ΕΠΤΑ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ – [Μύθος 6ος -Μύθος 7ος: Μέρος ΙV]
Του Στέργιου Σκαπέρδα*
Μύθος 6ος: Η έξοδος από την Ευρωζώνη θα ήταν το χειρότερο δυνατό αποτέλεσμα.
Το να έχεις το δικό σου νόμισμα συγκεντρώνει αρκετά πλεονεκτήματα που είχαν υποτιμηθεί κατά τα χρόνια της μεγάλης ανάπτυξης της Ευρωζώνης.
Πρώτα απ' όλα, οι οικονομολόγοι συμφωνούν πως ο ευκολότερος μηχανισμός για να αποκτήσει μια χώρα διεθνή ανταγωνιστικότητα είναι η υποτίμηση του νομίσματός της. Με έξοδο από την Ευρωζώνη, αυτοκίνητα και i-phones θα ακριβύνουν αλλά τα τρόφιμα θα μπορούσαν και να φθηνύνουν.
Για την ακρίβεια, η εισαγωγή του ευρώ έφερε στρεβλώσεις στις σχετικές τιμές που οι οικονομολόγοι ακόμη και σήμερα δυσκολεύονται να κατανοήσουν και η εισαγωγή μιας νέας δραχμής ίσως εν μέρει βοηθήσει στη διόρθωση αυτών των στρεβλώσεων. Ανεξάρτητα από αυτό, πάντως, τα οφέλη από το να έχεις δικό σου νόμισμα ως έναν τρόπο προσαρμογής στους διεθνείς κραδασμούς και τον διεθνή ανταγωνισμό είναι πολύ γνωστά και ποσοτικά καθόλου ευκαταφρόνητα. Δεύτερον, η ύπαρξη δικού σου νομίσματος υποδηλώνει ότι εναρμονίζεις τη νομισματική σου πολιτική με τις άμεσες ανάγκες της χώρας, αντί να αποφασίζεται σύμφωνα με τις ανάγκες της πιο ισχυρής χώρας της νομισματικής ένωσης οι οποίες είναι μάλλον απίθανο να ευθυγραμμίζονται με τις δικές σου. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε περιόδους ύφεσης και κρίσης σαν αυτή που βιώνει σήμερα η Ελλάδα. Τρίτον, η εμπειρία των δεκαοχτώ τελευταίων μηνών έδειξε με σαφήνεια πως το να είσαι στην Ευρωζώνη δεν είναι απαραίτητα συμβατό με τη δημοκρατία στην Ελλάδα και με την εθνική κυριαρχία.[10] Όπως συζητήσαμε και παραπάνω (Μύθος 5ος), αν ακολουθηθεί ο σημερινός δρόμος, δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Η μόνη περίπτωση να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη και οι Έλληνες να έχουν κάποιον λόγο στα τεκταινόμενα είναι να έχουμε πολιτική ενοποίηση ολόκληρης της Ευρωζώνης με πλήρη δημοκρατικά δικαιώματα για όλους τους πολίτες των συμμετεχόντων χωρών. Κάτι τέτοιο θα έδινε δημοκρατική νομιμοποίηση στην Ευρωζώνη, αν και θα σήμαινε το τέλος όλων των εθνικά κυρίαρχων κρατών. Ωστόσο, ούτε καν απλή πολιτική ενοποίηση δεν είναι πιθανή, πόσο μάλλον πολιτική ενοποίηση με δημοκρατία σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Η δημοκρατική νομιμοποίηση και η εθνική αυτοδιάθεση δεν είναι απλώς κάποιες αφηρημένες έννοιες που δεν σχετίζονται με την καθημερινότητα των ανθρώπων και την εργασία τους. Για τον έμπορο υποδηλώνουν πως η κυβερνητική πολιτική για τις τράπεζες και τη ρευστότητα γενικά παίρνει υπόψη της τα συμφέροντά του. Για τον εργαζόμενο ότι η ανησυχία του για την ανεργία και τον πληθωρισμό θα γίνει ακουστή στην Αθήνα αντί (να μην ακουστεί) στο Βερολίνο, στη Φρανκφούρτη ή στις Βρυξέλες. Οι βιομήχανοι θα έχουν επίσης την ευκαιρία να γίνουν ακουστοί και να επηρεάσουν τα πολιτικά πράγματα.
