ΤΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΤΩΝ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΩΝ I

ΤΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΤΩΝ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΩΝ:

Η επέλαση του μονοπωλιακού καπιταλισμού, τα ασφαλιστήρια έναντι πιστωτικών κινδύνων, οι αγορές,… – Μέρος Ι

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Οι αμερικανοί Πολίτες χρειάστηκαν είκοσι ολόκληρα χρόνια, καθώς επίσης τη χρηματιστηριακή καταστροφή του 2008, για να καταλάβουν τις αληθινές επιπτώσεις των αποκρατικοποιήσεων, καθώς επίσης για να αποδεχθούν τη θλιβερή πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία: ο ταχύτερος τρόπος της ιδιωτικοποίησης του πλούτου είναι η κλοπή”.

Το σύστημα της ελεύθερης αγοράς, το οποίο οδήγησε τις Η.Π.Α. σε μία από τις καλύτερες περιόδους της ιστορίας της, έπαψε πια να υπάρχει – πριν από τριάντα περίπου χρόνια. Στη θέση του εγκαταστάθηκε, με την «αμέριστη» βοήθεια της Πολιτικής, των διατεταγμένων πολιτικών καλύτερα, ο μονοπωλιακός καπιταλισμός – στηριζόμενος στη «νεοφιλελεύθερη θεωρεία», έτσι όπως αυτή μεταφέρεται στην πράξη από το Καρτέλ (ειδικά από το τραπεζικό). Το νέο αυτό οικονομικό σύστημα οδήγησε την υπερδύναμη, όπως είναι πλέον εμφανές, στο δίλημμα: «Επέκταση ή Χρεοκοπία;». Η μονοδρομημένη απάντηση δόθηκε σύντομα, ενώ έγινε «αισθητή» στην Ευρώπη μετά την εισβολή του ΔΝΤ στην Ελλάδα – στα πλαίσια της απόβασης του στην Ευρωζώνη. Η χώρα μας, ευρισκόμενη στο μάτι του κυκλώνα, διαδραμάτισε ακόμη μία φορά έναν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο, «εκ διαμέτρου» αντίθετο δυστυχώς με αυτόν στο 2ο Παγκόσμιο πόλεμο – τον οποίο πρόσφατα, σχεδόν εβδομήντα χρόνια αργότερα, ακολούθησε ο 1ος Οικονομικός.      

Ειδικότερα, η δεκαετία του 1980 ήταν η εποχή που επικρατούσε γενική ευφορία σε όλο το «δυτικό» κόσμο – ο οποίος τότε άρχισε να αυξάνει τα χρέη του. Κάτω από τις «οδηγίες» της νεοφιλελεύθερης σχολής, κυρίως οι Η.Π.Α., θεώρησαν την επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, την έντεχνη υπεξαίρεση, την κλοπή της δημόσιας περιουσίας καλύτερα, καθώς επίσης τη δυστυχώς «ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση» της οικονομίας, ως αναπότρεπτες εξελίξεις. Στα πλαίσια αυτά οι «αγγλοσάξονες» τραπεζίτες, καθώς επίσης οι συνάδελφοί τους διαχειριστές κερδοσκοπικών κεφαλαίων, κατασκεύασαν ένα απίστευτο «νομικό πλαίσιο κλοπής» – διαλύοντας το υπάρχον μέχρι τότε αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο είχε προστατέψει την χώρα (Η.Π.Α.) από τη λεηλασία της ελίτ (εκείνων των ανθρώπων δηλαδή, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από τα προσόντα της διάνοιας και της θέλησης άνω του κανονικού).

