Ενάντια στα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα – Ι

Ενάντια στον τεχνοφασισμό των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων και των πολυεθνικών – Μέρος Ι

 

Συλλογική Οικολογική Μελέτη*

 

Τι είναι η τεχνολογία της γενετικής τροποποίησης;

Γενετική μηχανική είναι η τεχνολογία που επεμβαίνει και τροποποιεί το DNA, το γενετικό υλικό των ζωντανών οργανισμών, τη βάση δηλαδή στην οποία στηρίζεται η διαιώνιση των χαρακτηριστικών του κάθε οργανισμού, τη βάση της ίδιας της ζωής. Χρησιμοποιώντας μια σειρά μοριακών τεχνικών στο εργαστήριο, συνήθως με τη χρήση βακτηρίων ή ιών, οι επιστήμονες της μοριακής γενετικής κόβουν, ράβουν, αντιγράφουν και πολλαπλασιάζουν συγκεκριμένες μονάδες γενετικού υλικού (τα αποκαλούμενα γονίδια) από έναν οργανισμό και τα μεταφέρουν στα κύτταρα ενός άλλου, που ανήκει ακόμη και σε εντελώς διαφορετικό είδος.

Για παράδειγμα μπορούν να εισάγουν γονίδια ανθρώπου σε βακτηρίδια για να παράγουν ινσουλίνη, ή να εισάγουν γονίδια βακτηριδίων σε φυτά ώστε να παράγουν από μόνα τους εντομοκτόνες ουσίες. Έτσι, βέβαια, κατασκευάζονται νέα και πρωτόγνωρα στη φύση γονιδιακά σύνολα (ή γονιδιώματα), δηλαδή, στην ουσία, νέα είδη, που ήδη κάποιοι τα ονόμασαν “είδη Φράνκενστάϊν”!

Τι ακριβώς είναι το γενετικό υλικό των ζωντανών οργανισμών στο οποίο επεμβαίνει η συγκεκριμένη τεχνολογία; (Ένα μικρό μάθημα βιολογίας)

Το σώμα των ανώτερων οργανισμών, φυτών και ζώων, αποτελείται από εκατομμύρια κύτταρα, εξειδικευμένα σε ομάδες (π.χ. επιδερμικά ή νευρικά κύτταρα). Κάθε κύτταρο είναι φορέας ζωής. Γεννιέται, αναπαράγεται και πεθαίνει, διατηρώντας, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα κύτταρα, ζωντανό και ανανεώνοντας το σύνολο του οργανισμού στον οποίο συμμετέχει. Όλες τις πληροφορίες για την επιτέλεση των λειτουργιών του, το κύτταρο τις περιέχει στον πυρήνα του. Εκεί βρίσκονται μεγάλα πολύπλοκα μόρια DNA, που έχουν τη μορφή διπλής έλικας και είναι “πακεταρισμένα” σε δομές που τις ονομάζουμε χρωμοσώματα. Κάθε σωματικό κύτταρο φέρει δύο σειρές χρωμοσωμάτων. Η μια σειρά προέρχεται από τον πατρικό και η άλλη από το μητρικό οργανισμό. Τα γενετικά κύτταρα των γονέων (σπερματοζωάρια και ωάρια για τα ζώα, γύρη και ωάρια για τα φυτά) φέρουν από μια σειρά χρωμοσωμάτων, τα οποία συνδυάζονται κατά τη στιγμή της γονιμοποίησης για να δώσουν ένα πλήρες κύτταρο. Το DNA διαθέτει τη μοναδική στη φύση ιδιότητα να αυτοδιπλασιάζεται και να αναπαράγεται. Έτσι, μέσα σ’ αυτό το πρώτο κύτταρο, το DNA διπλασιάζεται και το αρχικό κύτταρο διχοτομείται δίνοντας δύο πανομοιότυπα κύτταρα. Με τη σειρά τους τα δύο κύτταρα γίνονται τέσσερα, μετά δεκάξι και ούτω καθ’ εξής, μέχρι την πλήρη ανάπτυξη του εμβρύου και τη γέννηση του νέου οργανισμού. Αυτός ο οργανισμός θα φέρει σε κάθε κύτταρό του τα χρωμοσώματα που κληρονόμησε από τους δύο γονείς, συνδυασμένα σε έναν νέο και ανεπανάληπτο συνδυασμό, που του προσδίδει άλλωστε και τη μοναδικότητά του.