Έτσι, οικονομικοί λόγοι, δημοκρατική νομιμοποίηση, εθνική αυτοδιάθεση, ακόμη και στοιχειώδης αξιοπρέπεια, όλα σχετίζονται μεταξύ τους και δείχνουν προς ένα εθνικό νόμισμα. Οι περισσότεροι από όσους εναντιώνονται στην έξοδο από την Ευρωζώνη ανησυχούν κυρίως για το κόστος της μετάβασης. Δεν θα γίνει ακόμη πιο βαρύ το εξωτερικό χρέος λόγω υποτίμησης; Πώς θα προσαρμοστούν οι τράπεζες στη νομισματική αλλαγή; Πώς θα εισάγει η χώρα είδη πρώτης ανάγκης όπως πετρέλαιο και φαρμακευτικά προϊόντα; Τι θα συμβεί με τις τραπεζικές καταθέσεις; Δεν θα δημιουργήσουν όλα αυτά ένα απόλυτο χάος; Οι παραπάνω, και πολλές άλλες, είναι όλες δικαιολογημένες ερωτήσεις. Το σημαντικό είναι τώρα να δούμε πόσο ικανοί, έντιμοι και έτοιμοι να υπερασπιστούν τα ελληνικά συμφέροντα θα είναι εκείνοι που θα χειριστούν τη μετάβαση. Πόσο γρήγορα και ευέλικτα θα προσαρμόζονται στα απρόβλεπτα προβλήματα που θα ανακύπτουν. Κατά πόσο θα μπορούν να εξηγήσουν στον ελληνικό λαό της πράξεις τους έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές αντιδράσεις. Μια εντελώς ανεξέλεγκτη και απρογραμμάτιστη έξοδος από την Ευρωζώνη θα είναι χαοτική και πολύ πιο οδυνηρή από μια ελεγχόμενη και προγραμματισμένη αποχώρηση.
Ας επιστρέψουμε στις ερωτήσεις για τη μεταβατική περίοδο, αρχίζοντας από το ζήτημα του βάρους του χρέους. Όπως προαναφέρθηκε, σχεδόν όλο το εκτός τρόικας χρέος διέπεται από τους ελληνικούς νόμους και συνάφθηκε στο εθνικό νόμισμα της χώρας το οποίο ήταν το ευρώ πριν τη μετάβαση αλλά, μετά την μετάβαση, όλα τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία και χρέη θα εκφραστούν στο νέο νόμισμα στην ισοτιμία που θα θεσπιστεί την πρώτη μέρα της μετάβασης. Θα υπάρξουν επιχειρήματα υπέρ και κατά της έκφρασης των παλιών χρεών σε «νέες δραχμές» αλλά η τελική διευθέτηση της διαφωνίας θα είναι στην αρμοδιότητα των ελληνικών δικαστηρίων. Αφού τα άλλα χρέη και τα τραπεζικά διαθέσιμα θα εκφραστούν επίσης σε νέες δραχμές, θα είναι δύσκολο να βρει κανείς επιχειρήματα για να μη γίνει το ίδιο με το δημόσιο χρέος. Αυτή η μετονομασία των χρεών θα είναι ένα κίνητρο για τις άλλες χώρες να μην ενθαρρύνουν μιαν άκαιρη και αδικαιολόγητη υποτίμηση της νέας δραχμής.
