Αντίστροφα γενέθλια ή μια πασχαλινή εικόνα των Χριστουγέννων!
Του Θανάση Ν. Παπαθανασίου*
Εκκλησιαστική εικόνα, δηλαδή εικόνα που
αφορά την χριστιανική λατρεία, είναι η απεικόνιση κάποιας μορφής (του Χριστού,
της Παναγίας ή αγίων) με οιονδήποτε τρόπο, αρκεί η εν λόγω μορφή να είναι
αναγνωρίσιμη – κι έτσι να δηλώνεται η ταυτότητα του συγκεκριμένου προσώπου.
Αυτό σημαίνει ότι οι εικόνες μπορούν να φτιαχτούν με οιαδήποτε τεχνοτροπία,
παραδοσιακή ή μοντέρνα.** Εδώ ωστόσο θα σταθώ στις εικόνες του βυζαντινού
τρόπου, οι οποίες κατεξοχήν βρίσκονται σήμερα στις εκκλησίες.
Ο βυζαντινός τρόπος αποτελεί πλούσια
εικαστική γλώσσα. Γλώσσα φτιαγμένη όχι με ήχους ή με γράμματα, αλλά με σχήματα
και χρώματα. Εδώ λοιπόν θα στήσω αυτί (για την ακρίβεια: θα στήσω μάτι) σε κάτι
που έχει να μας πει η βυζαντινή εικόνα της Γέννησης του Χριστού. Είναι σπουδαία
προίκα το ότι ο άνθρωπος δύναται να στήνει αυτί (ή: να στήνει μάτι). Αν
παραπετάξει αυτή του την προίκα, τότε χάνονται νοήματα, όπως για παράδειγμα
χάνεται ένα τραγούδι όταν συναντά ντουβάρι αντί για αυτιά, όπως χάνεται η
ευκαιρία για προβληματισμό όταν προσκρούσει σε αντιθρησκευτικό φανατισμό, όπως
χάνεται η δυνατότητα για φως όταν η θρησκοληψία χρησιμοποιεί τις εικόνες σαν
μαγικά αντικείμενα…
Αν λοιπόν παρατηρήσουμε την βυζαντινή εικόνα
των Χριστουγέννων, θα εντοπίσουμε κάποια στοιχεία που θυμίζουν…
πλαστογραφίες! Σύμφωνα με τα ευαγγέλια η γέννηση του Χριστού έγινε σε στάβλο
και η Παναγία απίθωσε το νεογέννητο σε παχνί ζώων. Στην εικόνα όμως βλέπουμε
σπηλιά, κι αντί για παχνί βλέπουμε μια κτιστή κατασκευή σαν τάφο, με τις
φασκιές να θυμίζουν σάβανα! Μπορεί λοιπόν να παραπονεθεί κανείς ότι η εικόνα
αυτή δεν αποτυπώνει με ακρίβεια ό,τι έγινε, δηλαδή ότι δεν λειτουργεί σαν
φωτογραφία.
Γιατί άραγε αυτές τις αλλαγές; Ο βυζαντινός
τρόπος βέβαια διαμορφώθηκε σε μακρά πορεία διαλόγου με την γύρω του κοινωνική
συνάφεια, αλλά εδώ θα κάνω μόνο μερικές επισημάνσεις που αφορούν το νόημα της
γιορτής.
Στόχος της εν λόγω εικόνας είναι ακριβώς
να μην λειτουργήσει σαν φωτογραφία. Ας σκεφτούμε: Τι
κάνει μια φωτογραφία που φιλοδοξεί να αποτυπώσει με ακρίβεια μια χρονική
στιγμή; Αιχμαλωτίζει την στιγμή, και από κει και πέρα ο άνθρωπος που στέκει
μπροστά στην φωτογραφία εισπράττει το μήνυμα ότι ο ίδιος αδιάκοπα
απομακρύνεται από το αποτυπωμένο γεγονός όσο περνά ο χρόνος,. Ακόμα κι αν ο
άνθρωπος αναπολεί το φωτογραφημένο, καθαυτό το γεγονός είναι κάτι τελειωμένο –
περίκλειστο στο παρελθόν.
Αντίθετα προς αυτή την λογική της
φωτογραφίας, η εν λόγω εικόνα σκαρφίζεται τρόπους ώστε να μιλήσει για
κάτι ριζικά διαφορετικό: όχι απλώς για την αναπόληση, αλλά για την «προέκταση»
του γεγονότος στο μέλλον! Βγάζει μάτι το ότι η βυζαντινή εικόνα είναι
ηθελημένα τσακωμένη με την κλασική έννοια της προοπτικής, του βάθους. Βάθος
έχει κάθε φωτογραφία, δηλαδή όσοι βρίσκονται μπροστά αποτυπώνονται (όπως είναι
φυσικό) μεγάλοι σε μέγεθος, κι όσοι είναι παραπίσω αποτυπώνονται μικρότεροι.
Στην βυζαντινή εικόνα όμως αίρεται το βάθος, δηλαδή η πιστότητα στο παρελθόν.
Βλέπουμε, για παράδειγμα, ότι η Παναγία, βρίσκεται παραμέσα, αλλά εικονίζεται
μεγαλύτερη από αυτούς που βρίσκονται σε πρώτο πλάνο. Η εικόνα δημιουργεί άλλο
βάθος, αντίστροφα: Όχι από την επιφάνεια της εικόνας προς τα μέσα της, αλλά από
την επιφάνεια της εικόνας προς τα έξω της: προς τον άνθρωπο ο οποίος σήμερα στέκει
μπροστά της. Η εικόνα δηλαδή γίνεται τρισδιάστατη σε σχέση με το εκάστοτε
σήμερα.
Τα Χριστούγεννα δεν είναι ακριβώς γιορτή
γενεθλίων. Παρ’ όλη την τρυφερότητα με την οποία γιορτάζουμε τα γενέθλια μικρών
και μεγάλων, αν τολμήσουμε να στοχαστούμε δίχως πλασέμπο, θα αναγνωρίσουμε ότι
τα γενέθλια στην πραγματικότητα σημαίνουν την αδιάκοπη φθορά μας: την
ασταμάτητη απομάκρυνση από την γέννησή μας και το ξέφρενο πλησίασμα στο
τελείωμά μας. Αυτή είναι η αλήθεια, με όσα ωραία λόγια κι αν την κουκουλώνουμε.
Είναι μια πικρή νομοτέλεια. Και η μόνη πιθανότητα να ρηγματωθεί αυτή η
νομοτέλεια, θα προκύψει μόνο αν εισβάλει μία έκπληξη, αν μια επανάσταση φέρει
ανατροπή. Ώστε η κίνηση της ζωής να γίνει όχι από την ζωή προς τον θάνατο, αλλά
από τον θάνατο προς την ζωή! Ιδού ο εορτασμός των Χριστουγέννων ως εορτασμός
αντίστροφων γενεθλίων!
Για την χριστιανική συνείδηση ο Θεός δεν
έκανε απλώς μια περατζάδα από την ανθρώπινη ζωή. Αντιθέτως, έγινε κυριολεκτικά
άνθρωπος. Έκανε ζωή του την πραγματικότητα του ανθρώπου: την πείνα, την δίψα,
την τραγικότητα, την ελπίδα. Η Βηθλεέμ λοιπόν δεν είναι ένα κλείσιμο, αλλά ένα
ξεκίνημα. Αυτό που ξεκίνησε εκεί, ολοκληρώνεται στην Σταύρωση. Αυτό μας
ψιθυρίζει ο τάφος που βλέπουμε στην βυζαντινή εικόνα της Γέννησης. Εξηγούμαι:
Στον Γολγοθά ολοκληρώθηκε η πρόσληψη και των
τελευταίων στοιχείων της ανθρώπινης συνθήκης: του άδικου, της οδύνης, της
προδοσίας, της εγκατάλειψης, του θανάτου. Δεν θα ήταν αληθινή η ενανθρώπησή του
(αυτό που έγινε στη Βηθλεέμ) αν ο ίδιος δεν βίωνε και αυτές τις πραγματικότητες
της ανθρώπινης ζωής – για να τις οδηγήσει στην απελευθέρωση που σημαίνεται με
την Ανάσταση. Και η Ανάσταση αφορά όλη τη ζωή, το σύμπαν. Ζωγραφίζοντας τα ζώα σαν μπροστά σε παχνί,
η εικόνα κρατά τον στάβλο με όλα τα συμφραζόμενά του: ο Θεός καταφτάνει
στην ανθρώπινη εσχατιά, στο περιθώριο˙ δεν γεννιέται ούτε σε παλάτι, ούτε σε
σπίτι, ούτε καν σε πανδοχείο. Ταυτόχρονα όμως η εικόνα αυτό το τοποθετεί
μέσα στα σπλάχνα της γης: σε σπηλιά. Η Γέννηση είναι «καταδρομική» εισβολή στο
σκοτάδι, δηλαδή στην δεσποτεία της φθοράς, του άδικου, του παραλογισμού,
ακριβώς για να την ρηγματώσει. Πλησιάζουν Χριστούγεννα, μυρίζει Ανάσταση!
Ναι, χάριν της Ανάστασης έγινε η Χριστού
Γέννα! Ώστε να γκρεμιστεί το αδιέξοδο πάνω στο οποίο ο θάνατος συνθλίβει το
κάθε τι, και ώστε πάνω από τα χαλάσματα του αδιέξοδου να ανοίξει προοπτική με
ορίζοντες απεριόριστους! Ενώ όλοι πεθαίνουμε αναπόφευκτα, επειδή γεννηθήκαμε, ο
Χριστός γεννήθηκε ηθελημένα για να πεθάνει, και να πεθάνει τον θάνατο. Πράξη
δηλαδή υπαγορευμένη από την ελευθερία και μόνο: από την παθιασμένη αγάπη
και την απόλυτη αλληλεγγύη. Ώστε η αγάπη να υπερισχύσει του θανάτου, κι όχι ο
θάνατος να τερματίζει την αγάπη.
Προφανώς ακούγεται θεοπάλαβο. Μα, η
πληρέστερη ανταλλαγή ευχών για τον εορτασμό των αντίστροφων γενεθλίων είναι,
νομίζω, δυο φράσεις:
Χριστός γεννάται, καλή
Ανάσταση!
** Για όσους τυχόν
ανησυχήσουν με αυτή την ευρύτητα, τους προτείνω να δουν τι έχει ορίσει η 7η Οικουμενική Σύνοδος (787), καθώς και ο άγιος Θεόδωρος
Στουδίτης (759-826).
* Ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου είναι Αν. Καθηγητής της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθήνας, Διευθυντής του περιοδικού «Σύναξη».
Ο δρόμος της επίσκεψης ενός βιβλίου είναι
μεγάλος και ενίοτε δύσβατος. Μεγάλος, γιατί χρειάζεται προσοχή και διάρκεια,
δύσβατος, γιατί οφείλουμε να αφουγκραστούμε τα καίρια του συγγραφέα.
Ο Β΄ Τόμος
του Παναγιώτη Μπούρδαλα με τίτλο ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ Η
Πρωτογενής παραγωγή και η Κέρτεζη από τις εκδόσεις Αρμός, είναι ένα πολυσυνθετικό
βιβλίο, η ύλη του οποίου εκτείνεται σε 496 σελίδες. Το βιβλίο
αποτελείται από πέντε Μέρη και είκοσι δύο κεφάλαια στα οποία παρουσιάζονται
γεωγραφικά και γεωλογικά δεδομένα, στοιχεία που αφορούν στην χλωρίδα και την
πανίδα, στην οικονομία του τόπου που βασίζεται κατά κύριο λόγο στην αγροτική
και κτηνοτροφική παραγωγή. Πρόκειται για μία ενδιαφέρουσα συγγραφική και
εκδοτική εργασία με ποικίλες όψεις και αξιοσημείωτες ερευνητικές προκλήσεις,
απόφαση και ενέργεια αυξημένης ευθύνης από τον συγγραφέα, αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι η Κέρτεζη και η
ευρύτερη περιοχή έχουν διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο από την αρχαιότητα.
Η ιστοριογραφία για έναν τόπο είναι ο χώρος
του, η ταυτότητά του ο χρόνος οι άνθρωποί του, είναι η μελέτη γι’ αυτόν, είναι
οι πηγές, οι οικονομικές, κοινωνικές, πολιτισμικές, οι θεσμικές παράμετροι, η
συλλογική μνήμη. Η έρευνα χρωστάει την δυναμική της στην πολυσχιδία των κριτηρίων
με τα οποία γίνεται η επιλογή και η παράθεση των στοιχείων που επιλέγονται.
Για τις ανάγκες της συγκεκριμένης εργασίας ο
Συγγραφέας άντλησε πλήθος στοιχείων από αρχειακές πηγές, άρθρα εφημερίδων και
περιοδικών, εγκυκλοπαιδικά λεξικά, ιστοσελίδες, αλλά παράλληλα αξιοποίησε και
τις προφορικές μαρτυρίες Κερτεζιτών, και άντλησε υλικό από συνεντεύξεις ανθρώπων
του καθημερινού μόχθου, σε μια προσπάθεια να τονώσει τεκμηριωμένα την
αξιοπρέπεια και αυτοπεποίθηση των λιγότερο προνομιούχων και ιδιαίτερα των
ανθρώπων προχωρημένης ηλικίας.
Ο Παναγιώτης Μπούρδαλας με την συλλογή και παράθεση των συγκεκριμένων μαρτυριών κατάφερε να φέρει στο προσκήνιο τους «αφανείς», με τρόπον ώστε αυτοί να προτάξουν την προσωπική μνήμη –ως αντανάκλαση της συλλογικής- απέναντι στη λήθη. Άλλωστε, η προφορική ιστορία είναι μια ιστορία που δομείται γύρω από τους ανθρώπους. Ζωντανεύει την ίδια την ιστορία και διευρύνει τον ορίζοντά της, πολύ περισσότερο που στην δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, και στην χώρα μας βιώνουμε μια πολυδαίδαλη και πολυσχιδή κρίση, η οποία οδηγεί στον βίαιο μετασχηματισμό της κοινωνίας, του κοινωνικού τοπίου. Το γεγονός αυτό καθιστά τη γνώση του παρελθόντος μας ύψιστη αναγκαιότητα, ώστε ο άνθρωπος να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του παρόντος αλλά και να οραματιστεί και να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον.
Σταχυολογούμε, λοιπόν, θέματα που συνηγορούν στη θέση ότι το συγκεκριμένο
έργο είναι μορφή ιστοριογραφίας διάρκειας: πρόκειται για ζητήματα περιβάλλοντος
και τοπικού οικονομικού ενδιαφέροντος, παραγωγικές αγροτο-κτηνοτροφικές μονάδες:
για την καλλιέργεια των δημητριακών, των οσπρίων, και άλλων κηπευτικών, την
αμπελουργία, την δενδροκαλλιέργεια, την ήμερη και άγρια πανίδα, την μελισσοκομία
και σηροτροφία, για την υλοτομία και
λοιπές ασχολίες των κατοίκων της Κέρτεζης στο πέρασμα των χρόνων , αλλά και στην
σημερινή εποχή. Ο αναγνώστης του βιβλίου συναντά αρκετό οπτικό,
φωτογραφικό υλικό που λειτουργεί ως
ανατροφοδοτικό των κειμένων και διεγείρει συνειρμικά τη μνήμη.
Σε αρκετές
περιπτώσεις τον τίτλο υποκεφαλαίων συνοδεύουν παροιμίες, λακωνικές εκφράσεις σε
ντοπιολαλιά που περιγράφουν θετικές ή αρνητικές εκφάνσεις της ζωής,
αποτυπώνοντας έτσι, τη θυμοσοφία του λαού, το απόσταγμα των εμπειριών του ανά
τους αιώνες.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα
τοπωνύμια, αλλά και οι «μικρότοποι της περιοχής, τα οποία ως ονόματα δηλώνουν
είτε: α) ένα κατεξοχήν γνώρισμά του
π.χ. του όρους Ντεσμένα, μεταφορά στην Λατινική της λέξης «δεμένα», παρετυμολογικά
ίσως και «δεσμευμένα», δηλαδή «εμποδισμένα μέρη τόσο για ξυλεία, όσο και για
την βόσκηση…και συλλογή καρπών (αγριοκάστανων και λευκοκάρυδων).
β) τη γεωργική χρήση
του Ζο(υ)μ η Λάκκα, οι Φυτιές (με
αμπελώνες), Εξάμπελα τα χωράφια του Κατσενάκη, τα Μπουρδαλέικα χωράφια, του
Κουτρούλη η Αχλάδα, η Καρυά κλπ).
γ) ένα ιστορικό ή
μυθολογικό πρόσωπο ή γεγονός (Καπρίβαινα).
δ) τεχνικά έργα
(Μύλος του Μπουμπά, Τσιρίκου μύλος, κλπ.
ε) οποιαδήποτε άλλη θέση ή γνώρισμα (Βίγλα=
παρατηρητήριο σε δεσπόζουσα θέση, Κάστρο, κλπ)
ζ) ονόματα φυτών (φυτωνύμια) και ζώων
(ζωωνύμια) (Φτερόλακκα στην Καρβελού, μικρό και μεγάλο πουρνάρι (Κάτω απ’ το
Κοκκινάδι), Πάνω Αχλαδίτσες κλπ., κλπ).
θ) από λαϊκές
αντιλήψεις και δοξασίες (Νεκροταφείο των Ασημιών, Αλταδόνα κλπ).
Εκτενής λόγος γίνεται για την αρχαία πόλη των Αζάνων Κύναιθα, για την οποία
υπάρχουν αναφορές στα έργα του περιηγητή Παυσανία και του ιστορικού Πολύβιου, πλην όμως λανθάνει η
ακριβής θέση της κατά την αρχαιότητα. Προφανώς αυτό υπήρξε κίνητρο για τον
αείμνηστο Γιάννη Πίκουλα και την αρχαιολογική μελέτη του «Οχυρού της Κέρτεζης».
Έγραφε σχετικά στην ανακοίνωσή του που περιλαμβάνεται στο βιβλίο:
(« άγνωστο οχυρό στο λόφο Παναγιά, στη μεθόριο Αχαΐας και Αρκαδίας…στα
όρια των επικρατειών δύο οικιστικών κέντρων, Λεοντίου και Κύναιθας»).
Ελλιπή είναι και τα στοιχεία για την θέση του οικισμού από την πρώτη χιλιετία και εξής με πιθανότερη τοποθεσία βορειότερα του «Οχυρού», ενδεχομένως στην περιοχή Καλαθάκι και Άη Γιώργη, αφού ο χώρος που σήμερα εκτείνεται η Κέρτεζη καλυπτόταν από πυκνό δάσος και πλούσια βλάστηση. «Ο ρόλος του νερού στα βουνά -σημειώνει ο Π.. Μπούρδαλας- μαζί με τα δάση, δείχνει την διαλεκτική σχέση φύσης και κοινωνίας…»
Γεγονός αδιαμφισβήτητο πάντως είναι πως λόγω
της γεωγραφικής της θέσης η περιοχή είχε ιδιαίτερο
ενδιαφέρον ανά τους αιώνες. Τα Καλάβρυτα και η ευρύτερη περιοχή, αν δεν αποτέλεσαν για
μικρό χρονικό διάστημα ένα ξεχωριστό «δεσποτάτο», σίγουρα όμως είλκυαν πάντοτε
το ενδιαφέρον των Παλαιολόγων λίγο πριν και μετά την Άλωση. Βυζαντινοί πύργοι,
όπως το ανάκτορο της Παλαιολογίνας και άλλα κτίσματα, είναι αδιάψευστοι
μάρτυρες αυτού του ενδιαφέροντος. Ο ιστορικός της Αλώσεως Γ. Σφραντζής μάς
πληροφορεί ότι ο Θωμάς Παλαιολόγος ( 1443-1460) επέλεξε τους Κραστικούς (ένα
μικρό χωριό, μόλις 10 χιλιόμετρα μακριά από τα Καλάβρυτα) για να τελέσει τους
αρραβώνες του με τη θυγατέρα του Ασάνη Ζαχαρία Κεντυρίωνα, Αικατερίνη. Παράλληλα σημειώνει όλα εκείνα τα μέρη που επισκέφθηκε ως
στρατιωτικός και πολιτικός ακόλουθος: τη Χαλανδρίτζα, την Καμενίτζα, το
Χλεμούτσι, το Σεραβάλλιο και την Κέρτεζη, την διοίκηση της οποίας έλαβε με αργυρόβουλλο,< το χωρίον το Κέρτεζιν ευεργέτησέ με αργυροβούλω. >Chronikon Minus,σ. 144.
