ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
προς τον αγωνιζόμενο κόσμο και τα πολιτικά στελέχη της Ελληνικής Αριστεράς – 12η ημέρα της Εξέγερσης των πλατειών (5-6-2011) – Μέρος ΙΙ
Της Παγώνας Στόμη και του Λάμπρου Χήτα*
3. Για το κεντρικό πολιτικό αίτημα της Εξέγερσης
Δύο είναι τα βασικά αιτήματα και οι βασικοί πολιτικοί πόλοι της Εξέγερσης. α) Η άμεση απομάκρυνση και παραδειγματική τιμωρία των πολιτικών ελίτ που εξυπηρετώντας τα συμφέροντα της οικονομικής ολιγαρχίας έχουν οδηγήσει τη χώρα σε πλήρες αδιέξοδο και έχουν επιβάλλει τη συνθήκη ολοκληρωτικής συντριβής των δικαιωμάτων και των συμφερόντων του λαού και της νεολαίας.
β) Η αναχαίτιση της επίθεσης των εθνικών και υπερεθνικών ελίτ απέναντι στα δικαιώματα του εργαζόμενου κόσμου και της νεολαίας, μέσα από την υπέρβαση της κρίσης του χρέους και της πολιτικής του Μνημονίου, σε μια προοπτική άμεσης στάσης πληρωμών και διαγραφής του χρέους. Ως ελάχιστες αναγκαίες προϋποθέσεις, για την υπεράσπιση της δημόσιας περιουσίας αλλά και των κοινωνικών κατακτήσεων και των ελευθεριών του λαού.
Και στις δύο περιπτώσεις μετέχει η πρόθεση της υπεράσπισης της δημόσιας και εθνικής περιουσίας αλλά και η ανάγκη για υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας. Δηλαδή, το συνολικό συνειδησιακό και πολιτισμικό φόντο μέσα στο οποίο η Εξέγερση ξεδιπλώνει τη δυναμική της είναι ο εθνικός εδαφικός χώρος και όχι μια αφηρημένη ανθρωπότητα, ευρωπαϊκότητα, ή παγκοσμιότητα. Προφανώς, γύρω από τον πόλο «της τιμωρίας και της απομάκρυνσης» τοποθετούνται τα πιο συντηρητικά (από πολιτική άποψη) στρώματα και πληθυσμοί της Εξέγερσης, που, εντούτοις, βρίσκονται κι αυτά σε διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης, αναφορικά με το σημείο από το οποίο εκκινούν. Ενώ γύρω από τον πόλο «της στάσης πληρωμών και της διαγραφής του χρέους» τοποθετούνται τα πιο ριζοσπαστικά και προοδευτικά στρώματα.
Σε καμία περίπτωση οι μάζες που κινούνται γύρω από τον πρώτο πόλο δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ακροδεξιοί, φασίστες ή ναζιστές ή, αντίστοιχα, όσοι κινούνται στο δεύτερο δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ακροαριστεροί, αναρχικοί ή τρομοκράτες. Και οι δυο πόλοι αποτελούν μέρη μιας ενιαίας διαδικασίας και ορίζουν το όριο και τη συνολική διαλεκτική μέσα στην οποία διεξάγεται η πάλη για την ηγεμονία της συνολικής πολιτικής κατεύθυνσης και φυσιογνωμία της Εξέγερσης.
Όσες αναγνώσεις επιχειρούν να διαιρέσουν την Εξέγερση χωροταξικά στους «Πάνω» και στους «Κάτω», είτε συμβολικά σε αυτούς που μόνο συζητούν και σε αυτούς που μόνο αγωνίζονται, είτε ιδεολογικά στους πατριώτες και στους διεθνιστές, είναι όλες εντελώς λαθεμένες. Όχι μόνο δεν συμβάλλουν στη γενίκευση και την επιτυχία της Εξέγερσης αλλά αντίθετα εκκινούν από την άρνηση της συμμετοχής τους σε αυτήν και καταλήγουν στο να υπονομεύουν κάθε δυνατότητα για την παραπέρα ανάπτυξη της δυναμικής της.
Η Εξέγερση είναι μία, ενιαία και αδιαίρετη!