Το DNA αποτελείται από επι μέρους λειτουργικές μονάδες, που ονομάζονται γονίδια. Αυτά τα τμήματα του DNA είναι υπεύθυνα για την παραγωγή συγκεκριμένων ουσιών ή χημικών μηνυμάτων, ή του τρόπου δόμησης κάποιου σωματικού οργάνου. Για παράδειγμα, ένα γονίδιο μπορεί να είναι υπεύθυνο για την παραγωγή μιας πρωτεϊνης ή (σε συνδυασμό με άλλα) για το χρώμα των ματιών μας. Έτσι, το σύνολο των γονιδίων και των χρωμοσωμάτων (που αποτελούν το γονιδίωμα) αποτελεί το σύνολο των πληροφοριών, βάσει των οποίων δομείται και λειτουργεί ο οργανισμός. Άρα δικαίως ονομάζεται η βάση της ζωής. Αυτό το σύνολο δεν λειτουργεί απλά, ως εργοστασιακή αλυσίδα παραγωγής, αλλά αλληλοεξαρτάται και επηρρεάζεται καθοριστικά και από το περιβάλλον.

Εκτός του ότι κάθε άτομο διαθέτει τη δική του μοναδική σειρά γονιδίων, κάθε είδος ζώου ή φυτού διαθέτει έναν χαρακτηριστικά δικό του αριθμό χρωμοσωμάτων και μια ποικιλία γονιδίων που το χαρακτηρίζει. Αυτός είναι ένας σημαντικός λόγος για τον οποίο άτομα διαφορετικών ειδών δεν μπορούν να αναπαραχθούν φυσικά, έστω και αν έρθουν σε σύζευξη. Ο χρωμοσωμικός αριθμός διαφέρει κι έτσι το γονιμοποιημένο ωάριο δεν μπορεί να έχει ένα πλήρως αντιστοιχισμένο ζεύγος χρωμοσωμάτων. Αυτό θεωρείται ως το γενετικό εμπόδιο της φύσης για τη μη αναπαραγωγή ειδών διαφορετικών μεταξύ τους και ένα κριτήριο που μας κάνει να διακρίνουμε διαφορετικά είδη.

Ο άνθρωπος δεν προσπαθούσε από παλιά να βελτιώσει τις ποικιλίες των εξημερωμένων ζώων και φυτών; Τί αλλάζει τώρα;

Ο άνθρωπος πάντα προσπαθούσε να βελτιώσει τις ποικιλίες των φυτών που καλλιεργούσε και των ζώων που αναπαρήγαγε. Μέχρι πρόσφατα όμως, το έκανε ακολουθώντας φυσικές διαδικασίες, συνήθως φέρνοντας σε φυσική αναπαραγωγή συγγενικές φυλές του ίδιου είδους. Στο πρώτο κύμα ανάπτυξης της γενετικής μηχανικής, στις δεκαετίες του ’70 και του ’80, είχαμε επεμβάσεις μόνο σε μικροοργανισμούς και μόνο μέσα σε αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες εργαστηρίων. Και τότε είχε αναπτυχθεί έντονη αντίδραση στα πειράματα με τη ζωή, φέρνοντας στο προσκήνιο κυρίως τις ανησυχίες για κάποια πιθανή απελευθέρωση τέτοιων οργανισμών στο περιβάλλον από ατύχημα ή απροσεξία. Στη δεκαετία του ’90 όμως, ξεκίνησε το δεύτερο κύμα της γενετικής μηχανικής, με επεμβάσεις σε φυτά καλλιεργειών για τρόφιμα (μεταφορά γονιδίων από βακτήρια, ποντίκια ή άλλα φυτά σε γεωργικά είδη φυτών) και καλλιέργειες τέτοιων γενετικά τροποποιημένων οργανισμών (ΓΤΟ για συντομία) στη φύση! Τα γενετικά τροποποιημένα φυτά που προορίζονται για την παραγωγή τροφίμων ή ζωοτροφών περιέχουν γονίδια άλλων ειδών, που ενισχύουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τους, π.χ. αντίσταση σε ζιζανιοκτόνα, καθυστέρηση του σαπίσματος ή αυξημένη περιεκτικότητα αμύλου. Δεν παύουν όμως να αποτελούν πειράματα με τη ζωή (και μάλιστα με τις αναπαραγωγικές της διαδικασίες), απελευθερωμένα στη φύση!