Δύο αξιόλογες καταγραφές του 16ου αιώνα μας
παρουσιάζει για πρώτη φορά ο συγγραφέας, και προέρχονται από τα Οθωμανικά
Αρχεία ( Προεδρία Κρατικών Αρχείων της Τουρκικής Δημοκρατίας Πρωθυπουργίας
της Κωνσταντινούπολης). Η πρώτη χρονικά ανάγεται στην τριετία 1460-1463 και
είναι απογραφή παραγωγής δημητριακών, οπωροφόρων δένδρων, αμπελώνων και μουριών
καθώς και των επιβαλλόμενων φόρων, (σε ακσιέδες= άσπρα), όπως της σπέντζας,
δηλαδή τον χρηματικό φόρο που εισέπρατταν οι σπαχήδες από
τους εγκατεστημένους στα φέουδά τους χριστιανούς χωρικούς και ο οποίος ήταν
ανάλογος με την έκταση και την ποιότητα του καλλιεργούμενου εδάφους αλλά και
την οικογενειακή κατάσταση του φορολογουμένου, της δεκάτης για τα παραγόμενα αγαθά και τους μύλους, αλλά
και φόρο που όφειλαν να πληρώσουν για
τους γάμους.
Η δεύτερη καταγραφή αφορά οικονομική απογραφή του έτους 1583 και βάσει του πίνακα που παρατίθεται ( σ. 55) οι φόροι που επιβάλλονταν ήταν αφ’ ενός μεν ο κεφαλικός, και αφ’ ετέρου φόροι που αφορούσαν το σύνολο των παραγόμενων αγαθών (όπως σιτηρά, κεχρί, καρύδια, μετάξι, μούστο), αλλά και φόροι για την εκτροφή χοίρων, για τα έξι ταβερνεία των πέντε συνολικά συνοικιών, τους μύλους, τα λιβάδια τους καλαμώνες. Αν και όπως σημειώνει ο συγγραφέας δεν υπάρχει αναλυτική απογραφή του συνόλου των κατοίκων, ωστόσο ενδιαφέρον στοιχείο συνιστά το ότι καταγράφονται ονόματα ανδρών, επικεφαλής των οικογενειών που ζούσαν τότε στον χώρο της Κέρτεζης. Δεν γνωρίζω εάν πρόκειται για ονόματα που δηλώνουν βαφτιστικό όνομα, καταγωγή, επάγγελμα ή παρωνύμια (παρατσούκλια). Η δημοσίευσή τους θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για να διαπιστωθεί (εξακριβωθεί) η συνέχιση και επιβίωση των ονομάτων αυτών σε μεταγενέστερες εποχές.
Ο συγγραφέας άλλωστε αξιοποιεί ανάλογες
καταγραφές αντλώντας στοιχεία από δημοσιεύματα: του Γεωργίου Παπανδρέου (Καλαβρυτινή
Επετηρίδα, 1906), Συμβολαιογραφική <πράξη του 1909>, του F.G. Renner, όταν ο τελευταίος επικεφαλής
κλιμακίου για την ανόρθωση της γεωργίας της χώρας μας επισκέφτηκε την περιοχή και κατέγραψε τις
απόψεις και τις προτάσεις του για την
διάβρωση των εδαφών και την διάσωση του δασικού πλούτου( αναδημοσίευση
από το περ. The National Geographic 1947).
Ο Π. Μπούρδαλας εύστοχα δεν παραλείπει να
αναφερθεί στο αρδευτικό σύστημα και την πολυπλοκότητά του, στις προσπάθειες
αναδασμού γης (1958), στις προτάσεις για το καστανοδάσος, που όμως
έμειναν «γράμμα κενό», στα μοναστηριακά κτήματα, στους ναούς και τα
ναΰδρια της Κέρτεζης, στο Κάστρο,
το ερειπωμένο και καλυπτόμενο από βλάστηση στις μέρες μας.
Ειδική μνεία γίνεται για στις ασχολίες των
κατοίκων πριν την είσοδο των γεωργικών μηχανών, στην αλληλεγγύη που υπήρχε (αλλαγουριές,
σεμπριές) κατά τις περιόδους οργώματος, σποράς, συγκομιδής, για κάποιες
συνεταιριστικές απόπειρες, αλλά και τις μεταναστευτικές ροές λίγο πριν από την
πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα, την εσωτερική και εξωτερική
μετανάστευση μετά το 1950 καθώς και την εισροή μεταναστών στην δεκαετία του
1990 και τελευταία, μετά την οικονομική κρίση. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε πως ο
συγγραφέας αφιερώνει αρκετές σελίδες για να μιλήσει για τον ρόλο της γυναίκας, την παιδική
εργασία, τα νυχτέρια και άλλες εκδηλώσεις του ιδιωτικού και δημόσιου βίου των
Κερτεζιτών .
Το βιβλίο του Π. Μπούρδαλα αποτελεί μία μετ’
επιμονής «επίσκεψιν», δηλαδή προσέγγιση μελέτη και παρουσίαση ποικιλότροπου και
ποικίλου οδηγού ντοκουμέντων, δεδομένου ότι συνδυάζει στην μελέτη αυτή την
αφήγηση και τις αφηγήσεις με την ικανή συγκέντρωση στοιχείων και καταγραφή
γεγονότων, ως σύνολο ιστορικά θεωρουμένων, που συνειρμικά διεγείρουν την μνήμη
και μπορούν να υποδείξουν «δρόμους» διερεύνησης της ιστορίας του τόπου και των
οντοτήτων του.
Ας είναι- και θα είναι- καλοτάξιδο!
*
Η Γιούλα Γ. Κωνσταντοπούλου είναι Δρ νεότερης
ελληνικής Ιστορίας και συγγραφέας, με καταγωγή από τον πατέρα της από την
Κέρτεζη.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
από τΜτΒ: Η εν λόγω βιβλιοπαρουσίαση έγινε
στην κεντρική πλατεία της Κέρτεζης την Κυριακή 11 Αυγούστου 2024 και στις εκδόσεις
Αρμός (Αθήνα) στις 09 Δεκεμβρίου 2024. Την ευχαριστούμε πολλαπλά και από εδώ.
Για λόγους μεθοδολογικούς, επειδή τα γνωστά
κτήρια που λειτούργησαν από τον 18ο αι. έως τις μέρες μας ως σχολεία
είναι έξι στην Κέρτεζη, αλλά και επειδή είχαμε πέντε διαφορετικά είδη σχολείων,
αποφάσισα να ακολουθήσω την αντίστροφη πορεία στο χρόνο κατά την ανάλυση.
Τα πέντε διαφορετικά είδη σχολείων στην
Κέρτεζη, κατά χρονολογική σειρά εμφάνισης στο δημόσιο προσκήνιο, είναι τα εξής:
1) Ελληνικό σχολείο, 2) Δημοτικό σχολείο, 3) Σχολαρχείο (Ημιγυμνάσιο), 4)
Γυμνάσιο (Καλαβρύτων) και 5) Νηπιαγωγείο.
Επειδή το νηπιαγωγείο τις τελευταίες λίγες
δεκαετίες λειτούργησε παράλληλα και μαζί με το δημοτικό θα αναφερθούν μαζί.
Επίσης σε ξεχωριστές ενότητες στο τελευταίο μας δημοτικό σχολείο θα αναπτύξουμε
επί πλέον τα του προαυλίου του αφενός και τα τέσσερα μικρά προσαρτημένα
βοηθητικά του κτήρια αφετέρου.
Στη συνέχεια θα περάσουμε στο δημοτικό
σχολείο που λειτούργησε στο ιστορικό και διατηρητέο κτήριο των Τετρεμέλη –
Στριφτόμπολα. Θα υπάρξουν ξεχωριστές ενότητες για το κτήριο που στεγάστηκε το
σχολαρχείο, το δημοτικό σχολείο πριν δωρισθεί το κτήριο από τον υιό
Στριφτόμπολα και τέλος τα δύο κτήρια που στεγάστηκε το ελληνικό σχολείο.
ΙΙ. ΤΟ ΕΚΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΚΤΗΡΙΟ (ΔΗΜΟΤΙΚΟ) ΤΗΣ ΚΕΡΤΕΖΗΣ
Το έκτο, κατά χρονολογική σειρά, γνωστό σχολείο της Κέρτεζης και 3ο «δημοτικό» χτίστηκε πριν την γερμανική Κατοχή με το πρόγραμμα του Γεωργίου Παπανδρέου, ως υπουργού Παιδείας στην τελευταία κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου.
Λειτούργησε μετά τον εμφύλιο στην θέση «Αη
Θανάσης», στ’ ανατολικά του σύγχρονου οικισμού. Όμως το εγκαινίασε και
λειτούργησε σ’ αυτό για ενάμισι χρόνο το με αναγκαστική μεταφορά Γυμνάσιο
Καλαβρύτων, εννοείται μετά το ολοκαύτωμα. Με το νέο κτίριο του Γυμνασίου
Καλαβρύτων «Ευσέβιος Κηπουργός» άνοιξε ως δημοτικό σχολείο το 1946.
Μικρότερο πλέον ποσοστό ζώντων κερτεζιτών,
ντόπιων και ξενιτεμένων, δεν φοίτησαν σ’ αυτό. Στην κορύφωσή του είχε περί τους
200 μαθητές. Τη δεκαετία του 1960, όταν φοίτησα (Σεπτέμβρης 1960 – Ιούνιος
1967), είχε πάνω από 130 μαθητές και μαθήτριες. Ήταν τριθέσιο, αλλά δεν είχε
ακόμα νηπιαγωγείο.
Το πέτρινο αυτό κτήριο διαθέτει στα βόρειά
του τριών μέτρων προαύλιο χώρο – πέρασμα για αρκετές δεκαετίες. Όταν μπήκε
καλοριφέρ στα τέλη του 20ου αι., έκλεισε ο διάδρομος αυτός ως
πέρασμα. Μέχρι τότε οι χώροι θερμαίνονταν με ξυλόσομπες. Κάθε ψυχρή μέρα κάθε
μαθητής ή μαθήτρια κουβαλούσε από ένα τεμάχιο ξύλου για τη σόμπα, εκτός από την
τσάντα του… Ο διευθυντής ήταν πολύ αυστηρός σ’ αυτή τη μεταφορά.
Περισσότερα μέτρα πλάτος αποτελεί το
ανατολικό του πέρασμα που οδηγεί στην κεντρική είσοδο. Πολύ μεγαλύτερος είναι ο
χώρος στα δυτικά. Νότια διαθέτει παράλληλα με τον τοίχο του τριών μέτρων
ανθόκηπο. Ακόμα διατηρούνται κάποιοι πολυετείς θάμνοι ή άνθη.
