το ποιος-ποιον. Ιδίως μέσα στις γραμμές των αυθεντικά δημοκρατικών και πατριωτικών δυνάμεων του λαού.

Θα ξεκαθαρίσει επιτέλους και το τοπίο στην αριστερά, η οποία έχει συμβιβαστεί σε τέτοιο βαθμό με το καθεστώς υποταγής που θεωρεί είτε «δαιμονοποίηση του ευρώ» την άμεση απαλλαγή από αυτό, είτε «αντικειμενική αναγκαιότητα» την πορεία προσάρτησης της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Όμως τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά. Όσοι αρνούνται να θέσουν ως άμεσο αίτημα την αποδέσμευση από το ευρώ και την ΟΝΕ, δεν είναι παρά συνυπεύθυνοι, συνένοχοι στα αδιέξοδα που οικοδομεί το χρηματιστικό κεφάλαιο και οι μηχανισμοί του, όσο κι αν ασκούνται σε αντικαπιταλιστικές κορώνες, σε αναφορές στο σοσιαλισμό και σε σκληρές καταγγελίες της κυβέρνησης και της ΕΕ.

 

Δημοσιεύτηκε στο Hellenic Nexus, τεύχος 53, Ιούνιος, 2011 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Adam Smith, An Inquiry into the Nature and Causes of the Wealth of Nations, Book IV.iii.b.

 

ΠΗΓΗ: Δευτέρα, 6 Ιουνίου 2011, http://seisaxthia.blogspot.com/2011/06/blog-post_2000.html

Υπάρχει ζωή και μετά το ευρώ!

Υπάρχει ζωή και μετά το ευρώ!

 

Του Δημήτρη Καζάκη


 

Μπορεί να επιβιώσει η χώρα χωρίς το ευρώ; Για να απαντήσει κανείς σ' αυτό το ερώτη­μα θα πρέπει πρώτα να απαντήσει στο αν μπορεί να επιβιώσει η χώ­ρα με το ευρώ. Αν έχετε προσέξει, όλοι οι απολογητές του ευρώ και της Ε.Ε., από τους διατεταγμένους προ­παγανδιστές του επίσημου δωσιλογισμού έως τα «παπαγαλάκια» τους στην Αριστερά, αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι να αναφερθούν στο συγκεκριμένο ερώτημα.

Αρκούνται μόνο σε μια απίστευτη καταστροφολογία για το τι δήθεν θα γίνει, αν τυχόν η χώρα απαλλα­γεί από τον χαλινό του ευρώ. Ενώ όταν αναγκάζονται να μιλήσουν για το τι μας έχει «προσφέρει» το ευρώ, τότε απογειώνονται από τον μάταιο τούτο κόσμο της κοινής λο­γικής και αναζητούν καταφύγιο στη νεφελοκοκκυγία του παραλόγου. Εκεί δηλαδή όπου τα εξωτερικά ελ­λείμματα είναι απόδειξη αναπτυξι­ακής δυναμικής κι όχι παραγωγικής αποσύνθεσης. Εκεί όπου ο υπερδανεισμός, ιδιωτικός και δημόσιος, δεν αποτελεί πρόβλημα ούτε οδη­γεί στη χρεοκοπία. Εκεί όπου με τη δραχμή είχαμε πολύ περισσότερα αδιέξοδα και προβλήματα, παρά με το ευρώ. Εκεί όπου η άνοδος του ΑΕΠ, του πιο εικονικού δείκτη της οικονομίας, αποτελεί βασικό κρι­τήριο της οικονομικής ανάπτυξης. Εκεί όπου το να πληρώσουν με κά­ποιο τρόπο λαός και εργαζόμενοι το τοκογλυφικό χρέος που έχει συσ­σωρεύσει η οικονομική και πολιτική ολιγαρχία, είναι ο μόνος δρόμος.

Κι όχι μόνο αυτό. Η ίδια η κρίση του ευρώ και της ευρωζώνης έχει εξαφανιστεί παντελώς από την ανά­λυσή τους. Δεν είναι παρά μια απλή παράπλευρη συνέπεια της παγκόσμι­ας κρίσης, έστω κι αν ο ίδιος ο Τρισέ έχει πει ότι «από τον Σεπτέμβριο του 2008 αντιμετωπίζουμε την πιο δύσκο­λη κατάσταση από την εποχή του Δευ­τέρου Παγκοσμίου Πολέμου – ίσως ακόμη και από την εποχή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου» («DerSpiegel», 15.5.10)