Η προσαρμογή του τραπεζικού συστήματος θα πάρει κάποιον χρόνο με πολλές περιπλοκές που δεν μπορούν να προβλεφθούν προκαταβολικά, αλλά τίποτα δεν θα είναι αξεπέραστο. Όπως ανέφερε ο πρώην πρόεδρος της Τσεχίας Βάκλαβ Κλάους, με βάση την εμπειρία του από τη διάλυση της Τσεχοσλοβακίας και τη νομισματική μετάβαση εκεί, η έξοδος από την Ευρωζώνη δεν θα παρουσιάσει ανυπέρβλητα τεχνικά προβλήματα. Φυσικά, θα πρέπει να επιβληθούν κεφαλαιακοί έλεγχοι και να παρθούν άλλα μέτρα ώστε να καταμεριστεί ξένο συνάλλαγμα για την εισαγωγή ειδών πρώτης ανάγκης. Οι τραπεζικές καταθέσεις θα προσαρμοστούν αυτόματα στο νέο νόμισμα όπως θα γίνει και με όλα τα εγχώρια χρέη. Αναπόφευκτα, οι καθαροί πιστωτές [net creditors] θα χάσουν λίγο και οι καθαροί οφειλέτες [net debtors] θα κερδίσουν βραχυπρόθεσμα αλλά ακόμη και οι καθαροί πιστωτές ίσως αποκομίσουν κέρδη μακροπρόθεσμα καθώς η οικονομία θα αναπτυχθεί ταχύτερα παρά αν παρέμενε η χώρα στην Ευρωζώνη.
Η μετάβαση θα είναι δύσκολη και οδυνηρή αλλά, αν γίνουν σωστοί χειρισμοί, η οδύνη θα είναι βραχυπρόθεσμη. Με το δικό τους νόμισμα η Τράπεζα της Ελλάδος και η κυβέρνηση θα μπορέσουν να χορηγήσουν την απόλυτα αναγκαία ρευστότητα σε μια εγχώρια αγορά που αυτή τη στιγμή πεθαίνει εξ αιτίας της σοβαρότατης έλλειψης πιστώσεων και ρευστότητας. Η αυξημένη ρευστότητα μαζί με τα ευεργετικά αποτελέσματα της υποτίμησης μέσω της υποκατάστασης των εισαγωγών, της μείωσης των εισαγωγών και της αύξησης των εξαγωγών θα ξαναζωντανέψουν την οικονομία και θα αυξήσουν την απασχόληση. Βέβαια, η κυβέρνηση θα πρέπει να διαπραγματευτεί μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην αυξημένη ρευστότητα και τη συγκράτηση του πληθωρισμού σε λογικά επίπεδα.
Ενώ πολύ οικονομολόγοι που βρίσκονται εκτός της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένων προσωπικοτήτων όπως ο Πολ Κρούγκμαν και ο Μάρτιν Φέλντσταϊν, αναγνωρίζουν τα οφέλη ή ακόμη και την αναγκαιότητα εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, οι περισσότεροι οικονομολόγοι εντός αυτής αποφεύγουν επιμελώς ακόμη και να αναφερθούν στο ζήτημα. Μερικές μελέτες τραπεζών παρουσιάζουν μάλλον ζοφερά σενάρια. Η UBS (2011), παραδείγματος χάρη, υποστηρίζει ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα μειωθεί στο μισό αν βγει από την ευρωζώνη. Αφήνοντας κατά μέρος το γεγονός πως το ελληνικό ΑΕΠ θα μπορούσε να πάει στο μισό αυτού που ήταν το 2009 ακολουθώντας τον δρόμο που συνιστά η τρόικα, η υπόθεση που κάνει η μελέτη είναι πως οποιαδήποτε υποτίμηση της νέας δραχμής θα συνοδευτεί αμέσως από αυξημένους δασμούς εκ μέρους των χωρών της ΕΕ. Τέτοια απειλή αντεκδίκησης αναφέρεται και από άλλους.
Το ερώτημα είναι ποιος θα είχε συμφέρον να εφαρμόσει μια τέτοια αντεκδικητική τακτική, να τη συντονίσει σε όλη την ΕΕ και τι θα υποδήλωνε κάτι τέτοιο για το σημερινό διεθνές εμπορικό σύστημα; Για να εμπλακούν σε μια τέτοια διαδικασία αντεκδίκησης, θα έπρεπε να συμφωνήσουν όλες οι χώρες της ΕΕ, τη στιγμή που κάποιες από αυτές σκέπτονται σοβαρά να βγουν από την Ευρωζώνη οι ίδιες. Γιατί να θέλουν στην ουσία να αποκλείσουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο για τους εαυτούς τους; Επιπλέον, τέτοιοι αντεκδικητικοί δασμοί θα είχαν σοβαρές επιπλοκές όχι μόνο για το μέλλον της ΕΕ αλλά για το σημερινό παγκοσμιοποιημένο διεθνές σύστημα εμπορίου. Θα ήταν η αρχή του τέλους για τον κόσμο όπως τον ξέρουμε σήμερα και κάθε χώρα θα ήθελε να προστατεύσει τον εαυτό της και τον λαό της από το επερχόμενο τσουνάμι.