Διαθέτει στη μεσημβρινή πλευρά τέσσερις μεγάλες αίθουσες διδασκαλίας με άπλετο φως, που μπαίνει από μεγάλα και όμορφα ξύλινα παράθυρα. Το κτίριο είναι πέτρινο, διώροφο και αποτελεί μνημείο. Η είσοδος στο κτίριο γίνεται τόσο από τα βορειοδυτικά με στενή πόρτα, όσο και από τα βορειανατολικά με διπλή ξύλινη πόρτα. Αυτή ήταν η κανονική είσοδος και έξοδος. Η βοηθητική προοριζόταν κυρίως για τις τουαλέτες.
Το σχολείο λειτουργούσε με συνδιδασκαλία στα δευτερεύοντα μαθήματα: η α΄ και η β΄ τάξη, η γ΄ και η δ΄, όπως και η ε΄ και η στ΄ τάξη μαζί. Πάντα ο/η διευθυντής του σχολείου είχε την ε΄ και την στ΄ τάξη. Η αίθουσα αυτή ήταν πάντα δίπλα στο ΒΑ γραφείο του, αφού είχε και διοικητικές και γραφειοκρατικές εργασίες. Εννοείται ότι τα βασικά μαθήματα ανάγνωση, γραφή, έκθεση και μαθηματικά γίνονταν ανά τάξη. Μέχρι τη δεκαετία του 1980 περίπου το σχολείο λειτουργούσε έξι ημέρες. Δευτέρα, Τρίτη, Πέμπτη κα Παρασκευή λειτουργούσε και δύο ώρες απόγευμα!
Στα βόρεια του ισογείου διαθέτει αρκετά
πλατύ εσωτερικό διάδρομο. Αυτός, εκτός από άνεση στην κίνηση, λειτουργούσε και
ως χώρος για τα διαλείμματα κατά τις κρύες, βροχερές ή χιονισμένες μέρες. Βλέπετε
ο πάνω και αντίστοιχος διάδρομος είναι αρκετά πιο μικρός σε μήκος.
Η ΝΑ αίθουσα του ισογείου ανήκε κάθε χρόνο στην α΄ και β΄ δημοτικού, με τον μαυροπίνακα στα δυτικά, ώστε να εισέρχεται το φως από τα αριστερά για να βλέπουμε τι γράφουμε. Βέβαια αυτό ευνοούσε, ως γνωστόν, μόνο τους δεξιόχειρες. Η ΝΔ αίθουσα τις δεκαετίες του 1950 και 1960 λειτουργούσε ως εστιατόριο, λόγω της αμερικανικής βοήθειας. Αργότερα έγινε εργαστήριο, όπως είχε σχεδιαστεί εξ αρχής.
Στα ΒΔ του διαδρόμου ανέρχεται πλατιά
τσιμεντένια σκάλα με πλήρη ασφάλεια και κεφαλόσκαλο. Ο διάδρομος στον 2ο
όροφο έχει μεν το ίδιο πλάτος με αυτόν του ισογείου, αλλά έχει μικρότερο μήκος,
αφού στα ΒΑ βρίσκεται το γραφείο της διεύθυνσης και των δασκάλων. Το γραφείο
βγαίνει και σε μικρό μπαλκόνι εκεί στα ΒΑ.
Στον όροφο, λοιπόν, ανέβαιναν τα μεγαλύτερα
παιδιά. Στην ΝΔ αίθουσα έμπαινε η γ’ και η δ’ τάξη. Η ε΄ και η στ΄ τάξη ήταν
στα ΝΑ, δίπλα στο γραφείο του διευθυντή. Επειδή οι δύο αίθουσες αυτές δεν
χωρίζονταν με πέτρινο τοίχο, όπως στο ισόγειο, αλλά με διπλές ανοιγόμενες
ξύλινες πόρτες, οι μαυροπίνακες αναγκαστικά ήταν αντίστοιχα στα δυτικά και
ανατολικά. Ο πίνακας στα στην ε’ και στην στ΄ τάξη ήταν στα ανατολικά και για
να ευνοούνται και οι δεξιόχειρες (που είναι πλειοψηφία) είχε και ανατολικό
παράθυρο!
Δυστυχώς ανέστειλε τη λειτουργία του για μια τριετία ως νηπιαγωγείο και δημοτικό και κατόπιν έκλεισε προς τα μέσα της δεκαετίας του 2010. Τότε ήταν μονοθέσιο δημοτικό και μονοθέσιο νηπιαγωγείο. Το νηπιαγωγείο λειτουργούσε στην αίθουσα του ισογείου, όπου παλιά ήταν η α΄ και η β΄ τάξη του δημοτικού. Τώρα είναι κλειστό ως σχολείο και υπολειτουργεί ως κεντρικό κτήριο και προαύλιο. Οι βοηθητικοί χώροι έχουν σχεδόν ρημάξει.
Κατά τη γνώμη μου τρεις είναι οι αιτίες που
συνθετικά ανέστειλαν τη λειτουργία του: 1) Το δημογραφικό ζήτημα, που οφείλεται
αφενός στην εξωτερική και εσωτερική μετανάστευση και αφετέρου σε πολύ μικρό
ποσοστό γάμων των μόνιμων κατοίκων της κωμόπολης. 2) Στην μνημονιακή λογική των
συγχωνεύσεων σχολείων με την δικαιολογία ότι στα μεγάλα σχολεία διδάσκονται και
μαθήματα ειδικοτήτων. Στη λογική αυτή οι τότε γονείς διασπάστηκαν και το
σχολείο έκλεισε. 3) Στο πεδινό και σχετικά καλό δρόμο Κέρτεζης – Καλαβρύτων
(κυρίως από Κραστικούς μέχρι Καλάβρυτα), όπου τα μικρά παιδιά ταλαιπωρούνται
λιγότερο.
ΙΙΙ. ΤΟ ΠΡΟΑΥΛΙΟ ΤΟΥ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
Το προαύλιο βρισκόταν πιο χαμηλά από τον ανθόκηπο. Αργότερα κατέβηκε και άλλο. Για πολλές δεκαετίες ήταν χωμάτινο και χαλικώδες. Η είσοδος στο προαύλιο μέχρι τη δεκαετία του 1990 γινόταν από τον δημόσιο κεντρικό δρόμο στα ΝΔ με τεράστια σιδερένια και όμορφη δίφυλλη πόρτα (βλέπε φωτογραφία) και ανερχόμασταν με 6-7 σκαλιά μετά από όσο χώρο χρειαζόταν για να ανοίξουν οι πόρτες.
Τότε ο δρόμος ήταν ακίνδυνος για τα παιδιά.
Τη δεκαετία του 1990 άνοιξε στα δυτικά νέα πλατιά πόρτα, αφού είχε ήδη
εγκιβωτιστεί ο χείμαρρος του Σαρδούνη. Στη θέση αυτή περίπου ήταν δύο μονόζυγα
από πολύ παλιά τα οποία καταστράφηκαν. Εκεί μπήκε η δυτική μπασκέτα.
Παρότι τότε η πολιτική ήταν να γίνεται χρήση
του προαυλίου μόνο τις ώρες που λειτουργούσε το σχολείο, οι μαθητές κυρίως με
«παράνομο» τρόπο κάναμε κατάληψη και παίζαμε. Τι άλλο βεβαίως, από ποδόσφαιρο;
Κατωμερήσιοι απέναντι στους Πανωμερήσιους και το αντίστροφο μέχρι τελικής
πτώσεως. Ποδόσφαιρο έπαιζαν και τα νεότερα παιδιά στο χώρο της μπασκέτας
αρκετές φορές.
Δυστυχώς η παλιά πόρτα δεν έκλεισε μόνο, αλλά
και καταστράφηκε. Κτίστηκε εκεί τοίχος πέτρινος και γέμισε με μπάζα. Ο λόγος
ήταν να μεγαλώσει το προαύλιο. Παράλληλα αυτό οριζοντιοποιήθηκε. Το μεγαλύτερο
μέρος στα βόρεια έγινε γήπεδο μπάσκετ, ενώ στα ΝΑ φτιάχτηκε μικρή παιδική χαρά.
Δύο μέτρα πλάτος στα βόρεια δημιούργησαν τσιμεντένια εξέδρα με τέσσερις σειρές.
Στο ύψος των δύο εισόδων για το κεντρικό κτήριο ανερχόμαστε και κατερχόμαστε με
πλατιές τσιμεντένιες σκάλες.
Πριν ελάχιστα χρόνια καταστράφηκε η παιδική χαρά, η οποία πριν δύο χρόνια έγινε τελείως καινούρια στο βόρειο μέρος της διπλανής πλατείας Στριφτόμπολα (Ηρώον πεσόντων). Ο στόχος ήταν να διαπλατυνθεί το προαύλιο εν όψει της δημιουργίας γηπέδου ποδοσφαίρου 7χ7. Αυτό έγινε με δωρεά του ελληνογερμανού Κερτεζίτη Δρ Νικολάου Σωτ. Δουκλιά στη μνήμη της γερμανίδας συζύγου του Ingrid το 2022. Οι μπασκέτες έμειναν πίσω από τα τέρματα, αλλά είναι δύσκολο πλέον να παιχτεί μπάσκετ.
Το προαύλιο εν μεταξύ φασκελώθηκε με τεράστιο πλεκτό για να μη φεύγει η μπάλα.
IV. ΤΟΥΑΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΛΟΥΤΡΑ
Τέσσερα βοηθητικά κτήρια έχουν κτιστεί για τη λειτουργία του σχολείου. Ακριβώς απέναντι από τη δυτική βοηθητική είσοδο κτίστηκαν εξ αρχής οι εξωτερικές τουαλέτες. Το κτίσμα είναι μεν ενιαίο, αλλά έχει έξι. Η βορεινή ήταν για το διδακτικό και αργότερα για το βοηθητικό προσωπικό. Τρεις ήταν για τα κορίτσια και δύο για τα αγόρια, αφού το σχολείο ήταν μικτό.
Οι τουαλέτες συνορεύουν μεν δυτικά με τον
χείμαρρο του Σαρδούνη, αλλά είναι βέβαιο ότι έχει βόθρους απορροφητικούς. Οι
πληροφορίες που έχω είναι ότι κτίστηκαν εξ αρχής. Εγκαινιάστηκαν βεβαίως από το
Γυμνάσιο Καλαβρύτων όταν μεταφέρθηκε προσωρινά αρχές του 1944.
