Να σταματήσει η Αριστερά να είναι συνώνυμη με την ήττα! – Μέρος ΙΙ
Του Παναγιώτη Σωτήρη
Απαιτεί τη συγκέντρωση πραγματικής γνώσης για την κοινωνία, νέες συλλογικές δεξιότητες, πρωτότυπες απαντήσεις. Γι’ αυτό χρειάζεται να στηριχτούμε στη συλλογική επινοητικότητα, δημιουργικότητα και εμπειρία των ίδιων των λαϊκών μαζών. Από τον απλό τεχνίτη που ξέρει πώς να γίνει καλά μια επισκευή χωρίς μεγάλο κόστος, στον συλλογικό εργαζόμενο του κατασκευαστικού κλάδου που έχοντας την εμπειρία του μεγάλου φαγοποτιού των μεγάλων έργων ξέρουν πώς να γίνουν πραγματικά χρήσιμες, φθηνότερες και φιλικές προς το περιβάλλον δημόσιες υποδομές, στο κίνημα των υγειονομικών που μπορούν να πουν πολλά για την πρωτοβάθμια υγεία, την πρόληψη, και την απαλλαγή από όλο το βάρος της ιδιωτικοποιημένης «περίθαλψης», στους εκπαιδευτικούς που παλεύουν για μια πραγματικά δημόσια εκπαίδευση, που ξέρουν ότι δεν χρειαζόμαστε πανάκριβους διαδραστικούς πίνακες αλλά πάλη ενάντια στις σύγχρονες μορφές ημιμάθειας. στο επιστημονικό δυναμικό της χώρας που αναζητά δυνατότητες να προσφέρει και όχι απλώς να επιβιώνει μέσα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα ή να σκέφτεται πλέον την επιστημονική μετανάστευση, έχουμε το δυναμικό που μπορεί και θέλει να εμπλακεί σε μια τέτοια συλλογική δημιουργική προσπάθεια κοινωνικού πειραματισμού.
Άλλωστε, οι αντιθεσμοί της λαϊκής αυτοοργάνωσης και αλληλεγγύης δεν είναι μόνο όργανα κινηματικής παρέμβασης, είναι και πεδία μιας διαφορετικής κοινωνικής οργάνωσης και επανοικειοποίησης, χώρων, πόρων, μηχανισμών: λαϊκά συσσίτια, δωρεάν μαθήματα και πολιτιστικές δραστηριότητες στα σχολεία, λειτουργία νοσοκομείων και κέντρων υγείας χωρίς αντίτιμο, οργανωμένα συνεργεία επανασύνδεσης του ρεύματος, δίκτυα μη εμπορευματικών ανταλλαγών, όλα αυτά, μαζί με τις λαϊκές συνελεύσεις, τα σωματεία και τους συλλόγους, μπορούν, εάν γενικευτούν, να διαμορφώσουν σπέρματα νέων κοινωνικών μορφών, να αποτελέσουν μια εμβρυακή εκδοχή δυαδικής εξουσίας.
Η Αριστερά δεν πρέπει να μασάει τα λόγια της. Δεν προτείνουμε μια επιστροφή στα καταναλωτικά πρότυπα του 2009. Οι δικές μας προτάσεις για τη διαγραφή του χρέους, για την έξοδο από το ευρώ, για τις εθνικοποιήσεις δεν θα οδηγήσουν άμεσα σε οικονομική μεγέθυνση. Μπορεί να έχουμε και «αποανάπτυξη». Αλλά από τη σκοπιά της πραγματικής κοινωνικής ευημερίας θα είναι τομή. Προφανώς και τα εισαγόμενα προϊόντα ακριβότερα, δεν θα υπάρχουν φτηνά καταναλωτικά δάνεια και το πιο πιθανό είναι σε πραγματικούς όρους οι μισθοί να μην εκτιναχθούν. Όμως, το πρότυπο κοινωνίας που οραματιζόμαστε δεν είναι η κατοχή δύο αυτοκινήτων μεσαίου κυβισμού ανά οικογένεια, αλλά μια ευημερία που μετριέται με την ποιότητα της δημόσιας και δωρεάν παιδείας και υγείας, τη μείωση του χρόνου εργασίας την ανάπτυξη εκτεταμένου συστήματος δημόσιων συγκοινωνιών, την πολιτιστική αναγέννηση, την προστασία του περιβάλλοντος, τον κοινωνικό σχεδιασμό. Γι’ αυτό πρέπει να ανοίξουμε τη συζήτηση για μια σύγχρονη σοσιαλιστική και κομμουνιστική προοπτική, με πνεύμα αυτοκριτικό για την ηρωική όσο και τραγική εμπειρία των αποπειρών «εφόδου στον ουρανό» στον 20ο αιώνα, αλλά και βαθιά εμπιστοσύνη στη δυνατότητα τα επόμενα επαναστατικά πειράματα να είναι πολύ πιο πετυχημένα.
