ΧΡΕΗ, ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ Ι

ΧΡΕΗ, ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ: Τα ομόλογα, … – Μέρος Ι

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*



 “Τα βαθύτερα αίτια πίσω από τα γεγονότα, τα οποία οδηγούν μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα, όπως για παράδειγμα την Ελλάδα, στα ελλείμματα και στην υπερχρέωση, είναι η μακροχρόνια έλλειψη εμπιστοσύνης των Πολιτών προς την Πολιτεία – προς την Πολιτική, προς τους Θεσμούς, προς το «πλαίσιο» λειτουργίας (επιχειρηματικό, φορολογικό κα.), καθώς επίσης προς τις πάσης φύσεως υπόλοιπες «εξουσίες» (ΜΜΕ, συνδικαλιστικές οργανώσεις κλπ.).

Η χρεοκοπία τώρα ενός κράτους δεν προκαλείται τόσο από την υπερχρέωση ή από την απώλεια της πιστοληπτικής αξιολόγησης του, όσο από την άρνηση των Πολιτών του να συμμετέχουν στη χρηματοδότηση του, καθώς επίσης στις προσπάθειες εξυγίανσης της οικονομίας του – από την ανυπακοή τους δηλαδή στα μέτρα που επιλέγονται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Κατ’ επέκταση, μία κυβέρνηση είναι «καταδικασμένη», όταν δεν είναι ικανή να εφαρμόσει τα προγράμματα που έχει ψηφίσει ή συμφωνήσει με τους δανειστές – όταν δεν μπορεί πλέον να πείσει τους Πολίτες να πληρώσουν κερδίζοντας, ως οφείλει, την εμπιστοσύνη τους. Τέλος, όταν μία χώρα χρεοκοπεί, είναι μάλλον αναπόφευκτες οι αιματηρές κοινωνικές εξεγέρσεις – με το Κοινοβούλιο ή τους υπόλοιπους Θεσμούς της να απειλούνται με την «τύχη» της «λαιμητόμου και της Βαστίλης», έτσι όπως βιώθηκαν στα πλαίσια της Γαλλικής ΕπανάστασηςΣε κάθε περίπτωση, πάντοτε υπάρχουν λύσεις, ακόμη και όταν μία χώρα ευρίσκεται στο χείλος της καταστροφής – υπερχρεωμένη, εξευτελισμένη, υποχείριο των δανειστών ή των «εταίρων» της και «καταρρακωμένη». Αρκεί να υπάρξει, έστω και την ύστατη στιγμή, μία επαρκής, έντιμη πολιτική ηγεσία, η οποία να μπορέσει να ανακτήσει την πλήρη εμπιστοσύνη των Πολιτών της – υποχρεώνοντας τους Θεσμούς, καθώς επίσης όλες τις υπόλοιπες εξουσίες, να λειτουργήσουν σωστά και με ανιδιοτέλεια, προς όφελος του συνόλου”.    

ΟΙ ΛΥΣΕΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΧΡΕΩΣΗΣ

Ανεξάρτητα από τις παραπάνω διαπιστώσεις, η αύξηση των δημοσίων χρεών ήταν ανέκαθεν το αποτέλεσμα κρίσεων ή/και πολέμων – ενώ για τη Δύση, η σημερινή κρίση χρέους είναι ήδη η τέταρτη, από το ξεκίνημα του εικοστού αιώνα (ενδεχομένως η πρώτη, η οποία οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην ανεπάρκεια ή/και στην εκτεταμένη διαφθορά της δυτικής Πολιτικής). Χωρίς να αναλωθούμε σε περιττές λεπτομέρειες, υπάρχουν ουσιαστικά πέντε βασικές «απαντήσεις» στο πρόβλημα του χρέους – είτε αυτό αφορά πολύπλοκες διακρατικές ενώσεις, όπως την Ευρωζώνη, είτε αυτόνομα κράτη: 