Αυτό στην πραγματικότητα θα μπορούσε να είναι ένα πρόσθετο επιχείρημα στο να έχει η Ελλάδα το δικό της νόμισμα, έτσι ώστε να διατηρήσει τη μέγιστη δυνατή ευελιξία στην οικονομική της πολιτική, σε έναν πολύ λιγότερο παγκοσμιοποιημένο και πιθανόν φτωχότερο κόσμο. Τελικά, θα πρέπει να σημειωθεί πως η Ευρωζώνη μπορεί να διαλυθεί ανεξάρτητα από το τι θα κάνει η Ελλάδα Οι πραγματικές εναλλακτικές λύσεις είναι είτε η πολιτική ενοποίηση ή η διάλυση. Οτιδήποτε ανάμεσο δεν θα είναι βιώσιμο, ούτε πολιτικά ούτε οικονομικά. Εφ’ όσον η ενοποίηση δεν φαίνεται στον ορίζοντα, το ζήτημα είναι κατά κύριο λόγο πότε και πώς θα συμβεί η διάλυση. Σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από το ποιος έχει την κυβέρνηση, είναι επιτακτική ανάγκη η Τράπεζα της Ελλάδος και το Υπουργείο Οικονομικών να έχουν ομάδες που να επεξεργάζονται ένα σενάριο εξόδου από την Ευρωζώνη, Αυτό θα μπορούσε πραγματικά να κάνει τη διαφορά ανάμεσα σε μια χαοτική και μια οργανωμένη έξοδο.
Τέλος, μια στάση πληρωμών και έξοδος από την Ευρωζώνη δεν θα έπρεπε να γίνει με ανοιχτή αντιπαράθεση απέναντι στη Γερμανία και τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Άπαξ και μια τέτοια κίνηση γίνει ξεκάθαρη ή αναπόφευκτη από τις περιστάσεις όπως πολύ πιθανά θα συμβεί, θα είναι προς το συμφέρον όλων των εμπλεκομένων μερών οι εξελίξεις να είναι όσο πιο ομαλές γίνεται. Υπάρχουν πολλοί οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες στη Γερμανία που θα εύρισκαν μια τέτοια πιθανότητα ευπρόσδεκτη και αμοιβαία επωφελή για την Ελλάδα, τη Γερμανία και για το μέλλον μιας πιο συνεκτικής και βιώσιμης Ευρωζώνης. Επίσης, δεν θα υπήρχε λόγος να εγκαταλείψει η Ελλάδα την ΕΕ ή κάποια άλλα μέλη να απαιτήσουν την αποπομπή της. Τα σενάρια Αποκάλυψης που κυκλοφορούν κάποιοι είναι κάποιες φορές απλώς μέρος μιας διαπραγματευτικής τακτικής ορισμένων για να εμποδίσουν μία πλευρά να κάνει αυτό που δεν θέλει να κάνει, αλλά δεν έχουν απαραίτητα και πολλή σχέση με την πραγματικότητα.
Μύθος 7ος: Στις διαπραγματεύσεις της με την τρόικα η ελληνική κυβέρνηση έχει πολύ μικρή διαπραγματευτική ισχύ.