Εκατό χρόνια νομικών περιορισμών σε χρηματιστηριακούς Οίκους, ανακηρύχθηκαν αυθαίρετα ως εμπόδια στην ελευθερία των επιχειρήσεων – από τις «δυνάμεις της αγοράς». Εκτός αυτού, τα πολιτικά κόμματα έπαψαν πια να υπηρετούν την Πολιτεία – ανταγωνιζόμενα μεταξύ τους απλά και μόνο για το ποιο θα εξυπηρετούσε καλύτερα τη Wall Street (γεγονός που συμβαίνει σήμερα, εν μέρει βέβαια, και στην Ελλάδα). Λίγα χρόνια αργότερα η νέα κυβέρνηση των Η.Π.Α. (B.Clinton), αναζήτησε στην Goldman Sachs «ταλέντα» ικανά για να διαχειριστούν την οικονομία – παράλληλα, για να διδάξουν στους εκλεκτούς της άρχουσας τάξης πώς να δανείζονται, πώς να διαχειρίζονται το «πλαστό» χρήμα, πως να κρύβουν την οικονομική τους αδυναμία, πως να μην «αναλώνονται» στην παραγωγή, καθώς επίσης πώς να μετατρέψουν την μεσαία τάξη σε δουλοπάροικους υψηλής τεχνολογίας και καταναλωτές, βαθειά εθισμένους στην χρήση των πιστωτικών καρτών.

Έτσι, στο τέλος της προηγούμενης δεκαετίας, το 2% του Αμερικανικού πληθυσμού έλεγχε άνω του 90% του πλούτου της χώρας (συνυπολογίζοντας τον πληθωρισμό, οι μισθοί της μεσαίας τάξης παρέμεναν στα επίπεδα του 1970). Χρειάστηκαν άλλα δέκα χρόνια για να συντελεστεί, με την κατάργηση του ρυθμιστικού πλαισίου που αφορούσε στις τράπεζες, η μεγαλύτερη «αρπαγή» της ιστορίας: ένας πλούτος αξίας περίπου 14 τρις $ (συνολικές αμερικανικές αποταμιεύσεις), κατέληξε στα «χρηματοφυλάκια» έξι τραπεζών – με τη βοήθεια της FedΌταν συνήλθαν οι αμερικανοί από το σοκ, διαπίστωσαν έντρομοι ότι οι τράπεζες ελέγχουν το 60% περίπου του ΑΕΠ. Παράλληλα, συνειδητοποίησαν ότι ο τομέας της ανώτατης παιδείας είχε σοβαρά ελαττώματα – αφού ο πνευματικός υποβιβασμός των πολιτών προηγήθηκε της υπεξαίρεσης του δημόσιου πλούτου και της αναβίωσης των επεκτατικών πολέμων. Η εκπαίδευση (επαγγελματική εξειδίκευση) αντικατέστησε ουσιαστικά την παιδεία (καλλιέργεια, ευρύτερη μόρφωση), όπως ο αμοραλισμός τους ηθικούς κανόνες. Η κλασσική φιλοσοφία εκδιώχθηκε από τις εκπαιδευτικές αίθουσες, ενώ τα διδάγματά της θεωρήθηκαν μη εφαρμόσιμα την εποχή του «ευ ζην» (της χωρίς προσπάθεια καλοπέρασης) και της κουλτούρας των ναρκωτικών.

Από την άλλη πλευρά τώρα το αμερικανικό Καρτέλ, έχοντας λεηλατήσει εντελώς την ίδια του τη χώρα, ήταν υποχρεωμένο πια να επεκταθεί οικονομικά στον υπόλοιπο κόσμο, με τον παράλληλο στόχο να αποφευχθεί η μητέρα των κρίσεων (Η.Π.Α.) – πόσο μάλλον αφού είχε ήδη χρηματοδοτήσει (2008) τις επόμενες «πρωτοβουλίες» του με τη μεγαλύτερη ληστεία όλων των εποχών (άρθρο μας), την οποία ανέλαβε να «μεταφέρει ανώδυνα» στους συμμάχους της υπερδύναμης ένας εντελώς διαφορετικός, «νέος» Πρόεδρος (τον οποίο δυστυχώς πίστεψαν, πέφτοντας στην παγίδα). Τα γεγονότα λοιπόν πήραν το δρόμο τους, όπως έχουμε αναφέρει στα κείμενα μας «Σκάκι με το διάβολο» και «Το χρονικό της αποτυχίας» – αφού ο «κύβος είχε ριφθεί». Τα αδύναμα ευρωπαϊκά κράτη, τα οποία είχαν υιοθετήσει επιπόλαια ένα κοινό νόμισμα, παρά το ότι γνώριζαν ότι δεν αποτελούν έναν «άριστο νομισματικό χώρο», ενώ δεν διέθεταν τα απαραίτητα εφόδια για να ανταγωνιστούν τα ισχυρότερα, δεν είχαν καμία επιλογή – με αποτέλεσμα να οδηγούνται, το ένα μετά το άλλο, στο «ικρίωμα».