Για να μπορέσει να κερδίσει πρέπει να γενικευτεί και κεντρικοποιηθεί ακόμη περισσότερο το αίτημα για άμεση στάση πληρωμών και διαγραφή του χρέους. Η Εξέγερση θα έχει αποτύχει εάν η εξέλιξη θα είναι η επανάληψη μιας κατάστασης «Καθαρά Χέρια» όπως στην Ιταλία και τελικά αναλάβει την εξουσία ένας νέος Έλληνας Μπερλουσκόνι, υποτιθέμενα τίμιος και άξιος. Η Εξέγερση πρέπει να ανοίξει συνολικό δρόμο για την αλλαγή της πορείας του τόπου σε μια κατεύθυνση υπεράσπισης της εθνικής ανεξαρτησίας και της λαϊκής και ταξικής χειραφέτησης και αυτό μπορεί να συμβεί μονάχα μέσα από μια συνολική αναδιάταξη των όρων με τους οποίους η ελληνική κοινωνία εντάσσεται στους διεθνείς ιμπεριαλιστικούς κύκλους της Ε.Ε. και του ΔΝΤ.
Άμεση πτώση της κυβέρνησης
Ήττα κάθε επίδοξου διαχειριστή της κρίσης
Έξω το ΔΝΤ από την Ελλάδα. Έξω η Ελλάδα από την Ε.Ε.
Εθνική Ανεξαρτησία – Λαϊκή κυριαρχία
Άμεση στάση πληρωμών και διαγραφή του χρέους
ΔΕΝ ΧΡΩΣΤΑΜΕ το χρέος που δημιούργησε μια άθλια κοινωνική και οικονομική ελίτ
ΔΕΝ ΠΟΥΛΑΜΕ τη δημόσια περιουσία και τον πλούτο της χώρας μας
ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ με τη μείωση των μισθών μας, με τη φοροεπιδρομή και την τοκοκλοπή.
4. Για την πολιτική προοπτική της Εξέγερσης
Θα ήταν λάθος να προεξοφλήσουμε την πολιτική προοπτική της Εξέγερσης με τον ίδιο τρόπο και στην ίδια ενόραση και πρόβλεψη στην οποία κινείται το αστικό πολιτικό προσωπικό γι’ αυτήν. Δηλαδή, ότι η Εξέγερση θα εκφυλιστεί κάτω από το βάρος των αντιφάσεών της αλλά και κάτω από την πίεση του συνολικού πολιτικού αδιεξόδου και του διεθνούς αρνητικού συσχετισμού δύναμης. Άλλωστε, πρέπει να σκεφτούμε ότι τα αστικά πολιτικά επιτελεία κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία, δηλαδή εύχονται τον εκφυλισμό της Εξέγερσης, γιατί δεν μπορούν να την αντιμετωπίσουν πολιτικά. Άλλωστε, δεν θα είχαν κανένα λόγο ύπαρξης οι ριζοσπάστες και οι επαναστάτες, εάν δεν μπορούσαν να παρεμβαίνουν σε αντιφατικές κινήσεις μαζών, προσπαθώντας να αναδείξουν ως κυρίαρχη, μια υπαρκτή δευτερεύουσα τάση.
Και αυτή η δευτερεύουσα τάση της δυνατότητας της πολιτικής νίκης της Εξέγερσης είναι υπαρκτή. Υπάρχει τεράστια δυνατότητα αναγνώρισης και διείσδυσης του ιδεολογικού και συνειδησιακού χαρακτήρα της Εξέγερσης σε τεράστιες μάζες πληθυσμού. Όποιοι επεχείρησαν να ανοίξουν αυτή τη συζήτηση σε γειτονιές και να καλέσουν το λαό σε συμμετοχή στις πλατείες διαπιστώνουν αβίαστα αυτή την άμεση φαντασιακή διασύνδεση του λαού με τους εξεγερμένους. Άλλωστε, το σημερινό πολιτικό σύστημα (συμπεριλαμβανομένης της επίσημης Αριστεράς) δεν θέλει και δεν μπορεί να απαντήσει στα ζωτικά προβλήματα του λαού.