(α)  Διαγραφή χρέους (haircut): Συνώνυμο ουσιαστικά με τη χρεοκοπία, έχει χρησιμοποιηθεί για πάρα πολλά χρόνια, από αρκετές χώρες – με κύριο στόχο τη μείωση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού, λόγω της επιβάρυνσης των τόκων. Χωρίς καμία αμφιβολία πρόκειται για μία επικίνδυνη διαδικασία, αφού η άρνηση πληρωμής χρέους δημιουργεί τεράστια προβλήματα στους πιστωτές – είτε αυτοί είναι οι Πολίτες του κράτους (εσωτερικός δανεισμός), είτε οι τράπεζες του, είτε οι διεθνείς, πάσης φύσεως δανειστές του. Σε κάθε περίπτωση, καταστρέφονται αυτόματα χρήματα («καίγονται», επειδή η πίστωση τα παράγει, ενώ η εξόφληση τα «αναιρεί»), κυρίως επειδή τα ομόλογα του δημοσίου χάνουν εντελώς την αξία τους. Μίας μεγάλης έκτασης διαγραφή χρεών θα μπορούσε να οδηγήσει στην «σύντηξη» του χρηματοπιστωτικού συστήματος, μέσα από τις χρεοκοπίες τραπεζών και τον πανικό των επενδυτών, με αποτέλεσμα να βυθιστεί στην ύφεση η παγκόσμια οικονομία – με καταστροφικές συνέπειες τόσο για τις επιχειρήσεις, όσο και για τους ιδιώτες. Η «ελαφριάς μορφής», η ελεγχόμενη καλύτερα κρατική πτώχευση, όπου τα κράτη πληρώνουν τα ονομαστικά χρέη τους, αλλά διαφοροποιούν τις συνθήκες (επιτόκια, χρόνος αποπληρωμής κλπ.), σε συμφωνία με τους πιστωτές τους, έχει ηπιότερα αποτελέσματα για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα – μέθοδος που ακολουθήθηκε από αρκετές χώρες μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, στις οποίες οι κυβερνήσεις τους επέβαλλαν ανώτατα όρια επιτοκίων δανεισμού και ύψους χρεολυσίων (τα κράτη εξοικονομούσαν τόκους και χρόνο, χωρίς να δημιουργούν χρηματοπιστωτικά σοκ – ίσως ο μοναδικός «βατός» δρόμος για την Ελλάδα σήμερα).

(β)  Εσωτερικός δανεισμός: Είναι ο δρόμος που έχει επιλέξει η Ιαπωνία, η οποία καταφέρνει να πληρώνει τις υποχρεώσεις της, παρά το ότι έχει το «μακράν» υψηλότερο χρέος παγκοσμίως (220% του ΑΕΠ της, με αυξητικές τάσεις). Η δυνατότητα της αυτή προέρχεται από τον πλούτο του ιδιωτικού τομέα της, σε συνδυασμό με την «πατριωτική» του εντιμότητα – αφού κατέχει σχεδόν το 90% του δημοσίου χρέους, με επιτόκια που δεν ξεπερνούν το 1%. Η «μέθοδος» αυτή θα μπορούσε να είχε εφαρμοσθεί και από την Ελλάδα, ο ιδιωτικός τομέας της οποίας ήταν από τους υγιέστερους στην Ευρώπη (άρθρο μας), εάν η κυβέρνηση είχε κάνει σωστές επιλογές, όταν ανέλαβε την εξουσία – πόσο μάλλον σε συνδυασμό με το μηδενισμό του χρέους και με τα εθνικά ομόλογα, προς όφελος της εθνικής μας κυριαρχίας. Απαραίτητη προϋπόθεση βέβαια θα ήταν η εμπιστοσύνη των Πολιτών προς την Πολιτεία, κατά το παράδειγμα της Ιαπωνίας – κάτι που μάλλον δεν μπόρεσε να επιτευχθεί στη χώρα μας. Τέλος, ο εσωτερικός δανεισμός έχει υιοθετηθεί σε κάποιο βαθμό και από την Ιταλία, το δημόσιο χρέος της οποίας ξεπερνάει το 120% του ΑΕΠ της – γεγονός όμως δεν φαίνεται να διατηρείται στο μέλλον, εάν δεν καταπολεμηθεί άμεσα η ασυνέπεια, η αυξανόμενη διαφθορά και η διαπλοκή στη χώρα (η Ιταλία κινδυνεύει πολύ περισσότερο από την Ισπανία να χρεοκοπήσει, ειδικά εάν τυχόν οι Πολίτες της «αποσύρουν» την εμπιστοσύνη τους προς την κυβέρνηση – αφού το δημόσιο χρέος της, σε σχέση με το ΑΕΠ της, είναι διπλάσιο από αυτό της Ισπανίας).     

