Η ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΤΟΥ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ:
Οι νέες πολεμικές συμμαχίες, η καθαίρεση της Δημοκρατίας στην Ευρώπη, η σκοπιμότητα της πολιτικής λιτότητας που επέβαλε η Γερμανία, τα είδη του χρέους και οι μεγάλοι κίνδυνοι, με τους οποίους είναι αντιμέτωπη η Ελλάδα – Μέρος ΙΙ
Του Βασίλη Βιλιάρδου*
Συνέχεια από το Μέρος Ι Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ
Τα προβλήματα, τα οποία δημιουργούνται από το δανεισμό, δεν οφείλονται τόσο στο απόλυτο μέγεθος του χρέους αλλά, κυρίως, στη δυνατότητα ή μη της εξυπηρέτησης του – στο εάν δηλαδή μπορεί ένα κράτος (μία επιχείρηση, ένας ιδιώτης), να εξοφλήσει τους ληξιπρόθεσμους τόκους και τα χρεολύσια (δόσεις), με βάση τη δανειακή συμφωνία που έχει υπογραφεί. Ακριβώς για το λόγο αυτό οι αποφάσεις δανειοδότησης ή μη εκ μέρους των τραπεζών, δεν βασίζονται τόσο στις παρεχόμενες εμπράγματες εγγυήσεις, όσο στις δυνατότητες αποπληρωμής του αιτουμένου δανείου.
Η μείωση των δαπανών, η αύξηση των εσόδων, το ύψος του επιτοκίου, καθώς επίσης ο χρόνος αποπληρωμής, από τον οποίο εξαρτώνται οι εκάστοτε δόσεις, καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις δυνατότητες εξυπηρέτησης του χρέους – ενώ η αύξηση των εσόδων μπορεί να προέλθει είτε από υψηλότερους φόρους (τιμές πώλησης για μία επιχείρηση), είτε από τη μεγαλύτερη ανάπτυξη (τζίρος για μία επιχείρηση). Σε γενικές γραμμές δε, με δεδομένα τα έσοδα και τις δαπάνες, ως ποσοστά επί του ΑΕΠ (τζίρου), υποθέτοντας δηλαδή ότι είναι σταθερά, ο ρυθμός ανάπτυξης πρέπει να ξεπερνάει το ύψος του επιτοκίου – έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η ποσοστιαία επί του ΑΕΠ μείωση του χρέους. Από τον Πίνακα Ι που ακολουθεί, τεκμηριώνεται το γεγονός ότι, το χρέος της Ελλάδας θα ήταν πολύ καλύτερα διαχειρίσιμο, εάν το επιτόκιο διαμορφωνόταν στο 1,25% (1% είναι το σημερινό βασικό της ΕΚΤ) – χωρίς καμία διαγραφή χρέους και με δόσεις εξόφλησης 40 ετών.
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Αποπληρωμή του χρέους σε 40 ετήσιες δόσεις (α) χωρίς διαγραφή (360 δις €) και (β) με διαγραφή 100 δις € (260 δις €)
Δημόσιο Χρέος |
Τόκοι |
Χρεολύσια |
Σύνολο |
|
|
|
|
360 δις € με 1,25% |
4,50 |
9,00 |
13,50 |
260 δις € με 8,00% |
20,80 |
6,50 |
27,30 |
Σημείωση: Για διευκόλυνση, δεν συνυπολογίζουμε τη συνεχή μείωση των ετησίων τόκων, λόγω της αποπληρωμής των δόσεων του χρέους. Το 1,25% είναι το επιτόκιο, με το οποίο δανείζει σήμερα η ΕΚΤ τις τράπεζες. Όπως φαίνεται καθαρά από τον Πίνακα Ι, η ετήσια επιβάρυνση (τοκοχρεολύσια), χωρίς διαγραφή χρέους και με 1,25% επιτόκιο θα ήταν της τάξης των 13,5 δις € – ενώ με διαγραφή 100 δις € και με επιτόκιο 8% θα ήταν 27,3 δις €.