Το τρίτο κύμα της γενετικής μηχανικής αναμένεται να είναι η παραγωγή τροποποιημένων ή κλωνοποιημένων (δηλαδή πανομοιότυπων με το μητρικό) ζώων και η εργαστηριακή “παραγωγή” ανθρώπινων οργάνων για μεταμοσχεύσεις. Η κλωνοποίηση στον άνθρωπο έχει απαγορευθεί για σκοπούς αναπαραγωγής, αλλά ήδη επιτρέπεται, με πρόσφατη απόφαση στη Βρετανία, για λόγους θεραπευτικούς (δηλαδή για έρευνα που αφορά στη δημιουργία οργάνων για μεταμόσχευση από βλαστικά κύτταρα κλωνοποιημένων ανθρώπινων εμβρύων).

Με ποιά επιχειρήματα γίνεται προσπάθεια να εισαχθεί η συγκεκριμένη τεχνολογία στην παραγωγή τροφίμων;

Τα κύρια επιχειρήματα αφορούν στη βελτίωση της αντοχής των καλλιεργητικών φυτών στα έντομα, τα ζιζάνια, τις αρρώστιες, το κρύο, την ξηρασία και την αλατότητα. Με άλλα λόγια, γίνεται οικονομικότερη η καλλιέργειά τους και ανταγωνιστικότερη, ακόμη και σε περιοχές όπου δεν επικρατούν οι φυσικές περιβαλλοντικές συνθήκες για την ανάπτυξη των συγκεκριμένων φυτικών ειδών. Ενισχυτικά στα πιο πάνω χρησιμοποιούνται και τα επιχειρήματα για την αντιμετώπιση του υποσιτισμού στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, την φτηνότερη παραγωγή και πρακτικότερη χρησιμοποίηση φαρμάκων και εμβολίων, όπως και τη χρησιμοποίηση τροποποιημένων φυτών για την αντιμετώπιση ορισμένων μορφών ρύπανσης του εδάφους.

Ποιούς κινδύνους ενέχει;