Συνεπώς, η πολιτική προοπτική της Εξέγερσης δεν μπορεί να είναι άλλη από τον ανυποχώρητο αγώνα μέχρι τη πτώση της κυβέρνησης και την άμεση απαίτηση για την συνολική ανατροπή του σημερινού πολιτικού συστήματος.
– Ήττα της κυβέρνησης
– Αλλά και ήττα των επίδοξων διαχειριστών της σημερινής κρίσης
– Ήττα όμως και όσων (δεξιών ή αριστερών) σχηματίζουν και ελπίζουν ότι θα επωφεληθούν εκλογικά από μια διαδικασία οικονομικού και κοινωνικού εξανδραποδισμού του λαού. Πρόκειται για το στοίχημα στη χρεοκοπία του λαού, το πολιτικό ανάλογο του στοιχήματος όσων επενδύουν στα γυμνά CDS και στη χρεοκοπία της χώρας.
Η Εξέγερση πρέπει να μπορέσει να νοηματοδοτηθεί ως μια ανεξάρτητη και αναγκαστική πρωτοβουλία του λαού για την άμεση πτώση της κυβέρνησης και την απελευθέρωση της χώρας από την πολιτική του Μνημονίου και του χρέους και του πολιτικού συστήματος που τα εγκατέστησαν.
Προφανώς, η ιδία η διαδικασία της Εξέγερσης επανακαθορίζει τους συνολικούς πολιτικούς όρους της αναμέτρησης και το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Η Εξέγερση πρέπει να συνεχίσει να απαιτεί την αποδοκιμασία και τη διαπόμπευση όλων όσων συνέβαλαν στη σημερινή πολιτική και κοινωνική κρίση και να πιέζει με αυτόν τον τρόπο τη συνολική αλλαγή του πολιτικού σκηνικού. Πρέπει να μπορεί να πιέζει και τα πολιτικά στελέχη και τις οργανώσεις και τα κόμματα της Αριστεράς να προχωρήσουν σε ενεργητική πολιτική στήριξη και συμμετοχή στον αγώνα αλλά και για την ανάληψη παραδειγματικών πρωτοβουλιών για το από εδώ και πέρα.
Στήριξη του πανελλαδικού χαρακτήρα της Εξέγερσης, επιτροπές βάσης παντού, σε γειτονιές, εργασιακούς χώρους και σχολές
Πρέπει το σύνολο του προοδευτικού πολιτικού κόσμου να πάρει ρητή πολιτική θέση και συμμετοχή. Η Εξέγερση μπορεί να νικήσει. Η νίκη της Εξέγερσης δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως ένας γενικολόγος διακηρυκτισμός, αλλά ως απτός πολιτικός στόχος.
Το σημερινό πολιτικό σύστημα και τα υποστηρίγματα του μπορούν να ηττηθούν. Μόνο έτσι μπορεί να ανοίξει και ένας άλλος δρόμος για τη χώρα.
5. Για την Αριστερά και το αριστερό ριζοσπαστικό και λαϊκό πολιτικό μέτωπο
Για την Αριστερά, αυτή η Εξέγερση είναι ακόμη πιο αναγκαία και ζωογόνα. Εάν αυτός ο αγώνας χάσει, εάν γυρίσουμε πίσω ηττημένοι, τότε η επόμενη μέρα θα είναι ακόμη πιο δύσκολη. Είναι σαφές πως για τον κόσμο της Αριστεράς, η σημερινή διεθνής δομική καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης διαμορφώνει το μακροσκοπικό πλαίσιο μιας συνολικής αναδιάταξης των ενδοϊμπεριαλιστικών και ταξικών αντιθέσεων σε διεθνή κλίμακα.