Το 1958 προστέθηκε νότια και στη συνέχεια με
τις τουαλέτες (σε χαμηλότερο επίπεδο) νέο μικρό βοηθητικό κτήριο. Το λέγαμε «Λουτρά»,
αφού εκεί κάναμε ομαδικό μπάνιο τα Σάββατα και φυσικά ξεχωριστά τόσο τα αγόρια,
όσο και τα κορίτσια. Το νερό ζέσταινε με καυσόξυλα από ιδιόμορφο λέβητα που
είχε κατάλληλα προσαρμοστεί. Λειτουργούσε δηλαδή με έξυπνο μηχανισμό με καύσιμο
ξύλα και μεγάλα απλά μπόϊλερ στη σκεπή του. Φέρναμε μαζί μας οι περισσότεροι
και τις «αλλαξιές» μας και ήμασταν πλυμένοι και φαγωμένοι το Σαββατόβραδο.
Μη ξεχνάμε ότι το νερό στα σπίτια έκανε
αρκετά χρόνια ακόμη για να φτάσει, ούτε οι κατάλληλες υποδομές υπήρχαν, πλην της
«σκάφης» που μπαίναμε μέσα και του «τέντζερη» που ζέσταινε το νερό στο τζάκι…Την
εποχή εκείνη, λοιπόν, πλενόμασταν στο σπίτι στη σκάφη…
Τη δωρεά, κατά την επιγραφή, την έκανε ο κερτεζίτης ελληνοαμερικανός Αθανάσιος Σωτ. Κούρτης. Αυτό γράφεται στην πινακίδα. Στην εφημερίδα Νεολόγος Πατρών και στις 18.02.1959 αναφέρεται Αθανάσιος Γ. Κούρτης, πράγμα που είναι λάθος.[1]
Με την πάροδο του χρόνου σταμάτησε η
λειτουργία των λουτρών. Κάποια στιγμή η σχολική εφορία διάλυσε το σύστημα
(τέτοιος σεβασμός!). Σήμερα το κτήριο αυτό φυλάσσει κυρίως πλαστικές καρέκλες
για υπαίθριες εκδηλώσεις!
V. ΜΑΓΕΙΡΕΙΑ ΚΑΙ ΛΕΒΗΤΟΣΤΑΣΙΟ
Βόρεια από τις τουαλέτες λίγο αργότερα
κτίστηκαν τα μαγειρεία. Αρχικά έβραζαν το γάλα σκόνη σε καζάνια, αλλά υπήρχε
ανάγκη για στέγαση. Τώρα αποτελούν αποθήκη παλιών αντικειμένων. Θυμάμαι
σχετικά:
«Η ενεργής σχέση μου μ’ αυτό δεν ξεκίνησε
στην 1η δημοτικού, αλλά ένα χρόνο νωρίτερα, δηλαδή το 1960. Όχι
φυσικά γιατί φοίτησα σε νηπιαγωγείο που δεν υφίστατο, αλλά για λόγους επιβίωσης.
Ήδη πριν το 1960 είχε ξεκινήσει η ‘’αμερικανική βοήθεια’’ στην μεταπολεμική και
μετεμφυλιωτική Ελλάδα. Τα σχολεία αποτελούσαν ένα στοχευμένο τόπο.
Πριν αρχίσει το μάθημα οι μαθητές γέμιζαν
τις συνήθως μεταλλικές κούπες τους με γάλα ζεστό από σκόνη. Το έβραζαν σε
μεγάλα καζάνια στο παράπηγμα-μαγειρείο που ακόμα σώζεται στα βορειοδυτικά του
οικοπέδου του. Εμείς τα γειτονόπουλα που ζούσαμε τη νηπιακή ζωή δεν είχαμε
καμία ντροπή να περιμένουμε τελευταία και να γεμίζουμε κάθε πρωί την κούπα μας
με γάλα ζεστό! Έτσι μάθαμε πρώτα το σχολείο ως χώρο δωρεάν πρωινής εστίασης και
όχι ως δωρεάν προσφοράς γνώσης.
Εξάλλου την ίδια περίοδο οι δυό «διορισμένες» μαγείρισσες του σχολείου, η γειτόνισσα κυρά «Ρίτσα» (Βαρβάρα, 2η σύζυγος του Σπήλιου Κόντη) και η κυρά Παναγούλα (σύζυγος Παναγιώτη Γ. Σακελλαρόπουλου) έφτιαχναν και μεσημεριανό φαγητό για τους μαθητές όμως. Αργότερα στη θέση της Ρίτσας (Βαρβάρας) τοποθετήθηκε η κυρά Βούλα (σύζυγος Κωνσταντίνου Π. Κόντη). Εμείς τα νήπια τα γευτήκαμε από την επόμενη χρονιά (1961-1962). Από τα φαγητά θυμάμαι καλά το ζεστό πλιγούρι, τη λευκή μακαρονάδα, το ρύζι και το (αμερικάνικο) κίτρινο τυρί».[2]
Τέλος του 20ου αι. κτίστηκε και
τέταρτο βοηθητικό κτήριο, το λεβητοστάσιο. Αυτό δεν είναι εμφανές, παρά μόνο
εάν κάποιος προσπαθήσει να περπατήσει πίσω από το κεντρικό κτήριο. Οι
ξυλόσομπες καταργήθηκαν διότι: 1) Τα παιδιά λιγόστευαν και άρα τα ξύλα που
κουβαλούσαν. 2) Τα ζώα εξαφανίζονταν και επομένως και η νόμιμη μεταφορά ξύλων
από τα γύρω δάση. 3) Είχαν εισαχθεί και στην Κέρτεζη τα Καλοριφέρ, οπότε αυτά
ήταν η καλύτερη επένδυση.
Μπορεί το δημοτικό σχολείο και το
νηπιαγωγείο να έκλεισαν, αλλά το κτήριο περιμένει να συνεχίσει ζωντανό μόνο του
μέχρι να αντιστραφούν τα πράγματα. Δεν μπορεί να λειτουργεί όμως μόνο ως Κοινοτικό γραφείο και χώρος των
εκλογών. Χρειάζεται μια βαθύτερη μορφωτική και μόνιμη πρωτοβουλία. Αυτή
αποτελεί ζητούμενο ακόμα και για την καλοκαιρινή περίοδο που η Κωμόπολη σφίζει
από ζωή…
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟ Β΄ΜΕΡΟΣ στο επόμενο φύλλο
της ΩΡΑΣ των ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1) Πρώτη δημοσίευση στην ΩΡΑ των ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ, Νοέμβριος 2024, φ. 83, σελ. 28-29.
2) Έγιναν εδώ κάποιες διορθώσεις αβλεψιών σε σχέση με την 1η δημοσίευση.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Βλ. και
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α. ΜΠΟΥΡΔΑΛΑΣ, ΤΑ ΝΕΡΑ ΤΩΝ ΒΟΥΝΩΝ ΚΑΙ Η ΚΕΡΤΕΖΗ, εκδ. Αρμός 2018,
σελ. 32.
Οι Διαδρομές του Παν. Α. Μπούρδαλα με τη ματιά του
Αντώνη Μάλλιαρη*
Κέρτεζη 11.08.2024 & Καλάβρυτα 04.11.2024
Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι,
Θα ήθελα κατ’ αρχήν να ευχαριστήσω το
συγγραφέα, τον Παναγιώτη Μπούρδαλα, που μου έκανε την τιμή να με καλέσει να
συμμετάσχω στην παρουσίαση του βιβλίου του «ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΑ
ΒΟΥΝΑ – Η πρωτογενής παραγωγή και η Κέρτεζη», το οποίο εκδόθηκε τον Ιούνιο
2024, από τις εκδόσεις ΑΡΜΟΣ.
Είναι το έκτο (6ο) κατά σειρά βιβλίο και
είναι αποτέλεσμα μιας κοπιώδους, επίπονης και μακρόχρονης προσπάθειας,
βασισμένης στην έρευνα, στις συνεντεύξεις και στην προσωπική, βιωματική γνώση.
Αναφέρεται με κάθε λεπτομέρεια στην ανάπτυξη της οικονομίας της περιοχής από
την περίοδο της Τουρκοκρατίας μέχρι τις μέρες μας. Μιλάμε για μια περίοδο
δύσκολη, σκληρή, που τα πάντα γίνονται χειρωνακτικά. Κάθε σπιθαμή γης που
καλλιεργείται ποτίζεται με ποτάμια ιδρώτα. Ο κλήρος είναι μικρός για τους
πολλούς και έτσι αναγκάζονται να καλλιεργούν στις πλαγιές (πεζούλες) με την
αξίνα για να πάρουν μερικά χερόβολα σιτάρι ή κριθάρι. Ιδιαίτερα η δεκαετία του
’50 αλλά και αργότερα, μεταπολεμική περίοδος, τότε που αρχίζει η προσωπική βιωματική
γνώση για εμένα και τον Παναγιώτη, είναι η περίοδος που η πατρίδα μας προσπαθεί
να συνέλθει από την καταστροφή του πολέμου. Με γλώσσα απλή, κατανοητή, ο
Παναγιώτης προσεγγίζει όλους τους τομείς ανάπτυξης της πρωτογενούς παραγωγής,
φυτικής και ζωικής, και περιγράφει την αντιμετώπιση των διάφορων προβλημάτων
(άρδευση, ύδρευση, τρόπους καλλιέργειας, κατασκευή εργαλείων). Οι παροιμίες που
χρησιμοποιεί σε πολλές παραγράφους, ξεκουράζουν τον αναγνώστη και δίνουν
ανάλαφρο τόνο στο κείμενο. Η χρήση δε, από το συγγραφέα, όχι μόνο των ονομάτων
των οικογενειών αλλά και των προσωνυμίων (τα παρατσούκλια τους δηλαδή) δίνει τη
δυνατότητα στους αναγνώστες, ιδιαίτερα ντόπιους, να γνωρίζουν ποιος είναι
ποιος, μιας και με το ίδιο επώνυμο υπάρχουν πολλές οικογένειες.
Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε πέντε (5) μέρη
και το κάθε μέρος σε επιμέρους κεφάλαια. Στο πρώτο μέρος έχουμε μια γενική
ανατομία της περιοχής.