Επομένως, η μη διαγραφή και η επιβάρυνση μας με χαμηλό επιτόκιο, θα ήταν μία πολύ πιο συμφέρουσα λύση για την Ελλάδα – παράλληλα, η λύση αυτή θα ήταν σχετικά εφικτή στην επίτευξη της, καθώς επίσης απόλυτα έντιμη, ενώ δεν θα υποχρέωνε τις τράπεζες μας να «ξεπουληθούν» στους ξένους εισβολείς. Περαιτέρω οι υψηλότεροι φόροι, όπως και η αύξηση των τιμών μίας επιχείρησης, μειώνουν συνήθως το ρυθμό ανάπτυξης – οδηγώντας τις περισσότερες φορές στην ύφεση (περιορισμός του τζίρου για μία επιχείρηση, μείωση του ΑΕΠ για ένα κράτος). Η ύφεση με τη σειρά της περιορίζει τα έσοδα, παρά την αύξηση των συντελεστών (φόρων για ένα κράτος, ποσοστών κέρδους για μία επιχείρηση), οπότε το αποτέλεσμα των ενεργειών μας είναι αρνητικό. Από την άλλη πλευρά, εάν επιλέξουμε δηλαδή την ανάπτυξη αντί για τους φόρους, με στόχο την αύξηση των εσόδων, απαιτούνται επενδύσεις – είτε από το δημόσιο, είτε από τον ιδιωτικό τομέα μίας χώρας. Για να επενδύσει ο δημόσιος τομέας, σύμφωνα με την αντιμετώπιση των υφέσεων κατά τον Keynes (αναθέρμανση της ζήτησης και της προσφοράς, με τη βοήθεια του κράτους – το οποίο αργότερα, όταν «πάρει τη σκυτάλη» ο ιδιωτικός τομέας, οφείλει να αποσύρεται), είναι απαραίτητος ο δανεισμός του – μία δυνατότητα η οποία φυσικά δεν υφίσταται, όταν το κράτος είναι υπερχρεωμένο, έχοντας παράλληλα μεγάλα ελλείμματα στους προϋπολογισμούς του (ζημίες για μία επιχείρηση). Επομένως, με στόχο πάντα την ανάπτυξη, οι επενδύσεις μπορούν να προέλθουν μόνο από τον ιδιωτικό τομέα – κάτι που προϋποθέτει αφενός μεν την κατανάλωση εκ μέρους των νοικοκυριών, καθώς επίσης το δανεισμό των επιχειρήσεων (ή τις επενδύσεις και από τους δύο), αφετέρου ένα σταθερό φορολογικό και οικονομικό περιβάλλον (τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό). Όταν όμως τα νοικοκυριά είναι υπερχρεωμένα ή/και απαισιόδοξα για το μέλλον τους, οι επιχειρήσεις επίσης, ενώ το περιβάλλον είναι «ασταθές», εκλείπουν οι προϋποθέσεις ανάπτυξης – οπότε η πολιτική λιτότητας (μείωση των δαπανών, αύξηση των εσόδων, με τη βοήθεια των φόρων ή των τιμών), θεωρείται ουσιαστικά μονόδρομος. Η πολιτική λιτότητας τώρα προϋποθέτει επίσης χρηματοδότηση – αφού απαιτείται χρόνος για να αποδώσει «καρπούς», ενώ στην αρχή αυξάνει τα ελλείμματα και τα χρέη (λόγω υψηλών δαπανών από την ανεργία και μειωμένων εσόδων από την ύφεση). Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από την εφαρμογή της στη Γερμανία, μετά την είσοδο της στην Ευρωζώνη (Hartz I,II κλπ.) – όπου τα ελλείμματα στους προϋπολογισμούς της υπερέβαιναν σταθερά τα κριτήρια του Μάαστριχτ (χωρίς φυσικά να απαιτήσουν τότε οι «εταίροι» της το σεβασμό των υπογεγραμμένων εκ μέρους της), παρά το ότι δεν είχε μεσολαβήσει η σημερινή κρίση. Εάν όμως δεν υπάρχουν δυνατότητες αυτόνομης, «βιώσιμης» χρηματοδότησης (χαμηλά επιτόκια), πόσο μάλλον ολοκληρωτική αδυναμία, όπως στο παράδειγμα της Ελλάδας, η καταναγκαστική εφαρμογή της πολιτικής λιτότητας (εκ μέρους του ΔΝΤ, το οποίο ενδιαφέρεται μόνο για την είσπραξη των απαιτήσεων των δανειστών μίας χώρας, σε συνδυασμό με τη λεηλασία της), οδηγεί στην κατάρρευση. Για παράδειγμα, όταν μία ζημιογόνα επιχείρηση αυξήσει τις τιμές της, μειώνεται καταρχήν ο τζίρος και αυξάνουν οι ζημίες της – ενώ για να μειώσει τις δαπάνες της πρέπει να απολύσει προσωπικό, επιβαρυνόμενη με τις αποζημιώσεις του. Εάν λοιπόν δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί με λογικούς όρους, τότε επιταχύνει απλά την πορεία της προς την καταστροφή. Στα πλαίσια αυτά, εάν δεν υπάρξει άμεση αναδιαπραγμάτευση του χρέους (μείωση των επιτοκίων, επιμήκυνση των δόσεων), έτσι ώστε να αποδώσει η λιτότητα και να δημιουργηθούν γρήγορα συνθήκες ανάπτυξης, τότε η υπερχρεωμένη χώρα, όπως και η αντίστοιχη επιχείρηση, οδηγείται μονοδρομημένα στη χρεοκοπία – με μοναδική λύση πλέον την υπαγωγή στο άρθρο 99 για μία εταιρεία, καθώς επίσης την «υποταγή» στους δανειστές για ένα κράτος (εναλλακτικά τη στάση πληρωμών, αφού ένα κράτος, σε αντίθεση με μία εταιρεία, δεν χάνει την εθνική του κυριαρχία – δεν μπορούν οι δανειστές του να προβούν σε κατασχέσεις κλπ.).