«Αν χρωστάς στην τράπεζα εκατό χιλιάδες δολάρια, ανήκεις στην τράπεζα. Αν χρωστάς στην τράπεζα εκατό εκατομμύρια δολάρια, η τράπεζα σού ανήκει.» (Αμερικάνικη παροιμία). Η Ελλάδα χρωστάει αρκετά χρήματα σε ξένους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς ώστε κι αν ακόμη δεν της «ανήκουν», τουλάχιστον έχει αρκετή διαπραγματευτική ισχύ για να διαπραγματευτεί καλύτερους όρους στην πληρωμή των ομολόγων και να κάνει ηπιότερες τις απαιτήσεις λιτότητας της τρόικας. Βέβαια, οι γαλλικές και η γερμανικές τράπεζες όπως και η ΕΚΤ έχουν την υποστήριξη του γαλλικού και του γερμανικού κράτους. Αλλά, τότε, εκτός από τις τραπεζικές απώλειες έχει και την απειλή μιας «μολυσματικής» εξάπλωσης στα ομόλογα των άλλων κρατών καθώς και μιας αβεβαιότητας που θα προέκυπτε μετά από μια ελληνική στάση πληρωμών και θα αφορούσε όσους έχουν υποχρεώσεις σε συμβόλαια αντιστάθμισης πιστωτικού κινδύνου (Credit Default Swaps: CDS). Ο φόβος «μολυσματικής» εξάπλωσης μαζί με τα προβλήματα από CDS θα πάγωναν τις διατραπεζικές αγορές του Βορείου Ημισφαιρίου.
Πέρα από την απειλή που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει η Ελλάδα για στάση πληρωμών και έξοδο από την Ευρωζώνη, υπάρχουν άλλοι δύο σημαντικοί όροι που βελτιώνουν τη διαπραγματευτική θέση και καθιστούν μία απειλή αξιόπιστη. Πρώτον, πρέπει να έχεις την πίστη πως τα συμφέροντά σου διαφέρουν από του αντιπάλου σου, και ο αντίπαλός σου το ξέρει αυτό. Αν εσύ προσωπικά πιστεύεις ότι οι αντιπρόσωποι της τράπεζας θα σε «σώσουν» επειδή είναι καλόκαρδοι, ακόμη και να χρωστάς στην τράπεζα εκατό εκατομμύρια δολάρια, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο πως ποτέ δεν θα σου ανήκει. Πάλι εσύ θα ανήκεις στην τράπεζα. Δεύτερον, πρέπει να προετοιμάσεις τη δική σου πλευρά για την έσχατη απειλή που διαθέτεις, ώστε η άλλη πλευρά να έχει τον δικαιολογημένο φόβο ότι θα πραγματοποιήσεις την απειλή σου. Αν δεν φέρεις τον δικηγόρο σου κι όποιους άλλους ειδικούς όταν διαπραγματεύεσαι με την τράπεζα και δεν είσαι έτοιμος να σηματοδοτήσεις ότι είσαι αποφασισμένος για χρεοκοπία, πώς περιμένεις να σε πάρει η τράπεζα στα σοβαρά;
Όπως αναλύσαμε παραπάνω, η Ελλάδα θα μπορούσε να είχε κηρύξει στάση πληρωμών οποιαδήποτε στιγμή μέσα στα δύο τελευταία χρόνια και θα μπορούσε αυτό να το είχε χρησιμοποιήσει ως αξιόπιστη απειλή στις διαπραγματεύσεις της με την τρόικα. Αλλά η ελληνική κυβέρνηση προφανώς δεν εκπλήρωσε κανέναν από τους δύο σημαντικούς αναγκαίους όρους για πετυχημένη διαπραγμάτευση. Πρώτον, υιοθέτησε το πλαίσιο και ίσως τους στόχους της τρόικας και ακόμη και της λαϊκίστικης Bild για τη χώρα και τους Έλληνες. Τα κυβερνητικά στελέχη εμφανίστηκαν να αγνοούν τη διαφορά ανάμεσα στους στόχους των τραπεζών, της τρόικας και του λαού που υποτίθεται εκπροσωπούσαν αυτά τα τελευταία δύο χρόνια. Ίσως να παρασύρθηκαν από τη ρητορική περί «ευρωπαϊκής αλληλεγγύης» και «είμαστε όλοι μαζί σ' αυτή την προσπάθεια». Τέτοιες διακηρύξεις μπορεί να είναι χρήσιμες αλλά δεν μπορεί να τις πάρει κανείς σοβαρά όταν προετοιμάζει τη διαπραγματευτική του θέση. Χωρίς συνειδητοποίηση των διαφορετικών στόχων, δεν μπορούν να γίνουν βήματα για τη δημιουργία μιας ισχυρής ελληνικής διαπραγματευτικής θέσης. Αντί να δρα κανείς ανεξάρτητα, γίνεται διανοητικός αιχμάλωτος της άλλης πλευράς. Χωρίς συνειδητοποίηση των διιστάμενων στόχων, ο γραφειοκρατικός μηχανισμός δεν μπορούσε να κατευθυνθεί στην παραγωγή στοιχείων και επιχειρημάτων που θα διευκόλυναν τα ελληνικά συμφέροντα. Αν οι ειδικοί του ΔΝΤ ήθελαν να εφαρμόσουν την τυποποιημένη συνταγή που χρησιμοποίησαν σε άλλες χώρες, η κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε βρει επιχειρήματα για τη ζημιά που οι συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις θα προξενούσαν στην Ελλάδα. Παραδείγματα γι' αυτό θα αποτελούσαν η ζημιά που θα προκαλούσαν κάποιες αλλαγές στην αγορά εργασίας του ιδιωτικού τομέα και τα υποτιθέμενα 50 δισεκατομμύρια ευρώ που θα απέφεραν οι ιδιωτικοποιήσεις.