Γνωρίζουμε την Κέρτεζη σε σχέση με την
ευρύτερη περιοχή, το ανάγλυφο της περιοχής, τα ποτάμια, τις λίμνες, τις
πεδιάδες. Ο συγγραφέας μας γνωρίζει κάθε σπιθαμή της Κερτεζίτικης γης και
παραδίδοντάς μας μαθήματα πατριδογνωσίας μας δίνει τη δυνατότητα να γνωρίσουμε
τον τόπο μας. Οι καλλιεργούμενες περιοχές, τα εγγειοβελτιωτικά έργα, ο
αναδασμός, είναι επιμέρους ενότητες που συναντάμε στο πρώτο μέρος και μας
βοηθούν να κατανοήσουμε την εξέλιξη της ανάπτυξης της τοπικής οικονομίας.
Στο δεύτερο μέρος ο συγγραφέας μας δίνει
στοιχεία για τα είδη καλλιέργειας (δημητριακά, όσπρια, κηπευτικά,
δεντροκαλλιέργειες, αμπέλια, μέθοδοι καλλιέργειας, αλλά και καλλιέργειες που
σήμερα έχουν εκλείψει). Επιπλέον, αναφέρεται και σε σύγχρονες καλλιέργειες
(φράουλες, τριανταφυλλιές), δίνοντας ερεθίσματα στον αναγνώστη προκειμένου να
προβληματιστεί σχετικά με αυτές και ακόμη να αναζητήσει και ο ίδιος νέα είδη
καλλιέργειας που θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας.
Στο τρίτο μέρος μας παρουσιάζει στοιχεία για
τον τρόπο συγκομιδής των προϊόντων με επίκεντρο τα «Αλώνια». Η διαφήμιση λέει
από το χωράφι στο ράφι. Εμείς τότε λέγαμε από το χωράφι στ’ αλώνι. Η περιοχή
των Αλωνιών εκείνη την εποχή ήταν εργοτάξιο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Παιδιά εμείς τότε, αναλαμβάναμε το έργο της μεταφοράς με τα υποζύγια από τα
χωράφια, του σιταριού, του κριθαριού, μετά το θερισμό και χτίζαμε τις θημωνιές.
Αργότερα σειρά έπαιρναν τα φασόλια, τα αραποσίτια, τα καλαμπόκια. Βοηθούσαμε
έτσι κι εμείς, δίνοντας χρόνο στους μεγαλύτερους για να ασχοληθούν με άλλες
εργασίες. Οι μέρες που ακολουθούσαν όλο το καλοκαίρι, ήταν ξεχωριστές. Πόσες
όμορφες στιγμές είχαμε ζήσει στο αλώνισμα, στο φλούδο, στο στούμπισμα! Παρά τις
δυσκολίες και την κούραση πολλές φορές, βλέπαμε με μια απίστευτη ομορφιά όλα
αυτά και χαιρόμαστε να τρέχουμε πίσω από τα ιδρωμένα άλογα στο αλώνισμα, να
κυλιόμαστε πάνω στα άχυρα, αδιαφορώντας για το αν γεμίζαμε με αυτά, να
συμμετέχουμε στο φλούδο του αραποσιτιού, τις φεγγαρόφωτες βραδιές, με συγγενείς
και φίλους, ακούγοντας απίθανες ιστορίες. Τα πειράγματα, τα τραγούδια, το γέλιο
περίσσευαν, σ’ όλα τ’ Αλώνια. Στο τέλος, αποκαμωμένα εμείς τα παιδιά, ξαπλώναμε
πάνω στ’ άχυρα, στα μαλακά πούσια (το φύλλωμα του αραποσιτιού). Εκεί,
κοιτάζοντας τα αστέρα, μας έπαιρνε ο ύπνος και ξεκινούσαν τα ταξίδια των
ονείρων μας. Όλα είχαν μια μαγεία που αν δεν τη ζήσεις δεν μπορείς να την
κατανοήσεις. Αυτή τη μαγεία αργότερα μας την έκλεψαν, αρχικά η αλωνιστική και
μετά η θεριζοαλωνιστική μηχανή, που έκαναν την εμφάνισή τους, αφού με την
έλευσή τους τ’ αλώνια σιγά σιγά έχασαν τη ζωή τους. Σήμερα δυστυχώς η ζωή και η
ζωντάνια των αλωνιών εκείνης της εποχής υπάρχει μόνο στις μνήμες μας και στις
εξιστορήσεις των παλαιότερων προς τους νεότερους.
Στο τέταρτο μέρος ο Παναγιώτης μας
παρουσιάζει την πανίδα της περιοχής, από τη συστηματική κτηνοτροφία
(αιγοπρόβατα, βοοειδή, πτηνοτροφία, μελισσοκομία) μέχρι την άγρια ζωή. Έπειτα,
στην τελευταία ενότητα αναφέρεται στη χλωρίδα της περιοχής και στη συλλογή
χόρτων, βλαστών, αρωματικών φυτών, μανιταριών, σαλιγκαριών και ειδών κυνηγιού
από τον κάμπο και τα βουνά της Κέρτεζης. Δεν αρκείται σε απλή απαρίθμηση όλων
αυτών των ειδών αλλά μας παραθέτει την τοπική ονοματολογία τους, την
επιστημονική τους ταυτότητα αλλά και πληροφορίες σχετικά με τις ωφέλειες για
τον ανθρώπινο οργανισμό, τις τοποθεσίες που τα συναντά κανείς στην περιοχή της
Κέρτεζης αλλά και για τον τρόπο συγκομιδής, επεξεργασίας και χρήσης αυτών.
Ιδιαίτερη αναφορά στο βιβλίο του ο
Παναγιώτης κάνει και στο πρόβλημα της τραγικής μείωσης του πληθυσμού τις
δεκαετίες του ’50 και του ’60 με τη μεγάλη μετανάστευση σε Αυστραλία, Γερμανία,
Καναδά, Αμερική κ.λ.π. Οι περισσότερες οικογένειες στην Κέρτεζη είχαν και
κάποιον που έφυγε στα ξένα. Όλοι αυτοί, αφού άρχισαν να εργάζονται και να
δημιουργούν στις χώρες που εγκαταστάθηκαν, δεν ξέχασαν τους δικούς τους
(γονείς, αδέρφια) και με τα εμβάσματα που έστελναν, συνέβαλαν στην ανάπτυξη της
τοπικής οικονομίας. Μετά από χρόνια σκληρής εργασίας στην ξενιτιά, πολλοί
επέστρεψαν στην πατρίδα φέρνοντας τις όποιες οικονομίες τους βοηθώντας έτσι την
εθνική οικονομία. Βέβαια, η ερήμωση της επαρχίας συνεχίστηκε αργότερα με την
εσωτερική μετανάστευση στα μεγάλα αστικά κέντρα για καλύτερη ζωή. Αποτέλεσμα
αυτής, είναι η δραματική μείωση του πληθυσμού της επαρχίας, η οποία
αντιμετωπίζει σήμερα σοβαρότατο πρόβλημα. Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να μας
προβληματίσει όλους (Πολιτεία και φορείς).
Τέλος, αξίζει να σταθούμε λίγο στα ταξικά
χαρακτηριστικά, όπως τα ονομάζει ο Παναγιώτης. Στο ρόλο της γυναίκας αλλά και
των παιδιών εκείνης της περιόδου. Στη σύζυγο, στη μάνα, στη νοικοκυρά, στη
σκληρά εργαζόμενη. Υπεύθυνη για το νοικοκυριό, τη φροντίδα των παιδιών, τη
μαγειρική, το πλύσιμο στην ακροποταμιά, την παρασκευή τροφίμων για το χειμώνα
(τραχανάς, χυλοπίτες, παστά, τσιγαρίδες). Υπεύθυνη και για το γνέσιμο του
μαλλιού, το βάψιμο και την ύφανση στον αργαλειό τις μέρες του χειμώνα. Έπρεπε
να γνωρίζει από κέντημα, από πλέξιμο, από το να στήσει τον αργαλειό και από
κάθε λογής εργασία του νοικοκυριού. Φυσικά οι “αρμοδιότητές” της δεν
περιορίζονταν στα παραπάνω. Η παρουσία της ήταν συνεχής και στο χωράφι (σπορά,
σκάλισμα, πότισμα, βοτάνισμα), στο αλώνι, στο αμπέλι δίπλα στο σύντροφό της.
Αλλά και η συμμετοχή των παιδιών στην
ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας ήταν καθημερινή. Στο χωράφι παίρνουν μέρος σε
όλες τις εργασίες (βοτάνισμα, πότισμα, κουβάλημα στ’ αλώνι, φροντίδα των ζώων,
κουβάλημα ξύλων από τον έλατο). Να κατεβάζει μόνο του ένα παιδί από τον «
Έλατο», δύο – τρία ζώα φορτωμένα, πόσο εύκολο ήταν άραγε;
Όλοι λοιπόν, μικροί μεγάλοι είχαν το ρόλο
τους και η συμβολή τους ήταν πολύ σημαντική.
Εν κατακλείδι, θα έλεγα ότι πρόκειται για ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο. Αρχίζοντας ο αναγνώστης να το διαβάζει, ταξιδεύει μαζί του και πολύ περισσότερο αν έχει προσωπική βιωματική γνώση, όπως χαρακτηριστικά λέει ο Παναγιώτης. Προσωπικά, Παναγιώτη σ’ ευχαριστώ, γιατί το βιβλίο σου λειτούργησε για εμένα ως μηχανή του χρόνου και με γύρισε πάλι σε εκείνα τα δύσκολα, μα όμορφα χρόνια· σ’ εκείνα τα χρόνια που είχαμε την ευκαιρία να μετράμε τ’ άστρα τις νύχτες του καλοκαιριού και που μπορούσαμε να ονειρευόμαστε. Βοήθησε να ζωντανέψουν στην σκέψη μου εικόνες που είχαν ξεθωριάσει, εικόνες με τη μαγεία μιας άλλης εποχής.
Παναγιώτη, θέλω να σε συγχαρώ γι’ αυτή σου
την προσπάθεια και να σου ευχηθώ να είναι το βιβλίο σου καλοτάξιδο!….Και φυσικά
αναμένουμε το επόμενο!
* Ο Αντώνης Γ. Μάλλιαρης
γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρτεζη. Εργάστηκε κυρίως ως δάσκαλος. Τώρα είναι συνταξιούχος.
Την βιβλιοπαρουσίαση αυτή την έκανε πρώτα στις 11.08.2024 στην κεντρική πλατεία
της Κέρτεζης και κατόπιν στις 04.11.2024 στο Πολύκεντρο Πολιτιστικό Κέντρο των
Καλαβρύτων.