Η κρίση του ευρώ

Τι ξέρει ο Τρισέ από ευρώ και κρί­ση, όταν υπάρχουν προοδευτικοί, ακόμη και αριστεροί, φωστήρες, που ξεμπερδεύουν στα γρήγορα με όλα αυτά σαν να ήταν ασήμαντες λεπτο­μέρειες. Η απολογητική στην οποία ασκούνται όλοι αυτοί, κάνει ακόμη και τους Μπαρόζο – Τρισέ να ωχριούν. Όσο για την τερατώδη υπερδιόγκωση των τραπεζών και την επιβολή ενός δημοσιονομικού ολοκληρωτισμού στην ευρωζώνη υπέρ των χρηματαγορών, ούτε που τους απασχολεί. Γι' αυτούς δεν υπάρχει μεγαλύτερος «διεθνισμός», δεν υπάρχει μεγαλύτερη δικαίωση του «ευρωπαϊσμού» τους από την ολοκληρωτική ισοπέδωση λαών, χωρών και εργαζομένων που εφαρμόζει η Ε.Ε. σήμερα.

Τι θα γίνει άμα φύγουμε από το ευρώ και την ευρωζώνη; Θα πέσει ο ουρανός να μας πλακώσει; Θα έρθει η συντέλεια του κόσμου; Θα χάσουμε ό,τι έχουμε και δεν έχουμε; Όλα αυτά μαζί και πολλά ακόμη έχουμε να πάθουμε στη νοσηρή φαντασία όσων νομίζουν ότι το να τα βάλουμε με τις αγορές, την ευρωζώνη και τους ισχυρούς αποτελεί συνώνυμο της καταστροφής. Όμως ας ηρεμίσουμε λίγο και ας σοβαρευτούμε.

Εκτός ευρωζώνης

Καταρχάς, σήμερα σχεδόν το σύνολο των οικονομικών αναλυτών διεθνώς, πέρα από τους τρόφιμους των ευρωκονδυλίων, των γνωστών τραπεζικών και επιχειρηματικών κυκλωμάτων που χρησιμοποιούν το ευρώ για να καταληστέψουν τα πάντα, έχει καταλήξει ότι η Ελλάδα δεν μπορείνα ανακάμψει χωρίς διαγραφή χρέους και επαναφορά του εθνικού νομίσματος. Χαρακτηριστική περίπτωση, ο Mark Weisbrot, διευθυντής ενός από τα πιο φημισμένα διεθνώς κέντρα δημοσιονομικής πολιτικής, του Κέντρου Έρευνας για την Οικονομία και την Πολιτική (CEPR): «Η Πορτογαλία μόλις ολοκλήρωσε ένα σύμφωνο με το ΔΝΤ που προβλέπει δυο χρόνια ύφεσης ακόμα. Καμιά κυβέρνηση δεν πρέπει να δέχεται αυτή την τιμωρία. Κάθε ηγέτης που σέβεται τον εαυτό του και τη χώρα του θα τόνιζε προς τις ευρωπαϊκές αρχές πως έχουν τα χρήματα για να υποστηρίξουν την Ελλάδα με πολιτικές "αντι-κυκλικές" (όπως οι κεφαλαιακές ενισχύσεις), παρόλο που επιλέγουν να μην το κάνουν. Επίσης υπάρχει η ιδέα ότι η Ελλάδα – όπως και η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Πορτογαλία – μπορούν να ανανήψουν μέσα από μια "εσωτερική υποτίμηση".

Δηλαδή, μέσα από την αύξηση της ανεργίας, με σκοπό οι μισθοί να πέσουν τόσο, ώστε να γίνει η χώρα ανταγωνιστική διεθνώς. Το κοινωνικό κόστος μιας τέτοιας ενέργειας, όμως, είναι εξαιρετικά υψηλό και δεν αποδίδει. Η ανεργία διπλασιάστηκε στην Ελλάδα (στο 14,7%), υπερδιπλασιάστηκε στην Ισπανία (σε 20,7%) και υπερτριπλασιάστηκε στην Ιρλανδία (σε 14,7%). Αλλά η ανάκαμψη δεν υπάρχει στον ορίζοντα. Να είστε σίγουροι ότι οι ευρωπαϊκές αρχές θα προσέφεραν στην Ελλάδα μια καλύτερη συμφωνία αν αντιμετώπιζαν μια σοβαρή απειλή αποχώρησής της από την ευρωζώνη…

Όμως το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα δεν αντέχει να δεχτεί συμφωνίες που δεν την αφήνουν να αναπτυχθεί και έτσι να βρει τον δρόμο της εξόδου από την ύφεση. Τα δάνεια που απαιτούν αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν πολιτικές που ενισχύουν τον "κύκλο" – μείωση εξόδων και αύξηση φόρων μπροστά στην ύφεση – πρέπει να βγουν από το τραπέζι. Η προσπάθεια να γλιτώσει η Ελλάδα μέσω της υποτίμησης έχει αποτύχει. Αν αυτό είναι όλο κι όλο που μπορεί να προσφέρει η Ευρώπη, τότε είναι ώρα για την Ελλάδα, ίσως και για άλλους, να πουν αντίο στο ευρώ» («The New York Times», 9.5).