Η δομική καπιταλιστική κρίση εμφανίζεται και προσλαμβάνει διαφορετικό χαρακτήρα και μορφή, ανάλογα με τις ειδικές ιστορικές συνθήκες αλλά και την ειδική θέση του κάθε κοινωνικού σχηματισμού στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Συνεπώς, με άλλον τρόπο η κρίση και τα αποτελέσματα της γίνονται αισθητά στην Αμερική, με άλλον τρόπο στην Ινδία, στην Κίνα, στις αραβικές χώρες, στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και περιφέρειας κ.λπ.. Ειδικότερα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η καπιταλιστική κρίση παίρνει την ειδική μορφή των τεραστίων ελλειμμάτων των τρεχουσών συναλλαγών μεταξύ των κρατών, γεγονός που εκτινάσσει το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος. Η διαδικασία αυτή οδηγεί στην ανάγκη ενός συνεχούς δανεισμού χωρίς πραγματικές εγγυήσεις, ανάγκη που διαμορφώνει συνθήκες πλήρους αστάθειας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το γεγονός αυτό ανατινάζει την αντικειμενική βάση έδρασης του ευρώ ως ενιαίου νομίσματος. Αυτή η διαδικασία δικαίως ονομάζεται από διάφορους ριζοσπάστες οικονομικούς αναλυτές ως κρίση του ευρώ.
Στη χώρα μας αυτή η καπιταλιστική κρίση και η ειδική έκφραση της, ως «κρίση του ευρώ» μετασχηματίζεται σε κρίση υπερχρέωσης, σε γενική αδυναμία πληρωμής του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, σε γενική κρίση ανταγωνιστικότητας των ελληνικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων, σε κρίση ανεργίας και φτώχειας και, τελικά, σε απροκάλυπτη κρίση της αστικής στρατηγικής, αλλά και σε γενική κρίση του πολιτικού συστήματος εξουσίας. Όλα αυτά πάνω κάτω είναι αποδεκτά από τη μεγάλη πλειοψηφία των αριστερών ριζοσπαστών διανοουμένων της χώρας μας.
Αυτό, όμως, που πρέπει να τονίσουμε σήμερα είναι το γεγονός πως στη συνολική αυτή πολιτική κρίση αναπάντεχα συμμετέχει και συνεχώς διευρύνεται και η πολιτική κρίση της ελληνικής Αριστεράς.
Η κρίση αυτή συντελείται εφόσον η Αριστερά αποτελεί διαλεκτικό συμπλήρωμα και συνέχεια μιας συνολικής ιστορικής κοινωνικο-οικονομικής ιδεολογικής και πολιτικής πραγματικότητας της αστικής κυριαρχίας εντός ενός ενιαίου κοινωνικού σχηματισμού. Η Αριστερά μετέχει στο κοινωνικό ιδεολογικό και πολιτικό σύμπαν, δεμένη με την αστική κυριαρχία με σχέσεις καθορισμού. Συνεπώς, η συνολικότερη ιδεολογική και κοινωνική κρίση ενυπάρχει και επανεγγράφεται μέσα στο σώμα της Αριστεράς η οποία δεν μπορεί παρά να αποτελεί ένα αδιάσπαστο μέρος μιας συνολικής κοινωνικής πραγματικότητας.
Αυτή η αντικειμενική διαδικασία μπορεί, όμως, να ανακόπτεται, μονάχα σε στιγμές του ιστορικού χρόνου, όπου η Αριστερά καταφέρνει να συνθέσει και κυρίως να υπηρετήσει ένα ανεξάρτητο από την αστική κυριαρχία πολιτικό πρόγραμμα (δηλαδή, ένα αντικαπιταλιστικό πολιτικό πρόγραμμα) που να συγκινεί ευρύτερες λαϊκές μάζες και να τροφοδοτεί κοινωνικές κινήσεις, και φυσικά να παράγει πολιτικο-κοινωνικές μεταρρυθμίσεις σε πλήρη ρήξη με τα αστικά συμφέροντα. Αυτή η δυνατότητα, όμως, δεν είναι πάντα εφικτή και ιδιαίτερα όταν για διάφορους ιστορικούς λόγους συντηρητικοποιούνται οι κυρίαρχες ιδεολογικές της εκφράσεις. Η Αριστερά δεν είναι de facto μια ριζοσπαστική πολιτική έκφραση, είναι μονάχα εν δυνάμει.