Το πρόσφατο, ευρύτατο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, το οποίο ανακοίνωσε η Ελληνική κυβέρνηση, προφανώς κατ’ εντολή της σκιώδους, είναι χαρακτηριστικό, όσον αφορά το συγκεκριμένο γεγονός (υπεξαίρεση της δημόσιας περιουσίας, προς όφελος του Καρτέλ, κατά το «πρότυπο» των νεοφιλελεύθερων Η.Π.Α.) – ειδικά όταν αποφασίζεται μέσα στα πλαίσια ενός απίστευτου αφελληνισμού, ο οποίος «επιδοτείται» από μία άνευ προηγουμένου λαθρομετανάστευση, με την «ύποπτη» ανοχή των κομμάτων εξουσίας. Δυστυχώς όλοι οι Έλληνες, όπως οι αμερικανοί στο παρελθόν, θα καταλάβουν πολύ αργότερα ότι, τα όποια έσοδα από αυτού του είδους τις «πρωτοβουλίες», όχι μόνο δεν θα καταλήξουν στα δημόσια ταμεία, μειώνοντας τις επιβαρύνσεις τους αλλά, αντίθετα, θα συμβάλουν στην περαιτέρω επιδείνωση των σημερινών τους δυσκολιών – αφού θα πάψουν πια να εισπράττονται μερίσματα, θα περιορισθούν οι θέσεις απασχόλησης (η αύξηση της ανεργίας κατά 1% κοστίζει πάνω από 400 εκ. € ετησίως), θα μειωθούν τα φορολογικά έσοδα (φοροαποφυγή των πολυεθνικών), θα συρρικνωθεί το κοινωνικό κράτος κλπ.

Όπως έχουμε άλλωστε αναφέρει (άρθρο μας), «Εάν δεν ελεγχθούν οι αγορές, θα ιδιωτικοποιηθούν τα κράτη, μετατρέποντας τους Πολίτες είτε σε θλιβερά, εξαθλιωμένα υποζύγια των αυτονομημένων κεφαλαίων τους, είτε σε υπηκόους απολυταρχικών καθεστώτων». Από την άλλη πλευρά τώρα, παρά το ότι αρκετά από τα ισχυρά κράτη της ζώνης του Ευρώ  φαντάζονται ότι θα καταφέρουν να αποφύγουν το μοιραίο, στηριζόμενα στην «πρόσκαιρη» οικονομική υπεροχή τους, η «αλυσιδωτή» διαδικασία των «συγκοινωνούντων δοχείων», η οποία είναι προφανώς σε εξέλιξη, δεν πρόκειται στο τέλος να τους επιτρέψει να «αποδράσουν» – ενδεχομένως με την επί πλέον «συμβολή» του δομικού πληθωρισμού (αύξηση του εργατικού κόστους), ο οποίος σύντομα θα «προσβάλλει» απειλητικά την παραγωγική μηχανή τους.  

Έτσι λοιπόν, αν και ο βασικός «πυρήνας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Γερμανία (εννοούμε πάντοτε τους Πολίτες και όχι τα κράτη, τα οποία διευθύνονται πλέον από τις αγορές), θέλει να πιστεύει ότι τελικά θα μπορέσει να τα καταφέρει, η «πτώση» της, εάν δεν λειτουργήσει συλλογικά, είναι προδιαγεγραμμένη. Άλλωστε εκεί βρίσκονται τα περισσότερα «λάφυρα» (ιδιωτικές καταθέσεις άνω των 4,5 τρις € κλπ), τα οποία είναι αδύνατον να μην στοχοποιήσουν οι «αγορές» – πόσο μάλλον όταν ο πραγματικός εχθρός του μονοπωλιακού καπιταλισμού, ο «απολυταρχικός» με έδρα την Κίνα, είναι αρκετά ισχυρός για να μπορεί να προστατεύει το «ζωτικό» χώρο του. 

ΤΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΗΡΙΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ (CDS) ΚΑΙ ΤΑ SPREADS

 Πριν ακόμη αναλύσουμε τον τρόπο, με τον οποίο επιχειρείται η «άλωση της Ευρωζώνης», θεωρούμε σκόπιμη την περιληπτική, μικρή αναφορά μας στα ασφαλιστήρια πιστωτικών κινδύνων (CDSCredit Default Swaps). Ειδικότερα λοιπόν, αυτός που παρέχει σε κάποιον άλλο ένα δάνειο, διατρέχει τον κίνδυνο να χάσει τα χρήματα του. Έναντι του ρίσκου που αναλαμβάνει, χρεώνει με τόκους αυτόν, στον οποίο εγκρίνει τη συγκεκριμένη πίστωση (αυτή τουλάχιστον είναι η «επίσημη ερμηνεία», η δικαιολογία καλύτερα των τοκογλύφων). Όσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να χάσει τα χρήματα του ο δανειστής, τόσο υψηλότερο είναι το επιτόκιο που χρεώνει.

Με τη βοήθεια των ασφαλιστηρίων πιστωτικών κινδύνων τώρα οι δανειστές, οι οποίοι αγοράζουν ένα τέτοιο συμβόλαιο, προστατεύονται από την ενδεχόμενη απώλεια των χρημάτων, τα οποία δανείζουν. Έναντι αυτού (προστασία), πληρώνουν ένα συγκεκριμένο ασφάλιστρο, το οποίο βασίζεται στην ονομαστική αξία των πιστώσεων που παρέχουν (κεφάλαιο). Όταν τώρα ο δανειστής πληρώνει ασφάλιστρα κινδύνου ίσα με 1.000 μονάδες βάσης (10% του κεφαλαίου), τότε είναι ουσιαστικά υποχρεωμένος να τα χρεώσει στον οφειλέτη – επί πλέον του επιτοκίου, το οποίο θα ήθελε να κερδίσει. Θεωρώντας αυτό το επιτόκιο ίσο με το 3%, όσον αφορά τα ομόλογα της Ευρωζώνης, με αυτό δηλαδή που «χρεώνεται» το γερμανικό ομόλογο, τότε ο δανειστής θα πρέπει να χρεώσει τον οφειλέτη το λιγότερο με 13% (το 10% για τα ασφάλιστρα που πληρώνει και το 3% για το «κέρδος» του – για το «ρίσκο» του, όπως χαρακτηρίζουν έντεχνα το κέρδος τους οι διεθνείς τοκογλύφοι).

Η διαφορά αυτή «εμφανίζεται» στα γνωστά μας (Credit) Spreads («διαφορικά» επιτόκια») – μία ονομασία, η οποία στα ομόλογα δεν αναφέρεται στην απόλυτη κερδοφορία τους, αλλά στον επί πλέον τοκισμό τους, σε σχέση με το επιτόκιο ενός άλλου ομολόγου ιδίας διαρκείας (10ετές κλπ), το οποίο θεωρείται «μηδενικού ρίσκου» (στην περίπτωση της Ευρωζώνης το ομόλογο του γερμανικού δημοσίου, με επιτόκιο περί το 3%). Όταν λοιπόν τα Spreads των δεκαετών ομολόγων του Ελληνικού δημοσίου καταγράφουν την τιμή των 1.075 μονάδων βάσης, με τα CDS στις 1.000 μονάδες βάσης (για παράδειγμα), τότε το επιτόκιο, με το οποίο θα μπορούσε (θεωρητικά) να δανεισθεί το Ελληνικό δημόσιο, θα ήταν 13,75% και όχι 13%. 