Αυτά αντικειμενικά ανοίγουν και το θέμα της εξουσίας. Προφανώς κάποια από αυτά τα μέτρα θα μπορούσαν να τα πάρουν και αστικές κυβερνήσεις υπό την πίεση ή υπό τον εκβιασμό εάν προτιμάτε του λαϊκού κινήματος. Ωστόσο, το ερώτημα της εξουσίας από τη μεριά μιας λαϊκής αντικαπιταλιστικής συμμαχίας, γίνεται επιτακτικό. Μόνο που αυτό το ερώτημα δεν είναι μπορεί να απαντηθεί εύκολα. Δεν μπορεί να απαντηθεί ούτε με την ευκολία της απλής διεκδίκησης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Ούτε αρκεί να επικαλούμαστε σαν θρησκευτική προσευχή μονότονα τη γενική απεργία και την ένοπλη εξέγερση, όταν ξέρουμε ότι εδώ και πολλές δεκαετίας οποιαδήποτε διαδικασία μετασχηματισμού σε χώρες με αναπτυγμένους κοινοβουλευτικούς θεσμούς και ιδεολογικούς μηχανισμούς δεν μπορεί να είναι μια στιγμιαία εξεγερτική διαδικασία. Εμείς λέμε ότι αυτή η συζήτηση πρέπει να ανοίξει. Με πραγματικούς όρους και όχι απλές συνθηματολογίες. Για να δούμε το ερώτημα μιας κυβέρνησης της Αριστεράς ή με συμμετοχή της Αριστεράς όχι ως αυτοσκοπό, αλλά ως κομμάτι μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής που πρέπει να στηρίζεται πρωτίστως σε όλες τις μορφές λαϊκής και εργατικής αντιεξουσίας, κοινωνικού και εργατικού ελέγχου, αυτοοργάνωσης και αυτοδιαχείρισης σε κάθε επίπεδο, όλο τον πλούτο μιας διεργασίας «από τα κάτω» που οφείλει να ξεκινήσει να δοκιμάζεται από τώρα, που θα μπορούσε να σηματοδοτήσει την τομή, την πραγματική σταδιακή απονέκρωση των αστικών κρατικών μηχανισμών, σε μια διαδικασία αναγκαστικά πρωτότυπη. Γιατί η κοινωνία δεν θέλει μόνο να ακούσει εάν μπορούν να πάνε τα πράγματα αλλιώς, αλλά και πώς μπορούν.
Και αυτό μας φέρνει αντιμέτωπους ξανά με το ερώτημα της Αριστεράς. Ότι η έννοια του μετώπου κοινωνικού και πολιτικού κυριαρχεί στη συζήτηση, την αναζήτηση, τη φαντασία του κόσμου του κινήματος δεν είναι τυχαίο. Προκύπτει μέσα από τη διαπίστωση ότι σήμερα η διαμόρφωση ενός πραγματικού αντίπαλου δέους στην κυρίαρχη πολιτική, περνά μέσα από τη συσπείρωση ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων. Μόνο που αυτό δεν σημαίνει απλή ενότητα, άθροισμα και λογική του ελάχιστου κοινού παρονομαστή. Αριστερό Μέτωπο σημαίνει ανασύνθεση με βάση το αναγκαίο προγραμματικό περιεχόμενο, μια νέα ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, μια νέα γεωμετρία και ανατροπή των συσχετισμών στην Αριστερά.
