Ευρώπη: Εποχή πνευματικής & υλικής χρεοκοπίας; I

Εποχή πνευματικής και υλικής χρεοκοπίας στην Ευρώπη;

Μια πολύτιμη ευκαιρία για να αναδυθεί το «Νόημα» * Μέρος Ι

 Του  Θανάση Ν. Παπαθανασίου**

 Ακούστε τη  μουσική που δυναμώνει πάνω από την Ευρώπη! Βαλκυρίες – η όπερα του Βάγκνερ! Πολεμικές θεότητες της σκανδιναβικής και γερμανικής ιθαγένειας, νεκροπομποί των μαχητών που έπεφταν στις μάχες, οι Βαλκυρίες προσωποποιούν εμβληματικά το μεδούλι του παγανισμού τους: τη δίψα για ισχύ. Την ίδια εποχή με τον Βάγκνερ, αυτό το παγανιστικό μεδούλι το αναδιατύπωσε με έναν συνταρακτικό φιλοσοφικό λόγο ο Νίτσε, στους περίφημους αφορισμούς του για την αποθέωση της ισχύος.


* Εισήγηση στο 4ο Συνέδριο Ελληνορθόδοξης Παιδείας και Τεχνολογίας (Πολιτισμικό Σπουδαστήριο Αγίου Νικολάου Έγκωμης), με θέμα «Κύπρος και Ευρώπη σε δίσεκτους χρόνους», Λευκωσία, Κυριακή 11 Μαρτίου 2012 .

Kαι μισόν αιώνα αργότερα, μέσα από περίεργες διαδρομές της ιστορίας[i] Βάγκνερ και Νίτσε αποτέλεσαν πηγές έμπνευσης για την τρομακτικότερη έκφραση της ισχύος στην πολιτική: τον Ναζισμό. Κι άλλα πενήντα χρόνια αργότερα, ακριβώς με τις Βαλκυρίες του Βάγκνερ έντυσε ο Φράνσις Φορντ Κόπολα την κλασική σκηνή του κινηματογραφικού του έργου «Αποκάλυψη τώρα«, όπου στον ορίζοντα αναδύονται αμερικανικά αεροπλάνα για να ρίξουν βόμβες ναπάλμ στο βιετναμέζικο χωριό.

Οι Βαλκυρίες ουδέποτε σίγησαν στο διάβα των αιώνων. Σήμερα όμως ακούγονται εκκωφαντικά πάνω από την Ευρώπη και απειλούν να καλύψουν άλλες μουσικές της. Πρόκειται για έναν διχασμό που αφορά την ίδια την ψυχή της Ευρώπης. Είναι ο ίδιος διχασμός που εντόπισε ο Ρενέ Ζιράρ αναλύοντας το φαινόμενο του Ναζισμού. Ο Ναζισμός, είπε, έσπασε προγραμματικά την παράδοση της αλληλεγγύης προς τα θύματα της ζωής, παράδοση την οποίαν είχε εμφυτεύσει στην Ευρώπη ο Χριστιανισμός[ii]. «Τι είναι βλαβερότερο από οποιαδήποτε διαστροφή;«. Είχε μονολογήσει ο Νίτσε. «Η ενεργός συμπόνια προς όλους τους εκφυλισμένους και τους αδύναμους – ο Χριστιανισμός»[iii].

Σήμερα, λοιπόν, ζούμε ακριβώς αυτό: την αρχέγονη σύγκρουση παγανισμού και Χριστιανισμού, ειδώλων και ευαγγελίου, ισχύος και αγάπης. Οι Βαλκυρίες επελαύνουν με τη μορφή του νεοφιλελευθερισμού και των αγορών, δηλαδή των δυνάμεων που μετατρέπουν τα πάντα σε εμπόρευμα, έχουν μόνη αρχή την κατίσχυση και  εμπεριέχουν την ανθρωποθυσία χάριν της φυσικής τάξης. Να το πούμε αυτό με βιβλική γλώσσα; Αντεπιτίθεται η κατ’ εξοχήν αντίθεη θρησκεία: η θρησκεία του Μαμωνά.