Στην προετοιμασία για την έσχατη απειλή της στάσης πληρωμών και της εξόδου από την Ευρωζώνη απαιτείται ο σχηματισμός μιας ομάδας ειδικών μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και με απόλυτη μυστικότητα. Τέτοια προετοιμασία επιβάλλει να αναπτυχθούν διάφορα σενάρια, να «παιχτούν» και να δοκιμαστεί η ευρωστία των διαφορετικών προσεγγίσεων. Παραδείγματα των μυριάδων ζητημάτων που θα πρέπει να μελετηθούν συμπεριλαμβάνουν το πώς θα εφαρμοστούν αποτελεσματικοί κεφαλαιακοί έλεγχοι σε περίπτωση εξόδου από την Ευρωζώνη, το πώς θα γίνουν μετατροπές των τραπεζικών συστημάτων πληρωμών, το πώς θα χορηγηθεί ρευστότητα στην οικονομία.
Βέβαια, πρέπει να πιστεύεις και ο ίδιος πως είσαι διατεθειμένος να πραγματοποιήσεις την απειλή σου αν η άλλη πλευρά είναι διατεθειμένη να φθάσει στα άκρα και να δώσεις με τρόπο στην άλλη πλευρά να καταλάβει πως έχει προετοιμαστεί και είσαι διατεθειμένος να πας κι εσύ μέχρι το τέλος. Δεν υπάρχουν στοιχεία ή άλλες έμμεσες ενδείξεις ότι τα μέλη της κυβέρνησης που κατείχαν τις πιο καίριες θέσεις είτε πιστεύανε στη διαπραγμάτευση ή είχαν κάνει τις απαραίτητες προετοιμασίες για να βελτιώσουν τη διαπραγματευτική τους θέση απέναντι στην τρόικα. Δεν πρέπει λοιπόν να μας προκαλεί καμιά έκπληξη που ο τωρινός Υπουργός Οικονομικών προκάλεσε δυο φορές το γέλιο – τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο – όταν προσπάθησε να «διαπραγματευτεί» με την τρόικα. Πώς μπορούσε να γίνει αλλιώς όταν αυτός και η κυβέρνησή του δεν ήταν πρόθυμοι να χρησιμοποιήσουν απειλές, πόσω μάλλον να πιστέψουν σ' αυτές; Εκφράζονται απόψεις πως η κυβέρνηση χρειάζεται τεχνοκράτες που θα πάρουν το τιμόνι της χώρας και θα τη βγάλουν απ' αυτούς τους δύσκολους καιρούς. Ενώ οι ομάδες ειδικών που προαναφέρθηκαν χρειάζονται τεχνοκράτες, χρειάζονται επίσης να καθοδηγηθούν από εκείνους που πιστεύουν πως τα συμφέροντα των Ελλήνων δεν συμπίπτουν με εκείνα της τρόικας και είναι διατεθειμένοι να τα υπερασπιστούν.