Σήμερα, το υλικό, οι άνθρωποι, οι πολιτικές ευαισθησίες, οι κινηματικές ευαισθησίες, οι αγωνιστικές εμπειρίες που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν την Αριστερά της νικηφόρας ανατροπής, βρίσκονται αυτοί τη στιγμή σε διαφορετικά εγχειρήματα. Βρίσκονται στο δυναμικό από τα κινήματα και τους αγώνες, με όλη τη μεγάλη εμπειρία αυτοοργάνωσης, αλληλεγγύης και αυτοάμυνας που έδειξαν. Βρίσκονται στο κόσμο που αποδεσμεύεται από το ΠΑΣΟΚ. Βρίσκονται στην αντικαπιταλιστική αριστερά, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που πρώτη ανέδειξε τη σημασία της διαγραφής του χρέους και της ρήξης με το ευρώ, που απέδειξε αυθεντικά ενωτική διάθεση, που με τη γραμμή του Αγωνιστικού Μετώπου Ρήξης και Ανατροπής δείχνει σήμερα ότι αναλαμβάνει την ευθύνη να συμβάλει στην υπόθεση της διαμόρφωσης του αντίπαλου δέους στην κυρίαρχη πολιτική. Βρίσκονται στον κορμό της κοινοβουλευτικής Αριστεράς, στο ΣΥΡΙΖΑ, το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής, στο ΚΚΕ, σε όλες τις αγωνίστριες και τους αγωνιστές, τις τάσεις, τα ρεύματα και τις συλλογικότητες που διαφωνούν και με τη λογική του αντιμνημονιακού μετώπου και τον καταναγκαστικό ευρωπαϊσμό της κεντρικής γραμμής του Συνασπισμού και με το καταστροφικό σεχταρισμό της ηγεσίας του ΚΚΕ.
Η στρατηγική του Αριστερού Μετώπου σε αντικαπιταλιστική και ανατρεπτική κατεύθυνση δεν προκύπτει ούτε μόνο – ούτε κυρίως – από το τοπίο της Αριστεράς και τις όποιες ανακατατάξεις είναι σε εξέλιξη εκεί. Πρώτα και κύρια θέλει να ψηλαφίσει μέσα στη συνθήκη του λαϊκού ξεσηκωμού την πρόκληση ενός εναλλακτικού πολιτικού σχεδίου. Αφορά εξίσου το ξεδίπλωμα των αγώνων, τη συνάρθρωση της λαϊκής συμμαχίας και την πολιτική συγκρότηση σε αντικαπιταλιστική και ανατρεπτική κατεύθυνση. Είναι η πρόκληση να ξαναγίνει η Αριστερά η ηγέτιδα δύναμη του «έθνους των εργαζομένων»! Γι’ αυτό είναι και το καλύτερο πεδίο για μπορέσουμε να δούμε και το ερώτημα μιας σύγχρονης κομμουνιστικής πρωτοπορίας, της συσπείρωσης όλων των δυνάμεων, των τάσεων και των αγωνιστών που αναφέρονται στο μαχόμενο μαρξισμό και την επαναστατική ανανέωση της κομμουνιστικής στρατηγικής, που αναγνωρίζουν ότι ο σημερινός κατακερματισμός των δυνάμεων που αναζητούν τον επαναστατικό δρόμο οφείλει κάποια στιγμή να γίνει κομμάτι του παρελθόντος της κρίσης του κομμουνιστικού κινήματος. Το ερώτημα είναι τώρα τι κάνουμε; Σίγουρα μπορούμε να κάνουμε πολλά και τώρα, ακόμη και εάν η γεωμετρία της Αριστεράς παραμείνει η ίδια.
Πρώτα, από όλα έχουμε να κάνουμε πολλά στο κίνημα. Περισσότερο παρά ποτέ πρέπει να πώς θα συνεχιστούν και θα κλιμακωθούν οι κινητοποιήσεις και τα κινήματα ανυπακοής και να ξεπεραστεί το μούδιασμα που δείχνει να υπάρχει σε κομμάτια του κινήματος. Γι’ αυτό και πρέπει να στηριχτεί ο αγώνας της Χαλυβουργίας με κάθε δυνατό τρόπο, να επιμείνουμε στον αγώνα ενάντια στα χαράτσια, να δώσουμε μάχες ενάντια στις εφεδρείες και τις νέες ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις, να συνεχίσουμε την πάλη για να μην εφαρμοστεί και να καταργηθεί η μεταρρύθμιση Διαμαντοπούλου. Γιατί όσο πάει πίσω ο ταξικός συσχετισμός δύναμης και υπάρχει μούδιασμα, όσο δεν συμβάλουμε στο να συνεχίζεται ο παρατεταμένος λαϊκός πόλεμος, η συζήτηση για την Αριστερά θα είναι εν ου παικτοίς.