Μαύρη Παρασκευή, Μπλάκ Φράιντεϋ στα
ελληνικά, είναι νεοεισαχθείσα εμπορική καινοτομία, που τείνει να καταστεί
θεσμός και στη χώρα μας, όπως και τόσοι άλλοι εισαχθέντες από την Εσπερία, την
οποία μιμούμαστε δίκην πιθήκου, κατά τους αρχαίους προγόνους μας, οι οποίοι
ασφαλώς θα ντρέπονται για το αξιοθρήνητο κατάντημά μας! Κατά την ημέρα αυτή
καλείται ο καταναλωτής να εντείνει την αγοραστική του μανία επωφελούμενος από
τις ειδικές προσφορές, που για χάρη του γίνονται στην αγορά. Αν αυτός πράγματι
επωφελείται ή όχι, δεν είμαι σε θέση να κρίνω ως μη ειδικός επί του θέματος.
Έλαβα πρόσφατα, μέσω του διαδικτύου μήνυμα άκρως εντυπωσιακό, σχετικό με
τη γένεση του θεσμού, και το μεταφέρω: «Επειδή μας έχουν ζαλίσει με τη Black Friday, ας
θυμηθούμε την ανατριχιαστική ιστορία! Ξεκίνησε απ’ την Αμερική, το 18ο αι. Ήταν
η μέρα που οι δουλέμποροι αγόραζαν δούλους σε χαμηλή τιμή για να τους
μεταπουλήσουν μετά από μήνες! Αγόραζαν και πούλαγαν τους αλυσοδεμένους νέγρους,
όπως τα χοιρινά στη ζωοπανήγυρη! Αυτές οι αγοραπωλησίες γίνονταν την τελευταία
Παρασκευή κάθε Νοέμβρη, εποχή που είχε τελειώσει η συγκομιδή του καλαμποκιού
και των άλλων καλλιεργειών της χρονιάς! Κι εμείς εδώ, δίχως αυτογνωσία, δίχως
ιστορική επίγνωση, σαν μιμητικοί καλλικάντζαροι που είμαστε,
«γιορτάζουμε» τη «μαύρη Παρασκευή»! Ό,τι πιο αποκρουστικό,
ό,τι πιο δυσώδες, ό,τι πιο απάνθρωπο έχει να επιδείξει η ανθρώπινη ιστορία!».
Θέλοντας να βεβαιωθώ για την αλήθεια των γραφομένων προσέτρεξα στο διαδίκτυο.
Σε σχετικά άρθρα, που έχουν αναρτηθεί εκεί, διαψεύδονται τα γραφόμενα περί
σχετισμού του εμπορικού θεσμού της «Μαύρης Παρασκευής» και του δουλεμπορίου,
καθώς η ονομασία οδηγεί σε θεσμό μεταγενέστερο της εποχής, που η δουλεία ήταν
ακόμη «θεσμός». Ακολουθούσε την «Ημέρα των ευχαριστιών», που γιορτάζεται στις
ΗΠΑ την τελευταία Πέμπτη του Νοεμβρίου και έχει καταστεί επίσημα αργία από το
1885. Κατά τον πρόεδρο Αβραάμ Λίνκολν αυτή είναι ημέρα «Ευχαριστιών και Δοξολογίας στον ευεργετικό Πατέρα μας που κατοικεί
στους Ουρανούς». Τότε ακόμη οι άνθρωποι γνώριζαν την ευχαριστία
και τη δοξολογία προς τον Θεό, τον τροφέα του σύμπαντος!
Κατά μία άποψη ο όρος σχετίζεται με την αποτυχημένη επιχείρηση
κερδοσκοπίας μέσω αγοράς χρυσού από χρηματιστές, το 1869. Κατά άλλη με
οικονομική κατάρρευση στα τέλη του 19ου αιώνα. Είναι αυτή η αλήθεια
ή επιχειρείται να συγκαλυφθούν σελίδες «μαύρης» ιστορίας;
Αναφέρεται στα σχετικά κείμενα ότι ακόμη και σήμερα στις ΗΠΑ με
αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κάποιοι επιχειρούν να αποτρέψουν τους
πολίτες από του να προβούν σε αγορές, κατά την ημέρα αυτή. Μάλιστα η επιχείρηση
αποτροπής εντείνεται, όταν δολοφονείται μαύρος πολίτης, όπως ο Μάικλ Μπράουν
στο Μισσούρι (Αύγουστος 2014). Σκοπός του άρθρου δεν είναι η αποτροπή των πολιτών
από του να σπεύσουν στην αγορά, επωφελούμενοι ή μη από τις προσφορές, αλλά ο
προβληματισμός επάνω στον πιθηκισμό του Νεοέλληνα. Ασφαλώς η εμπορική αγορά
διέρχεται κρίση λόγω αγοραστικής αδυναμίας των πολιτών της χώρας, η οποία
εντείνεται με την πάροδο του χρόνου, και οι έμποροι αναζητούν τρόπους
προσέλκυσης των πελατών. Η τοπική αγορά δοκιμάζεται εντονότερα εξ αιτίας της
άκρως παθητικής και από απόσταση παρακολούθησης της βιαιότατης
απολιγνιτοποίησης τόσο από τους ασκήσαντες και ασκούντες την εξουσία, όσο και
από τον λαό της περιοχής. Και μπορεί άλλες χώρες να έχουν ασχοληθεί εντονότερα
και σε βάθος με την «επιστήμη» της οικονομίας, δηλαδή με την εκπαίδευση στην
εξαπάτηση των πολλών από τους λίγους ραδιούργους κερδοσκόπους, όμως η
αρχαιότερη ίσως οικονομική αρχή έχει διατυπωθεί από Έλληνα: «Ουκ αν λάβοις παρά
του μη έχοντος» (Λουκιανού «Νεκρικοί διάλογοι»).
Η κρίση, η οποία εντείνεται και ήδη πλήττει και χώρες, που είχαν
επαναπαυθεί στην οικονομική τους ευρωστία, όπως η Γερμανία, είναι απόρροια του
άγριου καπιταλισμού, ο οποίος ελέγχει πλέον όλες τις χώρες του πλανήτη, μετά
την κατάρρευση του κομμουνισμού, του αντιπάλου δέους, ο οποίος ευτέλισε στο
έπακρο το όραμα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Ο καπιταλισμός συνιστά την
ιδεολογία του αστικού συστήματος εξουσίας, το οποίο ανέτρεψε το φεουδαρχικό
σύστημα της άκρας ανελευθερίας και δουλοκτησίας. Ήταν η εποχή, που η πρόοδος
της τεχνολογίας έφερε την θεαματική μεταβολή στις μεθόδους μεταποίησης και
κατασκευής εργαλείων και μηχανών. Και ενώ κοινωνικοί «προφήτες» διακήρυσσαν την
ανατολή της εποχής της ευημερίας για τους λαούς του πλανήτη (επιστημονικός
μεσσιανισμός), ο πλανήτης οδηγείται με εντεινόμενη την εξαθλίωση ολοένα και
μεγαλύτερου αριθμού κατοίκων αυτού!
Ο Καποδίστριας υπήρξε ο πρώτος, που σε ευρωπαϊκό συνέδριο εισηγήθηκε την
κατάργηση της δουλείας. Ήταν κάπως ενωρίς όμως ακόμη, καθώς οι ισχυρές χώρες
είχαν ανάγκη από δούλους στις αποικίες, που κατακτούσαν τη μία μετά την άλλη
στο όνομα των πανανθρωπίνων ιδανικών της ισότητας και της ελευθερίας! Στις
Ηνωμένες Πολιτείες ο εμφύλιος πόλεμος (1861-1865) έχει διαδοθεί ότι διεξήχθη
για την κατάργηση της δουλείας. Πολλοί οι δούλοι, που διαβιούσαν υπό απάνθρωπες
συνθήκες στις αχανείς εκτάσεις των φυτειών του Νότου, όπως περιγράφονται αυτές
στην «Καλύβα του μπάρμπα Θωμά». Όμως οι Βόρειοι δεν ήταν εκείνοι που
αγρυπνούσαν για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Εργάτες αναζητούσαν για την
αναπτυσσόμενη στις βόρειες Πολιτείες βιομηχανία. Και οι άθλιες συνθήκες
εργασίας στην Αγγλία περιγράφηκαν από τον Μαρξ στο «Κεφάλαιο». Δεν ήταν
διαφορετικές οι συνθήκες στις αντίστοιχες βιομηχανικές εγκαταστάσεις των ΗΠΑ. Όταν
επικράτησαν, οι Βόρειοι δεν παραχώρησαν τα υποσχεθέντα στους μαύρους δούλους
δικαιώματα. Ο Μάρτιν Λούθερ Κιγκ ξεψύχησε από δολοφονική σφαίρα (1968), πριν
δει το όνειρό του να γίνεται πραγματικότητα. Και επειδή το κεφάλαιο δεν έχει
πατρίδα, με την πάροδο του χρόνου, μετέφεραν τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις στο
Μεξικό και ο βιομηχανικός βορράς μαστίζεται από την ανεργία και την εξαθλίωση.
Και θεωρούνται τύποι αντικοινωνικοί, όσοι δεν επωφελούνται από το «Αμερικανικό
όνειρο»! Να δούμε πόσο ακόμη θα αντέξει και των ΗΠΑ η οικονομία με τους
πολέμους που προκαλεί σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του πολίτη σέρνοντας σ’ αυτούς
τους ανερμάτιστους και κατωτέρους των περιστάσεων Ευρωπαίους ηγέτες και
ηγετίσκους.