Η λύση της δραχμής

Η απάντηση στο παραπάνω είναι έτοιμη: ο κύριος αυτός είτε είναι «γραφικός» είτε εκπροσωπεί σκοτεινά αμερικανικά συμφέροντα. Κι αυτά τα λένε όσοι δεν χάνουν ευκαιρία να εξαργυρώνουν επιταγές αλληγορικά και κυριολεκτικά. Από πού προκύπτει ότι με το να φύγουμε από το ευρώ και να επανέλθουμε σε εθνικό νόμισμα θα οδηγηθούμε σε απανωτές υποτιμήσεις και θα εκτιναχθεί ο πληθωρισμός; Επειδή μας το λένε όλοι εκείνοι που ευθύνονται σήμερα για την κατάντια της ελληνικής οικονομίας και το παπαγαλίζουν κάθε είδους μίσθαρνα όργανα; Δεν θα έπρεπε να μας το αποδείξουν αντί να το θεωρούν ως δεδομένο ή θέσφατο;

Για να καταλάβει κανείς πόσο παραμύθι είναι η επίκληση της καταστροφής της Ελλάδας λόγω εξόδου από το ευρώ, θα αναφέρουμε απλώς την περίπτωση των Βρετανών οικονομικών συμβούλων του Centre for Economics and Business Research (CEBR) που κάλεσε η ίδια η κυβέρνηση πριν από λίγες εβδομάδες για να τους συμβουλευτεί για το τι θα συμβεί αν η Ελλάδα φύγει από το ευρώ. Σύμφωνα με τους «Times» του Λονδίνου (30.5), ο επικεφαλής του CEBR Νταγκ ΜακΓουίλλιαμς απάντησε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων σχετικά με το τι θα υποστεί το νέο νόμισμα της Ελλάδας μετά την έξοδο από το ευρώ: «Εγκαταλείποντας το ευρώ θα σήμαινε ότι το νέο νόμισμα θα υποτιμηθεί κατά 15%». Αποτελεί καταστροφή μια υποτίμηση κατά 15%;

Με εξαίρεση τα επίσημα και ανεπίσημα παπαγαλάκια της ΕΚΤ και της Ε.Ε., που όμως δεν προσκομίζουν κανένα σοβαρό αποδεικτικό στοιχείο, μια και ο σκοπός τους είναι μόνο να τρομοκρατήσουν τον κόσμο, δεν υπάρχει κανένας σοβαρός οικονομικός αναλυτής ανά τον κόσμο που να θεωρεί ότι θα υποστεί καταστροφή η Ελλάδα αν φύγει από το ευρώ. Αυτό που λένε είναι ότι η Ελλάδα θα περάσει μια περίοδο νομισματικής αστάθειας, την οποία άλλοι προσδιορίζουν σε λίγους μήνες και άλλοι σε ένα με δύο χρόνια, έως ότου η συναλλαγματική αξία της νέας δραχμής σταθεροποιηθεί μέσα από την ανάκαμψη της οικονομίας της. Σ' αυτό που συμφωνούν όλοι είναι ότι αυτός που πιθανόν να υποστεί την καταστροφή είναι το ίδιο το ευρώ, αλλά αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Δύο μοντέλα

Κι όλα αυτά από αναλυτές που δεν υιοθετούν τα μέτρα ή την κατεύθυνση πολιτικής που προτείνουμε για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας. Όποιος έχει στοιχειώδεις γνώσεις οικονομίας, γνωρίζει ότι υπάρχουν δυο τρόποι να δημιουργήσεις νόμισμα: Ο πρώτος είναι να το ρίξεις στις αγορές, βορά και έρμαιο των κερδοσκόπων και να περιμένεις πού, πότε και πώς θα σταθεροποιηθεί η αξία του. Με ό,τι συνεπάγεται για την οικονομία και την κοινωνία σου. Αυτό συμβαίνει με το ευρώ, που είναι εκ φύσεως τέτοιο νόμισμα. Όμως αυτό συνέβαινε και με την παλιά δραχμή, την οποία οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούσαν ως εργαλείο ραγδαίας υποτίμησης της εθνικής οικονομίας και των εισοδημάτων από εργασία προς όφελος των ντόπιων και ξένων κερδοσκόπων.