(γ)  Πληθωρισμός: Πρόκειται για μία «αγαπημένη» ιστορικά μέθοδο, για την αντιμετώπιση της υπερχρέωσης. Όταν ακριβαίνουν οι τιμές, αυξάνονται συνήθως τόσο τα εισοδήματα (μισθοί κλπ.), όσο και τα φορολογικά έσοδα των κρατών – παρά το ότι τα χρήματα χάνουν σε αγοραστική αξία. Αντίθετα, το ύψος των υφισταμένων χρεών παραμένει σταθερό, κάτι που διευκολύνει σε σημαντικό βαθμό τη διαχείριση τους. Σύμφωνα με πολλούς οικονομολόγους, η αύξηση του πληθωρισμού σήμερα στο 4-6% θα ήταν αρκετή για την επίλυση του προβλήματος της Δύσης. Δυστυχώς, όσον αφορά την Ευρωζώνη, δεν συμφωνεί η Γερμανία, λόγω των φόβων της από το παρελθόν (υπήρξε δύο φορές θύμα του υπερπληθωρισμού). Ο πληθωρισμός βέβαια (όπως και η διαγραφή χρεών) είναι εις βάρος των αποταμιευτών, καθώς επίσης των ιδιοκτητών περιουσιακών στοιχείων (με εξαίρεση τα ακίνητα και κάποια άλλα), αφού οι απαιτήσεις τους περιορίζονται σε όρους αγοραστικής αξίας των χρημάτων τους. Συνήθως επηρεάζονται ανάλογα και οι συντάξεις – ενώ οι μισθοί ακολουθούν την αυξητική πορεία των τιμών και δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα (ακόμη και σε ιστορικές περιόδους υπερπληθωρισμού, οι μισθωτοί ήταν σε σχετικά καλή θέση). Το μεγάλο πρόβλημα είναι όμως το ότι, ο πληθωρισμός δεν είναι εύκολο να χειρισθεί με ακρίβεια. Για παράδειγμα σήμερα, παρά το ότι οι κεντρικές τράπεζες αυξάνουν συνεχώς την ποσότητα χρήματος («τυπώνουν»), οι τιμές δεν είναι ανοδικές, επειδή κανένας δεν θέλει να ξοδέψει – ούτε οι καταναλωτές, ούτε οι επιχειρηματίες, για τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων. Κάποια στιγμή όμως τα πράγματα αλλάζουν ξαφνικά, οι δαπάνες τόσο των καταναλωτών, όσο και των επιχειρήσεων αυξάνονται απότομα, οι κεντρικές τράπεζες δεν προλαβαίνουν να απορροφήσουν την υπερβάλλουσα ποσότητα χρημάτων και ο υπερπληθωρισμός (άνω του 10%) καταστρέφει τελικά το νόμισμα – το οποίο απαξιώνεται εντελώς, με τρομακτικά επώδυνες συνέπειες για όλους (Πολίτες και κράτη).

(δ)  Λιτότητα: Εάν ακολουθηθεί η συγκεκριμένη τακτική (όπως σήμερα στην Ευρώπη, κατ’ εντολή της Γερμανίας), οι κυβερνήσεις μπορούν να επιλέξουν εύκολα εκείνες τις ομάδες της κοινωνίας, οι οποίες θα επιβαρυνθούν περισσότερο (με τη βοήθεια της φορολογικής πολιτικής). Το πρόβλημα είναι όμως πως το ίδιο το κράτος είναι ένας σημαντικός οικονομικός παράγοντας – οπότε, εάν καθυστερεί τις επενδύσεις, μειώνει τις αμοιβές και απολύει δημοσίους υπαλλήλους, οδηγεί τη χώρα σε ύφεση. Το αποτέλεσμα είναι να περιορίζονται τα έσοδα του και να αυξάνουν οι δαπάνες του, λόγω της ανεργίας που προκαλεί – με αναγκαστικό επακόλουθο τη συνέχιση της ανόδου των χρεών, τόσο σε απόλυτα, όσο και σε σχετικά μεγέθη (ως προς το ΑΕΠ κλπ.). Επομένως, η λιτότητα κοστίζει ανάπτυξη και η ελλειμματική ανάπτυξη οδηγεί την οικονομία στη χρεοκοπία – εκτός εάν η πολιτική της λιτότητας εφαρμόζεται από πειθαρχημένες, πλούσιες χώρες, χωρίς μεγάλα ελλείμματα και χρέη, αφού μόνο αυτές έχουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτούν την οικονομία τους για εκείνο το χρονικό διάστημα (αρκετά μεγάλο) που απαιτείται για την εξυγίανση τους.  

