Για το ξεπέρασμα του αντιχριστιανισμού
Σκοπός του κειμένου δεν είναι να σταματήσει την κριτική στον χριστιανισμό αλλά να βοηθήσει ώστε αυτή η κριτική να γίνει με ψυχραιμία και όσο γίνεται ανεπηρέαστα από την κριτική της αστικής τάξης σ’ αυτόν. Δοσμένου ότι πέρα από μια εκθρονισμένη πνευματική εξουσία είναι και ένας πολιτισμός σχεδόν 15 αιώνων (από τον 4ο αιώνα που έγινε νόμιμος και την ασπάστηκε ο αυτοκράτορας ως τον 18ο και την γαλλική επανάσταση) ο οποίος όπως και κάθε πολιτισμός δημιουργείται τόσο από την εξουσία όσο και από τους εξουσιαζόμενους. Δεν μπορεί επίσης να παραβλεφθεί το γεγονός ότι τα λαϊκά επαναστατικά κινήματα, από τους αναβαπτιστές μέχρι τους πρώτους σοσιαλιστές, ακόμα και μέχρι την ίδρυση της πρώτης διεθνούς, ήταν χριστιανικά ή εμπνεόμενα από χριστιανικές ιδέες.
Το ζήτημα της θρησκείας είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει κάποια στιγμή να αντιμετωπιστεί με νηφαλιότητα από το ανταγωνιστικό κίνημα. Από τη νηφαλιότητα που μπορούν να μας εγγυηθούν τα δοσμένα του αιώνα μας.
Το 1844 ο Μαρξ γράφει στο έργο του Συμβολή στην Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Δικαίου πως
“…η ανάλυση της θρησκείας αποτελεί την προκαταρτική προϋπόθεση κάθε κριτικής (…). Η θρησκεία είναι η γενική θεωρία του κόσμου αυτού, το εγκυκλοπαιδικό του άθροισμα, η λογική του σε λαϊκή μορφή, το πνευματικό του καύχημα, ο ενθουσιασμός του, η ηθική του επιβράβευση, το επίσημο του συμπλήρωμα, η οικουμενική του παρηγοριά και αιτιολόγηση. Είναι η φαντασιακή πραγμάτωση του ανθρώπινου όντος, αφού το ανθρώπινο ον δεν κατέχει την πραγματικότητα. Το να αγωνίζεται κανείς ενάντια στην θρησκεία είναι λοιπόν σαν να αγωνίζεται ενάντια αυτού εδώ του κόσμου, το πνευματικό άρωμα του οποίου αποτελεί η θρησκεία.
Η θρησκευτική απελπισία αποτελεί, κατά ένα μέρος, την έκφραση της πραγματικής απελπισίας, ενώ κατά ένα άλλο μέρος την διαμαρτυρία ενάντια στην πραγματική απελπισία. Η θρησκεία είναι ο αναστεναγμός της καταπιεσμένης ύπαρξης, η ψυχή ενός κόσμου άκαρδου, όπως είναι και το πνεύμα των κοινωνικών συνθηκών απ όπου το πνεύμα έχει αποκλεισθεί. Είναι το όπιο του λαού”.
Αυτό το απόσπασμα έχει δυο σημεία που πρέπει να παρατηρηθούν. Το πρώτο είναι ότι ο Μαρξ κάνει μια ιδιαίτερα ψύχραιμη κριτική στην θρησκεία χαρακτηρίζοντάς την ως την ψυχή ενός κόσμου άκαρδου καταλήγοντας στην διαπίστωση ότι είναι το όπιο του λαού, μια διαπίστωση που σε συνάρτηση με την υπόλοιπη παράγραφο δεν είχε καθόλου αρνητική χροιά μέχρι να πέσει στα χέρια του Λένιν. Από τότε, και απογυμνωμένη από το γενικότερο νόημα της, μετατράπηκε στο πιο υστερικό σύνθημα της αντιχριστιανικής προπαγάνδας.
Το δεύτερο είναι το ότι “ανάλυση της θρησκείας αποτελεί την προκαταρτική προϋπόθεση κάθε κριτικής”. Η θρησκεία, πέραν των υπόλοιπων ορισμών της, είναι το φαντασιακό σημείο ένωσης της διαχωρισμένης σε τάξεις κοινωνίας. Είναι το στοιχείο που συνέχει την ταξική κοινωνία και αιτιολογεί την οργάνωσή της και γι αυτό η κριτική σ αυτήν είναι η προϋπόθεση για κάθε κριτική. Ωστόσο, για να βρει η φράση αυτή ξανά το νόημα της, ως θρησκεία θα πρέπει να εννοούμε το θέαμα αφήνοντας την κριτική του χριστιανισμού στον φυσικό της εχθρό. Τον καπιταλισμό.(βλ. το κατά Ντεμπόρ ευαγγέλιο)
Η κριτική στον χριστιανισμό είναι προϊόν της σκέψης της αστικής τάξης που άνθησε όταν η επιστήμη, γνήσιο τέκνο της και ιδεολογικό της εργαλείο, έφτασε στο σημείο να αμφισβητήσει την εκκλησία και να συγκρουστεί μαζί της. Από τότε και μετά η αστική τάξη πολλές φορές θα φλερτάρει με τον χριστιανισμό αλλά πάντοτε αντιμετωπίζοντάς τον σαν συμπληρωματικό κομμάτι της και όχι σαν θρησκεία.