Άλλωστε, πέραν των αποτελεσμάτων των σχέσεων καθορισμού, λαμβάνουν χώρα, με πολλούς τρόπους και πραχτικές, διαδικασίες πραγματικής πολιτικής αφυδάτωσης της Αριστεράς μέσα στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους (τύπος, κρατικά συνδικάτα, κοινοβουλευτική πολιτική, ακαδημαϊσμός κ.λπ.). Πολλές διαφορετικές μορφές κρατικοδίαιτης χρηματοδότησης συγκροτούν τους όρους της κοινωνικής ενσωμάτωσης της Αριστεράς εντός του συνολικού κοινωνικού συνασπισμού εξουσίας. Συνεπώς, δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως, εκτός από την κρίση του πολιτικού συστήματος έχουμε μπροστά μας και μια βαθιά πολιτική κρίση της Αριστεράς.
Άλλωστε, αυτή η θέση διατυπώθηκε από ένα σύνολο διανοουμένων ριζοσπαστών ανθρώπων, όταν έγινε αισθητό πως οι μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις των εργατικών μαζών δεν μπορούσαν να αποκτήσουν διάρκεια και δυναμική. Οι εργαζόμενοι αναζητούσαν μια πρωτοπόρα Αριστερά, ικανή «να ανοίξει δρόμους» για τους αγώνες του λαού και η Αριστερά εμφανίζονταν βουβή να αναζητά στους αγώνες των εργαζομένων τη διάνοιξη δρόμων για τον εαυτό της!… Συνεπώς, όταν πριν από μερικούς μήνες διατυπώθηκαν οι σκέψεις από ένα σύνολο αριστερών διανοουμένων και ριζοσπαστών αρθογράφων, ότι βαδίσουμε σε μια νέα, τελείως διαφορετική περίοδο, όπου το συνολικό πολιτικό σύστημα θα αναδιαρθρωθεί κάτω από το βάρος της επίθεσης των εθνικών και διεθνικών ελίτ και τη γενική χρεοκοπία της αστικής στρατηγικής, αλλά και τη γενική αδυναμία της αριστεράς να ανοίξει δρόμους, διαμορφώθηκε σε όλους τού χώρους μια ορισμένη αμηχανία και σκεπτικισμός.
Σήμερα, μέσα στην κορύφωση αυτής της Εξέγερσης, είναι φανερό πως η κρίση στην Αριστερά είναι ανάλογη, αν όχι μεγαλύτερη, με αυτή που διάγει το συνολικό πολιτικό σύστημα. Δεν είναι μόνο ότι ως Αριστερά χάνουμε πολύτιμο χρόνο, περιμένοντας η ιδία η εξέλιξη της κρίσης να μας δώσει αυτόματα την αναγνώριση και το πλεονέκτημα στις μάζες, κάτι που ποτέ δεν συμβαίνει αυτόματα. Δεν είναι μονάχα η μεγάλη μας αδυναμία να συνειδητοποιήσουμε τους μηχανισμούς με τους οποίους κινούνται οι μάζες (όχι μόνο άμεσο ταξικό συμφέρον αλλά και εθνική ταυτότητα κ.λπ.). Δεν είναι μονάχα ο μεταφυσικός τρόπος που περιγράφουμε τα χαρακτηριστικά των εξεγέρσεων που περιμένουμε για να έρθουν, με αποτέλεσμα, όταν τελικά αυτές συμβαίνουν, εμείς οι ίδιοι να μην μπορούμε καν να τις αναγνωρίσουμε.
Είναι, κυρίως, ότι ως Αριστερά δεν μπορεί να παίξουμε παρά έναν ελάχιστο προωθητικό ρόλο, όταν τελικά πράγματι συνειδητοποιούμε τη συνολική πολιτική συνθήκη και την κομβικότητα της Εξέγερσης μέσα σε αυτήν.