Θέατρο της σύγκρουσης αυτής είναι ολόκληρος ο αναπτυγμένος κόσμος. Μα η Ευρώπη είναι εκ των πραγμάτων σπιτικό μας, και γι’ αυτό επικεντρώνω σ’ αυτήν και στο ειδικό της βάρος. Στην προαναφερθείσα επισήμανσή του ο Zιράρ είπε το αυτονόητο: Την αλληλεγγύη την είχε εμφυτεύσει στην Ευρώπη ο Χριστιανισμός. Ο Χριστιανισμός, με άλλα λόγια, υπήρξε ένας ταξιδιώτης και ένας νεωτεριστής που ρηγμάτωσε ποικιλοτρόπως την πατρογονική ευρωπαϊκή ταυτότητα (τη διέκοψε ή τη μπόλιασε, κατά περίπτωση). Εδώ λοιπόν ερχόμαστε στο πρώτο κρίσιμο σημείο: στη θέση που κατέχει η εντοπιότητα, η ιθαγένεια. Στην παγανιστική οπτική ο άνθρωπος αληθεύει μένοντας για πάντα αυτό που έτυχε να γεννηθεί, αυτό που ήταν ανέκαθεν ο λαός του, η γη του, το αίμα του. Για τον παγανισμό, δηλαδή, κριτήριο της αληθείας είναι η ιθαγένεια. Για τον Χριστιανισμό, όμως, πηγή της αληθείας δεν είναι η ιθαγένεια, ούτε και αποτελούν συμπαγή ενότητα ο πολιτισμός και η θρησκεία. Ο Χριστιανισμός έφερε μιαν επανάσταση: αναγνώρισε τη δυνατότητα του υποκειμένου (δηλαδή του κάθε ανθρώπου) να επιλέξει μιαν άλλη αλήθεια από την πατρογονική, να μετασχηματίσει τον πολιτισμό του, ακόμα και να έρθει σε ρήξη με τα πατρογονικά του χάριν της αληθείας που επέλεξε. Για τον Χριστιανισμό η αλήθεια έρχεται από έξω είναι ο ερχόμενος Θεός. Κι έτσι, αληθεύω όταν ανταμώνω τον ριζικά Άλλον – όχι τα ίδια μου τα σωθικά! Ο Χριστιανισμός, συνεπώς, δώρισε στην ανθρωπότητα την απάντηση στο αδιέξοδο που είχε έξοχα καταγράψει η αρχαιοελληνική τραγωδία. Δώρισε το άλμα στην ελευθερία: τη δυνατότητα του ανθρώπου να επιλέξει την αλήθεια χωρίς να δεσμεύεται από το αίμα του κι από το παρελθόν του[iv].

Οι Βαλκυρίες κραδαίνουν υπέρ αυτών το χθόνιο, το πατροπαράδοτο, την ιθαγένεια με την χονδροειδή έννοια του «αίματος και της γης» (του Blut und Boden των Ναζί). Οι αγορές και οι χρηματιστηριακές συναλλαγές, όμως; Αυτές δεν δεσμεύονται πλέον από εθνικά σύνορα, κι έτσι μοιάζει να μη σχετίζονται διόλου με την έννοια της ιθαγένειας. Και όμως! Οι αγορές και οι κερδοσκοπικές χρηματιστηριακές συναλλαγές εκπροσωπούν την ιθαγένεια στην εξτρεμιστικότερη μορφή της: στην απόλυτη αυτονόμηση του ατόμου, την κυνική δικαίωση του εγωισμού και την αντιμετώπιση των πάντων (πραγμάτων και ανθρώπων) ως αναλώσιμων. Ο εγωισμός είναι η αρχαία ιθαγένεια του ανθρώπου. Είναι το να αντλείς νόημα από τον ίδιο σου τον εαυτό – από το χώμα που είσαι φτιαγμένος.