(ε)  Ανάπτυξη: Τα κράτη δεν είναι υποχρεωμένα να συμπεριφέρονται σαν τις καλές νοικοκυρές (A.Merkel), οι οποίες κάνουν οικονομία για να μειώσουν τα χρέη τους – αφού η «διαχειρισιμότητα» των οφειλών τους δεν εξαρτάται από το απόλυτο ύψος τους, αλλά από τη σχέση τους αναφορικά με το ΑΕΠ. Για παράδειγμα, οι Η.Π.Α. περιόρισαν το δημόσιο χρέος τους μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο από το 108% του ΑΕΠ, στο 50% – παρά το ότι, σε απόλυτα μεγέθη, οι οφειλές τους αυξήθηκαν (από τα 269 δις $ τότε, στα 274 δις $).  Ειδικότερα, όσο υψηλότερο είναι το ΑΕΠ μίας χώρας, τόσο περισσότερα είναι τα φορολογικά έσοδα, τα οποία έχει στη διάθεση της η κυβέρνηση για την αποπληρωμή των τόκων και των χρεολυσίων των δανείων της. Ουσιαστικά, αρκεί να αυξάνεται το ΑΕΠ με ρυθμό υψηλότερο των επιτοκίων, για να θεωρείται απόλυτα διαχειρίσιμο το χρέος. Ακριβώς για το λόγο αυτό, η ανάπτυξη θεωρείται ως ο «βασιλικός δρόμος» για την έξοδο από μία χρηματοπιστωτική κρίση – είναι όμως ταυτόχρονα ο δυσκολότερος στην επίτευξη του. Πόσο μάλλον κάτω από τις σημερινές συνθήκες, οι οποίες θυμίζουν τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930 – χαμηλή ανάπτυξη, χαμηλός πληθωρισμός και ανοιχτά σύνορα για το διεθνές κεφάλαιο. Την εποχή εκείνη (1933), όπου οι Η.Π.Α. υιοθέτησαν καθυστερημένα τον κανόνα του χρυσού (απαγορεύοντας την κατοχή του από τους ιδιώτες και μετατρέποντας όλα τα αποθέματα σε ράβδους, στην ιδιοκτησία του κράτους – εξ’ ου και τα εναπομένοντα νομίσματα Double Eagle, ονομαστικής αξίας μόλις 20 $, πωλούνται με 7,6 εκ. $), καμία σχεδόν βιομηχανική χώρα δεν εξόφλησε τις υποχρεώσεις της – ενώ ακολούθησε ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος.  Ολοκληρώνοντας, θεωρούμε σκόπιμο να προσθέσουμε εδώ τον Πίνακα Ι, ο οποίος καταγράφει τις είκοσι χώρες, οι οποίες εξάγουν τις μεγαλύτερες ποσότητες όπλων παγκοσμίως:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς πολεμικού εξοπλισμού παγκοσμίως

Χώρα

Μερίδιο Αγοράς %

Χώρα

Μερίδιο Αγοράς %

 

 

 

 

Η.Π.Α.