Ποια είναι άραγε η στάση του ΚΚΕ απέναντι στην Εξέγερση, όταν ακριβώς στην πιο κρίσιμη φάση του αγώνα, η γενική γραμματέας του ΚΚΕ δηλώνει πως πρέπει να αρνηθούμε την έξοδο της χώρας από το ευρώ στις παρούσες συνθήκες; Τι λέει ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, που εξακολουθεί να ψαρεύει στα θολά νερά του ευρωομολόγου, όταν χιλιάδες λαού εξεγείρονται και απαιτούν άμεση στάση πληρωμών; Τι κάνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όταν τελικά προάγει κάτι ανάμεσα στη στήριξη των εσωτερικών της διαδικασιών, των συνηθισμένων συνδικαλιστικών καθηκόντων και την χαλαρή ακαδημαϊκή στήριξη και συμμετοχή; Ποια είναι η πραγματική πολιτική στήριξη των οργανώσεων της Αριστεράς στην Εξέγερση, όχι μονάχα στο επίπεδο των δηλώσεων και των ηγεσιών αλλά και στο επίπεδο των ενδιάμεσων στελεχών, αυτών που μπορούν να δώσουν σπονδυλική στήλη στον αγώνα; Πού είναι οι πολιτικές νεολαίες της Αριστεράς;
Σήμερα δεν είναι αρκετό, μετά από δώδεκα μέρες Εξέγερσης, να συνειδητοποιούμε ότι πρέπει να συμμετάσχουμε σε αυτή, και μετά να πρέπει να ξανασυζητήσουμε εάν θα πρέπει να συμμετάσχουμε στην κάτω η στην πάνω πλατεία. Σήμερα, εντελώς αντίθετα, είναι αναγκαίο να βρούμε τις πολιτικές εφεδρείες, να ενοποιήσουμε τα πολιτικά χαρακτηριστικά της Εξέγερσης και να δημιουργήσουμε τους όρους ανατροπής του πολιτικού συστήματος από τα αριστερά και όχι από τα δεξιά.
Για όσους θέλουμε να αναμετρηθούμε με αυτήν την κοινωνική και πολιτική αναγκαιότητα και δεν είμαστε ευχαριστημένοι απλώς στην μικροαναπαραγωγή του υποκειμενισμού μας, τρία είναι τα βασικά ερωτήματα που πρέπει να απαντήσουμε:
1. Η κρίση χρέους είναι διαχειρίσιμη ή όχι;
2. Η κρίση του πολιτικού συστήματος είναι διαχειρίσιμη ή όχι;
3. Η κρίση της Αριστεράς είναι διαχειρίσιμη ή όχι;
Σήμερα, η απάντησή μας πρέπει και μπορεί να είναι καθαρή:
1. Το χρέος δεν θα μπορέσει να αποπληρωθεί και αντικειμενικά οι σχέσεις της χώρας με τα διεθνή ιμπεριαλιστικά κέντρα θα αναδιαρθρωθούν.
2. Το σημερινό πολιτικό σύστημα δεν θα αντέξει την πολιτική πίεση και θα αναδιαταχθεί
3. Η Αριστερά δεν θα μπορέσει να αντέξει την πολιτική πίεση της ίδιας της πραγματικότητας και δεν θα μπορέσει να αναπαραχθεί με τις σημερινές της μορφές.
Συνεπώς, το θέμα είναι εάν αυτό που θα προκύψει θα είναι κάτι τελείως πιο αντιδραστικό και χειρότερο από αυτό που υπάρχει σήμερα ή θα μπορέσει η Αριστερά να συμβάλει σε μια προοδευτική αλλαγή.
Στο έδαφος αυτών των παραδοχών είναι επιτακτική η ανάγκη να συγκροτηθεί μια πρόταση για ένα αριστερό και λαϊκό ριζοσπαστικό και πολιτικό μέτωπο. Η πρόταση αυτή θα πρέπει άμεσα να δουλευτεί και να διατυπωθεί από το σύνολο του πρωτοπόρου αριστερού μαχητικού και ριζοσπαστικού διανοούμενου κόσμου, από όλες τις οργανώσεις της Αριστεράς, σε μια κατεύθυνση πλήρους ρήξης με την κυβέρνηση, το σημερινό πολιτικό σύστημα εξουσίας, την Ε.Ε. και το ΔΝΤ.