Βασικά αυτό το ερώτημα δεν έχει απαντηθεί από τους ίδιους τους επιστήμονες που ανέπτυξαν αυτή την τεχνολογία. Δεν έχουν ιδέα ούτε για τους κινδύνους, αλλά ούτε και για το πώς θα αντιδράσουν αυτοί οι οργανισμοί στη φύση. Ουσιαστικά δηλαδή, διεξάγουν ένα τερατώδες πείραμα, στο οποίο συμμετέχουμε άθελά μας όλοι μας!
Το βασικότερο αντεπιχείρημα λοιπόν, στην χρήση ΓΤΟ έξω στη φύση είναι ότι Η ΓΝΩΣΗ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗ. Το γενετικό υλικό και ο τρόπος που αυτό λειτουργεί και εκφράζεται αποτελεί γνώση που δεν έχει γίνει ακόμη απόλυτα κατανοητή από την επιστημονική κοινότητα. Είναι γνωστός ο τρόπος για να κόψουμε, να ράψουμε και να μεταφέρουμε γενετικό υλικό, αλλά ελάχιστα γνωρίζουμε για το πως θα συμπεριφερθεί αυτό το νέο γενετικό σύνολο στη φύση. Έχει ειπωθεί ότι ακόμη και ελαφρές αλλαγές στη θερμοκρασία μπορούν να μεταβάλλουν την έκφραση ενός γονιδιακού συνόλου. Σε ΓΤ βαμβακοκαλλιέργειες στο Τέξας και το Μισσισιπή για παράδειγμα, παρατηρήθηκαν αποβολές ανθοφορίας, αυτοκαταστροφή, υποανάπτυξη και χαμηλή παραγωγικότητα λόγω υψηλών θερμοκρασιών (Kleiner K. “Monsanto’s cotton gets the Mississippi blues.” New Scientist, 1 Nov. 1997). Εάν αναλογιστούμε την εμπειρία του DDT και άλλων τοξικών χημικών ουσιών (που έχουν παραχθεί από τις ίδιες πάνω κάτω εταιρείες που προωθούν τώρα ΓΤΟ), χρειάστηκαν 20-30 χρόνια για να προσδιοριστούν οι κίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Η δράση των ΓΤΟ στο περιβάλλον και τον άνθρωπο είναι εξίσου αν όχι περισσότερο απρόβλεπτη (λόγω της ευμετάβλητης δομής και έκφρασης του γονιδιώματος), αντίθετα από τους ισχυρισμούς του λόμπυ της γενετικής μηχανικής.

Η γενική αυτή αβεβαιότητα για την αντίδραση των ΓΤΟ οργανισμών στη φύση, προκαλεί ανησυχίες για την ανθρώπινη υγεία και το φυσικό περιβάλλον. Οι ταχείες και χωρίς την προαπαιτούμενη έρευνα εφαρμογές από μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, βεβαια, θέτει και ανησυχίες για τις αλλαγές στις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές σχέσεις που πρόκειται να προκληθούν στις ανθρώπινες κοινωνίες. Ας τις εξετάσουμε λοιπόν αυτές τις τρεις κατηγορίες ανησυχιών αναλυτικά.

Κίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία

Τα πρώτα σοβαρά περιστατικά όπου κάτι πήγε στραβά και είχαμε επικίνδυνες παρενέργειες στην ανθρώπινη υγεία αφορούν σε τοξικά φαινόμενα και σε περιστατικά αλλεργιών (αφού ο καταναλωτής δεν γνωρίζει τους αρχικούς οργανισμούς από όπου ελήφθησαν γονίδια). Παραπροϊόντα της βιολογικής παραγωγικής διαδικασίας στην περίπτωση διατροφικού συμπληρώματος αμινοξέως Τρυπτοφάνης, που παρήχθη από ΓΤ βακτήρια στην Ιαπωνία προκάλεσαν τοξικά φαινόμενα σε ανθρώπους, με αποτέλεσμα 37 νεκρούς και χιλιάδες νοσηλευόμενους στις ΗΠΑ, το 1989. Κατά τη μεταφορά γονιδίων από ένα είδος βραζιλιάνικου φυτού σε σόγια, βρέθηκε ότι όντως υπάρχει και μπορεί να προκληθεί αλλεργία σε ανθρώπους που θα την καταναλώσουν και αποσύρθηκε πριν κυκλοφορήσει στο εμπόριο (Nordlee J.A. et al. “Identification of a brazil-nut allergen in transgenic soybeans.” N. Eng. J. Med. 1996 Mar 14; 334(11):688-692).