Σήμερα οι Ευρωπαίοι έχουν να αποφασίσουν αν την ψυχή τους θα την εκφράσει η γηγενής θρησκεία της ισχύος ή η ταξιδιωτική πίστη που ισχυρίζεται ότι ο τόπος συνάντησης ανθρώπου και Θεού  είναι το πρόσωπο των ανίσχυρων. Βασικό, λοιπόν, κλειδί για την αποκρυπτογράφηση της σημερινής συγκυρίας, θεωρώ το να δούμε τη ευρωπαϊκή ψυχή σε διχασμό. Η Ευρώπη δεν είναι ένα πράγμα, η Δύση δεν είναι ένα πράγμα, όπως συχνά αφελώς και αυτοδοξαστικά νομίζουμε. Δεν είναι μόνο το βασίλειο του ορθολογισμού. Είναι και η αμφισβήτηση του διαφωτισμού[v]. Δεν είναι μόνο η μήτρα του αποικιοκρατικού Χριστιανισμού. Είναι και η κοιτίδα του πιο ανελέητα αυτοκριτικού Χριστιανισμού[vi]. Επιτρέψτε μου ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της συνθετότητας: Τον Φεβρουάριο 2003 δυο κορυφαίοι ευρωπαίοι φιλόσοφοι, ο Γερμανός Γιούργκεν Χάμπερμας και ο Γάλλος Ζακ Ντεριντά συνυπέγραψαν μια διακήρυξη για το ηθικό χρέος της Ευρώπης. Βασικό ερώτημα στο οποίο επιχείρησε να απαντήσει το κείμενο είναι αν η Ευρώπη έχει πλέον να δώσει κάτι, και αν δύναται πια να μιλά για ιδιαίτερη ταυτότητά της, αφού «η δυτική νοοτροπία, που έχει τις ρίζες της στην ιουδαϊκή-χριστιανική παράδοση» έχει πλέον γίνει παγκόσμια πραγματικότητα. Η διακήρυξη απαντά πως, ναι, υπάρχουν σημαντικά στοιχεία ευρωπαϊκής ιδιοπροσωπίας, όπως, λόγου χάριν, η προθυμία να διδαχτεί κανείς από τα ιστορικά του λάθη, η αποδοχή της διαφορετικότητας, ο σκεπτικισμός απέναντι στις αγορές και την τεχνολογική πρόοδο, η δυσανεξία απέναντι στη βία και η προτίμηση της αλληλεγγύης υπό την επίδραση «των εργατικών κινημάτων και των χριστιανικών-κοινωνικών παραδόσεων«[vii].

Η διακήρυξη είναι, προδήλως, αισιόδοξη και έχει στραμμένο το βλέμμα μάλλον στη φωτεινή πλευρά της ευρωπαϊκής ψυχής. Από την άλλη, όμως, είναι πραγματικότητα και η φαιά Ευρώπη, που κλίνει γόνυ στην ισχύ. Το 1996 ο Παναγιώτης Κονδύλης είχε γράψει τα εξής, σχεδόν προφητικά: «Οι καταστάσεις ανάγκης και οι κρίσεις μπορούν να ενεργοποιήσουν τόσο κεντρομόλες όσο και φυγόκεντρες δυνάμεις, να γεννήσουν τόσο αλληλεγγύη όσο και διαμάχη […]. Η αλληλεγγύη (με την κοινωνιολογική, όχι με την ψυχολογική έννοια) προκύπτει όταν το πρόβλημα της λήψεως αποφάσεων λύνεται δεσμευτικά […]. Αλλιώς είτε δημιουργείται άμεση σύγκρουση, είτε επικρατούν οι κεντρόφυγες δυνάμεις με βάση την αρχή ‘ο σώζων εαυτόν σωθήτω’. Ποιον απ’ τους δύο δρόμους θα πάρει η Ευρώπη δεν μπορεί ακόμα να λεχθεί με έσχατη βεβαιότητα. Πριν από λίγον καιρό ακόμη ήταν δυνατό να κατανέμεται η ευημερία, και απ’ αυτό επωφελήθηκαν όλοι σε απόλυτα μεγέθη, μολονότι μερικοί επωφελήθηκαν περισσότερο συγκριτικά με άλλους. Όμως η ώρα της αλήθειας θα σημάνει όταν στην ημερήσια διάταξη δεν θα βρίσκεται πλέον η κατανομή της ευημερίας, αλλά η κατανομή σημαντικών βαρών. Η ένοχη συνείδηση, η οποία, έμμεσα τουλάχιστον, απετέλεσε ίσαμε σήμερα το κίνητρο της γερμανικής ταμειακής γενναιοδωρίας, θα μπορούσε να μετατραπεί σε απροθυμία ή και σε επιθετικότητα, αν η χαμηλή απόδοση των άλλων θα απαιτούσε από τη Γερμανία εξαιρετικές θυσίες ως αντιστάθμισμα σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Ίσαμε σήμερα δεν υπάρχουν ενδείξεις εκ μέρους άλλων ευρωπαϊκών εθνών ότι είναι διατεθειμένα να κάνουν θυσίες για χάρη τρίτων και η έφεση προς αλληλέγγυα συμπεριφορά εξασθενίζει σήμερα και στο εσωτερικό των διαφόρων ευρωπαϊκών εθνών«[viii].