30,3

Ισραήλ

1,9

Ρωσία

23,0

Ουκρανία

1,7

Γερμανία

11,0

Ελβετία

1,2

Γαλλία

7,0

Καναδάς

1,0

Μ. Βρετανία

4,0

Ν. Αφρική

0,5

Ολλανδία

3,0

Ν. Κορέα

0,5

Κίνα

3,0

Πολωνία

0,5

Ισπανία

3,0

Βέλγιο

0,5

Ιταλία

2,0

Νορβηγία

0,4

Σουηδία

2,0

Βραζιλία

0,3

Πηγή: Spiegel, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σημείωση: Οι εξαγωγές όπλων τα τελευταία πέντε έτη αυξήθηκαν κατά 20% – ενώ η Γερμανία κατάφερε να διπλασιάσει το μερίδιο της, κυρίως στους τομείς των υποβρυχίων, των πολεμικών πλοίων και των αρμάτων μάχης (σημαντικότεροι πελάτες της η Τουρκία με 14% των εξαγωγών της, η Ελλάδα με 13% και η Ν. Αφρική με 12%).  Όπως διαπιστώνεται από τον Πίνακα Ι, όλες οι υπόλοιπες χώρες του πλανήτη εξάγουν μόλις το 3,2% του πολεμικού εξοπλισμού παγκοσμίως, ενώ μόνο η Η.Π.Α. και η Ρωσία το 53,3%. Η υπεροχή της «πλούσιας Δύσης» στον τομέα είναι εμφανής, όπως επίσης η μεγάλη αδυναμία της Κίνας να ανταγωνιστεί τις δύο πολεμικές υπερδυνάμεις – αλλά και την τρίτη κατά σειρά, τη Γερμανία. Επίσης θεωρούμε σκόπιμο να επαναλάβουμε τον Πίνακα ΙΙ, στον οποίο φαίνεται η εξέλιξη των δημοσίων χρεών της υπερδύναμης, μετά την κατάληψη της εξουσίας από τα παιδιά του Σικάγου και την εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής τους – η οποία μείωσε ραγδαία την εμπιστοσύνη των Πολιτών προς την Πολιτεία, ενώ οδήγησε τελικά τις Η.Π.Α. στην αποβιομηχανοποίηση, μέσα από την παγίδα των ιδιωτικοποιήσεων:

ΠΙΝΑΚΑΣ IΙ: Ιστορική κατανομή του δημοσίου χρέους των Η.Π.Α., συνολικού ύψους 14,3 τρις $

Περίοδος

Πρόεδρος

Ποσοστό επί του συν. χρέους

*Χρέος

 

 

 

 

Έως το 1981

Προ Reagan

7,0%

1,01

1981-1989

Reagan

13,2%

1,89

1989-1993

Bush senior

10,5%

1,50

1993-2001

Clinton

9,8%

1,40

2001-2009

Bush junior

42,7%

6,11

2009-2010

**Obama

16,8%

2,39

 

 

 

 

Σύνολα

 

100%

14,3

* Αύξηση χρέους σε τρις $. ** Εντός ενός μόνο έτους ξεπέρασε την οκταετία Reagan ενώ, εάν δεν συμβεί κάτι εξαιρετικό, θα ξεπεράσει ακόμη και τον Bush junior. Σημείωση: Ο μεγαλύτερος πιστωτής των Η.Π.Α. είναι η Fed, αφού κατέχει το 11,6% του δημοσίου χρέους – ήτοι 1,66 τρις $. Ακολουθεί η Κίνα (1,20 τρις $) και η Ιαπωνία (0,91 τρις $). Πηγή: New York Times, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως συμπεραίνουμε από τον Πίνακα IΙ οι Η.Π.Α., έως και το 1981, συσσώρευσαν χρέη ύψους μόλις 1,01 τρις $ – γεγονός που συνέβη και στις περισσότερες άλλες χώρες της Δύσης, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Από το 2001 όμως μέχρι το 2009 το δημόσιο χρέος έφτασε στα ύψη, αφού αυξήθηκε κατά 6,11 τρις $ – μία κατάσταση που συνεχίζει να υφίσταται, μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Obama. Το γεγονός αυτό δεν μας επιτρέπει μεγάλες ελπίδες για το μέλλον, όσο και αν ακούγεται το αντίθετο – αφού η αντιστροφή της τάσης είναι, κατά την άποψη μας, εξαιρετικά δύσκολη.

Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 04. Σεπτεμβρίου 2011, viliardos@kbanalysis.com  * Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Είναι σύμβουλος επιχειρήσεων, με πολλά συγγράμματα και μελέτες, ενώ έχει εκδώσει πρόσφατα το δεύτερο βιβλίο της σειράς «Η κρίση των κρίσεων».

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2414.aspx

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.