Άλλο ένα επιχείρημα που έχει να κάνει με την υγεία αφορά στα αντιβιοτικά που μπορούν να παράγουν ενδογενώς τέτοιοι εδώδιμοι οργανισμοί. Πολλοί γιατροί και η ίδια η Βρετανική Ιατρική Ένωση εκφράζουν την ανησυχία τους για την αύξηση της ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά των ασθενειών που οφείλονται σε βακτήρια ή ιούς και τη συνδέεουν με την αυξημένη παρουσία αντιβιοτικών σε ΓΤΟ που καταλήγουν στο πιάτο μας. Για να διαλέξουν τα κύτταρα στο γενετικό υλικό των οποίων επιτυχώς προσκολήθηκαν νέα γονίδια, οι επιστήμονες κολλούν στα μεταφερόμενα γονίδια κι ένα γονίδιο που προσδίδει ανθεκτικότητα σε κάποια αντιβιοτική ουσία. Έτσι όταν γίνει η γονιδιακή μεταφορά, καλλιεργούν τα κύτταρα μέσα στο συγκεκριμένο αντιβιοτικό και όποια κύτταρα επιζήσουν έχουν αποδεδειγμένα πλέον αποκτήσει τα νεα γονίδια. Τα κύτταρα αυτά όμως όταν αναπτυχθούν σε νέους οργανισμούς θα παράγουν τρόφιμα που θα εξουδετερώνουν συγκεκριμένες αντιβιοτικές ουσίες. Έτσι, εάν σε κάποια πιθανή ασθένεια ενός καταναλωτή που τρώει τέτοια τρόφιμα, ο γιατρός δώσει το συγκεκριμένο αντιβιοτικό, τότε αυτό δεν θα έχει καμμιά απολύτως θεραπευτική επίδραση.

Ένα ακόμη ζήτημα σχετίζεται με την πιθανή πρόκληση γονιδιακών μεταλλάξεων στους οργανισμούς που καταναλώνουν ΓΤΟ, αλλά οι έρευνες που έχουν διεξαχθεί μέχρι σήμερα, παρά ορισμένες ανησυχητικές ενδείξεις, δεν έχουν παράσχει τεκμηριωμένες αποδείξεις.

Αναφορικά με την θρεπτικότητα ή τη γευστικότητα τέτοιων προϊόντων, έχει βρεθεί ότι κάποια θρεπτικά συστατικά μπορεί να λείπουν από ΓΤΟ. Σε μια παρόμοια μελέτη του 1999, βρέθηκε ότι ΓΤ σόγια περιείχε χαμηλότερη περιεκτικότητα σε φυτοοιστρογόνα, ουσίες που προστατεύουν από καρδιακές παθήσεις και καρκίνους (“Alterations in clinically important phytoestrogens in genetically modified, herbicide-tolerant soybeans”, Maryanne Liebert Publishers, Journal of Medicinal Food, vol. 1(4), 6 Jul. 1999).

Κίνδυνοι για την περιβαλλοντική ισορροπία και τη βιοποικιλότητα

Υπό τα νέα δεδομένα, η έννοια των κινδύνων για την υγεία διευρύνεται κατά πολύ και συνδέεται με τις επιπτώσεις στη φύση. Οι επιπτώσεις αυτές μέχρι στιγμής, ελέγχονται με πειραματικές δοκιμαστικές καλλιέργειες στη φύση, οι οποίες όμως κρίνονται επιστημονικά ανεπαρκείς αφού, α) είναι μεμονωμένες και μικρής κλίμακας και άρα ακατάλληλες για να εξαχθούν καθολικότερα συμπεράσματα, β) είναι χρονικά περιορισμένες σε μια ή δύο εποχές ανάπτυξης και συνεπώς αδύνατο να εντοπισθούν ζιζάνια, έντομα ή μικροοργανισμοί με νέα ανεπιθύμητα χαρακτηριστικά, γ) είναι χωρικά περιορισμένες και αποκλεισμένες υπό αυστηρή επιτήρηση για τυχόν διαφυγή σπόρων ή γύρης σε γειτονικά φυτά, κατάσταση που δεν ισχύει σε φυσικές συνθήκες και δ) είναι αδύνατο να εκτιμηθούν οι συνέπειες στα ζώα, τα πουλιά και τα έντομα που τρέφονται από τέτοιους οργανισμούς και από τις καινοφανείς ουσίες (ένζυμα, πρωτεϊνες, τοξίνες, κλπ.) που αυτά παράγουν για πρώτη φορά στη βιολογική ιστορία της γης.

