FED, Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ:
…και η ανάγκη εθνικοποίησης των κεντρικών τραπεζών – Μέρος ΙΙΙ
Του Βασίλη Βιλιάρδου*
Συνέχεια από το Μέρος ΙΙ… ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Θα μπορούσε να προτείνει κανείς την κατάργηση των κεντρικών τραπεζών – αφού «σηματοδοτούν» μία κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία, αντίστοιχη με αυτήν της «κομμουνιστικής σχολής», ενώ έχουν συμβάλλει αρνητικά σε πολλές «διαδικασίες» (ο ρόλος της Τράπεζας της Ελλάδας στην κρίση δανεισμού της χώρας μας, όπως επίσης αυτός των υπολοίπων κεντρικών στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, είναι αρκετά «σκοτεινός»).
Έτσι όμως θα δινόταν το δικαίωμα στις εμπορικές τράπεζες να κατευθύνουν αυτές πλέον την οικονομική ζωή μας – ενώ θα επιτρεπόταν στο αόρατο χέρι της ελεύθερης αγοράς του A. Smith να καθορίζει «αυτόματα» τα επιτόκια, εξισορροπώντας τη ζήτηση με την προσφορά, καθώς επίσης τις απαιτούμενες ποσότητες χρήματος, για την ανεμπόδιστη ανταλλαγή των αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ των ανθρώπων.
Δυστυχώς όμως ο βρετανός οικονομολόγος είχε κάνει ένα μεγάλο λάθος, «υιοθετώντας» το «trickle down effect» – σύμφωνα με το οποίο ο πλούτος θα μοιραζόταν αυτόματα από πάνω προς τα κάτω, όταν οι πλούσιοι θα κάλυπταν όλες τις ανάγκες τους. Η αναδιανομή των εισοδημάτων δεν λειτούργησε ανάλογα και δημιούργησε τεράστιες ανισότητες (ειδικά όπου προωθείται το ΔΝΤ) – οπότε δεν είναι δυνατόν πια να την εμπιστευθούμε αποκλειστικά και μόνο στο αόρατο χέρι της ελεύθερης αγοράς.
Προφανώς βέβαια δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στον κανόνα του χρυσού, αφού οι υφιστάμενες ποσότητες του ευγενούς αλλά ουσιαστικά άχρηστου μετάλλου, σε σχέση με τις σημερινές παγκόσμιες χρηματικές ροές, είναι αδύνατον να καλύψουν τις ανάγκες μας. Θα μπορούσαμε φυσικά να υιοθετήσουμε ένα καλάθι νομισμάτων/χρυσού ή να επιτρέπουμε στις εμπορικές τράπεζες να διαθέτουν, να διαφυλάσσουν και να δανείζουν τόσα χρήματα μόνο, όσες οι αποταμιεύσεις των πολιτών τους. Εν τούτοις, θεωρούμε ότι είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθούν αυτές οι διαδικασίες – πόσο μάλλον όταν τα σημερινά κράτη αδυνατούν να ανταπεξέλθουν με τις βασικές τους υποχρεώσεις.
Τέλος, δεν μπορούμε να αποφύγουμε το δανεισμό, αφού χωρίς αυτόν είναι αδύνατον να υπάρξει πρόοδος μέσα στο σύστημα της καπιταλιστικής οικονομίας. Χωρίς δανεισμό είναι πολύ δύσκολη η χρηματοδότηση των κεφαλαιουχικών προϊόντων, αυτών καλύτερα που απαιτούν χρόνο «κατασκευής» που υπερβαίνει τα δύο έτη – οπότε η «δυτική υπεροχή» και η πρόοδος της, στηριζόμενη κυρίως σε αυτά τα αγαθά και όχι στα καταναλωτικά, θα έπαυε να υπάρχει.