Ο καπιταλισμός συνέβαλε στη μεταμόρφωση του ανθρώπου από πρόσωπο σε
άτομο, αρχικά, και καταναλωτή, στη συνέχεια, καθώς θεμέλιο της «υγιούς»
οικονομίας είναι η ένταση της κατανάλωσης! Τώρα βρίσκεται σε εφαρμογή η
μετατροπή του ανθρώπου σε αριθμό μητρώου ενός συστήματος ηλεκτρονικής
διακυβέρνησης. Εντείνεται η χρήση νέων όρων όπως τηλεαγορές και ψηφιακό
νόμισμα. Βέβαια το σύστημα εξουσίας είναι άκρως καθησυχαστικό. Όλα γίνονται για
το καλό, την εξυπηρέτηση δηλαδή των πολιτών! Και οδεύουμε προς ένα νέου τύπου
Μεσαίωνα δουλείας. Οι απόκληροι του πλανήτη ογκώνονται αριθμητικά, ενώ τα
υπερκέρδη των ολίγων πληθαίνουν τρομακτικά, καθώς και η δύναμή τους, ώστε να
ελέγχουν, μέσω του πλούτου τους, τις κυβερνήσεις των χωρών, οι κυβερνήσεις των
οποίων, «δημοκρατικά» βέβαια εκλεγμένες, νομοθετούν διαρκώς σε βάρος των
δικαίων των λαών, που υποτίθεται υπηρετούν! Δεν είναι αναγκαία μέτρα πλέον η
αστυνόμευση, η δίωξη και ο εγκλεισμός, που απαιτούν δαπάνες. Η διασπορά φόβου,
ακόμη και τρόμου, καθιστά τους πολίτες πρόθυμους να υποταχθούν σε σύστημα εξουσίας,
το οποίο αυτοπροβάλλεται ως εγγυητής της ασφάλειας πλέον και όχι της οικονομικής
ευμάρειας, που προσέφερε, κατά το παρελθόν, στους προνομιούχους λαούς των
μητροπολιτικών – αποικιοκρατικών χωρών. Πέρα από αυτούς τους λαούς δεν υπήρχαν
άλλοι στον πλανήτη. Αλλά αυτοί οι υπαρκτοί άλλοι λαοί ταράσσουν ήδη την ησυχία
των προνομιούχων. Αυτοί αποτελούν το μέλλον, καθώς οι προνομιούχοι εμφανίζονται
άκρως καταβεβλημένοι και χωρίς νόημα ζωής και ύπαρξης. Είναι το τίμημα που
πλήρωσαν για να απολαύσουν τα υλικά αγαθά των ανθρώπων καταναλωτών!
Οι Διαδρομές Φυσικής Οικονομίας στα Βουνά με στάση στα Καλάβρυτατου Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα
Της
Ευτυχίας Παπαναγιώτου*
Να
ευχαριστήσω και εγώ με τη σειρά μου το συγγραφέα και αγαπητό Παναγιώτη για τη
μεγάλη τιμή που μου έκανε να βρεθώ σήμερα εδώ, δίπλα σε αξιολογότατους συμπαρουσιαστές και πατριώτες για να μεταφέρω
κι εγώ μέσα από τη δική μου ματιά τα γραφόμενα του πονήματός του. Η συμβολή μου
στην παρουσίαση του βιβλίου του μου
δίνει μεγάλη χαρά.
Ξεφυλλίζοντας το, πριν ακόμη το μελετήσω με
συγκίνησαν οι δύο αφιερώσεις των πρώτων
σελίδων του:
«Αφιερώνεται στους μόνιμους κατοίκους των βουνών της χώρας που κρατούν
ακόμα την ορεινότητα ζωντανή».
«Αφιερώνεται στις Κερτεζίτισσες και τους Κερτεζίτες που κρατούν Ζωντανό
το Μεγαλοχώρι μας …»
…αφιερώσεις που κάνουν τον αναγνώστη να
αντιληφθεί την ευαισθητοποίηση του συγγραφέα για τον πληθυσμό των ορεινών όγκων
και την αναγκαιότητα διατήρησης της ελληνικής υπαίθρου ζωντανής, αλλά και την
αμέριστη αγάπη για τους συντοπίτες του.
Η σκέψη του μας ταξιδεύει σε όλη την περιοχή των Καλαβρύτων αρχικά, αλλά στο τέλος καταλήγει στη δυτική κοιλάδα του Βουραϊκού με επίκεντρο την Κέρτεζη, το «Μεγαλοχώρι» όπως ο ίδιος αποκαλεί. Αφού η Κέρτεζη ως οικισμός, με τις κοιλάδες της, τα βουνά και τα άφθονα νερά της, είναι ένα από τα ιστορικά μεγαλοχώρια των Καλαβρύτων. Κατά κύριο λόγο ήταν και είναι ένα χωριό κτηνοτροφικό και αγροτικό, παρά τα πολύ γνωστά σε όλους μας προβλήματα που αντιμετώπιζε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει σήμερα η αγροτο-κτηνοτροφική παραγωγή.
Υπάρχει άνθρωπος της σημερινής τρίτης
ηλικίας που να μη θυμάται τα «κοκολόγια»; Δεν αποτελούσε χαρακτηριστικό της
κοιλάδας του Βουραϊκού, αλλά ούτε μόνο της επαρχίας Καλαβρύτων. Αποτελούσε
ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ευρύτερου ελληνικού χώρου και με ρίζες στην
ευρύτερη λαϊκή και χριστιανική παράδοση. Σκοπός της δεν ήταν να ανατρέψει την
ταξική κοινωνία, αλλά να την απαλύνει.
Αφορούσε τη συλλογή παντός είδους καρπών-κόκκων,
που απέμεναν κατά την οργανωμένη συλλογή των ιδιοκτητών, από τους απόρους και
φτωχούς των αγροτικών κοινωνιών.
Πάντως ψάχνοντας σε λεξικά δεν συνάντησα την εν λόγω λέξη. Μια παραπλήσια είναι η λέξη «κοκότα», που την χρησιμοποιούμε για τα ξεφλουδισμένα καρύδια. Σημαίνει «κοκότα (η) ους/γαλλ. Cocotte (=πουλάδα) (μτφ) γυναίκα ελευθερίων ηθών, πόρνη».[1]
Ο Βασίλης γεννήθηκε μια γενιά μετά στην
Αθήνα και μεγάλωσε στα Καλάβρυτα. Η Δέσποινα είχε ήδη αποφοιτήσει από το
Γυμνάσιο Καλαβρύτων και σπούδαζε. Τα Καλάβρυτα είχαν πλέον περάσει σ’ άλλη φάση. Το εμπορικό
στοιχείο είχε εισέλθει, πάλι, στον κεντρικό τους πυρήνα. Ζούσαν οι αδελφές, οι
χήρες, αλλά ελάχιστες μανάδες των εκτελεσμένων. Είχαν μεγαλώσει οι 13
επιζήσαντες κι ερχόταν το ανθρώπινο τέλος τους.
Ο Βασίλης μεγάλωσε κι αυτός στο δικό του περιβάλλον, με θετικά και αρνητικά χαρακτηριστικά, όπως σχεδόν όλοι μας. Το 1990-1991 τον συνάντησα ως καθηγητής φυσικής στην γ’ γυμνασίου. Τον γνώρισα όχι μόνο ως έναν τυπικά άριστο μαθητή, αλλά ως ένα νεαρό με προβληματισμούς πολύ μεγαλύτερης ηλικίας. Έφευγε συχνά έξω από το μάθημα της ημέρας, αλλά πάντα υπήρχε η δυνατότητα να βγάλω στην επιφάνεια τη δεύτερη από τις τρεις δυνατότητες ενός καθηγητή. Αυτού του λειτουργού, του παιδαγωγού, του συντονιστή συζητήσεων. Αυτές οι μνήμες είναι ακόμα στις σκέψεις μου.
Στην όμορφη πλατεία του «Χελμού» στα
Καλάβρυτα, το βράδι της Τετάρτης 7 Αυγούστου η συμμαθήτριά μου νηπιαγωγός και
συγγραφέας Δέσποινα Στίκα παρουσίασε το βιβλίο της «Γκρίζα πόλη», που εκδόθηκε
από τον εκδοτικό οίκο Κ. & Μ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2024. Πρόκειται για
μυθιστόρημα που στηρίζεται σε πολλά πραγματικά δεδομένα, ενώ δεν λείπουν και τα
στοιχεία μυθοπλασίας. Χωρίζεται σε 6 κεφάλαια και τον πρόλογο. Εκτείνεται σε
148 σελίδες.
Στην ίδια πλατεία το Σάββατο το βραδάκι 10
Αυγούστου, ο μαθητής μου στη γ’ Γυμνασίου Βασίλης Κοκότης εξέδωσε το πρώτο του
βιβλίο. Εκδόθηκε από τις εκδόσεις «ενύπνιο», Αθήνα 2024. Πρόκειται για μία
νουβέλα που εκτείνεται σε 90 σελίδες. Χωρίζεται σε 4 κεφάλαια, ενώ δεν υπάρχει
κανένας πρόλογος!
Η χαρά μου και για τα δυο βιβλία ήταν απερίγραπτη κι έκανα τα αδύνατα δυνατά ώστε αφενός να βρεθώ στις δύο παρουσιάσεις και να προμηθευτώ τα συγγραφικά τους τέκνα και αφετέρου να συνομιλήσω έστω και για λίγο μαζί τους και να τους ευχηθώ καλοτάξιδα και καλοδιάβαστα.
Βομβαρδισμός των χωριών ΛΑΠΑΤΑ ΤΡΕΧΛΟ ΜΑΝΕΣΙ στις 29.07.1943
Ομιλία του Δημητρίου Λιαρομάτη*
Στην ιστορία της πατρίδας μας υπάρχουν
γεγονότα τόσο φωτεινά, τόσο ζωντανά, που νικούν την λήθη και περνούν στην
αιωνιότητα. Μια σελίδα αξέχαστη είναι η στάση της χώρας μας στη διάρκεια του Β
Παγκοσμίου πολέμου. Του πολέμου που άφησε τα σημάδια του σε κάθε ελληνική
γωνιά. Στη δική μας μικρή γειτονιά άφησε τα σημάδια του με τον άγριο
βομβαρδισμό των χωριών ΛΑΠΑΤΑ – ΤΡΕΧΛΟ – ΜΑΝΕΣΙ, στις 29 Ιουλίου 1943.
Ας δούμε πώς ήταν η κατάσταση στην Ευρώπη γενικά και στη χώρα μας ειδικότερα. Στην Ευρώπη πλανιέται η σκιά του φρικτού πολέμου. Οι πρώτες νίκες των δυνάμεων του Άξονα χαρίζουν αλαζονεία στον Χίτλερ που τρέφει ελπίδες για την κατάκτηση ολόκληρου του κόσμου. Η πατρίδα μας λαμβάνει τελεσίγραφο από το Μουσολίνι καταρχάς για παραχώρηση εδάφους της στους Ιταλούς. Ο ελληνικός λαός σύσσωμος κινήθηκε αστραπιαία για να αντιμετωπίσει την ιταλική εισβολή. Ο στρατός μας είχε να αντιμετωπίσει είκοσι ιταλικές μεραρχίες, τριακόσια πολεμικά αεροπλάνα και άλλα πολεμικά μέσα.