Ο δεύτερος είναι να δημιουργήσεις ένα εθνικό νόμισμα που να υποστηρίζει και να υποστηρίζεται από την πραγματική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και πρωτίστως της παραγωγικής της βάσης. Αν θέλει πραγματικά κάποιος την παραγωγική ανάπτυξη της οικονομίας προς όφελος του λαού και της χώρας, τότε δεν υπάρχει άλλος τρόπος να γίνει αυτό παρά μόνο έχοντας το δικό του νόμισμα. Ούτε η οικονομική θεωρία, αλλά ούτε και η ιστορική εμπειρία έχει να επιδείξει άλλο τρόπο. Δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα σχήματα παγκόσμιου χρήματος, όλες οι νομισματικές ενώσεις, όλα τα συστήματα σταθερών ισοτιμιών και σταθερής νομισματικής αξίας, με πιο γνωστό εκείνο του χρυσού κανόνα, απέτυχαν παταγωδώς αφήνοντας πίσω τους ερείπια εκείνες ειδικά τις χώρες που ήταν πιο αδύναμες και εξαρτημένες από την παγκόσμια αγορά.

Ανάγκη «οικονομικής αυτονομίας»

Ο Αλέξανδρος Διομήδης, ιδρυτής και πρώτος διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, προσπαθώντας να αντλήσει συμπεράσματα από την τραγωδία της επίσημης χρεοκοπίας του 1932, τόνιζε την «ανάγκη οικονομικής αυτονομίας», έναντι του μοντέλου της νομισματικά σταθερής δραχμής κλειδωμένης με τη χρυσή βρετανική λίρα, προκειμένου η ελληνική οικονομία να είναι ανοιχτή στην παγκόσμια αγορά και στις κυρίαρχες δυνάμεις της: «Η Ελλάς πρέπει απαραιτήτως να φροντίση πώς θα ζη, θα τρέφεται, θα κινήται, θα εργάζεται, με ίδια κατά το πλείστον εφόδια. Πώς θ' ασφαλίση με δυνάμεις αντλουμένας εκτου ιδίου αυτής τόπου, σχετικήν τουλάχιστον ισορροπίαν και μείζονα ή κατά το παρελθόν οικονομικήν αυτοτέλειαν. Αι προσπάθειαί της πρέπει προς αυτό το αποτέλεσμα να τείνουν».

Ο Διομήδης δεν ήταν οπαδός της οικονομικής αυτάρκειας, αλλά πίστευε ότι, αν δεν σταματήσει η εξάρτηση της οικονομίας από το εξωτερικό, αν δεν στηριχθεί η ελληνική οικονομία πρωτίστως σε εσωτερικούς όρους συσσώρευσης και ανάπτυξης, δεν πρόκειται να πάψει να είναι έρμαιο των συγκυριών στην παγκόσμια αγορά που αναγκαστικά οδηγούν τη χώρα στη χρεοκοπία όταν ξεσπούν μεγάλες παγκόσμιες κρίσεις. Το ίδιο ισχύει και σήμερα.

Αιτία χρεοκοπίας

Μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο αν δεν διαθέτει η οικονομία το δικό της νόμισμα, ένα νόμισμα που να ελέγχει και να προσαρμόζει κάθε στιγμή στις ανάγκες της; Φυσικά και όχι. Όποιος ισχυριστεί το αντίθετο, είτε είναι παντελώς άσχετος με το θέμα, είτε είναι πολύ μεγάλος απατεώνας. Μπορεί το ευρώ να λειτουργήσει ως τέτοιο νόμισμα για την ελληνική οικονομία; Μόνο όποιος δεν γνωρίζει την ιδιοσυστασία και τη λειτουργία του ευρώ, ή απλώς προτάσσει άλλες σκοπιμότητες, μπορεί να απαντήσει θετικά στο ερώτημα. Μπορεί να έχουμε ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης στην ελληνική οικονομία με το ευρώ; Μόνο όποιος δεν γνωρίζει ή δεν θέλει να γνωρίζει τι συνέβη τη δεκαετία του ευρώ μπορεί να θεωρεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο εφικτό. Άλλωστε στον κόσμο της φαντασίας όλα είναι εφικτά.

Μια άλλη πολιτική

Όμως στον αληθινό κόσμο έχει αποδειχτεί ότι το ευρώ λειτούργησε καταλυτικά τόσο για την οικονομική καταστροφή που έχει υποστεί η χώρα όσο και για τη χρεοκοπία της. Πώς μπορεί να υπάρξει ένα εθνικό νόμισμα που να μην υποτιμάται διαρκώς και να μην πυροδοτεί τον πληθωρισμό; Πρώτα και κύρια χτυ­πώντας τις εσωτερικές αιτίες των υποτιμήσεων και του πληθωρισμού, και αυτές δεν είναι νομι­σματικές, αλλά έχουν άμεση σχέση αφενός με τη συνολική κατάσταση και τις εξαρτήσεις της οικονομίας και αφετέρου με τις μονοπωλιακές καταστάσεις στην εσωτερική αγορά.