Με βάση τα παραπάνω είναι εμφανές ότι, εάν ένα κράτος θέλει να αποφύγει τη χρεοκοπία, οφείλει να ακολουθήσει μία διαφορετική οικονομική πολιτική όσον αφορά τα ελλείμματα του προϋπολογισμού του (η οποία να επικεντρώνεται στη μείωση των περιττών δαπανών λειτουργίας του και όχι στους φόρους), μία δεύτερη όσον αφορά τα ελλείμματα του εξωτερικού ισοζυγίου του (αύξηση της ανταγωνιστικότητας μέσω κάποιας λογικής εσωτερικής υποτίμησης, μείωση των φόρων, παραγωγικές επενδύσεις, εξαγωγές), καθώς επίσης μία τρίτη, όσον αφορά τα χρέη του (αναδιαπραγμάτευση, ανάπτυξη). Εν τούτοις, στην περίπτωση της Ελλάδας (Πορτογαλία κλπ.) βλέπουμε ότι επιβάλλεται από τη Γερμανία η ίδια πολιτική (μείωση μισθών, αύξηση των φόρων) και για τους τρεις προβληματικούς τομείς – παρά το ότι οι αγορές επιθυμούν ανάπτυξη, καθώς επίσης περιορισμό της ανεργίας (Πίνακας ΙΙ), για να μειώσουν τα επιτόκια και να δανείσουν την Ευρωζώνη.
ΠΙΝΑΚΑΣ IΙ: Η εξέλιξη της ανεργίας σε ορισμένες χώρες της Ευρωζώνης
Χώρα |
Αύγουστος 2010 |
Αύγουστος 2011 |
|
|
|
Ισπανία |
20,5% |
22,8% |
Κύπρος |
6,0% |
8,2% |
Ελλάδα |
12,9% |
18,3% |
Μέσος Ευρωζώνης |
9,6% |
10,3% |
Σημείωση: Είναι γνωστό ότι η ανεργία δημιουργεί καλύτερες προϋποθέσεις μείωσης των μισθών – ενώ όταν ξεπερνάει το 15%, οι εργαζόμενοι παύουν να διαπραγματεύονται πλέον τις αμοιβές τους. Πηγή: Spiegel, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Ανεξάρτητα από το επώδυνο θέμα της ανεργίας (το οποίο θεωρούμε ως το σημαντικότερο πρόβλημα, μαζί με την αναδιανομή των εισοδημάτων και την ασύμμετρη κατανομή ελλειμμάτων/πλεονασμάτων στην Ευρώπη), πριν ακόμη οδηγηθούμε σε συμπεράσματα, θα αναλύσουμε τα κύρια είδη του χρέους, έτσι ώστε να συγκεκριμενοποιήσουμε τη θέση της χώρας μας.