Μια σειρά από άξονες που πρέπει να περιλαμβάνονται αλλά πρέπει να δουλευτούν και περαιτέρω είναι:
– ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΚΑΙ ΠΛΑΤΕΜΑ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ και της ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ
– ΠΑΝΤΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΒΑΣΗΣ ΔΕΝ ΧΡΩΣΤΑΜΕ, ΔΕΝ ΠΟΥΛΑΜΕ, ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ, στους δρόμους, στους εργασιακούς χώρους, στις σχολές
– ΑΜΕΣΗ ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
– ΚΑΜΙΑ ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
– ΚΑΜΙΑ ΑΛΛΗ ΔΟΣΗ , ΚΑΝΕΝΑ ΑΛΛΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ, ΚΑΜΙΑ ΥΠΟΘΗΚΗ, ΑΜΕΣΗ ΣΤΑΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ
– ΕΠΑΝΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΑ ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
– ΑΜΕΣΗ ΕΘΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
– ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΚΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ.
– ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΡΗΞΗ ΜΕ ΤΗΝ Ε.Ε. ΚΑΙ ΤΟ ΔΝΤ ΚΑΙ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ
– ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ Ε.Ε. και το ΕΥΡΩ με τον τρόπο και στο χρόνο που θα εξασφαλίζεται η εξυπηρέτηση του λαϊκού συμφέροντος.
Είναι αναγκαία η συγκρότηση ενός πολιτικού μετώπου που να συνδυάζει παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτά της Εξέγερσης δηλαδή μια μετωπική συγκρότηση που να συνδυάζει τη διαφορετικότητα με την ενότητα θέλησης, τις διαφορετικές ιδεολογικές αναφορές με την πολιτική προγραμματική σαφήνεια.
Η πρόταση του αριστερού ριζοπαστικού πολιτικού και λαϊκού μετώπου δεν μπορεί παρά να απαιτεί από τις αστικές κυβερνήσεις να υλοποιήσουν μέρος των αιτημάτων του έως το όριο, με κινηματικούς όρους να επιβάλει μια κατάσταση δυαδικής εξουσίας. Η πρόταση, όμως, για στάση πληρωμών και διαγραφή του χρέους δεν αποτελεί ανέξοδο γενικό ιδεολογικό διακηρυκτισμό, αλλά πραγματικό προγραμματικό πολιτικό στόχο, ως το αντικειμενικό έδαφος όπου οι εργαζόμενες μάζες μπορούν να παλέψουν με αντικειμενικά καλύτερους όρους για τα συμφέροντα και τις ανάγκες τους. Συνεπώς η πρόταση του αριστερού και λαϊκού ριζοσπαστικού πολιτικού μετώπου προσβλέπει στην πάλη για την πολιτική εξουσία με τρόπο αποφασιστικό και πλειοψηφικό. Η συνθήκη αυτή είναι απαραίτητη, ώστε να μην μπορεί η δυναμική του μετώπου να αναχαιτιστεί από τις αστικές κυβερνήσεις
Η πρόταση αυτή καμία σχέση δεν έχει με τις προτάσεις περί κοινού ψηφοδελτίου της Αριστεράς, που έχουν καταθέσει κατά καιρούς άλλοι σύντροφοι και οργανώσεις. Η πρόταση αυτή αποσκοπεί στην αναγκαία ριζοσπαστική μετωπική και πολιτική συγκρότηση τη Αριστεράς και όχι σε μια γενική άνευρη αμυντική παναριστερή συμπαράταξη. Ο πολιτικός ριζοσπαστισμός και η μεσοπρόσθεση προγραμματική συγκρότηση προϋποτίθενται της συγκρότησης του Μετώπου. Ο πολιτικός ριζοσπαστισμός αποτελεί αναγκαία και ικανή συνθήκη.
Ειδικότερα και με αναφορά τη συζήτηση για την έξοδο της χώρας από το ευρώ, που είναι αντικειμενικά ανοιχτή και εξαιρετικά κρίσιμη, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως η σημερινή συγκυρία δεν έχει ακόμα αξιολογηθεί στο σύνολο της και ο επακόλουθος κύκλος των πολιτικών μετατοπίσεων δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Ως παράδειγμα, τοποθέτηση του Παναγιώτη Λαφαζάνη αλλά και Γιάννη Τόλιου για έξοδο της χώρας από το ευρώ στο ΣΥΝ, αλλά και την πρόσφατη προσχώρηση της Αλέκας Παπαρήγα στις δυνάμεις που «ανησυχούν» για τις συνέπειες από μια πιθανή έξοδο της χώρας από το ευρώ.