Μέχρι και τα τέλη του 20ου αιώνα τα πράματα δεν ήταν πολύ ξεκάθαρα. Από τον προτεσταντισμό της δεξιάς που “καθαγίασε” την εργασία (σε αντίθεση με τον παραδοσιακό χριστιανισμό της φεουδαρχικής εποχής που γέμιζε το έτος με αργίες), θεώρησε τον πλούσιο ευλογημένο και ταύτισε την δουλειά, το κέρδος και την αποταμίευση με την πίστη στηρίζοντας εκείνο το στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού που βασίζονταν στην συσσώρευση, μέχρι τον ψυχρό πόλεμο όπου το να είναι κανείς χριστιανός ήταν στοιχείο της ταυτότητας του ως δεξιού σε αντιπαράθεση με τον αριστερό.
Σήμερα τα πράματα είναι πιο σαφή. Από την μια κάποιοι τραγελαφικοί τύποι που προσπαθούν να μιλήσουν στην γλώσσα του θεάματος με χριστιανική ορολογία, από τον Μπους ως τον Καρατζαφέρη που αναγκάζουν τους διανοούμενους να μιλούν για επιστροφή της (παραδοσιακής) θρησκείας. (Η επίκληση του θεού και του χριστιανισμού από τον Μπους προκαλεί παραδόξως μεγαλύτερο τρόμο απ όσο προκαλούσε η περισσότερο προκλητική επίκληση του ανθρωπισμού και της ειρήνης απ τον Κλίντον). Από την άλλη μεριά οι νεοφιλελεύθεροι, που έχουν αντιληφτεί τον πραγματικό ρόλο της εκκλησίας στην εποχή μας. Μιας εταιρίας με μεγάλο μερίδιο στον κόσμο του εμπορεύματος και του θεάματος όπως η Vodafone η Christian Dior, η Peugeot και τόσες άλλες που ο σύγχρονος άνθρωπος νοιώθει ικανοποιημένος απλά καταναλώνοντας τα προϊόντα τους.
Αυτή είναι η βασική διαφορά με τον χριστιανισμό στην εποχή μας. Ότι ο σύγχρονος άνθρωπος απλά τον καταναλώνει αφού ακόμα και αν εκκλησιάζεται καμιά φορά ή αν πιστεύει στην Ανάσταση δεν ακολουθεί καμία αρχή του. Ο χριστιανισμός δεν νοηματοδοτεί πλέον την ζωή του σύγχρονου ανθρώπου, δεν ρυθμίζει την κοινωνική ζωή ούτε τις διατροφικές του συνήθειες. Δεν αιτιολογεί την σύγχρονη εξουσία ούτε κωδικοποιεί την κοινωνική γνώση. Αυτά τα κάνει το Θέαμα. Η εκκλησία έχει υποχωρήσει σε μια προσωπική υπόθεση, σε μια από τις πάρα πολλές επιλογές “αλήθειας” χάνοντας το μονοπώλιο που είχε κατά τον Μεσαίωνα. Η εκκλησία καλείται αυτή πλέον να απολογηθεί στην επιστήμη για τις διαφορετικές τις απόψεις. Καλείται επίσης να απολογηθεί στην κοινωνία για τις απαγορεύσεις της. Απαγορεύσεις που εξυπηρετούν την οργάνωση της ζωής της φεουδαρχικής υπαίθρου και σήμερα φαντάζουν εντελώς παράλογες αφού δεν εξυπηρετούν την οργάνωση της σύγχρονης αστικής ζωής. Έτσι ο κάτοικος της σύγχρονης πόλης εξεγείρεται ενάντια στην ασφυκτική ηθική της εκκλησίας που επιτρέπει το σεξ μόνο μέσα στον γάμο και νοιώθει να απελευθερώνεται με το ψυχαναγκαστικό κυνήγι σεξ μέσα στα κλαμπ. Ο κάτοικος της σύγχρονης πόλης θεωρεί υπερβολικό να νηστεύει κάθε Τετάρτη και Παρασκευή αλλά θεωρεί φυσικό να τρώει κάθε μέρα σουβλάκια επειδή δεν προλαβαίνει να μαγειρέψει.
Δεν γίνεται να αγνοηθεί το γεγονός ότι η ιδέα μιας κομμουνιστικής κοινωνίας στην γη έχει τις ρίζες της στους αναβαπτιστές χριστιανούς του μεσαίωνα. Δεν γίνεται τον 21ο αιώνα να ταυτίζεται ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό με τον αγώνα ενάντια στον χριστιανισμό γιατί πέραν των άλλων, το να πολεμάει κανείς ενάντια στην εκκλησία είναι σαν να δίνει σφαλιάρες στον λιπόθυμο. Μόνο να τον συνεφέρει μπορεί. Το σημείο που έχει πραγματικά νόημα να ασχοληθεί το ανταγωνιστικό κίνημα με την κριτική του χριστιανισμού είναι στο κατά πόσο αυτό έχει επηρεαστεί από την ηθική του, τον τρόπο που ερμηνεύει την ιστορία και την πραγματικότητα. Πως, δηλαδή, βλέπει κι αυτό ένα βέβαιο λυτρωτικό τέλος της ιστορίας ενώ στην πραγματικότητα κανείς δεν εγγυείται ότι είναι παραπάνω από μια πιθανότητα. Το πώς επίσης βλέπει τους σκοπούς του ως εξορισμού σωστούς και δίκαιους και τον εαυτό του ως όχημα της ιστορίας.
σημ.φ.: Η αλίευση έγινε από το ιστολόγιο exnegativo και η ζεύξη είναι η:
http://exnegativo.blogspot.com/2008/11/blog-post.html
Ευχαριστούμε τον διαδικτυακό φίλο "deejay" για την καλοσύνη του και την επισήμανση.