Τι σημαί­νει αυτό; Σημαίνει με πολύ απλά λόγια ότι το χτύπημα των μονοπωλίων και των καρτέλ, ντό­πιων και ξένων, που κυριαρχούν στην ελληνική οικονομία, η αντιστροφή της σχέσης ιδιωτικών κερδών και αμοιβών που υπάρχει σήμερα, η άμεση ενίσχυση των μικρών και μεσαίων επι­χειρήσεων ιδίως στους τομείς της παραγωγής, η εθνικοποίηση κρίσιμων τομέων της οικονομί­ας και πρωτίστως του τραπεζικού συστήματος, ο πολλαπλασιασμός του προγράμματος δημο­σίων επενδύσεων με όρους άμεσης απόδοσης και στήριξης της εθνικής οικονομίας, όπως και η γενναία αναδιανομή εισοδημάτων και πλού­του, μαζί με μια ριζικά διαφορετική πολιτική ένταξης στον διεθνή καταμερισμό εργασίας μέσα κυρίως από διακρατικές προγραμματι­κές συμφωνίες, εναλλακτικές μορφές εμπο­ρικών σχέσεων, ανοίγματα σε χώρες και περι­οχές όπου η Ελλάδα σήμερα είναι απούσα και την επιβολή ενός επιλεκτικού ανταγωνιστικού πλαισίου για την προστασία των πιο σημαντι­κών τομέων της ελληνικής οικονομίας, μπορεί να δημιουργήσει μια τέτοια δυναμική που να μην αφήσει το νόμισμά της να κατρακυλά στις διεθνείς αγορές, ούτε να επιτρέψει την εκδή­λωση πληθωριστικών πιέσεων.

Στεγνώνει η οικονομία από ρευστότητα

Επειδή οι παπαγάλοι του ευρώ έχουν ιδιαίτερο καημό με τις καταθέσεις στις τράπεζες, θα πρέπει να τους πούμε τα εξής: Πριν προλάβουμε εμείς, που προτείνουμε όλα αυτά τα καταστροφικά, να εξανεμίσουμε τις καταθέσεις, θα το έχουν κάνει οι σημερινοί κρατούντες. Η πολιτική που ασκείται είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα «στεγνώσει» την οικονομία από κάθε ρευστότητα. Είναι κάτι που συμβαίνει ήδη και κλιμακώνεται μέρα με τη μέρα.

Με την κάλυψη της τρόικας και της κυβέρνησης η καταθετική βάση των τραπεζών, όση έχει απομείνει, λεηλατείται ασύστολα από τις ίδιες τις τράπεζες προκειμένου να καλύψουν τις «μαύρες τρύπες» του ενεργητικού τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αργά ή γρήγορα θα προχωρήσουν σε δέσμευση των καταθέσεων με τη μια ή την άλλη μορφή. Κι αυτό είναι πολύ πιθανό να συμβεί τους αμέσως επόμενους μήνες, μια και η κρίση ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας θα επιδεινωθεί σε τέτοιο βαθμό που ακόμη και το χαρτονόμισμα θα γίνει δυσεύρετο.

Ποια αναστήλωση;

Αυτό θα είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα έχει να αντιμετωπίσει, αν και όποτε κατορθώσει ο λαός να επιβάλει την πολιτική που προτείνουμε. Θα έχουμε να αναστηλώσουμε μια οικονομία και μια κοινωνία εντελώς διαλυμένη, χωρίς ίχνος ρευστότητας στην αγορά και τις τράπεζες, με εισοδήματα πείνας και μαζική ανεργία πρωτοφανή, με κατεστραμμένους τους τρεις στους τέσσερεις ελευθεροεπαγγελματίες, βιοτέχνες, αγρότες και μικρομεσαίους επιχειρηματίες. Κι από πάνω φορτωμένη με τα υπέρογκα βάρη του αναδιαρθρωμένου χρέους της και των ιδιωτικοποιημένων υποδομών της.

Μπορεί να αναστηλωθεί μια οικονομία σ' αυτή την κατάσταση δίχως δικό της νόμισμα, δίχως να αποκτήσει τον έλεγχο στους διαθέσιμους πόρους και στις υποδομές της; Μπορεί να γίνει με δεδομένο το καθεστώς εξάρτησης και υποταγής της χώρας που υπάρχει σήμερα; Κάποιοι νομίζουν ότι δεν μπορεί να γίνει. Δικαίωμά τους. Άλλωστε όταν ένα έθνος, ένας λαός βρίσκεται σε ιστορική καμπή, όπως βρισκόμαστε εμείς σήμερα, όταν καλείται να ανατρέψει την τυραννία είτε του οθωμανικού ζυγού τον 19ο αιώνα είτε του ναζιστικού και φασιστικού ιμπεριαλισμού στη δεκαετία του 1940 είτε των αγορών και του πολιτικού τους προσωπικού σήμερα, υπάρχουν πάντα κάποιοι που θεωρούν αδιανόητο για έναν μικρό και ασήμαντο λαό να τα βάλει με τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής του. Όμως από πότε η λιποψυχία, η αδυναμία να στρατευθείς σ' αυτό που έχει πραγματικά ανάγκη ο λαός και ο τόπος αποτελεί επιχείρημα;