Η συγκυρία είναι πράγματι περίεργη. Η Ευρώπη στατιστικά αποχριστιανοποιείται, και το δημογραφικό κέντρο βάρους του Χριστιανισμού έχει μετακινηθεί στον Τρίτο Κόσμο. Ωστόσο, ακριβώς αυτή τη συγκυρία, η Ευρώπη οφείλει να τη ζήσει ως οδυνηρή ευκαιρία για αναπροσανατολισμό.

Εδώ η Ορθοδοξία αντιμετωπίζει άλλη μια φορά το αιώνιο στοίχημά της: να κατορθώσει να συζητήσει μέσα στη συγκεκριμένη συγκυρία. Όχι απλώς «να ακουστεί«. Και το παραλήρημα ακούγεται, και το ροχαλητό ακούγεται! Το θέμα είναι, η Ορθοδοξία να γίνει συνομιλητής του σήμερα και να μαρτυρήσει την αλήθεια της με τη γλώσσα του σήμερα. Πράγμα που σημαίνει να μην είναι αντίλαλος μιας φωνής που κάποτε είχε ξεστομιστεί, επιτυχημένα πιθανότατα, αλλά κάποτε. Καυχώμαστε, για παράδειγμα, ότι είμαστε η Εκκλησία των συνόδων. Σήμερα όμως αγκομαχάμε για να πραγματοποιήσουμε μια πανορθόδοξο σύνοδο. Γιατί; Αδυνατούμε να αναχαιτίσουμε τον ενδορθόδοξο εθνικοθρησκευτικό ανταγωνισμό. Γιατί; Χρειάζεται να απαντήσουμε ταπεινά σε τέτοια ερωτήματα, κι όχι να διατυπώνουμε έναν λόγο «ζητωρθόδοξο» (όπως θα έλεγε ο δάσκαλός μου Παναγιώτης Νέλλας), έναν λόγο ναρκισσιστικό, που κομπάζει αυτιστικά για την υπεροχή της Ορθοδοξίας και εν τέλει θέτει την Ορθόδοξη παρουσία έξω από την ιστορία.

Στη σημερινή αναμέτρηση, λοιπόν, χρειάζεται να δούμε στοχαστικά, εξομολογητικά και μετανοητικά ποιες παρουσίες συνθέτουν τους δύο τρόπους υπάρξεως, τον παγανιστικό αφ’ ενός και τον ευαγγελικό αφ’ ετέρου. Η ένταξη σε καθένα απ’ αυτά τα δύο μέτωπα δεν είναι θέμα ταμπέλας, αλλά τρόπου ζωής. Κάθε μορφή εξουσιαστικού και ιεροεξεταστικού Χριστιανισμού ανήκει στον παγανισμό. Πολλές φορές στην ιστορία αυτό που λογίζεται ως χριστιανική επικράτηση δεν ήταν παρά νίκη του παγανισμού κατ’ ουσίαν. Το «κατακυριεύειν» και «κατεξουσιάζειν» ο Χριστός το απέδωσε ρητά στους άρχοντες των εθνών και αντιδιέστειλε ευθέως τους μαθητές του απ’ αυτό[ix]. Και παρόμοια, παγανισμό και μαγεία διδάσκουμε όταν υποστηρίζουμε ότι τα μυστήρια δύνανται να τελεστούν καθ’ αυτά, σαν χημικές διαδικασίες ερήμην της έγνοιας για την αγάπη.[x] Αυτές οι αντιδιαστολές φρονώ ότι οφείλουν να ορίσουν τη στάση των Ορθοδόξων σε τρία χαρακτηριστικά πεδία της σημερινής ευρωπαϊκής συγκυρίας: Την οικονομία, την πολιτική και τις σπουδές.