ΤΑ ΕΙΔΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
Τα δημόσια χρέη ενός κράτους έναντι των οποίων δυστυχώς δεν τοποθετούνται τα περιουσιακά του στοιχεία, όπως συμβαίνει με τις επιχειρήσεις (Ισολογισμοί), διακρίνονται στα παρακάτω είδη:
(α) Εμφανή και κρυφά: Εκτός από τα χρέη που δημοσιεύονται ετήσια από τα κράτη (εμφανή), υπάρχουν επί πλέον τα κρυφά χρέη, τα οποία σπάνια ανακοινώνονται – παρά το ότι επιβαρύνουν στο σύνολο τους τα δημόσια ταμεία. Ορισμένα από αυτά είναι οι απαιτήσεις των πολιτών για συντάξεις, οι αποζημιώσεις των δημοσίων υπαλλήλων, τα χρέη των επιχειρήσεων του στενότερου ή ευρύτερου δημόσιου τομέα, για τα οποία ευθύνεται το κράτος, τα χρέη των λοιπών οργανισμών του δημοσίου, τα οποία δεν εμφανίζονται κλπ. Οι κρυφές αυτές υποχρεώσεις αλλάζουν δραστικά το ύψος του δημοσίου χρέους, όταν έρχεται η ώρα της εξόφλησης τους. Ο Πίνακας IΙΙ αναφέρεται στα εμφανή και κρυφά χρέη ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Γερμανού οικονομολόγου B. Raffelhueschen:
ΠΙΝΑΚΑΣ IΙΙ: Εμφανή και κρυφά δημόσια χρέη το 2010, ως ποσοστά επί του ΑΕΠ
Κράτος |
Εμφανές χρέος |
Κρυφό χρέος |
Σύνολο |
|
|
|
|
Ιταλία |
118,4 |
*27,6 |
146,0 |
Γερμανία |
83,2 |
109,4 |
192,6 |
Φιλανδία |
48,3 |
146,9 |
195,2 |
Αυστρία |
71,8 |
225,9 |
297,7 |
Γαλλία |
82,3 |
255,2 |
337,5 |
Πορτογαλία |
93,3 |
265,5 |
358,8 |
Βέλγιο |
96,2 |
329,3 |
426,0 |
Ολλανδία |
62,9 |
431,8 |
494,6 |
Ισπανία |
61,0 |
487,5 |
548,5 |
Ελλάδα |
144,9 |
872,0 |
1016,9 |
Λουξεμβούργο |
19,1 |
1096,5 |
1115,6 |
Ιρλανδία |
92,5 |
1404,7 |
1497,2 |
* Έχουμε την άποψη ότι, τοποθετείται σκόπιμα τόσο χαμηλά, στα πλαίσια των προσπαθειών της Ευρωζώνης να αποφευχθεί η χρεοκοπία της Ιταλίας – η οποία θα σήμαινε το τέλος του ευρώ. Πηγή: Ameco database, EU, Eurostat, Welt, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος.
Χωρίς να μπορούμε να εκτιμήσουμε την ορθότητα ή την ενδεχόμενη σκοπιμότητα των στοιχείων του Πίνακα IΙΙ, το ύψος του κρυφού χρέους είναι ανάλογο των κοινωνικών παροχών μίας χώρας προς τους Πολίτες της. Για παράδειγμα, οι Πολίτες του Λουξεμβούργου συνταξιοδοτούνται ακόμη στο 60ο έτος της ηλικίας τους – λαμβάνοντας ολόκληρο το μισθό τους ως σύνταξη. Αντίθετα, το περιορισμένο κρυφό χρέος της Γερμανίας οφείλεται στην «αναμόρφωση» του κοινωνικού κράτους, η οποία ξεκίνησε από τις αρχές του 2000 (μειωμένες συντάξεις, αύξηση του χρόνου στα 67, περιορισμένες παροχές κλπ.). Εάν κάποιο κράτος αλλάξει το ασφαλιστικό κλπ. πρόγραμμα του, το κρυφό χρέος του μειώνεται αυτόματα – κάτι που προωθείται πλέον τόσο από την ΕΕ, όσο και από το ΔΝΤ, σε όποιες χώρες δραστηριοποιείται. Από το μεγάλο ύψος δε του κρυφού χρέους της Ελλάδας, συμπεραίνουμε πόσο θα περιορισθεί το κοινωνικό κράτος – ιδιαίτερα επειδή μειώνεται διαρκώς το ΑΕΠ, λόγω της πολιτικής λιτότητας που ακολουθείται (για την Ιρλανδία η κατάσταση θα γίνει αφόρητη).
* Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 11. Δεκεμβρίου 2011, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος και συγγραφέας, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2493.aspx?mid=54