 

ΠΗΓΗ: Κυριακή, 5 Ιουνίου 2011, http://dimitriskazakis.blogspot.com/2011/06/blog-post_05.html

Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

 

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου



Το ωράριο των φαρμακείων είναι, αν δεν το γνωρίζετε, σοβαρό πρόβλημα και προφανώς γι’ αυτό η τρόικα έκανε παρατήρηση στην ελληνική κυβέρνηση για τη μη απελευθέρωση! Των οικιών ημών εμπιπραμένων, ημείς άδομεν. Εν μέσω ενός οικονομικού Αρμαγεδδώνα που ενέσκηψε μετά το 2008 στις δυτικές οικονομίες και την ΕΕ, και που μόνο παροδικός δεν φαίνεται να είναι, οι εκπρόσωποι ΔΝΤ, ΕΕ και ΕΚΤ βρίσκουν χρόνο να ασχοληθούν με αυτά τα σπουδαία προβλήματα, θυμίζοντας ότι ο τυφλός φανατισμός δεν γνωρίζει ιδεολογικά όρια, για να μην πούμε ότι είναι ίδιον κάθε «ολοκληρωτικού συστήματος».

Οι νεοφιλελεύθεροι διεθνείς οικονομικοί τεχνοκράτες θυμίζουν μερικές φορές, με το δογματισμό και τη σχολαστικότητά τους, το ιδεολογικό τμήμα του ΚΚΣΕ ή τους «μαρξιστές-λενινιστές» του ΚΚΕ-ΜΛ!

Μια ματιά αν ρίξει κανείς τώρα στα μισά μέλη της ευρωζώνης, στην ΕΕ, αλλά και στην αμερικανική οικονομία, απελπίζεται με τον βραχυπρόθεσμο, εμβαλωματικό και μονίμως καθυστερημένο χαρακτήρα των μέτρων που υιοθετούνται για την αντιμετώπιση μιας σοβαρότατης δομικής κρίσης. ‘Όπως συμπεραίνει σχεδόν σύσσωμος ο οικονομικός τύπος της ηπείρου, κύριο χαρακτηριστικό τους είναι ότι μεταθέτουν στο μέλλον το πρόβλημα, αυξάνοντας το κόστος της αντιμετώπισής του και εντείνοντας τους παράγοντες ακριβώς που προκαλούν την κρίση χρέους.

Η γαλλική Φιγκαρό εξανίσταται αίφνης γιατί προτείνεται περισσότερη λιτότητα στην Ελλάδα, τη στιγμή που ήδη το πρώτο κύμα έχει οδηγήσει την ελληνική οικονομία σε μεγάλη ύφεση, καθιστώντας οξύτερο το πρόβλημα χρέους. Συγκρίνει σε άρθρο της τις «συνταγές» που εφαρμόζονται με την πρακτική των μεσαιωνικών γιατρών, που πίστευαν ότι με τις διαρκείς αφαιρέσεις αίματος από τον ασθενή, θα τον έκαναν καλά! Το αποτέλεσμα ήταν να πεθάνει μια ώρα αρχύτερα και πιο οδυνηρά. Η Φιγκαρό δεν είναι ούτε καμιά αριστερή εφημερίδα, ούτε καμιά εφημερίδα «εναντίον των αγορών». Είναι η πιο ιστορική, έγκυρη και σοβαρή έκφραση του γαλλικού συντηρητισμού.