Περαιτέρω, εάν ο οφειλέτης (κράτη, επιχειρήσεις κλπ) δεν μπορέσει να επιστρέψει το δάνειο του, εάν χρεοκοπήσει δηλαδή, τότε ο δανειστής πληρώνεται από τον ασφαλιστή. Κατ’ επέκταση, τα εξασφαλισμένα με CDS δάνεια που παρέχουν οι τράπεζες δεν εγγράφονται σαν τέτοια στα βιβλία τους – οπότε συνήθως δεν απαιτείται η διατήρηση του ελάχιστου αποθεματικού (fractional reserve) στις κεντρικές τράπεζες (αυτός ήταν ο κύριος λόγος της επιτυχίας των CDOs, των χρηματοπιστωτικών προϊόντων δηλαδή που είχαν «συσκευάσει» μαζί πολλές δανειακές «συμβάσεις» διαφορετικού ρίσκου και τα οποία οδήγησαν το σύστημα σχεδόν στην κατάρρευση του).   

Ίσως οφείλουμε να προσθέσουμε εδώ το τεράστιο ρίσκο των ασφαλιστικών εταιρειών, στην περίπτωση της χρεοκοπίας ενός κράτους – το οποίο είχαμε τονίσει, όσον αφορά την Ελλάδα, στο άρθρο μας «Ασφαλιστική βόμβα μεγατόνων» (επίσης σε προηγούμενο, το οποίο αφορούσε την AIG σε σχέση με τη Lehman Brothers). Για παράδειγμα, εάν μία χώρα ασφαλισμένη με CDS 1.000 μονάδων βάσης (10%) χρεοκοπήσει τον πρώτο χρόνο της ασφάλισης της, τότε η ασφαλιστική εταιρεία είναι υποχρεωμένη να πληρώσει το δεκαπλάσιο των ασφαλίστρων που έχει εισπράξει – ενώ οι διεθνείς κερδοσκόποι, οι οποίοι αγοράζουν τα ασφάλιστρα «μοχλευμένα» (leverage), επενδύοντας ελάχιστα χρήματα (έως και 1%) στην αγορά παραγώγων, θα υποχρεώνονταν σε πολλαπλάσιες ζημίες.

Όμως, η ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ελλάδας τον Μάιο του 2010, εντός του πρώτου έτους δηλαδή της ασφάλισης της με CDS χαμηλότερα των 200 μονάδων βάσης (2%) κατά μέσον όρο, θα κόστιζε στις ασφαλιστικές εταιρείες το 50πλάσιο – στους δε κερδοσκόπους ασύλληπτα ποσά (σήμερα, στις ασφαλιστικές εταιρείες, «μόλις» τα δεκαπλάσια – αντίστοιχα χαμηλότερα στους κερδοσκόπους). Επομένως, η «διάσωση» της ήταν το λιγότερο υποχρεωτική – γεγονός που δυστυχώς δεν «εκμεταλλεύθηκε» (σκόπιμα ή λόγω ανεπάρκειας) η κυβέρνηση μας, εις βάρος όλων των Ελλήνων Πολιτών.   Κλείνοντας, τα ασφαλιστήρια (CDS) διαπραγματεύονται στις χρηματιστηριακές αγορές ελεύθερα – χωριστά δηλαδή από τα δάνεια (ομόλογα κλπ), τα οποία ασφαλίζουν, ενώ χρησιμοποιούνται τόσο για τον περιορισμό των επενδυτικών ρίσκων, όσο και για τη διασπορά των κινδύνων. Μπορούν όμως επίσης να χρησιμοποιηθούν με στόχο την κερδοσκοπία – για παράδειγμα, ως στοιχήματα σε σχέση με την πτώχευση μίας επιχείρησης ή ενός κράτους. Στην προκειμένη περίπτωση, είναι σαν να ασφαλίζει κάποιος το σπίτι του γείτονα έναντι πυρκαγιάς – με αποτέλεσμα να έχει σημαντικό κίνητρο, για να το «πυρπολήσει» ο ίδιος.

ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΩΝ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΩΝ

 Μεταξύ των ετών 2003 και 2007 οι τρείς μεγάλες επενδυτικές αγορές (ακίνητα, μετοχές και πρώτες ύλες) παρουσίασαν σημαντικές αυξήσεις – ανερχόμενες έτσι σε επίπεδα, τα οποία παρουσίαζαν μεγάλες «πτωτικές» δυνατότητες (οι αγορές κερδίζουν από την κινητικότητα και τις έντονες διακυμάνσεις – ποτέ από τη σταθερότητα). Όταν λοιπόν το 2007 οι τιμές των ακινήτων άρχισαν να μειώνονται, ακολούθησαν οι τιμές των μετοχών, ενώ ο κύκλος ολοκληρώθηκε, με τη ραγδαία πτώση των τιμών των πρώτων υλών. Έτσι, για πρώτη φορά μετά το 1929, «απαξιώθηκαν» σχεδόν ταυτόχρονα τρία από τα σπουδαιότερα «περιουσιακά» προϊόντα – με αποτέλεσμα η κρίση των ενυπόθηκων δανείων στις Η.Π.Α. (subrimes) να εξελιχθεί σε μία παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.     

Οι κυβερνήσεις, διακρίνοντας τον κίνδυνο να οδηγηθεί σε εκτεταμένη ύφεση η παγκόσμια οικονομία, επένδυσαν τεράστια ποσά στη διάσωση (bailout) των μεγάλων (too big to fail) τραπεζών, καθώς επίσης στην σταθεροποίηση της ανάπτυξης. Κατ’ επακόλουθο, τα δημόσια χρέη αυξήθηκαν σε μεγάλο βαθμό σε εκείνες τις χώρες, όσον αφορά την Ευρωζώνη, στις οποίες «έσπασε» η φούσκα των ακινήτων – στην Ιρλανδία και στην Ισπανία. Αντίστοιχη αύξηση παρουσίασαν και τα χρέη εκείνων των κρατών, τα οποία υπέφεραν πριν από την κρίση, τόσο από τα αρνητικά ισοζύγια των εξωτερικών συναλλαγών τους, όσο και από τα μεγάλα ελλείμματα των ετησίων προϋπολογισμών τους – της Ελλάδας και της Πορτογαλίας.

Οι διεθνείς κερδοσκόποι, με τη συντονισμένη χρήση των «όπλων» τους (εταιρείες αξιολόγησης, ΜΜΕ κλπ), εκμεταλλεύθηκαν αμέσως το γεγονός αυτό, αυξάνοντας τα επιτόκια των ομολόγων του δημοσίου των συγκεκριμένων χωρών, με τη βοήθεια των ασφαλιστηρίων πιστωτικών κινδύνων (CDS) – ξεκινώντας τις επιθέσεις τους από την πιο αδύναμη χώρα (Ελλάδα). Αφού τα επιτόκια λοιπόν στην Ελλάδα αναρριχήθηκαν σε επίπεδα που ξεπέρασαν το 10%, οι επιθέσεις των κερδοσκόπων κλιμακώθηκαν – με αποτέλεσμα να πλησιάσουν τα επιτόκια στην Ιρλανδία το 9% και στην Πορτογαλία το 8%. Η Ευρωζώνη, στην προσπάθεια της να αντισταθεί στην «επιδημία», υποχρεώθηκε στην δημιουργία ενός μηχανισμού στήριξης – δυστυχώς πολύ συντηρητικά, ενεργώντας πάντοτε εκ των υστέρων (πολύ συχνά, οι εταιρείες αξιολόγησης υποτιμούσαν την πιστοληπτική ικανότητα χωρών και τραπεζών την Παρασκευή το απόγευμα, σχεδόν πάντοτε πριν από την εκάστοτε σύνοδο των Ευρωπαίων το επόμενο Σαββατοκύριακο). Αναλυτικότερα, οι επιθέσεις «ενορχηστρώνονταν» στα εξής τέσσερα στάδια:     

(α) Για όσο χρονικό διάστημα δεν είχαν ασκηθεί κερδοσκοπικές πιέσεις στα ομόλογα του δημοσίου κάποιας χώρας, βασιζόμενες στο υψηλό δημόσιο χρέος της, σε συνδυασμό με τα μεγάλα ελλείμματα του προϋπολογισμού της, οι διεθνείς «επενδυτές», όπως η Goldman Sachs και η Deutsche Bank, έκλειναν ένα συμβόλαιο (CDS) με κάποιον λιγότερο έξυπνο επενδυτή – συνήθως με κάποιο συνταξιοδοτικό ταμείο ή με μία τοπική τράπεζα. Ο επενδυτής διαβεβαίωνε τον εκδότη ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος χρεοκοπίας μίας χώρας της Ευρωζώνης και αγόραζε το συμβόλαιο, έναντι ενός πολύ μικρού ασφαλιστηρίου (1-2% επί του κεφαλαίου) – ασφαλίζοντας έτσι το σπίτι του γείτονα, έναντι πυρκαγιάς.