Μπορούμε να προχωρήσουμε την υπόθεση της κοινής δράσης και όντως αυτή να πάρει τα χαρακτηριστικά ενός αγωνιστικού μετώπου ρήξης και ανατροπής, αναβαθμίζοντας την κοινή δράση όλης της Αριστεράς και συμβάλλοντας από κοινού στην ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, στον ευρύτερο δυνατό συντονισμό των αγώνων, στη στήριξη όλων των μορφών λαϊκής αυτοοργάνωσης ξεπερνώντας διαιρέσεις και ιδιοκτησιακές λογικές. Και σίγουρα μπορούμε από τώρα να ανοίξουμε και να βαθύνουμε την προγραμματική κουβέντα με πρωτότυπους τρόπους συλλογικής επεξεργασίας από τα κάτω: συγκροτώντας ομάδες δουλειάς μέσα στους χώρους, φέρνοντας κοντά διανοουμένους και αγωνιστές μέσα σε κοινές επιτροπές και πρωτοβουλίες, δικτυώνοντας αναζητήσεις και συγκεντρώνοντας την πολύτιμη γνώση και εμπειρία που προκύπτει μέσα από τους αγώνες. Όμως, όλα αυτά δεν φτάνουν. Δεν αρκεί να διαπιστώνουμε ότι το υλικό για το μέτωπο είναι διασκορπισμένο σε διαφορετικά εγχειρήματα ή να δοκιμάζουμε απλώς το άνοιγμα δικτύων διαλόγου και επικοινωνίας ανάμεσα σε αγωνιστές και συλλογικές εμπειρίες με διαφορετικές τυπικές πολιτικές εντάξεις. Συγκυριακά μπορεί να είναι ανεκτό, μπορούμε να πούμε ότι αντιπροσωπεύει τη δυσκολία και την πρωτοτυπία της συγκυρίας, όμως, εάν τα πράγματα συνεχιστούν έτσι και δεν διαμορφωθεί μια άλλη πολιτική κατάσταση και συγκρότηση μέσα στο τοπίο της Αριστεράς, υπάρχει κίνδυνος να χαθούν ευκαιρίες.
Χρειάζεται να γίνουν βήματα για την πολιτική συγκρότηση για το αριστερό μέτωπο σε αντικαπιταλιστική και ανατρεπτική κατεύθυνση. Χρειάζεται τομή μέσα στο τοπίο της Αριστεράς. Απαιτούνται και αναγκαίες ρήξεις και νέες πρωτότυπες ενότητες. Κι αυτό μας αφορά όλους. Αφορά πρώτα από όλα την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι σημαντική, είναι αναντικατάστατο βήμα ενότητας και συγκρότησης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, αλλά δεν είναι αυτοσκοπός. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα κριθεί τελικά από το εάν θα αλλάξει συνολικά τα πράγματα στην Αριστερά. Γι’ αυτό και πρέπει να γίνει περισσότερο τολμηρή. Δεν αρκεί να προτείνει απλώς αγωνιστικό μέτωπο μέσα στο κίνημα, αλλά τολμηρά να προτείνει αριστερό μέτωπο με όλες τις αναγκαίες ριζοσπαστικές πολιτικές οριοθετήσεις που αυτό συνεπάγεται. Να ανοίξει πρώτη τη συζήτηση για το αριστερό μέτωπο και να τη σφραγίσει με το δικό της αντικαπιταλιστικό και ανατρεπτικό περιεχόμενο. Αφορά, όμως. κι άλλους, όσες κι όσους μοιράζονται αυτές τις αναζητήσεις και βρίσκονται σε άλλα εγχειρήματα της Αριστεράς. Εμείς λέμε ότι το ερώτημα της ρήξης και της ανασύνθεσης είναι πραγματική όσο και δύσκολη αναγκαιότητα. Ξέρουμε ότι οι διασπάσεις τραυματίζουν την Αριστερά, αλλά πολύ πιο βαθιά πληγώνουν οι ήττες που είναι μπροστά μας, εάν δεν αλλάξουν τα πράγματα στην Αριστερά. Η δυναμική του Αριστερού Μετώπου οι κοινές θέσεις και αναζητήσεις δεν μπορούν επί μακρόν να είναι απλώς αντιπολιτεύσεις ή συζητήσεις μέσα σε άλλα σχήματα. Πρέπει να αποτελέσουν στοιχείο του κορμού της Αριστεράς. Σε κάθε περίπτωση, η ιστορία έχει δείξει ότι μπορεί να είναι πιο πρωτότυπη από τη σκέψη και την απογοήτευσή μας. Η Αριστερά, εάν θέλει να σταματήσει να είναι συνώνυμη με ήττες και χαμένες ευκαιρίες, οφείλει να διδαχτεί από αυτή την πρωτοτυπία.