Μερικοί επιφυλακτικοί παρατηρητές καθώς και κάποιοι υποστηρικτές της ατολμίας της κυβέρνησης θέτουν το ζήτημα των πιθανών απειλών στην εθνική ασφάλεια που ίσως προέλθουν από κάποιες ξένες κυβερνήσεις αν η ελληνική κυβέρνηση ήταν να ακολουθήσει μια σκληρή γραμμή στις διαπραγματεύσεις. Ας επισημάνουμε πρώτα απ' όλα πως πολύ πρόσφατα χώρες όπως η Ισλανδία και η Ουγγαρία τήρησαν σκληρή στάση απέναντι στις επιθυμίες της Μεγάλης Βρετανίας και της Ολλανδίας (στην περίπτωση της Ισλανδίας) και ενάντια στο ΔΝΤ στην περίπτωση της Ουγγαρίας. Η Μεγάλη Βρετανία και η Αγγλία μάλιστα προχώρησαν σε ανοιχτές απειλές αν η Ισλανδία δεν πλήρωνε για τις ζημιές που υπέστησαν τράπεζες συγγενείς των ισλανδικών τραπεζών σ' αυτές τις δύο χώρες. Ο λαός της Ισλανδίας, λοιπόν, αντίθετα προς τις συστάσεις της τρομοκρατημένης πολιτικής τους ηγεσίας, ψήφισαν να μην πτοηθούν από τις απειλές. Κι όμως. Τίποτα δεν συνέβη στην Ισλανδία. Ίσα-ίσα, προετοιμάζεται να ενταχθεί στην ΕΕ. Και ούτε στην Ουγγαρία συνέβη τίποτα κακό.
Οι απειλές στην εθνική ασφάλεια της Ελλάδας θα προέρχονταν προφανώς από την Τουρκία. Δεν είναι σαφές αν η Γερμανία ή κάποια άλλη χώρα θα είχε συμφέρον να δαπανήσει τεράστιους διπλωματικούς και άλλους πόρους να πείσει μιαν άλλη χώρα – την Τουρκία – να επιτεθεί στην Ελλάδα, αν η Ελλάδα ήταν να κηρύξει στάση πληρωμών και να βγει από την ευρωζώνη. Τι θα κέρδιζε από κάτι τέτοιο κατόπιν εορτής, δηλαδή αφού έχει ήδη συμβεί ένα ανεπιθύμητο γεγονός; Επιπλέον, η Τουρκία παραείναι απασχολημένη αυτόν τον καιρό και είναι εξαιρετικά ασαφές το πώς θα βελτίωνε τη δική της θέση επιτιθέμενη σε έναν υποτιθέμενο σύμμαχό της.
Παραπομπές
[10] Όπως αναπτύχθηκε από τον Rodrik (2011) και εξειδικεύτηκε για την Ευρωζώνη από τον O'Rourke (2011), υπάρχει ένα θεμελιώδες «τρίλημμα» ανάμεσα στη δημοκρατία, την εθνική αυτοδιάθεση και την οικονομική παγκοσμιοποίηση. Δεν μπορείς να έχεις και τα τρία ταυτόχρονα. Όντας μέλος της Ευρωζώνης (παράδειγμα οικονομικής παγκοσμιοποίησης), κανονικά εκχωρείς ένα μέρος της εθνικής αυτοδιάθεσης, αλλά στην περίπτωση της Ελλάδας ακόμη και η δημοκρατία έχει διαβρωθεί σημαντικά εφ’ όσον όλες οι σοβαρές αποφάσεις που υπαγορεύονται από την τρόικα ψηφίζονται παρά την ισχυρή λαϊκή αντίθεση και αναμφίβολα στην περίπτωση των σημαντικών ψηφοφοριών χωρίς την πλειοψηφία των 3/5 που απαιτούνται από το Σύνταγμα.
* Ο Στέργιος Σκαπέρδας είναι Καθηγητής Οικονομικών στο University of California, Irvine.
ΠΗΓΗ: ΔΕΥΤΕΡΑ 7 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2011, 22:00, upd ΤΡΙΤΗ 8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 16:00, http://www.iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=5391:i-eksodos-apo-to-euro-anasa-gia-tin-elliniki-oikonomia&catid=55:an-oikonomia&Itemid=283