Πώς αντιλαμβανόμαστε, άραγε, την οικονομική κρίση; Ως ένα ατύχημα; Είναι μια βλάβη, που αίφνης έπληξε έξωθεν το καλοκουρδισμένο σύστημα της ελεύθερης αγοράς; Ή μήπως, αντιθέτως, καθαυτό το σύστημα (ακόμα δηλαδή και όταν λειτουργούσε ρολόι) αποτελεί ανθρωπολογική βλάβη; Τι άλλο, παρά βλάβη, είναι ένα σύστημα που έχει στη φύση του την αποθέωση του ατομικού κέρδους, τον θαυμασμό προς τον πλουτισμό, την αντιμετώπιση του κόσμου ως ιδιοκτησίας και την αποδοχή της αδικίας ως θεμιτής παράπλευρης απώλειας; Το καθεστώς που κυριάρχησε μέχρι τώρα, και το οποίο ο Κονδύλης είχε ονομάσει «μαζική δημοκρατία», εδράστηκε σε κάτι πρωτόφαντο στην ιστορία: στη δυνατότητα για συνεχή αύξηση των υλικών προσδοκιών. Έτσι, τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι η μαζική παραγωγή, η μαζική κατανάλωση, η εννόηση του πολίτη ως καταναλωτή. Η ίδια η πραγμάτωση του ανθρώπου θεωρήθηκε δυνατή μόνο υπό όρους αφθονίας και κατανάλωσης.[xi] Αλλά την πλεονεξία η Πατερική παράδοση δεν την θεωρεί ηθικό παράπτωμα. Την θεωρεί άλλη θρησκεία, στοιχούμενη στην επισήμανση του Παύλου ότι η πλεονεξία «εστίν ειδωλολατρία«![xii]

Είναι χαρακτηριστικό ότι αρκετοί εκκλησιαστικοί λόγιοι ασκούν στον καπιταλισμό όση κριτική τους επιτρέπει η χαρά που ένιωσαν ανακαλύπτοντας στον Μαξ Βέμπερ και στον συσχετισμό Καλβινισμού και καπιταλισμού μια συνηγορία κατά των αιρετικών. Αλλά πέραν αυτού του αυτοδοξασμού, μυωπάζουν μπροστά στην ανάπτυξη ενός ενδορθόδοξου καλβινισμού! Επικαλούνται μεν διάφορα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, που μιλούν για την φιλανθρωπία, αποσιωπούν όμως τα συγκλονιστικά πατερικά κείμενα τα οποία προχωρούν βαθύτερα, κρίνουν τις δομές, αποτρέπουν από συναλλαγές με τους ισχυρούς, αποδοκιμάζουν το πιστωτικό σύστημα, μαστιγώνουν την τοκογλυφία (σύννομη και παράνομη), καταδικάζουν ως φόνο την αποστέρηση του εργατικού μισθού κλπ[xiii]. O καψερός ο Βέμπερ πολλά θα είχε να μάθει από σημερινούς Ορθοδόξους που είναι ανενδοίαστα επιδέξιοι και σε μπίζνες και σε ευχέλαια. Σε έναν παγανισμό, δηλαδή, μεταμφιεσμένο σε Χριστιανισμό!

 Σημείωση: Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Manifesto 35 (2012), σσ. 32-36

** Ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου είναι Δρ. Θεολογίας, αρχισυντάκτης του περιοδικού Σύναξη, Καθηγητής στο Λύκειο Ζεφυρίου Δυτ. Αττικής, paptam@windowslive.com

 Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ


[i] Μιλώ για «περίεργες διαδρομές της ιστορίας», διότι η στάση του Νίτσε απέναντι στον Βάγκνερ πέρασε από τον  θαυμασμό στην εναντίωση. Βλ. ενδεικτικά Joachim Köhler, Nietzsche and Wagner. A Lesson in Subjugation, εκδ. Υale University Press, New Haven and London 1998. Από την άλλη, έχει υποστηριχτεί και ότι ο Ναζισμός στην πραγματικότητα χρησιμοποίησε τον Νίτσε διαστρέφοντάς τον. Βλ. λ.χ. H.- G. Gadamer, T. W. Adorno, M. Horkheimer, Για τον Νίτσε (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου), εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2003.

[ii] René Girard, Εθεώρουν τον Σατανάν ως αστραπήν… (μτφρ. Ευγενία Γραμματικοπούλου), εκδ. Εξάντας-Νήματα, Αθήνα 2002, σσ. 29-33.

[iii] Friedrich Nietzsche, Ο Αντίχριστος. Aνάθεμα κατά του Χριστιανισμού (μτφρ. Βαγγέλης Δουβαλέρης), εκδ. Ιδεόγραμμα, Αθήνα 2007,  σ. 36.