(β) Σε δεύτερο στάδιο άρχιζαν οι επιθέσεις στη δύστυχη χώρα (η «πυρπόληση» του σπιτιού του γείτονα), στην οποία είχε στηριχθεί το ασφαλιστικό συμβόλαιο – κατ’ αρχήν με τη βοήθεια των ΜΜΕ και στη συνέχεια με τις «εκτιμήσεις» των αμερικανών οικονομολόγων, των μεγάλων επενδυτικών ονομάτων (G.Soros), των εταιρειών αξιολόγησης κλπ. Ο στόχος αυτών των επιθέσεων ήταν να αυξηθεί κατά το δυνατόν ο φόβος, σε σχέση με το ενδεχόμενο χρεοκοπίας (στάσης πληρωμών) της συγκεκριμένης χώρας – έτσι ώστε να ακολουθήσει η ανοδική πορεία των τιμών των ασφαλιστηρίων (CDS), καθώς επίσης των επιτοκίων δανεισμού. Η αξία λοιπόν των αρχικών ασφαλιστηρίων, τα οποία είχε συνάψει ο διεθνής επενδυτής (Goldman Sachs κλπ) με το λιγότερο έξυπνο «συνάδελφο» του αυξανόταν σε σημαντικό βαθμό – με αποτέλεσμα, όταν η άνοδος είχε φτάσει σε κάποιο αξιόλογο επίπεδο, να πουλάει ο διεθνής επενδυτής το συμβόλαιο (CDS), με τεράστιο κέρδος.    

(γ) Στη συνέχεια, ο διεθνής επενδυτής αγόραζε μόνος του τα υψηλών αποδόσεων (επιτοκίων) δημόσια ομόλογα, δανειζόμενος με φθηνό χρήμα από την κεντρική τράπεζα. Ταυτόχρονα, έντεινε τις πιέσεις του στην Ευρωζώνη, με στόχο να μην επιτραπεί εκ μέρους της η χρεοκοπία ενός κράτους-μέλους της, έτσι ώστε να εξασφαλίσει ένα ακόμη κέρδος. Για παράδειγμα, έχοντας αγοράσει τα ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου στο 70% της αρχικής τους αξίας, έχει κάθε λόγο να μην επιθυμεί πλέον τη χρεοκοπία της – την πυρκαγιά δηλαδή στο σπίτι του γείτονα, αφού είναι πλέον ο ίδιος ιδιοκτήτης του. Έτσι, θα μπορεί να εισπράξει το 100% της αξίας των ομολόγων του Ελληνικού δημοσίου (συν τους τόκους), τα οποία έχει αγοράσει στο 70% – επιτυγχάνοντας τεράστιο κέρδος.  

(δ) Τέλος, οι δυνατότητες εξασφάλισης περαιτέρω κερδών, από τη συγκεκριμένη χώρα, προϋποθέτουν προφανώς την εισβολή του ΔΝΤ. Μέσω του Ταμείου, οι διεθνείς επενδυτικές τράπεζες έχουν την προοπτική να κερδίσουν για μία ακόμη φορά, από την «επιβεβλημένη» αποκρατικοποίηση των εταιρειών που ανήκουν στο δημόσιο της συγκεκριμένης χώρας – αφενός μεν από τις προμήθειες επί των τιμών της πώλησης τους προς τις πολυεθνικές, την οποία οργανώνουν/μεθοδεύουν οι ίδιες, αφετέρου από την υπεραξία των μετοχών που συνήθως αγοράζουν σε χαμηλές τιμές, όταν το χρηματιστήριο καταρρέει λόγω της υπαγωγής της χώρας στο ΔΝΤ.

Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 17. Απριλίου 2011, viliardos@kbanalysis.com      

* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2328.aspx

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.