Η κρίση είναι και ευκαιρία, λένε πολλοί, και θεωρητικά μπορεί να είναι. Προς το παρόν όμως, μόνο αυτό δεν συμβαίνει, εκτός τουλάχιστο όσων ανοίγουν λογαριασμούς CDS, για να ασφαλισθούν «έναντι κινδύνων που δεν αναλαμβάνουν», όπως σημειώνει εύστοχα ένας Γερμανός σχολιαστής. Τάσεις πολιτικού και οικονομικού ορθολογισμού εμφανίζονται, είναι αλήθεια στην Ευρώπη, παραμένουν όμως εξαιρετικά περιορισμένες. Αντίθετα, εντείνονται στην ΕΕ οι τάσεις «ομαδικού εγωϊσμού», όπως με τις αφόρητες πιέσεις στο εν κρίσει Δουβλίνο να αυξήσει τη φορολογία, αλλά και η προσφυγή σε πολιτικές, που εντείνοντας την ύφεση και το αναπτυξιακό έλλειμμα της Ευρώπης, οδηγούν στην καταστροφή ή εξασθένιση των μεσαίων τάξεων και ωθούν σταδιακά τις ευρωπαϊκές κοινωνίες σε ανισορροπία και εξτρεμισμό. Όσο για τις ευρωπαϊκές εξουσίες, αρνούνται πεισματικά να αναγνωρίσουν στις ίδιες τις οικονομικές δομές το πρόβλημα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να προτείνουν μια ελάχιστα ικανοποιητική απάντηση στο πρόβλημα του χρέους. Πολύ περισσότερο, να σχεδιάσουν βαθειές τομές που θα χρειάζονταν για να οικοδομηθεί ένα άλλο σύστημα που να παράγει ανάπτυξη και όχι χρέος. Ελπίζει κανείς να βρουν τη διεισδυτικότητα και το κουράγιο ενός Ρούζβελτ και της Νιου Ντηλ, και να μην χρειαστούμε μια καταστροφή ανάλογη του παγκοσμίου πολέμου, που χρειάστηκε τελικά, στον 20ό αιώνα, για να ρυθμισθεί κάπως η οικονομία μεταπολεμικά.

Πολιτικά, μόνο δύο πολιτικοί σε όλη την Ευρώπη έχουν «βγει μπροστά» μέχρι τώρα, προβάλλοντας την ανάγκη ευρωπαϊκής πολιτικής εξουσίας για να διαχειρισθεί το κοινό νόμισμα και να αντιμετωπίσει τις αδηφάγες, ουδέποτε ικανοποιούμενες «αγορές». Ο ένας είναι ο πρώην Πρωθυπουργός του Βελγίου και υπέρμαχος της ευρωπαϊκής ανεξαρτησίας από τις ΗΠΑ, ο Γκι Φερχόφσταντ. Ο άλλος είναι ο εκ των ηγετών της εξέγερσης του 1968, ο Πράσινος Κον Μπεντίτ, που έχει μεν μισοαποκηρύξει την «επαναστατική» κληρονομιά του, διατηρεί όμως από αυτή την εμπειρία μια έντονη πολιτική προσωπικότητα.

Αλλά τέτοιες τάσεις είναι μικρή μειοψηφία. Η μεγάλη, συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτικών μοιάζει αδρανής από φόβο ή αμηχανία, κάνοντας τον (νεοφιλελεύθερο) σταυρό της για να γίνει ένα θαύμα, ενώ πολλαπλασιάζονται οι φωνές, περιθωριακές ακόμα, αλλά ισχυροποιούμενες, που θέλουν έξοδο των χωρών τους από το ευρώ, όπως η Λεπέν στη Γαλλία, ή συζητούν έξοδο της Ελλάδας, σε πρώτη φάση βεβαίως.

Στον καθεαυτό οικονομικό τομέα, οι τάσεις κάποιου, πολύ δειλού ακόμα, «οικονομικού ορθολογισμού», εμφανίζονται, όχι τυχαία, στην ίδια την ηγετική δύναμη της Ευρώπης στη Γερμανία. ‘Όχι τυχαία γιατί η Γερμανία διατηρεί ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανικής της ακμής, σε αντίθεση με τη Γαλλία που έχασε τη μισή βιομηχανία της με την «παγκοσμιοποίηση», αλλά και νοιώθει αρκετά ισχυρή, απελευθερωμένη τώρα από ιστορικές και γεωπολιτικές δουλείες. Αντιλαμβάνεται ταυτόχρονα ότι οι «αγορές» συνιστούν απειλή και για την ίδια, με την τεράστια ισχύ που έχουν αποκτήσει. Πέρυσι, προσπάθησε να επιβάλει κάποιους περιορισμούς στις ακάλυπτες αγορές χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Φέτος, προτείνει δειλά μια καθαρή αναδιάρθρωση του χρέους, με κούρεμα των ομολόγων, που μειώνοντας τον «βραχνά» του χρέους θα μπορούσε να εγκαινιάσει ένα «νέο ξεκίνημα», όπως η σεισάχθεια στην Αθήνα του Σόλωνα, κύριος σταθμός στην ανάδυση της δημοκρατίας, όπως το χρέος κινδυνεύει τώρα να γίνει σταθμός στην καταστροφή της.