Το απρόβλεπτο στην έκφραση του γονιδιώματος των ΓΤΟ μπορεί να προκαλέσει ποικίλες ανατροπές στις φυσικές περιβαλλοντικές διαδικασίες. Μέσω της γύρης μπορεί να προκληθεί γενετική μόλυνση τόσο σε κοντινές κλασικές ή οικολογικές καλλιέργειες, όσο και σε άγρια φυτικά είδη. Γι’ αυτό άλλωστε απαγορεύεται η καλλιέργεια άλλων ειδών σε απόσταση τουλάχιστον 100 μέτρων από ΓΤ καλλιέργειες. Διασπορά γονιδίων όμως έχει παρατηρηθεί και σε απόσταση μεγαλύτερη από 2000 μέτρα! Ακόμη, ΓΤΟ μπορεί να προκαλούν το θάνατο σε είδη της άγριας φύσης. Είναι γνωστό το παράδειγμα ενός είδους πεταλούδας, που βρέθηκε πως πεθαίνει όταν τρέφεται με γύρη από γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι (Losey J.E. “Transgenic pollen harms monarch larvae.” Nature, vol. 399, May 1999:314).

Επίσης, αντίθετα με τους ισχυρισμούς των μεγάλων πολυεθνικών εμπορίας ΓΤΟ, η χρήση ζιζανιοκτόνων αντί να μειώνεται αυξάνεται! Κι αυτό γιατί εφευρίσκονται φυτά ανθεκτικά στα ζιζανιοκτόνα των ίδιων εταιρειών. Έτσι, οι αγρότες που πριν ψέκαζαν επιλεκτικά σε κάποια ζιζάνια, ή περιφερειακά του αγρού, τώρα μπορούν να ψεκάζουν ολόκληρο το χωράφι. Για παράδειγμα, η κατανάλωση του γνωστού ζιζανιοκτόνου Round-up της Mosanto, που είναι απαραίτητο για την χρήση της πατενταρισμένης ΓΤ σόγιας της ίδιας εταιρείας (την οποία μάλιστα η εταιρεία ονομάζει “Round-up Ready”), αυξήθηκε κατά 50% τα τελευταία χρόνια (Antoniou, Genetic pollution, 1996). Και δεν πρόκειται για ήπια ζιζανιοκτόνα, αλλά για ισχυρά φυτοφάρμακα ευρέως φάσματος! Μια τόσο γενικευμένη χρήση μπορεί να προκαλέσει ανθεκτικότητα σε αρκετά από τα είδη των ζιζανίων κι έτσι να χρειαστεί να αυξηθεί η χρησιμοποιούμενη ποσότητα στο μέλλον. Ακόμη τα νέα αυτά υπερ-ανθεκτικά ζιζάνια μπορεί να προκαλέσουν ακόμη σοβαρότερα προβλήματα στις συμβατικές ή οικολογικές καλλιέργειες.

Το σημαντικότερο ίσως επιχείρημα εδώ όμως, έχει να κάνει με τη δημιουργία νέων ειδών, γεγονός που αποκτά όχι μόνο περιβαλλοντικές αλλά και ηθικές διαστάσεις. Έτσι, όχι μόνο νέα είδη μπορεί να κυριαρχήσουν, άλλα να υποχωρήσουν και άλλα να εξαφανισθούν εντελώς, αλλά να έχουμε και μια πλήρη φυσική απορρύθμιση, με γρήγορους ρυθμούς μεταβολών, μέσα από περισσότερα μεταλλαγμένα στελέχη που θα τροφοδοτήσουν με πολύ περισσότερο υλικό τη φυσική εξέλιξη. Τα φράγματα μεταξύ των ειδών λοιπόν πέφτουν και η ίδια η φύση της φύσης θα αλλάξει. Οι δυνατότητες πρόβλεψης της λειτουργίας των φυσικών συστημάτων θα γίνουν δυσκολότερες.

 

ΠΗΓΗ: http://gmostop.org/thesi.html

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.