[iv] Για το ζήτημα της ιθαγένειας βλ. το ημέτερο «Η κοινότητα ως βρόχος. Η αποστολή της Εκκλησίας στη σκοτεινή πλευρά της σελήνης», στο: «Πολιτισμός και Διαφορετικότητα. Εμείς και οι άλλοι» (επιμ. Δημήτριος Γ. Μαγριπλής), εκδ. Αντ. Σταμούλης, Θεσσαλονίκη 2011, σσ. 333-352.

[v] Κλασσικό παράδειγμα το έργο των Μαξ Χορκχάιμερ και Τέοντορ Αντόρνο, Η διαλεκτική του Διαφωτισμού (μτφρ. Ζήσης Σαρίκας), εκδ. Ύψιλον / Βιβλία, Αθήνα 1986. Βλ. και Δημήτριος Ουλής, «Ορθός λόγος και διαφωτισμός. Αποφατικός και εσχατολογικός λόγος», στο: Ορθοδοξία και Νεωτερικότητα (επιμ. Παντελής Καλαϊτζίδης και Νίκος Ντόντος), εκδ. Ίνδικτος, Αθήναι 2007, σσ. 55-77.

[vi] Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, «(Ιερ)αποστολ(ικ)ή: Μια υπόθεση με πάρα πολλές παρενθέσεις. Ζητήματα σπουδής, από την Ευρώπη μέχρι τον Τρίτο Κόσμο σήμερα», Σύναξη 103 (2007), σσ. 67-76.

[vii] Γιούργκεν Χάμπερμας, Η διάσπαση της Δύσης (μτφρ. Αναστασία Δασκαρόλη), εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2007, σσ. 87-96.

[viii] Παναγιώτης Κονδύλης, Από τον 20ό στον 21ο αιώνα. Τομές στην πλανητική πολιτική περί το 2000, εκδ. Θεμέλιο 21998, σ. 104. Ο Κονδύλης υποστήριξε, με έναν πεσιμιστικό τόνο, ότι η ανατολή του 21ου αιώνα βρήκε το ειδικό βάρος της Ευρώπης σε υποχώρηση. Παλιότερα ολόκληρος ο πλανήτης συνομαδωνόταν πέριξ των ενδοευρωπαϊκών ανταγωνισμών. Στους δύο παγκοσμίους πολέμους, για παράδειγμα, ολόκληρος ο κόσμος χόρεψε σε ρυθμούς που έπαιζε η Ευρώπη. Τώρα όμως τα ευρωπαϊκά έθνη καλούνται να συνομαδωθούν βάσει των πλανητικών ανταγωνισμών και των τεκταινομένων αλλού, όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. (ό.π., σ. 98.).

[ix] Ματθ. 20: 25-26.

[x] Βλ. τα μελετήματά μου «Οι εικόνες της Βασιλείας. Κάποια αθέατα του Καβάσιλα και κάποιοι πειρασμοί της Ευχαριστιακής μας θεολογίας», Σύναξη 114 (2010), σσ. 13-21, και «Η Εκκλησία ως αποστολή. Ένα κριτικό ξανακοίταγμα της λειτουργικής θεολογίας του π.Αλεξάνδρου Σμέμαν», Θεολογία 80 (2009), σσ. 67-108.

[xi] Βλ. Παναγιώτης Kονδύλης, Η παρακμή του αστικού πολιτισμού. Από τη μοντέρνα στη μεταμοντέρνα εποχή και από το φιλελευθερισμό στη μαζική δημοκρατία, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 2000, σσ. 231-235.

[xii] Κολ. 3:5. Ο καθηγ. Σωτήρης Δεσπότης μου επεσήμανε (και τον ευχαριστώ γι’ αυτό) ότι η έρευνα έχει δείξει πως στο συγκεκριμένο χωρίο  η «πλεονεξία» αφορά μάλλον σε σεξουαλικά πάθη (πρβλ. Εφεσ. 5:3-5 κ.ά.). Σε κάθε περίπτωση, πάντως, νομίζω ότι παραμένει πολύτιμη η προθυμία των Πατέρων (οι οποίοι εννόησαν το χωρίο αυτό ως καταδίκη της πλεονεξίας με την τρέχουσα έννοια) να καταδείξουν το ασύμβατο χριστιανικής ταυτότητας και πλουτοκρατίας. Βλ. χαρακτηριστικά Μ. Βασίλειος, Εις τον προφήτην Ησαΐαν, 1, PG 30, 212 CD .

[xiii] Βλ. Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, Κοινωνική δικαιοσύνη και Ορθόδοξη θεολογία, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 32006.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.