Οι επενδυτές πρέπει να συμμετέχουν στο ρίσκο των επιλογών τους, είναι μια φράση που ακούγεται, όλο και πιο συχνά, στη Γερμανία. Παρά άλλωστε την σχεδόν ρατσιστική επίθεση κατά της Ελλάδας από μεγάλη μερίδα των γερμανικών μέσων, παρά το έντονο αίσθημα ότι δεν μπορεί το Βερολίνο να υποτάσσεται άλλο στην γραφειοκρατία των Βρυξελλών, παρά και την έκδηλη απροθυμία ενεργού αλληλεγγύης προς τους εταίρους της, η πλειοψηφία της γερμανικής ελίτ αντιλαμβάνεται ότι η διάλυση της ΕΕ θα σημάνει σημαντική μείωση της ισχύος και μεγάλα προβλήματα για την ίδια τη Γερμανία. Το άρθρο του Σπήγκελ που προκάλεσε τον μεγάλο πανικό την τελευταία εβδομάδα, έμεινε γνωστό για τις εικασίες περί εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, κυρίως όμως ήταν μια συντριπτική έκθεση των λόγων που θα ήταν, ένα τέτοιο ενδεχόμενο, καταστροφή και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη.

Παρόλο που πολλοί παρατηρητές, ιδίως στη χώρα μας, αποδίδουν τις διαφορές ως προς την αναδιάρθρωση και ιδιαίτερα το «κούρεμα» σε επιμέρους ιδιοτελή συμφέροντα, μια τέτοια ερμηνεία συνιστά μόνο τμήμα της απάντησης. Γιατί μια απόφαση υπέρ ή κατά του «κουρέματος» εντάσσεται εκ των πραγμάτων στην αρχή διαφορετικών στρατηγικών υπέρβασης της κρίσης. Οι οπαδοί της αναδιάρθρωσης υποστηρίζουν, με το δίκηο τους, ότι δεν υπάρχει άλλη εφικτή λύση γιατί το «βουνό» όχι μόνο του ελληνικού, αλλά του διεθνούς χρέους δεν μπορεί να πληρωθεί. Η δε προσπάθεια να πληρωθεί κινδυνεύει να οδηγήσει σε κατάρρευση πολιτικών, κοινωνικών και ευρωπαϊκών δομών, όπως σημειώνει η γερμανική Χάντελσμπλατ στο προχθεσινό της φύλλο.

Από την άλλη, οι αντίπαλοι της αναδιάθρωσης, κυρίως οι μεγάλες διεθνείς τράπεζες, αντιτείνουν ότι η αναδιάθρωση των χρεών της Ελλάδας π.χ. θα οδηγήσει πιθανότατα σε ντόμινο, λειτουργώντας ως προηγούμενο και για άλλες χώρες της ευρωζώνης. Ταυτόχρονα θα σπάσει ένα «ταμπού», μια θεμελιώδη αρχή, πάνω στην οποία βασίζεται η λειτουργία του σύγχρονου οικονομικού συστήματος και που είναι η εγγύηση του κεφαλαίου (αυτή ακριβώς η αρχή αντανακλάται και στην αυστηρά «αντιπληθωριστική» εντολή με την οποία δεσμεύει, ανεξαρτήτως οικονομικής συγκυρίας, η συνθήκη του Μάαστριχτ την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα). Αν θιγεί όμως αυτή η «αρχή», λένε οι επικριτές των αναδιαρθρώσεων, θα οδηγηθούμε σε πολύ μεγάλη κρίση του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Δυστυχώς δεν γίνεται να έχει κανείς και τον σκύλο χορτάτο και την πίτα ολόκληρη. Το 2008, οι αμερικανικές αρχές άφησαν την τράπεζα Λήμαν Μπράδερς να χρεωκοπήσει, εφαρμόζοντας την οδυνηρή, αλλά κλασική μέθοδο «οικονομικής θεραπείας» του καπιταλισμού, που είναι η χρεωκοπία. Στη συνέχεια όμως, επικαλούμενοι τον κίνδυνο γενικής κατάρρευσης, κινητοποίησαν τεράστιους κρατικούς πόρους, στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, για να διασώσουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα και να τονώσουν τη ζήτηση, χωρίς όμως να πράξουν το παραμικρό για την «επιδιόρθωση» των δομικών ανεπαρκειών που απέδειξε η κρίση.

Είναι ειρωνικό, αλλά και βαθιά τραγικό, ότι η συζήτηση περί αναδιάρθρωσης, μπορεί τώρα να «διαβαστεί» και ως συζήτηση περί του αν είναι προτιμότερο να κινδυνεύσουν με χρεωκοπία τα κράτη και προοπτικά η Ευρωπαϊκή ‘Ενωση ή οι τράπεζες.


Δημοσιεύτηκε στον Κόσμο του Επενδυτή, 14.5.2011

 

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 24 Μαΐου 2011, http://konstantakopoulos.blogspot.com/2011/05/blog-post_24.html