Προφανώς, μια πολιτική συζήτηση για το ευρώ, που δεν αποτελεί γενικό ιδεολογικό διακηρυκτισμό αλλά επιχειρεί να τοποθετηθεί ως μαζική πλειοψηφική και υλοποιήσιμη πολιτική πρόταση, πρέπει να λαμβάνει υπόψη της το χρόνο και τον τρόπο που θα επιχειρηθεί η επανακατοχύρωση της νομισματικής αυτοτέλειας της χώρας. Π.χ., είναι άλλο πράγμα η έξοδος από το ευρώ με πρωτοβουλία της Ε.Ε., άλλο πράγμα με πρωτοβουλία μιας επιθετικής αστικής κυβέρνησης και άλλο πράγμα με πρωτοβουλία μιας αριστερής λαϊκής κυβέρνησης κ.λπ. Όπως, επίσης, είναι άλλο πράγμα η έξοδος από το ευρώ με διατήρηση τη σημερινής ισοτιμίας και είναι άλλο πράγμα η έξοδος με ελεγχόμενη ή με ανεξέλεγκτη υποτίμηση. Συνεπώς και η συζήτηση αυτή αναγκαστικά θα παραμένει ανοιχτή και εντός του αριστερού και λαϊκού ριζοπαστικού πολιτικού μετώπου.
Ωστόσο όμως, η επίκληση της όποιας διαφωνίας γύρω από το ευρώ δεν μπορεί να γίνεται με τρόπο τέτοιο που να προσπαθεί να καταργήσει την δυνατότητα συγκρότησης του αριστερού ριζοσπαστικού πολιτικού μετώπου. Αλλά μονάχα για να το ενισχύσει και να το εξοπλίζει. Θα πρέπει να εξοπλίζει τον λαό στην πάλη του για τη χειραφέτησή του από τους εκβιασμούς της αστικής τάξης και όχι να τον παγιδεύει.
Η συζήτηση θα πρέπει να παραμένει ανοιχτή και να γίνεται με τρόπο τέτοιο, που να ορίζει ότι η νομισματική αυτοτέλεια της χώρας αποτελεί κρίσιμο εργαλείο στην πάλη για επανακατοχύρωση της εθνικής κυριαρχίας και θα χρησιμοποιηθεί στο βαθμό και με τον τρόπο που είναι αναγκαίος, ώστε να εξασφαλιστούν τα συμφέροντα της ζωντανής εργασίας έναντι αυτών της περιουσίας, δηλαδή της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας έναντι της ολιγαρχίας. Σε τελευταία ανάλυση, η πλήρης ρήξη με την Ε.Ε. και το ευρώ αποτελεί μια αναγκαστική προοπτική και λογικό συνεπακόλουθο της στάσης πληρωμών που λογικά προηγείται.
Το αριστερό ριζοσπαστικό και λαϊκό πολιτικό μέτωπο θα πρέπει να προβάλει τη θέση πως η κίνησή του θα καθορίζεται από την προτεραιότητα της πάλης για την υπεράσπιση και τη διεύρυνση του εργατικού και λαϊκού εισοδήματος, σε πλήρη αντίθεση με την επιβολή στο κοινωνικό σώμα μιας θεραπεία σοκ, ας πούμε αριστερού τύπου. Η Αριστερά δεν πρέπει να φοβάται τις εξεγέρσεις και τα αιτήματά τους. Αντίθετα, πρέπει να μπει ενεργητικά μέσα στην πρόκληση της ανατροπής του σημερινού πολιτικού συστήματος και μαζί με αυτήν την ανατροπή να επιδιώξει και τη συνολική αλλαγή του ταξικού πολιτικού συσχετισμού.
Δεν αλλάζει πρώτα ο συσχετισμός και μετά αλλάζει και η Αριστερά. Προϋποτίθενται τομές στην Αριστερά για να αλλάξει και ο ταξικός συσχετισμός.
* Η Παγώνα Στόμη και ο Λάμπρος Χήτας είναι Μέλη της ΑΡιστερής ΑΝασύνθεσης