Επομένως, αυτό που απομένει σε μία «μικτή Οικονομία» ως η καλύτερη «λύση», σε μία οικονομία δηλαδή που πιστεύει σε ένα όσο το δυνατόν μικρότερο κράτος (το οποίο όμως συνεχίζει να έχει στην κατοχή του τις κοινωφελείς και τις στρατηγικές επιχειρήσεις), καθώς επίσης στην ιδιωτική πρωτοβουλία (στην οποία θα πρέπει να τοποθετούνται όρια διασφάλισης του ελεύθερου ανταγωνισμού, ενώ οφείλει να ελέγχεται), δεν είναι άλλο από την κρατικοποίηση των κεντρικών τραπεζών – με τις εμπορικές να παραμένουν στον ιδιωτικό τομέα.
Οι κεντρικές τράπεζες οφείλουν να είναι εξ ολοκλήρου δημόσιοι οργανισμοί, ανεξάρτητοι από τον ιδιωτικό τραπεζικό τομέα, από τους ιδιώτες επενδυτές, καθώς επίσης από τις κυβερνήσεις – αποτελώντας τον τέταρτο πυλώνα της κρατικής εξουσίας. Δίπλα στις τρείς ανεξάρτητες εξουσίες, στην εκτελεστική (κυβέρνηση), στη νομοθετική (κοινοβούλιο) και στη δικαστική, οφείλει να προστεθεί η νομισματική εξουσία – ένας δημόσιος θεσμός δηλαδή, ο οποίος να έχει το προνόμιο, το αποκλειστικό δικαίωμα καλύτερα της δημιουργίας των νόμιμων και αποδεκτών μέσων ανταλλαγής: των εκάστοτε χρημάτων και νομισμάτων.
Με τον τρόπο αυτό θα είχε τη δυνατότητα το κράτος να δανείζεται άτοκα – με μέτρο φυσικά και υπό τον διαρκή έλεγχο των υπολοίπων τριών εξουσιών, καθώς επίσης των Πολιτών του. Έτσι θα μπορούσε να λειτουργήσει καλύτερα, όσον αφορά τις ανάγκες του συνόλου της κοινωνίας – ενώ θα είχε τη δυνατότητα να κατευθύνει ορθολογικότερα την ποσότητα χρήματος (επίσης τα βασικά επιτόκια κλπ), χωρίς να δημιουργούνται οι κερδοσκοπικές φούσκες, οι υφέσεις και οι πληθωρισμοί από τις μανιοκαταθλιπτικές, αχόρταγες «αγορές».
Στην αμερικανική χρηματοοικονομική ιστορία έχουν υπάρξει πολλά εντυπωσιακά παραδείγματα, τα οποία αποδεικνύουν ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό, σύμφωνα με αρκετούς οικονομολόγους. Εν τούτοις όμως, αφενός μεν η επιρροή της βρετανικής αποικιοκρατικής δύναμης, αφετέρου το ιδιωτικό τραπεζικό σύστημα (οι διεθνείς τοκογλύφοι), «τορπίλιζαν» κάθε φορά τις προσπάθειες των κυβερνήσεων να το επαναφέρουν.
Το αποτέλεσμα ήταν να παραμένουν τόσο οι Η.Π.Α., όσο και ο υπόλοιπος κόσμος, κάτω από τη δικτατορία του καρτέλ των πολυεθνικών τραπεζών, μετόχων των κεντρικών και υπό την ηγεσία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών της Βασιλείας – μίας ιδιωτικής ουσιαστικά τράπεζας, με κρυφό μετοχολόγιο, όπως πολλές άλλες κεντρικές, στην οποία κανένα δικαστήριο, καμία κυβέρνηση και κανένα κράτος δεν επιτρέπεται να επέμβει, ελέγχοντας τις δραστηριότητες της.
Όπως έχουμε αναφέρει δε χαρακτηριστικά, εάν θελήσει να επισκεφθεί κανείς τα 18όροφα κεντρικά, απομονωμένα και «μυστικοπαθή» γραφεία της, δίπλα από το σιδηροδρομικό σταθμό της Βασιλείας, οφείλει να γνωρίζει ότι εισέρχεται σε διεθνές έδαφος – αφού η Ελβετική αστυνομία δεν έχει καμία δικαιοδοσία.
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 01. Μαΐου 2011, viliardos@kbanalysis.com
* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα το βιβλίο «Η κρίση των κρίσεων», το οποίο περιλαμβάνει επιλεγμένα οικονομικά άρθρα του 2009.