Και τώρα κουλτούρα κεφαλαιοποίησης;
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα*
Ι. Μικρή ποιοτική ιστορία του ασφαλιστικού
Με την παγκόσμια υποχώρηση του οράματος για μια αταξική κοινωνία ο σύγχρονος καπιταλισμός στο τέλος της δεκαετίας του 1980 μπήκε στο δήθεν όραμα «του τέλους της ιστορίας». Μέρος του αποτελεί και το πείραμα της «Σχολής του Σικάγου» περί των «τριών πυλώνων» για το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό στη Χιλή (Πινοσέτ 1973). Τώρα ξέρουμε το αποτέλεσμα: Οι χιλιανοί συνταξιούχοι ψάχνουν να ζήσουν από τα παιδιά τους και βγαίνουν στους δρόμους… Ένα κομμάτι αποτελεί μια μικρή «εθνική σύνταξη» που εγγυάται όπως-όπως το κάθε εθνικό κράτος, ένα άλλο θα αποτελεί μέσω των «επαγγελματικών ταμείων» ή παραπλήσιων μορφών χρήσης των κρατήσεων και το τελευταίο -για όσους μπορούν- η ιδιωτική ασφάλιση.
Το κράτος -«το λιγότερο κράτος» κατά τον Κ. Μητσοτάκη τον πρεσβύτερο- άρχισε να απομακρύνεται ως ο ένας από τους τρεις χρηματοδότες των ασφαλιστικών αναγκών και των συντάξεων κατά το αναδιανεμητικό σύστημα, δια μέσου της φορολογίας των «ισχυρών». Οι άλλοι δύο ήταν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι. Με το νόμο Σιούφα (1992) της τότε Κυβέρνησης (Κωνστ. Μητσοτάκη-ΝΔ) τέμνονται οι εργαζόμενοι του δημοσίου σε πριν το 1993 και από το 1993, ενώ παράλληλα μπαίνει λογιστικά στο δημόσιο η κράτηση 6,67% των εργαζομένων επί του βασικού μισθού και του χρονοεπιδόματος (πριν 1993) και όλου του μισθού (από 1993). Βλέποντας προς τα πίσω κατανοούμε λοιπόν με τον επανυπολογισμό του ν. Κατρούγκαλου ποιο κομμάτι θα θεωρείται συντάξιμος μισθός από το 2002.
Το παρά πέρα σκληρό βήμα επί Γιαννίτση 2000 (κυβέρνηση Κ. Σημίτη-ΠΑΣΟΚ) δεν έγινε, αφού βρέθηκε μπροστά σε τεράστιο κίνημα. Το αφομοίωσε λίγο αργότερα (Ρέππας 2002) επί το μαλακότερο. Η κίνηση εκείνη άρχισε να φθείρει το ύψος των κύριων συντάξεων. Μέχρι τα μνημόνια έγιναν μικρότερες παρεμβάσεις, όπως π.χ. η επιβολή κρατήσεων στους παλιούς ασφαλισμένους (πριν το 1993) επί ενός εικονικού ποσού των 140,70 Ευρώ (μέρος των επιδομάτων).
Στα μνημόνια, με το «δεν υπάρχει σάλιο στα ταμεία» του Λοβέρδου, φτάσαμε στο ν. Κουτρουμάνη-Λοβέρδου (2010), όπου έγινε τεράστια τομή και στο ύψος των συντάξεων, αλλά και στο δικαίωμα εξόδου μόνο για όσους συμπλήρωναν 25ετία το 2010 (και με εξαγορές το 2011, 2012). Η θεμελίωση σύνταξης με 25ετία καταργείται. Ταυτόχρονα εισήγαγε πλάγια τον τεμαχισμό της σύνταξης σε εθνική και αναλογική. Εννοείται πως προχωρούσε το «σκυλοφάγωμα» στις επικουρικές συντάξεις και το εφάπαξ, όλα πληρωμένα με αίμα. Σ΄ αυτό βοήθησε και o Βρούτσης ως υπουργός επί κυβέρνησης Α. Σαμαρά (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, 2013).
Ο ν. Κατρούγκαλου (5/2016) έβαλε ως κεντρικούς πυλώνες τα 40 χρόνια εργασίας, τα 67 έτη στην έξοδο, τον τεμαχισμό στα τρία της κύριας σύνταξης (εθνικής, ανταποδοτικής και προσωπικής διαφοράς), πατώντας πάνω στο 3ο μνημόνιο που ψήφισαν πακέτο (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ), 8/2015. Την ίδια στιγμή οι επικουρικές και το εφάπαξ έφτασαν σε «χαμηλό βαρομετρικό». Οι στόχοι των μνημονίων για μείωση στο 50% επιτεύχθηκαν απ’ όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις. Γι αυτό ήλθε η ώρα της πορείας κεφαλαιοποίησης και σταθεροποίησης του ν. Κατρούγκαλου και με την βοήθεια του ΣτΕ, στο οποίο πονηρά έστειλαν οι εργατοπατέρες τον κόσμο, αντί στον συλλογικό αγώνα…
ΙΙ. Βασικοί άξονες το ν/σχ Βρούτση